Τρίτη μάχη του Χαρκόβου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Τρίτη μάχη του Χαρκόβου
Ανατολικό Μέτωπο στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο
Γερμανικές αντεπιθέσεις στο Ανατολικό Μέτωπο, Φεβρουάριος-Μάρτιος 1943
Χρονολογία19 Φεβρουαρίου 1943 – 15 Μαρτίου 1943
ΤόποςΧάρκοβο, Περιφέρεια Χάρκοφ, Σοβιετική Ένωση
ΈκβασηΓερμανική Νίκη
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
~346,000 προσωπικό[1]
~70,000 προσωπικό[2]
Απώλειες
70,000 σκοτωμένοι, τραυματισμένοι και αιχμάλωτοι[3]
Άγνωστες

Η Τρίτη μάχη του Χαρκόβου ήταν μία σειρά από επιθετικές επιχειρήσεις στο Ανατολικό Μέτωπο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, της γερμανικής Ομάδας Στρατιών Νότος εναντίον του Κόκκινου Στρατού, γύρω από την πόλη του Χαρκόβου (ρώσικα: Харьков, ουκρανικά: Харків), μεταξύ 19 Φεβρουαρίου και 15 Μαρτίου 1943. Η γερμανική αντεπίθεση, γνωστή στους Γερμανούς ως Εκστρατεία του Ντονέτς και στους Σοβιετικούς ως Επιχειρήσεις του Ντονμπάς και του Χάρκοφ, οδήγησε στην καταστροφή περίπου 52 σοβιετικών μεραρχιών και την ανακατάληψη των πόλεων του Χάρκοβου και του Μπέλγκοροντ.

Καθώς η γερμανική Έκτη Στρατιά ήταν περικυκλωμένη στο Στάλινγκραντ, ο Κόκκινος Στρατός ανέλαβε μια σειρά ευρύτερων επιθέσεων ενάντια στο υπόλοιπο της Ομάδας Στρατιών Νότος. Οι σοβιετικές επιθέσεις κορυφώθηκαν στις 2 Ιανουαρίου, όταν οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν την Επιχείρηση Αστέρι, η οποία μεταξύ Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου διέσπασε τις γερμανικές άμυνες και οδήγησε στην ανακατάληψη του Χαρκόβου, του Μπέλγκοροντ και του Κουρσκ από τους Σοβιετικούς. Η σοβιετική επίθεση ήταν επιτυχής, είχε όμως ως αποτέλεσμα οι συμμετέχουσες σοβιετικές μονάδες να υπερεκταθούν. Αποδεσμευμένο, από τις 2 Φεβρουαρίου εξαιτίας της παράδοσης της γερμανικής Έκτης Στρατιάς, το Κεντρικό Μέτωπο του Κόκκινου Στρατού, έστρεψε την προσοχή του δυτικά και στις 25 Φεβρουαρίου επέκτεινε την επίθεση εναντίον αμφότερων των Ομάδων Στρατιών Νότος και Κέντρο. Εντούτοις, μετά από μήνες συνεχόμενων επιχειρήσεων, οι Σοβιετικοί είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες και μερικές μεραρχίες είχαν μείνει με 1.000-2.000 ικανούς για μάχη στρατιώτες. Στις 19 Φεβρουαρίου, ο στρατάρχης Έριχ φον Μανστάιν πήρε την πρωτοβουλία να εξαπολύσει την αντεπίθεση του στο Χάρκοβο, χρησιμοποιώντας το νεοσυσταθέν 2o Σώμα Πάντσερ SS και δύο ακόμα στρατιές Πάντσερ.

Παρόλο που και οι Γερμανοί ήταν αποδυναμωμένοι, η Βέρμαχτ πλευροκόπησε επιτυχώς, περικύκλωσε και νίκησε τις εμπροσθοφυλακές του Κόκκινου Στρατού νότια του Χαρκόβου. Αυτό επέτρεψε στο φον Μανστάιν να ανανεώσει την επίθεση ενάντια στην ίδια την πόλη του Χαρκόβου, η οποία ξεκίνησε στις 7 Μαρτίου. Παρά τις διαταγές να περικυκλώσει το Χάρκοβο από τον νότο, το Σώμα Πάντσερ των SS αποφάσισε να εμπλακεί σε άμεση επίθεση στις 11 Μαρτίου. Η ενέργεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα τέσσερις μέρες μαχών από σπίτι σε σπίτι πριν την ανακατάληψη της πόλης από την 1η Μεραρχία SS «Leibstandarte Adolf Hitler» στις 15 Μαρτίου. Δύο μέρες μετά οι Γερμανοί ανακατέλαβαν και το Μπέλγκοροντ, δημιουργώντας την προεξοχή που τον Ιούλιο του 1943 θα οδηγούσε στην Μάχη του Κούρσκ. Η γερμανική επίθεση κόστισε στον Κόκκινο Στρατό 70.000 απώλειες αλλά η μάχη από σπίτι σε σπίτι ήταν ιδιαίτερα αιματηρή και για το γερμανικό Σώμα Πάντσερ SS, το οποίο έχασε περίπου 4.400 στρατιώτες μέχρι το τέλος των επιχειρήσεων στα τέλη Μαρτίου.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1943, η γερμανική Βέρμαχτ αντιμετώπισε μείζονα κρίση[4] καθώς οι σοβιετικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει και αποδυναμώσει τη γερμανική Έκτη Στρατιά στο Στάλινγκραντ και επέκτειναν τη Χειμερινή Εκστρατεία τους προς τον ποταμό Ντον.[5] Στις 2 Φεβρουαρίου του 1943 οι διοικητές της Έκτης Στρατιάς παραδόθηκαν και υπολογίζεται ότι 90.000 άνδρες αιχμαλωτίστηκαν από τον Κόκκινο Στρατό.[5][6] Οι συνολικές γερμανικές απώλειες στη μάχη του Στάλινγκραντ, εκτός από τους αιχμαλώτους, ήταν μεταξύ 120.000[7] και 150.000 άνδρες.[5] Κατά την διάρκεια του 1942, οι γερμανικές απώλειες ήταν συνολικά περίπου 1.9 εκατομμύρια προσωπικό,[8] και στις αρχές του 1943 η Βέρμαχτ υπολειπόταν κατά 470.000 άνδρες από την πλήρη δύναμή της στο Ανατολικό Μέτωπο.[9] Στο ξεκίνημα της Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, η Βέρμαχτ διέθετε 3.300 άρματα,[10] ενώ στις 23 Ιανουαρίου μόλις 495, κυρίως παλαιότερων τύπων, παρέμεναν σε λειτουργία σε όλο μήκος του γερμανο-σοβιετικού μετώπου.[11] Ενθαρρυμένες από τη νίκη τους στο Στάλινγκραντ, οι δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού εξαπέλυσαν επίθεση προς τον ποταμό Ντονέτς, δυτικά του Ντον,[12] με στόχο την καταστροφή των γερμανικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή.[13]

