Ουζμπεκιστάν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°40′00″N 64°04′00″E / 41.6667°N 64.0667°E / 41.6667; 64.0667

Ουζμπεκική Δημοκρατία
O‘zbekiston Respublikasi
Ўзбекистон Республикаси

Σημαία

Εθνόσημο
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η θέση του Ουζμπεκιστάν (πράσινο)
και μεγαλύτερη πόληΤασκένδη
41°16′00″N 69°13′00″E / 41.266667°N 69.216667°E / 41.266667; 69.216667 (Τασκένδη)
Ουζμπεκικά
Προεδρική Δημοκρατία
Σαβκάτ Μιρζιγιάγιεφ
Αμπντουλά Ορίποφ
Ανεξαρτησία
από την ΕΣΣΔ
Ισχύον Σύνταγμα

1η Σεπτεμβρίου 1991
8 Δεκεμβρίου 1992
 • Σύνολο
 • % Νερό
 • Σύνορα

447.400 km2 (57η)
4,9
6.221 km
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 1-2024 
 • Πυκνότητα 

36.799.728[1] (41η) 
82,3 κατ./km2 (132η) 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2022)
 • Κατά κεφαλή 

420 δισ. $[2] (58η)  
11.500 $[2] (124η) 
ΑΕΠ (ονομαστικό)
 • Ολικό  (2022)
 • Κατά κεφαλή 

93 δισ. $[2] (75η)  
3.478 $[2] (147η) 
ΔΑΑ (2021)Αύξηση 0,727[3] (101η) – υψηλός
ΝόμισμαΟυζμπεκικό σομ (UZS)
(UTC +5)
Internet TLD.uz
Οδηγούν σταδεξιά
Κωδικός κλήσης+998
Χάρτης των περιοχών όπου ζουν Τατζίκοι στο Ουζμπεκιστάν. Το 2017, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία ζούσαν 1.500.000 Τατζίκοι στη χώρα, αν και κάποιες εκτιμήσεις αναφέρουν υψηλότερους αριθμούς.

Το Ουζμπεκιστάν [ʊzˌbɛkɨˈstɑːn ], επίσημα η Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν (ουζμπεκικά: O‘zbekiston Respublikasi ή Ўзбекистон Республикаси[4]) είναι η μόνη διπλά περίκλειστη χώρα στην Κεντρική Ασία. Έχει σύνορα με το Καζακστάν στα δυτικά και βόρεια, με το Κιργιστάν και το Τατζικιστάν στα ανατολικά, και με το Αφγανιστάν και το Τουρκμενιστάν στα νότια. Πριν το 1991, ήταν μέρος της Σοβιετικής Ένωσης.

Κάποτε μέρος της Περσικής Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών και αργότερα της Τιμουριδικής αυτοκρατορίας, η περιοχή κατακτήθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα από Ουζμπέκους νομάδες, οι οποίοι ομιλούσαν μια Ανατολική τουρκική γλώσσα. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του Ουζμπεκιστάν σήμερα ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Ουζμπέκων και ομιλεί την Ουζμπεκική γλώσσα, μια γλώσσα από την οικογένεια των Τουρκικών γλωσσών. Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της χώρας ζει στις ανατολικές περιφέρειες της χώρας, όπου βρίσκονται και οι όλες οι κύριες πόλεις (η πρωτεύουσα Τασκένδη, η Σαμαρκάνδη, η Μπουχάρα, το Αντιτζόν, το Ναμανγκάν μεταξύ άλλων).

Το Ουζμπεκιστάν ενσωματώθηκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία τον 19ο αιώνα, και το 1924 έγινε συστατική δημοκρατία της Σοβιετικής Ένωσης, γνωστό ως Ουζμπεκική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία. Είναι ανεξάρτητη δημοκρατία από τις 31 Αυγούστου 1991 (επίσημα, από την 1η Σεπτεμβρίου 1991). Στο Ουζμπεκιστάν υπάρχει και μια αυτόνομη δημοκρατία, το Καρακαλπακστάν, η οποία είναι αυτόνομη δημοκρατία από το 1932 επί σοβιετικής εποχής.

Η οικονομία του Ουζμπεκιστάν βασίζεται κυρίως στην παραγωγή προϊόντων, περιλαμβανομένου του βαμβακιού, του χρυσού, του ουρανίου, του καλίου, και του φυσικού αερίου. Παρά τον διακηρυγμένο στόχο για μετάβαση σε οικονομία της αγοράς, το Ουζμπεκιστάν συνεχίζει να διατηρεί άκαμπτο οικονομικό έλεγχο, ο οποίος συχνά απωθεί τους ξένους επενδυτές. Η πολιτική της βαθμιαίας, αυστηρά ελεγχόμενης μετάβασης στην οικονομία της αγοράς έχει παρ' όλ' αυτά παράγει ωφέλιμα αποτελέσματα στη μορφή της οικονομικής ανάκαμψης μετά το 1995. Οι εσωτερικές πολιτικές του Ουζμπεκιστάν στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ατομικές ελευθερίες συχνά επικρίνονται βαρέως από κάποιους διεθνείς οργανισμούς.[5]

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα "Ουζμπεγκιστάν" εμφανίζεται στο Ταρίχ-ι Ρασιντί για πρώτη φορά τον 16ου αιώνα. [6]

Υπάρχουν τρεις θεωρίες για την ετυμολογία του πρώτου συνθετικού του ονόματος της χώρας (στην οικογένεια των ιρανικών γλωσσών η λέξη σταν σημαίνει χώρα, βλέπε π.χ. Καζακστάν):

  1. "ελεύθερος", "ανεξάρτητος" ή "ο ίδιος ο άρχοντας". Αν ισχύει αυτή η θεωρία, πρέπει να συγχωνευθούν οι λέξεις ουζ (= δικός του στις τουρκικές γλώσσες) και μπεκ (= ηγέτης, αρχηγός στις τουρκικές γλώσσες)[7]
  2. επωνυμία του Ογούζ Χαγάν, επίσης γνωστού ως Ογούζ Μπεγκ.[7]
  3. Μια συστολή του ονόματος Ουγούζ (πρώην Ογούζ), από το όνομα των Ούζων, συγχωνευμένο με το όνομα μπε(γ)κ που σημαίνει αρχηγός, ηγέτης.[8]

Και οι τρεις ετυμολογίες χρησιμοποιούν στο δεύτερο συνθετικό την ίδια ρίζα με την τοπική ονομασία για τον μπέη.

Ο τόπος γράφεται συχνά και ως «Ўзбекистон» στο ουζμπεκικό κυριλλικό αλφάβητο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε επί σοβιετικής εποχής και τους πρώτους μήνες της ανεξαρτησίας (και χρησιμοποιείται ευρέως ανεπίσημα).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαία ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θηλυκό αγαλμάτιο που φέρει καύνακες, χλωρίτης και ασβεστόλιθος, Βακτρία, αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ.
Ο Αλέξανδρος Γ' στη Μάχη της Ισσού
Τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν τη Σαμαρκάνδη το 1868. Η κατάληψη της Σαμαρκάνδης είναι το θέμα του εικονιζόμενου πίνακα του Νικολάι Καράζιν.

Οι πρώτοι έποικοι της Εποχής του Χαλκού της Λεκάνης Ταρίμ ήταν άνθρωποι Καυκασοειδούς σωματικού τύπου από τα βόρεια και τα δυτικά και μιλούσαν γλώσσες που θα μπορούσαν να ταξινομηθούν ως Προ- ή Πρωτο-Τοχαρικές, πρόγονοι των Ινδοευρωπαϊκών Τοχαρικών γλωσσών που καταγράφηκαν αργότερα στη Λεκάνη Ταρίμ. Αυτοί οι πρώιμοι έποικοι κατέλαβαν τα βόρεια και ανατολικά μέρη της Λεκάνης Ταρίμ, όπου οι τάφοι τους περιέχουν μούμιες που χρονολογούνται περίπου στο 1800 π.Χ. Συμμετείχαν σε έναν πολιτισμικό κόσμο επικεντρωμένο στις ανατολικές στέπες της κεντρικής Ευρασίας, περιλαμβανομένου του σύγχρονου βορειοανατολικού Καζακστάν, Κιργιστάν, και Τατζικιστάν.

Δύο Σάρτες άνδρες και αγόρια στη Σαμαρκάνδη γύρω στο 1910.

Οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι της Κεντρικής Ασίας ήταν οι Σκύθες, οι οποίοι κατάγονταν από τα βόρεια λιβάδια του σημερινού Ουζμπεκιστάν. Εγκαταστάθηκαν στη περιοχή κάποια στιγμή κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ. όταν αυτοί οι νομάδες έκαναν την περιοχή πατρίδα τους και έχτισαν ένα εκτεταμένο σύστημα άρδευσης κατά μήκος των ποταμών.[9] Εκείνη την εποχή, η Μπουχάρα και η Σαμαρκάνδη διέπρεψαν ως κέντρα διακυβέρνησης και υψηλού πολιτισμού.[9] Κατά τον πέμπτο αιώνα π.Χ., τα κράτη των Βακτριανών, των Σογδιανών και των Γιουετσί κυριαρχούσαν στην περιοχή.[9]

Θριαμβευτικό πλήθος στο μεντρεσέ Σερ-Ντορ του Ρεγκιστάν. Ο εμίρης της Μπουχάρας βλέπει τα αποκεφαλισμένα κεφάλια των Ρώσων στρατιωτών κρεμασμένα στα κοντάρια. Πίνακας του Βασίλι Βερεστσάγκιν (1872).

Καθώς οι χώρες της Ανατολικής Ασίας άρχισαν να αναπτύσσουν το εμπόριο μεταξιού με τη Δύση, οι Περσικές πόλεις πλούτισαν από το εμπόριο αυτό και έγιναν εμπορικά κέντρα. Χρησιμοποιώντας ένα εκτεταμένο δίκτυο πόλεων και αγροτικών οικισμών στην επαρχία της Υπερωξιανής (το οποίο έφτανε μέχρι το σημερινό Σιντσιάνγκ της Κίνας) οι Σογδιανοί διαμεσολαβητές έγιναν πλουσιότεροι από τους υπόλοιπους Ιρανούς εμπόρους. Χάρη στην ιδιότητα τους ως σταθμοί στον εμπορικό δρόμο του μεταξιού, η Μπουχάρα και η Σαμαρκάνδη έγιναν εξαιρετικά πλούσιες πόλεις και μερικές φορές η Υπερωξιανή ήταν μία από τις πιο σημαντικές και ισχυρές περσικές επαρχίες της αρχαιότητας.[10]

Το 327 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος κατέκτησε τις περσικές επαρχίες της Σογδιανής και της Βακτρίας, οι οποίες καταλάμβαναν τα εδάφη του σύγχρονου Ουζμπεκιστάν. Αυτή η κατάκτηση δεν βοήθησε πολύ τον Αλέξανδρο καθώς η λαϊκή αντίσταση ήταν σφοδρή, παγιδεύοντας τον στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην περιοχή που έγινε το βόρειο τμήμα του ελληνικού βασιλείου της Βακτριανής. Το βασίλειο αντικαταστάθηκε από την κυριαρχούσα αυτοκρατορία των Κοσσανών τον 1ο αιώνα π.Χ. Για πολλούς αιώνες η περιοχή του Ουζμπεκιστάν κυβερνιόταν από Περσικά κράτη (αυτοκρατορίες Πάρθων και Σασσανιδών), καθώς και από άλλες αυτοκρατορίες, όπως ήταν αυτές των τουρκοπέρσων Εφθαλιτών και των τουρκογενών Ουράνιων Τούρκων.

Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 8ο αιώνα, η Υπερωξιανή, η περιοχή μεταξύ των ποταμών Ώξου και Συρ Ντάρια κατακτήθηκε από τους Άραβες (Κουταϊμπά ιμπν Μουσλίμ) και απετέλεσε σημαντικό ιστορικό σημείο αμέσως μετά την Ισλαμική Χρυσή Εποχή. Μεταξύ των επιτευγμάτων των επιστημόνων και των μελετητών της περιοχής κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ήταν η ανάπτυξη της τριγωνομετρίας στη σύγχρονη μορφή της (απλοποίησαν την πρακτική εφαρμογή της για τον υπολογισμό των φάσεων του φεγγαριού), η πρόοδος στους τομείς της οπτικής, της αστρονομίας, της ποίησης, της φιλοσοφίας, της τέχνης, της καλλιγραφίας, κ.ά. θέτοντας τα θεμέλια για τη Μουσουλμανική Αναγέννηση. [11]

Τον 9ο και τον 10ο αιώνα, η Υπερωξιανή συμπεριλήφθηκε στο κράτος των Σαμανιδών. Αργότερα, η Υπερωξιανή σημαδεύτηκε από τις εισβολές των τουρκογενών Καραχανιδών, καθώς και των Σελτζούκων αλλά και των Καραχιτάνων.[12]

Η κατάκτηση της περιοχής από τους Μογγόλους του Τζένγκις Χαν κατά τον 13ο αιώνα επέφερε σημαντικές αλλαγές στην περιοχή. Η μογγολική εισβολή στην Κεντρική Ασία οδήγησε στον εκτοπισμό ορισμένων ιρανόφωνων εθνοτήτων της περιοχής, οι οποίες αντικαταστάθηκαν από τους τουρκομογγολικών φυλών που κατέλαβαν τη περιοχή στη συνέχεια. Οι εισβολές στη Μπουχάρα, τη Σαμαρκάνδη, το Ούργκεντς οδήγησαν σε μαζικές δολοφονίες και πρωτοφανές καταστροφές, καθώς τμήματα της Χορασμίας καταστράφηκαν εντελώς. [13]

Μετά το θάνατο του Τζένγκις Χαν το 1227, η αυτοκρατορία του διαμοιράστηκε μεταξύ των τεσσάρων γιων του και των μελών της οικογένειάς του. Παρά τη πιθανότητα για κατακερματισμό της αυτοκρατορίας, η Μογγολική Αυτοκρατορία παρέμεινε σταθερή και ο έλεγχος της Υπερωξιανής παρέμεινε για δεκαετίες στα χέρια του Τσαγατάι Χαν (δεύτερου γιου του Τζένγκις Χαν) και των απογόνων του. Η ειρηνική διαδοχή, η ευημερία και η εσωτερική ειρήνη επικράτησαν στα εδάφη του Τσαγκατάι και η Μογγολική Αυτοκρατορία στο σύνολό της παρέμεινε ισχυρό και ενωμένο βασίλειο.[14]

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού Ουζμπεκιστάν αποτέλεσε μέρος του Χανάτου των Τσαγκατάι εκτός από τη περιοχή της Χορασμίας η οποία αποτέλεσε μέρος της Χρυσής Ορδής. Μετά την παρακμή της Χρυσής Ορδής, η Χορασμία κυβερνήθηκε για ελάχιστο διάστημα από τη δυναστεία των Σουφιδών μέχρι την προσάρτηση της περιοχής από τον Ταμερλάνο το 1388.[15] Οι Σουφίδες κυβέρνησαν την Χορασμία ως υποτελείς των Τιμουριδών, της Χρυσής Ορδής και του Ουζμπεκικού Χανάτου μέχρι την περσική κατοχή το 1510.

Στις αρχές του 14ου αιώνα η αυτοκρατορία άρχισε να διασπάται και το κράτος των Τσαγκατάι διασπάστηκε μεταξύ των αντίπαλων πριγκίπων. Ένας οπλαρχηγός, ο Ταμερλάνος[16] επικράτησε κατά τη δεκαετία του 1380 και έγινε κυρίαρχος στην Υπερωξιανή. Αν και, δεν ήταν απόγονος του Τζένγκις Χαν, ο Ταμερλάνος ήταν ο ντε φάκτο ηγεμόνας της Υπερωξιανής και προχώρησε στην κατάκτηση όλης της δυτικής Κεντρικής Ασίας, του Ιράν, του Καυκάσου, της Μεσοποταμίας, της Μικράς Ασίας και της νότιας στέπας, βόρεια της Αράλης. Επίσης εισέβαλε στη Ρωσία πριν πεθάνει κατά τη διάρκεια εισβολής στην Κίνα το 1405.[17]

Ο Τιμούρ ήταν γνωστός για την αγριότητά του και οι κατακτήσεις του συνοδεύτηκαν από σφαγές γενοκτονικών διαστάσεων στις πόλεις που κατέλαβε.[18]

Ο Ταμερλάνος οδήγησε στην τελευταία μεγάλη άνθηση της Υπερωξιανής συγκεντρώνοντας πολυάριθμους τεχνίτες και μελετητές από τα τεράστια εδάφη που είχε κατακτήσει στην πρωτεύουσά του, τη Σαμαρκάνδη, εμποτίζοντας έτσι την αυτοκρατορία του με έναν πλούσιο περσοϊσλαμικό πολιτισμό. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ταμερλάνου και των άμεσων απογόνων του, δημιουργήθηκε ένα ευρύ φάσμα θρησκευτικών και ανακτορικών κατασκευών αριστουργημάτων στη Σαμαρκάνδη και σε άλλα πληθυσμιακά κέντρα.[19] Ο Ταμερλάνος ξεκίνησε μια ανταλλαγή ιατρικών ανακαλύψεων και υποστήριξε γιατρούς, επιστήμονες και καλλιτέχνες από γειτονικές περιοχές όπως η Ινδία.[20] Ο εγγονός του Ουλούγ Μπεγκ ήταν ένας από τους πρώτους μεγάλους αστρονόμους στη σύγχρονη ιστορία. Κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Τιμουριδών, η τουρκογενής γλώσσα τσαγκατάι έγινε λογοτεχνική γλώσσα στην Υπερωξιανή, αν και οι Τιμουρίδες είχαν περσικό χαρακτήρα. Ο μεγάλος συγγραφέας Αλί-Σιρ Ναβάι δραστηριοποιήθηκε στην πόλη Χεράτ (στο σημερινό βορειοδυτικό Αφγανιστάν) στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα και έγραφε στα τσαγκατάι.[21]

Το κράτος των Τιμουριδών διχοτομήθηκε λίγο μετά το θάνατο του Ταμερλάνου. Οι χρόνιες εσωτερικές διαμάχες των Τιμουριδών τράβηξαν την προσοχή των Ουζμπεκικών νομαδικών φυλών που ζούσαν στα βόρεια της Αράλης. Το 1501, οι Ουζμπεκικές δυνάμεις ξεκίνησαν μια πλήρη εισβολή στην Υπερωξιανή.[22] Το δουλεμπόριο στο Χανάτο της Μπουχάρα επεκτάθηκε και εδραιώθηκε.[23] Πριν από την άφιξη των Ρώσων, το σημερινό Ουζμπεκιστάν ήταν κτήση του Εμιράτου της Μπουχάρας και των χανάτων της Χίβας και της Κοκάνδης.

Σύγχρονη ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 19ο αιώνα, η Ρωσική Αυτοκρατορία άρχισε να επεκτείνεται και να εξαπλώνεται στην Κεντρική Ασία. Στο σημερινό Ουζμπεκιστάν ζούσαν 210.306 Ρώσοι το 1912.[24] Η περίοδος του λεγόμενου Μεγάλου Γεωπολιτικού Παιχνιδιού θεωρείται ότι ξεκίνησε το 1813 και ολοκληρώθηκε με την αγγλορωσική Σύμβαση του 1907. Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 σηματοδότησε τη δεύτερη φάση του εν λόγω γεωπολιτικού ανταγωνισμού αλλά σε περιορισμένη κλίμακα. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η Βρετανική Ινδία και οι απομακρυσμένες περιοχές της τσαρικής Ρωσίας απείχαν 3.200 χιλιόμετρα. Μεγάλο μέρος της γης μεταξύ των δύο χωρών δεν ήταν χαρτογραφημένο.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, η Κεντρική Ασία ήταν οριστικά στα χέρια της Ρωσίας. Παρά την αρχική αντίσταση στους Μπολσεβίκους, το Ουζμπεκιστάν και η υπόλοιπη Κεντρική Ασία έγιναν μέρος της Σοβιετικής Ένωσης. Στις 27 Οκτωβρίου 1924 δημιουργήθηκε η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν. Από το 1941 έως το 1945, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, 1.433.230 κάτοικοι του Ουζμπεκιστάν πολέμησαν στον Κόκκινο Στρατό εναντίον της Ναζιστικής Γερμανίας. Ένας αριθμός Ουζμπέκων πολέμησε για τους Γερμανούς. Περίπου 263.005 Ουζμπέκοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους στα πεδία των μαχών του Ανατολικού Μετώπου και τα ίχνη 32.670 στρατιωτών χάθηκαν.[25]

Στις 20 Ιουνίου 1990, το Ουζμπεκιστάν κήρυξε δικαιώματα κυριαρχίας στο έδαφος του. Στο πλαίσιο των σοβιετικών δημοκρατιών, η ανακήρυξη κυριαρχίας σήμαινε κατά βάση την υπερίσχυση των τοπικών νόμων έναντι των νόμων της κεντρικής κυβέρνησης. Στις 31 Αυγούστου 1991, το Ουζμπεκιστάν κήρυξε ανεξαρτησία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη Μόσχα. Η 1η Σεπτεμβρίου ανακηρύχθηκε Εθνική Ημέρα Ανεξαρτησίας. Η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε στις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Ο Ισλάμ Καρίμοφ, πρώην πρώτος γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ουζμπεκιστάν από το 1989, εξελέγη πρόεδρος της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν το 1990. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, εξελέγη πρόεδρος του ανεξάρτητου Ουζμπεκιστάν.[26]

Ο Ισλάμ Καρίμοφ, πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν από το 1989 και έπειτα, πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου 2016.[27] Αντικαταστάθηκε από τον επί χρόνια πρωθυπουργό της χώρας Σαβκάτ Μιρζιγιάγιεφ, στις 14 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.[28]

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ουζμπεκιστάν έχει έκταση 447.400 τ.χλμ.. Είναι η 57η μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο σε έκταση και η 40η σε πληθυσμό.[29] Μεταξύ των χωρών της ΚΑΚ (Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών), είναι η 5η μεγαλύτερη σε έκταση και η 3η μεγαλύτερη σε πληθυσμό.[30]

Το Ουζμπεκιστάν βρίσκεται μεταξύ των γεωγραφικών πλατών 37° και 46° Β, και των γεωγραφικών μηκών 56° και 74° Α. Εκτείνεται 1.425 χλμ. από τα δυτικά στα ανατολικά και 930 χλμ. από τα βόρεια στα νότια. Συνορεύοντας με το Καζακστάν και τη λίμνη Αράλη στα βόρεια και βορειοδυτικά, με το Τουρκμενιστάν στα νοτιοδυτικά, το Τατζικιστάν στα νοτιοανατολικά, και το Κιργιστάν στα βορειοανατολικά, το Ουζμπεκιστάν δεν είναι μόνο μία από τις μεγαλύτερες χώρες της Κεντρικής Ασίας αλλά επίσης η μόνη Κεντροασιατική χώρα που συνορεύει τις υπόλοιπες τέσσερις. Το Ουζμπεκιστάν επίσης έχει ένα μικρό σύνορο (μικρότερο από 150 χλμ. με το Αφγανιστάν στα νότια.

