Λαθρεμπόριο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ + §
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ +
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
Γενικά με τον όρο '''λαθρεμπόριο''' χαρακτηρίζεται οποιασδήποτε μορφής επιχειρούμενο [[εμπόριο]] κατά παράβαση κείμενης [[νομοθεσία]]ς, η καταστρατήγησης αυτής, με απώτερο σκοπό την αποφυγή πληρωμής [[δασμός|δασμών]]. Στη πράξη αποτελεί εξαπάτηση των Αρχών ενός κράτους κατά την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων.
Γενικά με τον όρο '''λαθρεμπόριο''' χαρακτηρίζεται οποιασδήποτε μορφής επιχειρούμενο [[εμπόριο]] κατά παράβαση κείμενης [[νομοθεσία]]ς, η καταστρατήγησης αυτής, με απώτερο σκοπό την αποφυγή πληρωμής [[δασμός|δασμών]]. Στη πράξη αποτελεί εξαπάτηση των Αρχών ενός κράτους κατά την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων.


== Γενικά ==
Το λαθρεμπόριο γίνεται κυρίως σε είδη υποκείμενα σε βαρείς δασμούς, ή [[φόρος κατανάλωσης|φόρους κατανάλωσης]], σε τυχόν είδη [[Μονοπώλιο|μονοπωλίου]], αν τέτοιο υφίσταται, σε αρχαιότητες, καθώς και σε απαγορευμένα είδη εμπορίας, ή εισαγωγής. Τέτοια για παράδειγμα είναι πάσης φύσεως αντικείμενα πολυτελείας, κοσμήματα, γούνες, αυτοκίνητα, καπνός, τσιγάρα, [[πετρέλαιο]] κ.λπ. ή απαγορευμένα ελεύθερης εμπορίας είδη όπως [[όπλο|όπλα]], [[ναρκωτικά]], [[εκρηκτικά]] κ.λπ.
Το λαθρεμπόριο γίνεται κυρίως σε είδη υποκείμενα σε βαρείς δασμούς, ή [[φόρος κατανάλωσης|φόρους κατανάλωσης]], σε τυχόν είδη [[Μονοπώλιο|μονοπωλίου]], (αν τέτοιο υφίσταται), σε αρχαιότητες, καθώς και σε απαγορευμένα είδη εμπορίας, ή εισαγωγής. Τέτοια για παράδειγμα είναι πάσης φύσεως αντικείμενα πολυτελείας, κοσμήματα, ποτά, γούνες, αυτοκίνητα, καπνός, τσιγάρα, [[πετρέλαιο]] κ.λπ. ή απαγορευμένα ελεύθερης εμπορίας είδη όπως [[όπλο|όπλα]], [[ναρκωτικά]], [[εκρηκτικά]] κ.λπ.


Το λαθρεμπόριο χαρακτηρίζεται στις περισσότερες νομοθεσίες του κόσμου ως [[ιδιώνυμο]] [[φορολογία|φορολογικό]] [[ποινικό αδίκημα]] ([[έγκλημα]]) που στοιχειοθετείται με την απόπειρα διαφυγής, ή αποφυγής της υποχρέωσης, με παράνομες ενέργειες ή και παραλείψεις τόσο των υπόχρεων όσο επίσης και των αρμοδίων οργάνων καταστολής. Ανάλογα του αντικειμένου επί του οποίου επιχειρείται λαθρεμπόριο λαμβάνει αυτό ίδια ονομασία, π.χ. λαθρεμπόριο τσιγάρων, λαθρεμπόριο όπλων, λαθρεμπόριο ναρκωτικών κ.λπ.<br />
Το λαθρεμπόριο χαρακτηρίζεται στις περισσότερες νομοθεσίες του κόσμου ως [[ιδιώνυμο]] [[φορολογία|φορολογικό]] [[ποινικό αδίκημα]] ([[έγκλημα]]) που στοιχειοθετείται με την απόπειρα διαφυγής, ή αποφυγής της υποχρέωσης, με παράνομες ενέργειες ή και παραλείψεις τόσο των υπόχρεων όσο επίσης και των αρμοδίων οργάνων καταστολής. Ανάλογα του αντικειμένου επί του οποίου επιχειρείται λαθρεμπόριο λαμβάνει αυτό ίδια ονομασία, π.χ. λαθρεμπόριο τσιγάρων, λαθρεμπόριο όπλων, λαθρεμπόριο ναρκωτικών κ.λπ.<br />
Άλλες χώρες τηρούν ενιαία [[τελωνειακή νομοθεσία]] με όλα τα είδη του λαθρεμπορίου, άλλες τηρούν επιμέρους νομοθεσίες για κάθε είδος εξ αυτών και τέλος άλλες, οι περισσότερες μεταξύ των οποίων και η [[Ελλάδα]], μια γενική τελωνειακή νομοθεσία για όλα τα βασικά εμπορεύματα υποκείμενα σε δασμούς και μια ειδικότερη για τα απαγορευμένα είδη εμπορίας, προκειμένου να δύνανται να επιληφθούν κατά τόπο πολλές διωκτικές Αρχές.
Άλλες χώρες τηρούν ενιαία [[τελωνειακή νομοθεσία]] με όλα τα είδη του λαθρεμπορίου, άλλες τηρούν επιμέρους νομοθεσίες για κάθε είδος εξ αυτών και τέλος άλλες, οι περισσότερες μεταξύ των οποίων και η [[Ελλάδα]], μια γενική τελωνειακή νομοθεσία για όλα τα βασικά εμπορεύματα υποκείμενα σε δασμούς και μια ειδικότερη για τα απαγορευμένα είδη εμπορίας, προκειμένου να δύνανται να επιληφθούν κατά τόπο πολλές διωκτικές Αρχές.

