Το ερωτικό γαϊτανάκι
![]() Ο Άρτουρ Σνίτσλερ το 1906 | |
Συγγραφέας | Άρτουρ Σνίτσλερ |
---|---|
Γλώσσα | Γερμανικά |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1903[1] 1897 |
Μορφή | θεατρικό έργο |
Τόπος | Βιέννη |
![]() | |
δεδομένα ( ) |
Το ερωτικό γαϊτανάκι (γερμανικά: Reigen) ή Ο κύκλος του έρωτα είναι θεατρικό έργο του Αυστριακού συγγραφέα Άρτουρ Σνίτσλερ που γράφτηκε το 1897. [2]
Ο συγγραφέας αρχικά δημοσίευσε το κείμενο και το διένειμε ιδιωτικά σε φίλους του. Το 1903 εκδόθηκε σε βιβλίο στη Βιέννη με τεράστια άμεση επιτυχία. Το 1904 απαγορεύθηκε από τη λογοκρισία που το θεώρησε πορνογραφικό και πυροδότησε ένα μακρύ σκάνδαλο που κράτησε πάνω από δύο δεκαετίες. Η πρεμιέρα έγινε στις 13 Οκτωβρίου 1912 στη Βουδαπέστη, χωρίς όμως τη συμμετοχή του συγγραφέα. Το 1920 ανέβηκε στο Βερολίνο και λίγους μήνες αργότερα στη Βιέννη και αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα θεατρικά σκάνδαλα του 20ού αιώνα. Οι πρώτες παραστάσεις οδήγησαν σε θύελλα αντιδράσεων, ταραχές, αντισημιτικό μίσος κατά του συγγραφέα και δύο ποινικές διώξεις εναντίον των διευθυντών των θεάτρων. Αν και αθωώθηκαν, ο συγγραφέας αρνήθηκε να ξαναπαιχτεί το έργο του, απαγόρευση που παρέμεινε σε ισχύ μέχρι τον Ιανουάριο 1982, οπότε, απαλλαγμένο από την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, το έργο άρχισε να ξαναπαίζεται με επιτυχία έως σήμερα.[3]
Το σπονδυλωτό έργο είναι μια πικρή σάτιρα για τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής. Αποτελείται από δέκα σύντομους διαλόγους μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας πριν και μετά από μια ερωτική συνάντηση. Ο θεατής είναι μάρτυρας της πολιορκίας, της αποπλάνησης, της λαχτάρας, της επιθυμίας για έρωτα και του τέλους της σύντομης σχέσης. Η ίδια η σεξουαλική επαφή δεν παρουσιάζεται στο κείμενο αλλά υπονοείται με παύλα. Μέσα από τις διαδοχικές συναντήσεις των ζευγαριών, που αποτελούνται από όλες τις κοινωνικές τάξεις, παρουσιάζεται η σεξουαλική ηθική της βιεννέζικης κοινωνίας γύρω στο 1900, που υπερβαίνει τα ταξικά όρια.[4]
Δομή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το έργο διαδραματίζεται στη δεκαετία του 1890 στη Βιέννη. Αποτελείται από δέκα σκηνές μεταξύ ζευγαριών εραστών. Κάθε ένας από τους δέκα χαρακτήρες, εμφανίζεται σε δύο διαδοχικές σκηνές, μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος, που ακολουθεί τη μορφή κυκλικού χορού (Reigen) στον οποίο οι καβαλιέροι και οι ντάμες εναλλάσσονται. [5]
Περιεχόμενο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πόρνη και ο στρατιώτης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αργά το βράδυ. Στη γέφυρα Άουγκαρτεν στη Βιέννη.

Μια πόρνη πλησιάζει έναν στρατιώτη που πηγαίνει στον στρατώνα. Αυτός της λέει ότι δεν έχει χρήματα αλλά η γυναίκα του προσφέρεται δωρεάν. Επειδή το σπίτι της είναι πολύ μακριά και δεν έχουν χρόνο πριν από την απαγόρευση κυκλοφορίας, κατεβαίνουν στην όχθη του Δούναβη. – Μετά τη συνουσία, ο στρατιώτης βιάζεται να φύγει για τον στρατώνα. Η πόρνη, αν και αρχικά είχε προσφερθεί δωρεάν, του ζητά λίγα χρήματα αλλά ο στρατιώτης αρνείται να της δώσει, κοροϊδεύει το παράξενο όνομά της, Λεοκάντια, και φεύγει καθώς η γυναίκα τον βρίζει και τον κατηγορεί για την ωμότητα του.[6]
Ο στρατιώτης και η υπηρέτρια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο πάρκο Πράτερ. Κυριακή βράδυ. Ένα μονοπάτι που οδηγεί από μια αίθουσα χορού στις σκοτεινές αλέες. Ακούγεται μουσική από μια πόλκα που παίζουν πνευστά.

