Άρον Νίμζοβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άρον Νίμζοβιτς
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση7  Νοεμβρίου 1886[1][2][3]
Ρίγα[4]
Θάνατος16  Μαρτίου 1935[1][2][3]
Κοπεγχάγη[5]
Αιτία θανάτουπνευμονία
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Χώρα πολιτογράφησηςΡωσική Αυτοκρατορία
Βασίλειο της Δανίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[6][7]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασκακιστής
θεωρητικός στο σκάκι
συγγραφέας
σκακιστικός συνθέτης
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Άρον Νίμζοβιτς (Aron ή Aaron Nimzowitsch, επίσης Nimzovich ή Niemzowitsch, συχνά προφέρεται και Νίμτζοβιτς ή Νίμτσοβιτς, Ρίγα, 7 Νοεμβρίου 1886 - Κοπεγχάγη, 16 Μαρτίου 1935) ήταν Λετονός Διεθνής Γκρανμαίτρ στο σκάκι. Υπήρξε ο πιο σπουδαίος εκπρόσωπος της σχολής του υπερμοντερνισμού στη σκακιστική σκέψη.

Ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νίμζοβιτς προερχόταν από μια εύπορη εβραϊκή οικογένεια και έμαθε σκάκι από τον έμπορο πατέρα του. Ταξίδεψε στη Γερμανία για να σπουδάσει φιλοσοφία, αλλά ξεκίνησε την καριέρα του ως επαγγελματίας σκακιστής τον ίδιο χρόνο. Μετά τα ταραχώδη χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Νίμζοβιτς μετακόμισε στην Κοπεγχάγη το 1922 (μερικές πηγές αναφέρουν το 1920) όπου έζησε για το υπόλοιπο της ζωής του, έχοντας λάβει τη δανέζικη υπηκοότητα, σε ένα μικρό νοικιασμένο διαμέρισμα.[8]

Αν και υπέφερε για χρόνια από καρδιακά προβλήματα, ο θάνατός του υπήρξε αναπάντεχος. Ασθένησε στα τέλη του 1934 και νοσηλεύτηκε για τρεις μήνες πριν καταλήξει από πνευμονία.[9] Αναπαύεται στο κοιμητήριο του Μπίσπεμπιεργκ στην Κοπεγχάγη.

Σκακιστική Καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο ζενίθ της καριέρας του (1927-1931), ο Νίμζοβιτς ήταν ο τρίτος καλύτερος παίχτης στον κόσμο, αμέσως μετά τον Αλιέχιν και τον Καπαμπλάνκα.[10] Αν και σύγχρονος αυτών των δύο, δεν έπαιξε ποτέ εναντίον τους σε σοβαρό ματς. Οι πιο αξιόλογες επιτυχίες του ήταν η πρώτη θέση στην Κοπεγχάγη το 1923, στο Μάριενμπαντ το 1925, στη Δρέσδη το 1926, στο Ανόβερο το 1926, στα πρωταθλήματα του Κάρλσμπαντ (1929, 1933, και 1934) και δεύτερη θέση μετά από τον Αλιέχιν στο Σαν Ρέμο το 1930. Αν και ο Νίμζοβιτς ποτέ δεν ανέπτυξε ιδιαίτερα το αγωνιστικό παίξιμο, η μεγαλύτερή του αγωνιστική επιτυχία ήταν μια ισοπαλία με τον Αλιέχιν (αν και αυτό το ματς αποτελούνταν από μόνο τρεις παρτίδες το 1914, δεκατρία χρόνια πριν γίνει παγκόσμιος πρωταθλητής ο Αλιέχιν).