== Ορισμοί ==
Ειδικότερα έναντι του γενικού όρου λαθρεμπόριο, ο ελληνικός όρος '''λαθρεμπορία''' χαρακτηρίζει μία προς μία τις πράξεις αυτού θεωρούμενες ως φορολογική απάτη κατά το χρόνο της κυκλοφορίας συγκεκριμένων κάθε φορά υποκείμενων εμπορευμάτων.<br />
Σε γενικές γραμμές, σύμφωνα και με τον [[Τελωνειακός Κώδικας|Τελωνειακό Κώδικα]], λαθρεμπορία χαρακτηρίζεται η εισαγωγή, ή η εξαγωγή από τα σύνορα του κράτους, πραγμάτων υποκειμένων σε εισαγωγικό δασμό, ή τελωνειακό τέλος, ή φόρο, ή άλλο δικαίωμα, χωρίς έγγραφη άδεια τελωνειακής Αρχής, ή ακόμα και η διενεργούμενη σε τόπο και χρόνο άλλο από τον καθοριζόμενο.<br >
Ομοίως και κάθε ενέργεια που αποβλέπει να στερήσει το Δημόσιο από δασμούς, τέλη, φόρους και δικαιώματα επί εισαγομένων εκ του εξωτερικού, ή εξαγομένων προς τούτο, εμπορευμάτων, έστω και αν ακόμα έχουν εισπραχθεί σε τόπο και χρόνο διάφορο από εκείνο που προβλέπει ο σχετικός νόμος.


== Περιπτώσεις λαθρεμπορίας ==
== Περιπτώσεις λαθρεμπορίας ==

Έκδοση από την 10:48, 19 Φεβρουαρίου 2011

Γενικά με τον όρο λαθρεμπόριο χαρακτηρίζεται οποιασδήποτε μορφής επιχειρούμενο εμπόριο κατά παράβαση κείμενης νομοθεσίας, η καταστρατήγησης αυτής, με απώτερο σκοπό την αποφυγή πληρωμής δασμών. Στη πράξη αποτελεί εξαπάτηση των Αρχών ενός κράτους κατά την εισαγωγή ή εξαγωγή εμπορευμάτων.

Γενικά

Το λαθρεμπόριο γίνεται κυρίως σε είδη υποκείμενα σε βαρείς δασμούς, ή φόρους κατανάλωσης, σε τυχόν είδη μονοπωλίου, (αν τέτοιο υφίσταται), σε αρχαιότητες, καθώς και σε απαγορευμένα είδη εμπορίας, ή εισαγωγής. Τέτοια για παράδειγμα είναι πάσης φύσεως αντικείμενα πολυτελείας, κοσμήματα, ποτά, γούνες, αυτοκίνητα, καπνός, τσιγάρα, πετρέλαιο κ.λπ. ή απαγορευμένα ελεύθερης εμπορίας είδη όπως όπλα, ναρκωτικά, εκρηκτικά κ.λπ.

