Χουσίτες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Χουσσίτες)
Μάχη μεταξύ Προτεσταντών Χουσιτών (αριστερά) και Καθολικών σταυροφόρων, Κώδικας της Ιένας, 15ος αιώνας
Οι Χώρες του Βοημικού Στέμματος κατά τους Πολέμους των Χουσιτών. Το κίνημα ξεκίνησε από την Πράγα και γρήγορα εξαπλώθηκε νότια και στη συνέχεια στο υπόλοιπο Βασίλειο της Βοημίας. Τελικά επεκτάθηκε και στις υπόλοιπες χώρες του Στέμματος της Βοημίας.

Οι Χουσίτες (τσεχικά: Husité ή Kališníci, «Άνθρωποι του Δισκοπότηρου») ήταν ένα τσέχικο πρωτοπροτεσταντικό χριστιανικό κίνημα που ακολούθησε τις διδασκαλίες του μεταρρυθμιστή Γιαν Χους, που έγινε ο πιο γνωστός εκπρόσωπος της Μεταρρύθμισης της Βοημίας.

Το κίνημα των Χουσιτών ξεκίνησε στο Βασίλειο της Βοημίας και γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλες τις υπόλοιπες χώρες του Στέμματος της Βοημίας, συμπεριλαμβανομένης της Μοραβίας και της Σιλεσίας. Επίσης διαδόθηκε στα βόρεια τμήματα του Βασιλείου της Ουγγαρίας (σημερινή Σλοβακία), αλλά απορρίφθηκε και δυσφημίστηκε από τις λεηλασίες των Χουσιτών στρατιωτών..[1][2][3][4] Υπήρχαν επίσης πολύ μικρές προσωρινές κοινότητες στην Πολωνία-Λιθουανία και στην Τρανσυλβανία, που μετακόμισαν στη Βοημία όταν αντιμετώπισαν τη θρησκευτική μισαλλοδοξία. Ήταν ένα περιφερειακό κίνημα που δεν κατάφερε να επεκταθεί περισσότερο. Οι Χουσίτες εμφανίστηκαν ως κίνημα με πλειοψηφία Ουτρακουιστών με μια σημαντική φατρία Ταβοριτών, και μικρότερες περιφερειακές όπως οι Αδαμίτες, οι Ορεβίτες και οι Ορφανοί. Οι κυριότεροι Χουσίτες θεολόγοι ήταν οι Πετρ Χέλτσκικι και Ιερώνυμος της Πράγας. Ορισμένοι Τσέχοι εθνικοί ήρωες ήταν Χουσίτες, όπως ο Γιαν Ζίζκα, που ηγήθηκε μιας λυσσαλέας αντίστασςη σε πέντε διαδοχικές σταυροφορίες που κηρύχθηκαν στη Χουσσιτική Βοημία από τον Παπισμό. Οι Χουσίτες ήταν ένας από τους σημαντικότερους προδρόμους της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης. Αυτό το κατά κύριο λόγο θρησκευτικό κίνημα προωθήθηκε από κοινωνικά ζητήματα και ενίσχυσε την εθνική συνείδηση ​​της Τσεχίας.

Οταν η Σύνοδος της Κωνσταντίας παρέσυρε τον Γιαν Χους με μια επιστολή περί απαλλαγής, στη συνέχεια τον δίκασε για αίρεση και τον θανάτωσε στην πυρά στις 6 Ιουλίου 1415,[5] οι Χουσίτες ξεκίνησαν τους ομώνυμους πολέμους (1420–1434) για τη θρησκευτική και πολιτική τους υπόθεση. Μετά το τέλος των Πολέμων των Χουσιτών, η υποστηριζόμενη από τους Καθολικούς πλευρά των Ουτρακουιστών βγήκε νικήτρια από τη σύγκρουση με τους Ταβορίτες και έγινε η πιο κοινή έκφραση της πίστης των Χουσιτών στη Βοημία. Καθολικοί και Ουτρακουιστές χειραφετήθηκαν στη Βοημία μετά τη θρησκευτική ειρήνη της Κούτνα Χόρα το 1485.