Αν και ο Νίμζοβιτς δεν κέρδισε ούτε μια παρτίδα εναντίον του Καπαμπλάνκα, πήγε πολύ καλύτερα εναντίον του Αλιέχιν, τον οποίο νίκησε με τα μαύρα στην Αγία Πετρούπολη το 1914:

1. e4 e6 2. d4 d5 3. Nc3 Nf6 4. exd5 Nxd5 5. Nf3 b6 6. Bb5+ c6 7. Bd3 Be7 8. O-Ο Nd7 9. Nxd5 cxd5 10. Qe2 O-Ο 11. Bf4 Bb7 12. c3 Bf6 13. Rfe1 Qe7 14. Ba6 Bxa6 15. Qxa6 Nb8 16. Qb5 Qb7 17. Re3 Nc6 18. Qd3 g6 19. Bh6 Bg7 20. Bxg7 Kxg7 21. Rae1 Qc7 22. h4 Rac8 23. h5 Qf4 24. Ne5 Nxe5 25. Rxe5 Rc7 26. g3 Qf6 27. Qe3 Rd8 28. Kg2 Rcc8 29. Rh1 Kf8 30. Rh4 Ke8 31. Qh6 Ke7 32. Rf4 Qh8 33. Re1 Rd7 34. Rh1 Qg8 35. Qg5+ Kd6 36. Qe5+ Kc6 37. a4 Kb7 38. Ra1 Qh8 39. Rf6 Qd8 40. Rf3 Qh8 41. Qe2 a6 42. Qe3 Qg7 43. h6 Qf8 44. Qe5 Qh8 45. Rf6 Qf8 46. Rf3 Qh8 47. Rf6 Qf8 48. Rh1 Qd8 49. Rf3 Qh8 50. Rf6 Qd8 51. Rf3 Qh8 52. Rf6 Qd8 53. Rf4 Rc4 54. Ra1 Rc6 55. Rf6 Qf8 56. Qe3 Re7 57. Qf3 Qe8 58. g4 Qd7 59. Re1 Rc7 60. b3 Ka7 61. g5 Qd6 62. Qd3 Qa3 63. Qc2 Qb4 64. Rc1 Qa3 65. Re1 Qb4 66. Rc1 Qa3 67. Re1 Qb4 68. Rc1 Qd6 69. Qd3 Qa3 70. Rb1 Qa2 71. Rf3 e5 72. Re3 e4 73. Qd1 f6 74. gxf6 Rf7 75. Ra1 Qb2 76. Rb1 Qa3 77. c4 Rxf6 78. cxd5 Rcf7 79. Re2 Qd6 80. Qc2 Qxd5 81. Kf1 e3 82. Rxe3 Qh1+ 83. Ke2 Rxf2+ 84. Kd3 Qd5 85. Qc8 Rd7 0-1

Μία ακόμη από τις πιο διάσημες παρτίδες του Νίμζοβιτς είναι η πολυθρύλητη Αθάνατη παρτίδα Τσούγκσβανγκ ενάντια στον Ζέμις στην Κοπεγχάγη το 1923. Άλλη μία παρτίδα στο ίδιο ύφος ήταν η νίκη του εναντίον του Πωλ Τζόουνερ στη Δρέσδη το 1926. Όταν ο Νίμζοβιτς ήταν σε φόρμα ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνος με τα μαύρα, κερδίζοντας με δεξιοτεχνία αρκετούς κορυφαίους σκακιστές.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νίμζοβιτς θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σκακιστές και συγγραφείς στην ιστορία. Τα έργα του επηρέασαν αρκετούς άλλους σπουδαίους σκακιστές, όπως ο Σαβιέλλυ Ταρτακόβερ, ο Μίλαν Βίντμαρ, ο Ριχάρδος Ρέτι, ο Ακίμπα Ρουμπινστάιν, ο Μπεντ Λάρσεν και ο Τίγκραν Πετροσιάν μεταξύ άλλων, ενώ η επιρροή του είναι αισθητή και σήμερα.

Έγραψε τρία βιβλία για τη σκακιστική στρατηγική: Mein System (Το Σύστημα μου) (1925), Die Praxis meines System (Η πρακτική του συστήματός μου) και Die Blockade (Το Μπλοκάρισμα). Το τελευταίο είναι δυσεύρετο στα Αγγλικά, πάντως αρκετό από το περιεχόμενο έχει καλυφθεί και στο Σύστημα μου. Λέγεται ότι 99% των μεγάλων σκακιστών έχουν διαβάσει Το Σύστημα μου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να το θεωρούν πολλοί την μεγαλύτερη συνεισφορά του Νίμζοβιτς στο σκάκι. Το βιβλίο αυτό εκθέτει τις πιο σπουδαίες ιδέες του, ενώ το δεύτερο σε επιρροή έργο του Η Πρακτική του Σκακιού αναπτύσσει διεξοδικά αυτές τις ιδέες, προσθέτει μερικές καινούργιες, και έχει τεράστια αξία σαν ενδιαφέρουσα συλλογή των παρτίδων του Νίμζοβιτς συνοδευόμενη από τον ιδιαίτερο, υπερβολικό σχολιασμό του, που συχνά είναι τόσο διασκεδαστικός όσο και διδακτικός.