Στις 2 Φεβρουαρίου, ο Κόκκινος Στρατός εξαπέλυσε την Επιχείρηση Αστέρι, απειλώντας να ανακαταλάβει τις πόλεις Μπέλγκοροντ, Χάρκοβο και Κουρσκ.[14] Μία σοβιετική προώθηση οδηγούμενη από τέσσερα σώματα αρμάτων υπό τις διαταγές του σωματάρχη Μαρικιάν Ποπόφ, διείσδυσε στο γερμανικό μέτωπο, διασχίζοντας τον Ντονέτς και πιέζοντας το γερμανικό πλευρό.[15] Στις 15 Φεβρουαρίου, δυο νέα σοβιετικά σώματα αρμάτων απείλησαν την πόλη Ζαπορίζια στον Δνείπερο, η οποία έλεγχε τον τελευταίο κύριο δρόμο προς το Ροστόφ και στέγαζε το αρχηγείο της Ομάδας Στρατιών Νότος και του Λούφτοφλοτε 4 (4ος Αεροπορικός Στόλος).[16] Παρά τις διαταγές του Χίτλερ να κρατηθεί η πόλη, το Χάρκοβο εγκαταλείφθηκε από τις γερμανικές δυνάμεις και ανακαταλήφθηκε από τον Κόκκινο Στρατό στις 16 Φεβρουαρίου.[17] Ο Χίτλερ αμέσως πήγε αεροπορικώς στο αρχηγείο του φον Μανστάιν στην Ζαπορίζια. Ο Μανστάιν τον πληροφόρησε ότι μια άμεση αντεπίθεση στο Χάρκοβο θα ήταν άκαρπη, αλλά ότι θα μπορούσε να επιτεθεί επιτυχώς στα υπερεκτεταμένα σοβιετικά πλευρά με τα πέντε Σώματα Πάντσερ, και να ανακαταλάβει το Χάρκοβο αργότερα.[18] Στις 19 Φεβρουαρίου, σοβιετικές τεθωρακισμένες μονάδες έσπασαν τις γερμανικές γραμμές και πλησίασαν την πόλη. Ο Χίτλερ αναχώρησε ενώ οι Σοβιετικοί απείχαν μόλις τριάντα χιλιόμετρα από το αεροδρόμιο.[19] Βλέποντας την επιδείνωση της κατάστασης, ο Χίτλερ έδωσε στον Μανστάιν επιχειρησιακή ελευθερία.

Στρατιώτες της 1ης Μεραρχίας Πάντσερ SS κοντά στο Χάρκοβο, Φεβρουάριος 1943

Η παράδοση της Γερμανικής Έκτης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ αποδέσμευσε έξι Σοβιετικές στρατιές, υπό τις διαταγές του Κονσταντίν Ροκοσόφσκι, οι οποίες ανασυγκροτήθηκαν και ενισχύθηκαν από την 2η Στρατιά Αρμάτων και την 70ή Στρατιά.[20] Αυτές οι δυνάμεις επανατοποθετήθηκαν στη συμβολή της Ομάδας Στρατιών Κέντρο και Νότος.[21] Σκοπός, της γνωστής στους Σοβιετικούς ως Επιχειρήσεις του Ντονμπάς και του Χάρκοφ,[22] επίθεσης ήταν η περικύκλωση και η καταστροφή των γερμανικών δυνάμεων στην προεξοχή του Ορέλ, η διάσχιση του ποταμού Ντέσνα και η περικύκλωση και καταστροφή της γερμανικής Ομάδας Στρατιών Κέντρο.[20] Αν και αρχικά είχε προγραμματιστεί η έναρξη μεταξύ 12-15 Φεβρουαρίου, προβλήματα στην ανάπτυξη των μονάδων ανάγκασαν τη διοίκηση του Κόκκινου Στρατού (Στάβκα) να αναβάλει την έναρξη της επίθεσης για τις 25 Φεβρουαρίου.[23] Στο μεταξύ, η 60η Σοβιετική Στρατιά απώθησε την 4η Μεραρχία Πάντσερ της 2ης Γερμανικής Στρατιάς μακριά από το Κουρσκ, ενώ η 13η Σοβιετική Στρατιά υποχρέωσε την 2η Στρατιά Πάντσερ να στραφεί στο πλευρό της. Αυτό άνοιξε ένα ρήγμα 60 χιλιομέτρων ανάμεσα σε αυτές τις δύο γερμανικές δυνάμεις που επρόκειτο σύντομα να το εκμεταλλευτεί η επίθεση του Ροκοσόφσκι.[24] Ενώ οι σοβιετικές 14η και 48η Στρατιές επιτέθηκαν στο δεξιό πλευρό της Δεύτερης Στρατιάς Πάντσερ με μικρά οφέλη,[25] ο Ροκοσόφσκι εξαπέλυσε την επίθεσή του στις 25 Φεβρουαρίου, διασπώντας τις γερμανικές γραμμές και απειλώντας να περικυκλώσει και να αποκόψει τη Γερμανική 2η Στρατικά Πάντσερ και την 2η Στρατιά στο νότο.[26] Εντούτοις μη αναμενόμενη γερμανική αντίσταση άρχισε να επιβραδύνει αισθητά την επιχείρηση,[25] προσφέροντας στον Ροκοσόφσκι λίγα οφέλη στο αριστερό πλευρό και στο κέντρο της επίθεσής του.[27] Η 2η Σοβιετική Στρατιά Αρμάτων εισχώρησε επιτυχώς 160 χιλιόμετρα στα γερμανικά μετόπισθεν, κατά μήκος του αριστερού πλευρού της σοβιετικής επίθεσης, αυξάνοντας το μήκος των πλευρών κατά 100 χιλιόμετρα.[28]

Ενώ η σοβιετική επίθεση συνεχίζονταν, ο Στρατάρχης φον Μανστάιν μπόρεσε να θέσει το Σώμα Πάντσερ SS - ενισχυμένο πλέον από την 3η Μεραρχία SS Totenkopf - υπό τη διοίκηση της Τέταρτης Στρατιάς Πάντσερ, ενώ ο Χίτλερ συμφώνησε να αποδεσμεύσει επτά αποδυναμωμένες μεραρχίες Πάντσερ και μηχανοκίνητες μεραρχίες για την επικείμενη αντεπίθεση. Ο Τέταρτος Αεροπορικός Στόλος, υπό την διοίκηση του Στρατάρχη Βόλφραμ φον Ρίχτχοφεν, μπόρεσε να ανασυνταχθεί και να αυξήσει την ποσότητα των ημερήσιων αποστολών από 250 τον Ιανουάριο σε 1000 τον Φεβρουάριο, παρέχοντας στις γερμανικές δυνάμεις στρατηγική αεροπορική υπεροχή.[22] Στις 20 Φεβρουαρίου, ο κόκκινος στρατός ήταν επικίνδυνα κοντά στην Ζαπορίζια, σημαίνοντας την έναρξη της γερμανικής αντεπίθεσης,[29] γνωστής στους Γερμανούς ως Εκστρατεία του Ντονέτς.[30]

