Το φανάρι (θεατρικό έργο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το φανάρι
Εικονογράφηση από έκδοση του 1888
ΣυγγραφέαςΑλφρέ ντε Μυσσέ
ΓλώσσαΓαλλικά
Μορφήθεατρικό έργο

Το φανάρι (γαλλικός τίτλος: Le Chandelier) είναι τρίπρακτο θεατρικό έργο του Γάλλου συγγραφέα Αλφρέ ντε Μυσσέ, που παρουσιάστηκε αρχικά στο περιοδικό Επιθεώρηση των δύο κόσμων το 1835 και έκανε πρεμιέρα στο Παρίσι το 1848.[1]

Το έργο αναφέρεται στο θέμα της συζυγικής απιστίας. Η όμορφη Ζακλίν απατά τον γέρο συμβολαιογράφο σύζυγό της με έναν ελκυστικό αξιωματικό. Για να αποφύγουν τις υποψίες του συζύγου, αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν ως «φανάρι», κάποιον που θα εκτρέψει τη ζήλια του συζύγου πάνω του, τον νεαρό Φορτούνιο, ο οποίος είναι ερωτευμένος με τη νεαρή γυναίκα. Αυτός ο κατεξοχήν ρομαντικός ήρωας θα ανατρέψει τη μοίρα και θα εκπλήξει τους πάντες καθώς δεν αργεί να παρασύρει την γυναίκα στο πάθος του.[2]

Τον Οκτώβριο του 1850 το έργο παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στην Κομεντί Φρανσαίζ για λίγες όμως παραστάσεις επειδή ο υπουργός Εσωτερικών Λεόν Φωσέ το απαγόρευσε μετά από διαμαρτυρίες μέρους του κοινού λόγω ανηθικότητας, μια απόφαση που ίσχυσε και στις επόμενες σεζόν, έως το 1872.

Το 1907 ο Αντρέ Μεσαζέ διασκεύασε το έργο σε όπερα με τον τίτλο Φορτούνιο, για το οποίο ο Ζακ Όφφενμπαχ έγραψε μια συνέχεια με τον τίτλο Το τραγούδι του Φορτούνιο.

Το θεατρικό έργο διασκευάστηκε συχνά σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρόκειται για την ιστορία με ένα φανάρι που έκαψε τα δάχτυλα αυτού που το άναψε:

Ο ηλικιωμένος διακεκριμένος συμβολαιογράφος μετρ Αντρέ είναι θυμωμένος με τη γυναίκα του, τη νεαρή και όμορφη Ζακλίν, επειδή ένας από τους υπαλλήλους του είδε έναν άντρα να σκαρφαλώνει στο μπαλκόνι της και θέλει να βρει αποδείξεις για να φέρει τον ένοχο στη δικαιοσύνη. Μπαίνει στο δωμάτιο της γυναίκας του που κοιμάται ή προσποιείται ότι κοιμάται. Αυτή ξυπνά και δικαιολογείται για τις υποψίες του με τόση επιδεξιότητα που ο Αντρέ πέφτει στα γόνατά της, της ζητά συγχώρεση για τις προσβολές του και αποχωρεί χωρίς να θέλει να ψάξει την κρεβατοκάμαρα. Μόλις φεύγει, η Ζακλίν ανοίγει γρήγορα τη ντουλάπα από όπου εμφανίζεται ο λοχαγός Κλαβαρός, ο εραστής της, ένας τολμηρός και ελκυστικός αξιωματικός. [3]

Μπροστά στον κίνδυνο και για να αποτρέψουν τις υποψίες του συζύγου, ο Κλαβαρός προτείνει στη Ζακλίν να βρει «ένα φανάρι», δηλαδή έναν αφελή νεαρό άνδρα που να τον κάνει να την ερωτευθεί και που κατά συνέπεια θα τον παρακολουθούν, ενώ ο αληθινός εραστής θα απολαμβάνει την κατάκτησή του ανενόχλητος. Η Ζακλίν δεν είναι ενθουσιάζεται με την ιδέα, αλλά ο Κλαβαρός επιμένει. Αναγκασμένη να καταφύγει σ' αυτό το κόλπο, η Ζακλίν επιλέγει τον Φορτούνιο, τον τρίτο υπάλληλο του συζύγου της, για να παίξει αυτόν τον ρόλο. Τυχαίνει ο Φορτούνιο να είναι τρελά ερωτευμένος με τη Ζακλίν και το ξαφνικό ενδιαφέρον που δείχνει γι 'αυτόν η κυρία, ζητώντας του μικρές χάρες, του δίνει ελπίδες ότι επιτέλους το αίσθημά του έγινε αντιληπτό και καταλήγει να της εξομολογηθεί τον έρωτά του. Έτσι, εκπληρώνει άψογα τον ρόλο του ενώ ο Κλαβαρός γελάει με την αφέλειά του, τον ειρωνεύεται στο τραπέζι και του επισημαίνει δόλια τη ζήλια του μετρ Αντρέ. Όταν, από μια συνομιλία που ακούει τυχαία, ο νεαρός Φορτούνιο ανακαλύπτει τι συμβαίνει και σε τι τον χρησιμοποιούν, τον καταλαμβάνει απόγνωση. [4]