Η Βοημία και η Μοραβία, η σημερινή Τσεχία, παρέμειναν στην πλειοψηφία τους Χουσιτικέςγια δύο αιώνες έως ότου ο Ρωμαιοκαθολικισμός επιβλήθηκε εκ νέου από τον Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μετά τη Μάχη του Λευκού Όρους το 1620 κατά τον Τριακονταετή Πόλεμο. Αυτό το γεγονός και οι αιώνες διωγμών των Αψβούργων είχαν ως αποτέλεσμα οι παραδόσεις των Χουσιτών να εκπροσωπούνται μόνο στη Μοραβική Εκκλησία, στην Ενότητα των Αδελφών και στις επανιδρυθείσες εκκλησίες των Τσεχοσλοβάκων Χουσιτών μεταξύ των σημερινών Χριστιανών.[6]

Ο αντίκτυπος του θανάτου του Χους στη Βοημία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εκτέλεση του Γιαν Χους (1415) που πυροδότησε οργή στο Βασίλειο της Βοημίας

Η σύλληψη του Χους το 1414 προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στις χώρες της Τσεχίας. Οι αρχές και των δύο χωρών έκαναν επειγόντως και επανειλημμένα έκκληση στον Βασιλιά Σιγισμούνδο να απελευθερώσει τον Γιαν Χους.

Όταν έφτασε η είδηση ​​του θανάτου του στη Σύνοδο της Κωνσταντίας στις 6 Ιουνίου 1415, ξέσπασαν ταραχές, που στρέφονταν κυρίως κατά των ιεραρχών και ιδιαίτερα κατά των μοναχών. Ακόμη και ο Αρχιεπίσκοπος μετά βίας γλύτωσε τις συνέπειες αυτής της λαϊκής οργής. Η αντιμετώπιση του Χους θεωρήθηκε όνειδος που επιβλήθηκε σε ολόκληρη τη χώρα και ο θάνατός του εγκληματική πράξη. Ο Βασιλιάς Βεντσεσλάβος Δ΄, παρακινούμενος από τη μνησικακία του εναντίον του Σιγισμούνδου, στην αρχή άφησε ελεύθερη την αγανάκτησή του για την εξέλιξη των γεγονότων στην Κωνσταντία. Η γυναίκα του υποστήριζε ανοιχτά τους φίλους του Χους. Οι δηλωμένοι Χουσίτες βρίσκονταν επικεφαλής της κυβέρνησης.

Σχηματίστηκε μια ένωση από ορισμένους άρχοντες, που δεσμεύτηκαν να προστατεύσουν το ελεύθερο κήρυγμα του Ευαγγελίου σε όλες τις κτήσεις και τα κτήματά τους και να υπακούσουν στη δύναμη των Επισκόπων μόνο εφόσον οι διαγές τους συμφωνούσαν με τις εντολές της Αγίας Γραφής και το πανεπιστήμιο θα έκρινε για τυχόν αμφισβητούμενα σημεία. Ολόκληρη η αριστοκρατία των Χουσιτών εντάχθηκε στην ένωση. Εκτός από τη λεκτική διαμαρτυρία για τη μεταχείριση του Χους από τη Σύνοδο, υπήρχαν ελάχιστα στοιχεία για ενέργειες των ευγενών μέχρι το 1417. Τότε, αρκετοί από τους κατώτερους ευγενείς και ορισμένοι βαρόνοι, που υπέγραψαν την επιστολή διαμαρτυρίας του 1415, απομάκρυναν τους καθολικούς ιερείς από τις ενορίες τους, αντικαθιστώντας τους με ιερείς πρόθυμους να κοινωνούν και με κρασί και με ψωμί. Το δισκοπότηρο του κρασιού έγινε το κεντρικό σύμβολο αναγνώρισης του κινήματος των Χουσιτών.[7] Αν ο βασιλιάς είχε προσχωρήσει, τα ψηφίσματά του θα είχαν λάβει την έγκριση του νόμου, αλλά αρνήθηκε και προσέγγισε τη νεοσύστατη Ρωμαιοκαθολική Ένωση των αρχόντων, τα μέλη της οποίας δεσμεύτηκαν να υποστηρίξουν τον βασιλιά, την Καθολική Εκκλησία και τη τη Σύνοδο. Η προοπτική ενός εμφυλίου πολέμου άρχισε να αναδύεται.

