Δίεση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η δίεση είναι όρος της μουσικής σημειογραφίας που συμβολίζεται με το σύμβολο (το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το αριθμητικό σύμβολο #), και γράφεται μπροστά από το φθογγόσημο, ανυψώνοντας το τονικό του ύψος κατά ένα ημιτόνιο. Ως όρος προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη δίεσις (ετυμολογούμενη από την πρόθεση διά και το ρήμα ίημι), που σημαίνει τρόπον τινά την έκλυση ή διαφυγή [1].

Επίσης, χρησιμοποιείται η διπλή δίεση (συμβολίζεται με , σύμβολο που επίσης δεν πρέπει να συγχέεται με το λατινικό πεζό x καθώς και το μαθηματικό σύμβολο του πολλαπλασιασμού (×), η οποία ανυψώνει κατά δύο ημιτόνια το τονικό ύψος της νότας μπροστά από την οποία γράφεται.

Μερικές φορές χρησιμοποιείται, αν και πολύ σπάνια, και η τριπλή δίεση (♯), που αυξάνει μια νότα κατά τρία ημιτόνια ή έναν ολόκληρο τόνο και ένα ημιτόνιο.[2][3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εγκυκλοπαίδεια Παγκόσμιας Μουσικής, εκδ. Αλκυών 1993, τ.2., σελ. 175.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]