Φραγκίσκη του Μαιντενόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Φραγκίσκη του Μεντνόν)
Φρανσουάζ ντε Μαιντενόν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Madame de Maintenon (Γαλλικά)
Γέννηση27  Νοεμβρίου 1635[1][2][3]
Νιόρ
Θάνατος15  Απριλίου 1719[1][2][3]
Ανάκτορο των Βερσαλλιών
Τόπος ταφήςMaison royale de Saint-Louis
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[4]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταοικοδέσποινα λογοτεχνικού σαλονιού
επιστολογράφος
φιλόσοφος
Οικογένεια
ΣύζυγοςΛουδοβίκος ΙΔ΄ της Γαλλίας (1683–1715)[5][6]
Πωλ Σκαρρόν (1651–1660)
ΓονείςConstant d'Aubigné[7] και Jeanne de Cardillac[7]
ΑδέλφιαConstant d'Aubigné
Charles d'Aubigné, d'Aubigné
ΣυγγενείςFrançoise Charlotte d'Aubigné (ανιψιά), Αγκριπά ντ'Ωμπινιέ (παππούς) και Marquise de Caylus (δευτερανιψιά)
Υπογραφή
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Φρανσουάζ, Μαρκησία του Μαιντενόν (γαλλ. Françoise, Marquise de Maintenon, 27 Νοεμβρίου 1635 - 15 Απριλίου 1719) ήταν η δεύτερη σύζυγος του Λουδοβίκου ΙΔ΄ της Γαλλίας. Ο γάμος της με τον Βασιλιά ποτέ δεν ανακοινώθηκε ή έγινε δεκτός, αν και είχε μεγάλη επιρροή στο βασίλειο. Ίδρυσε το 1684 το Βασιλικό Σπίτι του Αγίου Λουδοβίκου, ένα σχολείο για κορίτσια από φτωχότερες ευγενείς οικογένειες.

Παιδική ηλικία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Φρανσουάζ ντ'Ωμπινιέ γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1635 στο Νιόρ στη δυτική Γαλλία. [8] Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι είναι πιθανόν να γεννήθηκε μέσα ή λίγο έξω από τη φυλακή της πόλης επειδή ο πατέρας της, Κονστάν ντ'Ωμπινιέ, γιος του Προτεστάντη Αγκριππά ντ'Ωμπινιέ, φυλακίστηκε εκεί για συνωμοσία εναντίον του Καρδινάλιου Ρισελιέ. Η μητέρα της, Ζαν ντε Καρντιγιάκ, ήταν η κόρη του δεσμοφύλακα του Κονστάν. [9] Η Ζαν βάφτισε το παιδί τους στην Καθολική θρησκεία.

Το 1639 ο πατέρας της απελευθερώθηκε από τη φυλακή και πήγε μαζί με την οικογένειά του στη Μαρτινίκα στις Δυτικές Ινδίες. Η Ζαν ήταν αυστηρή μητέρα, η οποία επέτρεπε στα παιδιά της λίγες ελευθερίες και τους έδωσε Προτεσταντική εκπαίδευση, παρά το Καθολικό τους δόγμα. Ο Κονστάν επέστρεψε στη Γαλλία, αφήνοντας στη Μαρτινίκα τη γυναίκα και τα παιδιά του. Η Ζαν προσπαθούσε για πάντα να είναι «μητέρα και πατέρας» στα παιδιά της και τελικά επέστρεψε πίσω στη Γαλλία ακολουθώντας τον σύζυγό της το 1647. [10]

Λίγους μήνες μετά την επιστροφή τους στη Γαλλία, ο πατέρας αρρώστησε και η Φρανσουάζ επέστρεψε στη φροντίδα της αγαπημένης θείας της, Κυρίας ντε Βιλέτ, της αδελφής του πατέρα της. Το σπίτι της ήταν μια ευχάριστη ανάμνηση για τη Φρανσουάζ, η οποία είχε μείνει με τη θεία και τον θείο της πριν φύγει για τη Μαρτινίκα. Οι θείοι της ήταν πλούσιοι και φρόντισαν καλά το παιδί, αλλά ήταν ένθερμοι Προτεστάντες και την ανέθρεφαν σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους. Όταν αυτό έγινε γνωστό στην οικογένειά της, δόθηκε εντολή ότι η Φρανσουάζ έπρεπε να συνεχίσει την εκπαίδευσή της σε μοναστήρι.[11]

