Φιλιππινοαμερικανικός πόλεμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φιλιππινοαμερικανικός πόλεμος
Αμερικανικά στρατεύματα μάχονται έξω από την Μανίλα.
ΧρονολογίαΕπίσημα: 5 Φεβρουαρίου 18994 Ιουλίου 1902 (ωστόσο οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν)
ΤόποςΦιλιππίνες
Αντιμαχόμενοι
Δημοκρατία των Φιλιππίνων
Ηγετικά πρόσωπα

Εμίλιο Αγκουινάλδο
Αντόνιο Λούνα  

Μιγουέλ Μαλβάρ
Απολογισμός
4.300 στρατιώτες νεκροί
20.000 χιλιάδες στρατιώτες νεκροί
Άμαχοι Φιλιππινέζοι: Τουλάχιστον 200.000 πέθαναν κυρίως λόγω ασθενειών ή πείνας

Ο Φιλιππινοαμερικανικός πόλεμος ήταν μία στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των επαναστατημένων Φιλιππινέζων, η οποία συνέβη από το 1899 έως το 1902, στις Φιλιππίνες. Κατέληξε σε ήττα των επαναστατών και σε νίκη των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτι που οδήγησε στην σχεδόν 50χρονη Αμερικανική κατοχή των Φιλιππίνων (1898-1946).

Οι Φιλιππινέζοι, έπειτα από πάνω από 300 χρόνια αποικιοκρατίας της Ισπανίας, επαναστάτησαν το 1896, ζητώντας ανεξαρτησία. Αν και η επανάστασή τους ήταν σχετικά ανεπιτυχής, το 1898 παρενέβησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, στον λεγόμενο Ισπανοαμερικανικό Πόλεμο του 1898. Οι Φιλιππινέζοι συνέδραμαν τους Αμερικανούς στον Πόλεμο αυτόν, ελπίζοντας σε απελευθέρωση από την Ισπανική κυριαρχία. Μάλιστα, στις 12 Ιουνίου του 1898 ο, ηγέτης των Φιλιππινέζων επαναστατών, Εμίλιο Αγκουινάλδο κήρυξε την σύσταση της Πρώτης Φιλιππινέζικης Δημοκρατίας. Ωστόσο, όταν η Ισπανία ηττήθηκε, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παραχώρησαν ανεξαρτησία στις Φιλιππίνες, αλλά αντίθετα τις προσάρτησαν. Αυτό προκάλεσε την αντίδραση της επαναστατικής κυβέρνησης, κηρρύσοντας πόλεμο κατά των Αμερικανών στις 5 Φεβρουαρίου του 1899.[1] Στους πρώτους μήνες της σύγκρουσης, ο Εμίλιο Αγκουινάλδο προσπάθησε να αντιμετωπίσει του Αμερικανικούς με συμβατικό πόλεμο, κάτι όμως που αποδείχθηκε μεγάλο λάθος, καθώς τα αμερικανικά στρατεύματα κατατρόπωσαν τον Φιλιππινέζικο στρατό. Έτσι, τον Νοέμβριο του 1899, ο επαναστατικός στρατός, αλλάζοντας τακτική, άρχισε την διεξαγωγή ανταρτοπολέμου. Καθοριστικό σημείο της σύγκρουσης υπήρξε η σύλληψη του Εμίλιου Αγκουινάλδου, στις 23 Μαρτίου του 1901. Ο πόλεμος συνεχίστηκε έως και τα μέσα του 1902, όταν τα Αμερικανικά στρατεύματα νίκησαν το μεγαλύτερο μέρος του Φιλιππινέζικου στρατού. Κάποιες εναπομείναντες αντιστασιακές εστίες θεωρήθηκαν τότε από την Αμερικανική κυβέρνηση ήσσονος σημασίας, αν και αυτές συνέχισαν να είναι ενεργές για αρκετά ακόμα χρόνια.[2][3]

Αμερικανικά στρατεύματα κοντά στην Μανίλα, το 1899.

Αίτια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δύο ήταν τα βασικά αίτια που μαζί οδήγησαν στον Φιλιππινοαμερικανικό πόλεμο: ο αγώνας των Φιλιππινέζων για ανεξαρτησία και ο Αμερικανικός ιμπεριαλισμός.

