Κρεμάστρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Συρμάτινη (επάνω) και ξύλινη (κάτω) κρεμάστρα
Αναδιπλούμενη κρεμάστρα με θήκη (περ. 1960)

Η κρεμάστρα ρούχων ή απλά κρεμάστρα είναι αντικείμενο του οικιακού εξοπλισμού που έχει συνήθως το σχήμα και μέγεθος των ανθρώπινων ώμων και είναι σχεδιασμένη για να διευκολύνει την τοποθέτηση και φύλαξη ρούχων με τρόπο που να αποτρέπει τον σχηματισμό τσαλακωμάτων. Κυρίως χρησιμεύει για το κρέμασμα παλτών, σακκακιών, μπουφάν, πουκαμίσων, μπλουζών ή φορεμάτων, ενώ μπορεί να διαθέτει και μία οριζόντια ράβδο για τα παντελόνια. Κρεμάστρες υπάρχουν και με τη μορφή μεγάλων πλατιών μανταλακιών για το κρέμασμα παντελονιών χωρίς ούτε μία δίπλωση, ή οριζόντιων ράβδων με άγκιστρα στις άκρες για φούστες.

Είδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανάλογο με τον σχεδιασμό είναι και το υλικό κατασκευής. Η συρμάτινη κρεμάστρα έχει έναν απλό βρόχο από σύρμα, συνήθως χαλύβδινο ή μπρούτζινο, σε σχήμα επίπεδου στρογγυλευμένου ισοσκελούς αμβλυγώνιου τριγώνου, με μία προέκταση που απολήγει σε ένα μεγάλο άγκιστρο (γάντζο). Οι ξύλινες κρεμάστρες αποτελούνται από ένα τεμάχιο ξύλου κομμένο σε σχήμα μπούμερανγκ με λειασμένες και στρογγυλευμένες άκρες για να αποφεύγεται η φθορά των ρούχων, και ένα γάντζο, συνήθως μεταλλικό, που εξέχει από την αμβλεία γωνία. Κάποιες ξύλινες κρεμάστρες έχουν μία στρογγυλευμένη ράβδο από τη μία άκρη έως την άλλη, οπότε και αυτές σχηματίζουν το τρίγωνο. Η ράβδος αυτή είναι για το πέρασμα του παντελονιού που αντιστοιχεί στο σακκάκι. Το τρίτο είδος, που χρησιμοποιείται περισσότερο στον σημερινό κόσμο, είναι η πλαστική κρεμάστρα, που συνήθως έχει το σχήμα είτε συρμάτινης, είτε ξύλινης κρεμάστρας. Πλαστικές κρεμάστρες παράγονται και σε μικρότερα μεγέθη για να ταιριάζουν στα παιδικά ρούχα. Οι κρεμάστρες με το ένδυμα κρεμιούνται με τους γάντζους τους από μεγάλες οριζόντιες ράβδους που υπάρχουν για τον σκοπό αυτό ψηλά μέσα στις ντουλάπες και τα βεστιάρια, από όπου και η λέξη «κρεμάστρα». Με τον τρόπο αυτό, τα ρούχα αιωρούνται και δεν τσαλακώνονται.

Ειδικευμένες πολλαπλές κρεμάστρες παντελονιών μπορούν να τακτοποιούν πολλά παντελόνια μαζί, συνήθως όμως τρία ή δύο. Οι αναδιπλούμενες κρεμάστρες είναι μία παλαιά, αλλά χρήσιμη και σήμερα παραλλαγή της παραδοσιακής κρεμάστρας, που έχει λάβει περισσότερα από 200 διπλώματα ευρεσιτεχνίας μόνο στις ΗΠΑ, όπως την Πατέντα νο. 0586456, που δόθηκε το 1897 στον Τζωρτζ Ε. Ρίνταουτ.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τόμας Τζέφερσον επινόησε έναν πρόδρομο της ξύλινης κρεμάστρας[1]. Ωστόσο, για την ευρύτερα χρησιμοποιούμενη σήμερα κρεμάστρα, που έχει το σχήμα ανθρώπινου ώμου, η έμπνευση υπήρξε ένα άγκιστρο για παλτά που επινοήθηκε το 1869 από τον O.A. Νορθ στο Νιου Μπρίταιν του Κονέκτικατ. Ο `Αλμπερτ Τζ. Πάρκχάουζ, υπάλληλος της Timberlake Wire & Novelty Company στο Τζάκσον του Μίσιγκαν έχει επίσης πιστωθεί με την εφεύρεση, όπως και ο Κρίστοφερ Καν το 1876, φοιτητής του τμήματος μηχανικών στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης.

