Φεμινισμός στην Ελλάδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο φεμινισμός στην Ελλάδα έκανε την εμφάνισή του ως επιρροή στις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες αμέσως μετά την εξάπλωσή του στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής περί τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Παρότι οι Ελληνίδες κέρδισαν το δικαίωμα ψήφου το 1952,[1] οι περισσότερες αλλαγές, όπως π.χ. ριζικές μεταρρυθμίσεις στο οικογενειακό δίκαιο, άργησαν να παρουσιαστούν στην ελληνική κοινωνία.[2][3] Η Ελλάδα υπέγραψε τη Σύμβαση εξάλειψης κάθε μορφής διακρίσεως κατά των γυναικών το 1983.[4]

Στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Αθήνα, ο ρόλος των γυναικών είναι περισσότερο ενσωματωμένος στην κοινωνία, ενώ στις αγροτικές περιοχές της Ελλάδας επιβιώνουν ακόμα οι πατριαρχικές παραδόσεις.[5] Μία από τις πεποιθήσεις που συντηρούν τέτοιες πρακτικές είναι ότι οι γυναίκες συνδέονται με τρόπο "φυσικό" με τις οικιακές εργασίες, οι οποίες έχουν μικρότερη βαρύτητα από τις υπόλοιπες εργασίες με τις οποίες ασχολούνται συνήθως οι άντρες.[6]

Φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο φεμινισμός του Μεσοπολέμου φέρει, αν όχι την πλήρη ταύτιση, σίγουρα όμως τη σφραγίδα της ανάπτυξης του φιλελεύθερου κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα εκείνης της περιόδου. Στην πολιτική ζωή κυριαρχεί το «Πολιτειακό», το δίπολο αβασίλευτη ή βασιλευόμενη δημοκρατία, δηλαδή Φιλελεύθεροι ή Συντηρητικοί. Ωστόσο, αυτό που γεφυρώνει τον διχασμό, είναι ο διάχυτος φόβος της κοινωνικής ανατροπής και της ανόδου από τα 1925 του ΚΚΕ, πριν ΣΕΚΕ από το 1918. Χαρακτηριστικός ο βενιζελικός νόμος, το Ιδιώνυμο, που ποινικοποιεί όχι μόνο την εφαρμογή, αλλά και τη διάδοση των επαναστατικών ιδεών.[7]

Ο προοδευτικός χώρος συρρικνώνεται, ο κοινοβουλευτισμός αμφισβητείται και από τον φιλελεύθερο χώρο -μέχρι και ο Βενιζέλος βλέπει την ιδέα της δικτατορίας ελκυστική- κι αναφαίνεται στα αλλεπάλληλα στρατιωτικά πραξικοπήματα, ως την επιβολή της μεταξικής δικτατορίας, το 1936.[8] «Ιδωμένη εκ των υστέρων η πολιτική ζωή του Μεσοπολέμου χαρακτηρίζεται από την επικυριαρχία του παρελθόντος πάνω στο παρόν».[9] Ωστόσο, ο φεμινισμός του Μεσοπολέμου χαρακτηρίζεται από τον Αντώνη Λιάκο ως ένα παράδειγμα διανοητικής, καλλιτεχνικής και κοινωνικής ζωής, το οποίο κρατιέται μακριά από το πολωτικό κλίμα του Διχασμού. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου επεκτείνει την επιρροή και τη δράση του, και χαρακτηρίζεται ως ένα μη μαζικό αλλά ταυτόχρονα πολυφωνικό κίνημα, με διαφωνίες τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τις στρατηγικές δράσης του κινήματος. Αναντίρρητα όμως ρηξικέλευθο, αφού «η φεμινιστική σκέψη του Μεσοπολέμου αποτελούσε εστία καινοτόμας πολιτικής συζήτησης, και μάλιστα μιας συζήτησης που αφορούσε το περιεχόμενο της δημοκρατίας».[7]

