Ελληνική Επανάσταση του 1821: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Aspiotis (συζήτηση | συνεισφορές)
Aspiotis (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 75: Γραμμή 75:
Στις πρώτες του εξόδους και περιπολίες τον Απρίλιο, ο ελληνικός στόλος κυρίεψε αρκετά πλοία και μαζεύτηκαν μεγάλες ποσότητες από λάφυρα. Η θέα του ελληνικού στόλου με την επαναστατική σημαία, βοηθούσε να ξεσηκωθούν νησιά ή παραθαλάσσιες περιοχές που δεν είχαν μέχρι τότε ξεσηκωθεί και τα πληρώματα του στόλου δεν δίσταζαν να βγουν οπλισμένα στη στεριά και να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του στόλου και στον από θαλάσσης αποκλεισμό και κανονιοβολισμό των φρουρίων που πολιορκούνταν (Ναύπλιο, Μονεμβασία). Στις [[27 Μαΐου]] ο [[Γιακουμάκης Τομπάζης|Τομπάζης]] κυνήγησε οθωμανική μοίρα που μόλις είχε βγει από τα [[Δαρδανέλλια]] και κατάφερε να αποκλειστεί το μεγαλύτερο πλοίο (πλοίο της γραμμής με 76 πυροβόλα) στον κόλπο της [[Ερεσσός|Ερεσσού]], το οποίο ανατινάχτηκε τελικά από τον Παπανικολή με [[πυρπολικά|πυρπολικό]] φτιαγμένο στα Ψαρά, με σημαντικές απώλειες των Οθωμανών.
Στις πρώτες του εξόδους και περιπολίες τον Απρίλιο, ο ελληνικός στόλος κυρίεψε αρκετά πλοία και μαζεύτηκαν μεγάλες ποσότητες από λάφυρα. Η θέα του ελληνικού στόλου με την επαναστατική σημαία, βοηθούσε να ξεσηκωθούν νησιά ή παραθαλάσσιες περιοχές που δεν είχαν μέχρι τότε ξεσηκωθεί και τα πληρώματα του στόλου δεν δίσταζαν να βγουν οπλισμένα στη στεριά και να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του στόλου και στον από θαλάσσης αποκλεισμό και κανονιοβολισμό των φρουρίων που πολιορκούνταν (Ναύπλιο, Μονεμβασία). Στις [[27 Μαΐου]] ο [[Γιακουμάκης Τομπάζης|Τομπάζης]] κυνήγησε οθωμανική μοίρα που μόλις είχε βγει από τα [[Δαρδανέλλια]] και κατάφερε να αποκλειστεί το μεγαλύτερο πλοίο (πλοίο της γραμμής με 76 πυροβόλα) στον κόλπο της [[Ερεσσός|Ερεσσού]], το οποίο ανατινάχτηκε τελικά από τον Παπανικολή με [[πυρπολικά|πυρπολικό]] φτιαγμένο στα Ψαρά, με σημαντικές απώλειες των Οθωμανών.