Σύγκριση δυνάμεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ 13 Ιανουαρίου και 3 Απριλίου 1943, μια εκτιμώμενη δύναμη 500.000 ανδρών του Κόκκινου Στρατού έλαβε μέρος στην επίθεση που έγινε γνωστή ως Επίθεση του Βορόνεζ-Χάρκοβο.[1] Συνολικά, υπολογίζονται ότι επιχειρούσαν 6.100.000 σοβιετικοί στρατιώτες, με 659.000 επιπλέον εκτός μάχης λόγω τραυματισμών. Αντιθέτως, οι Γερμανοί στο Ανατολικό Μέτωπο είχαν 2.200.000 στρατιώτες. Ως αποτέλεσμα, οι Σοβιετικοί αντιπαρέταξαν σχεδόν διπλάσιες δυνάμεις απ' ότι η Βέρμαχτ στις αρχές Φεβρουαρίου.[31] Εντούτοις, ως αποτέλεσμα της υπερέκτασης και των απωλειών κατά την διάρκεια της επίθεσης τους, στο ξεκίνημα της αντεπίθεσης του Μανστάιν οι Γερμανοί μπόρεσαν να επιτύχουν τακτική υπεροχή σε αριθμούς, συμπεριλαμβανομένων των αρμάτων - για παράδειγμα, τα 350 άρματα του Μανστάιν υπερείχαν αριθμητικά των σοβιετικών σε αναλογία σχεδόν 7 προς 1, στις γραμμές επαφής του μετώπου.[29]

Γερμανικές δυνάμεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φωτογραφία του Στρατάρχη Έριχ φον Μάνσταϊν, διοικητή της Ομάδας Στρατιών Νότος κατά τη διάρκεια της μάχης

Κατά την περίοδο της αντεπίθεσης ο Μανστάιν βασίζονταν στην Τέταρτη Στρατιά Πάντσερ που αποτελούνταν από το 48ο Σώμα Πάντσερ και το Σώμα Πάντσερ SS,[32] καθώς και στην Πρώτη Στρατιά Πάντσερ, με το 15ο και 57ο Σώμα Πάντσερ.[33] Το 48ο Σώμα Πάντσερ αποτελούνταν από την 6η, 11η και 17 Μεραρχία Πάντσερ, ενώ το Σώμα Πάντσερ SS από την 1η Μεραρχία Πάντσερ SS (Leibstandarte) και την 2η Μεραρχία Πάντσερ SS (Das Reich).[32] Στις αρχές Φεβρουαρίου, η συνδυασμένη δύναμη του Σώματος Πάντσερ SS εκτιμάται ότι ήταν 20.000 στρατιώτες. Γεωγραφικά, η Τέταρτη και η Πέμπτη Στρατιά Πάντσερ βρίσκονταν νοτίως της σοβιετικής προεξοχής στις γερμανικές γραμμές, με την Πρώτη Στρατιά να είναι τοποθετημένη στα ανατολικά της Τέταρτης. Το Σώμα Πάντσερ SS αναπτύχθηκε κατά μήκος της νότιας άκρης της προεξοχής, στο βόρειο μέτωπο της Ομάδας Στρατιών Νότος.[33]

Οι Γερμανοί κατάφεραν να συγκεντρώσουν 70.000 άνδρες απέναντι στους 210.000 του Κόκκινου Στρατού που προορίζονταν για τις επιθετικές επιχειρήσεις στον ποταμό Ντον.[2] Η Βέρμαχτ ήταν αποδυναμωμένη, ειδικά μετά τις συνεχείς επιχειρήσεις μεταξύ Ιουνίου 1942 και Φεβρουαρίου 1943, σε τέτοιο σημείο ώστε ο Χίτλερ ανέθεσε σε μία επιτροπή που αποτελούνταν από τον Στρατάρχη Βίλχελμ Κάιτελ, τον Μάρτιν Μπόρμαν και τον Χανς Λάμερς, να επιστρατεύσει 800.000 αρτιμελείς άνδρες, οι μισοί από τους οποίους θα προέρχονταν από «άνευ ουσίας βιομηχανίες».[34] Εντούτοις τα αποτελέσματα αυτής της επιστράτευσης δεν έγιναν αισθητά μέχρι περίπου τον Μάιο του 1943, όταν οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις ήταν στο μέγιστο της δύναμής τους από την αρχή του πολέμου, αριθμώντας 9.5 εκατομμύρια στρατιώτες.[35]

Μέχρι τις αρχές του 1943, οι γερμανικές δυνάμεις είχαν υποστεί βαριές απώλειες.[36] Ήταν ασυνήθιστο για μια μεραρχία Πάντσερ να έχει πάνω από 100 άρματα και οι περισσότερες είχαν κατά μέσο όρο μόλις 70-80 επιχειρησιακώς διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή.[37] Μετά τη μάχη γύρω από το Χάρκοβο, ο Χάιντς Γκουντέριαν ξεκίνησε ένα πρόγραμμα για να επαναφέρει τις μηχανοκίνητες δυνάμεις στην αρχική τους δύναμη. Παρά τις προσπάθειές του, μια γερμανική μεραρχία Πάντσερ ήταν δυνατόν να έχει 10.000-11.000 προσωπικό αντί της προβλεπόμενης δύναμης των 13.000-17.000 ανδρών.[38] Μόνο κατά τον Ιούνιο άρχισαν οι μεραρχίες Πάντσερ να διαθέτουν οι κάθε μία 100-130 μάχιμα άρματα.[35] Οι μεραρχίες SS ήταν συνήθως σε καλύτερη κατάσταση, έχοντας κατ' εκτίμηση 150 άρματα, ένα τάγμα αυτοκινούμενων επιθετικών πυροβόλων και αρκετά τεθωρακισμένα ημιερπυστριοφόρα φορτηγά ώστε να είναι μηχανοκινούμενο το μεγαλύτερο μέρος του πεζικού τους και οι μονάδες αναγνώρισης[35] - αυτές είχαν προβλεπόμενο μέγεθος 19.000 προσωπικό.[39] Σε αυτό το σημείο, η κύρια μάζα των γερμανικών αρμάτων αποτελούνταν από Panzer III και Panzer IV,[40] εντούτοις, η Μεραρχία SS «Das Reich» είχε εφοδιαστεί με ένα αριθμό αρμάτων Tiger I.[41]

Η Τέταρτη Στρατιά Πάντσερ ήταν υπό τις διαταγές του Στρατηγού Χέρμαν Χοθ, ενώ η Πρώτη Στρατιά Πάντσερ υπό την ηγεσία του Στρατηγού Έμπερχανρντ φον Μάκενσεν.[3] Την 6η, 11η, και 17 Μεραρχία Πάντσερ διοικούσαν οι Στρατηγοί φον Χύνερσντορφ,[42] Χέρμαν Μπαλκ[43] και Φρίντολιν φον Σένγκερ ουντ Έτερλιν[44] αντίστοιχα. Το Σώμα Πάντσερ SS το διοικούσε ο Πάουλ Χάουσερ, ο οποίος είχε υπό την διοίκησή του και την 3η Μεραρχία Πάντσερ (Totenkopf).[45]