Ο Πάπας Μαρτίνος Ε΄ ως Καρδινάλιος Όθωνας των Κολόνα είχε επιτεθεί στον Χους με αδυσώπητη σφοδρότητα. Συνέχισε δυναμικά τη μάχη ενάντια στη διδασκαλία του μετά τα νομοθετήματα της Συνόδου της Κωνσταντίας. Ήθελε να εξαλείψει τελείως το δόγμα του Χους, για τον σκοπό αυτό έπρεπε να επιτευχθεί η συνεργασία του Βασιλιά Βεντσεσλάβου. Το 1418 ο Σιγισμούνδος κατάφερε να εκτοπίσει τον αδελφό του από τη σύνοδο, επισημαίνοντας το αναπόφευκτο ενός θρησκευτικού πολέμου, αν οι αιρετικοί της Βοημίας έβρισκαν περαιτέρω προστασία. Αυτά τα μέτρα προκάλεσαν μια γενική αναταραχή που επιτάχυνε τον θάνατο του βασιλιά Βεντσεσλάβου από παραλυτικό εγκεφαλικό το 1419.

Φατρίες των Χουσιτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χουσίτες θεολόγοι διαφωνούν παρουσία του Βασιλιά Βλαδίσλαου Β΄ Γιαγκέλο της Πολωνίας

Ο Χουσιτισμός οργανώθηκε τα χρόνια 1415-1419. Από την αρχή σχημάτισαν δύο ομάδες, με μικρότερο αριθμό ανθρώπων να αποχωρούν και από τα δύο κόμματα γύρω από τον ειρηνιστή Πετρ Χέλτσισκι, οι διδασκαλίες του οποίου θα αποτελέσουν το θεμέλιο της Unitas Fratrum.

Το μετριοπαθές κόμμα, που ακολούθησε πιο στενά τον Χους, επεδίωξε να πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις, αφήνοντας ανέγγιχτη ολόκληρη την ιεραρχική και λειτουργική τάξη της Εκκλησίας.

Το πιο ριζοσπαστικό κόμμα ταυτίστηκε πιο τολμηρά με τα δόγματα του Τζον Ουίκλιφ, συμμεριζόμενο το παθιασμένο μίσος του για τον μοναστικό κλήρο και την επιθυμία του να επαναφέρει την Εκκλησία στην υποτιθέμενη κατάστασή της κατά την εποχή των αποστόλων. Αυτό απαιτούσε την απομάκρυνση της υπάρχουσας ιεραρχίας και την εκκοσμίκευση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Οι ριζοσπάστες κήρυτταν το «sufficientia legis Christi» — ο θεϊκός νόμος (δηλαδή η Αγία Γραφή) είναι ο μοναδικός νόμος και κανόνας για την ανθρώπινη κοινωνία, όχι μόνο στην εκκλησία, αλλά και σε πολιτικά και αστικά ζητήματα. Απέρριψαν λοιπόν, ήδη από το 1416, όλα όσα πίστευαν ότι δεν είχαν βάση στην Αγία Γραφή, όπως η λατρεία αγίων και εικόνων, νηστείες, περιττές αργίες, ο όρκος, η μεσιτεία για τους νεκρούς, η ακρόαση για εξομολόγηση, τα συγωροχάρτια, τα μυστήρια του χρίσματος και του ευχέλαιου και επέλεξαν τους δικούς τους ιερείς. Αλλά πάνω από όλα προσκολλήθηκαν στο δόγμα του Ουίκλιφ για τη Θεία Ευχαριστία, αρνούμενοι τη μετουσίωση, και αυτό είναι το κύριο σημείο με το οποίο διακρίνονται από το μετριοπαθές κόμμα.

