Αυτοκρατορικό και Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό (Αυστροουγγαρία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτοκρατορικό και Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό
kaiserliche und königliche Kriegsmarine
Császári és Királyi Haditengerészet
Ο θυρεός του Αυστροουγγρικού Πολεμικού Ναυτικού
Ενεργό1786–1918
Χώρα Αυστροουγγαρία
Τύποςπολεμικό ναυτικό
Ρόλοςπροστασία της Αδριατικής θάλασσας
Δύναμη
Συμπλοκές
Διοίκηση
Αξιοσημείωτοι
διοικητές
Διακριτικά
Η ναυτική σημαία της Αυστρίας (1786–1915)
Τα γραφεία του Ναυτικού Τμήματος του Υπουργείου Πολέμου

Το Αυστροουγγρικό Ναυτικό ήταν το πολεμικό ναυτικό της Αυστροουγγαρίας. Η επίσημη ονομασία του στα γερμανικά ήταν kaiserliche und königliche Kriegsmarine (Αυτοκρατορικό και Βασιλικό Πολεμικό Ναυτικό), συντομογραφημένο ως k.u.k. Kriegsmarine, και στα ουγγρικά Császári és Királyi Haditengerészet, με συντομογραφία Cs. és Kir. Haditengerészet.

Το ναυτικό απέκτησε την ονομασία αυτή μετά τον σχηματισμό της διπλής μοναρχίας το 1867 και διατηρήθηκε μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1918. Πριν το 1867, το πολεμικό ναυτικό της Αυτοκρατορίας ήταν αυτό που διέθετε η Αυστριακή Αυτοκρατορία. Μέχρι το 1915 προσωπικό 33.735 ατόμων είχε υπηρετήσει στο ναυτικό της Αυστροουγγαρίας.

Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τόσο η Αυστρία όσο και η Ουγγαρία έχασαν τις ακτές τους και το ναυτικό τους κατασχέθηκε από τις νικηφόρες συμμαχικές δυνάμεις. Τα πρώην λιμάνια τους στην Αδριατική θάλασσα, όπως η Τεργέστη, η Πούλα, το Φιούμε και η Ραγκούσα, προσαρτήθηκαν σε Ιταλία και Γιουγκοσλαβία.

Τα πλοία του k.u.k. Kriegsmarine είχαν τα αρχικά SMS, ως συντομογραφία του Seiner Majestät Schiff (Πλοίο της Αυτού Μεγαλειότητος).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αυτοκράτορας Ιωσήφ Β΄.
Επισκόπηση των λιμανιών της Αδριατικής σήμερα.

Καταβολές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα, υπήρξαν μόνο περιορισμένες προσπάθειες για την ίδρυση αυστριακού ναυτικού. Οι Αψβούργοι χρησιμοποίησαν οπλισμένα πλοία που διέσχιζαν τον Δούναβη τον 16ο και 17ο αιώνα για να πολεμήσουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία καθώς και πλοία που περιφρουρούσαν τον εμπορικό στόλο τα οποία επιχειρούσαν υπό τη σημαία των Αυστριακών Κάτω Χωρών.[1] Οι δυνάμεις αυτές δεν ήταν ούτε υπό κοινές διαταγές ούτε εξυπηρετούσαν έναν κοινό σκοπό. Μετά τον Επταετή Πόλεμο, η αυστριακή ευπάθεια των ιδιωτών στη Μεσόγειο Θάλασσα οδήγησε τον κόμη Κάουνιτζ να πιέσει για τη δημιουργία μιας μικρής δύναμης φρεγατών.[2] Μια ναυτική σημαία (Marineflagge) χρώματος κόκκινου-λευκού-κόκκινου εισήχθη κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Ιωσήφ Β΄.[3]

Αυτή η κατάσταση άλλαξε σημαντικά το 1797 με τη Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας. Η Αυστρία παραχώρησε στη Γαλλία τις Αυστριακές Κάτω Χώρες μαζί ορισμένα νησιά στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένης της Κέρκυρας και ορισμένων Βενετσιάνικων νησιών της Αδριατικής. Η Βενετία και τα εδάφη της χωρίστηκαν μεταξύ των δύο κρατών και ο Αυστριακός Αυτοκράτορας έλαβε την πόλη της Βενετίας μαζί με την Ίστρια και τη Δαλματία. Οι σημαντικές ενετικές ναυτικές δυνάμεις και εγκαταστάσεις παραδόθηκαν επίσης στην Αυστρία και αποτέλεσαν τη βάση για το σχηματισμό του μελλοντικού αυστριακού ναυτικού.[4]

19ος αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αξιωματικοί και ναυτικοί του Αυστριακού Ναυτικού το 1820.

Το 1802 ο Κάρολος Λουδοβίκος της Αυστρίας-Τέσεν, ενεργώντας ως «Γενικός Επιθεωρητής του Πολεμικού Ναυτικού», διέταξε τη δημιουργία σχολής ναυτικών δοκίμων στη Βενετία (Cesarea regia scuola dei cadetti di marina), η οποία μετακόμισε στην Τεργέστη το 1848 και τελικά απέκτησε το μεταγενέστερο όνομα της «Αυτοκρατορική και Βασιλική Ναυτική Ακαδημία» (kuk Marine-Akademie) στο Φιούμε (σημερινή Ριέκα, Κροατία), όπου παρέμεινε μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[5]

Το ναυτικό κέρδισε τον πρώτο ισχυρό υποστηρικτή του όταν ο Αρχιδούκας Φρειδερίκος, τρίτος γιος του Αρχιδούκα Καρόλου εισήλθε στην υπηρεσία το 1837. Ο νεαρός αρχιδούκας εισήγαγε πολλές εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο να καταστήσει τη ναυτική δύναμη της χώρας του λιγότερο «βενετσιάνικη» και περισσότερο «αυστριακή». Το 1844 ο Αρχιδούκας Φρειδερίκος προήχθη στην θέση του αντιναυάρχου και του Επικεφαλής του Ναυτικού, αλλά πέθανε μόλις ένα χρόνο αργότερα σε ηλικία 26 ετών.[6]

Τα αυστριακά πολεμικά πλοία είχαν τις πρώτες στρατιωτικές τους συγκρούσεις κατά τη διάρκεια της Ανατολικής Κρίσης του 1840 ως τμήμα στόλου υπό την Βρετανία, ο οποίος απομάκρυνε τον Αντιβασιλέα της Αιγύπτου, Μεχμέτ Αλή, από την Οθωμανική Συρία. Ο Αρχιδούκας Φρειδερίκος έλαβε μέρος στην εκστρατεία προσωπικά και του απονεμήθηκε το μετάλλιο του στρατιωτικού τάγματος της Μαρίας Θηρεσίας για την εξαιρετική ηγεσία του.[7]

Ο Αρχιδούκας Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός με ναυτική περιβολή, περ. 1864.

Εκσυγχρονισμός του Ναυτικού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1849 ο Δανός Χανς φον Ντάλερουπ διορίστηκε αρχηγός του Αυστριακού Ναυτικού. Εισήγαγε πολλές προσωπικές και άλλες μεταρρυθμίσεις και επέβαλε στο Ναυτικό την αντικατάσταση της ιταλικής γλώσσας από την γερμανική γλώσσα. Στα επόμενα χρόνια η δύναμη του Πολεμικού Ναυτικού έφτασε σε 4 φρεγάτες, 6 κορβέτες, 7 βρίκια και μικρότερα πλοία.[8]

Το 1854 ο μικρότερος αδελφός του βασιλιά αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ ανέλαβε τη θέση του αρχηγού του αυστριακού ναυτικού. Ο Αρχιδούκας Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός ήταν εκείνη την εποχή 22 ετών. Ο μακρινός συγγενής του Αρχιδούκα Φρειδερίκου εκπαιδευόταν για το ναυτικό και εισήλθε σε αυτή τη νέα σταδιοδρομία του με πολύ ζήλο. Έκανε πολλές μεταρρυθμίσεις για τον εκσυγχρονισμό των ναυτικών δυνάμεων και συνέβαλε στη δημιουργία του ναυστάθμου της Τεργέστης καθώς και του στόλου μάχης με τον οποίο ο ναύαρχος Βίλχελμ φον Τέγκετχοφ θα εξασφάλιζε αργότερα τις νίκες του στον Ιταλικό Πόλεμο.[9]

Το ναυπηγείο διατηρήθηκε στην Βενετία. Εκεί καθελκύστηκε η κανονιοφόρος Kerka (πλήρωμα: 100) το 1860 (σε υπηρεσία μέχρι το 1908). Ο στόλος των Αυστριακών πλοίων στην Βενετία, βρισκόταν αγκυροβολημένος, το 1864, μπροστά από την Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Εκεί βρισκόταν η κανονιοφόρος Ausluger, το ατμόπλοιο Alnoch, και πέντε κανονιοφόροι με κουπιά, Τύπων 1 έως IV.[10]

Εκστρατεία της Novara[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την Εκστρατεία της Novara: σχέδιο του φυτού Coca.