Σοβιετικές δυνάμεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από την αρχή της προσβολής από τον Κόκκινο Στρατό των αμυντικών γραμμών της γερμανικής Ομάδας Στρατιών Νότος στα τέλη Ιανουαρίου και στις αρχές Φεβρουαρίου, τα εμπλεκόμενα μέτωπα ήταν το Μέτωπο Μπριάνσκ, το Μέτωπο Βορόνεζ και το Νοτιοδυτικό Μέτωπο.[33] Αυτά ήταν υπό την διοίκηση των στρατηγών Μ.Α. Ρέιτερ,[46] Φιλίπ Γκόλικοφ[3] και Νικολάι Βατούτιν,[47] αντίστοιχα. Στις 25 Φεβρουαρίου μπήκε στην μάχη και το Κεντρικό Μέτωπο του Στρατάρχη Ροκοσόφσκι.[24] Τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε το Μέτωπο Μπριάνσκ του Ρέιτερ βρίσκονταν στο νότιο πλευρό της Ομάδας Στρατιών Νότος, ενώ το Μέτωπο Βορόνεζ ήταν απέναντι από το Κουρσκ, και το Νοτιοδυτικό Μέτωπο απέναντι από τους αντίπαλους του.[33] Το Κεντρικό Μέτωπο αναπτύχθηκε μεταξύ των Μετώπων Μπριάνσκ και Βορονέζ, ώστε να εκμεταλλευτεί τις επιτυχίες και των δύο μονάδων,[48] οι οποίες είχαν δημιουργήσει κενό στις άμυνες της Γερμανικής 2ης Στρατιάς Πάντσερ.[24] Υπολογίζεται ότι συμμετείχαν 500.000 στρατιώτες, ενώ περίπου 346.000 συμμετείχαν στην υπεράσπιση του Χαρκόφ μετά την έναρξη της γερμανικής αντεπίθεσης.[1]

Οι σοβιετικές μεραρχίες ήταν σοβαρά αποδυναμωμένες, όπως και οι αντίστοιχες γερμανικές. Για παράδειγμα, οι μεραρχίες της 40ης Στρατιάς είχαν κατά μέσο όρο 3.500-4.000 άνδρες η καθεμία, ενώ η 69η Στρατιά είχε κάποιες μεραρχίες που είχαν μόλις 1.000-1.500 στρατιώτες. Μερικές μεραρχίες είχαν μόνο 20-50 όλμους για υποστήριξη. Αυτές οι ελλείψεις σε προσωπικό και εξοπλισμό οδήγησαν το Νοτιοδυτικό Μέτωπο του Βατούτιν να ζητήσει πάνω από 19.000 στρατιώτες και 300 άρματα, ενώ το Μέτωπο Βορόνεζ έλαβε μόλις 1.600 ενισχύσεις από το ξεκίνημα των επιχειρήσεων του 1943.[49] Τον καιρό που ο Μανστάιν εξαπέλυσε την αντεπίθεσή του, το Μέτωπο Βορόνεζ είχε χάσει τόσους άνδρες και είχε εκταθεί τόσο ώστε δεν ήταν πλέον δυνατόν να βοηθήσει το Νοτιοδυτικό Μέτωπο στα νότια του.[50]

Η αντεπίθεση του Μανστάιν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό που ήταν γνωστό στους Γερμανούς ως Εκστρατεία του Ντονέτς έλαβε μέρος μεταξύ 19 Φεβρουαρίου[51] και 15 Μαρτίου 1943.[3] Αρχικά ο Μανστάιν προέβλεπε επίθεση σε τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο περιλάμβανε την καταστροφή των σοβιετικών εμπροσθοφυλακών που είχαν εκταθεί σε μεγάλο μήκος κατά την επίθεσή τους. Το δεύτερο στάδιο περιλάμβανε την ανακατάληψη του Χαρκόβου, ενώ το τρίτο στάδιο προέβλεπε την επίθεση κατά των Σοβιετικών στο Κουρσκ, σε συνδυασμό με την Ομάδα Στρατιών Κέντρο. Το τελευταίο στάδιο τελικά ανακλήθηκε εξαιτίας του λιωσίματος των πάγων και του χιονιού και της επακόλουθης περιόδου λάσπης (ρασπούτιτσα) καθώς και της απροθυμίας της Ομάδας Στρατιών Κέντρο να συμμετέχει.[3]

Πρώτη φάση: 19 Φεβρουαρίου – 6 Μαρτίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 19 Φεβρουαρίου το Σώμα Πάντσερ SS του Χάουσερ διατάχθηκε να χτυπήσει νότια ώστε να παρέχει κάλυψη για την επίθεση της Τέταρτης Στρατιάς Πάντσερ. Ταυτόχρονα, το Απόσπασμα Στρατιάς Hollidt διατάχθηκε να συγκρατήσει τις προσπάθειες των Σοβιετικών να σπάσουν τις γερμανικές γραμμές.[52] Η Πρώτη Στρατιά Πάντσερ διατάχθηκε να προωθηθεί βόρεια σε μία προσπάθεια να αποκόψει και να καταστρέψει την Ταχυκίνητη Ομάδα Ποπόφ, χρησιμοποιώντας ακριβείς πληροφορίες για τις Σοβιετικές δυνάμεις, πράγμα που επέτρεψε την επιλογή των σημείων εμπλοκής και την επίτευξη τακτικής αριθμητικής ανωτερότητας.[53] Η Πρώτη και η Τέταρτη Στρατιά Πάντσερ διατάχθηκαν ακόμα να επιτεθούν στην 6η Σοβιετική Στρατιά και την 1η Στρατιά Φρουρών.[52] Μεταξύ 20-23 Φεβρουαρίου, η Μεραρχία Πάντσερ SS Leibstandarte απέκοψε το πλευρό της 6ης Στρατιάς, εκμηδενίζοντας την σοβιετική απειλή στον ποταμό Δνείπερο και περικυκλώνοντας και καταστρέφοντας επιτυχώς ένα αριθμό στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού νοτίως του ποταμού Σαμάρα. Η Μεραρχία Πάντσερ SS Das Reich προωθήθηκε βορειοανατολικά, ενώ η Μεραρχία Πάντσερ SS Totenkopf ανέλαβε δράση στις 22 Φεβρουαρίου, προωθούμενη παράλληλα με την Das Reich. Αυτές οι δύο μεραρχίες απέκοψαν επιτυχώς τις γραμμές ανεφοδιασμού της σοβιετικής εμπροσθοφυλακής.[54] Η Πρώτη Στρατιά Πάντσερ κατάφερε μέχρι τις 24 Φεβρουαρίου να περικυκλώσει την Ταχυκίνητη Ομάδα Ποπόφ, παρόλο που μια υπολογίσιμη δύναμη κατάφερε να διαφύγει βόρεια.[55] Στις 22 Φεβρουαρίου, θορυβημένη από την επιτυχία της γερμανικής αντεπίθεσης, η Στάβκα διέταξε του Μέτωπο Βορόνεζ να μετακινήσει την 3η Στρατιά Αρμάτων και την 69η Στρατιά νοτίως, σε μία προσπάθεια να ανακουφίσει την πίεση στο Νοτιοδυτικό Μέτωπο και να καταστρέψει τις γερμανικές δυνάμεις στην περιοχή του Κράσνογκραντ.[56]