Ο Εμίλιο Αγκουινάλδο

Από το 1896 οι Φιλιππινέζοι, υπό την ηγεσία του Εμίλιο Αγκουινάλδο, είχαν επαναστατήσει κατά του Ισπανικού ζυγού. Η Φιλιππινέζικη επανάσταση, ωστόσο, δεν ήταν η μοναδική πρόκληση που αντιμετώπιζε η Ισπανική Αυτοκρατορία εκείνη την περίοδο. Στο άλλο ημισφαίριο, στην Κούβα, εξελισσόταν ένα αντίστοιχο κίνημα ανεξαρτησίας από την Ισπανία. Τον Φεβρουάριο του 1898, βυθίστηκε στο λιμάνι της Αβάνας ένα Αμερικανικό πολεμικό πλοίο, κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Παρόλα αυτά, η Αμερικανική κυβέρνηση κατηγόρησε την Ισπανία για την βύθιση του πλοίου, και χρησιμοποίησε το περιστατικό ως αφορμή για την κήρυξη πολέμου κατά της Ισπανίας. Ο Ισπανοαμερικανικός πόλεμος ήταν ιδιαίτερα σύντομος. Ο ναυτικός στόλος των ΗΠΑ ακινητοποίησε τον Ισπανικό στόλο των Φιλιππίνων ήδη από τον Μάιο του 1898, ενώ στις 13 Αυγούστου κατέλαβε αμαχητί την Μανίλα. Παράλληλα, οι Φιλιππινέζοι επαναστάτες εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση για να ανακηρύξουν την Ανεξαρτησία των Φιλιππίνων (που αργότερα ονομάστηκε Πρώτη Φιλιππινέζικη Δημοκρατία), στις 12 Ιουνίου του 1898. Στο τέλος του πολέμου, στις Φιλιππίνες οι Αμερικανοί κατείχαν μόνο την πρωτεύουσα Μανίλα, ενώ οι Φιλιππινέζοι επαναστάτες έλεγχαν όλη την υπόλοιπη επικράτεια της χώρας. [4]

Ωστόσο, στην Συνθήκη των Παρισίων, που υπογράφτηκε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, οι ΗΠΑ αγόρασαν τις Φιλιππίνες από την Ισπανία έναντι 20 εκ. $. Ο τότε πρόεδρος Ουίλλιαμ ΜακΚίνλεϊ θεωρούσε του Φιλιππινέζους ανίκανους να κυβερνήσουν τον τόπο τους και πίστευε ότι η επέκταση στην άλλη μεριά του Ειρηνικού ήταν το πεπρωμένο των ΗΠΑ. Παράλληλα πολλοί υποστηρικτές της ιμπεριαλιστικής πολιτικής έβλεπαν τις Φιλιππίνες ως ευκαρία εμπορίου με την Ασία, ενώ άλλοι φοβούνταν ότι αν δεν καταλάμβανε το αρχιπέλαγος η Αμερική, θα το έκανε μία άλλη, ανταγωνιστική δύναμη (όπως Γερμανία ή Ιαπωνία). Όμως, η προσάρτηση ενός τόσο μακρινού εδάφους από την Ηπειρωτική Αμερική είχε και πολλούς επικριτές από το εσωτερικό των ΗΠΑ. Μάλιστα σχηματίστηκε γρήγορα μία αντι-Ιμπεριαλιστική παράταξη με μέλη από όλο το πολιτικό φάσμα (από αυτούς που θεωρούσαν την αποικιοκρατία ηθικά λανθασμένη έως αυτούς που απλώς φοβόντουσαν την εισροή των μη λευκών Φιλιππινέζων στην Αμερική).[5][6]

Από την άλλη μεριά, η Φιλιππινέζικη επαναστατική κυβέρνηση, η οποία όπως αναφέρθηκε ήλεγχε όλο το Αρχιπέλαγος εκτός από την Μανίλα, απέρριψε εξ'αρχής την Συνθήκη των Παρισίων. Έχοντας μόλις απελευθερωθεί από την Ισπανική αποικιοκρατία, οι Φιλιππινέζοι δεν είχαν καμία πρόθεση να υποταχθούν σε μία νέα ξένη δύναμη. Σε αυτό το πλαίσιο η σύγκρουση ήταν πλέον αναπόφευκτη.[4]

