Τσβι Κόρετς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τσβι Κόρετς
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Σέβη Κόρετς (Ελληνικά)
Γέννηση2  Ιουνίου 1884
Ζέσουφ
Θάνατος3  Ιουνίου 1945
Τρέμπιτς
Αιτία θανάτουΤύφος
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
ΘρησκείαΙουδαϊσμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
ΣπουδέςHochschule für die Wissenschaft des Judentums
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΑρχιραβίνος
ραββίνος[1]
Οικογένεια
ΤέκναArieh Koretz
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΑρχιραβίνος

Ο Τσβι Κόρετς (2 Ιουνίου 1884 - 3 Ιουνίου 1945), ορισμένες φορές αναφερόμενος και ως Τσεβί Κόρετς, υπήρξε αρχιραβίνος της σημαντικής εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα, μεταξύ του 1933 και του 1943, προτού αποβιώσει κατά τον εκτοπισμό του, τον Μάρτιο του 1945.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννημένος στο Ζέσουφ,[2] τότε τμήμα της Αυστροουγγαρίας, υπήρξε σπουδαστής του ραβινικού ιεροδιδασκαλείου του Βερολίνου, από το οποίο και έλαβε διδακτορικό δίπλωμα στη φιλοσοφία και στις σημιτικές γλώσσες.[3][4][5]

Ο ρόλος και η δράση του ως Αρχιραβίνος της Θεσσαλονίκης αποτελούν, έως σήμερα, αντικείμενο διαμάχης, μεταξύ, από την μία πλευρά, της οικογένειας Κόρετς, καθώς και ορισμένων κοινωνιολόγων, μεταξύ των οποίων η Μίννα Ρότσεν,[6] οι οποίοι είναι υπέρμαχοι της εκδοχής σύμφωνα με την οποία ο Κόρετς είχε ξεπεραστεί από τις εξελίξεις και δεν διέθετε το απαραίτητο ανάστημα προκειμένου να τις αντιμετωπίσει, και, από την άλλη πλευρά, των Θεσσαλονικιών οι οποίοι επιβίωσαν του Ολοκαυτώματος και ιστορικών όπως οι Σέσιλ Ροτ, Ραούλ Χίλμπεργκ και Μοσέ Φαράγγι, οι οποίοι θεωρούν τον Κόρετς ως ενεργό και πειθήνιο δωσίλογο των Ναζί, του οποίου ο ρόλος στον αφανισμό της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης ήταν καθοριστικός.[6]