Τα τέσσερα άρθρα της Πράγας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρόγραμμα των πιο συντηρητικών Χουσιτών (του μετριοπαθούς κόμματος) περιέχεται στα Τέσσερα Άρθρα της Πράγας, που γράφτηκαν από τον Γιάκομπ του Μις και συμφωνήθηκαν τον Ιούλιο του 1420 και δημοσιεύθηκαν στη Λατινική, την Τσεχική και τη Γερμανική γλώσσα.[8] Το πλήρες κείμενο είναι περίπου δύο σελίδες, αλλά συχνά συνοψίζεται ως εξής:

  • Ελευθερία κηρύγματος του λόγου του Θεού
  • Tέλεση της Θείας Kοινωνίας και των δύο ειδών (ψωμί και κρασί σε ιερείς και λαϊκούς)
  • Φτώχεια του κλήρου και απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
  • Τιμωρία για τα θανάσιμα αμαρτήματα ανεξαρτήτως αξιώματος.

Καλιξτίνοι (ή Ουτρακουίστες) και Ταβορίτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λούθηρος και ο Χους υπηρετούν την κοινωνία και με τα δύο είδη [κοινωνίας] μαζί, μια φανταστική ξυλογραφία από τη Σαξονία του 16ου αιώνα, που δείχνει τη συγγένεια των Λουθηρανών και των μετριοπαθών Χουσιτών
Ο Γιαν Ζίζκα επικεφαλής στρατευμάτων των Ριζοσπαστών Χουσιτών

Οι απόψεις των μετριοπαθών Xoυσιτών εκπροσωπούνταν ευρέως στο Πανεπιστήμιο και μεταξύ των πολιτών της Πράγας. Ονομάστηκαν λοιπόν Κόμμα της Πράγας, αλλά και Καλιξτίνοι (Λατινικά calix, δισκοπότηρο) ή Ουτρακουίστες (Λατινικά utraque, και τα δύο), επειδή έδωσαν έμφαση στο δεύτερο άρθρο της Πράγας και το δισκοπότηρο έγινε το έμβλημά τους.

Οι ριζοσπάστες (το ριζοσπαστικό κόμμα) είχαν τα σημεία συγκέντρωσης τους σε όλη τη χώρα. Η πρώτη τους ένοπλη επίθεση έγινε στη μικρή πόλη Ούστι, στον ποταμό Λούζνιτσ, νότια της Πράγας (σημερινό Σεζίμοβο Ούστι). Ωστόσο, καθώς το μέρος δεν αποδείχτηκε υπερασπίσιμο, εγκαταστάθηκαν στα ερείπια μιας παλαιότερης πόλης σε έναν λόφο όχι πολύ μακριά και ίδρυσαν μια νέα πόλη, την οποία ονόμασαν Tάμπορ (ένα παιχνίδι με τις λέξεις, καθώς δεν σήμαινε μόνο το "Tábor" «στρατόπεδο» ή «στρατόπεδο» στα Τσεχικά,[9] αλλά είναι επίσης το παραδοσιακό όνομα του βουνού στο οποίο ο Ιησούς αναμενόταν να επιστρέψει· βλέπε Μάρκος 13 (Θαβώρ)). γι' αυτό ονομάζονταν Ταβορίτες. Αυτοί αποτελούσαν την ουσιαστική δύναμη των ριζοσπαστών Χουσιτών. Στόχος τους ήταν να καταστρέψουν τους εχθρούς του νόμου του Θεού και να υπερασπιστούν το βασίλειό του (το οποίο αναμενόταν να έρθει σε σύντομο χρονικό διάστημα) με το ξίφος. Τα οράματά τους για το τέλος του κόσμου δεν έγιναν πραγματικότητα. Για να διατηρήσουν τον οικισμό τους και να διαδώσουν την ιδεολογία τους, έκαναν αιματηρούς πολέμους. Στην αρχή τηρούσαν ένα αυστηρό καθεστώς, επιβάλλοντας την αυστηρότερη τιμωρία εξίσου για φόνο, όπως και για λιγότερο σοβαρά αμαρτήματα όπως μοιχεία, ψευδορκία και τοκογλυφία, και προσπάθησαν επίσης να εφαρμόσουν αυστηρούς βιβλικούς κανόνες στην κοινωνική τάξη της εποχής. Οι Ταβορίτες είχαν συνήθως την υποστήριξη των Ορεβιτών (αργότερα ονομάστηκαν Ορφανοί), μια ανατολική Βοημική αίρεση του Χουσιτισμού με έδρα το Χράντετς Κράλοβε.