Στις [[7 Μαΐου]] επαναστάτησαν με πρώτο τις [[Μηλιές]], τα ''Εικοσιτέσσερα'' (τα χωριά του [[Πήλιο|Πηλίου]]) της [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]], όπου ο υπεύθυνος για την περιοχή Φιλικός [[Άνθιμος Γαζής]] είχε προετοιμάσει το έδαφος από νωρίς με σημαντική εθνεγερτική δράση και επαφές με τους ντόπιους αρματολούς Μπασδέκηδες (Κυριάκο και Παναγιώτη). Οι ισχυροί προεστοί (κοτζαμπάσηδες) ήταν πολύ αρνητικοί στην ιδέα της επανάστασης, όμως όταν εμφανίζονται από το [[Τρίκερι]] τρία πλοία του ελληνικού στόλου, ο λαός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. Στις [[9 Μαΐου]] οι επαναστάτες από όλα τα χωριά μαζεύτηκαν έξω από το [[Βόλος|Βόλο]] και πολιόρκησαν τους Οθωμανούς που κλείστηκαν στο φρούριο της πόλης. Στην πολιορκία βοήθησαν και τα ελληνικά πλοία και πληρώματα. Στις [[11 Μαΐου]] οι επαναστάτες μπήκαν στο [[Βελεστίνο]] (οι Οθωμανοί κλείστηκαν στους 4 ισχυρότερους πύργους) και εκεί μαζεύτηκαν την ίδια μέρα αντιπρόσωποι από τα επαναστατημένα χωριά, κηρύχθηκε επίσημα η επανάσταση και συστάθηκε η ''Βουλή της Θετταλομαγνησίας'', με πρόεδρο τον [[Άνθιμος Γαζής|Άνθιμο Γαζή]] και γραμματέα τον [[Φίλιππος Ιωάννου|Φίλιππο Ιωάννου]]. Οι επαναστάτες στη Θεσσαλία ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία άτακτοι χωρικοί, χωρίς κανενός είδους στρατιωτική εμπειρία, αλλά και χωρίς τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια και όταν λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε πολυπληθής οθωμανική στρατιά από τη [[Λάρισα]] υπό τη διοίκηση του Μαχμούτ πασά Δράμαλη (από τη [[Δράμα]]), διαλύθηκαν αμέσως προς τα χωριά τους. Ο Δράμαλης έκαψε την Κάπουρνα και τα Κανάλια, ανέβηκε μέχρι τη [[Μακρυνίτσα]] και ζήτησε από όλα τα χωριά να πληρώσουν μεγάλα πρόστιμα. Οι περισσότεροι επαναστάτες φοβισμένοι υπέκυψαν και οι κοτζαμπάσηδες προσκύνησαν φέρνοντας στον Δράμαλη πλούσια δώρα. Αυτός προωθήθηκε προς το Λαύκο επιδιώκοντας να μπεί στις Μηλιές, που ήταν το στρατηγείο της επανάστασης, όμως στις [[25 Μαΐου]] συνάντησε αντίσταση στα Λεχώνια και δεν προχώρησε. Στις Μηλιές η κατάσταση ήταν αντιφατική. Από τη μιά οι κοτζαμπάσηδες ήθελαν να προσκυνήσουν, από την άλλη οι επαναστάτες με τον Γαζή ήθελαν να αντισταθούν. Οι κοτζαμπάσηδες επικράτησαν, ο Γαζής φυγαδεύτηκε στη Σκιάθο και οι Μηλιές προσκύνησαν στα μέσα Ιουνίου τον Δράμαλη που έφτασε μέχρι τη Μηλίνα και δεν προχώρησε άλλο. Όσοι επαναστάτες απέμειναν προωθήθηκαν προς το Τρίκερι και πολλά γυναικόπαιδα πέρασαν σε [[Σκιάθος|Σκιάθο]] και [[Σκόπελος|Σκόπελο]]. Όταν αποχώρησε ο Δράμαλης η επανάσταση έμεινε ζωντανή στο Λαύκο, την Αργαλαστή, το Προμμύρι και το Τρίκερι.
Στις [[7 Μαΐου]] επαναστάτησαν με πρώτο τις [[Μηλιές]], τα ''Εικοσιτέσσερα'' (τα χωριά του [[Πήλιο|Πηλίου]]) της [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]], όπου ο υπεύθυνος για την περιοχή Φιλικός [[Άνθιμος Γαζής]] είχε προετοιμάσει το έδαφος από νωρίς με σημαντική εθνεγερτική δράση και επαφές με τους ντόπιους αρματολούς Μπασδέκηδες (Κυριάκο και Παναγιώτη). Οι ισχυροί προεστοί (κοτζαμπάσηδες) ήταν πολύ αρνητικοί στην ιδέα της επανάστασης, όμως όταν εμφανίζονται από το [[Τρίκερι]] τρία πλοία του ελληνικού στόλου, ο λαός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. Στις [[9 Μαΐου]] οι επαναστάτες από όλα τα χωριά μαζεύτηκαν έξω από το [[Βόλος|Βόλο]] και πολιόρκησαν τους Οθωμανούς που κλείστηκαν στο φρούριο της πόλης. Στην πολιορκία βοήθησαν και τα ελληνικά πλοία και πληρώματα. Στις [[11 Μαΐου]] οι επαναστάτες μπήκαν στο [[Βελεστίνο]] (οι Οθωμανοί κλείστηκαν στους 4 ισχυρότερους πύργους) και εκεί μαζεύτηκαν την ίδια μέρα αντιπρόσωποι από τα επαναστατημένα χωριά, κηρύχθηκε επίσημα η επανάσταση και συστάθηκε η ''Βουλή της Θετταλομαγνησίας'', με πρόεδρο τον [[Άνθιμος Γαζής|Άνθιμο Γαζή]] και γραμματέα τον [[Φίλιππος Ιωάννου|Φίλιππο Ιωάννου]]. Οι επαναστάτες στη Θεσσαλία ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία άτακτοι χωρικοί, χωρίς κανενός είδους στρατιωτική εμπειρία, αλλά και χωρίς τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια και όταν λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε πολυπληθής οθωμανική στρατιά από τη [[Λάρισα]] υπό τη διοίκηση του Μαχμούτ πασά Δράμαλη (από τη [[Δράμα]]), διαλύθηκαν αμέσως προς τα χωριά τους. Ο Δράμαλης έκαψε την Κάπουρνα και τα Κανάλια, ανέβηκε μέχρι τη [[Μακρυνίτσα]] και ζήτησε από όλα τα χωριά να πληρώσουν μεγάλα πρόστιμα. Οι περισσότεροι επαναστάτες φοβισμένοι υπέκυψαν και οι κοτζαμπάσηδες προσκύνησαν φέρνοντας στον Δράμαλη πλούσια δώρα. Αυτός προωθήθηκε προς το Λαύκο επιδιώκοντας να μπεί στις Μηλιές, που ήταν το στρατηγείο της επανάστασης, όμως στις [[25 Μαΐου]] συνάντησε αντίσταση στα Λεχώνια και δεν προχώρησε. Στις Μηλιές η κατάσταση ήταν αντιφατική, με τους κοτζαμπάσηδες να θέλουν να προσκυνήσουν και τους επαναστάτες με τον Γαζή να θέλουν να αντισταθούν. Τελικά ο Γαζής αναγκάστηκε να φύγει στη Σκιάθο και οι Μηλιές προσκύνησαν στα μέσα Ιουνίου τον Δράμαλη που έφτασε μέχρι τη Μηλίνα και δεν προχώρησε άλλο. Όσοι επαναστάτες απέμειναν προωθήθηκαν προς το Τρίκερι και πολλά γυναικόπαιδα πέρασαν σε [[Σκιάθος|Σκιάθο]] και [[Σκόπελος|Σκόπελο]]. Όταν αποχώρησε ο Δράμαλης η επανάσταση έμεινε ζωντανή στο Λαύκο, την Αργαλαστή, το Προμμύρι και το Τρίκερι.


Η επανάσταση σταδιακά επεκτάθηκε σε ολόκληρο το [[Αιγαίο]] την [[Κρήτη]] και την [[Κύπρος|Κύπρο]].
Η επανάσταση σταδιακά επεκτάθηκε σε ολόκληρο το [[Αιγαίο]] την [[Κρήτη]] και την [[Κύπρος|Κύπρο]].

Έκδοση από την 22:14, 18 Μαρτίου 2006

Η Ελληνική επανάσταση του 18211824 είναι το πρώτο μέρος του Ελληνικού πολέμου της ανεξαρτησίας (1821-1832), που διεξήγαγε ο υπόδουλος ελληνισμός ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και που κατέληξε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους από την Πύλη, με την συνθήκη του Μαΐου του 1832.

Η περίοδος είναι πλατιά γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η 25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.