Γερμανικά άρματα Panzer IV στο Χαρκόβο, 1943

Η σοβιετική Τρίτη Στρατιά Αρμάτων άρχισε να εμπλέκεται με τις γερμανικές μονάδες στα νότια του Χαρκόφ, αναλαμβάνοντας δράση συγκράτησης ενώ η επίθεση του Μανστάιν συνεχίζονταν.[57] Στις 24 Φεβρουαρίου, οι Γερμανοί είχαν αποσύρει την Μεραρχία Großdeutschland, αφήνοντας την 167η και την 320η μεραρχία πεζικού, ένα σύνταγμα από την μεραρχία Totenkopf και στοιχεία από την μεραρχία Leibstandarte για να υπερασπιστούν την δυτική άκρη της προεξοχής που είχε δημιουργηθεί από την σοβιετική επίθεση.[58] Μεταξύ 24-27 Φεβρουαρίου, η 3η Στρατιά Αρμάτων και η 69η Στρατιά συνέχισαν την επίθεση σε αυτό το τμήμα των γερμανικών γραμμών, χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία. Καθώς οι σοβιετικές δυνάμεις υποστήριξης είχαν εκταθεί πολύ και το βάθος τους είχε λεπτύνει η επίθεση άρχισε να παραπαίει.[59] Στις 25 Φεβρουαρίου το Κεντρικό Μέτωπο του Ροκοσόφσκι εξαπέλυσε την επίθεσή του μεταξύ της 2ης Στρατιάς και της 2ης Στρατιάς Πάντσερ με ενθαρρυντικά αποτελέσματα κατά μήκος των γερμανικών πλευρών, πασχίζοντας όμως να κρατήσει τον ίδιο ρυθμό επέλασης στο κέντρο της επίθεσης. Καθώς η επίθεση προχωρούσε, στο δεξιό γερμανικό πλευρό άρχισε να βαλτώνει εξαιτίας της αυξανόμενης αντίστασης, ενώ στο αριστερό πλευρό άρχισε να υπερεκτείνεται.[60]

Μετά την γερμανική επιτυχία ενάντια στο Νοτιοδυτικό Μέτωπο, συμπεριλαμβανομένων των προσπαθειών της Σοβιετικής 6ης Στρατιάς να σπάσει την περικύκλωση, η Στάβκα διέταξε το Μέτωπο Βορόνεζ να παραδώσει την 3η Στρατιά Αρμάτων στη διοίκηση του Νοτιοδυτικού Μετώπου. Για να διευκολυνθεί η μετάβαση, η 3η Στρατιά Αρμάτων παραχώρησε δύο μεραρχίες τυφεκιοφόρων στην 69η Στρατιά και επιτέθηκε νότια σε μία προσπάθεια να καταστρέψει το Σώμα Πάντσερ SS. Εντούτοις, λόγω μειωμένων καυσίμων και πυρομαχικών μετά την προώθηση νότια, η επίθεση της 3η Στρατιά Αρμάτων αναβλήθηκε μέχρι τις 3 Μαρτίου.[61] Επιπλέον, η 3η Στρατιά Αρμάτων ήταν εξαντλημένη και σοβαρά φθαρμένη από τις συνεχείς αεροπορικές επιθέσεις των Γερμανών με τα βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως Στούκα (Junkers Ju 87).[62] Εξαπολύοντας την επίθεσή της η 3η Στρατιά Αρμάτων, έπεσε πάνω στις επελαύνουσες μονάδες της Μεραρχίας Πάντσερ SS Totekopf και αμέσως βρέθηκε να αμύνεται. Τελικά, η μεραρχία SS κατάφερε να διαρρήξει τις γραμμές του 15ου Σώματος Αρμάτων και να ενωθεί με άλλες μονάδες της που προωθούνταν βορείως, περικυκλώνοντας επιτυχώς το σοβιετικό σώμα αρμάτων.[63] Το 12ο Σώμα Αρμάτων της 3η Στρατιάς Αρμάτων αναγκάστηκε και αυτό να περάσει αμέσως στην άμυνα, αφού οι μεραρχίες SS Totenkopf και Das Reich απείλησαν να αποκόψουν τις γραμμές ανεφοδιασμού της 3ης Στρατιάς Αρμάτων.[64] Μέχρι τις 5 Μαρτίου, η επιτιθέμενη 3η Στρατιά Αρμάτων είχε εξουθενωθεί και μόνο ένας μικρός αριθμός ανδρών κατάφεραν να διαφύγουν βόρεια, όπου αναγκάστηκαν να στήσουν μια νέα αμυντική γραμμή.[64]

Η καταστροφή της Ταχυκίνητης Ομάδας Ποπόφ και της 6ης Στρατιάς κατά τα πρώτα στάδια της γερμανικής αντεπίθεσης δημιούργησε μεγάλο κενό στις σοβιετικές γραμμές. Εκμεταλλευόμενος τις ασυντόνιστες και σπασμωδικές προσπάθειες των Σοβιετικών να γεμίσουν το κενό, ο Μανστάιν διέταξε την συνέχιση της επίθεσης προς το Χάρκοβο.[65] Μεταξύ 1-5 Μαρτίου η Γερμανική 4η Στρατιά Πάντσερ, συμπεριλαμβανομένου του Σώματος Πάντσερ SS, κάλυψαν 80 χιλιόμετρα και βρίσκονταν μόλις περί τα 16 χιλιόμετρα νότια του Χαρκόβου.[55] Μέχρι τις 6 Μαρτίου, η μεραρχία Leibstandarte είχε δημιουργήσει προγεφύρωμα στον ποταμό Ρος, ανοίγοντας τον δρόμο προς το Χαρκόφ.[66] Η επιτυχία της αντεπίθεσης του Μανστάιν ανάγκασε τη Στάβκα να σταματήσει την επίθεση του Ροκοσόφσκι.[67] Η Πρώτη Στρατιά Πάντσερ μπόρεσε να επανακτήσει μια αμυντική γραμμή στον ποταμό Ντονέτς και ο Μανστάιν άρχισε να σχεδιάζει της επακόλουθες επιθέσεις που θα καθάριζαν τις σοβιετικές δυνάμεις δυτικά του Ντονέτς.[68] Σύμφωνα με τους Γερμανούς, η γερμανική αντεπίθεση στοίχισε στον Κόκκινο Στρατό 23.000 άνδρες, 615 άρματα και 352 στοιχεία πυροβολικού.[69]

Προώθηση προς το Χάρκοβο: 7–10 Μαρτίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ το Κεντρικό Μέτωπο του Ροκκοσόφσκι συνέχισε την επίθεσή του εναντίον της Γερμανικής Δεύτερης Στρατιάς, η οποία πλέον είχε ενισχυθεί με νέες μεραρχίες, η εκ νέου επίθεση των Γερμανών προς το Χάρκοβο το αιφνιδίασε.[70] Στις 7 Μαρτίου, ο Μανστάιν πήρε την απόφαση να αυξήσει την πίεση στο Χάρκοβο, παρά τον ερχομό του ανοιξιάτικου λιωσίματος του χιονιού. Εντούτοις, αντί να επιτεθεί ανατολικά του Χαρκόβου, αποφάσισε να προσανατολίσει την επίθεση στα δυτικά και μετά να το περικυκλώσει από τα βόρεια.[71] Η Μεραρχία Πάντσερ Grossdeutschland είχε επίσης επιστρέψει στο μέτωπο, ρίχνοντας το βάρος της στην επίθεση απειλώντας να διαιρέσει την 69η Στρατιά και υπολείμματα της 3ης Στρατιάς Αρμάτων.[72] Μεταξύ 8-9 Μαρτίου, το Σώμα Πάντσερ SS τελείωσε την προώθησή του βορείως, διασπώντας την 69η και 40η Στρατιά των Σοβιετικών και στις 9 Μαρτίου στράφηκε ανατολικά ώστε να ολοκληρώσει την περικύκλωση. Παρά τις προσπάθειες της Στάβκα να περιορίσει την γερμανική προώθηση ρίχνοντας στο μέτωπο τις προσφάτως αποδεσμευμένες 19η Μεραρχία Τυφεκιοφόρων και 186η Ταξιαρχία Αρμάτων, αυτή συνεχίστηκε.[73]