Δορυφορική εικόνα του Ουζμπεκιστάν

Το Ουζμπεκιστάν είναι μια ξηρή, μεσόγεια χώρα· είναι μία από τις δύο διπλά περίκλειστες χώρες στον κόσμο· που σημαίνει ότι είναι μια χώρα που περιβάλλεται από μεσόγειες χώρες – η άλλη είναι το Λίχτενσταϊν. Λιγότερο από το 10% το εδάφους του είναι εντατικά καλλιεργούμενη αρδευόμενη γη σε κοιλάδες ποταμών και οάσεις. Το υπόλοιπο είναι αχανής έρημος (Κιζίλ Κουμ) και βουνά.

Το υψηλότερο σημείο στο Ουζμπεκιστάν είναι το Χαζρέτ Σουλτάν, που βρίσκεται 4.643 μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, ευρισκόμενο στο νότιο τμήμα της Οροσειράς Γκισάρ στην Επαρχία Σουρχαντάρυα, στο σύνορο με το Τατζικιστάν, λίγο βορειοδυτικά της Ντουσαμπέ (με πρώην όνομα Κορυφή του 22ου Κογκρέσου του Κομμουνιστικού Κόμματος).[30]

Το κλίμα στη Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν είναι ηπειρωτικό, με λίγα προσδοκώμενα κατακρημνίσματα ετησίως (100–200 χιλιοστόμετρα, ή 3,9–7,9 ίντσες). Η μέση θερινή υψηλή θερμοκρασία τείνει να είναι 40 °C (104 °F), ενώ η μέση χειμερινή χαμηλή θερμοκρασία είναι περίπου −23 °C (−9 °F).[31]

Οι μεγάλες πόλεις περιλαμβάνουν το Αντιτζάν, την Μπουχάρα, τη Σαμαρκάνδη, τη Ναμανγκάν και την πρωτεύουσα Τασκένδη.

Περιβάλλον[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύγκριση της λίμνης Αράλης μεταξύ 1989 και 2008

Δεκαετίες αμφιλεγόμενων Σοβιετικών πολιτικών προς επιδίωξη μεγαλύτερης βαμβακοπαραγωγής κατέληξαν σε ένα καταστροφικό σενάριο. η γεωργική βιομηχανία εμφανίζεται ως η κύρια πηγή συνεισφοράς στη ρύπανση και την καταστροφή του αέρα και του νερού στη χώρα.[32]

Η καταστροφή της λίμνης Αράλης είναι ένα παγκόσμιο και όχι τοπικό πρόβλημα. Η λίμνη Αράλη ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη μεσόγεια θάλασσα στη Γη, δρώντας ως ένας παράγοντας με επιρροή στην υγρασία του αέρα και την ξηρή χρήση γης.[33] Από τη δεκαετία του 1960, κατά την οποία άρχισε η κακοδιαχείριση της λίμνης Αράλης, έχει συρρικνωθεί σε λιγότερο από το 50% της προηγούμενης έκτασης της και υποτριπλασιάσθηκε σε όγκο. Μεγάλο μέρος του νερού συνεχίζει να χρησιμοποιείται για την άρδευση χωραφιών βαμβακιού, καλλιέργεια που απαιτεί μεγάλη ποσότητα νερού.[34]

Οι αριθμοί θανάτων ζώων και ανθρώπινων ροών προσφύγων από την περιοχή γύρω από τη λίμνη μπορούν μόνο να εκτιμηθούν. Η ερώτηση για το ποιος είναι υπεύθυνος για την κρίση παραμένει ανοικτή – οι Σοβιετικοί επιστήμονες και πολιτικοί που διηύθυναν τη διανομή του νερού κατά τη δεκαετία του 1960, ή οι μετασοβιετικοί πολιτικοί που δεν κατένειμαν επαρκή χρηματοδότηση για την κατασκευή φραγμάτων και αρδευτικών συστημάτων.

Λόγω του σχεδόν άλυτου προβλήματος της Αράλης, η υψηλή αλατότητα και η μόλυνση του εδάφους με βαριά στοιχεία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στο Καρακαλπακστάν, την αυτόνομη περιοχή του Ουζμπεκιστάν δίπλα στη λίμνη Αράλη. Το μεγαλύτερο μέρος των υδάτινων πόρων της χώρας χρησιμοποιείται για την καλλιέργεια, η οποία αντιπροσωπεύει σχεδόν το 84% της χρήσης νερού και συμβάλλει στην υψηλή αλατότητα του εδάφους. Έντονη χρήση των φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων για την καλλιέργεια του βαμβακιού επιδεινώνει περαιτέρω τη ρύπανση του εδάφους.

Δημογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πληθυσμιακή πυραμίδα του 2016
Πληθυσμός[35]
Έτος Πληθυσμός σε εκατομμύρια
1950 6.2
2000 24.8
2021 34.9
Νιόπαντρα ζευγάρια επισκέπτονται τα αγάλματα του Ταμερλάνου για να λάβουν ευλογίες για τον γάμο τους.

Το 2024, το Ουζμπεκιστάν ήταν η πολυπληθέστερη χώρα στην Κεντρική Ασία. Οι 36.799.728[1] κάτοικοι της χώρας αποτελούν σχεδόν το μισό πληθυσμό της περιοχής. Ο πληθυσμός του Ουζμπεκιστάν είναι πολύ νέος: σύμφωνα με εκτίμηση το 34,1% των κατοίκων της χώρας είναι κάτω των 14 ετών και οι γεννήσεις βρίσκονται γύρω στις 850.000 το χρόνο με αυξητικές τάσεις.[36] Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά, οι Ουζμπέκοι αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού (80%). Ένα 2% είναι Ρώσοι, ένα 5% Τατζίκοι, ένα 3% Καζάκοι, ένα 2,5% Καρακαλπάκοι και ένα 1,5% Τάταροι (εκτίμηση του 1996).[36]

Υπάρχει κάποια διαμάχη σχετικά με το ποσοστό των Τατζίκων επί του συνολικού πληθυσμού. Ενώ οι επίσημες στατιστικές του Ουζμπεκιστάν θέτουν τον αριθμό στο 5%, ο αριθμός λέγεται ότι είναι υποεκτιμημένος και σύμφωνα με μη επαληθεύσιμες εκθέσεις, ορισμένοι Δυτικοί μελετητές ανεβάζουν τον αριθμό ακόμη και σε 20%-30%.[37] [38] [39] [40] Οι Ουζμπέκοι αναμίχθηκαν με τους Σάρτες, ένα τουρκοπερσικό έθνος της Κεντρικής Ασίας. Σήμερα, η πλειοψηφία των Ουζμπέκων έχουν μεικτή καταγωγή και αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς βαθμούς ποικιλομορφίας.[41] Το Ουζμπεκιστάν έχει μια κοινότητα Κορεατών, η οποία μεταφέρθηκε βίαια στην περιοχή από τον Στάλιν από τη Σοβιετική Άπω Ανατολή το 1937-1938. Υπάρχουν επίσης μικρές ομάδες Αρμενίων στο Ουζμπεκιστάν, κυρίως στην Τασκένδη και τη Σαμαρκάνδη.

Το 88% των κατοίκων είναι μουσουλμάνοι (κυρίως σουνίτες, με 5% Σιίτες), το 9% Χριστιανοί Ορθόδοξοι και το 3% ανήκει σε άλλες θρησκείες. Η Έκθεση Διεθνούς Θρησκευτικής Ελευθερίας του 2004 του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει ότι το 0,2% του πληθυσμού είναι Βουδιστές (κυρίως Κορεάτες). Οι Εβραίοι της Μπουχάρα ζουν στην Κεντρική Ασία, κυρίως στο Ουζμπεκιστάν, για χιλιάδες χρόνια. Το 1989 ζούσαν 94.900 Εβραίοι στο Ουζμπεκιστάν[42], αποτελώντας περίπου το 0.5% του πληθυσμού στην απογραφή του 1989. Αμέσως πριν και μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, οι περισσότεροι Εβραίοι της Κεντρικής Ασίας έφυγαν από την περιοχή μεταναστεύοντας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γερμανία, ή το Ισραήλ. Λιγότεροι από 5.000 Εβραίοι ζούσαν στο Ουζμπεκιστάν το 2007.[43]

Οι Ρώσοι στο Ουζμπεκιστάν αντιπροσώπευαν το 9.5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας το 1989. Κατά τη Σοβιετική περίοδο, οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί αποτελούσαν περισσότερο από το μισό πληθυσμό της Τασκένδης.[44] Στη χώρα ζούσαν περίπου 1.5 εκατομμύρια Ρώσοι, περίπου το 12.5% του πληθυσμού, στην απογραφή του 1970.[45] Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, πολλοί Ρώσοι έχουν φύγει από τη χώρα, κυρίως για οικονομικούς λόγους.[46]

Κατά τη δεκαετία του 1940, οι Τάταροι της Κριμαίας, μαζί με τους Γερμανούς του Βόλγα, τους Τσετσένους, τους Πόντιους[47], τους Κουμίκους και πολλές άλλες εθνικότητες, απελάθηκαν στην Κεντρική Ασία. Περίπου 100.000 Τάταροι της Κριμαίας συνεχίζουν να ζουν στο Ουζμπεκιστάν, παρά το γεγονός ότι μετά το 1987-88 έχει γίνει μια μεγάλη επιστροφή των Τατάρων της Κριμαίας στην πατρίδα τους.[48] Ο αριθμός των Ελλήνων στην Τασκένδη μειώθηκε από 35.000 το 1974 σε περίπου 12.000 το 2004, καθώς πολλοί έφυγαν για την Ελλάδα.[49] Η πλειοψηφία των Τούρκων της Μεσχετίας εγκατέλειψαν τη χώρα μετά τα πογκρόμ στην κοιλάδα της Φεργκάνα τον Ιούνιο του 1989.[50]

Τουλάχιστον το 10% του εργατικού δυναμικού του Ουζμπεκιστάν εργάζεται στο εξωτερικό (κυρίως στη Ρωσία και το Καζακστάν) και σε άλλες χώρες.[51][52]

Το Ουζμπεκιστάν έχει ποσοστό αλφαβητισμού 99.3% μεταξύ των ενηλίκων ηλικίας άνω των 15 ετών (εκτίμηση του 2003)[53], χάρη στο δωρεάν και καθολικό εκπαιδευτικό σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης.

