Δομημένος προγραμματισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Τροποποίηση: be-x-old:Працэдурнае праграмаваньне
{{subst:πηγές}}
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{Message_box|
id =sources|
backgroundcolor =AntiqueWhite|
image = Emblem-important.svg|
heading =Αυτό το άρθρο ή η ενότητα δεν αναφέρει τις [[Βικιπαίδεια:Επαληθευσιμότητα|'''πηγές''']] του ή δεν περιέχει επαρκείς [[Βικιπαίδεια:Παράθεση παραπομπών|'''παραπομπές''']].|
message = Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια προσθέτοντας κατάλληλες πηγές και παραπομπές που να υποστηρίζουν το άρθρο.}}[[Κατηγορία:Άρθρα που χρειάζονται παραπομπές|{{PAGENAME}}]]
Στην [[επιστήμη υπολογιστών]] '''δομημένος προγραμματισμός''' (structured programming) ή '''διαδικαστικός προγραμματισμός''' (procedural programming) είναι ένα [[προγραμματιστικό υπόδειγμα]] το οποίο βασίζεται στην έννοια της ''κλήσης διαδικασίας''. Η [[διαδικασία (υπολογιστές)|διαδικασία]], γνωστή επίσης και ως ρουτίνα, υπορουτίνα, μέθοδος ή συνάρτηση (δε σχετίζεται με τη μαθηματική έννοια και χρησιμοποιείται στις [[συναρτησιακός προγραμματισμός|συναρτησιακές γλώσσες]]) είναι απλά ένα αυτοτελές σύνολο εντολών προς εκτέλεση.
Στην [[επιστήμη υπολογιστών]] '''δομημένος προγραμματισμός''' (structured programming) ή '''διαδικαστικός προγραμματισμός''' (procedural programming) είναι ένα [[προγραμματιστικό υπόδειγμα]] το οποίο βασίζεται στην έννοια της ''κλήσης διαδικασίας''. Η [[διαδικασία (υπολογιστές)|διαδικασία]], γνωστή επίσης και ως ρουτίνα, υπορουτίνα, μέθοδος ή συνάρτηση (δε σχετίζεται με τη μαθηματική έννοια και χρησιμοποιείται στις [[συναρτησιακός προγραμματισμός|συναρτησιακές γλώσσες]]) είναι απλά ένα αυτοτελές σύνολο εντολών προς εκτέλεση.



Έκδοση από την 19:07, 8 Σεπτεμβρίου 2008

Στην επιστήμη υπολογιστών δομημένος προγραμματισμός (structured programming) ή διαδικαστικός προγραμματισμός (procedural programming) είναι ένα προγραμματιστικό υπόδειγμα το οποίο βασίζεται στην έννοια της κλήσης διαδικασίας. Η διαδικασία, γνωστή επίσης και ως ρουτίνα, υπορουτίνα, μέθοδος ή συνάρτηση (δε σχετίζεται με τη μαθηματική έννοια και χρησιμοποιείται στις συναρτησιακές γλώσσες) είναι απλά ένα αυτοτελές σύνολο εντολών προς εκτέλεση.

Ομαδοποιούμε λοιπόν τις εντολές ενός προγράμματος σε σύνολα που τα ονομάζουμε διαδικασίες, με κάθε μια από αυτές να εκτελεί έναν καλά ορισμένο υπολογισμό που μπορούμε να θυμόμαστε μνημονικά με το όνομα της διαδικασίας. Αυτή η μέθοδος έχει σαν αποτέλεσμα να μπορούμε να διαχειριζόμαστε-συντηρούμε-αποσφαλματώνουμε ευκολότερα και ταχύτερα ένα μεγάλο πρόγραμμα, χειριζόμενοι μεγαλύτερες και πολυπλοκότερες μονάδες όπως οι διαδικασίες αντί για μεμονωμένες εντολές. Πράγματι, ο δομημένος προγραμματισμός εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του '60 ακριβώς για να βοηθήσει στην ευκολότερη συντήρηση και συγγραφή πολύπλοκων προγραμμάτων. Η έννοια της διαδικασίας βέβαια ήταν προγενέστερη αλλά δεν έπαιζε τόσο σημαντικό ρόλο στην αρχιτεκτονική των υπό συγγραφή εφαρμογών.

Ιστορικά ο δομημένος προγραμματισμός αναπτύχθηκε ως βελτίωση του παλαιότερου διαδικαστικού προγραμματισμού, υπό την έννοια ότι στην έννοια της διαδικασίας που εμπεριείχε ο τελευταίος προσέθεσε την αναγκαιότητα της ανάλυσης ενός προγράμματος σε θεμελιώδεις διαδικασίες και της ομαδοποίησης αποδεδειγμένα ορθών διαδικασιών σε επαναχρησιμοποιήσιμα πακέτα λογισμικού (βιβλιοθήκες). Καθώς όμως οι περισσότερες διαδικαστικές γλώσσες γρήγορα υιοθέτησαν στοιχεία ώστε να υποστηρίζουν δομημένο προγραμματισμό, οι δύο όροι σήμερα έχουν πρακτικώς ταυτιστεί. Με τον καιρό οι δομημένες γλώσσες έφτασαν να μην επαρκούν για τους σκοπούς της εύκολης συντήρησης, διαχείρισης και αποσφαλμάτωσης, καθώς η πολυπλοκότητα και το μέγεθος σε γραμμές κώδικα των προγραμμάτων όλο και αυξανόταν. Έτσι υιοθετήθηκε ως λύση το υπόδειγμα του αντικειμενοστρεφούς προγραμματισμού, το οποίο είχε αρχίσει να αναπτύσσεται περίπου την ίδια εποχή με το δομημένο προγραμματισμό.