Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Α΄: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ekton (συζήτηση | συνεισφορές)
μ συνδ
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
Υπηρέτησε τον Πανάρετο και ως Μητροπολίτη μέχρι το [[1827]] και ως Αρχιεπίσκοπο κατόπιν με πίστη και αφοσίωση, παρέμεινε μάλιστα στην υπηρεσία της Αρχιεπισκοπής 14 ακόμη χρόνια μετά τον θάνατο του Πανάρετου, υπό τους Αρχιεπισκόπους [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Ιωαννίκιος|Ιωαννίκιο]] και [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κύριλλος Α΄|Κύριλλο Α']], τον οποίο και διαδέχτηκε στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο το [[1854]].
Υπηρέτησε τον Πανάρετο και ως Μητροπολίτη μέχρι το [[1827]] και ως Αρχιεπίσκοπο κατόπιν με πίστη και αφοσίωση, παρέμεινε μάλιστα στην υπηρεσία της Αρχιεπισκοπής 14 ακόμη χρόνια μετά τον θάνατο του Πανάρετου, υπό τους Αρχιεπισκόπους [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Ιωαννίκιος|Ιωαννίκιο]] και [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κύριλλος Α΄|Κύριλλο Α']], τον οποίο και διαδέχτηκε στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο το [[1854]].


Κύριο μέλημα της δράσης του έθεσε ο Μακάριος τη μόρφωση τον πνευματικού του ποιμνίου. Το [[1857]] ίδρυσε το Παρθεναγωγείο Φανερωμένης, το πρώτο στην Κύπρο, και συμπλήρωσε το προσωπικό της Ελληνικής Σχολής και του Αλληλοδιδακτικού της [[Λευκωσία|Λευκωσίας]]. Συγχρόνως αύξησε την επιχορήγηση της Αρχιεπισκοπής προς τα σχολεία σε 10 χιλιάδες γρόσια, εκχωρώντας υπέρ αυτών και κάθε ποσό, το οποίο θα εισπράττονταν από τις άδειες γάμου της πόλης της Λευκωσίας και από τις συνδρομές των Χριστιανών. Πρόθυμα συνεισέφεραν υπέρ τον εκπαιδευτικού έργου του τότε ο Κύπριος [[Αρχιμανδρίτης]] της [[Μονή Βατοπεδίου|Μονής Βατοπεδίου]] Ιωαννίκιος 60 τόμους βιβλίων και 100 αυστριακά χρυσά, ο (εξ Αθηαίνου) Μητροπολίτης Γάζης Φιλήμων 10 ρωσικές λίρες<ref>Λ. Φιλίππου, Τα Ελληνικά γράμματα εν Κύπρω επί Τουρκοκρατίας, Λευκωσία, 1930, 100-108, και Ι. Χάκκετ, Ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου, κατά μετάφραση και συμπλήρωση Χ. Ι. Παπαϊωάννου, Αθήνα, 1923-1932, Α' 330-331</ref> και ο (εκ Λεμίθου) Πέτρας Μελέτιος.
Κύριο μέλημα της δράσης του έθεσε ο Μακάριος τη μόρφωση τον πνευματικού του ποιμνίου. Το [[1857]] ίδρυσε το Παρθεναγωγείο Φανερωμένης, το πρώτο στην Κύπρο, και συμπλήρωσε το προσωπικό της Ελληνικής Σχολής και του Αλληλοδιδακτικού της [[Λευκωσία|Λευκωσίας]]. Συγχρόνως αύξησε την επιχορήγηση της Αρχιεπισκοπής προς τα σχολεία σε 10 χιλιάδες γρόσια, εκχωρώντας υπέρ αυτών και κάθε ποσό, το οποίο θα εισπράττονταν από τις άδειες γάμου της πόλης της Λευκωσίας και από τις συνδρομές των Χριστιανών. Πρόθυμα συνεισέφεραν υπέρ τον εκπαιδευτικού έργου του τότε ο Κύπριος [[Αρχιμανδρίτης]] της [[Μονή Βατοπεδίου|Μονής Βατοπεδίου]] Ιωαννίκιος 60 τόμους βιβλίων και 100 αυστριακά χρυσά, ο (εξ [[Αθηαίνου]]) Μητροπολίτης Γάζης Φιλήμων 10 ρωσικές λίρες<ref>Λ. Φιλίππου, Τα Ελληνικά γράμματα εν Κύπρω επί Τουρκοκρατίας, Λευκωσία, 1930, 100-108, και Ι. Χάκκετ, Ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου, κατά μετάφραση και συμπλήρωση Χ. Ι. Παπαϊωάννου, Αθήνα, 1923-1932, Α' 330-331</ref> και ο (εκ Λεμίθου) Πέτρας Μελέτιος.


