Γλωσσική πολιτική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Γλωσσική πολιτική ή Γλωσσικός σχεδιασμός (αγγλ.: language policy, language planning) είναι το σύνολο των πρακτικών, των ιδεολογιών και των θεσμών τόσο των κρατών (σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο) όσο και των κοινωνικών κινημάτων (ανάμεσά τους τα εθνικά κινήματα) για το ποια γλώσσα ή ποια γλωσσική ποικιλία χρησιμοποιείται και πρέπει να χρησιμοποιείται, κυρίως στις δημόσιες, επίσημες περιστάσεις, όπως τα νομοθετικά κείμενα, η κυβέρνηση, η διοίκηση, τα δικαστήρια, η εκπαίδευση, τα ΜΜΕ, οι θρησκευτικές τελετές κ.ά.

Αυτό που συγκεφαλαιώνει συνήθως τη γλωσσική πολιτική είναι ο ορισμός της επίσημης γλώσσας του κράτους ή και κάποιας μικρότερης μονάδας του όπως μια περιφέρεια, ένα ομόσπονδο κρατίδιο (ή πολιτεία). Η επίσημη γλώσσα ορίζεται είτε με ρητή αναφορά της στο σύνταγμα ή σε ειδικό νόμο είτε έμμεσα μέσω του ποια γλώσσα χρησιμοποιείται στο σύνταγμα και είναι, κατά συνέπεια, η γλώσσα της κυβέρνησης και της βουλής.

Η γλωσσική πολιτική υπάρχει γιατί η κοινωνιογλωσσική κατάσταση είναι πάντα πιο πλουραλιστική από αυτή που αναγνωρίζεται από τα κράτη.

Γλωσσική πολιτική ή Γλωσσικός σχεδιασμός είναι επίσης ο κλάδος της κοινωνιογλωσσολογίας (ή της κοινωνιολογίας της γλώσσας) που μελετά τη γλωσσική πολιτική ή γλωσσικό σχεδιασμό των κρατικών θεσμών και των κοινωνικών κινημάτων.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί δεσμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

L'aménagement linguistique dans le monde Αρχειοθετήθηκε 2011-02-24 στο Wayback Machine. του Jacques Leclerc