Η νεαρή κοπέλα δεν συμπάθησε τη ζωή του μοναστηριού, αλλά αγάπησε μία από τις μοναχές εκεί, την αδελφή Σελέστ, η οποία έπεισε τη Φρανσουάζ να πάρει την πρώτη της Κοινωνία. «Την αγάπησα περισσότερο από ότι θα μπορούσα να πω, ήθελα να θυσιάσω τον εαυτό μου για την υπηρεσία της[12]

Μαρκησία του Μαιντενόν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νονά της την έφερε στο Παρίσι, όπου η Φρανσουάζ συνάντησε τον επιτυχημένο ποιητή και μυθιστοριογράφο Πωλ Σκαρρόν, ο οποίος ήταν 25 έτη μεγαλύτερος από αυτήν, και άρχισε να αλληλογραφεί μαζί του. Παρόλο που ο συγγραφέας υπέφερε από οξεία και παθολογική ρευματοειδή αρθρίτιδα, η Φρανσουάζ δέχτηκε την πρότασή του σε γάμο και παντρεύτηκαν το 1652.[13] Ο γάμος της, της επέτρεψε να αποκτήσει πρόσβαση στα υψηλότερα επίπεδα της κοινωνίας των Παρισίων, κάτι που διαφορετικά θα ήταν αδύνατο για ένα φτωχό κορίτσι. Για εννέα χρόνια, ήταν σύζυγος και νοσοκόμα του Σκαρρόν και προστάτιδά στον κοινωνικό του κύκλο, ενώ εκείνος της έδωσε ευκαιρία για μόρφωση και εργασία ως δασκάλα.[14]

Φρανσουάζ του Μαιντενόν. Χαρακτικό του Νικολά ντε Λαρμεσσέν (από το πρωτότυπο του Πιέρ Μινιάρ).

Μετά τον θάνατο του Σκαρρόν το 1660, η Άννα της Αυστρίας συνέχισε τη σύνταξή του στη χήρα του, αυξάνοντας ακόμη και σε 2.000 λίρες ετησίως, επιτρέποντάς της έτσι να παραμείνει στη λογοτεχνική κοινωνία. Μετά τον θάνατο της Άννας το 1666, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ ανέστειλε τη σύνταξη. Για άλλη μια φορά σε δύσκολες περιστάσεις, η κυρία Σκαρρόν σχεδίαζε να εγκαταλείψει το Παρίσι για τη Λισαβόνα ως κυρία επί των τιμών στη νέα βασίλισσα της Πορτογαλίας, Μαρία Φραγκίσκη της Σαβοΐας. Πριν ξεκινήσει, όμως, συναντήθηκε με τη Φρανσουάζ Ατεναΐς, Κυρία ντε Μοντεσπάν, η οποία ήταν ήδη κρυφά η ερωμένη του Βασιλιά. Η Κυρία ντε Μοντεσπάν πληροφόρησε την κυρία Σκαρρόν ότι ο Βασιλιάς είχε αποκαταστήσει τη σύνταξή της, γεγονός που επέτρεψε στη Φρανσουάζ να παραμείνει στο Παρίσι.