Το λαθρεμπόριο χαρακτηρίζεται στις περισσότερες νομοθεσίες του κόσμου ως ιδιώνυμο φορολογικό ποινικό αδίκημα (έγκλημα) που στοιχειοθετείται με την απόπειρα διαφυγής, ή αποφυγής της υποχρέωσης, με παράνομες ενέργειες ή και παραλείψεις τόσο των υπόχρεων όσο επίσης και των αρμοδίων οργάνων καταστολής. Ανάλογα του αντικειμένου επί του οποίου επιχειρείται λαθρεμπόριο λαμβάνει αυτό ίδια ονομασία, π.χ. λαθρεμπόριο τσιγάρων, λαθρεμπόριο όπλων, λαθρεμπόριο ναρκωτικών κ.λπ.
Άλλες χώρες τηρούν ενιαία τελωνειακή νομοθεσία με όλα τα είδη του λαθρεμπορίου, άλλες τηρούν επιμέρους νομοθεσίες για κάθε είδος εξ αυτών και τέλος άλλες, οι περισσότερες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, μια γενική τελωνειακή νομοθεσία για όλα τα βασικά εμπορεύματα υποκείμενα σε δασμούς και μια ειδικότερη για τα απαγορευμένα είδη εμπορίας, προκειμένου να δύνανται να επιληφθούν κατά τόπο πολλές διωκτικές Αρχές.

Ορισμοί

Ειδικότερα έναντι του γενικού όρου λαθρεμπόριο, ο ελληνικός όρος λαθρεμπορία χαρακτηρίζει μία προς μία τις πράξεις αυτού θεωρούμενες ως φορολογική απάτη κατά το χρόνο της κυκλοφορίας συγκεκριμένων κάθε φορά υποκείμενων εμπορευμάτων.
Σε γενικές γραμμές, σύμφωνα και με τον Τελωνειακό Κώδικα, λαθρεμπορία χαρακτηρίζεται η εισαγωγή, ή η εξαγωγή από τα σύνορα του κράτους, πραγμάτων υποκειμένων σε εισαγωγικό δασμό, ή τελωνειακό τέλος, ή φόρο, ή άλλο δικαίωμα, χωρίς έγγραφη άδεια τελωνειακής Αρχής, ή ακόμα και η διενεργούμενη σε τόπο και χρόνο άλλο από τον καθοριζόμενο.
Ομοίως και κάθε ενέργεια που αποβλέπει να στερήσει το Δημόσιο από δασμούς, τέλη, φόρους και δικαιώματα επί εισαγομένων εκ του εξωτερικού, ή εξαγομένων προς τούτο, εμπορευμάτων, έστω και αν ακόμα έχουν εισπραχθεί σε τόπο και χρόνο διάφορο από εκείνο που προβλέπει ο σχετικός νόμος.

Περιπτώσεις λαθρεμπορίας

Σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία των περισσοτέρων κρατών περιπτώσεις λαθρεμπορίας είναι:

  1. Η εισαγωγή ή εξαγωγή απαγορευμένων ειδών, καθώς και οποιαδήποτε χωρίς τελωνειακό έλεγχο.
  2. Η διάθεση αντικειμένων που έχουν εισαχθεί με ατέλεια, για ειδική χρήση, σε άλλες χρήσεις χωρίς άδεια.
  3. Η αντικατάσταση εισαγομένων εμπορευμάτων με ατέλεια (έστω και προσωρινή) με άλλα εμπορεύματα.
  4. Κάθε έλλειψη εμπορευμάτων που έχουν τεθεί σε αποθήκες αποταμίευσης με σκοπό την αποστέρηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου.
  5. Η ύπαρξη εμπορευμάτων επί πλοίου εξωτερικού που κατέπλευσε χωρίς ανωτέρα βία σε λιμένα ή όρμο μη επιτρεπτό για εκτέλεση εμπορικής πράξης. Ομοίως για αεροπλάνα και αεροδρόμια.
  6. Η ύπαρξη εμπορευμάτων που δεν υφίστανται στο επίσημο δηλωτικό του πλοίου ή αεροπλάνου ή άλλου μέσου μεταφοράς.
  7. Η έλλειψη εμπορευμάτων που φέρονται να φορτώθηκαν σε πλοίο εξωτερικού ή εσωτερικού, ή άλλα μέσα μεταφοράς, κατά την ώρα της αναχώρησης.
  8. Η κατοχή διαφόρων εμπορευμάτων που προβλέπουν διάφορες επιμέρους νομοθεσίες.
  9. Η αγορά, πώληση και κατοχή εμπορευμάτων που εισήχθηκαν ή εισχώρησαν στη κατανάλωση κατά τρόπο που συνιστούν το αδίκημα της λαθρεμπορίας.