Χρονικό του πολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόλεμος μπορεί να χωριστεί σε δύο διακριτές φάσεις. Η πρώτη διαρκεί από την αρχή του πολέμου (4 Φεβρουαρίου 1899) έως τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Σε αυτήν την περίοδο οι Φιλιππινέζοι στρατηγοί προσπαθούν να οργανώσουν τακτικό στρατό και να διεξάγουν συμβατικό πόλεμο, δηλαδή αντιμετωπίσουν ολομέτωπα τον Αμερικανικό στρατό. Αυτή η προσπάθεια αποτυγχάνει, λόγω των πολύ καλύτερα εκπαιδευμένων και εξοπλισμένων Αμερικανών στρατιωτών. Λόγω αυτού, τον Νοέμβριο του 1899 οι Φιλεππινέζοι αλλάζουν τακτική, υιοθετώντας τον ανταρτοπόλεμο. Αυτό το είδος πολέμου κράτησε έως και τα μέσα του 1902, οπότε και το μεγαλύτερο μέρος την Φιλιππινέζικης αντίστασης καθηλώθηκε.[7]

Η Μάχη της Μανίλας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόλεμος ξεκίνησε με την Μάχη της Μανίλας (να μην συγχέεται με την ομώνυμη μάχη του Β´ΠΠ) η οποία διεξήχθη την νύχτα της 4ης προς 5ης Φεβρουαρίου 1899 στα προάστια της Μανίλας, και ήταν η μεγαλύτερη και σφοδρότερη μάχη ολόκληρου του πολέμου. Το Φιλιππινέζικο στράτευμα αποτελούνταν από 15 χιλιάδες στρατιώτες, υπό την διοίκηση του προέδρου της Δημοκρατίας των Φιλιππίνων, Εμίλιο Αγκουινάλδο. Από την άλλη, οι Αμερικανοί στρατιώτες αριθμούσαν 19 χιλιάδες και βρίσκονταν υπό την διοίκηση του στρατηγού Elwell Stephen Otis.[8]

Την αφορμή για το ξέσπασμα της μάχης το έδωσαν κάποιες εχθροπραξίες που συνέβησαν το απόγευμα της 4ης Φεβρουαρίου. Οι Αμερικανοί στρατιώτες, αν και είχαν διαταχτεί να παραμείνουν στο στρατόπεδο και να μην προκαλέσουν τους αντιπάλους, πυροβόλησαν μία περαστική ομάδα Φιλιππινέζων, σκοτώνοντας 2 από αυτούς. Κάποια Φιλιππινέζοι ιστορικοί ισχυρίζονται μάλιστα ότι τα θύματα ήταν άοπλα.[8]

Νεκροί Φιλιππινέζοι στρατιώτες, μετά την Μάχη της Μανίλας

Λίγες ώρες αργότερα, ο Αμερικανός στρατηγός απέρριψε πρόταση του Εμίλιο Αγκουινάλδο για κατάπαυση του πυρός, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει μία σφοδρή μάχη μεταξύ Φιλιππινέζων και Αμερικανών. Η μάχη έληξε το πρωί της 5ης Φεβρουαρίου, με την αποφασιστική νίκη των ΗΠΑ, και ήττα των Φιλιππινέζων. Οι απώλειες για τους Αμερικανούς ήταν 44 νεκρού και 194 τραυματίες, ενώ για τους Φιλιππινέζους ήταν περίπου 700 νεκροί και 3.300 τραυματίες.[8]

Την 5η Φεβρουαρίου, και ενώ η μάχη της Μανίλας ήταν ακόμα σε εξέλιξη, ο πρόεδρος Εμίλιο Αγκουινάλδο κήρυξε και επίσημα τον πόλεμο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Την επομένη, στις 6 Φεβρουαρίου, η Αμερικάνικη Γερουσία ενέκρινε, με οριακή πλειοψηφία, την Συνθήκη των Παρισίων, και διέταξε αμέσως την αποστολή ενισχύσεων στις Φιλιππίνες. Από την άλλη μεριά, ο Αντόνιο Λούνα, ένας πολύ ικανός στρατηγός, διορίστηκε γενικός διοικητής του Φιλιππινέζικου στρατεύματος. Ωστόσο, η δουλειά του παρεμποδίστηκε από την αμοιβαία ζήλια και καχυποψία που υπήρχε μεταξύ αυτού και του Εμίλιο Αγκουινάλδο. Επιπλέον, ο Αντόνιο Λούνα δολοφονήθηκε από τα αρχικά στάδια του πολέμου. Στις ήττες που δεχόταν ο Φιλιππινέζικος στρατός προστέθηκε και η πτώση της πόλης Μαλόλος (Malolos), που αποτελούσε την έδρα της επαναστατικής κυβέρνησης, στις 31 Μαρτίου του 1899.[9]

Ανταρτοπόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φιλιππινέζοι στρατιώτες το 1899.

