Πρώτος Πόλεμος των Μπόερς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →‎Ιστορία: λινκς
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 24: Γραμμή 24:
Η έχθρα ανάμεσα στις δυο κοινότητες χρονολογείται από την εποχή μιας πράξης του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Το 1880, η [[Μεγάλη Βρετανία|Βρετανία]] είχε προσαρτήσει το Τράνσβααλ, αλλά στη συνέχεια υποχρεώθηκε να υπαναχωρήσει όταν έχασε τη μάχη του Μαζούμπα Χιλ (1881). Αμέσως μετά ανακαλύφθηκαν τεράστια κοιτάσματα χρυσού στο Τράνσβααλ, οπότε άρχισε ο πυρετός του χρυσού που έφερε στην περιοχή από το Ακρωτήριο και το Νατάλ. Χιλιάδες Βρετανοί ήλθαν να εγκατασταθούν στην περιοχή επιζητώντας, χωρίς αποτέλεσμα όμως, το δικαίωμα ψήφου και της φορολογικής εξομοίωσης. Αποτέλεσμα ήταν να ενταθεί η κατάσταση σε επικίνδυνο βαθμό.
Η έχθρα ανάμεσα στις δυο κοινότητες χρονολογείται από την εποχή μιας πράξης του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Το 1880, η [[Μεγάλη Βρετανία|Βρετανία]] είχε προσαρτήσει το Τράνσβααλ, αλλά στη συνέχεια υποχρεώθηκε να υπαναχωρήσει όταν έχασε τη μάχη του Μαζούμπα Χιλ (1881). Αμέσως μετά ανακαλύφθηκαν τεράστια κοιτάσματα χρυσού στο Τράνσβααλ, οπότε άρχισε ο πυρετός του χρυσού που έφερε στην περιοχή από το Ακρωτήριο και το Νατάλ. Χιλιάδες Βρετανοί ήλθαν να εγκατασταθούν στην περιοχή επιζητώντας, χωρίς αποτέλεσμα όμως, το δικαίωμα ψήφου και της φορολογικής εξομοίωσης. Αποτέλεσμα ήταν να ενταθεί η κατάσταση σε επικίνδυνο βαθμό.


Στην Πρετόρια, την πρωτεύουσα του [[Τράνσβααλ]], ο πρόεδρος των Μπόερς Κρούγκερ ήταν αδιάλλακτος. Στο Κέιπ Τάουν, πρωτεύουσα της αποικίας της Αποικίας του Ακρωτηριού, ο κυβερνήτης Σερ Άλφρεντ Μίλνερ (1ος Υποκόμης Μίλνερ) ανταπάντησε με μια σειρά από προκλήσεις και επιθέσεις. Στην ουσία, οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν τον εθνικισμό των Αφρικάνερ (των συντηρητικών Ολλανδών αποίκων). Πάνω απ' όλα τα άλλα, σκοπός των Αφρικάνερ ήταν να αποκτήσουν τον έλεγχο στα χρυσωρυχεία. Η παρατεταμένη αντιπαράθεση κορυφώθηκε με ένα τελεσίγραφο που επέδωσε ο πρόεδρος Κρούγκερ στον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ στις 9 Οκτωβρίου 1899. Ο Μίλνερ απέρριψε το τελεσίγραφο και στις 12 Οκτωβρίου ξέσπασαν οι μάχες. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου (μέχρι τον Ιανουάριο του 1900) οι Μπόερς, που είχαν κινητοποιήσει ένα στρατό 40.000 ανδρών, βρίσκονταν στην επίθεση. Αφού νίκησαν στους Άγγλους, κατέλαβαν τις αποικιακές πόλεις [[Λέιντισμιθ]], [[Κίμπερλι]] και [[Μέιφκινγκ]].
Στην Πρετόρια, την πρωτεύουσα του [[Τράνσβααλ]], ο πρόεδρος των Μπόερς Κρούγκερ ήταν αδιάλλακτος. Στο Κέιπ Τάουν, πρωτεύουσα της αποικίας της Αποικίας του Ακρωτηριού, ο κυβερνήτης Σερ Άλφρεντ Μίλνερ (1ος Υποκόμης Μίλνερ) ανταπάντησε με μια σειρά από προκλήσεις και επιθέσεις. Στην ουσία, οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν τον εθνικισμό των Αφρικάνερ (των συντηρητικών Ολλανδών αποίκων). Πάνω απ' όλα τα άλλα, σκοπός των Αφρικάνερ ήταν να αποκτήσουν τον έλεγχο στα χρυσωρυχεία. Η παρατεταμένη αντιπαράθεση κορυφώθηκε με ένα τελεσίγραφο που επέδωσε ο πρόεδρος Κρούγκερ στον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ στις 9 Οκτωβρίου 1899. Ο Μίλνερ απέρριψε το τελεσίγραφο και στις 12 Οκτωβρίου ξέσπασαν οι μάχες. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου (μέχρι τον Ιανουάριο του 1900) οι Μπόερς, που είχαν κινητοποιήσει ένα στρατό 40.000 ανδρών, βρίσκονταν στην επίθεση. Αφού νίκησαν στους Άγγλους, κατέλαβαν τις αποικιακές πόλεις [[Λέιντισμιθ]], [[Κίμπερλι]] και [[Μέιφκινγκ]].