Αρχιραβίνος της Θεσσαλονίκης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, ιστορικά σεφαρδίτικης παράδοσης,[7] απηύθυνε κάλεσμα προς τον συγκεκριμένο Ασκεναζίτη ραβίνο το 1933[7] για έως σήμερα αδιευκρίνιστους λόγους, οι οποίοι, ωστόσο, πιθανόν να σχετίζονται με την επιθυμία να δοθεί νέα ώθηση στην τοπική κοινότητα,[3][4] μέσω ενός περισσότερο προοδευτικής ιδεολογίας αρχιραβίνου,[4][8] αν και υπήρχαν και αντίθετες φωνές οι οποίες θεωρούσαν περιττή την ύπαρξη ενός αρχιραβίνου, δεδομένης της σταθερής πληθυσμιακής συρρίκνωσης της εβραϊκής κοινότητας της πόλης.[9] Ο Κόρετς ξεκίνησε την εκμάθηση των εβραιοϊσπανικών, γλώσσας των Εβραίων της Θεσσαλονίκης,[5][10] καθώς και των ελληνικών,[5][10] ενώ, παράλληλα, προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις εντός της πολιτικής οργάνωσης της κοινότητας,[10] όπως, μεταξύ άλλων, στην πρόσληψη γραμματέα γνώστη της ελληνικής γλώσσας με απώτερο σκοπό την καλύτερη δυνατή επικοινωνία με τις ελληνικές αρχές.[10] Από τις πρώτες ενέργειες του Κόρετς ήταν να θέσει υπό τον έλεγχό του τα χρηματικά αποθέματα της κοινότητας[10] και να ορίσει ο ίδιος τον μισθό του, στου οποίου την αύξηση και προχώρησε,[11] γεγονός το οποίο και οδήγησε σε εντάσεις λόγω του ύψους του,[10] Παράλληλα, προχώρησε σε εκπαιδευτικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις, όπως στη δημιουργία ειδικών τμημάτων, σχεδιασμένων σε ευρωπαϊκά πρότυπα, για την εκπαίδευση Εβραίων καθηγητών και ραβίνων,[10] καθώς και στην περαιτέρω ενίσχυση του εβραϊκού και ελληνικού χαρακτήρα της διδασκαλίας εντός των σχολείων της κοινότητας.[10] Πέτυχε να δημιουργήσει στενές σχέσεις μεταξύ του ιδίου και της ελληνικής βασιλικής οικογένειας,[12][2] καθώς και, στη συνέχεια, με τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά.[3][12][2] Ωστόσο, σύντομα, αποτέλεσε αντικείμενο έντονης κριτικής από τις τοπικές εβραϊκές εφημερίδες λόγω της έπαρσης που επεδείκνυε,[10] καθώς και του δαπανηρού τρόπου ζωής του.[3] Το 1938, η θητεία του πλησίαζε στο τέλος της, με την κοινότητα να μην επιθυμεί την ανανέωσή της. Ωστόσο, ο γενικός διοικητής της Θεσσαλονίκης, Γέωργιος Κυρίμη, υπουργός κατά την περίοδο του δικτατορικού καθεστώτος του Μεταξά κατέστησε σαφές ενώπιον του Κοινοτικού Συμβουλίου πως ο Τσβι Κόρετς έχαιρε της υποστήριξης και της εμπιστοσύνης της κυβερνήσεως και αιτήθηκε την ανανέωση της θητείας του,[13] πράγμα το οποίο και έγινε.

Έπειτα από τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, συνελήφθη στην Αθήνα, στις 15 Απριλίου 1941, κατά την έξοδό του από συνεδρίαση μεταξύ των ηγετών της εβραϊκής κοινότητας σχετικά με διαμαρτυρία η οποία είχε πραγματοποιηθεί με αφορμή την καταστροφή εκκλησίας στη Θεσσαλονίκη, έπειτα από ναζιστικούς βομβαρδισμούς. Έπειτα από την σύλληψή του οδηγήθηκε και φυλακίστηκε σε τοποθεσία πλησίον της Βιέννης, υπό αδιευκρίνιστες έως σήμερα συνθήκες.[3][14] Εννέα μήνες αργότερα, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη,[14] όπου και ανέλαβε εκ νέου το αξίωμά του ως αρχιραβίνος της κοινότητας.[14] Κατά τη διάρκεια της Άνοιξης του 1942, φυλακίστηκε εκ νέου, ως συνέπεια διαφωνιών μεταξύ του ιδίου και του προέδρου του εβραϊκού συμβουλίου (Γιούντενρατ) το οποίο τελούσε υπό τον έλεγχο των Ναζί, Σαμπί Σαλτιέλ,[15][16] ο οποίος τον κατηγορούσε πως υπονόμευε την εξουσία του.[17] Στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 1942, απελευθερώθηκε παρά την αντίθεση του Σαμπί Σαλτιέλ προς το συγκεκριμένο ενδεχόμενο και εντάχθηκε εντός του Κοινοτικού Συμβουλίου,[17] κατόπιν σχετικού αιτήματος του βιομηχάνου Μύλλερ, με απώτερο σκοπό να λάβει μέρος στις διαπραγματεύσεις σχετικά με την αντικατάσταση των Εβραίων που απασχολούνταν υπό καθεστώς καταναγκαστικής εργασίας στην επιχείρησή του με Έλληνες μισθωτούς εργαζόμενους.[15] Μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της επιτροπής η οποία δημιουργήθηκε για τον συγκεκριμένο σκοπό, πέτυχε την επίτευξη συμφωνίας με τους Ναζί για την απελευθέρωση των συγκεκριμένων εργαζομένων έναντι συγκεκριμένου χρηματικού ποσού, ενώ, παράλληλα, δραστηριοποιήθηκε για την συγκέντρωση του συγκεκριμένου απαιτούμενου χρηματικού ποσού από την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, καθώς κι εκείνη της Αθήνας.[15]