Το προσδόκιμο ζωής στο Ουζμπεκιστάν είναι 66 χρόνια για τους άνδρες και 72 έτη για τις γυναίκες, ήτοι 69 χρόνια στο μέσο όρο.[54]

Ο πρόεδρος Σαβκάτ Μιρζιζόγιεφ υπέγραψε νόμο τον Μάρτιο του 2020, ο οποίος έκανε υποχρεωτική τη διενέργεια εθνικής απογραφής τουλάχιστον κάθε 10 χρόνια.[55] Επίσημη καταμέτρηση του πληθυσμού δεν έχει γίνει εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Τον Νοέμβριο του 2020, η πρώτη απογραφή ακυρώθηκε λόγω ανησυχιών για την πανδημία του κορονοϊού και το τεράστιο μέγεθος της εργασίας. Εάν δεν υπάρξει αναβολή η πρώτη μετασοβιετική ουζμπεκική απογραφή θα λάβει χώρα το 2023.[56]

Προσδόκιμο ζωής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 73,0 χρόνια (70,8 χρόνια οι άνδρες και 75,2 οι γυναίκες).[57]

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τζαμί Χονακόχ στο Μαργιλόν
Το τζαμί της Μπουχάρας

Το Ουζμπεκιστάν είναι κοσμική χώρα και το άρθρο 61 του συντάγματός του ορίζει ότι οι θρησκευτικές οργανώσεις και ενώσεις πρέπει να διαχωρίζονται από το κράτος και να είναι ίσες ενώπιον του νόμου. Το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει στη δραστηριότητα των θρησκευτικών ενώσεων.[58] Το Ισλάμ είναι η κυρίαρχη θρησκεία στο Ουζμπεκιστάν, αν και επί Σοβιετικής εποχής (1924–1991) οι κρατικοί νόμοι αποθάρρυναν την έκφραση της θρησκευτικής πίστης. Η θρησκεία καταπιέστηκε κατά τη διάρκεια της ιστορίας του Ουζμπεκιστάν ως Σοβιετικής Δημοκρατίας. Το CIA Factbook εκτιμά ότι οι Μουσουλμάνοι αποτελούν το 88% του πληθυσμού, ένα 9% του πληθυσμού είναι Ρώσοι Ορθόδοξοι ενώ το υπόλοιπο 4% ανήκει σε άλλη θρησκεία ή δεν πιστεύει σε καμία θρησκεία.[59] Ενώ μια έκθεση του ερευνητικού κέντρου Πιου το 2010 ανέφερε ότι το 96.5% του πληθυσμού της χώρας ήταν μουσουλμάνοι.[60] [61] Οι Ρώσοι Ορθόδοξοι αποτελούσαν το 2.3% του πληθυσμού της χώρας σύμφωνα με την ίδια έρευνα του 2010.[62] Υπολογίζεται ότι το 1990 ζούσαν περίπου 93.000 Εβραίοι ζούσαν στη χώρα.[63] Επιπλέον, έχουν απομείνει περίπου 7.400 Ζωροάστρες στο Ουζμπεκιστάν, κυρίως σε περιοχές με πλειοψηφία Τατζίκων όπως το Χουτζάντ.[64]

Παρά την επικράτηση του Ισλάμ και την πλούσια ιστορία του Ισλάμ στη χώρα, υπάρχουν και άλλες θρησκείες που εξασκούνται στη χώρα. Οι Ουζμπέκοι ασκούν πολλές εκδοχές του Ισλάμ. Η σύγκρουση της ισλαμικής παράδοσης με διάφορα πολιτικά προγράμματα μεταρρύθμισης ή εκκοσμίκευσης καθ'όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα άφησε μια μεγάλη ποικιλία ισλαμικών πρακτικών στην Κεντρική Ασία.[65]

Το τέλος της Σοβιετικής εποχής στο Ουζμπεκιστάν το 1991 οδήγησε σε μια ομαλή επανασύνδεση με το Ισλάμ και οι φόβοι για την εμφάνιση ισλαμικού φονταμενταλισμού για την οποία μιλούσαν πολλοί δεν έλαβε χώρα. Αντιθέτως, έγινε μια σταδιακή επανασύνδεση με τις εντολές της ισλαμικής πίστης και μια σταδιακή αναζωπύρωση του Ισλάμ στη χώρα.[66] Ωστόσο, από το 2015 υπήρξε μια μικρή αύξηση της ισλαμιστικής δραστηριότητας στη χώρα. Μικρές οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κίνημα του Ουζμπεκιστάν δήλωσαν πίστη στο Ισλαμικό Κράτος και απέστειλαν μαχητές στο εξωτερικό,[67] αν και η τρομοκρατική απειλή στο ίδιο το Ουζμπεκιστάν παραμένει χαμηλή.[68] Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε το λήμμα τρομοκρατία στο Ουζμπεκιστάν.

Το 93-95% του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι και το 3-5% χριστιανοί κυρίως Ορθόδοξοι. Η χώρα έχει αποτελέσει περιοχή ανάπτυξης βουδιστικών, νεστοριανικών χριστιανικών και ισλαμικών βασιλείων και αυτοκρατοριών στην ιστορία. Πόλεις όπως η Σαμαρκάνδη, η Μπουχάρα και η Τασκένδη έχουν σημαντικό ρόλο στην ισλαμική ιστορία. Το Ουζμπεκιστάν από το 1991 μετά την πτώση της Σοβιετικής ένωσης και την ανεξαρτησία του έχει βιώσει θρησκευτική αναβίωση παρά τις προσπάθειες της κοσμικής κυβέρνησης να την καταστείλει. Κατά τη μετακομμουνιστική περίοδο εμφανίστηκαν ακραία ισλαμικά κινήματα που επιδίωκαν τη μετατροπή του Ουζμπεκιστάν σε ισλαμικό θεοκρατικό κράτος γεγονός που συνάντησε την αντίδραση της κυβέρνησης. Το Ουζμπεκιστάν επίσημα είναι κοσμικό κράτος με την ισλαμική θρησκεία ωστόσο να παίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνία και τον πολιτισμό της χώρας και με το ανατολικό τμήμα της χώρας να είναι περισσότερο θρησκευόμενο σε σύγκριση με το δυτικό τμήμα που είναι είναι ως επί το πλείστον περισσότερο κοσμικό.

Εβραϊκή κοινότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικογένεια Εβραίων της Μπουχάρας (γύρω στο 1899).

Η εβραϊκή κοινότητα στα εδάφη του Ουζμπεκιστάν άνθισε για αιώνες. Οι περιστασιακές δυσκολίες που αντιμετώπισε η εκεί εβραϊκή κοινότητα σχετίζονταν με τις πολιτικές συγκεκριμένων βασιλέων. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του Ταμερλάνου τον 14ο αιώνα, οι Εβραίοι συνέβαλαν σημαντικά στις προσπάθειές του να ανοικοδομήσει τη Σαμαρκάνδη και εκεί δημιουργήθηκε μια μεγάλη εβραϊκή κοινότητα.[69]

Μετά την ένταξη της περιοχής στη ρωσική αυτοκρατορία το 1868, οι Εβραίοι έλαβαν ίσα δικαιώματα με τον τοπικό μουσουλμανικό πληθυσμό.[70] Εκείνη την περίοδο περίπου 50.000 Εβραίοι ζούσαν στη Σαμαρκάνδη και 20.000 στη Μπουχάρα.[70] Μετά τις ρωσικές επαναστάσεις το 1917 και την εγκαθίδρυση του σοβιετικού καθεστώτος, η εβραϊκή θρησκευτική ζωή περιορίστηκε, όπως και κάθε άλλη θρησκεία. Μέχρι το 1935, από τις 30 συναγωγές που είχε προεπαναστατικά η Σαμαρκάνδη, είχε απομείνει μόνο μία. Ωστόσο, η υπόγεια θρησκευτική ζωή της εβραϊκής κοινότητας κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής συνεχίστηκε.[70]

Το 1970 ζούσαν 103.000 Εβραίοι στη Σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν.[71]

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 οι περισσότεροι Εβραίοι του Ουζμπεκιστάν έφυγαν για το Ισραήλ ή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.[72] Κάποιες χιλιάδες Εβραίων έχουν παραμείνει στη χώρα, σύμφωνα με στοιχεία του 2013: περίπου 7.000 ζούσαν στην Τασκένδη, 3.000 στη Μπουχάρα και 700 στη Σαμαρκάνδη. [73]

Γλώσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια σελίδα στην ουζμπεκική γλώσσα γραμμένη σε Νασταλίκ (περσοαραβική καλλιγραφία), η οποία τυπώθηκε στη Τασκένδη το 1911.

Η ουζμπεκική γλώσσα είναι μία από τις τουρκικές γλώσσες που συγγενεύουν με την ουιγουρική γλώσσα. Αμφότερες ανήκουν στο καρλουκικό κλάδο της τουρκικής γλωσσικής οικογένειας. Είναι η μόνη επίσημη γλώσσα του Ουζμπεκιστάν και από το 1992 γράφεται με λατινικό αλφάβητο αν και το κυριλλικό αλφάβητο χρησιμοποιείται ευρέως ανεπίσημα.[74]

Μέχρι τη δεκαετία του 1920, η γραπτή γλώσσα των Ουζμπέκων λεγόταν Τουρκί (γνωστή στους Δυτικούς μελετητές ως Τσαγκατάι) και χρησιμοποιούσε τη γραφή Νασταλίκ. Το 1926 εισήχθη το λατινικό αλφάβητο και πέρασε από πολλές αναθεωρήσεις σε όλη τη δεκαετία του 1930 για να αντικατασταθεί από το κυριλλικό αλφάβητο το 1940, αλφάβητο το ποίο χρησιμοποιήθηκε μέχρι την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1993 το Ουζμπεκιστάν επέστρεψε στο ουζμπεκικό λατινικό αλφάβητο, το οποίο τροποποιήθηκε το 1996 και διδάσκεται στα σχολεία από το 2000. Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα διδάσκουν μόνο τη λατινική γραφή της ουζμπεκικής. Ταυτόχρονα, η κυριλλική γραφή είναι δημοφιλής μεταξύ των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας.[75] Παρόλο που το ουζμπεκικό κυριλλικό αλφάβητο δεν χρησιμοποιείται σε επίσημα έγγραφα, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από πολλές δημοφιλείς εφημερίδες και ιστότοπους της χώρας, ενώ μερικά τηλεοπτικά κανάλια χρησιμοποιούν και τα δύο αλφάβητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι και η ουζμπεκική έκδοση της Βικιπαίδειας διαθέτει λογισμικό μετατροπής ανάμεσα στα δύο αλφάβητα.

Η καρακαλπακική γλώσσα, η οποία ανήκει στις κιπτσακικές γλώσσες (κλάδος των τουρκικών γλωσσών) και συγγενεύει έτσι περισσότερο με τα καζακικά, ομιλείται από μισό εκατομμύριο ανθρώπους, κυρίως στη Δημοκρατία του Καρακαλπακστάν, στην οποία είναι και επίσημη.

Αν και η ρωσική γλώσσα δεν είναι επίσημη γλώσσα στη χώρα, χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλούς τομείς. Οι ψηφιακές πληροφορίες που εκδίδει η κυβέρνηση είναι διαθέσιμες και στις δύο γλώσσες.[76] [77] [78] Τα ρωσικά είναι μια σημαντική γλώσσα για την επικοινωνία μεταξύ των εθνοτήτων, ειδικά στις πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της καθημερινής κοινωνικής, τεχνικής, επιστημονικής, κυβερνητικής και επιχειρηματικής χρήσης. Η χώρα φιλοξενεί επίσης περίπου ένα εκατομμύριο γηγενείς ομιλητές της ρωσικής γλώσσας[79][80][81][82][83][84] και εκατομμύρια Ουζμπέκοι ξέρουν και μιλούν ρωσικά ως δεύτερη γλώσσα.