Προνομιακό πεδίο συγκρότησής του- όπως και των υπολοίπων κινημάτων εκείνης της περιόδου- αποτελεί αναμφισβήτητα η μισθωτή εργασία. Ο Μεσοπόλεμος επιτάχυνε τις καπιταλιστικές συνθήκες παραγωγής και η σχεδόν δεκαετής παραμονή των Ελλήνων στρατιωτών στις πολεμικές συρράξεις (Βαλκανικοί, Α΄ παγκόσμιος πόλεμος, μικρασιατική εκστρατεία), στερεί την ελληνική κοινωνία από εργατικό δυναμικό. Η ανάγκη των γυναικών «να εργαστούν θα τις ωθήσει να επιδιώξουν καλύτερη μόρφωση, ευρύτερη παιδεία, απαραίτητο εφόδιο για την πνευματική και ηθική ανύψωση του φύλου τους».[10]

Οι φεμινίστριες του Μεσοπολέμου προβάλλουν δυναμικά το αίτημα για εργασία των γυναικών, και το δικαίωμα της ψήφου, εγκαταλείποντας την επιχειρηματολογία της προηγούμενης περιόδου που στηριζόταν στο τρίπτυχο: παράδοση, φιλανθρωπία, εθνικισμός. Η στρατηγική τους καθοσιώνεται από τη μια στον άξονα της διεκδίκησης της ψήφου ως μέσου θεσμικών αλλαγών που επιδιώκουν και προϋπόθεση της ισοπολιτείας και από την άλλη στον άξονα των μεταρρυθμίσεων, απαραίτητων για τη νομοθετική εξίσωση ανδρών-γυναικών, με σκοπό τη βελτίωση της κοινωνικής τους θέσης.[11]

Ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο «Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας» ιδρύεται  το 1920, και σηματοδοτεί την έναρξη του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα και ως μέλος της «Διεθνούς Ένωσης για τη Γυναικεία Ψήφο», γνωστής ως «Αλιάνς», συνδέεται με το διεθνές φεμινιστικό κίνημα. Ο Αγώνας της Γυναίκας, το περιοδικό του Συνδέσμου εκδίδεται από το 1923, διαμορφώνοντας στις στήλες του ένα συνολικό και σαφές πρόγραμμα για την έξοδο των γυναικών στη δημόσια σφαίρα ως και το 1936, χρονιά που απαγορεύεται η κυκλοφορία του από τη μεταξική δικτατορία.[12]

Ένας πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα ακτιβισμός χαρακτηρίζει τις γυναίκες του Συνδέσμου: οργανώνουν δημόσιες εκδηλώσεις, γράφουν κείμενα που εκδίδονται στη σειρά «Φεμινιστική Βιβλιοθήκη», ιδρύουν την «Ανωτέρα Γυναικεία Σχολή» (1921) για την επαγγελματική κατάρτιση των γυναικών, το ορφανοτροφείο «Εθνική Στέγη» (1922), τον «Σύλλογο Προστασίας Κρατουμένων Γυναικών Ανηλίκων» (1925), τη «Σχολή κατασκευής παιχνιδιών και εφηρμοσμένης διακοσμητικής» (1929), συντάσσουν υπομνήματα προς τη Βουλή και συμμετέχουν σε συνέδρια και επιτροπές για την προώθηση της ισότητας στην εργασία και στην εκπαίδευση και τη μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου.[13] Πλαισιώνεται από έναν μαχητικό πυρήνα μορφωμένων γυναικών, ανάμεσά τους η Αύρα Θεοδωροπούλου, η Μαρία Δεσύπρη-Σβώλου (μια από τις πρώτες γυναίκες επιθεωρήτριες εργασίας, η Ρόζα Ιμβριώτη, ο Άλκης Θρύλος [Ελένη Ουράνη] και η Άννα Παπαδημητρίου, συσχετίζοντας την πολιτική εξουσία με την κοινωνική πολιτική και τον Διαφωτισμό.[14]