Προεπαναστατική περίοδος

Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας

Πολλές επαναστάσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία είχαν λάβει χώρα στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1821. Άλλες από αυτές ήταν μικρότερης και άλλες μεγαλύτερης σημασίας, όλες όμως είχαν γενικά τοπικό χαρακτήρα. Η επανάσταση του 1821 ήταν η μόνη που οργανώθηκε προσεκτικά, πολλά χρόνια πριν, με τον σχηματισμό της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό της Ρωσίας, το 1814. Οργανώθηκε από μορφωμένους Έλληνες του εξωτερικού αλλά και της Ελλάδας, κλέφτες, αρματολούς και εμπόρους, με αρχική επιδίωξη την παραχώρηση αυτονομίας υπό τους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το αποτέλεσμα ήταν ανώτερο των προσδοκιών τους, αφού κατάφεραν τελικά να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο ανεξάρτητο κράτος.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, που ανέλαβε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας στις 12 Απριλίου 1820 επιδίωκε να προετοιμάσει μια γιγαντιαία εθνικοαπελευθερωτική επιχείρηση, που θα συντάρασσε τα Βαλκάνια και για το σκοπό αυτό η Εταιρεία εκτός από την εθνεγερτική δράση της στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο και τους Έλληνες είχε κάνει μυστικές συμφωνίες με Ρουμάνους, Σέρβους και Βουλγάρους πατριώτες. Τα συντηρητικά στοιχεία της Φιλικής μαζί με τους προεστούς (κοτζαμπάσηδες) του Μοριά δεν ήθελαν εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις στον Ελληνικό χώρο και προωθούσαν την ιδέα να γίνει εκμετάλλευση της προστριβής μεταξύ Πύλης και Αλή πασά. Φήμες ότι τα σχέδια της Φιλικής είχαν προδοθεί στον σουλτάνο από τους Άγγλους υποχρέωσαν τον αρχηγό της να αναπροσαρμόσει το αρχικό σχέδιο, προχωρώντας σε μιά τοπική εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, ελπίζοντας ότι θα τραβήξει προς τα εκεί την προσοχή των Οθομανών, ώστε να γίνει δυνατή αργότερα η εξέγερση στην Ελλάδα χωρίς μεγάλη τουρκική στρατιωτική πίεση.

Τα γεγονότα του 1821

Σημείωση: Όλες οι ημερομηνίες του παρόντος άρθρου αναφέρονται στο παλιό ημερολόγιο, εκτός και αν σημειώνεται διαφορετικά.

Το γενικό σχέδιο των Φιλικών πρόβλεπε ότι η επανάσταση έπρεπε να ξεκινήσει τις πενήντα πρώτες ημέρες του 1821, όταν ο Υψηλάντης θα έφτανε στη Μάνη για να αναλάβει την αρχηγία της. Για την προετοιμασία της επανάστασης έφτασε στον Μοριά ήδη από το τέλος του 1820, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας, εξουσιοδοτημένος από την Εταιρεία να προετοιμάσει γενικά την επανάσταση και υπεύθυνος μαζί με τον Αναγνωσταρά για την Μεσσηνία.

Στις 24 Δεκεμβρίου 1821 εκστρατεύει από την Τριπολιτσά εναντίον του Αλή πασά στα Ιωάννινα, ο Χουρσίτ πασάς του Μοριά και μειώνονται σημαντικά οι αξιόμαχες τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Στις 6 Ιανουαρίου περνά στο Μοριά από την Ζάκυνθο, ειδοποιημένος από τους Φιλικούς ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Παπαφλέσσας και Κολοκοτρώνης οργώνουν τον Μοριά μιλώντας για την επανάσταση σε πόλεις και χωριά. Ο Κολοκοτρώνης κάνει συγκεντρώσεις καπεταναίων από όλη την Πελοπόννησο και τους ενημερώνει να πάρουν τα όπλα μόλις δοθεί το σύνθημα. Άλλοι Φιλικοί προετοιμάζουν την επανάσταση σε Ρούμελη, Θεσσαλία και Μακεδονία.

Στις 26 Ιανουαρίου γίνεται στη Βοστίτσα (Αίγιο) η λεγόμενη σύναξη των προεστών του Μοριά. Μετέχουν επίσημοι αντιπρόσωποι των προεστών της Πάτρας και των Καλαβρύτων, τρεις ιεράρχες (δεσπότες) μεταξύ των οποίων ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, διάφοροι προεστοί και καπεταναίοι από όλη την Πελοπόννησο και ο Παπαφλέσσας. Παπαφλέσσας και καπεταναίοι δηλώνουν έτοιμοι για εξέγερση, οι προεστοί είναι διστακτικοί και ζητούν εγγυήσεις για την υποστήριξη της Ρωσίας, τελικά συμφωνούν όλοι να περιμένουν την άφιξη του Υψηλάντη για να ξεκινήσει η εξέγερση.


Η εξέγερση στα ρουμανικά πριγκηπάτα

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης

Μετά την ουσιαστική αποτυχία στο συντονισμό μιας βαλκανικής εξέγερσης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποφασίζει να εισβάλει στα ρουμανικά πριγκηπάτα κηρύσσοντας την επανάσταση. Πρώτη πολεμική πράξη ήταν η διάβαση του ποταμού Προύθου, στην Μολδαβία στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και η είσοδος στο Γιάσι (Ιάσιο). Στις 24 Φεβρουαρίου βγάζει την ιστορική του προκήρυξη που καλεί τους Έλληνες να πάρουν τα όπλα, βεβαιώνοντας ότι "μια κραταιά δύναμις" είναι έτοιμη να βοηθήσει τον αγώνα.

Την 1 Μαρτίου αρχίζει την πορεία του προς τη Βλαχία αφού ενώθηκε με τα τμήματα του Γεωργάκη Ολύμπιου, του Φαρμάκη και πολλών Ελλήνων εθελοντών. Μαζί με τον Ιερό Λόχο που είχε συγκροτηθεί από 500 περίπου σπουδαστές των σχολών των πριγκηπάτων, η στρατιωτική δύναμη του Υψηλάντη έφτανε τους 7.000, μεταξύ των οποίων ήταν Βαλκάνιοι γείτονες (Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρβανίτες). Οι Ρουμάνοι σύμμαχοι ήταν συσπειρωμένοι γύρω από τον εθνικό τους ηγέτη, συνεργάτη των Φιλικών Τούντορ (Θεόδωρος) Βλαντιμιρέσκου, που είχε κηρύξει επανάσταση ένα μήνα πριν ο Υψηλάντης περάσει τον Προύθο.

Στις 21 Μαρτίου ο Βλαντιμιρέσκου με 6.000 πεζούς και 2.500 ιππείς καταλαμβάνει το Βουκουρέστι μέσα σ ένα κλίμα γενικού ενθουσιασμού του πληθυσμού και ακολουθεί ο Υψηλάντης που μπήκε στην πόλη με τον στρατό του στις 27 Μαρτίου. Όλα έδειχναν ότι τα δύο κινήματα, θα συνεργάζονταν για την επιτυχία της εξέγερσης όμως για ποικίλους λόγους αυτό δεν έγινε.