Η τατζικική γλώσσα (μια ποικιλία της περσικής γλώσσας) είναι ευρέως διαδεδομένη στις πόλεις της Μπουχάρας και της Σαμαρκάνδης λόγω του σχετικά μεγάλου πληθυσμού των Τατζίκων.[85] [86] [87] Τατζίκοι ζουν και σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως το Κασανσάι, το Τσουστ, το Ριστάν και το Σοχ στην κοιλάδα της Φεργκάνας, στις περιοχές Μπουρτσμουλά, Αχανγκαράν, Μπαγιστάν στις όχθες του Συρ Ντάρια και τέλος στις περιοχές Σαχρισάμπζ, Καρσί, Κιτάμπ και στις κοιλάδες των ποταμών Καφιρινγκάν και Τσαγκανιάν, αποτελώντας περίπου το 10-15% του πληθυσμού του Ουζμπεκιστάν.[86][87][88]

Περισσότεροι από 800.000 άνθρωποι μιλούν την καζακική γλώσσα σαν μητρική γλώσσα. Ένας που θέλει να αποκτήσει ουζμπεκική ιθαγένεια δεν χρειάζεται να γνωρίζει την ουζμπεκική γλώσσα, σε αντίθεση με άλλες χώρες.[89]

Τον Απρίλιο του 2020, εισήχθη ένα νομοσχέδιο για τη διασφάλιση της αποκλειστικής χρήσης της ουζμπεκικής γλώσσας στις κυβερνητικές υποθέσεις. Βάσει αυτής της νομοθεσίας, οι κυβερνητικοί υπάλληλοι μπορούσαν να λάβουν πρόστιμα αν χρησιμοποιούσαν άλλη γλώσσα στην εργασία τους πέρα από τα ουζμπεκικά (π.χ. ρωσικά). Αν και το νομοσχέδιο δεν πέρασε, η εκπρόσωπος τύπου του Ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα επέκρινε τις διατάξεις του νομοσχεδίου.[90] Σε απάντηση, μια ομάδα Ουζμπεκικών διανοουμένων υπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή υποστηρίζοντας την αναβάθμιση της ρωσικής γλώσσας σε δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους, αναφέροντας ιστορικούς δεσμούς, τον μεγάλο ρωσόφωνο πληθυσμό στο Ουζμπεκιστάν και τη χρησιμότητα των ρωσικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.[91]

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ουζμπεκιστάν είναι προεδρική δημοκρατία. Η εκτελεστική εξουσία ανήκει στον Πρόεδρο της δημοκρατίας και την κυβέρνησή του. Ο Πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν ο οποίος είναι ταυτόχρονα αρχηγός κράτους και κυβέρνησης διορίζει τους υπουργούς και τον πρωθυπουργό. Ο πρωθυπουργός του Ουζμπεκιστάν δεν είναι αρχηγός της κυβέρνησης αλλά ασκεί τις αρμοδιότητες που του αναθέτει ο πρόεδρος και τον συνεπικουρεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από το κοινοβούλιο που αποτελείται από δύο σώματα (Γερουσία και Εθνοσυνέλευση).

Εκλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διοικητικές διαιρέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολιτικός χάρτης του Ουζμπεκιστάν

Το Ουζμπεκιστάν χωρίζεται σε δώδεκα περιφέρειες, μία αυτόνομη δημοκρατία, το Καρακαλπακστάν, και μία ανεξάρτητη πόλη, την πρωτεύουσα (Τασκένδη).

Ακολουθεί η παρουσίαση των ονομάτων των επαρχιών της χώρας με βάση τη αρίθμηση του χάρτη:

  • 1: Πόλη της Τασκένδης
  • 2: περιφέρεια Αντιτζάν
  • 3: περιφέρεια Μπουχάρας
  • 4: περιφέρεια Φεργκάνας
  • 5: περιφέρεια Τζιζάχ
  • 6: περιφέρεια Ναμανγκάν
  • 7: περιφέρεια Ναβόι
  • 8: περιφέρεια Κασκαντάρια
  • 9: περιφέρεια Σαμαρκάνδης
  • 10: περιφέρεια Σιρντάρια
  • 11: περιφέρεια Σουρχοντάρια
  • 12: περιφέρεια Τερμίζ
  • 13: περιφέρεια Χορασμίας
  • 14: Αυτόνομη δημοκρατία του Καρακαλπακστάν

Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναλογική εκπροσώπηση των εξαγωγών του Ουζμπεκιστάν, 2019

Το Ουζμπεκιστάν εξορύσσει 80 τόνους χρυσού ετησίως (7η μεγαλύτερη επίδοση παγκοσμίως). Τα κοιτάσματα χαλκού του Ουζμπεκιστάν είναι τα δέκατα μεγαλύτερα στο κόσμο και τα κοιτάσματα ουρανίου είναι τα δωδέκατα μεγαλύτερα στο κόσμο. Η παραγωγή ουρανίου της χώρας κατατάσσεται στην έβδομη θέση παγκοσμίως.[92][93][94] Η ουζμπεκική εθνική εταιρεία φυσικού αερίου, η Uzbekneftegas, παράγει περίπου 60 με 70 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου το έτος. Η χώρα διαθέτει σημαντικά ανεκμετάλλευτα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου καθώς υπάρχουν 194 κοιτάσματα υδρογονανθράκων στο Ουζμπεκιστάν.[95][96]

Το 2020, η επίδοση του Ουζμπεκιστάν στον δείκτη ευκολίας της επιχειρηματικότητας (ο οποίος καταρτίζεται από την Παγκόσμια Τράπεζα) βελτιώθηκε οριακά.[97] Οι μεγαλύτερες εταιρείες που συμμετέχουν στον ενεργειακό τομέα του Ουζμπεκιστάν είναι η China National Petroleum Corporation (CNPC), η Petronas, η Korea National Oil Corporation, η Gazprom, η Lukoil και η Uzbekneftegas.

Μαζί με πολλές οικονομίες μελών της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, η οικονομία του Ουζμπεκιστάν υποχώρησε κατά τα πρώτα χρόνια της μετασοβιετικής εποχής και στη συνέχεια ανέκαμψε μετά το 1995, καθώς άρχισε να γίνεται αισθητή η σωρευτική επίδραση των πολιτικών μεταρρυθμίσεων.[98] Το Ουζμπεκιστάν παρουσιάζει ισχυρή ανάπτυξη, με ρυθμό 4% ετησίως μεταξύ των ετών 1998 και 2003 και στη συνέχεια ο ρυθμός διπλασιάστηκε στο ρυθμό 7% -8% ετησίως. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ,[99] το ΑΕΠ της χώρας το 2008 είχε σχεδόν τη διπλάσια αξία αυτής του 1995 (σε σταθερές τιμές). Από το 2003 οι ετήσιοι ρυθμοί πληθωρισμού ποικίλλουν, φτάνοντας σχεδόν το 40% το 2010. Το 2019 ο πληθωρισμός στο Ουζμπεκιστάν ήταν κάτω από 20%.[100]

Το Ουζμπεκιστάν έχει κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν ύψους 2.020 δολαρίων ΗΠΑ (δεδομένα του 2018), δίνοντας ισοτιμία αγοραστικής δύναμης ύψους 7.230 δολαρίων ΗΠΑ.[101] Η οικονομική παραγωγή συγκεντρώνεται σε εμπορεύματα. Το 2011, το Ουζμπεκιστάν ήταν ο έβδομος μεγαλύτερος παραγωγός βαμβακιού στο κόσμο και ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας βαμβακιού,[102] καθώς και ο έβδομος μεγαλύτερος παγκόσμιος παραγωγός χρυσού. Είναι επίσης ένας σημαντικός περιφερειακός παραγωγός φυσικού αερίου, άνθρακα, χαλκού, πετρελαίου, αργύρου και ουρανίου. [103]

Η γεωργία απασχολεί το 27% του εργατικού δυναμικού του Ουζμπεκιστάν και συνεισφέρει το 17.4% του ουζμπεκικού ΑΕΠ (στοιχεία 2012).[104] Η καλλιεργήσιμη γη υπολογίζεται στα 4.4 εκατομμύρια εκτάρια, περίπου το 10% της συνολικής έκτασης του Ουζμπεκιστάν. Ενώ σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία η ανεργία είναι πολύ χαμηλή, η υποαπασχόληση - ειδικά στις αγροτικές περιοχές - μάλλον ξεπερνά το 20% σύμφωνα με εκτιμήσεις.[105] Η παραγωγή βαμβακιού στο Ουζμπεκιστάν παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία της χώρας.[106] Το ουζμπεκικό βαμβάκι χρησιμοποιείται ακόμη και για την τύπωση τραπεζογραμματίων στη Νότια Κορέα.[107] Η χώρα παράγει σημαντική ποσότητα καρότων. Η χρήση της παιδικής εργασίας στο Ουζμπεκιστάν έχει οδηγήσει πολλές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Tesco,[108] C&A,[109] Marks & Spencer, Gap και H&M, να μην χρησιμοποιούν το βαμβάκι του Ουζμπεκιστάν στα προϊόντα τους.[110]

Εργοστάσιο μεταξιού στο Γιοντγκορλίκ.

Αντιμετωπίζοντας μια πληθώρα οικονομικών προκλήσεων μετά την ανεξαρτητοποίησή της, η κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μια εξελικτική στρατηγική μεταρρύθμισης, με έμφαση στον κρατικό έλεγχο, τη μείωση των εισαγωγών και την αυτάρκεια στην ενέργεια. Από το 1994, τα κρατικά ΜΜΕ μιλούν επανειλημμένα για την επιτυχία του λεγόμενου «Οικονομικού Μοντέλου του Ουζμπεκιστάν» [111], υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι μοναδικό παράδειγμα ομαλής μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, αποφεύγοντας παράλληλα την απότομη μετάβαση, τη φτωχοποίηση και τη στασιμότητα. Σήμερα, η οικονομία του Ουζμπεκιστάν είναι μεταξύ των πιο διαφοροποιημένων στην Κεντρική Ασία, γεγονός που καθιστά τη χώρα ελκυστικό οικονομικό εταίρο για την Κίνα.[112]

Η σταδιακή μεταρρυθμιστική στρατηγική περιλαμβάνει την αναβολή διενέργειας σημαντικών μακροοικονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Το γραφειοκρατικό κράτος διατηρεί μια κυρίαρχη επιρροή στην οικονομία. Η διαφθορά είναι σημαντικό πρόβλημα και μάλιστα μεγενθύνεται με την πάροδο του χρόνου: το 2005 το Ουζμπεκιστάν ήταν 137ο σε 159 χώρες στο Δείκτης Αντίληψης Διαφθοράς και το 2007 175ο σε 179 χώρες. Μια έκθεση του Φεβρουαρίου 2006 για τη χώρα από τη Διεθνή Ομάδα Κρίσεων αναφέρει ότι τα έσοδα που αποκομίζει η χώρα από προϊόντα όπως το βαμβάκι, ο χρυσός, το καλαμπόκι και το αέριο, καταλήγουν κυρίως σε ένα πολύ μικρό κύκλο της κυρίαρχης ελίτ, με ελάχιστο ή καθόλου όφελος για τον λαό.[113] Τα πρόσφατα σκάνδαλα διαφθοράς υψηλού κύρους που αφορούν κυβερνητικές συμβάσεις και μεγάλες διεθνείς εταιρείες, όπως η TeliaSoneria, αποδεικνύουν ότι στο Ουζμπεκιστάν οι ξένες επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στη διαφθορά.[114]

Σύμφωνα με την Ομάδα Ανθρώπινου Δυναμικού του Εκόνομιστ, «η κυβέρνηση αντιτίθεται στο να επιτρέψει την ανάπτυξη ενός ανεξάρτητου ιδιωτικού τομέα, στον οποίο δεν θα είχε κανέναν έλεγχο».[115]

Πωλητές ψωμιού στο Ουργκούτ.

Οι οικονομικές πολιτικές απωθούν τις ξένες επενδύσεις, οι οποίες είναι οι χαμηλότερες κατά κεφαλήν στις χώρες της ΚΑΚ.[116] Για πολλά χρόνια, το μεγαλύτερο εμπόδιο στις ξένες εταιρείες που εισέρχονται στην αγορά του Ουζμπεκιστάν ήταν η δυσκολία μετατρεψιμότητας του νομίσματος. Το 2003 η κυβέρνηση αποδέχθηκε τις υποχρεώσεις του άρθρου Η΄ βάσει του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) [117] το οποίο προβλέπει τη πλήρη μετατρεψιμότητα των νομισμάτων. Ωστόσο, οι αυστηροί νομισματικοί έλεγχοι και η σύσφιξη των ελέγχων στα σύνορα έχουν μειώσει την επίδραση αυτού του μέτρου.