Το 1669, γεννήθηκε η Λουίζ Φρανσουάζ, το πρώτο παιδί της Κυρία ντε Μοντεσπάν από τον Λουδοβίκο, το οποίο δόθηκε στην επίβλεψη της κυρίας Σκαρρόν και της προσφέρθηκε ένα μεγάλο εισόδημα και προσωπικό των υπηρετών. Η Φρανσουάζ φρόντισε να κρατήσει το σπίτι που της δώθηκε στην οδό Βωζιράρ καλά φυλασσόμενο και διακριτικό και λειτουργούσε ως γραμματέας και γκουβερνάντα του μωρού.[15] Η φροντίδα της για τον νεογέννητο Λουδοβίκο Αύγουστο, Δούκα του Μαιν, την έφερε για πρώτη φορά στην προσοχή του Λουδοβίκου ΙΔ΄, αν και αρχικά τον απώθησε η αυστηρή θρησκευτική της κλίση. Όταν ο Λουδοβίκος Αύγουστος και τα αδέλφια του νομιμοποιήθηκαν στις 20 Δεκεμβρίου 1673, αυτή εγκαταστάθηκε στο Κάστρο του Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι και έγινε η βασιλική γκουβερνάντα.[16]Έτσι έτσι ήταν μία από τους πολύ λίγους ανθρώπους που είχαν τη δυνατότητα να μιλάνε με τον Βασιλιά ως ισότιμοι, χωρίς να υποκλίνονται.[17] Η Κυρία ντε Σεβινιέ παρατήρησε ότι ο Λουδοβίκος φαίνονταν γοητευμένος έχοντας κάποιον που να του μιλάει με αυτόν τον τρόπο.[18]

Αναγνωρίζοντας το έργο της, ο Βασιλιάς την αντάμειψε με 200.000 λίρες με τα οποία αυτή αγόρασε ένα ακίνητο στο Μαιντενόν, κοντά στο Παρίσι, το 1674.[19] Σύμφωνα με τις πηγές, ο Βασιλιάς αρχικά αντιπαθούσε την κυρία Σκαρρόν, αλλά καθώς κουράστηκε από την κακή ιδιοσυγκρασία της Κυρία ντε Μοντεσπάν, άρχισε να βρίσκει την αντίζηλό της ολοένα και πιο συμπαθητική. Το 1675 ο Βασιλιάς της έδωσε τον τίτλο της Μαρκησίας του Μαιντενόν από το όνομα της περιουσίας της,[20] γεγονός που έκανε τη Κυρία ντε Μοντεσπάν να ζηλέψει.

«Η Κυρία ντε Μαιντενόν ξέρει να αγαπάει, θα ήταν πολύ ευχάριστη η αγάπη της», δήλωσε ο Βασιλιάς. Μάλλον της ζήτησε να γίνει ερωμένη του την εποχή εκείνη. Αν και αργότερα ισχυρίστηκε ότι δεν δέχτηκε την πρότασή του, [21] μερικοί ιστορικοί αμφιβάλλουν ότι τόλμησε να αρνηθεί τον Βασιλιά σε μια εποχή που η θέση της παρέμενε πολύ επισφαλής. Στα τέλη της δεκαετίας του 1670, ο Βασιλιάς περνούσε μεγάλο μέρος του ελεύθερου χρόνου του μαζί της, συζητώντας μαζί της για την πολιτική, τη θρησκεία και την οικονομία.

Το 1680 η Κυρία ντε Μοντεσπάν εγκατέλειψε τη βασιλική αυλή. Η Φρανσουάζ αποδείχθηκε καλή επιρροή στον Βασιλιά. Η σύζυγός του, Μαρία Θηρεσία της Ισπανίας, η οποία για χρόνια είχε υποστεί σκληρή μεταχείριση από την Κυρία ντε Μοντεσπάν, δήλωσε ανοιχτά ότι ποτέ δεν είχε αντιμετωπιστεί τόσο καλά όπως από τη Φρανσουάζ.

Γάμος με τον Λουδοβίκο ΙΔ΄[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μαρκησία ντε Μαιντενόν.

Το 1883 η βασίλισσα Μαρία Θηρεσία πέθανε. Λίγους μήνες μετά (Οκτώβριος 1683 ή Ιανουάριος 1684), η Φρανσουάζ παντρεύτηκε τον Βασιλιά σε μια ιδιωτική τελετή από τον Αρχιεπίσκοπο του Παρισιού. Λόγω της ανισότητας της κοινωνικής τους θέσης, ο γάμος ήταν μοργανατικός, πράγμα που σημαίνει ότι η κυρία ντε Μαιντενόν δεν αναγνωρίστηκε ανοιχτά ως σύζυγος του Βασιλιά και δεν έγινε βασίλισσα. Δεν υπάρχει επίσημη τεκμηρίωση του γάμου, αλλά το γεγονός ότι έγινε, είναι ωστόσο αποδεκτό από τους ιστορικούς. Οι βιογράφοι χρονολόγησαν τον γάμο στις 9 Οκτωβρίου του 1683[22] ή τον Ιανουάριο του 1684.[23]