Σε διεθνές (ευρωπαϊκό) επίπεδο οι ισχυρές δυνάμεις της εποχής πλην της Ρωσίας, δεν βλέπουν με καλό μάτι την εξέγερση και μετά από μια σειρά διπλωματικών διεργασιών (Αγγλία, Αυστρία) και πιέσεων ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος αποκηρύσσει τελικά την εξέγερση και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' της Κωνσταντινούπολης αφορίζει τον Υψηλάντη και καλεί τον πληθυσμό να μείνει υπάκουος στο καθεστώς. Τα γεγονότα αυτά επηρεάζουν το κίνημα και από το σημείο αυτό και μετά λανθασμένες επιλογές από το ελληνικό και ρουμανικό στρατόπεδο φέρνουν την τελική αποτυχία της εξέγερσης.

Πρώτα ήρθε η διάσπαση των επαναστατών και η σύλληψη και εκτέλεση του Βλαντιμιρέσκου από τους Έλληνες, την νύχτα της 27 Μαΐου. Οι Οθωμανοί παρακινημένοι από τους ντόπιους μπαίνουν με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στο Βουκουρέστι και ο Υψηλάντης, σε απελπιστική θέση υποχωρεί αμαχητί προς τα Καρπάθια. Στις 7 Ιουνίου δίνεται από τους μαχητές του Ιερού Λόχου η πολυαίμακτη μάχη στο Δραγατσάνι, όπου έπεσαν νεκροί διακόσιοι νέοι σπουδαστές και σαράντα πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους Οθωμανούς. Ο Υψηλάντης υποχωρώντας φτάνει στα αυστριακά σύνορα, συλλαμβάνεται από τους αυστριακούς και φυλακίζεται στο φρούριο του Μούνκατς. Λίγο μετά την αποφυλάκισή του επτά χρόνια αργότερα, θα πεθάνει από καρδιά.

Στη Μολδαβία τα τμήματα του Ολύμπιου, του Φαρμάκη και του Καρπενησιώτη συνέχισαν τον άνισο αγώνα με τις τουρκικές δυνάμεις. Ο Καρπενησιώτης συγκρούεται με τους Οθωμανούς στο Γαλάτσι και τον Προύθο με σοβαρές απώλειες. Ο Ολύμπιος, μετά από πολλές συγκρούσεις, καταφεύγει με έντεκα μαχητές στη Μονή Σέκου, αντιστέκεται ηρωικά και στις 23 Οκτωβρίου βάζουν φωτιά στη μπαρουταποθήκη του μοναστηριού και τινάζονται στον αέρα μαζί με τους εχθρούς. Ο Φαρμάκης προδόθηκε στους Οθωμανούς από Άγγλους και Αυστριακούς και θανατώθηκε με φρικτά βασανιστήρια.

Στια αρχές του 1822 το κίνημα είχε κατασταλεί εντελώς. Η απασχόληση στα πριγκηπάτα σοβαρών στρατιωτικών οθωμανικών δυνάμεων βοήθησε να ανάψει στο Μοριά και στην Ελλάδα μια άλλη επαναστατική φλόγα.


Η εξέγερση στην Ελλάδα

Την 1 Μαρτίου ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό την Πελοπόννησο, μετά από ενέργειες του Φιλικού Ξάνθου, ένα καράβι φορτωμένο με προκηρύξεις για εξέγερση. Με το καράβι αυτό θα φτάσει στη Μάνη στα τέλη Μαρτίου και η είδηση της εξέγερσης στα ρουμανικά πριγκηπάτα. Κάποιες αναταραχές των χριστιανών στην Πόλη σχετικές με την εξέγερση στα πριγκηπάτα, θα δώσουν όταν ξεσπάσει η επανάσταση στο Μοριά αφορμή για σφαγές.

Η Πύλη θεωρούσε πρωταρχικό θέμα την αντιμετώπιση της ανταρσίας του Αλή πασά, αλλά ανησυχούσε σοβαρά από τις φήμες και τις καταγγελίες των Άγγλων για εξέγερση στο Μοριά. Λίγο μετά την εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, αλλά όχι εξαιτίας της, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κάλεσαν τους προεστούς του Μοριά με πρόσχημα την συνηθισμένη κοινή ετήσια σύσκεψη, με στόχο όμως να τους κρατήσουν ομήρους. Οι περισσότεροι προεστοί ήταν διστακτικοί και δεν πήγαν και σωστά, αφού όσοι πήγαν εκτελέστηκαν με το ξέσπασμα της επανάστασης.

Στις 11 Μαρτίου φτάνει με καράβι στην Χαλκιδική ο Φιλικός Εμμανουήλ Παππάς με εντολή να οργανώσει την επανάσταση. Πολλοί καλόγεροι από το Άγιο Όρος ξεσηκώνονται έτοιμοι να τον ακολουθήσουν και γίνονται επαφές με Μακεδόνες οπλαρχηγούς σε μια προσπάθεια να προετοιμαστεί μια συντονισμένη εξέγερση.

Στα μέσα Μαρτίου 1821 ο Παπαφλέσσας είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των περιοδειών του στην Πελοπόννησο και βρισκόταν μαζί με τον Αναγνωσταρά στη Μεσσηνία, που ήταν η περιοχή για την οποία είχε ταχθεί υπεύθυνος από την Φιλική Εταιρεία. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης στο χώρο ευθύνης του, τη Μάνη. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν κρυμένος στην Πάτρα, έτοιμος να αναλάβει δράση. Άλλοι Φιλικοί ήταν σε διάφορους χώρους ευθύνης ο καθένας. Παρά τις αμφιβολίες των προεστών, το κλίμα στην Πελοπόννησο ήταν έντονα επαναστατικό και ένας σπινθήρας έλειπε για την έκρηξη.

Στο δεκαήμερο μεταξύ 15-25 Μαρτίου δόθηκε το έναυσμα της επανάστασης σε διαφορετικά σημεία στο Μοριά. Πρώτος ο Φιλικός Ν. Σολιώτης επιτέθηκε σε Τούρκους φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) στο χωριό Πόρτα των Καλαβρύτων. Στις 20 ο Σολιώτης με τους Πετμεζαίους χτύπησαν τους Οθωμανούς Τούρκους στους τρεις Πύργους των Καλαβρύτων, όπου κλείστηκαν οι ντόπιοι μουσουλμάνοι και ξεκίνησαν την πολιορκία τους. Στις 21, ξεσηκώθηκε η Πάτρα από τους Φιλικούς Παναγιώτη Καρατζά, Βαγγέλη Λειβαδά και Ν. Γερακάρη και οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριό της και η Μάνη1 με τους Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά και Κεφάλα.