Ο Αρχιδούκας Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός ξεκίνησε επίσης μια επιστημονική εκστρατεία μεγάλης κλίμακας (1857-1859), κατά την οποία η φρεγάτα SMS Novara έγινε το πρώτο αυστριακό πολεμικό πλοίο που έκανε τον γύρο του πλανήτη. Το ταξίδι διήρκεσε 2 έτη και 3 μήνες και ολοκληρώθηκε υπό την εποπτεία του Αρχιπλοιάρχου Μπέρνχαρντ φον Βίλερστοφ-Ούρμπαϊρ, με πλήρωμα 345 αξιωματικών και 7 επιστημόνων. Η εκστρατεία σχεδιάστηκε από την Αυτοκρατορική Ακαδημία Επιστημών της Βιέννης και αποσκοπούσε στην απόκτηση νέων γνώσεων στους κλάδους της αστρονομίας, της βοτανικής, της ζωολογίας, της γεωλογίας, της ωκεανογραφίας και της υδρογραφίας. Το SMS Novara απέπλευσε από την Τεργέστη στις 30 Απριλίου 1857, περνώντας από το Γιβραλτάρ, τη Μαδέρα, το Ρίο ντε Τζανέιρο, το Κέιπ Τάουν, τη νήσο του Αγίου Παύλου, την Κεϋλάνη, το Μαντράς, τα νησιά Νικομπάρ, τη Σιγκαπούρη, τη Μπατάβια, τη Μανίλα, το Χονγκ Κονγκ, τη Σαγκάη, τη νήσο Πουινιπέτ το Σίδνεϊ (5 Νοεμβρίου 1858), το Όκλαντ, την Ταϊτή, το Βαλπαραΐσο και την Γράβοσα πριν επιστρέψει στην Τεργέστη στις 30 Αυγούστου 1859.[11]

Το 1863 το θωρηκτό του Βασιλικού Ναυτικού, HMS Marlborough, η ναυαρχίδα του ναυάρχου Φρεμάντλ, πραγματοποίησε εθιμοτυπική επίσκεψη στην Πόλα, το κύριο λιμάνι του Αυστροουγγρικού Ναυτικού.[10]

Τον Απρίλιο του 1864 ο Αρχιδούκας Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός παραιτήθηκε από τη θέση του Αρχηγού του Ναυτικού και αποδέχτηκε τη θέση στον θρόνο του Μεξικού από τον Λουδοβίκο Ναπολέοντα, και έγινε ο Μαξιμιλιανός Α΄ του Μεξικού. Ταξίδεψε από την Τεργέστη στο Βερακρούς στο πλοίο SMS Novara, το οποίο συνοδευόταν από τις φρεγάτες SMS Bellona (αυστριακή) και Thémis (γαλλική) ενώ το αυτοκρατορικό ιστιοφόρο Phantasie οδήγησε την πομπή του πολεμικού πλοίου από το παλάτι του Schloß Miramar ως τη θάλασσα.[12] Όταν συνελήφθη και εκτελέστηκε τέσσερα χρόνια αργότερα, ο ναύαρχος Βίλχελμ φον Τέγκετχοφ στάλθηκε με τη Novara για να μεταφέρει το σώμα του Φερδινάνδου Μαξιμιλιανού στην Αυστρία.

Δεύτερος Πόλεμος του Σλέσβιχ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δεύτερος πόλεμος του Σλέσβιχ ήταν η εισβολή της Πρωσίας και της Αυστρίας στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν το 1864. Την εποχή εκείνη, τα δουκάτα ήταν μέρος του Βασιλείου της Δανίας. Ο υποναύαρχος Βίλχελμ φον Τέγκετχοφ διέθεσε ένα μικρό αυστριακό στολίσκο που ταξίδεψε από τη Μεσόγειο μέχρι τη Βόρεια Θάλασσα.[13]

Στις 9 Μαΐου 1864, ο Τέγκετχοφ καθοδήγησε τις αυστριακές ναυτικές δυνάμεις στα ανοιχτά του Χέλγκολαντ από τη ναυαρχίδα του, SMS Schwarzenberg.[10] Η πράξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα τακτική νίκη των δυνάμεων της Δανίας. Ήταν επίσης η τελευταία σημαντική ναυτική πράξη που χρησιμοποιήθηκαν μοίρες ξύλινων σκαφών και η τελευταία σημαντική ναυτική πράξη που αφορούσε τη Δανία.

Ο Τέγκετχοφ (κέντρο) στη Ναυμαχία της Λίσσας. Πίνακας του Αντόν Ρομάκο, 1880

Τρίτος Ιταλικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κορβέτα Erzherzog Friedrich το 1868, ως βετεράνος στη Ναυμαχία της Λίσσας

Στις 20 Ιουλίου 1866, κοντά στο νησί Βις (Λίσσα) στην Αδριατική, ο αυστριακός στόλος, υπό την εποπτεία του υποναυάρχου Βίλχελμ φον Τέγκετχοφ, εγκαθιδρύθηκε στη σύγχρονη εποχή μέσω της ναυμαχίας της Λίσσας στον Τρίτο Ιταλικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Στη ναυμαχία αντιτάχθηκαν οι αυστριακές ναυτικές δυνάμεις ενάντια στις ναυτικές δυνάμεις του νεοσυσταθέντος Βασιλείου της Ιταλίας. Ήταν μια αποφασιστική νίκη για τους ολιγάριθμους Αυστριακούς κατά μιας ανώτερης ιταλικής δύναμης και ήταν η πρώτη μεγάλη ευρωπαϊκή ναυμαχία που αφορούσε πλοία από σίδερο που χρησιμοποιούσαν ατμό και μία από τις τελευταίες που αφορούσε μεγάλα ξύλινα θωρηκτά.[14]

Περίοδος ειρήνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1873 εντάχθηκε στον στόλο η νέα φρεγάτα SMS Laudon (πλήρωμα 480), η οποία κινούνταν με πανιά και ατμό, και η οποία συμμετείχε στη Διεθνή Ναυτική Επισκόπηση του Γκρουζ το 1880.[10]

Κατά τη διάρκεια της ειρηνικής περιόδου τα αυστριακά πλοία επισκέφθηκαν την Ασία, τη Βόρεια Αμερική, τη Νότια Αμερική και τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Το 1869 ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ Ιωσήφ ταξίδεψε με την κορβέτα SMS Viribus Unitis στα εγκαίνια της διώρυγας του Σουέζ. Το πλοίο πήρε το όνομά του από το προσωπικό του σύνθημα.[15]

Πολική Εκστρατεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυστρο-ουγγρικά πλοία και ναυτικό προσωπικό συμμετείχαν επίσης στην εξερεύνηση της Αρκτικής, ανακαλύπτοντας την Γη του Φραγκίσκου Ιωσήφ κατά τη διάρκεια μιας αποστολής που διήρκεσε από το 1872 έως το 1874.[16]

Με επικεφαλής τον αξιωματικό του ναυτικού Καρλ Βέιπρεχτ και τον αξιωματικό του πεζικού και καλλιτέχνη τοπίου Γιούλιους Πάγιερ, η ειδικά κατασκευασμένη ημιολία Tegetthoff απέπλευσε από το Τρόμσε τον Ιούλιο του 1872. Στα τέλη Αυγούστου παγιδεύθηκε σε παγωμένη περιοχή βόρεια του Νόβαγια Ζεμλιά και παρασύρθηκε σε μέχρι τότε άγνωστες Πολικές περιοχές. Τότε οι εξερευνητές ανακάλυψαν ένα αρχιπέλαγος στο οποίο έδωσαν το όνομα του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ Α΄.

Τον Μάιο του 1874 ο Πάγιερ αποφάσισε να εγκαταλείψει το παγιδευμένο πλοίο και να προσπαθήσει να επιστρέψει με έλκηθρα και βάρκες. Στις 14 Αυγούστου 1874 η αποστολή βγήκε στα ανοιχτά και στις 3 Σεπτεμβρίου τελικά βγήκε στη ρωσική ηπειρωτική χώρα.