Στις 9 Μαρτίου, η Σοβιετική 40η Στρατιά αντεπιτέθηκε στην Μεραρχία Grossdeutschland σε μια τελική προσπάθεια να αποκαταστήσει την επικοινωνία με την 3η Στρατιά Αρμάτων. Αυτή η αντεπίθεση εντούτοις αντιμετωπίστηκε από την επέκταση της γερμανικής επίθεσης προς το Χάρκοβο στις 10 Μαρτίου.[74] Την ίδια ημέρα, η 4η Στρατιά Πάντσερ διέταξε το Σώμα Πάντσερ SS να καταλάβει το Χάρκοβο όσο το δυνατόν γρηγορότερα, παροτρύνοντας τον Χάουσερ να διατάξει τρεις μεραρχίες Πάντσερ SS να επιτεθούν άμεσα. Η Das Reich θα έρχονταν από τα δυτικά, η Leibstandarte θα επιτίθονταν από τα βόρεια και η Totenkopf θα παρείχε κάλυψη κατά μήκος των νότιων και νοτιοανατολικών πλευρών. Παρά τις προσπάθειες του Στρατηγού Χοθ να διατάξει τον Χάουσερ να μείνει πιστός στο αρχικό σχέδιο, το Σώμα Πάντσερ SS αποφάσισε να συνεχίσει την επίθεση στην πόλη, παρόλο που οι σοβιετικές άμυνες τον ανάγκασαν να την αναβάλει για την επόμενη ημέρα. Ο Μανστάιν διέταξε την συνέχιση της υπερφαλάγγισης της πόλης, αφήνωντας ωστόσο χώρο για εν δυνάμει επίθεση στο Χάρκοβο αν η σοβιετική αντίσταση ήταν μικρή, αλλά ο Χάουσερ αποφάσισε να αγνοήσει τη διαταγή και να συνεχίσει το δικό του σχέδιο για επίθεση.[71] Σύμφωνα με τον Μανστάιν, το αρχηγείο της Ομάδας Στρατιών αναγκάστηκε να παρέμβει σε αρκετές περιπτώσεις ώστε να υποχρεωθεί το Σώμα Πάντσερ SS να στραφεί ανατολικά ώστε να περικυκλωθεί η πόλη, αντί να εξαπολύσει κατά μέτωπο επίθεση.[75]

Μάχη για την πόλη: 11–15 Μαρτίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νωρίς το πρωί της 11ης Μαρτίου η μεραρχία Leibstandarte εξαπέλυσε επίθεση με δύο αιχμές στο βόρειο Χάρκοβο. Το 2ο Σύνταγμα Γρεναδιέρων Πάντσερ, προωθούμενο από τα Νοτιοδυτικά, χωρίστηκε σε δύο φάλαγγες προχωρώντας προς το βόρειο Χάρκοβο από αμφότερες τις πλευρές της σιδηροδρομικής γραμμής Μπέλγκοροντ-Χάρκοβο. Το 2ο τάγμα στην δεξιά πλευρά της γραμμής, επιτέθηκε στην περιοχή της πόλης Σιέβερνι, συναντώντας έντονη αντίσταση καταφέρνοντας να προωθηθεί μόνο μέχρι μέχρι την αυλή του σιδηροδρομικού σταθμού μέχρι το τέλος της ημέρας. Στην άλλη πλευρά της γραμμής, το πρώτο τάγμα επιτέθηκε στην περιοχή Αλεξέγιεβκα, συναντώντας σοβιετική αντεπίθεση οδηγούμενη από άρματα T-34, η οποία οδήγησε μέρος του τάγματος έξω από την πόλη. Μόνο με αεροπορική υποστήριξη και υποστήριξη πυροβολικού από αεροσκάφη Ju 87 Στούκας και αυτοκινούμενα πυροβόλα StuG κατάφερε το γερμανικό πεζικό να εισχωρήσει στην πόλη. Μια πλευρική επίθεση από τα μετόπισθεν επέτρεψε στους Γερμανούς να αποκτήσουν τελικά έρεισμα σ' αυτό το τμήμα της πόλης.[76] Ταυτόχρονα, το 1ο Σύνταγμα Γρεναδιέρων SS, με άρματα από άλλη μονάδα, επιτέθηκε από τον κύριο δρόμο από το Μπέλγκοροντ, μαχόμενο μια άμεση αντεπίθεση στο αριστερό πλευρό του από το αεροδρόμιο της πόλης. Μαχόμενο με T-34, το γερμανικό απόσπασμα κατάφερε να καταλάβει τα βόρεια προάστια του Χαρκόβου. Από τα νοτιοανατολικά, ένα άλλο απόσπασμα γερμανικού πεζικού, αρμάτων και αυτοκινούμενων πυροβόλων επιχείρησαν να ελέγξουν τις εξόδους προς τις πόλεις Ρόγκαν και Τσουγκούγιεφ. Η επίθεση αυτή διείσδυσε βαθύτερα στο Χάρκοβο, αλλά καθώς είχε ελλείψεις σε καύσιμα, τα άρματα αναγκάστηκαν να οχυρωθούν και να αρχίσουν να αμύνονται.[77]

Γερμανικός τεθωρακισμένος μεταφορέας προσωπικού στους δρόμους του Χαρκόβου, Μάρτιος 1943