Στη Μάνη εξοπλίστηκαν 2.000 Μανιάτες και Μεσσήνιοι με πολεμοφόδια που είχαν σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης και είχαν φτάσει εκεί με καράβια. Στις 23 Μαρτίου μπήκαν στην Καλαμάτα και αυτό είναι η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης. Στις 24 Μαρτίου μαζεύτηκαν στα περίχωρα της Καλαμάτας γύρω στους 5.000 Έλληνες για να πάρουν την ευλογία της Εκκλησίας και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Φωκίδα στη Ρούμελη.

Στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή γερουσία και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τοποθετήθηκε επικεφαλής της. Πρώτη πράξη της νέας εξουσίας ήταν να στείλει έγγραφο προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους και αυτό το έγγραφο είναι και η πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επανάστασης. Στην Πάτρα ιδρύθηκε το Αχαϊκό διευθυντήριο, από τους προεστούς Λόντο και Χαραλαμπάκη, τον Παπαδιαμαντόπουλο και το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Κατά την παράδοση στις 25 Μαρτίου 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε το λάβαρο της επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας κοντά στα Καλάβρυτα και αυτό θεωρείται σαν έναρξη της επανάστασης, όμως νεότερες έρευνες δείχνουν ότι αυτό είναι λάθος, καθώς κανένα μεγάλο γεγονός δεν φαίνεται να έγινε εκείνη την ημέρα2. Στην Στερεά Ελλάδα κηρύχθηκε επίσημα η έναρξη της επανάστασης στις 27 Μαρτίου, στη μονή οσίου Λουκά κοντά στη Λιβαδειά, με παρόντες τους οπλαρχηγούς Αθανάσιο Διάκο και Βασίλη Μπούσγο και προκρίτους της περιοχής.

Στο συμβούλιο των οπλαρχηγών στη Μεσσηνία ο Κολοκοτρώνης πρότεινε σαν βασικό στόχο την Τρίπολη, που ήταν το στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου και μετά από τη διαφωνία του Μαυρομιχάλη, που είχε οριστεί αρχιστράτηγος, άρχισε πορεία στρατολόγησης στην Αρκαδία. Ανάλογες πορείες έκαναν άλλοι οπλαρχηγοί σε διάφορες περιοχές. Στις 29 Μαρτίου ο Κολοκοτρώνης είχε μαζέψει 6.000 άνδρες και προσπάθησε να πολιορκήσει την Καρύταινα, όμως στην πρώτη έξοδο των Τούρκων, το στράτευμα διαλύθηκε. Δεν απογοητεύτηκε και μεθοδικά εγκατέστησε φρουρές σε επίκαιρα σημεία γύρω από την Τρίπολη (Λεβίδι, Πιάνα, Χρυσοβίτσι, Βέρβαινα, Βαλτέτσι), για να μπορούν να ελεγχθούν οι δρόμοι που οδηγούσαν προς τα εκεί.

Η επανάσταση επεκτάθηκε γρήγορα σε όλη την Πελοπόννησο και Ανατολική Στερεά και είχε μεγάλη επιτυχία αφού πέρασαν στον έλεγχο των επαναστατών πολύ σύντομα, Καλαμάτα (23 Μαρτίου), Αίγιο (23 Μαρτίου), Καλάβρυτα (26 Μαρτίου), Άργος, Καρύταινα, Μεθώνη, Νεόκαστρο, Φανάρι, Γαστούνη, Ναύπλιο στην Πελοπόννησο και Σάλωνα (Πανουργιάς, 27 Μαρτίου), Γαλαξίδι (Γκούρας, 28 Μαρτίου), Λιδωρίκι (Σκαλτζάς, 28 Μαρτίου), Μαλανδρίνο (Σκαλτζάς, 30 Μαρτίου), Λιβαδειά (Διάκος, 31 Μαρτίου), Θήβα (Μπούσγος, 3 Απριλίου), Αταλάντη στη Στερεά Ελλάδα.

Οι Οθωμανοί περιορίστηκαν στα κάστρα όπου είχαν αρχίσει πολιορκίες. Τα σπουδαιότερα από αυτά τα κάστρα ήταν: το κάστρο του Μοριά (Ρίο) με το αντίστοιχο κάστρο της Ρούμελης (Αντίρριο), της Πάτρας, του Ακροκορίνθου πάνω από την Κόρινθο, τα δύο κάστρα του Ναυπλίου (το Παλαμήδι και το Μπούρτζι), της Μονεμβασιάς, της Μεθώνης, της Κορώνης, το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο του Ναυαρίνου (Πύλος) και το κάστρο της Τριπολιτσάς (Τρίπολη). Στο κάστρο του Άργους που ήταν παραμελημένο δεν κλείστηκαν Οθωμανοί. Όλα τα κάστρα ήταν κτισμένα (Βυζαντινοί, Ενετοί, Οθωμανοί) κατά βάση παράλια σε δύσβατα σημεία και είχαν το πλεονέκτημα της δυνατότητας τροφοδοσίας από θάλασσα (οθωμανικός στόλος), πλην του κάστρου της Τρίπολης που ήταν κτισμένο γύρω από την πόλη. Μέχρι το τέλος Μαρτίου οι μουσουλμάνοι είχαν απωθηθεί ή εγκαταλείψει τα πεδινά της Πελοποννήσου (ένα τμήμα της Ηλείας γύρω από το Λάλα έμενε υπό τον έλεγχο των ντόπιων Αλβανών) και είχαν περιοριστεί στα κάστρα, μερικά από τα οποία (αν άντεχαν στην πολιορκία) θεωριόταν ικανά για ανάκτηση ολόκληρης της Πελοποννήσου. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν συγκεντρωθεί στην Τρίπολη.

Τα κάστρα πολιορκούσαν ομάδες ατάκτων υπό την "διοίκηση" ντόπιων καπεταναίων, προεστών ή ιεραρχών που είχαν ξεσηκωθεί και ο αριθμός των πολιορκητών δεν ήταν σταθερός αλλά αυξομειώνονταν ανάλογα με τις περιστάσεις. Η πιο οργανωμένη πολιορκία ήταν της Τρίπολης (Κολοκοτρώνης, Νικηταράς) η οποία δεν ήταν ασφυκτική αλλά επιτελική με κατοχή και οχύρωση καίριων υψωμάτων γύρω από την πόλη, που έλεγχαν της προσβάσεις προς αυτή. Το οθωμανικό ιππικό όμως είχε το πάνω χέρι στο οροπέδιο της πόλης, επιτρέποντας τον ανεφοδιασμό της με τα απαραίτητα.