Το [[1865]], όταν ενέσκηψε [[χολέρα]], παρέμεινε στη Λευκωσία, για να μην εγκαταλείψει το ποίμνιό του. Προσβλήθηκε από τη νόσο και πέθανε.
Το [[1865]], όταν ενέσκηψε [[χολέρα]], παρέμεινε στη Λευκωσία, για να μην εγκαταλείψει το ποίμνιό του. Προσβλήθηκε από τη νόσο και πέθανε.

Έκδοση από την 12:48, 15 Ιουλίου 2008

Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Α΄ (κατά κόσμον Χριστοδουλίδης) γεννήθηκε στο χωριό Πρόδρομος και υπηρέτησε στη Μονή Τροοδίτισσας επί ηγουμενίας του Χαράλαμπου. Ήταν καλλίφωνος μουσικός και συμπλήρωσε σπουδές μουσικής στην Μονή Κύκκου. Το 1823 χειροτονήθηκε Ιεροδιάκονος από τον Μητροπολίτη Πάφου Πανάρετο, ο οποίος και τον προσέλαβε εις την υπηρεσία του.

Υπηρέτησε τον Πανάρετο και ως Μητροπολίτη μέχρι το 1827 και ως Αρχιεπίσκοπο κατόπιν με πίστη και αφοσίωση, παρέμεινε μάλιστα στην υπηρεσία της Αρχιεπισκοπής 14 ακόμη χρόνια μετά τον θάνατο του Πανάρετου, υπό τους Αρχιεπισκόπους Ιωαννίκιο και Κύριλλο Α', τον οποίο και διαδέχτηκε στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο το 1854.

Κύριο μέλημα της δράσης του έθεσε ο Μακάριος τη μόρφωση τον πνευματικού του ποιμνίου. Το 1857 ίδρυσε το Παρθεναγωγείο Φανερωμένης, το πρώτο στην Κύπρο, και συμπλήρωσε το προσωπικό της Ελληνικής Σχολής και του Αλληλοδιδακτικού της Λευκωσίας. Συγχρόνως αύξησε την επιχορήγηση της Αρχιεπισκοπής προς τα σχολεία σε 10 χιλιάδες γρόσια, εκχωρώντας υπέρ αυτών και κάθε ποσό, το οποίο θα εισπράττονταν από τις άδειες γάμου της πόλης της Λευκωσίας και από τις συνδρομές των Χριστιανών. Πρόθυμα συνεισέφεραν υπέρ τον εκπαιδευτικού έργου του τότε ο Κύπριος Αρχιμανδρίτης της Μονής Βατοπεδίου Ιωαννίκιος 60 τόμους βιβλίων και 100 αυστριακά χρυσά, ο (εξ Αθηαίνου) Μητροπολίτης Γάζης Φιλήμων 10 ρωσικές λίρες[1] και ο (εκ Λεμίθου) Πέτρας Μελέτιος.

Το 1865, όταν ενέσκηψε χολέρα, παρέμεινε στη Λευκωσία, για να μην εγκαταλείψει το ποίμνιό του. Προσβλήθηκε από τη νόσο και πέθανε.

Δυο χρόνια πριν τον θάνατό του ανήγειρε εκ βάθρων το Μέγα Συνοδικό και τα παρακείμενα ευρύχωρα δωμάτια προς υποδοχή Αρχιερέων και άλλων επισήμων. Ήταν συνετός και προσηνής, προσείλκυε την αφοσίωση τον ποιμνίου του και την εκτίμηση και αγάπη των Τουρκικών Αρχών και των μουσουλμάνων συμπατριωτών του.

Παραπομπές

  1. Λ. Φιλίππου, Τα Ελληνικά γράμματα εν Κύπρω επί Τουρκοκρατίας, Λευκωσία, 1930, 100-108, και Ι. Χάκκετ, Ιστορία της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου, κατά μετάφραση και συμπλήρωση Χ. Ι. Παπαϊωάννου, Αθήνα, 1923-1932, Α' 330-331