Στο μεταίχμιο των αιώνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κρητική Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα τέλη του 1896 ξέσπασε εξέγερση στην Κρήτη και στις 21 Ιανουαρίου 1897 ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Κρήτη για να απελευθερώσουν το νησί από τους Οθωμανούς και να το ενώσουν με την Ελλάδα. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Αυστροουγγαρίας, παρενέβησαν και κήρυξαν την Κρήτη διεθνές προτεκτοράτο. Πολεμικά πλοία του k.u.k. Kriegsmarine περιπολούσαν τα νερά της Κρήτης προς αποκλεισμό των οθωμανικών ναυτικών δυνάμεων. Η Κρήτη παρέμεινε σε δύσκολη θέση μέχρι να παραχωρηθεί τελικά στην Ελλάδα το 1913.[17]

Εξέγερση των Μπόξερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αυστροουγγαρία ήταν μέρος της Οκταεθνούς Συμμαχίας κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Μπόξερς στην Κίνα (1899-1901). Ως μέλος των συμμαχικών εθνών, η Αυστρία έστειλε δύο εκπαιδευτικά πλοία και τα καταδρομικά SMS Kaiserin und Königin Maria Theresia, SMS Kaiserin Elisabeth, SMS Aspern και SMS Zenta και λόχο πεζοναυτών στην ακτή της Βόρειας Κίνας τον Απρίλιο του 1900.

Τον Ιούνιο βοήθησαν να διατηρηθεί ο σιδηρόδρομος του Τιεντζίν εναντίον των δυνάμεων των Μπόξερς και επίσης άνοιξαν πυρ κατά πλοίων τζόγκα στον ποταμό Χάι κοντά στο Τονγκ-Τσέου. Συμμετείχαν επίσης στην κατάληψη του Φρουρίου Τάκου που έλεγχε την προσέγγιση στο Τιεντζίν και την κατάληψη τεσσάρων Κινέζων αντιτορπιλικών από τον Πλοίαρχο Ρότζερ Κις του HMS Fame. Συνολικά οι δυνάμεις της k.u.k. υπέστησαν λίγες απώλειες κατά τη διάρκεια της εξέγερσης.

Μετά την εξέγερση, ένα καταδρομικό διατηρήθηκε μόνιμα στο ναύσταθμο της Κίνας και απόσπασμα πεζοναυτών εγκαταστάθηκε στην πρεσβεία στο Πεκίνο.[18]

Μαυροβούνιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, η Αυστροουγγαρία εντάχθηκε στη συμμαχία Γερμανίας, Γαλλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και Ιταλίας αποκλείοντας την πόλη του Μπαρ (Αντιβάρι) στο Βασίλειο του Μαυροβουνίου.[19]

Ευρωπαϊκός ναυτικός εξοπλιστικός αγώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχέδιο κλίμακας πλοίο ημί-ντρώντνοτ κλάσης Radetzky

Μεταξύ των πολλών παραγόντων που προκάλεσαν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η κούρσα ναυτικών εξοπλισμών μεταξύ της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και της Αυτοκρατορικής Γερμανίας. Η Γερμανία ενίσχυσε την ναυπηγική της υποδομή, δημιουργώντας νέα ναυπηγεία και διευρύνοντας το κανάλι του Κιέλου για να επιτρέψει την ναυσιπλοΐα σε μεγαλύτερα πλοία. Ωστόσο, δεν ήταν η μοναδική ευρωπαϊκή κούρσα ναυτικών εξοπλισμών. Η αυτοκρατορική Ρωσία άρχισε επίσης να κατασκευάζει ένα νέο σύγχρονο ναυτικό μετά την ήττα στον Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο.[20] Η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και το Βασίλειο της Ιταλίας βρίσκονταν σε μια δική τους κόντρα για την κυριαρχία στην Αδριατική θάλασσα.[21] Η k.u.k. Kriegsmarine είχε έναν άλλο εξέχοντα υποστηρικτή την εποχή εκείνη, τον Αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο. Όπως και άλλοι υποστηρικτές του ναυτικού πριν από αυτόν, ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος είχε έντονο προσωπικό ενδιαφέρον για το στόλο και ήταν ενεργός αγωνιστής για ναυτικά θέματα.

Η εποχή του ντρέντνωτ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1906 η Βρετανία ολοκλήρωσε την κατασκευή του θωρηκτού HMS Dreadnought το οποίο ήταν τόσο προηγμένο που κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι καθιστούσε όλα τα προηγούμενα θωρηκτά παρωχημένα, αν και η Βρετανία και άλλες χώρες συνέχισαν να χρησιμοποιούν πλοία της προηγούμενης εποχής.

Το ντρέντνωτ SMS Tegetthoff, που πήρε το όνομά του από το Ναύαρχο φον Τέγκετχοφ

Οι ναυπηγοί της Αυστροουγγαρίας, έχοντας επίγνωση της αναπόφευκτης κυριαρχίας όλων των πλοίων τύπου ντρέντνωτ που διέθεταν πολυβόλα μεγάλου διαμετρήματος, παρουσίασαν το σχέδιο τους στο Marinesektion des Reichskriegsministeriums (Τμήμα Ναυτικών του Υπουργείου Πολέμου) στη Βιέννη, το οποίο στις 5 Οκτωβρίου 1908 διέταξε την κατασκευή πλοίων τύπου ντρέντνωτ, ενώ η πρώτη σύμβαση ανατέθηκε στο "Werft das Stabilimento Tecnico Triestino (STT)", και ο οπλισμός κατασκευάστηκε από την Skoda Works στο Πίλζεν. Ο ναυτικός προϋπολογισμός για το 1910 αυξήθηκε ουσιαστικά για να επιτρέψει σημαντικές επανατοποθετήσεις του υφιστάμενου στόλου και περισσότερα θωρηκτά ντρέντνωτ. Τα θωρηκτά SMS Tegetthoff και SMS Viribus Unitis καθελκύστηκαν από τον Αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο στην Τεργέστη, εν μέσω μεγάλου ενθουσιασμού, στις 24 Ιουνίου 1911 και στις 21 Μαρτίου 1912 αντίστοιχα. Ακολούθησαν τα SMS Prinz Eugen και SMS Szent István. Αυτά τα θωρηκτά, τα οποία κατασκευάστηκαν αργότερα από τα περισσότερα βρετανικά και γερμανικά ντρέντνωτ, ήταν αρκετά μπροστά σε ορισμένες πτυχές του σχεδιασμού τους, συγκριτικά τόσο με τα γαλλικά όσο και τα ιταλικά πλοία, και κατασκευάστηκαν με ασύρματα δωμάτια Marconi καθώς και αντιαεροπορικό οπλισμό. Λέγεται ότι ήταν τα πρώτα θωρηκτά στον κόσμο εξοπλισμένα με εκτοξευτές τορπιλών ενσωματωμένους στην πλώρη τους.[15]

Μεταξύ 22 και 28 Μαΐου του 1914, το Tegetthoff, συνοδευόμενο από το Viribus Unitis, πραγματοποίησαν εθιμοτυπική επίσκεψη στο βρετανικό Μεσογειακό στόλο στη Μάλτα.[15]

Στόλος υποβρυχίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1904, αφού έδωσε την δυνατότητα στα πολεμικά ναυτικά των άλλων χωρών να πρωτοπορήσουν στην ανάπτυξη υποβρυχίων, το Αυστροουγγρικό Ναυτικό διέταξε την Αυστριακή Ναυτική Τεχνική Επιτροπή (MTK) να κάνει σχεδιασμό για υποβρύχια. Ο σχεδιασμός του Ιανουαρίου 1905 έγινε από την MTK ενώ άλλα σχέδια που υποβλήθηκαν από το κοινό ως μέρος ενός διαγωνισμού σχεδίου, απορρίφθηκαν από το ναυτικό ως ανέφικτα. Αντ' αυτού, επελέγη να γίνει παραγγελία δύο υποβρυχίων σε σχέδια του Σάιμον Λέικ, της Germaniawerft και του Τζον Φίλιπ Χόλαντ μέσω μιας ανταγωνιστικής αξιολόγησης. Τα δύο υποβρύχια της Germaniawerft αποτελούσαν την κατηγορία U-3.[22][Note 1] Το Ναυτικό ενέκρινε δύο σκάφη, τα U-3 και U-4, από τη Germaniawerft το 1906.[23]

Η κλάση U-3 ήταν μια βελτιωμένη έκδοση του μοντέλου της Germaniawerft για το πρώτο πλοίο-U του Αυτοκρατορικού Γερμανικού Ναυτικού, του U-1,[23] και διέθετε διπλό κύτος με εσωτερικές δεξαμενές. Οι μηχανικοί της Germaniawerft εκλεπτύνουν το σχήμα του κύτους του μοντέλου μέσω εκτεταμένων δοκιμών.[24]