Η πρώτη στρατιωτική αντίδραση από τους Οθωμανούς στις ειδήσεις για εξέγερση των Ελλήνων ήρθε από τον Γιουσούφ πασά Σέρεζλη (από τις Σέρρες). Βρισκόταν με στρατό στο Βραχώρι (Αγρίνιο) καθ' οδόν προς την Εύβοια όταν έμαθε για την πολιορκία της Πάτρας. Διεκπεραιώθηκε μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο στις 3 Απριλίου, έκαψε την Πάτρα, αιφνιδίασε και διάλυσε τους πολιορκητές του φρουρίου της και εγκαταστάθηκε εκεί. Το φρούριο (ακρόπολη) της Πάτρας και τα γειτονικά φρούρια του Μοριά (Ρίο) και της Ρούμελης (Αντίρριο) θα μείνουν στα χέρια των Οθωμανών σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, δίνοντας στα τουρκικά στρατεύματα μια σημαντική δίοδο πρόσβασης προς τα ενδότερα της Πελοποννήσου.

Οι ειδήσεις για εξέγερση έφτασαν στο τέλος Μαρτίου και στην Υψηλή Πύλη. Η πρώτη αντίδραση ήταν η προσπάθεια περιορισμού της εξέγερσης στο Μοριά, που εκδηλώθηκε με τρομοκρατικές σφαγές διακεκριμένων προσώπων και προεστών στην Πόλη, αλλά και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας που το ελληνικό στοιχείο ήταν σημαντικό, όπως τις Κυδωνίες (Αϊβαλί), Ρόδο, Κύπρο. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η έκταση και ο αριθμός των θυμάτων των σφαγών σε αυτές τις περιοχές. Ανήμερα το Πάσχα (10 Απριλίου 1821), μετά τη θεία λειτουργία, καθαιρέθηκε και απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε' (πάνω από 70 ετών τότε), σε μιά καθαρά πολιτική κίνηση της Πύλης, αφού δεν είχε δοθεί κανενός είδους αφορμή για αυτή την ενέργεια. Το σώμα του, αφού έμεινε κρεμασμένο για τρεις μέρες, περιφέρθηκε στην πόλη από τον όχλο, μεταφέρθηκε με ακάτιο και ρίχτηκε στην μέση του Κεράτιου κόλπου3.

Αρχές Απριλίου άρχισαν να κινούνται και τα νησιά. Παρόλο που η Φιλική Εταιρεία είχε διείσδυση σε αυτά παρατηρείται σχετική καθυστέρηση στον ξεσηκωμό, που οφείλεται σε τοπικές οργανωτικές αλλά και κοινωνικές ιδιαιτερότητες, και σε κάποια από αυτά λαϊκές εξεγέρσεις προηγούνται και επισπεύδουν την κήρυξη της επανάστασης. Η Σάμος ξεσηκώθηκε νωρίς από τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη. Στις 30 Μαρτίου ξεσηκώθηκε η Ύδρα από τον πλοίαρχο δεύτερης σειράς Αντώνη Οικονόμου. Οι οικοκυραίοι (πλοιοκτήτες) ήταν διστακτικοί και ο Οικονόμου ίδρυσε στις 31 Μαρτίου τη Διοίκηση, σε αντιδιαστολή με την υπάρχουσα Καγγελαρία. Στις 3 Απριλίου ξεσηκώθηκαν από ντόπιους φιλικούς οι Σπέτσες και ακολούθησαν ο Πόρος, η Σαλαμίνα και η Αίγινα και στις 10 Απριλίου τα Ψαρά. Την ίδια μέρα ο αρματολός Γιάννης Δυοβουνιώτης μπήκε στην Μπουδουνίτσα (Μενδενίτσα) της Ρούμελης. Στην Αττική ο Φιλικός Μελέτης Βασιλείου και άλλοι ντόπιοι μικροκαπετάνιοι αφού στρατολόγησαν αγρότες και χωρικούς για αρκετές μέρες, μπήκαν αιφνιδιαστικά στην Αθήνα στις 15 Απριλίου, περιορίζοντας τους ντόπιους Τούρκους στο κάστρο της Ακρόπολης και την ίδια μέρα η Ύδρα κήρυξε επισήμως την επανάσταση. Στις 18 Απριλίου οι Ρουμελιώτες αρματολοί Διάκος, Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς μπήκαν στο Πατρατζίκι (Υπάτη).

Η στρατιωτική απάντηση του Χουρσίτ πασά της Πελοποννήσου, που βρισκόταν4 στα Γιάννενα διευθύνοντας τις επιχειρήσεις εναντίον του Αλή πασά, προέβλεπε την προσβολή της εξέγερσης στην Πελοπόννησο με τακτικό στρατό, πεζικό και ιππικό, από δύο μεριές: Από τη μια απευθείας διεκπεραίωση στρατευμάτων μέσω Ρίου-Αντιρρίου και από την άλλη κάθοδο διαμέσου της ανατολικής Στερεάς με καταστολή της εξέγερσης που είχε ήδη αρχίσει εκεί. Το πρώτο σκέλος των στρατευμάτων υπό τη διοίκηση του Μουσταφάμπεη, πέρασε στην Πελοπόννησο πολύ νωρίς (6 Απριλίου) και επιδόθηκε σε συστηματικές καταστροφές πόλεων που είχαν περιέλθει στους εξεγερμένους. Το δεύτερο σκέλος των στρατευμάτων υπό τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ βρισκόταν στη Φθιώτιδα στις 19 Απριλίου με εντολή τη διενέργεια τακτικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων από βορά προς νότο.

Τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα που (μια μέρα πριν) είχαν καταλάβει την Υπάτη, αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν και να αντιμετωπίσουν την οθωμανική στρατιά στην Φθιώτιδα σε τρία σημεία: Ο Πανουργιάς στη Χαλκωμάτα, ο Δυοβουνιώτης στο Γοργοπόταμο και ο Διάκος στην Αλαμάνα. Στις 24 Απριλίου, ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε και στα τρία σημεία ταυτόχρονα. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης αναγκάστηκαν σε υποχώρηση, όμως το τμήμα του Διάκου που αντιστάθηκε πεισματικά στη γέφυρα της Αλαμάνας σφαγιάστηκε και ο ίδιος συνελήφθη επιτόπου5. Λίγες μέρες αργότερα τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα ηττήθηκαν στο Ελευθεροχώρι της Λαμίας. Στις 8 Μαΐου ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κατάφερε πλήγμα στον Ομέρ Βρυώνη στο χάνι της Γραβιάς. Με 120 μαχητές αντιμετώπισε επιτυχημένα όλη την ημέρα τις οθωμανικές επιθέσεις προξενώντας τους σημαντικές απώλειες και αποσύρθηκε τη νύχτα προς τα βουνά, με ελάχιστες δικές του απώλειες. Λίγες μέρες αργότερα οθωμανικό στρατιωτικό σώμα απέτυχε να καταλάβει τα Βλαχοχώρια της Γκιώνας, που υπερασπίζονταν ο Γιάννης Γκούρας. Οι τελευταίες αυτές επιτυχίες αναπτέρωσαν το ηθικό των επαναστατημένων και προβλημάτισαν τους Τούρκους, που αποσύρθηκαν προσωρινά στην Μενδενίτσα.

Στις 6 Απριλίου είχε περάσει μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο ο Μουσταφάμπεης, κεχαγιάμπεης του Χουρσίτ πασά, με εντολή την καταστολή της εξέγερσης. Έκαψε τη Βοστίτσα (Αίγιο), διάλυσε την πολιορκία του Ακροκόρινθου, έκαψε το Άργος, σύντριψε την αντίσταση που βρήκε στον ποταμό Ξεριά6, διάλυσε την πολιορκία του Ναυπλίου και μπήκε πανηγυρικά στην Τρίπολη στις 6 Μαΐου. Στις 12 Μαΐου επιχείρησε μια πρώτη απόπειρα διάσπασης της πολιορκίας της Τρίπολης και επιτέθηκε με ισχυρές δυνάμεις εναντίον των πολιορκητών, στο Βαλτέτσι από βορά και νότο. Τη θέση υπερασπίσθηκαν λυσσαλέα, στρατιωτικά σώματα των Μαυρομιχαλαίων (Κυριακούλης, Ηλίας και Γιάννης), του Κολοκοτρώνη, των Πλαπουταίων και άλλων καπεταναίων. Την επόμενη ο Μουσταφάμπεης άρχισε υποχώρηση που η ελληνική αντεπίθεση μετέτρεψε σε άτακτη φυγή με σημαντικές απώλειες. Επιζητώντας με κάθε τρόπο την διάνοιξη δρόμου προς τη Μεσσηνία ο Μουσταφάμπεης επιτέθηκε στις 18 Μαΐου στα Δολιανά και στα Βέρβαινα, όπου ηττήθηκε από τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα και επέστρεψε άπρακτος στην Τρίπολη. Οι νίκες αυτές, που οφείλουν πολλά στην επιμονή, την μεθοδικότητα αλλά και τις στρατηγικές ικανότητες του Κολοκοτρώνη (αρχιστράτηγος από τις αρχές Μαΐου), επέτρεψαν την στενότερη πολιορκία των φρουρίων, στα οποία άρχισαν να σημειώνονται ελλείψεις των αναγκαίων αφού ο ελληνικός στόλος είχε ήδη περιορίσει με τη δραστηριότητά του, την από θάλασσα τροφοδοσία τους.

Στις πρώτες του εξόδους και περιπολίες τον Απρίλιο, ο ελληνικός στόλος κυρίεψε αρκετά πλοία και μαζεύτηκαν μεγάλες ποσότητες από λάφυρα. Η θέα του ελληνικού στόλου με την επαναστατική σημαία, βοηθούσε να ξεσηκωθούν νησιά ή παραθαλάσσιες περιοχές που δεν είχαν μέχρι τότε ξεσηκωθεί και τα πληρώματα του στόλου δεν δίσταζαν να βγουν οπλισμένα στη στεριά και να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του στόλου και στον από θαλάσσης αποκλεισμό και κανονιοβολισμό των φρουρίων που πολιορκούνταν (Ναύπλιο, Μονεμβασία). Στις 27 Μαΐου ο Τομπάζης κυνήγησε οθωμανική μοίρα που μόλις είχε βγει από τα Δαρδανέλλια και κατάφερε να αποκλειστεί το μεγαλύτερο πλοίο (πλοίο της γραμμής με 76 πυροβόλα) στον κόλπο της Ερεσσού, το οποίο ανατινάχτηκε τελικά από τον Παπανικολή με πυρπολικό φτιαγμένο στα Ψαρά, με σημαντικές απώλειες των Οθωμανών.