Η προτομή της Καλλιρρόης Παρρέν, η οποία ξεκίνησε το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα με την ίδρυση της εφημερίδας : Εφημερίς των Κυριών (Εφημερίδα που ήταν απευθυνόμενη στις γυναίκες), το 1887. [15]

Στο σπίτι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραδοσιακά, η εγχώρια αρένα ήταν εκεί που μια Ελληνίδα είχε την ευθύνη. Είτε ασχολούνταν με τις δουλειές του σπιτιού ή το μαγείρεμα για την οικογένεια, οι Ελληνίδες ασκούσαν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους στο σπίτι. Το σπίτι ήταν ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στη ζωή μιας Ελληνίδας, καθώς οι άνθρωποι συχνά σύγκριναν την καθαριότητα του χώρου διαβίωσης, με τον χαρακτήρα της γυναίκας που τον κατοικούσε.[16] Οι αγροτικές περιοχές ειδικότερα ήταν πολύ συντηρητικές όσον αφορά τους ρόλους των φύλων. Σύμφωνα με τον Μιλς, η παραδοσιακή αντίληψη για τις γυναίκες στην αγροτική Ελλάδα είναι ότι ο χρόνος μιας γυναίκας έξω από το σπίτι είναι μια πιθανή απειλή για την τιμή της οικογένειας. Αυτή η αντίληψη πηγάζει από μια θεμελιώδη ελληνική πεποίθηση ότι η τιμή ενός άνδρα βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην αγνότητα και τη σεμνότητα της γυναίκας, της αδερφής και των θυγατέρων του.[17]

Όσον αφορά το οικογενειακό δίκαιο, το 1983, ψηφίστηκε ένας νέος οικογενειακός νόμος, ο οποίος προέβλεπε την ισότητα των φύλων στον γάμο, που κατάργησε την προίκα και προέβλεπε ίσα δικαιώματα για τα «παράνομα» παιδιά.[18][19][20] Ο νέος οικογενειακός νόμος προέβλεπε επίσης πολιτικό γάμο και απελευθέρωσε τον νόμο περί διαζυγίου. Η μοιχεία αποποινικοποιήθηκε επίσης το 1983. Ο νόμος 3719/2008 ασχολήθηκε περαιτέρω με οικογενειακά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 14 του νόμου, το οποίο μείωσε την περίοδο χωρισμού (απαραίτητη πριν από το διαζύγιο σε ορισμένες περιστάσεις) από 4 σε 2 χρόνια.[21]

Όσον αφορά την αναπαραγωγή, το μέλλον και το μέγεθος μιας οικογένειας θεωρούνταν παραδοσιακά ότι εξαρτώνται από τις επιθυμίες του συζύγου. Σε μια πανελλαδική μελέτη του Γιάννη Τούντα, η πλειονότητα των γυναικών στην Ελλάδα θεώρησε ότι η αντισύλληψη ήταν ευθύνη του άνδρα. Η ανάθεση της ευθύνης του οικογενειακού προγραμματισμού στα χέρια του άνδρα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην άποψη της παθητικής σεξουαλικότητας στην οποία οι Ελληνίδες θεωρούν ότι οι ίδιες «γονιμοποιούνται, χωρίς να συμμετέχουν στη διαδικασία».[16] Μέσα στο σπίτι, η γυναίκα είναι υπεύθυνη για την ανατροφή και τη φροντίδα των παιδιών, ενώ ο σύζυγός της εργάζεται. Αυτό εμπίπτει στο πεδίο των οικιακών της καθηκόντων στο σπίτι. Ένα κομμάτι ελέγχου που συχνά αναλαμβάνουν οι γυναίκες, είναι τα οικονομικά. Αν και πολλές γυναίκες δεν κατέχουν θέσεις στον επίσημο τομέα εργασίας, εξακολουθούν να ασχολούνται με τον προϋπολογισμό και να διέπουν το εισόδημα.[17]