Τα U-3 και U-4 καθορίστηκαν άρχισαν να κατασκευάζονται στις 12 Μαρτίου 1907 στο ναυπηγείο της Germaniawerft στο Κίελο και καθελκύστηαν τον Αύγουστο και το Νοέμβριο του 1908, αντίστοιχα.[24][25][Note 2] Μετά την ολοκλήρωση, το καθένα οδηγήθηκε στην Πούλα μέσω Γιβραλτάρ,[24] με το U-3 να φτάνει τον Ιανουάριο του 1909 και το U-4 τον Απρίλιο.[25]

Η κλάση U-5 σχεδιάστηκε με βάση την κλάση C του Αμερικανικού Ναυτικού[26] και κατασκευάστηκε από την εταιρεία Whitehead & Co. του Ρόμπερτ Γουάιτχεντ με άδεια του Χόλαντ και της εταιρείας του, Electric Boat.[24] Τα υλικά για τα δύο πρώτα αυστριακά σκάφη κατασκευάστηκαν από την εταιρεία Electric Boat και συναρμολογήθηκαν στο Φιούμε, ενώ το τρίτο σκάφος ήταν αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας του Γουάιτχεντ, ο οποίος δεν κατάφερε να βρει αγοραστή και έτσι αγοράστηκε από την Αυστροουγγαρία στο ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[26]

Τα σκάφη της κλάσης U-5 είχαν μονοκόμματο σχεδιασμό με σχήμα δακρύου που έμοιαζε έντονα με τα σύγχρονα πυρηνικά υποβρύχια.[27] Τα σκάφη είχαν μήκος πάνω από 32 μέτρα (105 πόδια) και εκτόπισμα 240 τόνων στην επιφάνεια και 273 τόνων στον βυθό.[24] Οι τορπιλικές σήραγγες είχαν μοναδικού σχεδιασμού καταπακτές σε σχήμα τριφυλλιού που περιστρέφονταν στον κεντρικό άξονα. Τα πλοία τροφοδοτούνταν από διπλούς 6κύλινδρους βενζινοκινητήρες στην επιφάνεια, αλλά υπέφεραν από ανεπαρκή αερισμό που είχε ως αποτέλεσμα συχνά προβλήματα στην υγεία του πληρώματος.[22] Ενώ βρισκόταν στον βυθό κινούνταν από δίδυμους ηλεκτροκινητήρες.[24] Τρία σκάφη κατασκευάστηκαν στις κλάσεις: U-5, U-6, και U-12.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυστροουγγρικά πλοία ντρέντνωτ στην Πούλα.
Πλοία του Αυστροουγγρικού στόλου πραγματοποιούν ελιγμούς, τον Φεβρουάριο του 1913.

Μετά τη δολοφονία του Αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του το 1914, το Αυστριοουγγρικό Ναυτικό τους τίμησε με επιμνημόσυνη πομπή στο SMS Viribus Unitis.[28]

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το ναυτικό προέβη σε κάποιες ενέργειες, αλλά πριν από την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο πέρασε μεγάλο μέρος του χρόνου στη μεγάλη ναυτική βάση στην Πούλα, με εξαίρεση μικρές αψιμαχίες. Μετά την ιταλική διακήρυξη του πολέμου αντιμετώπισε το Ιταλικό και το Γαλλικό Ναυτικό στη Μεσόγειο σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.[29]

Μετά τη διακήρυξη του πολέμου τον Αύγουστο του 1914, οι δυνάμεις της Γαλλίας και του Μαυροβουνίου επιχείρησαν να προκαλέσουν καταστροφές στο Κατάρο, τη νοτιότερη βάση του KuK Kriegsmarine στην Αδριατική. Ολόκληρο το Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 1914, το ναυτικό βομβάρδισε τις Συμμαχικές δυνάμεις και οδήγησε σε μια αποφασιστική ήττα για αυτές, και αργότερα ξανά τον Ιανουάριο του 1916 σε αυτό που ονομάστηκε Μάχη του Λόβτσεν, γεγονός που βοήθησε στην ταχεία αποχώρηση του Μαυροβουνίου από τον πόλεμο.[30]

Ο υποπλοίαρχος πλοίου γραμμής (Linienschiffsleutnant) φον Τραπ στην γέφυρα του U-5

Στις 15 Μαΐου 1915, όταν η Ιταλία κήρυξε πόλεμο στην Αυστροουγγαρία, τα πλοία του αυστροουγγρικού ναυτικού απέπλευσαν από τους ναυστάθμους τους στην Πόλα (σημερινή Πούλα, Κροατία), το Σεμπένικο (σημερινό Σιμπένικ της Κροατίας) και το Κατάρο (σημερινό Κότορ του Μαυροβουνίου) με σκοπό τον βομβαρδισμό της ιταλικής ακτή μεταξύ Βενετίας και Μπαρλέτας. Κύριοι στόχοι ήταν οι πόλεις Ανκόνα, Ρίμινι, Βιέστε, Μανφρεντόνια, Μπαρλέτα και γέφυρες και σιδηροδρομικές γραμμές κατά μήκος της ακτής. Μέχρι το 1917, ο στόλος της Αυστροουγγαρίας ήταν άθικτος.[31]

Η παρουσία τριών συμμαχικών ναυτικών στη Μεσόγειο έκανε εξαιρετικά δύσκολα τα μέτρα συντονισμού και κοινού δόγματος. Η Μεσόγειος χωρίστηκε σε έντεκα ζώνες, από τις οποίες οι βρετανικές ναυτικές αρχές ήταν υπεύθυνες για τέσσερις, οι γαλλικές για τέσσερις και οι ιταλικές για τρεις. Οι διαφορετικές δομές διοίκησης, η εθνική υπερηφάνεια και ο γλωσσικός φραγμός συνέβαλαν στην έλλειψη συνοχής στην εφαρμογή της συμμαχικής θαλάσσιας κυριαρχίας, δημιουργώντας μια κατάσταση κατά την οποία οι επιθέσεις των ναυτικών της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας έφτασαν στο αποκορύφωμά τους. Ένα παράδειγμα έλλειψης συντονισμού ήταν το ναυάγιο του ιταλικού μεταγωγικού Minas στην διαδρομή του από την Ιταλία προς τη Θεσσαλονίκη, το οποίο τορπιλίστηκε μέσα σε μια από τις βρετανικές ζώνες τον Φεβρουάριο του 1917 με αποτέλεσμα την απώλεια 870 ζωών. Τα βρετανικά συνοδευτικά πλοία δεν κατανόησαν το μήνυμα και δεν μπόρεσαν να καλύψουν το ιταλικό καταδρομικό που βρισκόταν στα όρια της ζώνης.[32]

Ναυμαχία στο Ντουράτσο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Δεκέμβριο του 1915 μοίρα καταδρομικών της k.u.k. Kriegsmarine προσπάθησε να επιτεθεί στα σερβικά στρατεύματα που εκκένωναν την Αλβανία. Μετά τη βύθιση ενός γαλλικού υποβρυχίου και τον βομβαρδισμό της πόλης Ντουράτσο (σημερινό Δυρράχιο), η μοίρα έπεσε σε ναρκοπέδιο, με αποτέλεσμα την βύθιση ενός αντιτορπιλικού και της καταστροφής ενός άλλου. Την επόμενη μέρα η μοίρα βρέθηκε απέναντι σε μοίρα βρετανικών, γαλλικών και ιταλικών καταδρομικών και αντιτορπιλικών. Η επακόλουθη ναυμαχία είχε ως αποτέλεσμα την βύθιση δύο αυστριακών αντιτορπιλικών και ελαφρές ζημιές σε ένα άλλο, ενώ τα συμμαχικά πολεμικά πλοία υπέστησαν μικρές μόνο ζημιές.[33]

Σε τριμερή συνδιάσκεψη των δυνάμεων στις 28 Απριλίου 1917, στην Κέρκυρα, συζητήθηκε μια πιο επιθετική στρατηγική στην Αδριατική, αλλά οι Ιταλοί δεν ήταν διατεθειμένοι να εξετάσουν οποιαδήποτε επιχείρηση με την χρήση μεγάλων πλοίων, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του αυστροουγγρικού στόλου. Οι Βρετανοί και οι Γάλλοι φαινόταν απρόθυμοι να κινηθούν μόνοι τους εναντίον των Αυστροουγγάρων, ειδικά αν επρόκειτο για ναυμαχία πλήρους κλίμακας. Αλλά και οι Αυστριακοί δεν έμειναν ανενεργοί και, ακόμη κατά την διάρκεια της διάσκεψης των Συμμαχικών δυνάμεων, σχεδίαζαν επιχείρηση στο Οτράντο.[34]

