Ωδείο Ηρώδου του Αττικού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτή είναι μια παλιά έκδοση της σελίδας, όπως διαμορφώθηκε από τον Gerakibot (συζήτηση | συνεισφορές) στις 23:25, 6 Φεβρουαρίου 2020. Μπορεί να διαφέρει σημαντικά από την τρέχουσα έκδοση.

Συντεταγμένες: 37°58′15″N 23°43′28″E / 37.9707°N 23.7244°E / 37.9707; 23.7244

Ωδείο Ηρώδου του Αττικού
Ωδείο Ηρώδου του Αττικού και Ηρώδειο
Χάρτης
Γενικές πληροφορίες
ΕίδοςΡωμαϊκό ωδείο
ΑρχιτεκτονικήΚλασική
ΔιεύθυνσηΟδός Διονυσίου Αρεοπαγίτου
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°58′15″N 23°43′28″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Αθηναίων
ΤοποθεσίαΑθήνα
ΧώραΕλλάδα
Έναρξη κατασκευής161[1]
Ολοκλήρωση161 μ.Χ.
Κατεδάφιση267 μ.Χ.
Αναστήλωση1950
Κατάστασηπλήρως αναστηλωμένο
ΧρήσηΧώρος συναυλιών
ΙδιοκτήτηςΕφορεία Αρχαιοτήτων Αθηνών
Μήκος92 μέτρα
Ύψος28 μέτρα
Τεχνικές λεπτομέρειες
Όροφοι3
Χωρητικότητα5000
Δομικό σύστημαΡωμαϊκό
Υλικά κατασκευής
ΥλικάΠεντελικό μάρμαρο
Σχεδιασμός και κατασκευή
ΔημιουργόςΗρώδης ο Αττικός
ΧρηματοδότηςΗρώδης ο Αττικός
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Ιστότοπος
Ωδείο Ηρώδη του Αττικού
Commons page Πολυμέσα

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, ευρύτερα γνωστό και ως Ηρώδειο, είναι αρχαίο ωδείο της ρωμαϊκής περιόδου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλαγιά της Ακρόπολης των Αθηνών.

Θεμελίωση

Χτίστηκε με ταχύτατο ρυθμό με δαπάνες του Ηρώδη του Αττικού κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., προς τιμήν της συζύγου του Ασπασίας Αννίας Ρηγίλλης, η οποία πέθανε το 160 μ.Χ.. Ο προορισμός του οικοδομήματος ήταν κατά κύριο λόγο οι μουσικές εκδηλώσεις και για τον λόγο αυτό ονομάστηκε Ωδείο. Η ανάγκη της ανέγερσής του προέκυψε μετά την κατάρρευση του Ωδείου που είχε κτιστεί στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας από τον στρατηγό του Αυγούστου, τον Αγρίππα, περί το 15 π.Χ., και εκείνο σε αντικατάσταση του ακόμα παλαιότερου Ωδείου του Περικλή, που είχε πυρπολήσει ο Σύλλας το 85 π.Χ..

Ο χώρος που προοριζόταν για το κοινό είχε 32 σειρές από μαρμάρινες κερκίδες και η χωρητικότητά του ήταν της τάξης των 5000 περίπου θεατών. Όπως και στα θέατρα της ρωμαϊκής εποχής, η ορχήστρα είχε ημικυκλικό σχήμα. Το σκηνικό οικοδόμημα βρισκόταν υπερυψωμένο στο βάθος της σκηνής και είχε τρεις ορόφους, δύο εκ των οποίων διατηρούνται μέχρι σήμερα σε ύψος 28 μέτρων. Το ωδείο ήταν στεγασμένο με ξύλινη οροφή από ξύλο κέδρου.

Συναυλία του Χέρμπερτ φον Κάραγιαν στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού το 1939

Από διάφορες ενδείξεις προκύπτει ότι το εν λόγω Ωδείο λειτούργησε μόνο 105 χρόνια, δεδομένου ότι τον 3ο αιώνα, δηλαδή το 267 μ.Χ., πολλά οικοδομήματα της Αθήνας, όπως και αυτό, καταστράφηκαν από τους Έρουλους επιδρομείς. Επίσης αυτό το διάστημα από τα διάφορα ευρήματα των ανασκαφών, όπως κρανία ανθρώπων και ταύρων, πιθανολογείται ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε και για μονομαχίες και ταυρομαχίες. Φαίνεται όμως πως και οι τοίχοι του οικοδομήματος χρησιμοποιήθηκαν αργότερα ως οχυρωματικό έργο, εντασσόμενο στο τείχος που περιέβαλλε τη βάση του λόφου της Ακρόπολης. Εκτός από τα ερείπια οικίσκων που βρέθηκαν μέσα στο Ωδείο βρέθηκαν και ερείπια μικρής εκκλησίας. Στο μέσον της σκηνής και ακριβώς αντίκρυ της λεγόμενης «Βασιλείου Πύλης» ανακαλύφθηκε υπόγειο που εκτείνεται σε όλο το μήκος της έκτασης της σκηνής.