Λόγω των διαδοχικών ηττών του, ο Φιλιππινέζικος στρατός αποφάσισε, όπως προαναφέρθηκε, την αλλαγή σε τακτική ανταρτοπολέμου, τον Νοέμβριο του 1899. Στο μεταξύ η Φιλιππινέζικη επαναστατική κυβέρνηση είχε διαφύγει στα βόρεια της νήσου Λουσόν. Όλες σχεδόν οι μεγάλες επιχειρήσεις του ανταρτοπολέμου γινόντουσαν στην Λουσόν.[2]

Ένα σημαντικό σημείο καμπής του πολέμου, ήταν η σύλληψη του Εμίλιο Αγκουινάλδο από τους Αμερικανούς, στις 23 Μαρτίου του 1901. Αφού έμαθαν το μυστικό κρησφύγετό του από έναν Φιλιππινέζο αιχμάλωτο αγγελιαφόρο, οργάνωσαν μία ιδιαίτερη αποστολή, κατά την οποία Αμερικανοί στρατιώτες έπαιζαν τους αιχμάλωτους πολέμου, και Φιλιππινέζοι δωσίλογοι έπαιζαν τους επαναστάτες. ο Αγκουινάλδο δέχτηκε την αποστολή, νομίζοντας ότι ήταν κάποιες ενισχύσεις που περίμενες, με αποτέλεσμα να συλληφθεί από τους Αμερικανούς και να οδηγηθεί σε φυλακή στην Μανίλα. Λίγο αργότερα, ο Αγκουινάλδο δήλωσε πίστη στις ΗΠΑ, και κάλεσε τους συναγωνιστές του να παραδοθούν και να λήξουν τον ανταρτοπόλεμο.[2]

Παρόλα αυτά, οι μάχες συνεχίστηκαν αμείωτα, με τον Αμερικανό στρατηγό Jacob F. Smith, να διεξάγει αδιάκριτες σφαγές τοπικού πληθυσμού, ως αντίποινα στην σφαγή κάποιων Αμερικανών στρατιωτών. Αυτός ο στρατηγός πάντως, οδηγήθηκε σε στρατοδικείο για τις πράξεις του και αποσύρθηκε. Στις 16 Απριλίου 1902 ηττήθηκε και το στράτευμα του στρατηγού Μιγουέλ Μαλβάρ, με αποτέλεσμα η Φιλιππινέζικη αντίσταση να είναι ιδιαίτερα αποδυναμωμένη εφ'εξής.[2]

Στις 4 Ιουλίου του 1902 -στην ημέρα Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ- ο Αμερικανός πρόεδρος Θεώδορος Ρούζβελτ ανακοίνωσε ότι η σύγκρουση στις Φιλιππίνες είχε τελειώσει και κήρυξε γενική αμνηστία. Ωστόσο, μικρές αντιστασιακές εστίες συνέχισαν τις ενέργειές τους. Για παράδειγμα, ο Σιμεόν Όλα και οι περίπου χίλιοι ακόλουθοί του δεν ηττήθηκαν έως τα τέλη του 1903. Αντίστοιχα ο Μακάριο Σακάι αντιστάθηκε έως και το 1906. Επιπλέον, άλλες αντιστασιακές δράσεις έλαβαν χώρα σε άλλα νησιά των Φιλιππίνων, όπως στην Σαμάρ, που η αντίσταση κράτησε έως το 1906, και στο Μιντανάο, όπου οι Αμερικανοί είχαν να αντιμετωπίσουν μία εξέγερση των Μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού, έως και το 1913.[2]

Απώλειες και ακρότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φιλιππινοαμερικανικός πόλεμος οδήγησε στον θάνατο τουλάχιστον 20 χιλιάδων Φιλιππινέζων στρατιωτών, ενώ επιπλέον 200 χιλιάδες άμαχοι υπολογίζεται ότι πέθαναν λόγω των μαχών, πείνας ή ασθενειών. Οι απώλειες από την πλευρά της Αμερικής ήταν περίπου 4.300 άνδρες.[6] Και οι δύο πλευρές διέπραξαν ακρότητες. Ο Αμερικανικός στρατός έκαψε χωριά, εκτόπισε πολλούς Φιλιππινέζους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ βασάνισε και εκτέλεσε αμάχους ως υπόπτους για συνεργασία με τους επαναστάτες. Από την άλλη, οι Φιλιππινέζοι φέρεται ότι βασάνισαν υπόπτους δωσιλόγους ή και αιχμάλωτους πολέμου.[1]