Το Ουζμπεκιστάν γνώρισε μια ανεξέλεγκτη άνοδο του πληθωρισμού σε ποσοστά ύψους 1000% ετησίως αμέσως μετά την ανεξαρτησία (1992-1994). Οι προσπάθειες σταθεροποίησης που υλοποιήθηκαν με καθοδήγηση από το ΔΝΤ[118] απέδωσαν. Τα ποσοστά πληθωρισμού μειώθηκαν στο 50% το 1997 και στη συνέχεια στο 22% το 2002. Το 2003, οι ετήσιοι ρυθμοί πληθωρισμού ήταν κατά μέσο όρο κάτω από 10%. [119] Οι σφιχτές οικονομικές πολιτικές του 2004 οδήγησαν σε δραστική μείωση του πληθωρισμού στο 3,8% (αν και οι εναλλακτικές εκτιμήσεις με βάση την τιμή ενός πραγματικού καλαθιού του καταναλωτή θεωρούν ότι βρίσκεται κοντά στο 15%).[120] Τα ποσοστά πληθωρισμού αυξήθηκαν μέχρι και στο 6.9% το 2006 και στο 7.6% το 2007, αλλά παρέμειναν στο μονοψήφιο εύρος. [121]

Η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν περιορίζει τις εισαγωγές από το εξωτερικό με πολλούς τρόπους (π.χ. θέτοντας υψηλούς δασμούς για τα εισαγόμενα προϊόντα). Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης εφαρμόζονται με ιδιαίτερα διακριτικό τρόπο για την προστασία των τοπικών προϊόντων[122] αν και οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης για τα εισαγόμενα αυτοκίνητα καταργήθηκαν το 2020.[123] Οι επίσημοι δασμοί συνδυάζονται με ανεπίσημες χρεώσεις που εισάγουν διακρίσεις, οδηγώντας σε συνολικές χρεώσεις που αγγίζουν το 100% με 150% της πραγματικής αξίας του προϊόντος, καθιστώντας τα εισαγόμενα προϊόντα ουσιαστικά απρόσιτα για τον μέσο Ουζμπέκο.[124] Η υποκατάσταση των εισαγωγών είναι επίσημη πολιτική και η κυβέρνηση ανέφερε με υπερηφάνεια μια μείωση μια υποδιπλάσια μεταβολή στον όγκο των εισαγόμενων καταναλωτικών αγαθών. Ορισμένες χώρες της ΚΑΚ εξαιρούνται από τους εισαγωγικούς δασμούς στο Ουζμπεκιστάν. Το Ουζμπεκιστάν έχει διμερή επενδυτική συνθήκη με πενήντα άλλες χώρες. [125]

Το Χρηματιστήριο Τασκένδης ξεκίνησε να λειτουργεί το 1994. Οι μετοχές όλων των μετοχικών εταιρειών με έδρα το Ουζμπεκιστάν (περίπου 1.250) διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο της Τασκένδης. Ο αριθμός των εισηγμένων εταιρειών τον Ιανουάριο του 2013 υπερβαίνει τις 110. Ο όγκος της αγοράς κινητών αξιών έφτασε τα 2 τρισεκατομμύρια το 2012 και ο αριθμός αυξάνεται ραγδαία λόγω του αυξανόμενου ενδιαφέροντος από τις εταιρείες για την προσέλκυση απαραίτητων πόρων μέσω της κεφαλαιαγοράς. Σύμφωνα με το Κεντρικό Αποθετήριο τον Ιανουάριο του 2013, η ονομαστική αξία των εκκρεμών μετοχών στο Ουζμπεκιστάν ξεπερνούσε τα εννέα τρισεκατομμύρια.

Χάρη εν μέρει στην ανάκαμψη των τιμών του χρυσού και του βαμβακιού στην παγκόσμια αγορά (είναι μεταξύ των βασικών προϊόντων της χώρας), στην επέκταση του όγκου παραγωγής φυσικού αερίου, στην αύξηση των εξαγωγών μεταποιημένων προϊόντων και στην αύξηση των μεταναστών εργαζομένων, ο δημόσιος προϋπολογισμός της χώρας είναι πλεονασματικός. Το 2018, τα συναλλαγματικά αποθέματα, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού, ανήλθαν σε περίπου 25 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. [126]

Τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας ανήλθαν το 2010 σε 13 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. [127] Το Ουζμπεκιστάν σύμφωνα με έρευνα της τράπεζας HSBC, αναμένεται να είναι μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου.[128]

Πολιτισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θέατρο Όπερας Ναβόι στην Τασκένδη
Κέντημα από το Ουζμπεκιστάν
Παραδοσιακή ουζμπεκική κεραμική

Το Ουζμπεκιστάν κατοικείται κυρίως από Ουζμπέκους, αν και ζουν πολλές μειονότητες εκεί. Το 1995 περίπου το 71% του πληθυσμού του Ουζμπεκιστάν ήταν Ουζμπέκοι. Οι κύριες μειονοτικές ομάδες ήταν οι Ρώσοι (8%), οι Τατζίκοι (3–4.7%), [129] [130] [131] [132] οι Καζάκοι (4%), οι Τάταροι (2.5%) και οι Καρακαλπάκοι (2%). Λέγεται, ωστόσο, ότι οι μη Ουζμπέκοι μειώνονται τόσο ποσοστιαία όσο και αριθμητικά, επειδή οι Ρώσοι και άλλες μειονοτικές ομάδες αποχωρούν σταθερά και οι Ουζμπέκοι επιστρέφουν από άλλα μέρη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, λόγω της αμοιβαίας εσωτερικής μετανάστευσης μέχρι το 1991.

Όταν το Ουζμπεκιστάν ανεξαρτητοποιήθηκε το 1991, διατυπώθηκαν ανησυχίες ότι ο μουσουλμανικός φονταμενταλισμός θα εξαπλωθεί σε όλη τη Κεντρική Ασία.[133] Η αιτιολόγηση για αυτή την ανησυχία ήταν ότι μια χώρα στην οποία δεν υπήρχαν θρησκευτικές ελευθερίες για καιρό θα χαρακτηριστούν από μια ταχύτατη αύξηση της έκφρασης της κυρίαρχης πίστης της.

Σύμφωνα με έκθεση του Κέντρου Ερευνών Πιου του 2009, το 96.3% των Ουζμπέκων είναι μουσουλμάνοι (το 54% δεν ταυτίζεται με κάποιο δόγμα, ένα 18% δηλώνει σουνίτης και 1% σιίτης), ενώ ένα 11% δηλώνει ότι ανήκει σε κάποιο σουφιστικό τάγμα.[134]

Μουσική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άτομα με παραδοσιακές ενδυμασίες στο Φεστιβάλ Μεταξιού και Μπαχαρικών στη Μπουχάρα

Η κλασική μουσική της Κεντρικής Ασίας ονομάζεται σασμακάμ. Το εν λόγω μουσικό είδος έκανε την εμφάνιση του στην Μπουχάρα στα τέλη του 16ου αιώνα, όταν αυτή η πόλη ήταν περιφερειακή πρωτεύουσα.[135] Ετυμολογικά και χαρακτηριστικά, έχει στενή σχέση με το αζέρικο μουγκάμ και το ουιγουρικό μουκάμ. [136] Το όνομα σασμακάμ λέγεται έξι μακάμ. Ο τίτλος αναφέρεται στη δομή της μουσικής, η οποία περιέχει έξι τμήματα σε έξι διαφορετικούς τρόπους μουσικής, σε τρόπο παρόμοιο με την περσική παραδοσιακή μουσική. Τα αποσπάσματα της προφορικής σουφικής ποίησης διακόπτουν την εκτέλεση της μουσικής. Η εκτέλεση του σασμακάμ χαρακτηρίζεται από τη σταδιακή εξύψωση του μουσικού τόνου και έπειτα την επιστροφή του μουσικού τόνου στην αρχική μορφή του.

Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ουζμπεκιστάν έχει υψηλό ποσοστό αλφαβητισμού. Το 99.9% των ενηλίκων άνω των 15 ετών είναι σε θέση να διαβάζουν και να γράφουν.[137] Ωστόσο, μόλις το 76% του πληθυσμού κάτω των 15 ετών φοιτά σε κάποιο σχολείο (και μόνο το 20% των παιδιών ηλικίας 3 έως 6 ετών, φοιτούν σε προσχολικό ίδρυμα). Τα παιδιά πηγαίνουν έξι μέρες την εβδομάδα σχολείο (όπως γινόταν και στην Ελλάδα παλαιότερα) από τη Δευτέρα μέχρι το Σάββατο.

Υπάρχουν δύο διεθνή σχολεία που λειτουργούν στο Ουζμπεκιστάν, αμφότερα στη Τασκένδη: το Βρετανικό Σχολείο απευθυνόμενο σε μαθητές του δημοτικού και το Διεθνές Σχολείο της Τασκένδης, ένα δωδεκατάξιο σχολείο.

Το Ουζμπεκιστάν αντιμετωπίζει σοβαρές ελλείψεις προϋπολογισμού στο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα. Ο εκπαιδευτικός νόμος του 1992 ξεκίνησε τη διαδικασία της θεωρητικής μεταρρύθμισης, αλλά η φυσική βάση έχει επιδεινωθεί και η αναθεώρηση του προγράμματος σπουδών προχώρησε αργά. Η διαφθορά στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι σημαντικό πρόβλημα. Οικογένειες υψηλότερου οικονομικού επιπέδου δωροδοκούν τακτικά τους δασκάλους και τα στελέχη των σχολείων όπου φοιτούν τα παιδιά τους, ώστε οι εκπαιδευτικοί να βάζουν υψηλούς βαθμούς στα παιδιά τους χωρίς να πηγαίνουν σχολείο ή να δίνουν εξετάσεις.[138]

Αρκετά πανεπιστήμια, τόσο από τη Δύση όσο και από τη Κορέα, διατηρούν παραρτήματα στη Τασκένδη τα οποία προσφέρουν αγγλόφωνα προγράμματα σπουδών σε πολλές ειδικότητες. Τα περισσότερα εθνικά πανεπιστήμια προσφέρουν μαθήματα ρωσικής γλώσσας και μαθήματα στα ρωσικά συμπεριλαμβανομένων του κρατικού πανεπιστημίου της Μόσχας και του ρωσικού κρατικού πανεπιστημίου πετρελαίου και φυσικού αερίου Γκούμπκιν, διατηρώντας παραρτήματα στην Τασκένδη.

Εθνικές αργίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1 Ιανουαρίου: Πρωτοχρονιά
  • 14 Ιανουαρίου: Ημέρα των υπερασπιστών της πατρίδας
  • 8 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
  • 21 Μαρτίου: Νοβρούζ
  • 9 Μαΐου: Ημέρα Μνήμης και Τιμής
  • 1 Σεπτεμβρίου: Ημέρα Ανεξαρτησίας
  • 1 Οκτωβρίου: Ημέρα των Δασκάλων
  • 8 Δεκεμβρίου: Ημέρα του Συντάγματος.

Επίσης επίσημες αργίες είναι το Ραμαζάνι και το Ιντ αλ-φιτρ, των οποίων η ημερομηνία διαφέρει κάθε έτος.

Κουζίνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μαντί από το Ουζμπεκιστάν
Ουζμπεκικό πιλάφι

Η ουζμπεκική κουζίνα επηρεάζεται από την τοπική γεωργία, όπως γίνεται σε περισσότερα έθνη. Στο Ουζμπεκιστάν παράγονται πολλά σιτηρά, οπότε τα ψωμιά και τα ζυμαρικά είναι σημαντικό μέρος της κουζίνας και η ουζμπεκική κουζίνα έχει χαρακτηριστεί ως «πλούσια σε νουντλς». Το πρόβειο κρέας είναι δημοφιλής ποικιλία κρέατος λόγω της αφθονίας των προβάτων στη χώρα και αποτελεί μέρος διαφόρων πιάτων του Ουζμπεκιστάν. [139]

Το χαρακτηριστικό πιάτο του Ουζμπεκιστάν είναι το πιλάφι. Τα κύρια συστατικά του είναι το ρύζι με κομμάτια κρέατος και τριμμένα καρότα και κρεμμύδια.[140] Το όσι ναχόρ (πρωινό πιλάφι) σερβίρεται νωρίς το πρωί (μεταξύ 6 π.μ. και 9 π.μ.) σε μεγάλες συγκεντρώσεις καλεσμένων, συνήθως ως μέρος μιας συνεχιζόμενης γαμήλιας γιορτής.