Ρόλος στον εκτοπισμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Δεκέμβριο του 1942, κατέστη πρόεδρος του εβραϊκού συμβουλίου αντικαθιστώντας τον Σαμπί Σαλτιέλ,[16] ο οποίος και είχε κριθεί ως αναποτελεσματικός και ανίκανος από την Γκεστάπο, συνδυάζοντας, ως εκ τούτου, τα αξιώματα του αρχιραβίνου και του προέδρου της κοινότητας.[15] Το συγκεκριμένο αξίωμα είχε, προηγουμένως, προταθεί στους Γαβριήλ Σαφαράνα και Γιομτώβ Γιακοέλ, οι οποίοι, ωστόσο, αρνήθηκαν.[17] Αποτέλεσε βασικό διαμεσολαβητή στην επικοινωνία μεταξύ της τοπικής ναζιστικής διοικήσεως και της κοινότητας. Ο ορισμός του οδήγησε σε ουσιαστική βελτίωση της διαχείρισης της κοινότητας.[15]

Οι Άλοϊς Μπρούνερ και Ντίτερ Βισλιτσένι,[16][18] Ναζί αξιωματικοί οι οποίοι ήσαν υπεύθυνοι για την υλοποίηση του εκτοπισμού των Εβραίων της Θεσσαλονίκης,[16][18] οι οποίοι κατέφθασαν στην πόλη τον Φεβρουάριο του 1943, βασίστηκαν στην εξουσία του προκειμένου να εξασφαλίσουν την ορθή υλοποίηση των εντολών που είχαν λάβει,[19] οι οποίες αφορούσαν την συγκέντρωση και αποστολή των Εβραίων προς την Πολωνία, απαιτώντας από τον ίδιο, δύο φορές την εβδομάδα, να συντάσσει και να τους παραδίδει σχετική έκθεση.[15][6][16] Ο Κόρετς δέχθηκε ιδιαίτερα έντονη κριτική για το γεγονός πως εκτέλεσε τις εντολές που λάμβανε τυφλά και με ταχύτητα, δίχως να επιχειρήσει ποτέ να αποφύγει τον εκτοπισμό της κοινότητάς του,[6][16][20] όπως και συνέβη στην περίπτωση του ραβίνου Μπαρζιλάι στην Αθήνα,[20] ο οποίος ουδέποτε προχώρησε στη σύνταξη σχετικού καταλόγου Εβραίων. Ενήργησε για την εφαρμογή των φυλετικών νόμων στη Θεσσαλονίκη,[19] παρεμβαίνοντας ο ίδιος προσωπικά μέσω σχετικής ανακοίνωσης εντός της οποίας ανέφερε: «Παρακαλούμε τα μέλη της κοινότητάς μας όπως υπακούσουν πιστά και δίχως καθυστέρηση στις συγκεκριμένες διαταγές».[17] Για τον συγκεκριμένο σκοπό, απέστειλε Εβραιόπουλα προκειμένου αυτά να προχωρήσουν στην απογραφή της κοινότητας, η οποία θα έπρεπε να ολοκληρωθεί προ της 26ης Φεβρουαρίου.[19] Έως την τελευταία στιγμή, ο Κόρετς εξακολουθούσε να καθησυχάζει τους Εβραίους σχετικά με την τύχη τους. Παράλληλα, ο ίδιος απέστειλε εκπροσώπους τους στις κατά τόπους εβραϊκές κοινότητες της Μακεδονίας και της Θράκης, ζητώντας τους να υπακούσουν στους Ναζί.[17] Στις 5 Μαρτίου 1943, προχώρησε στη δημοσίευση της παρακάτω έκκλησης: «Καλούμε το σύνολο των ομοθρήσκων μας όπως παραμείνουν ήρεμοι και αυτοπειθαρχημένοι. Τους ζητούμε όπως δεν πανικοβληθούν ή πιστέψουν τυχόν αναληθείς φημολογίες. Όλοι πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται, καθώς και να εμπιστεύονται τους ηγέτες της κοινότητας».[21][22]