Οι σκακιστικές θεωρίες του Νίμζοβιτς αψηφούσαν τις ορθόδοξα ακολουθούμενες συμβάσεις του κορυφαίου θεωρητικού της εποχής, του Ζίγκμπερτ Τάρρας και των οπαδών του. Οι αδιάλλακτες γενικεύσεις του Τάρρας βασιζόταν σε προηγούμενες εργασίες του Βίλχελμ Στάινιτς, ενώ ο κοφτερός λόγος του Τάρρας, απέρριπτε τις όποιες διαφωνίες. Οι σπουδαιότεροι σκακιστές της εποχής, όπως οι Αλιέχιν, Λάσκερ και ο Καπαμπλάνκα, δεν επέτρεπαν το παιχνίδι τους να περιχαρακώνεται από τυφλή υποταγή στις κεντρικές ιδέες της σκακιστικής φιλοσοφίας του Τάρρας. Οι αρχάριοι όμως διδάσκονταν να αντιλαμβάνονται ως απαράλλακτες αρχές γενικεύσεις όπως οι εξής: το κέντρο πρέπει να ελέγχεται από πιόνια, η ανάπτυξη πρέπει να πραγματοποιείται υποστηρικτικά προς τον έλεγχο, οι πύργοι ανήκουν σε ανοικτές γραμμές και στήλες, ανοίγματα από τα πλάγια είναι σαθρά.

Ο Νίμζοβιτς συνέτριψε αυτές τις υποθέσεις. Εισήγαγε έννοιες αμυντικού παιχνιδιού προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι στόχοι ενός σκακιστή μέσω της αποτροπής της πραγματοποίησης των σχεδίων του αντιπάλου. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι η υπερπροστασία, ο έλεγχος του κέντρου με κομμάτια αντί πιονιών, το μπλοκάρισμα κομματιών του αντιπάλου και η προφύλαξη. Ήταν ένας απο τους πρωτοπόρους στην ανάπτυξη αξιωματικών για το σχηματισμό φιανκέτου. Πιο σημαντικό ήταν ότι σχηματοποίησε την ορολογία που χρησιμοποιείται και σήμερα σε σύνθετες σκακιστικές τακτικές. Δεν ήταν ο πρώτος που εφήρμοσε αυτές τις ιδέες, αλλά ήταν ο πρώτος που τις παρουσίασε συστηματικά ως ένα είδος λεξικού, συνοδευόμενου από εκτενείς ταξινομημένες παρατηρήσεις.

