Βορειοατλαντικό Συμβούλιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο είναι το κύριο όργανο λήψης πολιτικών αποφάσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Επιτηρεί την πολιτική και στρατιωτική διαδικασία που σχετίζεται με ζητήματα ασφαλείας που επηρεάζουν ολόκληρη τη Συμμαχία. Συγκεντρώνει εκπροσώπους κάθε χώρας-μέλους για να συζητήσει θέματα πολιτικής ή λειτουργίας που απαιτούν συλλογικές αποφάσεις, παρέχοντας ένα φόρουμ για ευρείες διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών για όλα τα θέματα που αφορούν την ειρήνη και την ασφάλειά τους.[1]

Επισημάνσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο (NAC) είναι το κύριο όργανο λήψης πολιτικών αποφάσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και είναι η τελική εξουσία στο κεφάλι ενός δικτύου επιτροπών.
  • Οι συζητήσεις και οι αποφάσεις της NAC καλύπτουν όλες τις πτυχές των δραστηριοτήτων του Οργανισμού και συχνά βασίζονται σε εκθέσεις και συστάσεις που καταρτίζονται από υποεπιτροπές, κατόπιν αιτήματος του Συμβουλίου.
  • Η Ομάδα Πυρηνικού Προγραμματισμού έχει παρόμοια εξουσία με το NAC, αλλά μόνο για θέματα που εμπίπτουν στο συγκεκριμένο τομέα αρμοδιότητάς του, δηλαδή για τις πυρηνικές πολιτικές, τις διαδικασίες σχεδιασμού και διαβούλευσης.
  • Οι πολιτικές που αποφασίστηκαν στο NAC είναι η έκφραση της συλλογικής βούλησης όλων των χωρών μελών της Συμμαχίας, καθώς οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση την ομοφωνία και την κοινή συμφωνία.
  • Ο Γενικός Γραμματέας προεδρεύει του NAC και οι αποφάσεις του έχουν το ίδιο καθεστώς και ισχύ σε οποιοδήποτε επίπεδο συναντά.
  • Ήταν το μοναδικό όργανο που καθιερώθηκε από τη Συνθήκη του Βόρειου Ατλαντικού (άρθρο 9) το 1949 και το μόνο που είχε την εξουσία να συστήσει επικουρικά όργανα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]