Στις 14 Μαρτίου 1943, διαβεβαίωνε πως η μεγάλη εβραϊκή κοινότητα της Κρακοβίας, αγνοώντας το γεγονός πως αυτή, πλέον, δεν υφίστατο, θα αναλάμβανε την φροντίδα τους, καθώς και πως όλοι τους θα έβρισκαν εκ νέου εργασία ανάλογα με τις ικανότητες και τις προτιμήσεις τους.[21][23] Κατά τη διάρκεια του πρωινού της αμέσως επόμενης ημέρας, αναχώρησε η πρώτη ομάδα αποτελούμενη από, συνολικά, 2.800 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, με την μεταφορά τους να γίνεται μέσω βαγονιών τα οποία προορίζονταν για ζώα, με προορισμό το Άουσβιτς.[24][25][23] Ο Κόρετς παρίστατο αυτοπροσώπως στην αναχώρησή τους,[17] ενώ παράλληλα πραγματοποιείτο εκκένωση του γκέτο του Βαρώνου Χιρς.[21][12] Κατά τη διάρκεια ομιλίας του ενώπιον πιστών σε συναγωγή της Θεσσαλονίκης στις 17 Μαρτίου 1943, ημέρα αναχώρησης της δεύτερης ομάδας,[26] κατέστησε σαφές πως όλοι τους θα εκτοπίζονταν, απευθύνοντας, παράλληλα, κάλεσμα προς τους πλέον εύπορους να παραμείνουν αλληλέγγυοι προς τους απόρους, για τους οποίους υπήρχε φημολογία σύμφωνα με την οποία θα ήσαν οι μόνοι που θα αναχωρούσαν.[26] Αποχώρησε από τη συναγωγή υπό τις αποδοκιμασίες των πιστών, προστατευόμενος από την εβραϊκή αστυνομία.[26] Στη συνέχεια, ο Κόρετς ενημέρωσε σχετικά τον πρόεδρο της κοινότητας της Βέροιας πως, συνολικά, τρεις ομάδες εκτοπισθέντων είχαν καταφθάσει στην Κρακοβία, όπου η τοπική κοινότητα είχε αναλάβει την φροντίδα των νεοαφιχθέντων.[17] Στις 29 Μαρτίου 1943, ο Κόρετς απέστειλε τηλεγράφημα προς τον αρχηγό της αστυνομίας της Κατερίνης, μέσω του οποίου ζητούσε από τον τελευταίο να προχωρήσει στη σύλληψη του συνόλου των Εβραίων της πόλης και να τους αποστείλει προς την Θεσσαλονίκη.[21]

Παράλληλα, ο Κόρετς επιχείρησε να διαπραγματευτεί την επιστροφή των Εβραίων από τα στρατόπεδα όπου είχαν εκτοπιστεί και την αποστολή τους σε καταναγκαστικά έργα ανά την Ελλάδα, γεγονός το οποίο και είχε ως αποτέλεσμα την σύλληψη και φυλάκισή του από τις ναζιστικές αρχές.[15][16][25] Εκτοπίστηκε τον Αύγουστο του 1943, συνοδευόμενος από την οικογένειά του και ακόμη 74 προύχοντες της κοινότητας, καθώς και 367 Εβραίους ισπανικής εθνικότητας στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπέργκεν-Μπέλζεν, όπου και πέρασε το υπόλοιπο του πολέμου υπό σχετικά καλές συνθήκες κράτησης.[3][27] Επρόκειτο για την τελευταία ομάδα εκτοπισθέντων, ενώ τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας εκτοπίστηκαν είτε προς το Άουσβιτς είτε προς την Τρεμπλίνκα. Απεβίωσε από τύφο ολίγον καιρό έπειτα από την απελευθέρωση του στρατοπέδου, το 1945, εντός σιδηροδρομικού σταθμού ενώ ο ίδιος και η οικογένειά του εγκατέλειπαν το στρατόπεδο.[3][6]