Οι επιχώσεις που επήλθαν στους επόμενους αιώνες σχεδόν το εξαφάνισαν, με μόνο ορατό σημείο τον ψηλό τοίχο της σκηνής, με την όλη κατασκευή να μοιάζει περισσότερο με γέφυρα.

Μεσαίωνας

Κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους όσοι επισκέπτονταν τα ερείπια του Ωδείου δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν ποιο κτήριο ήταν αυτό. Άλλοι το περιέγραψαν ως ανάκτορα του Λεωνίδα και του Μιλτιάδη, άλλοι ως το «Διδασκαλείο του Αριστοτέλη», ενώ το 1575 ο Ναυπλιώτης λόγιος Θεοδόσιος Ζυγομαλάς το θεωρούσε ως την «Ακαδημία του Αριστοτέλη». Ο πρώτος που υποστήριξε πως επρόκειτο για το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού ήταν ο Άγγλος αρχαιολόγος Ριχάρδος Τσάντλερ το 1764, περίοδο κατά την οποία ο εσωτερικός χώρος του εν λόγω κτίσματος ήταν σπαρμένος με κριθάρι.

Επί οθωμανικής κυριαρχίας το εναπομείναν κτήριο ενσωματώθηκε μαζί με τη Στοά Ευμένους στο Τείχος του Χασεκή (1778) αποτελώντας οχυρωματικό έργο, τον λεγόμενο «Σερπετζέ». Σημειώνεται πως από τα τόξα του Ωδείου κατάφερε ο φιλέλληνας Γάλλος στρατηγός Φαβιέρος να εισέλθει στην Ακρόπολη, τον Δεκέμβριο του 1826, όταν την πολιορκούσαν οι Τούρκοι, προκειμένου να βοηθήσει τους πολιορκημένους Έλληνες.

Ανασκαφή και αναστήλωση

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού στη μορφή που ήταν κατά τα μέσα του 19ου αιώνα.

Η πρώτη δοκιμαστική ανασκαφή έγινε το 1848 παρουσία του Βασιλέα Όθωνα από τους Κυριακό Πιττάκη και Αλέξανδρο Ραγκαβή. Η εκκένωση του Ωδείου από τις επιχώσεις που είχαν συσσωρευτεί στα ερείπια της στέγης και έφθαναν τα 15 μ. ύψος, ξεκίνησε από τον Πιττάκη το 1857. Τελικά η σοβαρή αναστήλωση άρχισε τμηματικά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στη δεκαετία του 1950 επί Βασιλέως Παύλου με σχέδια της Διεύθυνσης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που κατά κύριο μέρος είχε συντάξει ο καθηγητής και ακαδημαϊκός Αναστάσιος Ορλάνδος αμέσως μετά την αποχώρησή του από την υπηρεσία, με βοηθό του τον τότε επιθεωρητή αναστηλώσεων Ευστάθιο Στίκκα.

Πρόσοψη του Ωδείου
Λεπτομέρεια της πρόσοψης του Ωδείου

Με τη σταδιακή και τμηματική αναστήλωση κατέστη δυνατόν να αποκαλυφθεί όλο το αρχαίο αυτό οικοδόμημα και να βρει τον άλλοτε προορισμό του. Οι θέσεις των θεατών επενδύθηκαν με πεντελικό μάρμαρο και η ορχήστρα με πλάκες από μάρμαρο Υμηττού. Από τα τέλη της ίδιας δεκαετίας το Ωδείο χρησιμοποιείται, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες, για πολιτιστικές εκδηλώσεις και από τότε πλειάδα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών έχει εμφανιστεί στον χώρο αυτό, μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα ντίβα της Όπερας Μαρία Κάλλας το 1957, για ένα ρεσιτάλ.

Πηγές

  • Κώστας Καρράς, Άρτεμις Σκουμπουρδή Περίπατοι Κληρονομιάς στην Αθήνα, έκδοση του Πολιτισμικού Οργανισμού Δήμου Αθηναίων, 2004 ISBN 960-86492-9-3

Εξωτερικοί σύνδεσμοι


  1. «Το φρικτό πρόσωπο του Ηρώδη Αττικού». (Ελληνικά) Η Καθημερινή. 2  Απριλίου 2022. Ανακτήθηκε στις 1  Σεπτεμβρίου 2022.