Το 1906 ο Μέγιερ Μέι (Meyer May), ένας ράφτης στο Γκραντ Ράπιντς του Μίσιγκαν, έγινε ο πρώτος που επεδείκνυε τα ρούχα του σε κρεμάστρες, με σχήμα εμπνευσμένο από τις γιάντες. Μερικές από αυτές τις πρωτότυπες κρεμάστρες εκτίθενται στο Meyer May House στο Γκραντ Ράπιντς.

Το 1932 ο Schuyler C. Hulett και το 1935 ο `Ελμερ Ρότζερς πήραν δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για ένα βελτιωμένο σχέδιο, που χρησιμοποιούσε σωλήνες από χαρτόνι ως επένδυση του σύρματος για να αποφεύγεται το τσαλάκωμα.

Εκτός από ξύλο, σύρμα και πλαστικό, κρεμάστρες κατασκευάζονται σπανιότερα από ελαστικό και άλλα υλικά. Μερικές φέρουν επένδυση από μαλακά υλικά για ακριβά ρούχα ή εσώρρουχα, ενώ το σύρμα τους επενδύεται συχνά με λεπτό πλαστικό ή χαρτί (caped hanger). Τέτοιες κρεμάστρες χρησιμοποιούνται από στεγνοκαθαριστήρια για να προστατεύουν τα ενδύματα μετά τον καθαρισμό τους.

Διαφορετικές χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σύρμα είναι ευέλικτο υλικό και έτσι οι συρμάτινες κρεμάστρες χρησιμοποιούνται συχνά ως φθηνές πηγές σύρματος μεσαίου πάχους για πολλές οικιακές χρήσεις, από σύρτης στην πόρτα του κλουβιού του πουλιού μέχρι και ως ράβδος για ηλεκτροσυγκόλλήση. Μετά από επεξεργασία, διάφορες χρήσεις ως αγώγιμου καλωδίου είναι επίσης εφικτές[2]. Οι διαρρήκτες χρησιμοποιούσαν το σύρμα από κρεμάστρες για να παραβιάσουν τις κλειδαριές παλαιών αυτοκινήτων, οι οποίες δεν προστατεύονταν από τέτοιες μεθόδους. Υπάρχει επίσης «παράδοση» στη χρήση συρμάτινων κρεμαστρών στη θέση ραδιοφωνικών κεραιών αυτοκινήτων.

Οι συρμάτινες κρεμάστρες διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο στην κινηματογραφική ταινία του 2008 Birdemic: Shock and Terror. Σε μία σημαντική σκηνή αυτού του «ρομαντικού θρίλερ», 4 τρομοκρατημένοι άνθρωποι υπερασπίζουν τους εαυτούς τους από αιμοδιψή γεράκια και όρνια «ανεμίζοντας» συρμάτινες κρεμάστρες πάνω από τα κεφάλια τους στο πάρκινγκ ενός μοτέλ στην περιοχή του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο.

Οι ξεδιπλωμένες συρμάτινες κρεμάστρες, εξαιτίας της χρησιμοποιήσεώς τους για παράνομες ή αυτοσχέδιες αμβλώσεις (εισάγοντας το σύρμα από τον τράχηλο της μήτρας), έχουν εμφανισθεί σε διαδηλώσεις υπέρ της νομιμοποιήσεως των αμβλώσεων[3][4].

Το 1995 ο καθηγητής Angus Wallace χρησιμοποίησε μία ξεδιπλωμένη κρεμάστρα αποστειρωμένη με μπράντι για να πραγματοποιήσει επείγουσα επέμβαση στον πνεύμονα της Paula Dixon μέσα σε ένα αεροπλάνο[5].

Το περιοδικό για συλλέκτες Collecticus ανέφερε τον Οκτώβριο του 2007 ότι πολλές κρεμάστρες έχουν καταστεί συλλεκτικά αντικείμενα, ιδίως όσες έχουν το όνομα κάποιας διάσημης εταιρείας ή κάποιο γεγονός να διαφημίζεται πάνω τους. Π.χ. μία κρεμάστρα Butlins του 1950 πωλήθηκε για £10,10 τον Οκτώβριο του 2006.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Jefferson encyclopedia». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 2013. 
  2. Neuroscience for Kids University of Washington
  3. Oakley, Doug: «CA: Berkeley council sends coat hangers to protest health care bill's abortion restrictions», Oakland Tribune, 10 Δεκεμβρίου 2009
  4. Waldo L. Fielding, M.D., Tony Cenicola, ed., "Repairing the Damage, Before Roe", The New York Times (3 Ιουνίου 2008)
  5. Anstead, Mike (9 Ιουνίου 2006) «The Scot who raised England's hopes», The Guardian