Η μεραρχία Das Reich επιτέθηκε την ίδια μέρα στην δυτική πλευρά του Χαρκόβου.[78] Αφού διείσδυσε στην περιοχή Ζαλιούτινο, η προώθηση σταμάτησε εξαιτίας μιας βαθιάς αντιαρματικής τάφρου, με παραταγμένους σοβιετικούς στρατιώτες και αντιαρματικά όπλα. Μετά την απόκρουση μια σοβιετικής αντεπίθεσης ένα απόσπασμα της μεραρχίας κατάφερε να φτάσει στα νότια της πόλης, αποκόβοντας τον δρόμο προς την Μερέφα. Κατά τις 3:00μμ ο διοικητής της 4ης Στρατιάς Πάντσερ, Χοθ, διέταξε τον Χάουσερ να απεμπλακεί αμέσως η Das Reich και να ανασυνταχθεί ώστε να αποκόψει τα σοβιετικά στρατεύματα που διέφευγαν. Αντί για αυτό, ο Χάουσερ έστειλε ένα απόσπασμα της μεραρχίας Totenkopf για αυτόν τον σκοπό και πληροφόρησε τον Χοθ ότι το ρίσκο της απεμπλοκής της Das Reich είναι πολύ μεγάλο. Την νύχτα 11 προς 12 Μαρτίου, ένα στοιχείο εφόδου διέσχισε την αντιαρματική τάφρο και αιφνιδίασε τους Σοβιετικούς, ανοίγοντας δρόμο ώστε να την διασχίσουν τα άρματα. Αυτό επέτρεψε στην Das Reich να προωθηθεί μέχρι τον κύριο σιδηροδρομικό σταθμό του Χαρκόβου που ήταν και το μακρύτερο σημείο στην πόλη που επρόκειτο να φτάσει αυτή η μεραρχία. Ο Χοθ επανέλαβε την διαταγή του στις 1:15 πμ στις 12 Μαρτίου και ο Χάουσερ απάντησε όπως είχε απαντήσει στις 11 Μαρτίου. Εντούτοις στην τρίτη διαταγή που έδωσε ο Χοθ, ο Χάουσερ υπάκουσε και η μεραρχία Das Reich απoενεπλάκη από την μάχη, χρησιμοποιώντας ένα διάδρομο που είχε ανοίξει η Leibstandarte ώστε να διασχίσει το νότιο Χαρκόβου και να ανασυνταχθεί στα ανατολικά της πόλης.[79]

Στις 12 Μαρτίου, η μεραρχία Leibstandarte είχε πρόοδο στο κέντρο της πόλης, διασπώντας τις σοβιετικές αμυντικές γραμμές στα νότια προάστια και ξεκίνησε να μάχεται από σπίτι σε σπίτι στην πορεία της προς το κέντρο. Στο τέλος της μέρας, η μεραρχία είχε φτάσει μόλις δύο οικοδομικά τετράγωνα από την πλατεία Ντζερζίνσκι.[80] Το 2ο Σύνταγμα Γρεναδιέρων Πάντσερ μπόρεσε να περικυκλώσει την πλατεία στις 12 Μαρτίου, αφού δέχτηκε βαριές απώλειες από σοβιετικούς ελεύθερους σκοπευτές και άλλους αμυνόμενους. Όταν καταλήφθηκε η πλατεία, μετονομάστηκε σε Platz der Leibstandarte.[81] Την ίδια νύχτα το 30 τάγμα του 2ου Συντάγματος Γρεναδιέρων Πάντσερ, υπό τις διαταγές του Γιόακιμ Πάιπερ ενώθηκε με το 2ο Τάγμα στην πλατεία Ντζερζίνσκι και επιτέθηκαν νότια, διασχίζοντας τον ποταμό Χάρκοφ δημιουργώντας προγεφύρωμα και ανοίγοντας τον δρόμο προς τη Λεωφόρο Μόσχας. Εν τω μεταξύ, η αριστερή πτέρυγα της μεραρχίας είχε φτάσει στην διασταύρωση των οδών εξόδου Βολτσάνσκ και Τσουγκούγιεφ, γυρνώντας σε αμυντική διάταξη και αποκρούοντας ένα αριθμό σοβιετικών αντεπιθέσεων.[82]

Την επόμενη μέρα, η Leibstandarte επιτέθηκε νότια προς τον ποταμό Χάρκοφ και το προγεφύρωμα του Πάιπερ, εκκαθαρίζοντας την σοβιετική αντίσταση σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο. Σε μια προσπάθεια να παγιδεύσουν τους υπερασπιστές της πόλης στο κέντρο, το 1ο Τάγμα του 1ου Συντάγματος Γρεναδιέρων SS επανεισήλθε στην πόλη από την οδό εξόδου Βολτσάνσκ. Την ίδια ώρα, οι δυνάμεις του Πάιπερ κατάφεραν να προχωρήσουν προς τα νότια, με βαριές απώλειες εξαιτίας της δριμείας σοβιετικής αντίστασης και να ενωθεί με την αριστερή πτέρυγα στην διασταύρωση Βολτσάνσκ και το Τσεγκούγιεφ. Παρόλο που η πλειοψηφία της μεραρχίας Das Reich είχε μέχρι εκείνη την στιγμή απεμπλακεί από την πόλη, ένα σύνταγμα γρεναδιέρων Πάντσερ παρέμεινε ώστε να εκκαθαρίσει την νοτιοανατολική γωνία της πόλης, εξαλείφοντας την αντίσταση μέχρι το τέλος της ημέρας. Με αυτό, τα δύο τρίτα της πόλης ήταν πλέον υπό γερμανικό έλεγχο.[83]

Οι μάχες στην πόλη άρχισαν να σταματούν στις 14 Μαρτίου. Η Leibstandarte πέρασε την μέρα εκκαθαρίζοντας τα υπολείμματα σοβιετικής αντίστασης προωθούμενη ανατολικά με ευρύ μέτωπο. Στο τέλος της ημέρας ολόκληρη η πόλη ήταν υπό τον έλεγχο των Γερμανών.[84] Παρά την ανακοίνωση ότι η πόλη είχε πέσει, οι μάχες συνεχίστηκαν στις 15 και 16 Μαρτίου, καθώς οι γερμανικές μονάδες εκκαθάριζαν υπολείμματα αντίστασης στο συγκρότημα εργοστασίων τρακτέρ στις νότιες παρυφές της πόλης.[85]

Αποτελέσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Γερμανική εκστρατεία του Ντονέτς στοίχισε στον Κόκκινο Στρατό 52 μεραρχίες,[86] συμπεριλαμβανομένων 70.000-80.000 απώλειες σε προσωπικό. Απ' αυτές τις απώλειες, υπολογίζεται ότι 45.200 νεκροί ή αγνοούμενοι, ενώ 41.200 ήταν τραυματίες.[87][88] Μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου 1943, ο Κόκκινος Στρατός ανέκτησε τις δυνάμεις του στην περιοχή και ετοιμάστηκε για την επακόλουθη ανανέωση της γερμανικής επίθεσης, που έγινε γνωστή ως Μάχη του Κουρσκ.[89] Οι συνολικές γερμανικές απώλειες είναι πιο δύσκολο να υπολογιστούν, αλλά υπάρχουν στοιχεία από την εξέταση των απωλειών του Σώματος Πάντσερ SS, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκλεκτές μεραρχίες των Waffen-SS συχνά αναπτύσσονταν εκεί που αναμένονταν οι σκληρότερες μάχες. Μέχρι τις 27 Μαρτίου, υπολογίζεται ότι το Σώμα Πάντσερ SS είχε χάσει περίπου το 44% της δύναμής του, συμπεριλαμβανομένων και περίπου 160 αξιωματικών και περίπου 4.300 οπλίτες και βαθμοφόροι.[45]