Η Κυρία ντε Μοντεσπάν, που είχε προηγηθεί της Φρανσουάζ ως ερωμένη του Βασιλιά, στα απομνημονεύματά της έγραψε τα εξής σχετικά με τον γάμο:

«Την επόμενη εβδομάδα, η Κυρία ντε Μαιντενόν... συμφώνησε με τη βούληση του Βασιλιά. Παντρεύτηκαν στο παρεκκλήσι των Βερσαλλιών. Ο Αρχιεπίσκοπος του Παρισιού, βοηθούμενος από τον Επίσκοπο της Σαρτρ και τον Βασιλικό Εξομολογητή Λα Σαίζ, είχε την τιμή να ευλογήσει αυτόν τον γάμο και να παρουσιάσει τα δαχτυλίδια. Μετά την τελετή, η οποία έλαβε χώρα νωρίς, .... τα ίδια πρόσωπα, με άμαξες, πήγαν στη συνέχεια στο Μαιντενόν, όπου γιορτάστηκε η μεγάλη τελετή, η λειτουργία και όλα όσα συμβαίνουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Κατά την επιστροφή της, η Μαρκησία ντε Μαιντενόν εγκαταστάθηκε σε ένα εξαιρετικά πολυτελές διαμέρισμα, το οποίο ήταν προσεκτικά διαρρυθμισμένο και επιπλωμένο γι' αυτήν. Οι άνθρωποί της συνέχισαν να φοράνε τη λιβρέα της, αλλά σχεδόν ποτέ δεν έφευγε, εκτός με τη μεγάλη άμαξα του Βασιλιά, όπου την είδαμε στη θέση που παλαιότερα καταλάμβανε η Βασίλισσα. Της δόθηκε επίσης ο τίτλος της Μεγαλειότητας και ο Βασιλιάς, όταν έπρεπε να μιλήσει γι' αυτήν, χρησιμοποιούσε μόνο τη λέξη ''Κυρία'', χωρίς να προσθέτει ''Μαιντενόν''»[24].

Επιρροή και μύθος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Mαντάμ ντε Μαιντενόν και ένας από τους βασιλόπαιδες υπό την επίβλεψή της.

Οι ιστορικοί συχνά παρατήρησαν την πολιτική επιρροή της Μαρκησίας ντε Μαιντενόν, η οποία ήταν σημαντική. Θεωρήθηκε ως το δεύτερο ισχυρότερο πρόσωπο μετά από τον Βασιλιά, και θεωρούταν ισοδύναμη με έναν πρωθυπουργό μετά το 1700.[25] Χωρίς επίσημη θέση ως βασίλισσα, προσεγγίστηκε ευκολότερα από εκείνους που επιθυμούσαν να έχουν επιρροή στον Βασιλιά[26]. Ωστόσο, η κρίση της δεν ήταν αλάνθαστη και αναμφισβήτητα έκανε λάθη. Η Φρανσουάζ ντε Μαιντενόν χρησιμοποίησε την εξουσία της για προσωπικούς της λόγους, για παράδειγμα στην επίτευξη προαγωγών αξιωματικών, καθώς και τη συχνή βοήθεια που προσέφερε στον αδελφό της, Σαρλ.

Έντονα θρησκευόμενη, είχε ισχυρή επιρροή στον σύζυγό της, [27]ο οποίος έπαψε πλέον να διατηρεί ερωμένες και απαγόρευσε τις όπερες και παραστάσεις κωμωδίας κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής.[28] Κατηγορήθηκε ότι ευθύνεται για την ανάκληση του Διατάγματος της Νάντης και για τις διώξεις των Ουγενότων, αλλά πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι ήταν αντίθετη στις σκληρότητες, αν και ευχαριστημένη με τα αποτελέσματα. Το 1692, ο Πάπας Ιννοκέντιος ΙΒ΄ της παραχώρησε το δικαίωμα επίσκεψης σε όλα τα μοναστήρια της Γαλλίας. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της, ενθάρρυνε τον σύζυγό της να προωθήσει τα παιδιά του από τη Κυρία ντε Μοντεσπάν σε υψηλές θέσεις του βασιλείου.