Πολλά σκακιστικά ανοίγματα και βαριάντες έχουν πάρει το όνομά του, όπως η Νιμζοϊνδική Άμυνα ή Ινδική άμυνα του Νίμζοβιτς (1.δ4 Ιζ6 2.γ4 ε6 3.Ιγ3 Αβ4) και η λιγότερο διαδεδομένη Άμυνα του Νίμζοβιτς (1.ε4 Ιγ6). Ο βιογράφος του Νίμζοβιτς, γκρανμαίτρ Ρέημοντ Κην αλλά και άλλοι αναφέρονται στο άνοιγμα 1. Ιζ3 δ5 2. β3 ως την Επίθεση Νίμζοβιτς-Λάρσεν. Ο Κην έγραψε βιβλίο σχετικά με αυτό το άνοιγμα. Τα προαναφερθέντα ανοίγματα αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα των ιδεών του Νίμζοβιτς σχετικά με τον έλεγχο του κέντρου με τα κομμάτια. Επίσης έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη δυο γαλλικών αμυντικών συστημάτων, τη Βαριάντα Βίναβερ επίσης γνωστή και ως Βαριάντα Νίμζοβιτς (1. ε4 ε6 2. δ4 δ5 3. Ιγ3 Αβ4) και τη Βαριάντα Προώθησης (1. ε4 ε6 2. δ4 δ5 3. ε5). Ήταν επιπλέον πρωτοπόρος δύο ρηξικέλευθων βαριάντων της Σικελικής Άμυνας: τη Βαριάντα Νίμζοβιτς, 1. ε4 γ5 2. Ιζ3 Ιζ6, που προκαλεί τη συνέχεια 3. ε5 Ιδ5 (όπως και στην Άμυνα Αλιέχιν) και τη βαριάντα 1. ε4 γ5 2. Ιζ3 Ιγ6 3. δ4 γxδ4 4. Ιxδ4 δ5 ?! (με αμφιβολίες να εκφράζονται σχετικά με το αν είναι καλή η τελευταία κίνηση). Ο διεθνής γκρανμαίτρ Τζον Λ. Γουάτσον βάφτισε ως «Νιμζο-Αγγλική» τη βαριάντα 1. γ4 Ιζ6 2. Ιγ3 ε6 3. Ιζ3 Αβ4, χρησιμοποιώντας την στο 11ο κεφάλαιο του πρόσφατου βιβλίου του Mastering the Chess Openings, Volume 3.[11]

Προσωπικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλά διασκεδαστικά ανέκδοτα υπάρχουν για τον Νίμζοβιτς. Για παράδειγμα όταν έχασε την πρώτη θέση χάνοντας από τον Ζέμις, σε τουρνουά του Βερολίνου και μόλις αντελήφθη ότι επίκειται να χάσει σηκώθηκε από το τραπέζι και φώναξε: «Μα να χάσω από αυτόν τον ηλίθιο!».

Ο Νίμζοβιτς εκνευριζόταν από το κάπνισμα των αντιπάλων του. Μία δημοφιλής ιστορία, με τις λεπτομέρειες να ποικίλλουν ανά βιβλιογραφική πηγή αφορά στον επίμαχο αντίπαλο καπνιστή, είτε τον Λάσκερ είτε τον Μιλάν Βίντμαρ, να αφήνει ένα σβηστό τσιγάρο στο τραπέζι, με την πρόθεση να το ανάψει. Ο Νίμζοβιτς αμέσως παραπονέθηκε στους διαιτητές του τουρνουά λέγοντας: «Απειλεί να καπνίσει και ως έμπειρος σκακιστής πρέπει να γνωρίζετε ότι η απειλή είναι ισχυρότερη και από την εκτέλεσή της».[12]

Ο Ταρτακόβερ είχε σχολιάσει σχετικά με τον Νίμζοβιτς, «Παριστάνει τον τρελό, για να μας τρελάνει όλους.»[13]

Επιλεγμένη βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Twelve Great Chess Players and Their Best Games του Irving Chernev; Dover; Αύγουστος 1995. ISBN 0486286746
  • Aron Nimzowitsch: Master of Planning του Raymond Keene; G. Bell and Sons. Ltd, 1974.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11917731z. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 2,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Aron-Nimzowitsch. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) Find A Grave. 21834. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 13  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31  Δεκεμβρίου 2014.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11917731z. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  7. CONOR.SI. 163601507.
  8. The Oxford Companion To Chess, 2nd Ed. (1996), by Daviια το αν είναι καλή η τελευταία κίνηση)d Hooper and Kenneth Whyld, p. 272
  9. The Oxford Companion to Chess, 2nd Ed. (1996), by David Hooper and Kenneth Whyld, p. 273
  10. «Chessmetrics summary: 1925 - 1935». Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2014. 
  11. Watson, John L. (2008). Mastering the Chess Openings, volume 3. Λονδίνο: Gambit Publications. σελίδες 351. ISBN 978-1-904600-98-5. 
  12. Winter, Edward. «A Nimzowitsch Story». Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2014. 
  13. Kmoch, Hans (2004). «Grandmasters I have known: Aaron Nimzowitsch» (PDF). Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2014. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]