Άλλα σημαντικά πιάτα είναι το σούρπα, μια σούπα από μεγάλα κομμάτια λιπαρού κρέατος (συνήθως πρόβειο κρέας) αλλά και τα φρέσκα λαχανικά.[141] Οι Ουζμπέκοι επίσης τρώνε νορίν και λαγκμάν, πιάτα με βάση χυλοπίτες που μπορούν να σερβιριστούν ως σούπα ή κυρίως πιάτο.[142] Άλλα εδέσματα των Ουζμπέκων είναι το μαντί, το τσουτσβάρα και το σάμσα (γεμιστοί θύλακες ζύμης σερβιρισμένοι ως ορεκτικό ή κυρίως πιάτο). Το ντιμλάμα είναι στιφάδο κρέατος και λαχανικών. Τα κεμπάπ συνήθως είναι κύρια πιάτα.

Το πράσινο τσάι είναι το εθνικό ζεστό ρόφημα και καταναλώνεται όλη την ημέρα. Τα τεϊοποτεία (τσαϊχανά) έχουν πολιτιστική σημασία.[143] Το μαύρο τσάι είναι το δημοφιλέστερο στη Τασκένδη, αλλά τόσο το πράσινο όσο και το μαύρο τσάι καταναλώνονται καθημερινά, χωρίς γάλα ή ζάχαρη. Το τσάι συνοδεύει πάντα ένα γεύμα, αλλά είναι επίσης το ποτό που ο οικοδεσπότης θα προσφέρει στον φιλοξενούμενό του. [144] Το αριάνι είναι δροσερό ρόφημα γιαουρτιού. Είναι δημοφιλές το καλοκαίρι, αλλά δεν αντικαθιστά το ζεστό τσάι κατά το καλοκαίρι.[145]