Καθώς το Σώμα Πάντσερ SS άρχισε να βγαίνει από την πόλη, ενεπλάκη με σοβιετικές μονάδες που βρίσκονταν στα νοτιοδυτικά της πόλης, συμπεριλαμβανομένων της 17η Ταξιαρχίας NKVD, της 19ης Μεραρχίας Τυφεκιοφόρων και της 25ης Μεραρχίας Τυφεκιοφόρων Φρουρών. Οι προσπάθειες του Κόκκινου Στρατού να επανακτήσει επικοινωνία με τα υπολείμματα της 3ης Στρατιάς Αρμάτων συνεχίστηκαν, μάταια όμως. Στις 14-15 Μαρτίου δόθηκε σ' αυτές τις δυνάμεις η άδεια να υποχωρήσουν στον ποταμό Ντονέτς.[90] Η 40η και 69η Στρατιές είχαν εμπλακεί από τις 13 Μαρτίου με την μεραρχία Grossdeutschland, και είχαν χωριστεί από την γερμανική προώθηση.[91] Μετά την πτώση του Χαρκόβου, οι σοβιετικές άμυνες στον Ντονέτς κατέρρευσαν,[92] επιτρέποντας στις δυνάμεις του Μανστάιν να προωθηθούν προς το Μπέλγκοροντ στις 17 Μαρτίου,[93] και να το καταλάβουν την επόμενη μέρα.[92] Εντούτοις ο καιρός και η εξάντληση ανάγκασαν την αντεπίθεση του Μανστάιν να σταματήσει σύντομα μετά από αυτό,[94] παρά τις φιλοδοξίες του στρατάρχη να επιτεθεί και στην προεξοχή του Κουρσκ, η οποία είχε δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα της επανακατάληψης του Χαρκόβου και του Μπέλγκοροντ.[75]

Μετά την επιτυχία των Γερμανών στο Χάρκοβο, παρουσιάστηκαν δύο επιλογές στον Χίτλερ. Η πρώτη ήταν να περιμένει την αναπόφευκτη ανανέωση της σοβιετικής αντεπίθεσης και να διεξάγει άλλη μία παρόμοια με του Χαρκόβου επιχείρηση, επιτρέποντας στον Κόκκινο Στρατό να κερδίσει έδαφος, να εκταθεί και μετά να αντεπιτεθεί και να τον περικυκλώσει. Η δεύτερη ήταν να διεξάγει μια μεγάλη επίθεση με τις Ομάδες Στρατιών Νότος και Κέντρο ενάντια στην προεξοχή του Κουρσκ. Τελικώς ο Χίτλερ επέλεξε την δεύτερη λύση, πράγμα που οδήγησε στη Μάχη του Κουρσκ.[95]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Glantz (1995), σ. 296
  2. 2,0 2,1 Glantz (1991), σσ. 252–253
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 McCarthy & Syron (2002), σ. 180
  4. Cooper (1978), σ. 451
  5. 5,0 5,1 5,2 Glantz (1995), σ. 141
  6. McCarthy & Syron (2002), σσ. 177–178
  7. McCarthy & Syron (2002), σ. 177
  8. Megargee (2000), σ. 193
  9. Cooper (1978), σσ. 451–452
  10. Cooper (1978), σ. 270
  11. Cooper (1978), σ. 452
  12. McCarthy & Syron (2002), σ. 178
  13. Glantz (1995), σ. 143
  14. Glantz (1999), σ. 10
  15. Glantz (1995), σσ. 143–144
  16. Glantz (1995), σ. 144
  17. McCarthy & Syron (2002), σσ. 178–179
  18. McCarthy & Syron (2002), σ. 179
  19. Krause & Phillips 2005, σσ. 162–163
  20. 20,0 20,1 Glantz (1996), σ. 125
  21. Glantz (1999), σ. 11
  22. 22,0 22,1 Glantz (1996), σ. 124
  23. Glantz (1995), σ. 145
  24. 24,0 24,1 24,2 Glantz (1996), σ. 128
  25. 25,0 25,1 Glantz (1995), σ. 146
  26. Glantz (1995), σσ. 145–146
  27. Glantz (1996), σ. 132
  28. Glantz (1996), σ. 133
  29. 29,0 29,1 McCarthy & Syron (2002), σσ. 179–180
  30. Glantz (1995), σ. 147
  31. Glantz (1995), σ. 303
  32. 32,0 32,1 von Mellenthin (1956), σ. 252
  33. 33,0 33,1 33,2 33,3 McCarthy & Syron (2002), σ. 181
  34. Glantz (1999), σ. 15
  35. 35,0 35,1 35,2 Glantz (1999), σ. 16
  36. Clark (1965), σ. 294
  37. Clark (1965), σ. 297
  38. Glantz (1999), σσ. 16–17
  39. Slaughterhouse, σ. 393
  40. Glantz (1999), σσ. 17–18
  41. Clark (1965), σ. 304
  42. Slaughterhouse, σ. 163
  43. Slaughterhouse, σ. 165
  44. Slaughterhouse, σ. 167
  45. 45,0 45,1 Reynolds (1997), σ. 10
  46. Slaughterhouse, σ. 301
  47. Slaughterhouse, σ. 304
  48. Glantz (1996), σ. 126
  49. Glantz (1991), σ. 182
  50. Glantz (1991), σσ. 185–186
  51. Margry (2001), σ. 18
  52. 52,0 52,1 Thompson (2000), σ. 8
  53. Sikes (1988), σσ. 8–9
  54. Margry (2001), σσ. 18–19
  55. 55,0 55,1 Margry (2001), σ. 19
  56. Glantz (1991), σ. 186
  57. Glantz (1991), σσ. 186–188
  58. Glantz (1991), σ. 188
  59. Glantz (1991), σσ. 188–189
  60. Glantz (1996), σσ. 130–133
  61. Glantz (1991), σ. 189
  62. Sikes (1988), σ. 9
  63. Glantz (1991), σσ. 189–191
  64. 64,0 64,1 Glantz (1991), σ. 191
  65. Sikes (1988), σσ. 9–10
  66. Margry (2001), σσ. 19–20
  67. Glantz (1996), σσ. 133–134
  68. von Manstein (1982), σ. 432
  69. von Manstein (1982), σ. 433
  70. Glantz (1996), σσ. 134–135
  71. 71,0 71,1 Margry (2001), σ. 20
  72. Glantz (1991), σ. 195
  73. Glantz (1991), σ. 197
  74. Glantz (1991), σ. 199
  75. 75,0 75,1 von Manstein (1982), σ. 436
  76. Margry (2001), σσ. 20–22
  77. Margry (2001), σ. 22
  78. «Τρίτη μάχη του Χαρκόβου | 19 Φεβρουαρίου και 15 Μαρτίου 1943 - Times News» (στα Αγγλικά). 15 Μαρτίου 2022. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2023. 
  79. Margry (2001), σ. 25
  80. Margry (2001), σ. 27
  81. Margry (2001), σ. 30
  82. Margry (2001), σ. 35
  83. Margry (2001), σ. 36
  84. Thompson (2000), σ. 11
  85. Margry (2001), σ. 39
  86. Thompson (2000), σσ. 11–12
  87. Glantz (1995), σ. 296; οι αριθμοί περιλαμβάνουν απώλειες προσωπικού μεταξύ Φεβρουαρίου και 25 Μαρτίου 1943.
  88. McCarthy & Syron (2002), σσ. 180–181
  89. Glantz (1999), σ. 28
  90. Glantz (1991), σ. 203
  91. Glantz (1991), σσ. 203–205
  92. 92,0 92,1 Margry (2001), σ. 40
  93. Glantz (1996), σσ. 135–136
  94. Glantz (1996), σ. 137
  95. Cooper (1978), σ. 456

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]