Φρειδερίκος Μαυρίκιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, δούκας του Μπουγιόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φρειδερίκος Μαυρίκιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, δούκας του Μπουγιόν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Frédéric Maurice de La Tour d'Auvergne-Bouillon (Γαλλικά)
Γέννηση22  Οκτωβρίου 1605[1][2][3]
Σεντάν
Θάνατος9  Αυγούστου 1652[1][2][3]
Ποντουάζ
Τόπος ταφήςΕβρέ
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[4]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός
πολιτικός
στρατιωτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΕλεονόρα ντε Μπεργκ (από 1634)[5]
ΤέκναΓοδεφρείδος Μαυρίκιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, δούκας του Μπουγιόν
Εμμανουήλ Θεοδόσιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, καρδινάλιος του Μπουγιόν
Φρειδερίκος Μαυρίκιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, κόμης του Ωβέρν
Μαυρικία Φεβρωνία ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν
Elizabeth de La Tour d'Auvergne
ΓονείςΕρρίκος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, δούκας του Μπουγιόν και Ελισάβετ του Νάσσαου
ΑδέλφιαΕρρίκος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν
Μαρία ντε Λα τουρ ντ'Ωβέρν
ΟικογένειαΟίκος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Υπογραφή
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Φρειδερίκος-Μαυρίκιος, γαλλ.: Frédéric Maurice de La Tour d'Auvergne, (22 Οκτωβρίου 1605 – 9 Αυγούστου 1652) από τον Οίκο των Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, ήταν δούκας τού Μπουγιόν (Bouillon), ηγεμόνας τού ανεξάρτητου πριγκιπάτου τού Σεντάν και στρατηγός τού γαλλικού βασιλικού στρατού.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννημένος στο Σεντάν των Αρδεννών, ήταν γιος του Ερρίκου ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν, δούκα τού Μπουγιόν, πρίγκιπα τού Σεντάν και της Eλισάβετ των Νάσσαου, κόρης τού Γουλιέλμου Α΄ πρίγκιπα της Οράγγης. Ο αδελφός του ήταν ο περίφημος υποκόμης τού Tυρέν (Τurenne), στρατάρχης της Γαλλίας. Μεγαλωμένος ως Προτεστάντης, έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση στην Ολλανδία υπό τους θείους του, Mαυρίκο της Οράγγης, και Φρειδερίκο-Ερρίκο της Οράγγης.

Έγινε δούκας του Μπουγιόν και πρίγκιπας του Σεντάν, τού Ζαμέτς και τού Ρωκούρ (τώρα στις Αρδέννες της Γαλλίας) μετά το τέλος τού πατέρα του το 1623. [6] Διορίστηκε κυβερνήτης τού Μάαστριχτ στις Ηνωμένες Επαρχίες το 1629. Το 1634 νυμφεύτηκε την κόμισσα Eλεονόρα φαν Μπεργκ-Χέερενμπεργκ (γαλλικά: Éléonore de Bergh), υπό την επιρροή της οποίας ασπάστηκε τον καθολικισμό. [6]

Το 1635 ο δούκας τού Μπουγιόν εισήλθε στην υπηρεσία τού βασιλιά Λουδοβίκου ΙΓ΄ της Γαλλίας και διορίστηκε maréchal de camp (ταξίαρχος). Στερήθηκε των αξιωμάτων του στις Ηνωμένες Επαρχίες μετά από διαπραγματεύσεις με την Ισπανία (τον αρχαίο εχθρό των Ηνωμένων Επαρχιών) το 1637.

Μαζί με τον Λουδοβίκο των Βουρβόνων, κόμη τού Σουασόν, συνωμότησε κατά τού καρδινάλιου Ρισελιέ και με την υποστήριξη των ισπανικών στρατευμάτων, αυτός και ο κόμης τού Σουασόν νίκησαν τα γαλλικά βασιλικά στρατεύματα, που στάλθηκαν μετά από αυτούς στη μάχη τού Λα Μαρφέ, έξω από το Σεντάν, στο 1641.