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φιλιππινοαμερικανικός πόλεμος είχε καθοριστικές συνέπειες στην σύγχρονη ιστορία των Φιλιππίνων. Πρώτ' απ' όλα, η ήττα της επαναστατικής κυβέρνησης σηματοδότησε την αρχή της Αμερικανικής κατοχής των Φιλιππίνων, η οποία κράτησε έως και το 1946, όταν με την Συνθήκη της Μανίλας παραχωρήθηκε επιτέλους ανεξαρτησία στις Φιλιππίνες. Έως και σήμερα, οι Φιλιππίνες έχουν στενές διμερείς σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ακόμα, το πολιτικό σύστημα των Φιλιππίνων είναι βαθειά επηρεασμένο από αυτό των ΗΠΑ, καθώς πήραν από τις τελευταίες το προεδρικό σύστημα, το διθάλαμο κοινοβούλιο, τον διαχωρισμό των εξουσιών κλπ. Ο πόλεμος αυτός, επίσης, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της Φιλιππινέζικης εθνικής ταυτότητας, καθώς τόσο με την Φιλιππινέζικη Επανάσταση κατά των Ισπανών, όσο και με τον Φιλιππινοαμερικανικό πόλεμο που ακολούθησε, όλοι οι πάμπολλοι λαοί των Φιλιππίνων ενώθηκαν για ένα κοινό σκοπό, την αποτίναξη της ξένης κυριαρχίας από το αρχιπέλαγος.[10]

Από την άλλη μεριά, και για τις Ηνωμένες Πολιτείες ο πόλεμος είχε σημαντικές συνέπεις. Κατ' αρχήν αποτελούσε τον πρώτο της πόλεμο της λεγόμενης «Ιμπεριαλιστικής περιόδου» στην Ιστορία των ΗΠΑ. Ακόμα, η κατάληψη ενός στρατηγικού αρχιπελάγους στην άλλη άκρη του Ειρηνικού Ωκεανού, προσέφερε την απαραίτητη βάση για την εξυπηρέτηση των μεγάλων εμπορικών και στρατιωτικών συμφερόντων των ΗΠΑ στην Ανατολική και Νότια Ασία.[10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Interesting, All That's (5 Οκτωβρίου 2017). «The Horrors Of The Philippine-American War You Weren't Taught About In School [PHOTOS]». All That's Interesting (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2023. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 «Philippine-American War - The guerrilla campaign | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2023. 
  3. «Philippine-American War: Causes and Consequences». ThoughtCo (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2023. 
  4. 4,0 4,1 «Philippine-American War | Facts, History, & Significance | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). The end of Spanish rule and the First Philippine Republic. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2023. 
  5. «Philippine-American War: Causes and Consequences». ThoughtCo (στα Αγγλικά). Causes of the War. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2023. 
  6. 6,0 6,1 The Philippine-American War, 1899-1902 «The decision by U.S. policymakers to annex the Philippines was not without domestic controversy. Americans who advocated annexation evinced a variety of motivations: desire for commercial opportunities in Asia, concern that the Filipinos were incapable of self-rule, and fear that if the United States did not take control of the islands, another power (such as Germany or Japan) might do so. Meanwhile, American opposition to U.S. colonial rule of the Philippines came in many forms, ranging from those who thought it morally wrong for the United States to be engaged in colonialism, to those who feared that annexation might eventually permit the non-white Filipinos to have a role in American national government. Others were wholly unconcerned about the moral or racial implications of imperialism and sought only to oppose the policies of President William McKinley's administration.»
  7. «Milestones: 1899–1913 - Office of the Historian». history.state.gov. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2023. 
  8. 8,0 8,1 8,2 «Philippine-American War: Causes and Consequences». ThoughtCo (στα Αγγλικά). How the War Was Waged. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2023. 
  9. «Philippine-American War | Facts, History, & Significance | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2023. 
  10. 10,0 10,1 «Philippine-American War: Causes and Consequences». ThoughtCo (στα Αγγλικά). Philippine Independence. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2023. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]