Ναυμαχία στα Στενά του Οτράντο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το SMS Novara μετά τη Ναυμαχία στα Στενά του Οτράντο.
Μνημείο για τους «ήρωες της ναυμαχίας του Οτράντο» στην χερσόνησο Πρεβλάκα της σημερινής Κροατίας

Καθ' όλη τη διάρκεια του 1917 η Αδριατική παρέμεινε το κλειδί για το τα πλοία-U στη Μεσόγειο. Το Κατάρο, περίπου 225 χιλιόμετρα βόρεια των Στενών του Οτράντο, ήταν η βάση των πλοίων-U.[35]

Ο Αποκλεισμός του Οτράντο, που πραγματοποιήθηκε από τους Συμμάχους με την χρήση 120 πλοίων με δίχτυα, είχε σκοπό να διακόψει την διέλευση των πλοίων-U από το Κατάρο. Ωστόσο, η επιχείρηση απέτυχε, και από το 1916 που ξεκίνησε, μόνο δύο πλοία-U εμποδίστηκαν: το αυστριακό U-6 και το γερμανικό UB-44.[36]

Ωστόσο, ο αποκλεισμός σήμαινε ότι ο στόλος της Αυστροουγγαρίας δεν θα μπορούσε να απομακρυνθεί από την Αδριατική θάλασσα παρά μόνο αν ήταν πρόθυμος να ναυμαχήσει με τις δυνάμεις αποκλεισμού. Το γεγονός αυτό, και καθώς ο πόλεμος είχε αποτέλεσμα δυσκολίες στον ανεφοδιασμό, ιδιαίτερα του άνθρακα, αλλά και ο φόβος για τυχόν νάρκες, περιόρισε το Αυστροουγγρικό Ναυτικό στην κάλυψη των ιταλικών και σερβικών ακτών.[37]

Είχαν ήδη γίνει τέσσερις μικρής κλίμακας αυστροουγγρικές επιθέσεις στις δυνάμεις αποκλεισμού, στις 11 Μαρτίου, στις 21 και 25 Απριλίου και στις 5 Μαΐου 1917, αλλά καμία από αυτές δεν είχε σημαντικό αποτέλεσμα. Πλέον γινόταν μεγαλύτερες προετοιμασίες, με δύο πλοία-U να τοποθετούν νάρκες στο Μπρίντιζι και ένα τρίτο να περιπολεί τις εξόδους διαφυγής σε περίπτωση που οι αγγλο-ιταλικές δυνάμεις απομακρυνόταν κατά τη διάρκεια της επίθεσης. Η όλη επιχείρηση είχε προγραμματιστεί για τη νύχτα της 14ης/15ης Μαΐου, και οδήγησε στη μεγαλύτερη ναυμαχία του Αυστροουγγρικού Ναυτικού στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη ναυμαχία των Στενών του Οτράντο.[38]

Τα πρώτα αυστροουγγρικά πολεμικά πλοία που χτύπησαν στη ναυμαχία ήταν οι δύο αντιτορπιλικά, το SMS Csepel και το SMS Balaton. Μια ιταλική νηοπομπή τριών πλοίων, συνοδευόμενη από το αντιτορπιλικό Borea, πλησίαζε στη Βαλόνα (σημερινός Αυλώνας), όταν, μέσα στο σκοτάδι οι Αυστριακοί έπεσαν πάνω τους. Το Borea βυθίστηκε. Από τα τρία εμπορικά πλοία, το ένα φορτωμένο με πυρομαχικά χτυπήθηκε και ανατινάχτηκε, ένα δεύτερο πυρπολήθηκε και το τρίτο χτυπήθηκε. Τα δύο αυστριακά αντιτορπιλικά κινήθηκαν στην συνέχεια προς βορρά.[39]

Εν τω μεταξύ, τρία αυστροουγγρικά καταδρομικά υπό τη γενική διοίκηση του Πλοιάρχου Μίκλος Χόρτι, τα SMS Novara, SMS Saida και Helgoland, είχαν περάσει από περιπολία τεσσάρων γαλλικών αντιτορπιλικών βόρεια του αποκλεισμού, έχοντας θεωρηθεί φιλικά και συνεπώς χωρίς να αντιμετωπιστούν. Στη συνέχεια πέρασαν από τον αποκλεισμό προτού επιστρέψουν για να επιτεθούν. Κάθε αυστριακό καταδρομικό ανέλαβε το ένα τρίτο της γραμμής και άρχισε σιγά-σιγά και συστηματικά να καταστρέψει τον αποκλεισμό χρησιμοποιώντας πολυβόλα 10 εκατοστών (4 ίντσες), αναγκάζοντας όλους τους ναύτες των Συμμάχων να εγκαταλείψουν τα πλοία τους.[40]

Κατά τη διάρκεια ναυμαχίας, οι Σύμμαχοι έχασαν δύο αντιτορπιλικά, 14 πολεμικές τράτες και ένα ανεμόπτερο, ενώ το Αυστροουγγρικό Ναυτικό υπέστη ελάχιστες ζημιές (οι αγωγοί παροχής ατμού του Novara υπέστησαν βλάβη) και ελάχιστες απώλειες. Ο στόλος του Αυστροουγγρικού Ναυτικού επέστρεψε στις βάσεις του προς τα βόρεια για να προβεί σε επισκευές και προμήθειες ενώ οι Σύμμαχοι έπρεπε να αναδημιουργήσουν τον αποκλεισμό.[41]

Ανταρσία του Κατάρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Φεβρουάριο του 1918 ξεκίνησε μια ανταρσία στον 5ο Στόλο που στάθμευε στη ναυτική βάση του κόλπου του Κατάρο. Οι ναυτικοί σε 40 πλοία εντάχθηκαν στην ανταρσία απαιτώντας καλύτερη μεταχείριση ζητώντας τον τερματισμό του πολέμου.[42]

Η ανταρσία απέτυχε να εξαπλωθεί πέρα από το Κατάρο και μέσα σε τρεις ημέρες είχε φτάσει άλλη ναυτική μοίρα πιστή στους κυβερνήτες. Μαζί με το παράκτιο πυροβολικό, η μοίρα άνοιξε πυρ σε μερικά από τα πλοία των ανταρτών και στη συνέχεια τους επιτέθηκε με το Ναυτικό Πεζικό της k.u.k. σε σύντομη και επιτυχημένη αψιμαχία. Περίπου 800 ναυτικοί φυλακίστηκαν, δεκάδες δικάστηκαν και τέσσερις εκτελέστηκαν, μεταξύ των οποίων ο ηγέτης της εξέγερσης, ο Φράντς Ρας, από τη Βοημία. Δεδομένου των τεράστιων πληρωμάτων που απαιτούνταν στα ναυτικά πλοία της εποχής, ο αριθμός των εξεγερθέντων αποτελεί ένδειξη ότι η ανταρσία περιοριζόταν σε λίγα άτομα.[43]

Τέλη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ναύαρχος Μίκλος Χόρτι.

Μια δεύτερη προσπάθεια πραγματοποίησης αποκλεισμού έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 1918 υπό τις εντολές του υποναυάρχου Χόρτι. Σχεδιάστηκε μια αιφνιδιαστική επίθεση, αλλά η αποστολή καταδικάστηκε όταν ο στόλος εντοπίστηκε τυχαία από ιταλική περιπολία πλοίων MAS, υπό τις εντολές του Λουίτζι Ρίτσο, ο οποίος που είχε ήδη βυθίσει, από αγκυροβόλιο, το 25 ετών θωρηκτό SMS Wien (5.785 τόνοι) το προηγούμενο έτος. Το πλοίο MAS του Ρίτσο εκτόξευσε δύο τορπίλες, χτυπώντας ένα από τα τέσσερα αυστριακά ντρέντνωτ, το SMS Szent István που είχε ήδη κινούνταν πιο αργά λόγω προβλημάτων στον κινητήρα. Το στοιχείο της έκπληξης είχε χαθεί, και ο Χόρτι διέκοψε την επίθεσή του. Καταβλήθηκαν τεράστιες προσπάθειες από το πλήρωμα ώστε το Szent István να σωθεί. Το οποίο είχε χτυπηθεί κάτω από τον ίσαλο, και το θωρηκτό τύπου ντρέντνωτ Tegetthoff το ρυμούλκησε μέχρι να καταφθάσει ρυμουλκό. Ωστόσο, λίγο μετά τις 6 π.μ., υπήρξε πρόβλημα με τις αντλίες του πλοίου, και έτσι αυτό βρισκόταν πλέον σε άσχημη κατάσταση και έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Το Szent István βυθίστηκε λίγο αργότερα, παίρνοντας μαζί του 89 μέλη πληρώματος. Το συμβάν κινηματογραφήθηκε από αδελφό πλοίο.[15]