Η τελευταία εβδομάδα του 19ου αιώνα ήταν αποθαρρυντική για τους Βρετανούς: οι εφημερίδες ήταν κακές



Έκδοση από την 11:54, 30 Απριλίου 2010



Πόλεμος των Μπόερ
Μπόερς στην μάχη
Χρονολογία1880-1881 και 1899-1902
ΤόποςΝότια Αφρική
ΈκβασηΝίκη των Άγγλων
Αντιμαχόμενοι

Ο πόλεμος μεταξύ των Άγγλων και των Μπόερ ή (πόλεμος των Μπόερ όπως είναι επίσης γνωστός) είναι πόλεμος που διεξήχθη στην Νότια Αφρική μεταξύ των Άγγλων και των Ολλάνδών αποίκων της περιοχής, γνωστών ως Μπόερ.

Ιστορία

Οι ολλανδικές (ή Μπόερ) δημοκρατίες του ελεύθερου κράτους του Οράγγη) και του Τράνσβααλ, καθώς και οι βρετανικές αποικίες Νατάλ και Ακρωτηρίου, που ανήκαν στη βασίλισσα Βικτωρία, αποτέλεσαν πεδίο μάχης για τους αποίκους, που αλληλοεξοντώνονταν σε απόσταση μεγαλύτερη των 10.000 χιλιομέτρων μακριά από την πατρίδα τους. Η ολλανδική λέξη Μπόερεν σημαίνει αποικιακός. Οι Μπόερς ήταν αγρότες οι οποίοι στο πρώτο ήμισυ του 18ου αιώνα μετανάστευσαν στην Νότια Αφρική για να αναζητήσουν την τύχη τους. Είχαν αποικήσει ένα μεγάλο τμήμα αυτών των τεράστιων περιοχών, δημιουργώντας αγροκτήματα και εκτρέφοντας βοοειδή. Πάνω από όλα, όμως άρχισαν να εκμεταλλεύονται τα πλούσια κοιτάσματα χρυσού και διαμαντιών.

Η έχθρα ανάμεσα στις δυο κοινότητες χρονολογείται από την εποχή μιας πράξης του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Το 1880, η Βρετανία είχε προσαρτήσει το Τράνσβααλ, αλλά στη συνέχεια υποχρεώθηκε να υπαναχωρήσει όταν έχασε τη μάχη του Μαζούμπα Χιλ (1881). Αμέσως μετά ανακαλύφθηκαν τεράστια κοιτάσματα χρυσού στο Τράνσβααλ, οπότε άρχισε ο πυρετός του χρυσού που έφερε στην περιοχή από το Ακρωτήριο και το Νατάλ. Χιλιάδες Βρετανοί ήλθαν να εγκατασταθούν στην περιοχή επιζητώντας, χωρίς αποτέλεσμα όμως, το δικαίωμα ψήφου και της φορολογικής εξομοίωσης. Αποτέλεσμα ήταν να ενταθεί η κατάσταση σε επικίνδυνο βαθμό.

Στην Πρετόρια, την πρωτεύουσα του Τράνσβααλ, ο πρόεδρος των Μπόερς Κρούγκερ ήταν αδιάλλακτος. Στο Κέιπ Τάουν, πρωτεύουσα της αποικίας της Αποικίας του Ακρωτηριού, ο κυβερνήτης Σερ Άλφρεντ Μίλνερ (1ος Υποκόμης Μίλνερ) ανταπάντησε με μια σειρά από προκλήσεις και επιθέσεις. Στην ουσία, οι Άγγλοι δεν μπορούσαν να ανεχθούν τον εθνικισμό των Αφρικάνερ (των συντηρητικών Ολλανδών αποίκων). Πάνω απ' όλα τα άλλα, σκοπός των Αφρικάνερ ήταν να αποκτήσουν τον έλεγχο στα χρυσωρυχεία. Η παρατεταμένη αντιπαράθεση κορυφώθηκε με ένα τελεσίγραφο που επέδωσε ο πρόεδρος Κρούγκερ στον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ στις 9 Οκτωβρίου 1899. Ο Μίλνερ απέρριψε το τελεσίγραφο και στις 12 Οκτωβρίου ξέσπασαν οι μάχες. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης του πολέμου (μέχρι τον Ιανουάριο του 1900) οι Μπόερς, που είχαν κινητοποιήσει ένα στρατό 40.000 ανδρών, βρίσκονταν στην επίθεση. Αφού νίκησαν στους Άγγλους, κατέλαβαν τις αποικιακές πόλεις Λέιντισμιθ, Κίμπερλι και Μέιφκινγκ.

Η τελευταία εβδομάδα του 19ου αιώνα ήταν αποθαρρυντική για τους Βρετανούς: οι εφημερίδες ήταν κακές