Χύτρα του Γκούντεστρουπ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 56°48′21″N 9°34′46″E / 56.80583°N 9.57944°E / 56.80583; 9.57944

χύτρα του Γκούντεστρουπ
 
Ονομασίαχύτρα του Γκούντεστρουπ
Έτος δημιουργίας5ος - 1ος αι. π.Χ.
Διαστάσεις42 x 69 εκ.
ΜουσείοΕθνικό Μουσείο της Δανίας
Χάρτης
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα

Η χύτρα του Γκούντεστρουπ είναι αρχαιολογικό εύρημα από τη Δανία. Βρέθηκε το 1891 σε βάλτο κοντά στο Γκούντεστρουπ και από εκεί πήρε το όνομά του. Φιλοξενείται στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας.

Ιστορία του ευρήματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βρέθηκε λυμένο και τοποθετημένο σε ένα ξηρό μέρος του βάλτου, ενώ πιστεύεται ότι διαμελήθηκε πριν τοποθετηθεί. Βρέθηκε το 1891 και ανασυγκροτήθηκε από τον Δανέζο αρχαιολόγο Σόφους Μίλλερ το 1982.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι αργυρό σκεύος πλούσια διακοσμημένο, που εικονίζει σκηνές από τη μυθολογία των Κελτών ή Γερμανών ή Θρακών. Το υλικό είναι σχεδόν ατόφιο ασήμι, εν μέρει επίχρυσο. Αποτελείται από δεκατρία ελάσματα. Ένα στρογγυλό, πέντε μακρόστενα και επτά βραχύτερα παραλληλόγραμμου σχήματος. Λείπει ένα κομμάτι τετραγωνικών διαστάσεων. Λείπει επίσης μια λαβή, και μερικά άλλα τμήματα. Φέρει φθορές που προέρχονται από συχνή χρήση.

Διάκοσμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον πυθμένα της χύτρας εικονίζεται ένα βόδι και μια γυναικεία μορφή,[1] (θεά ή ιέρεια) που κρατάει δόρυ, έτοιμη να θυσιάσει το ζώο. Δύο άλλοι σκύλοι συμπληρώνουν τη σκηνή. Στα εξωτερικά ελάσματα εικονίζονται προτομές γυναικείων θεοτήτων και άνδρες.

Ερμηνεία και χρονολόγηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η χύτρα του Γκούντεστρουπ είναι το μεγαλύτερο σωζόμενο αργυρό σκεύος της εποχής του σιδήρου στην Ευρώπη. Η τεχνοτροπία φαίνεται πως είναι θρακική, ενώ ο διάκοσμος είναι κέλτικος. Πιστεύεται ότι ήταν κέλτικη παραγγελία σε θρακικό εργαστήριο. Πιθανόν να μεταφέρθηκε από Κίμβριους έμπορες που διέσχισαν τον Δούναβη με βόρεια διεύθυνση. Άλλοι όμως ερμηνεύουν το σκεύος ετούτο ως έργο Γαλατικού εργαστηρίου της εποχής του αυτοκράτορα Άυγουστου, και υποθέτουν ότι καταποντίστηκε στους ρωμαϊκούς χρόνους.[2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Katalog der Ausstellung: Die Kelten. Druiden. Fürsten. Krieger. Völklingen 2010. S. 270
  2. Hachmann 1991; Bemmann / Hahne S. 35 f.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • A. K. Bergquist und T. F. Taylor: The origin of the Gundestrup Cauldron. Antiquity, vol. 61, 1987, 10–24
  • Rolf Hachmann: Gundestrup-Studien. Untersuchungen zu den spätkeltischen Grundlagen der frühgermanischen Kunst. Bericht der Römisch-Germanischen Kommission 71, 1991, 568–903
  • Jean-Jaques Hatt: Eine Interpretation der Bilder und Szenen auf dem Silberkessel von Gundestrup. in: Die Kelten in Mitteleuropa. Kunst - Kultur - Wirtschaft. Ausstellungskatalog. Salzburg 1980, S. 68 ff.
  • Garett S. Olmsted: The Gundestrup version of Táin Bó Cuailnge. Antiquity, vol. 50, 1976, 95–103
  • Ole Klindt-Jensen: The Gundestrup Bowl — a reassessment. Antiquity, vol. 33, 1959, 161–169
  • Rudolf Grosse: Der Silberkessel von Gundestrup. Phil.-Anthr. Vlg., Dorn, 1983, ISBN 3723502962
  • Richard Pittioni: Wer hat wann und wo den Silberkessel von Gundestrup angefertigt? 1984, ISBN 3700106696
  • Lisa Pörschke: Das Geheimnis des Silberkessels von Gundestrup; Novalis Media, 2008, ISBN 978-3-907260-34-0

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]