Φατρίες/ομάδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Χουσίτες δεν ήταν ένα ενιαίο αλλά ένα ποικιλόμορφο κίνημα με πολλαπλές φατρίες που είχαν διαφορετικές απόψεις και εναντιώθηκαν μεταξύ τους κατά τους ομώνυμους πολέμους.

Οι Χουσίτες μπορούν να χωριστούν σε :

  • Μετριοπαθείς Χουσίτες
    • Χουσίτες της Πράγας
    • Χουσίτες ευγενείς της Βοημίας
    • Χουσίτες του Ζάτετς και του Λούνι
    • άλλοι Ουτρακουίστες/Καλιξτίνοι
  • Ριζοσπάστες Χουσίτες
    • Ταβορίτες
    • Ορεβίτες
    • Αδαμίτες
    • Ορφανοί
    • άλλοι Ριζοσπάστες Χουσίτες

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πόλεμοι των Χουσιτών (1419–1434)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Painting of battle between mounted knights
Η Μάχη του Κράτσαου μεταξύ των Χουσιτών και των Καθολικών δυνάμεων με επικεφαλής τον Χανς φον Πόλεντς
Χουσιτικό βάγκενμπουργκ (τείχος από βαγόνια)
Ανακατασκευή Χουσίτικης ολόσωμης ασπίδας από πρωτότυπο στο Μουσείο της Πράγας

Η είδηση ​​του θανάτου του βασιλιά Βεντσεσλάβου το 1419 προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στους κατοίκους της Πράγας. Μια επανάσταση σάρωσε τη χώρα: εκκλησίες και μοναστήρια καταστράφηκαν και η εκκλησιαστική περιουσία κατασχέθηκε από την αριστοκρατία των Χουσιτών. Ήταν τότε, και παρέμεινε μέχρι πολύ αργότερα, το ερώτημα εάν η Βοημία ήταν κληρονομική ή αιρετή μοναρχία, ειδικά καθώς η γραμμή μέσω της οποίας ο Σιγισμούνδος διεκδίκησε τον θρόνο είχε αποδεχτεί ότι το Βασίλειο της Βοημίας ήταν μια αιρετή μοναρχία εκλεγμένη από τους ευγενείς και έτσι ο αντιβασιλέας του βασιλείου (Τσένεκ του Βάρτενμπεργκ) δήλωσε επίσης ρητά ότι ο Σιγισμούνδος δεν είχε εκλεγεί, αιτιολογώντας τον ισχυρισμό του να μην γίνει αποδεκτός. Έτσι ο Σιγισμούνδος μπορούσε να αποκτήσει το βασίλειό «του» μόνο με τη δύναμη των όπλων. Ο Πάπας Μαρτίνος Ε' έκανε έκκληση στους Καθολικούς της Δύσης να πάρουν τα όπλα εναντίον των Χουσιτών, κηρύσσοντας σταυροφορία και ακολούθησαν δώδεκα χρόνια πολέμων.