Το 1918, για να αποφύγει να παραδώσει το στόλο του στους νικητές, ο Αυστριακός Αυτοκράτορας παρέδωσε ολόκληρο το στόλο του πολεμικού και εμπορικού αυστροουγγρικού ναυτικού, μαζί με όλα τα λιμάνια, τα οπλοστάσια και τις οχυρώσεις στο νέο Κράτος των Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων. Το κράτος αυτό ανακηρύχθηκε επισήμως στις 29 Οκτωβρίου 1918 αλλά δεν αναγνωρίστηκε ποτέ από άλλες χώρες. Τα διπλωματικά σημειώματα στάλθηκαν στις κυβερνήσεις της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιταλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας ώστε να τους ενημερώσουν ότι το νεοσυσταθέν κράτος δεν βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με καμία χώρα και ότι το Συμβούλιο είχε αναλάβει ολόκληρο τον αυστροουγγρικό στόλο. Δεν δόθηκε καμία απάντηση και για όλους τους πρακτικούς σκοπούς ο πόλεμος συνεχίστηκε αμετάβλητος. Η Αυστρία ζήτησε ανακωχή στις 29 Οκτωβρίου. Μετά από λίγες ημέρες διαπραγματεύσεων και υπογραφών, η ανακωχή τέθηκε σε ισχύ στις 4 Νοεμβρίου.[44]

Την 1η Νοεμβρίου 1918 δύο ναύτες του Ιταλικού Βασιλικού Ναυτικού, οι Ραφαέλε Παολούτσι και Ραφαέλε Ροσέτι, κατηύθυναν μια πρωτόγονη επανδρωμένη τορπίλη (με το παρατσούκλι Mignatta ή «βδέλλα») κατά της αυστριακής ναυτικής βάσης της Πούλα. Με τη χρήση ναρκών, βύθισαν το αγκυροβολημένο Viribus Unitis, με σημαντικές απώλειες ζωής, καθώς και το φορτηγό Wien.[45] Το γαλλικό ναυτικό επίταξε το νέο ντρέντνωτ SMS Prinz Eugen, το οποίο μετακινήθηκε στη Γαλλία και αργότερα χρησιμοποιήθηκε για πρακτική κατά στόχων στον Ατλαντικό, όπου καταστράφηκε.[15]

Απώλειες πλοίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πλοία που χάθηκαν κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο:[46]

Πλοία που χάθηκαν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο:

Λιμένες και τοποθεσίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ναυπηγείο της Αυσροουγγαρίας την Πούλα, περ. 1890

Το κύριο λιμάνι του αυστροουγγρικού ναυτικού ήταν το Seearsenal (ναυτική βάση) στην Πόλα (σημερινή Πούλα της Κροατίας), ένα ρόλο που ανέλαβε από τη Βενετία, όπου βρισκόταν προηγουμένως το αυστριακό ναυτικό. Σε συμπληρωματικές βάσεις περιλαμβανόταν το πολυσύχναστο λιμάνι της Τεργέστης και το φυσικό λιμάνι του Κατάρο (σημερινό Κότορ στο Μαυροβούνιο) στο πιο νότιο σημείο της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Τόσο η Τεργέστη όσο και η Πούλα είχαν σημαντικές εγκαταστάσεις ναυπηγικής βιομηχανίας.[10] Οι ναυτικές εγκαταστάσεις του Πόλα περιλάμβαναν μία από τις μεγαλύτερες πλωτές δεξαμενές στη Μεσόγειο. Η πόλη Πούλα ήταν επίσης η τοποθεσία όπου βρισκόταν η κεντρική εκκλησία του ναυτικού "Stella Maris" (k.u.k. Marinekirche "Stella Maris"), το Αυστροουγγρικό Ναυτικό Παρατηρητήριο και το στρατιωτικό ναυτικό νεκροταφείο της αυτοκρατορίας (k.u.k. Marinefriedhof).[50] Το 1990, το νεκροταφείο αποκαταστάθηκε μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης από το κομμουνιστικό καθεστώς της Γιουγκοσλαβίας. Η Αυστροουγγρική Ναυτική Ακαδημία (k.u.k. Marine-Akademie) βρισκόταν στο Φιούμε (σημερινή Ριέκα της Κροατίας).[51]

Η Τεργέστη ήταν επίσης η έδρα της εμπορικής γραμμής Österreichischer Lloyd (που ιδρύθηκε το 1836. μετονομάστηκε αργότερα σε Lloyd Triestino, και πλέον είναι γνωστή ως Italia Marittima). Μέχρι το 1913, η Österreichischer Lloyd είχε στόλο 62 πλοίων συνολικού βάρους 236.000 τόνων.[10]

Ναυτική αεροπορία: K.u.K. Seefliegerkorps[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Albatros D.III του K.u.K. Seefliegerkorps.

Τον Αύγουστο του 1916, ιδρύθηκε το Αυτοκρατορικό και Βασιλικό Ναυτικό Αεροπορικό Σώμα ή K.u.K. Seeflugwesen. Το 1917 μετονομάστηκε σε K.u.K. Seefliegerkorps. Οι πρώτοι αεροπόροι ήταν αξιωματικοί του ναυτικού που εκπαιδεύτηκαν ως πιλότοι στο αεροδρόμιο της πόλης Βίνερ Νόυστατ στην Κάτω Αυστρία, όπου βρισκόταν και η Θηρεσιανή Στρατιωτική Ακαδημία. Αρχικά τους ανατέθηκαν πτήσεις αναγνώρισης μεταξύ των θωρηκτών κλάσης Tegetthoff. Αργότερα, το k.u.k. Seefliegerkorps χρησιμοποίησε επίσης τα ακόλουθα αεροδρόμια της Αλβανίας και της νότιας Δαλματίας: Μπεράτ, Καβάγια, Τίρανα, Σκόδρα και Ίγκαλο. Διέθετε επίσης αεροδρόμιο στην Ποντγκόριτσα του Μαυροβουνίου.[52] Οι μοίρες της αεροπορίας χρησιμοποιούσαν τα εξής αεροδρόμια:

  • Flik 1 - Ίγκαλο μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου
  • Flik 6 - Ίγκαλο μεταξύ Νοεμβρίου 1915 και Ιανουαρίου 1916
    • - Σκόδρα μεταξύ Ιανουαρίου 1916 και Ιουνίου 1917
    • - Τίρανα μεταξύ Ιουλίου 1917 και Ιουνίου 1918
    • - Μπάνια μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου 1918
    • - Τίρανα μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 1918
    • - Ποντγκόριτσα μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου 1918
  • Flik 13 - Μπεράτ μεταξύ Αυγούστου και Σεπτεμβρίου 1918
    • - Καβάγια μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 1918

Οι ακόλουθες αυστριακές μοίρες επιχειρούσαν επίσης από το Φέλτρε:

  • Flik 11 - από τον Φεβρουάριο του 1918
  • Flik 14 - μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου 1918
  • Flik 16 - μεταξύ Νοεμβρίου 1917 και Οκτωβρίου 1918
  • Flik 31 - μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου
  • Flik 36 - μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου 1918
  • Flik 39 - μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου 1918
  • Flik 45 - τον Απρίλιο του 1918
  • Flik 56 - τον Δεκέμβριο του 1917
  • Flik 60J - μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου 1918
  • Flik 66 - μεταξύ Ιανουαρίου και Νοεμβρίου 1918
  • Flik 101 - τον Μάιο του 1918

Το Φέλτρε κατελήφθη από τις αυστριακές δυνάμεις στις 12 Νοεμβρίου 1917 μετά τη Μάχη του Καπορέττο. Υπήρχαν άλλα δύο στρατιωτικά αεροδρόμια σε κοντινή απόσταση, στο Άρσι και στο Φοντσάσο. Αποτελούσε τον βασικό σταθμό για τους Αυστριακούς ναυτικούς αεροπόρους στην ευρύτερη περιοχή. Το K.u.K. Seeflugwesen χρησιμοποιούσε ως επί το πλείστον τροποποιημένα γερμανικά αεροσκάφη, αλλά παρήγαγε και αρκετές παραλλαγές.[53] Μερικά από τα αεροσκάφη που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τα εξής:

Προβλήματα σχετικά με το ναυτικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν εμφανίστηκαν οικονομικά και πολιτικά προβλήματα στην Αυτοκρατορία, το Αυστριακό (και αργότερα Αυστροουγγρικό) Πολεμικό Ναυτικό δεν αποτελούσε προτεραιότητα στο μεγαλύτερο διάστημα της ύπαρξης του.