Αργότερα υποτάχθηκε στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΓ΄ και τον Ρισελιέ και προήχθη στο βαθμό τού υποστράτηγου ως επικεφαλής τού γαλλικού στρατού της Ιταλίας (1642). Έχοντας συνωμοτήσει ξανά εναντίον τού Ρισελιέ με τον Σενκ-Μαρ, συνελήφθη στο Καζάλε της Ιταλίας και αφέθηκε ελεύθερος, μόνο όταν η γυναίκα του απείλησε να παραδώσει το Σεντάν στους Ισπανούς (1642). Κατά τη διάρκεια αυτής της ατυχίας, υποσχέθηκε να παραχωρήσει στη Γαλλία τα στρατηγικά συνοριακά πριγκιπάτα Σεντάν και Ρωκούρ.

Το 1650 εντάχθηκε στη Σφενδόνη και ήταν ένας από τους ηγέτες της, μαζί με τον αδελφό του υποκόμη τού Tυρέν. Ο καρδινάλιος Mαζαρέν τον κέρδισε (1650) υποσχόμενος υψηλό αξίωμα και αποζημιώσεις για τις παραχωρήσεις τού Σεντάν και τού Ρωκούρ, που ανταλλάχθηκαν το 1651 με τα δουκάτα του Αλμπρέ και του Σατώ-Τιερύ, τις κομητείες Ωβέρν και Εβρέ, και πολλές άλλες γαίες.

Απεβίωσε στο Ποντουάζ, κοντά στο Παρίσι, το 1652 και τάφηκε στο Εβρέ. Οι σοροί αυτού και της συζύγου του μεταφέρθηκαν στο Κλυνύ, όπου έφτασαν το 1692. [7]

Ταφικό μνημείο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ των ετών 1697 και 1707, ο γιος του δούκα, Εμμανουήλ-Θεοδόσιος ντε Λα Τουρ ντ'Ωβέρν καρδινάλιος ντε Μπουγιόν, ανέθεσε στον γλύπτη Πιέρ Λε Γκο τον Νεότερο να δημιουργήσει ένα οικογενειακό μνημείο, που θα ανεγειρόταν στο αβαείο τού Κλυνύ, στο οποίο ο καρδινάλιος ήταν ηγούμενος. Όλα τα γλυπτά τελείωσαν μέχρι το 1707 και στάλθηκαν στο Κλυνύ, όπου έφτασαν το 1709, αλλά δεν αποσυσκευάστηκαν για σχεδόν έναν αιώνα, επειδή ο Μπουγιόν είχε παρακούσει κατάφωρα τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ και είχε κηρυχθεί εχθρός τού κράτους. Τα γλυπτά εκτίθενται σήμερα στο Οτέλ-Ντιέ στο Κλυνύ. [8]

Ελεονόρα ντε Μπεργκ, δούκισσα τού Μπουγιόν, γλυπτό τού Πιέρ Λε Γκρο τού Νεότερου.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε την Ελεονόρα ντε Μπεργκ δούκισσα (ιδίω δικαιώματι) τού Μπουγιόν και είχε τέκνα:

Τα τρία μεγαλύτερα παιδιά του Φρειδερίκου-Μαυρίκιου, από τον Πιέρ Μινιάρ.

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage. p64658.htm#i646577. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 Biografisch Portaal. 14656979. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003. I00010739.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb10737979f. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  5. p64658.htm#i646577. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  6. 6,0 6,1 6,2 Huberty, Michel· Giraud, Alain (1985). L'Allemagne Dynastique, Tome IV -- Wittelsbach. France: Laballery. σελίδες 73, 88. ISBN 2-901138-04-7. 
  7. Bissell, Gerhard (1997), Pierre le Gros, 1666-1719, σελ. 47, ISBN 0-9529925-0-7  (in German)
  8. Bissell, Gerhard (1997), Pierre le Gros, 1666-1719, σελ. 46–59, ISBN 0-9529925-0-7  (in German); id., On the Tercentenary of the Death of Pierre Le Gros, Italian Art Society blog, 2 May 2019.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]