Οι Χουσίτες αρχικά αμύνονταν, αλλά μετά το 1427 ανέλαβαν την επίθεση. Εκτός από τους θρησκευτικούς τους σκοπούς αγωνίστηκαν για τα εθνικά συμφέροντα των Τσέχων. Τα μετριοπαθή και ριζοσπαστικά κόμματα ήταν ενωμένα και όχι μόνο απέκρουσαν τις επιθέσεις του στρατού των σταυροφόρων αλλά πέρασαν τα σύνορα σε γειτονικές χώρες. Στις 23 Μαρτίου 1430 η Ιωάννα της Λωρραίνης διακήρυηξε με μια επιστολή[10], την απειλή της να ηγηθεί ενός σταυροφορικού στρατού εναντίον των Χουσιτών, εκτός και αν επέστρεφαν στην καθολική πίστη, αλλά η σύλληψή της από τα αγγλικά και βουργουνδικά στρατεύματα δύο μήνες αργότερα την εμπόδισε να υλοποιήσει αυτή την απειλή.

Η Σύνοδος της Βασιλείας και η Συμφωνία της Πράγας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τελικά, οι αντίπαλοι των Χουσιτών αναγκάστηκαν να εξετάσουν μια φιλική διευθέτηση. Κάλεσαν μια πρεσβεία της Βοημίας να εμφανιστεί στη Σύνοδο της Βασιλείας. Οι συζητήσεις ξεκίνησαν στις 10 Ιανουαρίου 1432 με επίκεντρο κυρίως τα τέσσερα άρθρα της Πράγας. Δεν προέκυψε συμφωνία. Μετά από επανειλημμένες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Συνόδου της της Βασιλείας και της Βοημίας μια κρατική συνέλευση Βοημίας-Μοραβίας στην Πράγα αποδέχθηκε την "Compacta" της Πράγας στις 30 Νοεμβρίου 1433. Η συμφωνία επέτρεπε θεία κοινωνία και με τους δύο τρόπους σε όλους όσους την επιθυμούσαν, αλλά με την αντίληψη ότι ο Χριστός ήταν πλήρως παρν σε κάθε είδος. Το ελεύθερο κήρυγμα παραχωρήθηκε υπό όρους: η ιεραρχία της Εκκλησίας έπρεπε να εγκρίνει και να τοποθετεί ιερείς και η εξουσία του επισκόπου να λαμβάνεται υπόψη. Το άρθρο που απαγόρευε την κοσμική εξουσία του κλήρου σχεδόν αναιρέθηκε.

Οι Ταβορίτες αρνήθηκαν να συμμορφωθούν. Οι Καλιξτίνοι ενώθηκαν με τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους νίκησαν στη Μάχη του Λίπανι στις 30 Μαΐου 1434. Από τότε οι Ταβορίτες έχασαν τη σημασία τους, αν και το κίνημα των Χουσιτών συνεχίστηκε στην Πολωνία για άλλα πέντε χρόνια, μέχρι οι βασιλικές δυνάμεις της Πολωνίας να νικήσουν τους Πολωνούς Χουσίτες στη μάχη του Γκρότνικι. Η πολιτειακή συνέλευση της Γίχλαβα το 1436 επικύρωσε την "Compacta" και την έδωσε την ισχύ νόμου. Αυτό πέτυχε τη συμφιλίωση της Βοημίας με τη Ρώμη και τη Δυτική Εκκλησία και τελικά ο Σιγισμούνδος απέκτησε το στέμμα της Βοημίας. Τα αντιδραστικά του μέτρα προκάλεσαν αναβρασμό σε ολόκληρη τη χώρα, αλλά πέθανε το 1437. Η κρατική συνέλευση στην Πράγα απέρριψε το δόγμα του Ουίκλιφ για τη Θεία Ευχαριστία, που απεχθάνονταν οι Ουτρακουιστές, ως αίρεση το 1444. Οι περισσότεροι από τους Ταβορίτες εντάχθηκαν στο κόμμα των Ουτρακουιστών, ενώ οι υπόλοιποι εντάχθηκαν στους «Αδελφούς του Νόμου του Χριστού» (Λατινικά: «Unitas Fratrum»).