Το 1946, ξεκίνησε η δίκη περισσότερων από δωσίλογων μελών της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, η οποία και ολοκληρώθηκε με την καταδίκη τους σε θάνατο και την εκτέλεσή τους.[6]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. xx0207236. Ανακτήθηκε στις 17  Δεκεμβρίου 2022.
  2. 2,0 2,1 2,2 Naar 2016, σελ. 128
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 (Αγγλικά) Rozen, Minna (Φθινόπωρο 2005). «Jews and Greeks Remember Their Past: The Political Career of Tzevi Koretz (1933-43)». Jewish Social Studies (Indiana University Press) 12 (1): 111-166. http://www.jstor.org/stable/4467725. 
  4. 4,0 4,1 4,2 Naar 2016, σελ. 90
  5. 5,0 5,1 5,2 Naar 2016, σελ. 123
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 Naar 2016, σελ. 131
  7. 7,0 7,1 Naar 2016, σελ. 124
  8. Mazower 2004, σελ. 416
  9. Naar 2016, σελ. 122
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 10,5 10,6 10,7 10,8 Naar 2016, σελ. 127
  11. Naar 2016, σελ. 69
  12. 12,0 12,1 12,2 Naar 2016, σελ. 80
  13. (Αγγλικά) Roth, Cecil (Ιούλιος 1950). «The Last Days of Jewish Salonica:What Happened to a 450-Year-Old Civilization». Commentary. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2020-11-13. https://web.archive.org/web/20201113042215/https://www.commentarymagazine.com/articles/cecil-roth/the-last-days-of-jewish-salonicawhat-happened-to-a-450-year-old-civilization/. Ανακτήθηκε στις 2020-11-07. 
  14. 14,0 14,1 14,2 Mazower, σελ. 423
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 15,5 15,6 (Γαλλικά) Molho, Rena (2006). «La politique de l'Allemagne contre les juifs de Grèce : l'extermination de la communauté juive de Salonique (1941-1944)». Revue d'Histoire de la Shoah (Παρίσι: Centre de Documentation Juive Contemporaine) (185): 355-378. 
  16. 16,0 16,1 16,2 16,3 16,4 16,5 16,6 Molho 2003, σελ. 46
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 17,4 17,5 17,6 (Αγγλικά) Faraggi, Moshe E. «History of Four Jewish Communities of Greece During the Nazi Holocaust Period» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 18 Μαΐου 2011. 
  18. 18,0 18,1 Mazower 2004, σελ. 429
  19. 19,0 19,1 19,2 Mazower 2004, σελ. 430
  20. 20,0 20,1 Mazower 2004, σελ. 442
  21. 21,0 21,1 21,2 21,3 (Αγγλικά) Matsas, Michael (1997). The Illusion of Safety: The Story of the Greek Jews During the Second World War. Pella Publishing Company. σελ. 45 - 53 - 63. 
  22. Mazower 2004, σελ. 431
  23. 23,0 23,1 Mazower 2004, σελ. 432
  24. (Αγγλικά) Bowman, Steven (2009). The Agony of Greek Jews, 1940–1945. Stanford Studies in Jewish History and C. Stanford University Press. σελ. 67. ISBN 978-0804755849. 
  25. 25,0 25,1 Molho 2003, σελ. 47
  26. 26,0 26,1 26,2 Mazower 2004, σελ. 433
  27. Mazower 2004, σελ. 438

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]