Ένας λόγος ήταν ότι η κυριαρχία στην θάλασσα δεν ήταν ποτέ προτεραιότητα της αυστριακής εξωτερικής πολιτικής και ότι το ίδιο το Ναυτικό ήταν σχετικά ελάχιστα γνωστό και δεν υποστηριζόταν από το κοινό. Δραστηριότητες όπως ανοιχτές ημέρες και ναυτικές λέσχες δεν μπόρεσαν να αλλάξουν το συναίσθημα πως το Πολεμικό Ναυτικό ήταν κάτι «ακριβό αλλά μακρινό». Ένα άλλο σημείο ήταν ότι οι ναυτικές δαπάνες βρισκόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος υπό την εποπτεία του Αυστριακού Υπουργείου Πολέμου, το οποίο ελέγχονταν σε μεγάλο βαθμό από το Στρατό, με μόνη εξαίρεση την περίοδο πριν από τη Ναυμαχία της Λίσσας.[54]

Το Πολεμικό Ναυτικό μπόρεσε μόνο να αντλήσει σημαντική προσοχή και κονδύλια κατά τη διάρκεια των τριών σύντομων περιόδων που υποστηριζόταν ενεργά ένα μέλος της Αυτοκρατορικής Οικογένειας. Οι Αρχιδούκες Φρειδερίκος (1821-1847), Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός (1832-1867) και Φραγκίσκος Φερδινάνδος (1863-1914) είχαν ο καθένας έντονο προσωπικό ενδιαφέρον για το στόλο, κατείχαν ανώτερες θέσεις στο ναυτικό και ήταν ενεργοί αγωνιστές σχετικά με τα ναυτικά θέματα. Ωστόσο, κανένας δεν έμεινε πολύ, καθώς ο Αρχιδούκας Φρειδερίκος πέθανε σε μικρή ηλικία, ο Φερδινάνδος Μαξιμιλιανός έφυγε από την Αυστρία για να γίνει αυτοκράτορας του Μεξικού και ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος δολοφονήθηκε πριν ανέλθει στον θρόνο.[55]

Τα προβλήματα του Πολεμικού Ναυτικού επιδεινώθηκαν περαιτέρω από τις έντεκα διαφορετικές εθνοτικές ομάδες που απάρτιζαν την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία. Οι αξιωματικοί έπρεπε να μιλούν τουλάχιστον τέσσερις από τις γλώσσες που της αυτοκρατορίας. Οι Γερμανοί και οι Τσέχοι ήταν γενικά στα σήματα και εκτελούσαν καθήκοντα μηχανικού, οι Ούγγροι έγιναν οπλίτες, ενώ οι Κροάτες και οι Ιταλοί ήταν ναυτικοί ή καπετάνιοι. Ο Αυστροουγγρικός Συμβιβασμός του 1867 αποσκοπούσε στην ηρεμία της πολιτικής δυσαρέσκειας με τη δημιουργία της διπλής μοναρχίας, στην οποία ο αυτοκράτορας της Αυστρίας ήταν επίσης βασιλιάς της Ουγγαρίας. Αυτή η συνταγματική αλλαγή αντικατοπτρίστηκε επίσης στον τίτλο του Ναυτικού, ο οποίος άλλαξε σε «Αυτοκρατορικό και Βασιλικό Ναυτικό» (kaiserlich und königliche Kriegsmarine, σύντομη μορφή K.u.K. Kriegsmarine).[56]

Πέρα από τα προβλήματα που απορρέουν από τη δυσκολία αποτελεσματικής επικοινωνίας μέσα σε ένα τέτοιο πολύγλωσσο στρατό, τα θωρηκτά της Αυτοκρατορίας ήταν γενικά μικρότερα από εκείνα άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων.[57]

Αξιοσημείωτοι αξιωματικοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επικεφαλής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επικεφαλής του Ναυτικού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καπέλο της στολής του σημαιοφόρου του Αυστροουγγρικού Ναυτικό, Μουσείο Στρατιωτικής Ιστορίας της Βιέννης.

(στα γερμανικά Oberkommandant der Marine. Από τον Μάρτιο του 1868 οι κάτοχοι του τίτλου αποκαλούνταν Marinekommandant)

Επικεφαλής του Στόλου (1914–1918)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(στα γερμανικά Flottenkommandant)

Επικεφαλής του Τμήματος Ναυτικού του Υπουργείου Πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(στα γερμανικά Chef der Marinesektion στο Kriegsministerium)

Επικεφαλής στρατηγοί του Μηχανικού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

(στα γερμανικά Generalschiffbauingenieur)

Λάβαρο του ναυτικού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Αυστριακό Ναυτικό Λάβαρο 1786-1915


