οικουμενικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Eihel (συζήτηση | συνεισφορές) Ανάκληση της επεξεργασίας 4028988 του 2A02:85F:3C1:3500:B942:ED81:825D:AB79 (Συζήτηση) test edit suspected (SWMT) Ετικέτα: Αναίρεση |
Ευχαριστούμε επισκέπτη για το συνώνυμό σας παγκόσμιος. Ετυ: κλη|grc-koi. συγγενικά και μορφοποίηση. Λημματοποίηση 2 εκφράσεων. |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc-koi|el|οἰκουμενικός}} < {{λ|οἰκουμένη|grc}} (''εννοείται'' {{l|γῆ|grc}}) < {{λ|οἰκῶ|grc}} |
|||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[οἰκουμενικός]] |
|||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|i.ku.mɛ. |
{{ΔΦΑ|i.ku.mɛ.niˈkɔs|γλ=el}} |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
* αυτός που σχετίζεται με την οικουμένη κι όχι με μεμονωμένες χώρες ή ομάδες ανθρώπων |
* αυτός που σχετίζεται με την [[οικουμένη]] κι όχι με μεμονωμένες [[χώρα|χώρες]] ή ομάδες ανθρώπων |
||
: ''οικουμενική συνείδηση'', ''οικουμενικοί κίνδυνοι'' |
*: '''''οικουμενική''' συνείδηση'', '''''οικουμενικοί''' κίνδυνοι'' |
||
* '''Οικουμενική Σύνοδος''': το ανώτατο συλλογικό όργανο της Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνέρχεται, όταν συντρέχει κάποιο σοβαρό δογματικό ή γενικότερα θρησκευτικό ζήτημα, και την οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι από κάθε [[Πατριαρχείο]] και κάθε [[αυτοκέφαλη]] Εκκλησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας |
|||
===={{συνώνυμα}}==== |
|||
⚫ | |||
* [[παγκόσμιος]] |
|||
* '''οικουμενική κυβέρνηση''': η κυβέρνηση που συγκροτείται με τη [[συναίνεση]] ή τη συμμετοχή όλων των πολιτικών κομμάτων της [[Βουλή]]ς και αποσκοπεί στην αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων της χώρας |
|||
===={{εκφράσεις}}==== |
|||
* [[Οικουμενική Σύνοδος]] |
|||
⚫ | |||
* [[οικουμενική κυβέρνηση]] |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
|||
* [[οικουμενικότητα]] |
|||
* ''και'' {{βλ|οίκος|οἶκος}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 03:31, 6 Απριλίου 2019
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- οικουμενικός < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή οἰκουμενικός < οἰκουμένη (εννοείται γῆ) < οἰκῶ
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
οικουμενικός
- αυτός που σχετίζεται με την οικουμένη κι όχι με μεμονωμένες χώρες ή ομάδες ανθρώπων
- οικουμενική συνείδηση, οικουμενικοί κίνδυνοι
Συνώνυμα
Εκφράσεις
- Οικουμενική Σύνοδος
- οικουμενική κίνηση: η κίνηση που αποσκοπεί στην εξομάλυνση των διαφορών ανάμεσα στις χριστιανικές Εκκλησίες, ώστε να είναι εφικτή η ένωσή τους
- οικουμενική κυβέρνηση
Συγγενικά
- οικουμενικότητα
- και → δείτε τις λέξεις οίκος και οἶκος
Μεταφράσεις
οικουμενικός
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)