Δημήτριος Ιωάννου (στρατιωτικός)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δημήτριος Ιωάννου
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Δημήτριος Ιωάννου (Ελληνικά)
Γέννηση23  Οκτωβρίου 1861
Λιβαδειά
Θάνατος1926
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
ΣπουδέςΣτρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός/Ελληνικός Στρατός
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μακεδονικό Μέτωπο και Μικρασιατική εκστρατεία
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΑνώτερος Ταξιάρχης του τάγματος του Λευκού Αετού
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Δημήτριος Ιωάννου (1861–1926) ήταν ανώτερος Έλληνας αξιωματικός που πολέμησε στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στα αρχικά στάδια του Ελληνοτουρκικού Πολέμου 1919-22.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1861 στη Λιβαδειά. Εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και αποφοίτησε ως Ανθυπολοχαγός του Μηχανικού τον Ιούλιο του 1884. Το 1897, ως λοχαγός πλέον, συμμετείχε στο ελληνικό εκστρατευτικό σώμα στην Κρήτη υπό το συνταγματάρχη Τιμολέοντα Βάσσο. Όταν ξέσπασε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος είχε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη, και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της Στρατιάς της Ηπείρου, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Κωνσταντίνου Σαπουντζάκη. Αργότερα, κατά τη μάχη του Μπιζανίου διοικούσε ένα απόσπασμα μάχης που είχε συγκροτηθεί από τέσσερα ευζωνικά τάγματα, ξεχωρίζοντας για τo δυναμισμό και την αποφασιστικότητά του.

Το 1913, του ανατέθηκε η διοίκηση της νεοσχηματισθείσας ΙΧ Μεραρχίας Πεζικού, την οποία διοίκησε έως το 1916, όταν και πήρε μέρος στο βενιζελικό κίνημα της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, που σε αντίθεση με τη βασιλική κυβέρνηση της Αθήνας που επιθυμούσε ουδετερότητα, έλαβε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Στον Ιωάννου ανατέθηκε τότε το καθήκον σχηματισμού της Μεραρχίας Αρχιπελάγους, από τους κατοίκους των νησιών του Αιγαίου. Το Μάιο του 1917, η μεραρχία του ήταν έτοιμη και αναπτύχθηκε στον τομέα του Μοναστηριού στο Μακεδονικό Μέτωπο. Το Μάιο του 1918, ο Ιωάννου οδήγησε τη μεραρχία του στη νίκη στη μάχη του Σκρα, και συμμετείχε με αυτή στη γενική συμμαχική επίθεση του Σεπτεμβρίου 1918, που διέσπασε το γερμανοβουλγαρικό μέτωπο. Η εκεχειρία με τη Βουλγαρία τον βρήκε με τη μεραρχία του στη μικρή πόλη Πέχτσεβο (στο σημερινό κράτος της Βόρειας Μακεδονίας).

Έχοντας προαχθεί σε αντιστράτηγο λίγους μήνες νωρίτερα, ανέλαβε τη διοίκηση του Α΄ Σώματος Στρατού και αργότερα της Στρατιάς Ηπείρου. Μετά την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη το Μάιο 1919 και την εγκαθίδρυση της ζώνης κατοχής γύρω από την πόλη, επιλέχθηκε να διοικήσει το νεοσχηματισθέν Σώμα Στρατού Σμύρνης της Στρατιάς Μικράς Ασίας, το οποίο οδήγησε κατά τις επιχειρήσεις της άνοιξης και την επίθεση του καλοκαιριού του 1920. Μετά τη νίκη της αντιβενιζελικής και φιλοβασιλικής Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, απολύθηκε από τη θέση του.

Ο Ιωάννου απολάμβανε φήμης ειδικού στον οχυρωματικό πόλεμο, αλλά ξεχώριζε για τη συχνά απερίσκεπτη γενναιότητά του και επιθετικότητά του ως διοικητής. Ο συγγραφέας Στράτης Μυριβήλης, στο αντιπολεμικό του έργο Η ζωή εν τάφω, στο οποίο περιγράφει τη ζωή στο Μακεδονικό Μέτωπο με βάση τις αναμνήσεις του ως στρατιώτη στη Μεραρχία Αρχιπελάγους, μας δίνει ένα πορτραίτο του Ιωάννου, υπό το όνομα Μπαλαφάρας. [εκκρεμεί παραπομπή]Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ήταν ένας ελαφρώς παλιάτσος αλλά συναρπαστικός άντρας, που αρεσκόταν να επιδεικνύει την προσωπική του γενναιότητα αρνούμενος να καλυφθεί ή να φορέσει το κράνος του όταν επισκεπτόταν τα χαρακώματα με επίσημη στολή, και του οποίου οι πιο απερίσκεπτες ορμές χρειαζόταν να περιορίζονται από τους υπασπιστές του και τη γαλλική ανώτατη διοίκηση.

Ο Ιωάννου απεβίωσε το 1926 σε ηλικία 65 ετών στην Αθήνα.