Παραδοσιακά, η ενδοοικογενειακή βία θεωρούνταν σε μεγάλο βαθμό ιδιωτικό ζήτημα, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες οι απόψεις έχουν αλλάξει. Το 2006, η Ελλάδα θέσπισε τον νόμο 3500/2006 - «Για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας» - ο οποίος ποινικοποίησε την ενδοοικογενειακή βία, συμπεριλαμβανομένου του συζυγικού βιασμού.[22] Η Ελλάδα επικύρωσε το 2009 τη Σύμβαση Lanzarote, την πρώτη διεθνή συνθήκη που αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών που συμβαίνει στο σπίτι ή στην οικογένεια.[23] Η Ελλάδα επικύρωσε επίσης τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της εμπορίας ανθρώπων το 2014.[24]

Στο εργατικό δυναμικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Bar graph showing the gender pay gap in European countries
Η έμφυλη διαφορά μισθών κατά μέσο όρο, στα συνολικά ωριαία κέρδη, σύμφωνα με την Eurostat 2014.[25] Η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει ένα από τα υψηλότερα μισθολογικά κενά στην Ευρώπη.

Η Εύχαρις Πετρίδου ήταν η πρώτη γυναίκα δικηγόρος στην Ελλάδα. Το 1925 έγινε μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.[26][27] Το 1955, οι γυναίκες είχαν την πρώτη άδεια να γίνουν δικαστές στην Ελλάδα.[26]

Σύμφωνα με στοιχεία της UNICEF, το 52% του ελληνικού πληθυσμού αποτελείται από γυναίκες. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το ποσοστό του εργατικού δυναμικού που είναι γυναίκες αυξήθηκε από 36,1% το 1990 σε 44,1% το 2019.[28] Το 2001, η Ελλάδα είχε το δεύτερο μεγαλύτερο χάσμα απασχόλησης μεταξύ των φύλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.[29] Από τις γυναίκες που έχουν θέσεις εργασίας στον επίσημο τομέα, οι περισσότερες από αυτές ζουν σε μεγάλες πόλεις. Στις αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, οι γυναίκες δυσκολεύτηκαν ιδιαίτερα να λάβουν θέσεις εργασίας σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή εκτός από την αγροτική εργασία. Ο χαμηλός αριθμός γυναικών που έχουν θέσεις εργασίας σε αγροτικές κοινότητες θα μπορούσε εν μέρει να οφείλεται στα υψηλά επίπεδα σεξουαλικής παρενόχλησης που αντιμετωπίζουν στον χώρο εργασίας. Μια άλλη εξήγηση για τη χαμηλή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, είναι ότι οι νόμοι που προστατεύουν τις γυναίκες από τη σεξουαλική βία δεν θεσπίστηκαν μέχρι το 1984.

Αν και το ποσοστό των γυναικών στο χώρο εργασίας είναι χαμηλότερο από ό,τι σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα τεκμήρια και οι στάσεις απέναντι σε αυτό που συνεπάγεται μια δουλειά είναι αυτό που καθιστά αυτή τη στατιστική ανησυχητική. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, στις αγροτικές κοινότητες υπάρχουν πολύ λιγότερες γυναίκες στο εργατικό δυναμικό. Ωστόσο, πολλές από αυτές τις γυναίκες έχουν θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Επειδή ο χρόνος μιας γυναίκας εκτός του σπιτιού είναι περιορισμένος, πολλές γυναίκες διαπίστωσαν ότι η ενοικίαση δωματίων μέσα στο σπίτι τους ή η δημιουργία ενός εσωτερικού ξενοδοχείου μπορεί να αποφέρει επαρκές εισόδημα.[17] Αυτές οι γυναίκες της αγροτικής κοινότητας μπορούν επίσης να κερδίσουν εισόδημα ως οικιακές καθαρίστριες, μοδίστρες ή εργαζόμενες σε τουριστικά καταστήματα.[30] Αυτές οι θέσεις εργασίας αποτελούν επέκταση της οικιακής εργασίας μιας γυναίκας και μπορούν εύκολα να ισορροπηθούν με την εκτέλεση των καθημερινών καθηκόντων εντός του σπιτιού. Κατά έναν ειρωνικό τρόπο, οι πλευρικές ασχολίες τους μπορούν να κερδίσουν μεγαλύτερο εισόδημα από τα χρήματα που δημιουργούνται από τη δουλειά του άνδρα. Ωστόσο, σε μικρές εξοχικές κοινωνίες όπως το Κοκκάρι της Σάμου, η γυναικεία εργασία δεν θεωρείται «πραγματική» εργασία και επομένως έχει λιγότερη συμβολική αξία από την εργασία ενός άνδρα. Ενώ αυτή είναι μια γενίκευση που είναι διαδεδομένη στις μικρότερες κοινωνίες της πόλης, είναι ξεπερασμένη σε μεγαλύτερες μητροπόλεις.