Στις 7 Μαΐου επαναστάτησαν με πρώτο τις Μηλιές, τα Εικοσιτέσσερα (τα χωριά του Πηλίου) της Θεσσαλίας, όπου ο υπεύθυνος για την περιοχή Φιλικός Άνθιμος Γαζής είχε προετοιμάσει το έδαφος από νωρίς με σημαντική εθνεγερτική δράση και επαφές με τους ντόπιους αρματολούς Μπασδέκηδες (Κυριάκο και Παναγιώτη). Οι ισχυροί προεστοί (κοτζαμπάσηδες) ήταν πολύ αρνητικοί στην ιδέα της επανάστασης, όμως όταν εμφανίζονται από το Τρίκερι τρία πλοία του ελληνικού στόλου, ο λαός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. Στις 9 Μαΐου οι επαναστάτες από όλα τα χωριά μαζεύτηκαν έξω από το Βόλο και πολιόρκησαν τους Οθωμανούς που κλείστηκαν στο φρούριο της πόλης. Στην πολιορκία βοήθησαν και τα ελληνικά πλοία και πληρώματα. Στις 11 Μαΐου οι επαναστάτες μπήκαν στο Βελεστίνο (οι Οθωμανοί κλείστηκαν στους 4 ισχυρότερους πύργους) και εκεί μαζεύτηκαν την ίδια μέρα αντιπρόσωποι από τα επαναστατημένα χωριά, κηρύχθηκε επίσημα η επανάσταση και συστάθηκε η Βουλή της Θετταλομαγνησίας, με πρόεδρο τον Άνθιμο Γαζή και γραμματέα τον Φίλιππο Ιωάννου. Οι επαναστάτες στη Θεσσαλία ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία άτακτοι χωρικοί, χωρίς κανενός είδους στρατιωτική εμπειρία, αλλά και χωρίς τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια και όταν λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε πολυπληθής οθωμανική στρατιά από τη Λάρισα υπό τη διοίκηση του Μαχμούτ πασά Δράμαλη (από τη Δράμα), διαλύθηκαν αμέσως προς τα χωριά τους. Ο Δράμαλης έκαψε την Κάπουρνα και τα Κανάλια, ανέβηκε μέχρι τη Μακρυνίτσα και ζήτησε από όλα τα χωριά να πληρώσουν μεγάλα πρόστιμα. Οι περισσότεροι επαναστάτες φοβισμένοι υπέκυψαν και οι κοτζαμπάσηδες προσκύνησαν φέρνοντας στον Δράμαλη πλούσια δώρα. Αυτός προωθήθηκε προς το Λαύκο επιδιώκοντας να μπεί στις Μηλιές, που ήταν το στρατηγείο της επανάστασης, όμως στις 25 Μαΐου συνάντησε αντίσταση στα Λεχώνια και δεν προχώρησε. Στις Μηλιές η κατάσταση ήταν αντιφατική, με τους κοτζαμπάσηδες να θέλουν να προσκυνήσουν και τους επαναστάτες με τον Γαζή να θέλουν να αντισταθούν. Τελικά ο Γαζής αναγκάστηκε να φύγει στη Σκιάθο και οι Μηλιές προσκύνησαν στα μέσα Ιουνίου τον Δράμαλη που έφτασε μέχρι τη Μηλίνα και δεν προχώρησε άλλο. Όσοι επαναστάτες απέμειναν προωθήθηκαν προς το Τρίκερι και πολλά γυναικόπαιδα πέρασαν σε Σκιάθο και Σκόπελο. Όταν αποχώρησε ο Δράμαλης η επανάσταση έμεινε ζωντανή στο Λαύκο, την Αργαλαστή, το Προμμύρι και το Τρίκερι.

Η επανάσταση σταδιακά επεκτάθηκε σε ολόκληρο το Αιγαίο την Κρήτη και την Κύπρο.

Τον Ιανουάριο του 1822 η πρώτη εθνική σύνοδος, στην Επίδαυρο ανακήρυξε την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας απο την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ανακήρυξη αυτή επισφραγίστηκε μετά τις αξιοσημείωτες νίκες των μαχόμενων Ελλήνων, σε στεριά και θάλασσα.

Νικηφ. Λύτρας, Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (π. 1866-1870). Λάδι σε μουσαμά, 143 εκ. x 109 εκ. Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν, όταν ο Σουλτάνος υποχρεωμένος από την Ρωσία, αποδέχθηκε την αυτονομία της Ελλάδας με την Συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829.

Βιβλιογραφία

  • Στέφανος Π. Παπαγεωργίου, Από το γένος στο έθνος Η θεμελίωση του Ελληνικού κράτους 1821-1862, εκδόσεις Παπαζήση, 2η έκδοση, Αθήνα 2005, ISBN 960-02-1769-6
  • Τάσος Βουρνάς, Σύντομη ιστορία της ελληνικής επανάστασης, εκδόσεις Πατάκη, 3η έκδοση, Αθήνα 1999, ISBN 960-600-951-3
  • Ντέιβιντ Μπριούερ, Η φλόγα της ελευθερίας Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, μετάφραση Τιτίνας Σπερελάκη, επιμέλεια Ελένης Κεκροπούλου, εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2004, ISBN 960-536-165-5
  • Ντάγκλας Ντέκιν, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, μετάφραση Ρένας Σταυρίδη-Πατρικίου, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 3η έκδοση, Αθήνα 1999, ISBN 960-250-172-3
  • Σάμουελ Γκρίντλεϋ Χάου, Ιστορική σκιαγραφία της ελληνικής επανάστασης, μετάφραση Ι. Χατζηεμανουήλ, επιμέλεια-πρόλογος-σχόλια Νίκος Κολόμβας, εκδόσεις Εκάτη, Αθήνα 1997, ISBN 960-7437-43-8
  • Νίκος Γ. Σβορώνος, Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, μετάφραση Αικατερίνη Ασδραχά, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1999, ISBN 960-7293-21-5
  • Ντάγκλας Ντέκιν, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, μετάφραση Α. Ξανθόπουλου, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 3η έκδοση, Αθήνα 1989

Σημειώσεις

1: Στην Αρεόπολη, πατρίδα των Μαυρομιχαλαίων, η τοπική παράδοση της Μάνης αναφέρει σαν ημέρα του ξεσηκωμού τις 17 Μαρτίου.

2: Παπαγεωργίου (βλέπε βιβλ.), σελ.110-112. Ο Βουρνάς (βλέπε βιβλ.), σελ.90, για να το υποστηρίξει αναφέρεται στο βιβλίο του ιστορικού Τάκη Σταματόπουλου Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός χωρίς θρύλο.

3: Το σώμα ανασύρθηκε από το νερό από τον καπετάνιο κεφαλλονίτικου πλοίου που ήταν στην περιοχή και μεταφέρθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας, όπου προκλήθηκε οργή στην ελληνική παροικία, τους ορθόδοξους Ρώσους αλλά και τον τσάρο της Ρωσίας, που διέταξε να γίνει η νεκρώσιμη ακολουθία με όλες τις τιμές και τον σεβασμό.

4: Το χαρέμι (η οικογένεια) του Χουρσίτ πασά βρισκόταν αποκλεισμένο στην Τρίπολη.

5: Μεταφέρθηκε στο Ζητούνι (Λαμία) και μετά την άρνησή του να συνεργαστεί με αντάλλαγμα αξιώματα και αμοιβές, βασανίστηκε και ανασκολοπίστηκε. Με τη θυσία του, η ελληνική εθνική συλλογική μνήμη κέρδισε έναν ήρωα-μάρτυρα, όμως η επανάσταση έχασε πολύ νωρίς, ένα πολύ σημαντικό και εμπειροπόλεμο οπλαρχηγό.

6: Στα ελληνικά τμήματα που αντιστάθηκαν στον Ξεριά, μετείχε και σώμα από τις Σπέτσες. Στην μάχη εκεί σκοτώθηκε και ο γιός της Μπουμπουλίνας, Γιάννης Γιαννούζας.