Μεικτό Ορκωτό Εφετείο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μεγειά
 
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 6: Γραμμή 6:


Οι αποφάσεις του υπόκεινται μόνο στο [[ένδικα μέσα|ένδικο μέσο]] της [[αναίρεση|αναίρεσης]] ενώπιον του [[Άρειος Πάγος|Αρείου Πάγου]].
Οι αποφάσεις του υπόκεινται μόνο στο [[ένδικα μέσα|ένδικο μέσο]] της [[αναίρεση|αναίρεσης]] ενώπιον του [[Άρειος Πάγος|Αρείου Πάγου]].

Η θέσπιση δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας στα [[κακούργημα|κακουργήματα]] (δυνατότητα έφεσης) έγινε δυνατή μετά την κατάργηση του αμιγούς ορκωτού Κακουργιοδικείου το [[1967]] και την εισαγωγή του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου με τη συμμετοχή και τακτικών δικαστών, αφού πλέον ήταν δυνατό να συσταθεί ένα ανώτερο δικαστήριο (υπάρχουν ανώτεροι δικαστές, αλλά όχι ανώτεροι ένορκοι)<ref>Νικόλαος Ανδρουλάκης, ''Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης'', 2η Έκδ., Αντ. Ν. Σάκκουλας 1994</ref>.

==Παραπομπές==
<references />


[[Κατηγορία:Δικαστικές αρχές]]
[[Κατηγορία:Δικαστικές αρχές]]

Έκδοση από την 21:22, 9 Δεκεμβρίου 2006

Πρότυπο:Ποινική Δικαιοσύνη

Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο είναι δευτεροβάθμιο Ποινικό Δικαστήριο. Συγκροτείται από έναν Πρόεδρο Εφετών ως πρόεδρο, δύο Εφέτες και τέσσερις ενόρκους. Εκδικάζει εφέσεις κατά αποφάσεων του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.

Οι ένορκοι κληρώνονται από κατάλογο που καταρτίζεται κάθε χρόνο από το Συμβούλιο Εφετών του κάθε Εφετείου μετά από πρόταση του οικείου Εισαγγελέα. Ικανοί να είναι ένορκοι στο ΜΟΕ είναι, όπως και στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, οι Ελληνες πολίτες και των δύο φύλων που κατοικούν ή διαμένουν μόνιμα στην έδρα του Εφετείου όπου συγκροτείται το ΜΟΕ και δεν έχουν στερηθεί τα πολιτικά τους δικαιώματα. Επιπλέον όμως πρέπει να είναι μεταξύ 40 και 70 ετών (αντί 30 στο ΜΟΔ) και να έχουν τουλάχιστον απολυτήριο λυκείου (αντί από τη στοιχειώδη εκπαίδευση στο ΜΟΔ). Κατά τα άλλα για τη λήψη αποφάσεων ισχύει ότι ισχύει και στο ΜΟΔ.

Οι αποφάσεις του υπόκεινται μόνο στο ένδικο μέσο της αναίρεσης ενώπιον του Αρείου Πάγου.

Η θέσπιση δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας στα κακουργήματα (δυνατότητα έφεσης) έγινε δυνατή μετά την κατάργηση του αμιγούς ορκωτού Κακουργιοδικείου το 1967 και την εισαγωγή του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου με τη συμμετοχή και τακτικών δικαστών, αφού πλέον ήταν δυνατό να συσταθεί ένα ανώτερο δικαστήριο (υπάρχουν ανώτεροι δικαστές, αλλά όχι ανώτεροι ένορκοι)[1].

Παραπομπές

  1. Νικόλαος Ανδρουλάκης, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 2η Έκδ., Αντ. Ν. Σάκκουλας 1994