Τσιαμπάτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τσιαμπάτα
(Ciabatta)
Προέλευση
Τόπος προέλευσηςΙταλία
Πληροφορίες
Κύρια συστατικάαλεύρι σίτου, αλάτι, μαγιά, νερό, ελαιόλαδο
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π)

Η τσιαμπάτα (tʃaˈbatta) είναι φραντζόλα άσπρου ψωμιού. Κατατάσσεται στην ιταλική κουζίνα και παρασκευάζεται από αλεύρι σίτου, αλάτι, μαγιά, νερό και ελαιόλαδο. Η ονομασία του σημαίνει παντόφλα, λόγω του σχήματος που έχει.

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με το Istituto Nazionale di Sociologia Rurale, το είδος αναπτύχθηκε και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1982 από τον Arnaldo Cavallari σε φούρνο στο Rovigo στο Veneto. Για αυτό χρησιμοποίησε ένα νέο είδος αλευριού από το μύλο της οικογένειάς του. Ήταν παραλλαγή χωριάτικου ψωμιού από την επαρχία Κόμο. Το προϊόν είχε επιτυχία και από τότε παράγεται βιομηχανικά.[1] Το 1982 καταχωρήθηκε σήμα κατατεθέν για την Ciabatta Polesano και το 1989 για το όνομα Ciabatta Italiana. Η εταιρεία Cavallari Molini Adriesi κατέχει τα δικαιώματα άδειας για πωλήσεις στο εξωτερικό. [2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Gillian Riley, The Oxford Companion to Italian Food, Oxford 2007, Artikel Ciabatta.
  2. The Guardian: The secret Life of Ciabatta (1999).