H Χουσιτική Βοημία, ο Λούθηρος και η Μεταρρύθμιση (1434–1618)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

"Είμαστε όλοι Χουσίτες."

Μαρτίνος Λούθηρος για τον εαυτό του και τους Προτεστάντες[11]

Πίνακας που εξυμνεί τη νίκη των Καθολικών στη Μάχη του Λευκού Όρους (1620). Τα επόμενα χρόνια η Βοημία και η Μοραβία μεταστράφηκαν βίαια από τον Χουσιτισμό στον Ρωμαιοκαθολικισμό από τους Αψβούργους.

Το 1462 ο Πάπας Πίος Β΄ κήρυξε άκυρη την «Compacta», απαγόρευσε τη θεία κοινωνία και με τους δύο τρόπους και αναγνώρισε τον βασιλιά Γεώργιο Ποντιέμπραντυ ως βασιλιά υπό την προϋπόθεση ότι θα υποσχεθεί μια άνευ όρων αρμονία με τη Ρωμαϊκή Εκκλησία. Αυτό αρνήθηκε, οδηγώντας στον πόλεμο Βοημίας-Ουγγαρίας (1468-1478). Ο διάδοχός του, ο βασιλιάς Βλαδίσλαος Β΄, ευνόησε τους Ρωμαιοκαθολικούς και προχώρησε εναντίον κάποιων ζηλωτών κληρικών των Καλιξτίνων. Τα προβλήματα των Ουτρακουιστών αυξάνονταν από χρόνο σε χρόνο. Το 1485, στη Δίαιτα της Κούτνα Χόρα, έγινε μια συμφωνία μεταξύ των Ρωμαιοκαθολικών και των Ουτρακουιστών που διήρκεσε τριάντα ένα χρόνια. Μόνο αργότερα, στη Δίαιτα του 1512, καθιερώθηκαν οριστικά τα ίσα δικαιώματα και των δύο θρησκειών. Η εμφάνιση του Μαρτίνου Λούθηρου χαιρετίστηκε από τον κλήρο των Ουτρακουιστών και ο ίδιος ο Λούθηρος εξεπλάγη που βρήκε τόσα πολλά σημεία συμφωνίας μεταξύ των δογμάτων του Χους και των δικών του. Αλλά δεν ενέκριναν όλοι οι Ουτρακουιστές τη Γερμανική Μεταρρύθμιση. Ανάμεσά τους προέκυψε ένα σχίσμα και πολλοί επέστρεψαν στο ρωμαϊκό δόγμα, ενώ άλλα στοιχεία είχαν οργανώσει το «Unitas Fratrum» ήδη από το 1457.

Εξέγερση της Βοημίας και σκληρός διωγμός υπό τους Αψβούργους (1618–1918)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπό τον Aυτοκράτορα Μαξιμιλιανό Β' η συνέλευση του κράτους της Βοημίας kaui;ervse την «Confessio Bohemica», στην οποία συμφώνησαν οι Λουθηρανοί, οι Μεταρρυθμιστές και οι Αδελφοί της Βοημίας. Από εκείνη τη στιγμή και μετά ο Χουσιτισμός άρχισε να εξαφανίζεται. Μετά τη Μάχη του Λευκού Όρους στις 8 Νοεμβρίου 1620 η Ρωμαιοκαθολική Πίστη επανήλθε με σθένος, γεγονός που άλλαξε θεμελιωδώς τις θρησκευτικές συνθήκες στην Τσεχία.