Τον 21ο αιώνα, η Ελλάδα αντιμετώπισε επίσης πολλά άλλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στον χώρο εργασίας. Για παράδειγμα, ως απάντηση στην Οδηγία της ΕΕ 2002/73 / ΕΚ, η Ελλάδα θέσπισε τον Νόμο 3488/2006 κατά των διακρίσεων στην απασχόληση και το επάγγελμα βάσει φύλου ή συζυγικής κατάστασης και κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης.[31]

Στη θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θρησκευτική ζωή θεωρείται θεμελιώδης πτυχή της ζωής για ένα σημαντικό μέρος του ελληνικού πληθυσμού. Σύμφωνα με μία δημοσκόπηση του 2005, το 81% των Ελλήνων πίστευαν ότι υπάρχει Θεός. Αυτό το ποσοστό έκανε την Ελλάδα την τρίτη χώρα με την υψηλότερη κατάταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για αυτήν τη δημοσκόπηση. Επιπλέον, η ελληνική ορθόδοξη πίστη αναγνωρίζεται ως η κυρίαρχη θρησκεία στην ελληνική κοινωνία. Τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές κοινότητες, οι γυναίκες διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην ελληνική θρησκεία και γενικά οι γυναίκες επισκέπτονται τις εκκλησίες πιο ένθερμα απ' ό,τι οι άνδρες. Η ιδέα των γυναικών να είναι πιο αφοσιωμένες στην παρουσία τους στην εκκλησία, φαίνεται σε όλη τη Μεσόγειο.[16]

Παρά τη σταθερή συνήθεια των γυναικών να παρευρίσκονται στην εκκλησία, η παράδοση (όχι η επίσημη εκκλησία) περιορίζει τις γυναίκες λόγω των ξεχωριστών φυσιολογικών διεργασιών τους. Σύμφωνα με τη παράδοση, μια γυναίκα δεν επιτρέπεται να εισέλθει στην εκκλησία κατά τη διάρκεια του εμμηνορροϊκού της κύκλου ή για σαράντα ημέρες μετά τον τοκετό της. Αυτή η παράδοση εξακολουθεί να ισχύει μέχρι και σήμερα. Ωστόσο, γίνεται λιγότερο συχνό στις νεότερες γυναίκες. Κατά τη διάρκεια αυτών των χρονικών περιόδων, οι γυναίκες είναι γνωστό ότι στέκονται έξω από την εκκλησία και ακούνε τη λειτουργία. Παραδοσιακά, οι γυναίκες καταλάμβαναν την αριστερή πλευρά του κεντρικού κλίτους της εκκλησίας και οι άνδρες τη δεξιά πλευρά. Αυτή η παράδοση εξαφανίζεται γρήγορα και το παρατηρεί αυτό κανείς εύκολα, εάν στη σημερινή εποχή παρευρίσκεται στις υπηρεσίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.[16]

