Γενουατική κατοχή της Ρόδου
Η Γενουατική κατοχή της Ρόδου αναφέρεται στην περίοδο μεταξύ 1248 και τέλη 1249/αρχές 1250, κατά την οποία η πόλη της Ρόδου και τμήματα του ομώνυμου νησιού ήταν υπό τον έλεγχο των Γενουατών. Οι Γενουάτες κατέλαβαν την πόλη και το νησί, που ανήκε στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας, σε μία αιφνιδιαστική επίθεση το 1248 και το κράτησαν με τη βοήθεια του πριγκιπάτου της Αχαΐας, ενάντια στις επιθέσεις της Νίκαιας μέχρι το 1250.
Ιστορικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις αρχές του 13ου αι., πιθανώς ήδη πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης στην Δ΄ Σταυροφορία το 1204, η Ρόδος και τα κοντινά της νησιά αποσπάστηκαν από τον έλεγχο της κεντρικής Βυζαντινής κυβέρνησης υπό την κυριαρχία του καίσαρα Λέοντος Γαβαλά. Αν και κατά καιρούς ο Γαβαλάς φαίνεται να έχει αναγνωρίσει την επικυριαρχία του κύριου Βυζαντινού Ελληνικού διαδόχου κράτους, της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας, η Ρόδος έγινε το κέντρο μίας πρακτικά ανεξάρτητης επικράτειας. [1] [2]
Σε μία προσπάθεια να αντισταθμίσει τη Νίκαια και να ενισχύσει τη θέση του, ο Λέοντας σύναψε συνθήκες με τη Δημοκρατία της Βενετίας το 1234 και το 1236, αλλά ο αδελφός του Ιωάννης Γαβαλάς, ο οποίος τον διαδέχθηκε όταν απεβίωσε ο Λέων περί το 1240, ήταν σαφώς σε λιγότερο ισχυρή θέση και σύντομα αναγνώρισε την κυριαρχία του Αυτοκράτορα της Νίκαιας Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη. Σε αντάλλαγμα έλαβε τους υψηλούς τίτλους του σεβαστού και του μεγάλου Δουκός και πιθανότατα το χέρι μίας Αυτοκρατορικής συγγενούς, πιθανώς μίας από τις αδελφές του Ιωάννη Γ΄. [3]
Ταυτόχρονα η Δημοκρατία της Γένουας, που είχε μείνει έξω από τα λάφυρα της Δ' Σταυροφορίας και παραγκωνισμένη από τη Βενετία στην Κωνσταντινούπολη, επιθυμούσε να αποκτήσει ερείσματα στην Ανατολή. Οι Γενουάτες έστειλαν πολλές πρεσβείες στη Νίκαια, αλλά προφανώς χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. [4] Αυτή η αποτυχία, καθώς και η απειλή για τις δύο ναυτικές Δημοκρατίες από τον Φρειδερίκο Β΄ Χοενστάουφεν, ανάγκασαν τη Γένουα και τη Βενετία σε μία προσωρινή προσέγγιση: σε μία συνθήκη που υπογράφηκε το 1248 χώρισαν τη Μεσόγειο σε σφαίρες επιρροής. Η Ρόδος βρισκόταν σε μία περιοχή που θα ελεγχόταν από κοινού από τις δύο δημοκρατίες. [5]
Κατοχή και ανακατάκτηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1247 ή το 1248, ο Ιωάννης Γαβαλάς εγκατέλειψε το νησί με χερσαίες και ναυτικές δυνάμεις, για να συμμετάσχει σε μία εκστρατεία της Νίκαιας κατά της Λατινικής αυτοκρατορίας στην περιοχή της Νικομήδειας. [3] [2] Κατά την απουσία του, την άνοιξη ή το καλοκαίρι του 1248, [α] ένας Γενουατικός στόλος, που πιθανότατα έπλεε για να ενωθεί με τον βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ της Ζ΄ Σταυροφορίας της Γαλλίας, ήρθε στη Ρόδο, την οποία βρήκε ουσιαστικά απροστάτευτη. Δεδομένου ότι η Γένουα από καιρό ποθούσε το νησί λόγω της στρατηγικής του θέσης, οι Γενουάτες εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία και σε μία αιφνιδιαστική νυκτερινή επίθεση κατέλαβαν την πόλη της Ρόδου, πρωτεύουσα του νησιού. [3] [8]