Οι ηγέτες και τα μέλη της Unitas Fratrum αναγκάστηκαν είτε να εγκαταλείψουν τα πολλά και ποικίλα νοτιοανατολικά πριγκιπάτα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (κυρίως Αυστρία, Ουγγαρία, Βοημία, Μοραβία και μέρη της Γερμανίας και των πολλών πολιτειών της), είτε να ασκούν τη λατρεία τους κρυφά. Ως αποτέλεσμα τα μέλη αναγκάστηκαν να κρύβονται και διασκορπίστηκαν σε όλη τη βορειοδυτική Ευρώπη. Οι μεγαλύτερες εναπομείνασες κοινότητες των Αδελφών βρίσκονταν στη Λίσα (Λέσνο) της Πολωνίας, που είχε ιστορικά ισχυρούς δεσμούς με τους Τσέχους, και σε μικρές, απομονωμένες ομάδες στη Μοραβία. Μερικοί, μεταξύ των οποίων ο Ιωάννης Αμός Κομένιος, κατέφυγαν στη Δυτική Ευρώπη, κυρίως στις Κάτω Χώρες. Από ένα οικισμό Χουσιτών στο Χέρνχουτ της Σαξονίας, στη σημερινή Γερμανία, το 1722 προήλθε η εμφάνιση της Εκκλησίας της Μοραβίας.

Η περίοδος μετά τους Αψβούργους (1918–σήμερα)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημερινή σημαία των Χουσιτών

Το 1918, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Τσεχία ανέκτηε την ανεξαρτησία της από την Αυστροουγγαρία που ελεγχόταν από τη μοναρχία των Αψβούργων ως Τσεχοσλοβακία (χάρις στον Μάζαρικ και τις τσεχοσλοβακικές λεγεώνες με χουσιτική παράδοση, στο όνομα των στρατευμάτων).[12]

Σήμερα η Εκκλησία των Χουσιτών της Τσεχοσλοβακίας ισχυρίζεται ότι είναι ο σύγχρονος διάδοχος της παράδοσης των Χουσιτών.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Spiesz et al. 2006, p. 52.
  2. Bartl 2002, p. 45.
  3. Kirschbaum 2005, p. 48.
  4. Spiesz et al. 2006, p. 53.
  5. Oxford Dictionary of the Christian Church (Oxford University Press 2005 (ISBN 978-0-19-280290-3)), article "Constance, Council of"
  6. Nĕmec, Ludvík "The Czechoslovak heresy and schism: the emergence of a national Czechoslovak church," American Philosophical Society, Philadelphia, 1975, (ISBN 0-87169-651-7)
  7. John Klassen, The Nobility and the Making of the Hussite Revolution(East European Quarterly/Columbia University Press, 1978)
  8. Four Articles of Prague at global.britannica.com
  9. Profous, Antonín (1957). Místní jména v Čechách: Jejich vznik, původní význam a změny; part 4, S-Ž. Prague, Czechoslovakia: Czechoslovak Academy of Sciences. 
  10. «Joan of Arc's Letter to the Hussites (March 23, 1430)». archive.joan-of-arc.org. 
  11. «Jan Hus: Luther2017». web.archive.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουνίου 2018. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2022. CS1 maint: Unfit url (link)
  12. PRECLÍK, Vratislav. Masaryk a legie (Masaryk and legions), váz. kniha, 219 str., vydalo nakladatelství Paris Karviná, Žižkova 2379 (734 01 Karviná) ve spolupráci s Masarykovým demokratickým hnutím (Masaryk Democratic Movement), 2019, (ISBN 978-80-87173-47-3), pp.17 - 25, 33 - 45, 70 – 76, 159 – 184, 187 - 199