Έως ότου ο Αυτοκράτορας Ιωσήφ Β΄ ενέκρινε το λάβαρο του ναυτικού στις 20 Μαρτίου 1786, τα αυστριακά ναυτικά σκάφη χρησιμοποιούν την κίτρινη και μαύρη αυτοκρατορική σημαία. Η σημαία, που επισήμως υιοθετήθηκε ως Marineflagge, βασιζόταν στα χρώματα του Αρχιδουκάτου της Αυστρίας. Χρησίμευσε ως επίσημη σημαία και μετά τον Συμβιβασμό το 1867, όταν το Αυστριακό Ναυτικό έγινε Αυστροουγγρικό Ναυτικό.[58] Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ ενέκρινε ένα σχέδιο, το οποίο περιελάμβανε και τον ουγγρικό θυρεό. Το λάβαρο αυτό, που θεσπίστηκε επίσημα το 1915, χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα, και τα πλοία συνέχισαν να χρησιμοποιούν το παλιό μέχρι το τέλος του πολέμου. Οι φωτογραφίες αυστροουγγρικών πλοίων που φέρουν αυτή μορφή του ναυτικού λάβαρου μετά το 1915 είναι σχετικά σπάνιες.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τα μοντέλα του Λέικ έγιναν υποβρύχια κλάσης U-1 ενώ αυτά του Χόλαντ κλάσης U-5.
  2. Στο βιβλίο The German Submarine War, 1914–1918, οι R. H. Gibson και Maurice Prendergast αναφέρουν πως και τα δύο πλοία καθελκύστηκαν το 1909 (σελ. 384).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ágoston, Gabor· Masters, Bruce Alan (2010). Encyclopedia of the Ottoman Empire. New York: Infobase Publishing. σελ. 174. ISBN 9781438110257. 
  2. Szabo, Franz A. J. (1994). Kaunitz and Enlightened Absolutism 1753-1780. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 298. ISBN 9780521466905. 
  3. Diem, Peter (1995). Die Symbole Österreichs: Zeit und Geschichte in Zeichen. Germany: Kremayr & Scheriau. σελ. 93. ISBN 9783218005944. 
  4. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 14. ISBN 9783844221299. 
  5. Salcher, Peter (1902). Geschichte der k. u. k. Marine-Akademie. Germany: Gerold's Sohn. σελ. 8. 
  6. Donko, Wilhelm (2011). An Austrian View of the Philipoines 1858. Berlin: epubli. σελ. 27. ISBN 9783844216035. 
  7. Stapleton, Timothy J. (2013). A Military History of Africa. Santa Barbara: ABC-CLIO. σελ. 61. ISBN 9780313395703. 
  8. Sondhaus, Lawrence (2012). Naval Warfare, 1815-1914. London: Routledge. σελ. 47. ISBN 9781134609949. 
  9. Henderson, Jon (2014). Crisis in the Mediterranean: Naval Competition and Great Power Politics, 1904-1914. Annapolis: Naval Institute Press. σελ. 26. ISBN 9781612514765. 
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 Hubmann, Franz, & Wheatcroft, Andrew (επιμ.), The Habsburg Empire, 1840–1916, London, 1972, (ISBN 0-7100-7230-9)
  11. Scherzer, Karl von (2013). Narrative of the Circumnavigation of the Globe by the Austrian Frigate Novara: Volume 1: Undertaken by Order of the Imperial Government, in the Years 1857, 1858, and 1859. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 177. ISBN 9781108059756. 
  12. Haslip, Joan, Imperial Adventurer - Emperor Maximilian of Mexico, London, 1971, (ISBN 0-297-00363-1)
  13. Tiwana, Saeed (2008). The Prince & The Dancing Girl: An Inspirational Fiction. New York: iUniverse. σελ. 6. ISBN 9780595476497. 
  14. Grant, R. G. (2010). Battle at Sea: 3000 years of naval warfare. London: Dorling Kindersley Limited. σελ. 219. ISBN 9781405335058. 
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 Wagner, Walter, & Gabriel, Erich, Die 'Tegetthoff' Klasse, Vienna, January 1979.
  16. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 55. ISBN 9783844221299. 
  17. Sondhaus, Lawrence (1994). The Naval Policy of Austria-Hungary, 1867-1918: Navalism, Industrial Development, and the Politics of Dualism. West Lafayette: Purdue University Press. σελ. 132. ISBN 9781557530349. 
  18. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 58. ISBN 9783844221299. 
  19. Vego, Milan (2013). Austro-Hungarian Naval Policy, 1904-1914. London: Routledge. σελ. 151. ISBN 9781136713385. 
  20. Greger, René; & Watts, A. J. (1972). The Russian fleet, 1914-1917. London: Ian Allan. (ISBN 0-7110-0255-X)
  21. Vego, Milan N (1996). Austro-Hungarian Naval Policy 1904-1914. London: Frank Cass. σελίδες 35–46. ISBN 0 7146 4209 6. 
  22. 22,0 22,1 Gardiner, σελ. 340.
  23. 23,0 23,1 Gibson and Prendergast, σελ. 384.
  24. 24,0 24,1 24,2 24,3 24,4 24,5 Gardiner, σελ. 342.
  25. 25,0 25,1 Sieche, σελ. 19.
  26. 26,0 26,1 Fontenoy, Paul E. (2007). Submarines: an illustrated history of their impact. ABC-CLIO. σελίδες 156. ISBN 978-1-85109-563-6. 
  27. Sieche, σελ. 21.
  28. Rauchensteiner, Manfried (2014). The First World War and the End of the Habsburg Monarchy, 1914-1918. Vienna: Böhlau Verlag Wien. σελ. 82. ISBN 9783205795889. 
  29. Sondhaus, Lawrence (1994). The Naval Policy of Austria-Hungary, 1867-1918: Navalism, Industrial Development, and the Politics of Dualism. West Lafayette: Purdue University Press. ISBN 9781557530349. 
  30. Burg, David (2010). Almanac of World War I. Kentucky: University Press of Kentucky. σελ. 56. ISBN 0813127459. 
  31. Tucker, Spencer (2005). World War I: Encyclopedia. 1. Santa Barbara: ABC-CLIO. σελ. 775. ISBN 9781851094202. 
  32. Pitt, Barrie· Young, Peter (1971). History of the First World War. 6. UK: Purnell. σελ. 2269. 
  33. Strachan, Hew (2014). The Oxford Illustrated History of the First World War: New Edition. Oxford: OUP Oxford. σελ. 144. ISBN 9780191640414. 
  34. Gibson, R. H.· Prendergast, Maurice (2002). The German Submarine War 1914-1918. Penzance: Periscope Publishing Ltd. σελ. 240. ISBN 9781904381082. 
  35. Sondhaus, Lawrence (2017). German Submarine Warfare in World War I: The Onset of Total War at Sea. Lanham: Rowman & Littlefield. σελ. 40. ISBN 9781442269552. 
  36. Bassett, Richard (2015). For God and Kaiser: The Imperial Austrian Army, 1619-1918. New Haven: Yale University Press. σελ. 529. ISBN 9780300213102. 
  37. Sondhaus, Lawrence (2014). The Great War at Sea: A Naval History of the First World War. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 316. ISBN 9781107036901. 
  38. Tucker, Spencer (2005). World War I: encyclopedia. E - L. Santa Barbara, California: ABC-CLIO. σελ. 869. ISBN 9781851094202. 
  39. Halpern, Paul G. (15 Ιουνίου 2004). The Battle of the Otranto Straits: Controlling the Gateway to the Adriatic in World War I. Bloomington: Indiana University Press. ISBN 025311019X. 
  40. Phillips, Russell. A Fleet in Being: Austro-Hungarian Warships of WWI. UK: Shilka Publishing. σελ. 6. ISBN 9781465716095. 
  41. Tucker, Spencer C. (2009). A Global Chronology of Conflict: From the Ancient World to the Modern Middle East. Santa Barbara: ABC-CLIO. σελ. 1643. ISBN 9781851096725. 
  42. Bell, Christopher· Elleman, Bruce (2004). Naval Mutinies of the Twentieth Century: An International Perspective. London: Routledge. σελ. 45. ISBN 9781135755539. 
  43. Tucker, Spencer (2005). World War I: Encyclopedia. Santa Barbara: ABC-CLIO. σελ. 276. ISBN 9781851094202. 
  44. Prommersberger, Jürgen (2016). Battles at Sea in World War I. Germany: Jürgen Prommersberger. σελ. 170. ISBN 9788822829016. 
  45. Warhola, Brian (1998). «Assault on the Viribus Unitis». Old News. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2017. 
  46. Dario Petković: Ratna mornarica austro-ugarske monarhije, Pula 2004, σελ. 86, (ISBN 953-6250-80-2)
  47. Angus Konstam, Gunboats of World War I, σελ. 29
  48. René Greger, Austro-Hungarian warships of World War I, σελ. 142
  49. Mark Axworthy, Cornel I. Scafeș, Cristian Crăciunoiu, Third Axis, Fourth Ally: Romanian Armed Forces in the European War, 1941-1945, σελ. 327
  50. «Naval cemetery - Turistička zajednica grada Pule» (στα αγγλικά). Turistička zajednica grada Pule. http://www.pulainfo.hr/where/naval-cemetery. Ανακτήθηκε στις 2017-08-07. 
  51. Sondhaus, Lawrence (1994). The Naval Policy of Austria-Hungary, 1867-1918: Navalism, Industrial Development, and the Politics of Dualism. West Lafayette: Purdue University Press. σελ. 3. ISBN 9781557530349. 
  52. Greger, René (1976). Austro-Hungarian warships of World War I. UK: Allan. σελ. 156-157. ISBN 9780711006232. 
  53. Stemp, P. D. (2014). Kites, Birds & Stuff - Aircraft of GERMANY - A to D. UK: Lulu.com. σελ. 191. ISBN 9781291292664. 
  54. Henderson, Jon (2014). Crisis in the Mediterranean: Naval Competition and Great Power Politics, 1904-1914. Annapolis: Naval Institute Press. σελ. 26. ISBN 9781612514765. 
  55. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 20. ISBN 9783844221299. 
  56. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 115. ISBN 9783844221299. 
  57. Donko, Wilhelm (2012). A Brief History of the Austrian Navy. Berlin: epubli. σελ. 63. ISBN 9783844221299. 
  58. Alfred Freiherr von Koudelka: Unsere Kriegs-Marine. Vienna, 1899, σσ. 60-2

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Donko, Wilhelm M. (2012). A brief history of the Austrian navy : Wilhelm M. Donko. Berlin: E-publi Verlag. ISBN 978-3-8442-2129-9. 
  • Hauke, Erwin· Schroeder, Walter· Tötschinger, Bernhard (1988). Die Flugzeuge der k.u.k. Luftfahrtruppe und Seeflieger, 1914–1918 (στα Γερμανικά) (1. Aufl. έκδοση). Graz: H. Weishaupt. ISBN 978-3900310462. 
  • Kemp, Peter (1971). «The Otranto Barrage». History of the First World War (Bristol: BPC Publishing) 6 (1): 2265–2272. 
  • Schupita, Peter (1983). Die k.u.k. Seeflieger: Chronik und Dokumentation der österreichisch-ungarischen Marineluftwaffe, 1911–1918. Koblenz: Bernard und Grafe. 
  • Sokol, Anthony (1968). The Imperial and Royal Austro-Hungarian Navy. Annapolis: United States Naval Institute. 

Λογοτεχνική μυθοπλασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βρετανός συγγραφέας Τζον Μπίγκινς έγραψε σειρά τεσσάρων ιστορικών μυθιστορημάτων σχετικά με το αυστροουγγρικό ναυτικό και έναν φανταστικό ήρωα με το όνομα Ότοκαρ Προχάσκα, παρόλο που πραγματικά ιστορικά άτομα όπως ο Γκέοργκ Λούντβιχ φον Τραπ και ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας εμφανίζονται στα κείμενα. Τα μυθιστορήματα είναι τα εξής:

  • A Sailor of Austria: In Which, Without Really Intending to, Otto Prohaska Becomes Official War Hero No. 27 of the Habsburg Empire
  • The Emperor's Coloured Coat: In Which Otto Prohaska, Hero of the Habsburg Empire, Has an Interesting Time While Not Quite Managing to Avert the First World War
  • The Two-Headed Eagle: In Which Otto Prohaska Takes a Break as the Habsburg Empire's Leading U-boat Ace and Does Something Even More Thanklessly Dangerous
  • Tomorrow the World: In which Cadet Otto Prohaska Carries the Habsburg Empire's Civilizing Mission to the Entirely Unreceptive Peoples of Africa and Oceania

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]