Ο Ιωάννης Γ΄ αντέδρασε γρήγορα, στέλνοντας έναν στόλο στο νησί με επικεφαλής τον πιγκέρνη και δούκας του θέματος Θρακησίων, Ιωάννη Καντακουζηνό. Ο Καντακουζηνός ξεκίνησε στα τέλη του 1248 ή στις αρχές του 1249, αλλά δεν μεταφέρθηκε απευθείας στη Ρόδο: κατέλαβε πρώτα τα νησιά Λέρο και Κάλυμνο. [3] Αρχικά ο Καντακουζηνός είχε μόνο έναν μικρό στρατό στη διάθεσή του, πιθανώς μόνο στρατεύματα από το δικό του θέμα Θρακησίων. Προφανώς κινήθηκε πρώτα για να εξασφαλίσει τα φρούρια στο νότιο τμήμα του νησιού, που δεν είχαν ακόμη καταλάβει οι Γενουάτες, πριν βαδίσει βόρεια προς την πόλη της Ρόδου. Έτσι οι Νικαιάτες αποβιβάστηκαν κοντά στην πόλη-φρούριο της Λίνδου, περίπου 40 χλμ. νότια της πόλης της Ρόδου και στη συνέχεια εγκατέστησαν τη βάση τους στη Φιλέρημο (= Ιαλυσό), 5 χλμ. νοτιοδυτικά της πόλης της Ρόδου. Την εποχή αυτή έφτασε η ενίσχυση που έστειλε ο Αυτοκράτορας, επιτρέποντας στον Καντακουζηνό να αποκλείσει τους Γενουάτες στην πρωτεύουσα. [3] [2]
Οι Γενουάτες υπερασπιστές ήταν καλά εφοδιασμένοι με τρόφιμα, τα οποία είχαν αρπάξει από τους κατοίκους. Ως αποτέλεσμα, δεν πιέστηκαν πολύ —ο σύγχρονος ιστορικός Γεώργιος Ακροπολίτης μάλιστα παραπονιέται, ότι κοιμόντουσαν με τις πιο όμορφες ντόπιες γυναίκες, διώχνοντας τις ηλικιωμένες και άσχημες από την πόλη— και ο αποκλεισμός παρατάθηκε ως την άνοιξη. [3] [2] Σύμφωνα με τον Ακροπολίτη, η πόλη ήταν στα πρόθυρα της πτώσης, όταν περίπου στα μέσα Μαΐου 1249 [β] ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος πρίγκιπας της Αχαΐας και ο Ούγος Δ'δούκας της Βουργουνδίας, έφτασαν τυχαία στην πόλη της Ρόδου, καθ' οδόν για να συμμετάσχουν στη Ζ΄ Σταυροφορία και μετά να αποπλεύσουν από την Κύπρο για την Αίγυπτο. Από τους 400 ιππότες που ήταν μαζί του, ο Βιλλεαρδουίνος συμφώνησε να αφήσει 100 στη Ρόδο για να βοηθήσει τους Γενοβέζους. [3] [2] Αυτό έκανε τους Νικαιάτες να σηκώσουν την πολιορκία και να επιστρέψουν πίσω στη Φιλέρημο, όπου οι ίδιοι πολιορκούνταν πλέον από τους Γενουάτες τόσο από ξηρά όσο και από θάλασσα, ενώ οι Αχαιοί λεηλάτησαν την ύπαιθρο. [10] [2] [11]
Όταν ο Ιωαννης Γ΄ πληροφορήθηκε αυτά τα γεγονότα στο Νυμφαίο, διέταξε να προετοιμαστεί ένα άλλο εκστρατευτικό σώμα στη Σμύρνη, αποτελούμενο από 300 άλογα υπό τον πρωτοσεβαστό Θεόδωρο Κοντοστέφανο, στον οποίο ο Βατάτζης έδωσε γραπτές οδηγίες για την εκστρατεία. Η άφιξη του Κοντοστέφανου και των ανδρών του ανέτρεψε για άλλη μία φορά την ισορροπία: τα στρατεύματα της Νίκαιας έπιασαν τους Αχαιούς, ενώ ήταν απρόσεκτα διασκορπισμένοι στην ύπαιθρο και απασχολημένοι με λεηλασίες και τους σκότωσαν όλους με εντολή του Καντακουζηνού. [3] [12] Οι Γενουάτες κατέφυγαν πίσω στην πόλη της Ρόδου, αλλά καθώς δεν μπόρεσαν να αντέξουν άλλη πολιορκία, συμφώνησαν να παραδώσουν την πόλη με αντάλλαγμα την ασφαλή αναχώρησή τους. Αυτό συνέβη είτε στα τέλη του 1249, είτε στις αρχές του 1250. [γ] [13] [14] [2] Το νησί σίγουρα ανακτήθηκε αρκετά σύντομα, ώστε τα νέα έφτασαν στον σύμμαχο του Βατάτζη, Φρειδερίκο Β΄ Χοενστάουφεν, πριν από τον Σεπτέμβριο του 1250, όταν εκείνος απηύθυνε επιστολή στον Αυτοκράτορα της Νίκαιας συγχαίροντάς τον γι' αυτή την επιτυχία. [13] [15]
Συνέπεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την έξωση των Γενουατών, η Ρόδος ενσωματώθηκε πλήρως στην Αυτοκρατορία της Νίκαιας και η κυριαρχία της οικογένειας Γαβαλά διακόπηκε. [16] Η Ρόδος μπορεί να αποδόθηκε για λίγο στον Ιωάννη Γαβαλά, αλλά αυτός απεβίωσε αμέσως μετά, πιθανότατα πριν από το έτος 1250. [3] Ο γιος του Λέων ήταν πιθανώς ανήλικος εκείνη την εποχή. Αν και ανιψιός του Αυτοκράτορα της Νίκαιας, δεν του επετράπη να διαδεχθεί τον πατέρα του, αλλά έφυγε από τη Ρόδο με τη μητέρα του και εγκαταστάθηκε στην Κρήτη.[3] Γύρω στο 1256 [16] [17] ή, σύμφωνα με διαφορετική άποψη μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1261, [18] η διακυβέρνηση του νησιού ανατέθηκε στον Ιωάννη Παλαιολόγο, νεότερο αδελφό του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (βασ. 1259–1282 ). [16] [19] Ωστόσο, ήδη από το π. 1278, η αυξανόμενη απειλή των Τουρκικών επιδρομών οδήγησε τον Μιχαήλ Η΄ να παραχωρήσει τη Ρόδο στον Τζοβάννι ντε λο Κάβο, έναν Γενουάτη τυχοδιώκτη στην Αυτοκρατορική υπηρεσία, ως φέουδο. [19] [20]
Το δυτικό, και συγκεκριμένα το Γενουατικό ενδιαφέρον για τη Ρόδο, δεν έπαυσε. Η ανορθωμένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία γρήγορα εξασθένισε υπό τον Ανδρόνικο Β΄ Παλαιολόγο (βασ. 1282–1328) και οι δυτικές δυνάμεις εκκόλαψαν νέα σχέδια για να καταλάβουν το στρατηγικά τοποθετημένο νησί. [21] Στη δεκαετία του 1300 οι Βενετοί άρχισαν να καταλαμβάνουν ορισμένα από τα γειτονικά νησιά και έριξαν το βλέμμα τους στη Ρόδο επίσης. [20] Ωστόσο ταυτόχρονα ο Ανδρόνικος Β΄ έδωσε μερικά από τα νησιά ως φέουδα σε Γενουάτες τυχοδιώκτες στην υπηρεσία του: τον Αντρέα Μορίσκο και τον θείο του Βινιόλο ντε' Βινιόλι. [20] Αντιμέτωποι με την απειλή της Βενετικής επέκτασης, οι τελευταίοι συμμάχησαν με τους Ιωαννίτες Ιππότες, οδηγώντας στην κατάκτηση της Ρόδου από τους Ιωαννίτες, που ξεκίνησε το 1306 και ολοκληρώθηκε, μετά από μακρά πολιορκία της πρωτεύουσας της Ρόδου, το 1309/10. [20]
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Various incorrect dates have been given in older historical literature for the Genoese assault on Rhodes, from as early as 1246 to as late as the final year of John Vatatzes' reign (i.e. 1254).[6] However, the fact that sailing in winter was extremely unusual, and the "apparently prolonged" siege of Rhodes that followed the Genoese occupation, point to a Genoese arrival on the island in spring or summer 1248.[7]
- ↑ Since Villehardouin arrived in Cyprus on or about 24 May, he must have arrived at Rhodes around 10/15 May.[9]
- ↑ The historian Michael Hendy even suggests as late as spring or summer of 1250, judging that Kontostephanos' expedition must have sailed in spring 1250.[13]
Bιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Hendy 1999b.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 Macrides 2007.