Καθώς ο μετρ Αντρέ έχει νέες υποψίες και ψάχνει να βρει τον εραστή με άγριες διαθέσεις, ο Κλαβαρός που υποψιάζεται ότι η Ζακλίν αρχίζει να ερωτεύεται τον νεαρό υπάλληλο, τη συμβουλεύει να γράψει στον Φορτούνιο για να του δώσει ραντεβού, τα μεσάνυχτα, στον κήπο. Η Ζακλίν στέλνει το σημείωμα, αλλά συγκινημένη από τον έρωτα του νεαρού, φοβάται ότι ο άνδρας της θα συμπεριφερθεί πολύ βίαια μαζί του και τον καλεί στο δωμάτιό της για να τον ενημερώσει. Ο Φορτούνιο παρουσιάζεται και της λέει ότι ήξερε τα πάντα και, παρόλα αυτά, θα πήγαινε τα μεσάνυχτα για να πεθάνει για εκείνη, έτοιμος να κάνει τα πάντα γι' αυτήν. Συγκινημένη, η Ζακλίν προτιμά τον ειλικρινή έρωτα του Φορτούνιο από τον πιο επιπόλαιο του Κλαβαρός: ο σύζυγος και ο εραστής βρίσκονται ξεγελασμένοι από τους δύο νέους εραστές. Ρίχνεται στην αγκαλιά του νεαρού που, θριαμβευτικά, λέει με τη σειρά του για τον αξιωματικό: «Τραγουδήστε, κύριε  Κλαβαρός! »[5]

Τα πρόσωπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο παίζει σε δύο επίπεδα: τη φάρσα και τη ρομαντική ιστορία. Ο μετρ Αντρέ και ο Κλαβαρός είναι και οι δύο κωμικοί τύποι, διαφορετικοί μεταξύ τους αλλά τελικά εξίσου γελοίοι. Ο ηλικιωμένος σύζυγος, έτοιμος να πιστέψει τα πάντα, ασχολείται τελικά μόνο με την επιφάνεια, παντρεύτηκε μια πολύ νέα γυναίκα χωρίς να ενδιαφέρεται για τις προσδοκίες της. Ο εραστής, ικανοποιημένος με τον εαυτό του, πιστεύει ότι του επιτρέπονται τα πάντα. Κανείς τους δεν είναι συμπαθητικός και οι ατυχίες τους προκαλούν μόνο γέλιο χωρίς δεύτερη σκέψη. [6]

Ο Φορτούνιο, στον οποίο οι σχολιαστές του έργου βλέπουν ένα είδος alter ego του συγγραφέα που πιθανόν έζησε μια παρόμοια ιστορία στην εφηβεία του, είναι ένας συναισθηματικός νεαρός, ο κατεξοχήν ρομαντικός ήρωας, τρυφερός, ερωτευμένος με πάθος με τη νεαρή γυναίκα που είναι η πρώτη του αγάπη, που θα κάνει τη Ζακλίν να ανακαλύψει τον αληθινό έρωτα. Ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας είναι αναμφίβολα η Ζακλίν, που μεταμορφώνεται, εξελίσσεται και δείχνει πόσο απελπιστική ήταν η κατάσταση των γυναικών της εποχής της. Στο πλούσιο περιβάλλον στο οποίο ελίσσεται, απλά δεν έχει προοπτικές, καμία πραγματική δραστηριότητα, είναι παντρεμένη με έναν πολύ μεγαλύτερο άντρα που δεν έχει επιλέξει, πλήττει και ακόμη και ο εραστής της δεν αξίζει πραγματικά περισσότερο από τον άντρα της. Η μαντάμ Μποβαρύ (1856) δεν είναι τόσο μακριά. [7]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το φανάρι, μετάφραση: Κώστας Βάρναλης για παράσταση του Εθνικού θεάτρου το 1933.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]