Η χρήση αλκοόλ είναι λιγότερο διαδεδομένη σε σχέση με τη Δύση, αλλά το κρασί είναι σχετικά δημοφιλές για τα δεδομένα του μουσουλμανικού κόσμου, καθώς το Ουζμπεκιστάν είναι σε μεγάλο βαθμό κοσμικό. Το Ουζμπεκιστάν διαθέτει 14 ζυθοποιεία. Το γνωστότερο από αυτά είναι το Χοβρένκο στη Σαμαρκάνδης (ιδρύθηκε το 1927). [146] Το Οινοποιείο της Σαμαρκάνδης παράγει μια ποικιλία κρασιών από τοπικές ποικιλίες σταφυλιών: Γκουλιακαντόζ, Σιρίν, Αλεατίκο και Καμπαρέτ λικέρνογιε (κυριολεκτικά καμπερνέ σοβινιόν στα ρωσικά).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Επίσημη εκτίμηση
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «Ουζμπεκιστάν». ΔΝΤ. 
  3. Human Development Report 2021-22: Uncertain Times, Unsettled Lives: Shaping our Future in a Transforming World (PDF). hdr.undp.org. United Nations Development Programme. 8 Σεπτεμβρίου 2022. σελίδες 272–276. ISBN 978-9-211-26451-7. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. 
  4. Αν και τα Ουζμπεκικά μετέβησαν στο λατινικό αλφάβητο το 1992, η χρήση του κυριλλικού παραμένει εκτεταμένη.
  5. Human rights in Uzbekistan: Amnesty International report, 2008.
  6. Kenzheakhmet Nurlan (2013). The Qazaq Khanate as Documented in Ming Dynasty Sources. σελ. 140. 
  7. 7,0 7,1 A. H. Keane, A. Hingston Quiggin, A. C. Haddon, Man: Past and Present, p.312, Cambridge University Press, 2011, Google Books, quoted: "Who take their name from a mythical Uz-beg, Prince Uz (beg in Turki=a chief, or hereditary ruler)."
  8. MacLeod, Calum· Bradley Mayhew. Uzbekistan: Golden Road to Samarkand. σελ. 31. 
  9. 9,0 9,1 9,2 This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  10. This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  11. «Center of Islamic Civilization in Uzbekistan under the Cabinet of Ministers of the Republic of Uzbekistan». www.cisc.uz. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουλίου 2021. 
  12. Davidovich, E. A. (1998). «The Karakhanids; Chapter 6 The Karakhanids». Στο: C.E. Bosworth. History of Civilisations of Central Asia. 4 part I. UNESCO Publishing. σελίδες 119–144. ISBN 92-3-103467-7. 
  13. «Central Asian world cities (XI – XIII century)». faculty.washington.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2012. 
  14. This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  15. History of Civilizations of Central Asia (Vol. 4, Part 1). Motilal Banarsidass. 1992. σελ. 328. ISBN 978-81-208-1595-7. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Μαρτίου 2018. 
  16. Sicker, Martin (2000). The Islamic World in Ascendancy: From the Arab Conquests to the Siege of Vienna. 
  17. This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  18. Samuel Totten· Paul Robert Bartrop (2008). «ABC-CLIO». Dictionary of Genocide: A-L. σελ. 422. ISBN 0313346429. 
  19. Andrew Forbes· David Henley. «Timur's Legacy: The Architecture of Bukhara and Samarkand». CPA Media. Ανακτήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 2021. 
  20. Medical Links between India & Uzbekistan in Medieval Times by Hakim Syed Zillur Rahman, Historical and Cultural Links between India & Uzbekistan, Khuda Bakhsh Oriental Library, Patna, 1996. pp. 353–381.
  21. This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  22. This section incorporates text from the following source, which is in the public domain: Lubin, Nancy (1997).
  23. «Adventure in the East». Time. 1959-04-06. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-02-01. https://web.archive.org/web/20110201110849/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,810930,00.html. Ανακτήθηκε στις 2011-01-28. 
  24. Vladimir Shlapentokh· Munir Sendich· Emil Payin (1994). The New Russian Diaspora: Russian Minorities in the Former Soviet Republics. 
  25. Chahryar Adle, Madhavan K. Palat, Anara Tabyshalieva (2005).
  26. «Islam Karimov | president of Uzbekistan». Encyclopedia Britannica (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  27. «Obituary: Uzbekistan President Islam Karimov». BBC News. 2016-10-02. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-09-03. https://web.archive.org/web/20160903142534/http://www.bbc.co.uk/news/world-asia-37218158. 
  28. «Uzbekistan elects Shavkat Mirziyoyev as president». 5 Δεκεμβρίου 2016. 
  29. «www.worldatlas.com». www.worldatlas.com. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  30. 30,0 30,1 «Uzbekistan will publish its own book of records». Ferghana.ru. 18 Ιουλίου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2009. 
  31. Climate, Uzbekistan: Country Studies– Federal Research Division, Library of Congress.
  32. «Uzbekistan – Environment». Countrystudies.us. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  33. «Uzbekistan: Environmental disaster on a colossal scale». Msf.org. 1 Νοεμβρίου 2000. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  34. «Aral Sea Crisis». Environmental Justice Foundation Report. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Απριλίου 2012. 
  35. «World Population Prospects: The 2017 Revision». ESA.UN.org (custom data acquired via website). United Nations Department of Economic and Social Affairs, Population Division. Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2017. 
  36. 36,0 36,1 «Demographic situation in the Republic of Uzbekistan». The State Committee of the Republic of Uzbekistan on statistics. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2011. 
  37. Cordell, Karl (1998) Ethnicity and Democratisation in the New Europe, Routledge, (ISBN 0415173124), p. 201: "Consequently, the number of citizens who regard themselves as Tajiks is difficult to determine.
  38. Jonson, Lena (1976) Tajikistan in the New Central Asia, I.B.Tauris, (ISBN 085771726X), p. 108: "According to official Uzbek statistics there are slightly over 1 million Tajiks in Uzbekistan or about 3% of the population.
  39. Richard Foltz (1996). «The Tajiks of Uzbekistan». Central Asian Survey 15 (2): 213–216. doi:10.1080/02634939608400946. https://archive.org/details/sim_central-asian-survey_1996-06_15_2/page/213. 
  40. Cornell, Svante E. (2000). «Uzbekistan: A Regional Player in Eurasian Geopolitics?». European Security 9 (2): 115. doi:10.1080/09662830008407454. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-05-05. https://web.archive.org/web/20090505153156/http://www.cornellcaspian.com/pub/0010uzbekistan.htm. 
  41. Zerjal, Tatjana; Wells, R. Spencer; Yuldasheva, Nadira; Ruzibakiev, Ruslan; Tyler-Smith, Chris (2002). «A Genetic Landscape Reshaped by Recent Events: Y-Chromosomal Insights into Central Asia». The American Journal of Human Genetics 71 (3): 466–482. doi:10.1086/342096. PMID 12145751. PMC 419996. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-human-genetics_2002-09_71_3/page/466. 
  42. World Jewish Population 2001 Αρχειοθετήθηκε 2013-12-06 στο Wayback Machine. American Jewish Yearbook, vol. 101 (2001), p. 561.
  43. World Jewish Population 2007 Αρχειοθετήθηκε 2019-08-04 στο Wayback Machine. American Jewish Yearbook, vol. 107 (2007), p. 592.
  44. Edward Allworth (1994). Central Asia, 130 years of Russian dominance: a historical overview. 
  45. «The Russian Minority in Central Asia: Migration, Politics, and Language» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 6 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  46. «The Russians are Still Leaving Uzbekistan For Kazakhstan Now». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Φεβρουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  47. Agtzidis, Vlasis (1991). «The Persecution of Pontic Greeks in the Soviet Union». Journal of Refugee Studies 4 (4): 372–381. doi:10.1093/jrs/4.4.372. ISSN 0951-6328. https://archive.org/details/sim_journal-of-refugee-studies_1991_4_4/page/372. 
  48. «Crimean Tatars Divide Ukraine and Russia». 
  49. «Greece overcomes its ancient history, finally». 
  50. «World Directory of Minorities and Indigenous Peoples – Uzbekistan : Meskhetian Turks». 
  51. «Uzbekistan: Labor Migrants Looking Beyond Russia». 10 Μαΐου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Δεκεμβρίου 2016. 
  52. «Uzbekistan: Stagnation and Uncertainty». International Crisis Group. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Νοεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2007. 
  53. «Demographic situation in the Republic of Uzbekistan». The State Committee of the Republic of Uzbekistan on statistics. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2011. 
  54. «Islam Karimov: Uzbekistan president's death confirmed». BBC News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-09-03. https://web.archive.org/web/20160903231914/http://www.bbc.com/news/world-asia-37260375. Ανακτήθηκε στις 2016-09-04. 
  55. «ЗРУ-611-сон 16.03.2020. О переписи населения». lex.uz. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2021. 
  56. «Uzbekistan postpones first census because of coronavirus | Eurasianet». eurasianet.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 9 Ιουλίου 2021. 
  57. Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Προσδόκιμο ζωής και υγιές προσδόκιμο ζωής, Δεδομένα ανά χώρα
  58. Constitution of Uzbekistan.
  59. «Uzbekistan». CIA. 
  60. «Mapping the Global Muslim Population» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Μαΐου 2011. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  61. «Table: Muslim Population by Country». Pew Research Center's Religion & Public Life Project. 27 Ιανουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 6 Ιουνίου 2020. 
  62. «Religions in Uzbekistan | PEW-GRF». www.globalreligiousfutures.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Ιουνίου 2020. 
  63. «A Country Study: Uzbekistan». Federal Research Division. 1988–1998. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2013. 
  64. «UZBEKISTAN Zoroastrian Association Registered». Zoroastrians.net. 21 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουλίου 2019. 
  65. «A Country Study: Uzbekistan». Federal Research Division. 1988–1998. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2013. 
  66. AFP (27 Μαΐου 2019). «Muslims seek voice in changing Uzbekistan | New Straits Times». NST Online. Ανακτήθηκε στις 6 Ιουνίου 2020. 
  67. «The Rising Islamic State threat in Central Asia». Chicago Tribune. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-03. https://web.archive.org/web/20170803221345/http://www.chicagotribune.com/news/opinion/editorials/ct-central-asia-islamic-state-edit-20170203-story.html. Ανακτήθηκε στις 2017-08-03. 
  68. «Uzbekistan's real problem is not terrorism, it's politics». Politico.eu. Politico. 6 Σεπτεμβρίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2017. 
  69. "Uzbekistan
  70. 70,0 70,1 70,2 "Uzbekistan
  71. "Uzbekistan
  72. «Bukharan Jews now in Queens recreate their Sukkot memories». The Jewish News of Northern California. 20 Σεπτεμβρίου 2002. Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2019. 
  73. «Euro-Asian Jewish Congress». Ανακτήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2013. 
  74. Anthony J. Liddicoat, "Uzbekistan", in Liddicoat and Andy Kirkpatrick, eds., The Routledge International Handbook of Language Education Policy in Asia (London: Routledge, 2019), 495. (ISBN 9781317354499)
  75. Kamp, Marianne (2008). The New Woman in Uzbekistan: Islam, Modernity, and Unveiling Under Communism. University of Washington Press. ISBN 978-0-295-98819-1. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Απριλίου 2015. 
  76. «State Education Portal of Uzbekistan». Ziyonet. Government of Uzbekistan. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2018. 
  77. «President's FaceBook». FaceBook. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2018. 
  78. «Presidential Site of Uzbekistan». President.uz. The Government of Uzbekistan. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2018. 
  79. Юрий Подпоренко (2001). «Бесправен, но востребован. Русский язык в Узбекистане». Дружба Народов. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Μαΐου 2016. 
  80. Шухрат Хуррамов (11 Σεπτεμβρίου 2015). «Почему русский язык нужен узбекам?». 365info.kz. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Ιουλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Μαΐου 2016. 
  81. Евгений Абдуллаев (2009). «Русский язык: жизнь после смерти. Язык, политика и общество в современном Узбекистане». Неприкосновенный запас. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουνίου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Μαΐου 2016. 
  82. А. Е. Пьянов. «СТАТУС РУССКОГО ЯЗЫКА В СТРАНАХ СНГ». 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 27 Μαΐου 2016. 
  83. Languages in Uzbekistan – Facts and Details
  84. «Uzbekistan's Russian-Language Conundrum». Eurasianet.org. 19 Σεπτεμβρίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  85. Richard Foltz (1996). «The Tajiks of Uzbekistan». Central Asian Survey 15 (2): 213–216. doi:10.1080/02634939608400946. https://archive.org/details/sim_central-asian-survey_1996-06_15_2/page/213. 
  86. 86,0 86,1 Cordell, Karl (1998) Ethnicity and Democratisation in the New Europe, Routledge, (ISBN 0415173124), p. 201: "Consequently, the number of citizens who regard themselves as Tajiks is difficult to determine.
  87. 87,0 87,1 Jonson, Lena (1976) Tajikistan in the New Central Asia, I.B.Tauris, (ISBN 085771726X), p. 108: "According to official Uzbek statistics there are slightly over 1 million Tajiks in Uzbekistan or about 3% of the population.
  88. Richard Foltz (1996). «The Tajiks of Uzbekistan». Central Asian Survey 15 (2): 213–216. doi:10.1080/02634939608400946. https://archive.org/details/sim_central-asian-survey_1996-06_15_2/page/213. 
  89. Languages in Uzbekistan – Facts and Details
  90. Tolipov, Farkhod. «Soft or Hard Power? Russia Reacts to Uzbekistan's Draft Language Policy». The Central Asia-Caucasus Analyst. CACI Analyst. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2020. 
  91. «Russian is not foreign to us». Vesti.uz. Vesti.uz. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2020. 
  92. «Supply of Uranium». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  93. «Uranium resources». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  94. The World Mineral Statistics dataset: 100 years and counting
  95. «New head of NHC Uzbekneftegaz appointed». Gazprom International. Gazprom. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Απριλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2019. 
  96. «Economy». Invest in Uzbekistan. Uzbekistani Government. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2019. 
  97. «2020 Ease of Doing Business report». The World Bank. 
  98. «REPUBLIC OF UZBEKISTAN». International Monetary Fund. IMF. Ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2019. 
  99. «IMF World Economic Outlook Database». Οκτώβριος 2007. 
  100. «Inflation, GDP deflator (annual %) - Uzbekistan | Data». data.worldbank.org. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2021. 
  101. «World Bank Country Profile». World Bank. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2019. 
  102. «The National Cotton Council of America: Rankings». 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2012. 
  103. «Country Profile: Uzbekistan». IRIN. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-08-27. https://web.archive.org/web/20100827203828/http://www.irinnews.org/country.aspx?CountryCode=UZ&RegionCode=ASI. Ανακτήθηκε στις 2010-05-02. 
  104. «Uzbekistan will publish its own book of records». Ferghana.ru. 18 Ιουλίου 2007. 
  105. «Demographic situation in the Republic of Uzbekistan». The State Committee of the Republic of Uzbekistan on statistics. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2011. 
  106. «Cotton production linked to images of the dried up Aral Sea basin». The Guardian. 2014-10-01. https://www.theguardian.com/sustainable-business/sustainable-fashion-blog/2014/oct/01/cotton-production-linked-to-images-of-the-dried-up-aral-sea-basin. 
  107. «Uzbekistan: Korean government uses Uzbek cotton to make banknotes». BS-AGRO. 2013-12-12. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-12-20. https://web.archive.org/web/20131220192936/http://bs-agro.com/index.php/news/other-countries/23906-uzbekistan-korean-government-uses-uzbek-cotton-to-make-banknotes. 
  108. «Tesco Ethical Assessment Programme» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 6 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  109. «C&A Code of Conduct for Uzbekistan». C&A. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  110. Saidazimova, Gulnoza (2008-06-12). «Central Asia: Child Labor Alive And Thriving». Radio Free Europe/Radio Liberty. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-27. https://web.archive.org/web/20110727184416/http://www.rferl.org/content/article/1144612.html. Ανακτήθηκε στις 2008-07-08. 
  111. «Islam Karimov's interview to Rossijskaya Gazeta». 7 Ιουλίου 1995. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Σεπτεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 2005. 
  112. Vakulchuk, Roman and Indra Overland (2019) “China's Belt and Road Initiative through the Lens of Central Asia”, in Fanny M. Cheung and Ying-yi Hong (eds) Regional Connection under the Belt and Road Initiative.
  113. Gary Thomas (16 Φεβρουαρίου 2006). «New Report Paints Grim Picture of Uzbekistan». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Αυγούστου 2009. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουνίου 2016. 
  114. «Business Corruption in Uzbekistan». Business Anti-Corruption Portal. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Μαρτίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2014. 
  115. «Uzbekistan: Economic Overview». eurasiacenter.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2011. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  116. 2011 Investment Climate Statement – Uzbekistan.
  117. «Press Release: The Republic of Uzbekistan Accepts Article VIII Obligations». Imf.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  118. «Uzbekistan's Ministry of Foreign Affairs on IMF's role in economic stabilisation». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιουλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2021. 
  119. «IMF World Economic Outlook Database». Οκτώβριος 2007. 
  120. «Asian Development Outlook 2005 – Uzbekistan». ADB.org. 1 Ιανουαρίου 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  121. «Uzbekistan CPI 2003–2007». Indexmundi.com. 19 Φεβρουαρίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαΐου 2011. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  122. «Doing Business in Usbekistan - 2014» (PDF). www.pwc.de. PWC. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2021. 
  123. Reuters Staff (2020-06-04). «Uzbekistan to scrap excise tax on imported cars». Reuters. https://www.reuters.com/article/uzbekistan-autos-tax-idUSL8N2DH1L8. Ανακτήθηκε στις 2021-01-05. 
  124. «Archived copy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 15 Αυγούστου 2008. Ανακτήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2005. 
  125. «Uzbekistan Bilateral Investment Treaties». UNCTAD Division on Investment and Enterprise. United Nations. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Νοεμβρίου 2017. 
  126. «Uzbekistan's gold and foreign exchange reserves at US$ 25.49 billion». Tashkent Times. Tashkent Times. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2019. 
  127. «Uzbekistan» (στα Ρωσικά). The world bank. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουνίου 2013. 
  128. «the World in 2050» (PDF). HSBC. σελ. 2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 14 Οκτωβρίου 2017. 
  129. Cordell, Karl (1998) Ethnicity and Democratisation in the New Europe, Routledge, (ISBN 0415173124), p. 201: "Consequently, the number of citizens who regard themselves as Tajiks is difficult to determine.
  130. Jonson, Lena (1976) Tajikistan in the New Central Asia, I.B.Tauris, (ISBN 085771726X), p. 108: "According to official Uzbek statistics there are slightly over 1 million Tajiks in Uzbekistan or about 3% of the population.
  131. Richard Foltz (1996). «The Tajiks of Uzbekistan». Central Asian Survey 15 (2): 213–216. doi:10.1080/02634939608400946. https://archive.org/details/sim_central-asian-survey_1996-06_15_2/page/213. 
  132. Cornell, Svante E. (2000). «Uzbekistan: A Regional Player in Eurasian Geopolitics?». European Security 9 (2): 115. doi:10.1080/09662830008407454. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-05-05. https://web.archive.org/web/20090505153156/http://www.cornellcaspian.com/pub/0010uzbekistan.htm. 
  133. «Uzbekistan's History With Islam Might Explain a Lot About the New York Attack Suspect». Time. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2021. 
  134. «Religious Identity Among Muslims». Pew Research Center's Religion & Public Life Project (στα Αγγλικά). 9 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  135. «Shashmaqam - Music and Poetry of Central Asia». Voices On Cental Asia (στα Αγγλικά). 19 Οκτωβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουλίου 2021. 
  136. «Musical and Ontological Possibilities of Mugham Creativity in pre-Soviet, Soviet, and post-Soviet Azerbaijan» (PDF). 
  137. «Uzbekistan». uis.unesco.org. 27 Νοεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2021. 
  138. Marina Kozlova (21 Ιανουαρίου 2008). «Uzbekistan: Lessons in Graft». 
  139. «Mutton from Central Asia - Pilot Guides - Travel, Explore, Learn». Pilot Guides (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  140. «Cuisine of Uzbekistan. Uzbek national dish :: Plov». www.orexca.com. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  141. «Uzbek shurpa – one of the most popular dishes in the Uzbek cuisine». www.people-travels.com. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  142. «10 Most Popular Foods You Have To Eat In Uzbekistan (2019)». uzwifi.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  143. «Guide to Uzbekistan Tea Traditions». TeaMuse. https://www.teamuse.com/article_210402.html. Ανακτήθηκε στις 2021-07-08. 
  144. «Tea traditions in Uzbekistan». uzbek-travel.com. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  145. «Uzbek sour-milk products – indelible dishes of the Uzbek dastarkhan». www.people-travels.com. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 
  146. «What to eat and drink in Uzbekistan». World Travel Guide (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2021. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]