Στην πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, η ιδέα των γυναικών στην πολιτική ήταν μέχρι πρόσφατα ένα αμφιλεγόμενο θέμα. Η είσοδος των γυναικών στην πολιτική αρένα ήταν πολύ αργή.[32] Λόγω αυτής της αδύναμης εκπροσώπησης των γυναικών στην πολιτική, η Ελλάδα παραδοσιακά κατατάσσεται στο κάτω μέρος της λίστας για τη συμμετοχή των γυναικών στην κυβέρνηση. Η περιορισμένη συμμετοχή των Ελληνίδων στην πολιτική υποδηλώνει ότι το στερεότυπο ότι οι γυναίκες ταιριάζουν καλύτερα σε ένα οικιακό περιβάλλον είναι ακόμη διαδεδομένο τόσο στις αγροτικές όσο και στις αστικές κοινότητες. Ωστόσο, οι γυναίκες έχουν κάνει βήματα τα τελευταία χρόνια, και στις εκλογές του 2004 μια γυναίκα, η καθ. Ελένη Λουρή, διορίστηκε ανώτερη οικονομική σύμβουλος του πρωθυπουργού.[33] Τα τελευταία χρόνια, το ποσοστό των γυναικών στην πολιτική αυξήθηκε ραγδαία, και από το 2014 υπήρχαν 21,0% γυναίκες στο κοινοβούλιο.[34]

Γυναικείες οργανώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παρακάτω λίστα περιέχει τους εθνικούς γυναικείους οργανισμούς της Ελλάδας:

  • Ελληνική ένωση για τα δικαιώματα των γυναικών
  • Πανελλήνιο Κίνημα Γυναικών
  • Διεθνής Ένωση για τα Φεμινιστικά Οικονομικά: Ελλάδα
  • Πολιτική Ένωση Γυναικών
  • Ελληνική ένωση γυναικών
  • Σύλλογος γυναικών μελετών
  • Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας
  • Σύλλογος Ελληνίδων Γυναικών για τα Νομικά Επαγγέλματα
  • Ευρωπαϊκό φόρουμ αριστερών φεμινιστών - το ελληνικό κεφάλαιο
  • Σύλλογος Ελληνίδας Νοικοκυράς
  • Προοδευτική οργάνωση γυναικών
  • Δημοκρατικό γυναικείο κίνημα
  • Σύλλογος Γυναικών Επιχειρηματιών και Επαγγελματιών Αθηνών