- ↑ 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 Savvides 1990.
- ↑ Balar 1978.
- ↑ Balar 1978, σελ. 41.
- ↑ Savvides 1990, σελίδες 187–188 (note 20).
- ↑ Hendy 1999a, σελίδες 116–117.
- ↑ Macrides 2007, σελ. 246.
- ↑ Hendy 1999a, σελ. 116.
- ↑ Hendy 1999a.
- ↑ Savvides 1990, σελ. 193.
- ↑ Macrides 2007, σελ. 247.
- ↑ 13,0 13,1 13,2 Hendy 1999a, σελ. 117.
- ↑ Savvides 1990, σελ. 195.
- ↑ Savvides 1990, σελ. 196.
- ↑ 16,0 16,1 16,2 Hendy 1999b, σελ. 649.
- ↑ Macrides 2007, σελ. 350 (note 10).
- ↑ Savvides 1990, σελ. 199 (esp. note 75).
- ↑ 19,0 19,1 Savvides 1990, σελ. 199.
- ↑ 20,0 20,1 20,2 20,3 Luttrell 1997.
- ↑ Luttrell 1975.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Balar, Michel (1978). La Romanie génoise (XIIe-Début du XVe siècle) (στα Γαλλικά). 1. Rome: École Française de Rome.
- Hendy, Michael F. (1999). Catalogue of the Byzantine Coins in the Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collection, Volume 4: Alexius I to Michael VIII, 1081–1261 – Part 1: Alexius I to Alexius V (1081–1204). Washington, DC: Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN 0-88402-233-1.
- Hendy, Michael F. (1999). Catalogue of the Byzantine Coins in the Dumbarton Oaks Collection and in the Whittemore Collection, Volume 4: Alexius I to Michael VIII, 1081–1261 – Part 2: The Emperors of Nicaea and Their Contemporaries (1204–1261). Washington, DC: Dumbarton Oaks Research Library and Collection. ISBN 0-88402-233-1.
- Luttrell, Anthony (1975). "The Hospitallers at Rhodes, 1306–1421". In Setton, Kenneth M.; Hazard, Harry W. (eds.). A History of the Crusades, Volume III: The Fourteenth and Fifteenth Centuries. Madison and London: University of Wisconsin Press. pp. 278–313. ISBN 0-299-06670-3.
- Luttrell, Anthony (1997). «The Genoese at Rhodes: 1306–1312». Στο: Balletto, L. Oriente e Occidente tra Medioevo ed età moderna: Studi in onore di Geo Pistarino. Genoa: Acqui Terme. σελίδες 737–761.
- Macrides, Ruth (2007). George Akropolites: The History – Introduction, Translation and Commentary. Oxford: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-921067-1.
- Savvides, Alexis (1990). «Ἠ Γενουατικὴ κατάληψη τῆς Ρόδου τὸ 1248-1250 μ.Χ.». Στο: Dionysios Ch. Kalamakis. Παρνασσός. Τριήμερο Αιγαίου: 21-23 Δεκεμβρίου 1989. Πρακτικά (PDF). Athens: Parnassos Literary Society. σελίδες 183–199. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 31 Αυγούστου 2021. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2022.
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Savvides, Alexis (1981). «Ἡ Ῥóδoς καὶ ἡ Δυναστεία τῶν Γαβαλάδων τὴν Περίoδo 1204-1250 μ.Χ. [Rhodes and the Gabalas Dynasty in the Period 1204-1250 AD]». Δελτίoν τῆς Ἱστoρικῆς καὶ Ἐθνoγικῆς Ἐταιρείας τῆς Ἐλλάδoς 24: 358–376.