Στο Σαιντ-Συρ, ένα χωριό 5 χιλιομέτρων δυτικά των Βερσαλλιών, ίδρυσε το Βασιλικό Σπίτι του Αγίου Λουδοβίκου, σχολείο για φτωχά κορίτσια ευγενών οικογενειών.[29] Θεωρήθηκε γεννημένη δασκάλα και είχε φιλική, μητρική επιρροή στις μαθήτριές της, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν και η Μαρία Αδελαΐδα της Σαβοΐας. Το σχολείο της θεωρείται ότι επηρέασε σημαντικά την Εταιρείας Επαναστατικών Δημοκρατικών Γυναικών, της πρώτης ομάδας που διεκδίκησε πολιτικά δικαιώματα των γυναικών, που ιδρύθηκε το 1793. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της, η Κυρία ντε Μαιντενόν ενθάρρυνε τον Βασιλιά να προωθήσει τα παιδιά του από τον Μαρκησία ντε Μοντεσπάν σε υψηλές θέσεις του βασιλείου. Μετά τον θάνατο του συζύγου της το 1715, αποσύρθηκε στο Σαιντ-Συρ. Ο Δούκας της Ορλεάνης, ως αντιβασιλέας, την τίμησε με σύνταξη 48.000 λιβρών.

Στο Σαιντ-Συρ συνέχισε να δέχεται επισκέπτες, μεταξύ των οποίων τον Πέτρο Α΄ της Ρωσίας, ο οποίος κάθισε σε μια καρέκλα στην άκρη του κρεβατιού της. Τη ρώτησε ποια ήταν η ασθένειά της και του απάντησε: «Γεράματα». Όταν ρώτησε τι τον έφερε στο δωμάτιό της, ο άντρας απάντησε: «Ήρθα να δω ό,τι σημαντικό περιέχει η Γαλλία». Εκείνη χαμογέλασε. Τότε ο επισκέπτης, άφησε το δωμάτιο. Αργότερα, είπε στους βοηθούς του ότι η κυρία είχε προσφέρει μεγάλη υπηρεσία στον Βασιλιά και στο έθνος[30].

Η Φρανσουάζ ντε Μαιντενόν πέθανε στις 15 Απριλίου 1719 σε ηλικία 83 ετών και ενταφιάστηκε στο Σαιντ-Συρ. Κληροδότησε την περιουσία της στο Μαιντενόν στην ανιψιά της, Φρανσουάζ Σαρλότ ντ'Ωμπινιέ, σύζυγο του Δούκα ντε Νοάιγ, μοναχοκόρη του αδελφού της.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά, Αγγλικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb120537751. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά) SNAC. w6071g7j. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb120537751. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  5. «Kindred Britain»
  6. p10207.htm#i102063. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  8. •Fraser 2006, p. 149.
  9. • Fraser 2006, p. 150.
  10. • Fraser 2006, p. 151.
  11. Fraser 2006, p. 152.
  12. Fraser 2006, p. 152.
  13. Bryant 2004, p. 79.
  14. Fraser 2006, p. 149.
  15. Fraser 2006, p. 158.
  16. Bryant 2004, p. 80.
  17. Bryant 2004, p. 80.
  18. Bryant 2004, p. 80.
  19. Bryant 2004, p. 80.
  20. Bryant 2004, p. 80.
  21. Herman 2004, p. 115.
  22. Buckley 2008, p. 276.
  23. Bryant 2004, p. 77.
  24. de Rochechouart de Mortemart 1899, bk. 7, ch. 47.
  25. Bryant 2004, p. 79.
  26. Bryant 2004, p. 79.
  27. Bryant 2004, p. 83.
  28. Bryant 2004, p. 83.
  29. Bryant 2004, p. 83.
  30. Fraser 2006, p. 280.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]