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Stamiris, Eleni. 1986 The Women's Movement in Greece. New Left Review I. 1(158): 98–112.
  2. «Greece Approves Family Law Changes» (στα αγγλικά). The New York Times. 25 January 1983. https://www.nytimes.com/1983/01/26/world/around-the-world-greece-approves-family-law-changes.html. Ανακτήθηκε στις 9 February 2017. 
  3. Demos, Vasilikie (2007). «The Intersection of Gender, Class and Nationality and the Agency of Kytherian Greek Women». Annual Meeting of the American Sociological Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-12-25. https://web.archive.org/web/20191225060437/http://citation.allacademic.com/meta/p_mla_apa_research_citation/1/8/5/0/3/pages185036/p185036-1.php. Ανακτήθηκε στις 9 February 2017. 
  4. «UNTC». Treaties.un.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2018. 
  5. Mills, Janine. (2003) "Freedom and Power: The Debate over the Position of Greek Women." Women's Studies: An Inter-disciplinary Journal. 32(1): 1547–7045.
  6. Dubisch, Jill. (1983) "Greek Women: Sacred or Profane." Journal of Modern Greek Studies. 185–202.
  7. 7,0 7,1 Λιάκος, Αντώνης (2020). Ο ελληνικός 20ός αιώνας. Αθήνα: Πόλις. σελ. 179. ISBN 978-960-435-698-0. 
  8. Λιάκος, Αντώνης (2019). Ο ελληνικός 20ός αιώνας. Αθήνα: Πόλις. σελ. 180. ISBN 978-960-435-698-0. 
  9. Λιάκος, Αντώνης (2019). Ο ελληνικός 20ός αιώνας. Αθήνα: Πόλις. σελ. 178. ISBN 978-960-435-698-0. 
  10. Αβδελά, Έφη; Ψαρά, Αγγέλικα (1986). Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του μεσοπολέμου. Μία ανθολογία. Γνώση, σελ. 21. doi:10.26268/heal.uoi.11842. https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/32030. 
  11. Αβδελά, Έφη; Ψαρά, Αγγέλικα (1986). Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του μεσοπολέμου. Μία ανθολογία.. Γνώση, σελ. 23. doi:10.26268/heal.uoi.11842. https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/32030. 
  12. Σαλίμπα, Ζιζή (2010). Ο φεμινισμός στην Ελλάδα (19ος-20ος αιώνας). Αθήνα: Κοινωφελές Ίδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Έργου. σελ. 18. 
  13. Σαλίμπα, Ζιζή (2010). Ο φεμινισμός στην Ελλάδα (19ος-20ός αιώνας). Αθήνα: Κοινωφελές Ίδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Έργου. σελ. 20. 
  14. Σαλίμπα, Ζιζή (2010). Ο φεμινισμός στην Ελλάδα (19ος-20ός αιώνας). Αθήνα: Κοινωφελές Ίδρυμα Κοινωνικού και Πολιτιστικού Έργου. σελ. 19. 
  15. Ersoy, επιμ. (28 Οκτωβρίου 2010). Modernism: The Creation of Nation States. Central European University Press. σελίδες 125–130. ISBN 978-9-63-732661-5. 
  16. 16,0 16,1 16,2 16,3 Dubisch, Jill. (1983) "Greek Women: Sacred or Profane." Journal of Modern Greek Studies. 185–202.
  17. 17,0 17,1 17,2 Mills, Janine. (2003) "Freedom and Power: The Debate over the Position of Greek Women." Women's Studies: An Inter-disciplinary Journal. 32(1): 1547–7045.
  18. Marcos, Anastasios C, and Bahr, Stephen J. 2001 Hellenic (Greek) Gender Attitudes. Gender Issues. 19(3):21–40.
  19. «Greece Approves Family Law Changes». NYTimes.com. 26 Ιανουαρίου 1983. Ανακτήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2018. 
  20. Demos, Vasilikie. (2007) "The Intersection of Gender, Class and Nationality and the Agency of Kytherian Greek Women." Paper presented at the annual meeting of the American Sociological Association. 11 August.
  21. «Consideration of reports submitted by States parties under article 18 of the Convention on the Elimination of All Forms of Discrimination against Women» (PDF). www2.ohchr.org (στα Αγγλικά). Committee on the Elimination of Discrimination against Women. 10 Μαρτίου 2011. 
  22. «Combating domestic violence :: General Secretariat for Gender Equality». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017. 
  23. «Czech Republic signed the Lanzarote Convention». www.mzv.cz (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2023. 
  24. «Liste complète». Bureau des Traités. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2016. 
  25. European Commission. The situation in the EU. Retrieved on 12 July 2011.
  26. 26,0 26,1 Buchanan, Kelly. «Women in History: Lawyers and Judges | In Custodia Legis: Law Librarians of Congress». Blogs.loc.gov. Ανακτήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2018. 
  27. «Το Γυναικείο Κίνημα στην Ελλάδα | segth.gr». segth.gr. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2017. 
  28. «Labor force, female (% of total labor force)». data.worldbank.org. 
  29. Marcos, Anastasios C.; Bahr, Stephen J. (June 2001). «Hellenic (Greek) gender attitudes». Gender Issues 19 (3): 21–40. doi:10.1007/s12147-001-0009-6. 
  30. Stamiris, Eleni. 1986 The Women's Movement in Greece. New Left Review I. 1(158): 98–112.
  31. «Comments». www.ilo.org. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2023. 
  32. Stefanidou, Xenia. (2007) "Greek Women in Positions of Power." Paper presented at the Hellenic American Professional Society Annual Meeting. 4 November.
  33. Tsaoussis, Hatzis. (2004) International Association for Feminist Economics: Greece.
  34. «Women in Parliaments: World Classification». Ipu.org. Ανακτήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου 2018.