Ο στρατιώτης Φραντς, που είναι έξω με άδεια, παρασύρει τη 19χρονη υπηρέτρια Μαρία από την αίθουσα χορού στο δημοφιλές πάρκο Πράτερ της Βιέννης, όπου είχαν γνωριστεί, μέσα από σκοτεινά μονοπάτια στα κοντινά λιβάδια. Εκείνη αντιστέκεται, αλλά δεν την ακούει και την τραβάει πιο πέρα. Άλλα ζευγάρια είναι ήδη αγκαλιασμένα στο γρασίδι, το κορίτσι φοβάται και θέλει να γυρίσει πίσω ανάμεσα στους ανθρώπους. Της απαντά ότι δεν τους χρειάζεται κόσμος, κάμπτει την αντίστασή της και εκείνη, αν και δεν θέλει, υποτάσσεται. – Μετά τη συνουσία, η Μαρία, ξαπλωμένη στο λιβάδι, παραπονιέται για το σκοτάδι και ο στρατιώτης την αγκαλιάζει για δεύτερη φορά. – Στη συνέχεια, θέλει να επιστρέψει στην αίθουσα χορού για να συνεχίσει τη βραδιά του με φίλους και να κάνει νέες κατακτήσεις. Δεν χρειάζεται να επιστρέψει στον στρατώνα μέχρι τα μεσάνυχτα, αλλά η υπηρέτρια πρέπει να φύγει και του ζητά να τη συνοδεύσει. Αρνείται, είναι πολύ νωρίς γι' αυτόν. Απρόθυμα, την προσκαλεί για ένα ποτήρι μπύρα και μετά, χορεύει με άλλη ντάμα.
Η υπηρέτρια και ο νεαρός κύριος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ζεστό καλοκαιρινό απόγευμα. – Οι γονείς λείπουν. – Η μαγείρισσα έχει έξοδο. – Η υπηρέτρια γράφει ένα γράμμα στην κουζίνα στον στρατιώτη που είναι ο εραστής της. Το κουδούνι χτυπάει από το δωμάτιο του νεαρού κυρίου. Η υπηρέτρια πηγαίνει στο δωμάτιο του νεαρού. Ο νεαρός κύριος είναι ξαπλωμένος στον καναπέ, καπνίζοντας και διαβάζοντας ένα γαλλικό μυθιστόρημα.
Ο Άλφρεντ, γιος καλής οικογένειας, είναι μόνος στο σπίτι το απόγευμα του Σαββάτου. Οι γονείς του έχουν πάει στην εξοχή και μόνο η υπηρέτρια Μαρί είναι εκεί. Κάθεται στην κουζίνα και γράφει ένα ερωτικό γράμμα στον στρατιώτη. Η ατμόσφαιρα είναι ζεστή και υγρή, υπάρχει κάτι στον αέρα. Ξανά και ξανά, με διάφορες προφάσεις, ο νεαρός παρασύρει τη Μαρί από την κουζίνα στο δωμάτιό του. Τελικά, της εκμυστηρεύεται ότι την είδε κρυφά στο δωμάτιό της να γδύνεται, την αγκαλιάζει και αρχίζει να τη γδύνει. Η κοπέλα αντιστέκεται χλιαρά: «Θεέ μου, δεν φανταζόμουν ότι ο κύριος Άλφρεντ θα μπορούσε να είναι τόσο κακός», και τελικά υποχωρεί. – Το κουδούνι χτυπάει, μια ευπρόσδεκτη δικαιολογία για τον νεαρό κύριο για να διώξει τη Μαρί. Όταν επιστρέφει, ο νεαρός έχει φύγει. Η υπηρέτρια κλέβει ένα πούρο από το γραφείο του για τον εραστή της, τον στρατιώτη.[7]
Ο νεαρός κύριος και η παντρεμένη γυναίκα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Απόγευμα. – Ένα δωμάτιο επιπλωμένο με απλή κομψότητα. Ο νεαρός κύριος μόλις μπήκε και ανάβει τα κεριά φορώντας ακόμη το καπέλο και το παλτό του. Μετά ανοίγει την πόρτα του διπλανού δωματίου και ρίχνει μια ματιά. Από τα κεριά στο σαλόνι, βλέπει ένα κρεβάτι με ουρανό, το φως λάμπει σε όλο το παρκέ. Κάθεται στην πολυθρόνα και σηκώνεται όταν ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η νεαρή γυναίκα.
Ο Άλφρεντ, ο νεαρός κύριος, έχει ραντεβού με την Έμμα. Όταν η παντρεμένη γυναίκα εμφανίζεται, είναι πολύ νευρική και φοβάται μήπως την είδαν και αποκαλυφθεί η μοιχεία της, ορκίζεται να μείνει μόνο για λίγο. Οι δυο τους είχαν ήδη συναντηθεί σε εξωτερικούς χώρους, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα σοβαρεύουν. Ο Άλφρεντ τη γοητεύει με δηλώσεις αγάπης και τελικά πηγαίνουν στην κρεβατοκάμαρα. – Η υπόθεση αποτυγχάνει, ο Άλφρεντ είναι πολύ νευρικός και δεν υπάρχει επαφή. Ταπεινωμένος, προσπαθεί να δικαιολογήσει την αποτυχία του με μια φράση από ένα μυθιστόρημα του Σταντάλ, όπου κάποιοι αξιωματικοί που διηγούνται τις ερωτικές τους περιπέτειες λένε ότι οι άνδρες αποτυγχάνουν ακριβώς με τις γυναίκες που αγαπούν περισσότερο. Η Έμμα προσποιείται ότι κατανοεί τη δύσκολη θέση του και τον παρηγορεί ότι από εδώ και πέρα θα είναι «καλοί φίλοι». Σύντομα όμως τον διεγείρει, η αρρενωπότητά του επιστρέφει. – Και οι δύο είναι περήφανοι και ικανοποιημένοι και κανονίζουν να συναντηθούν την επόμενη μέρα σε ένα χορό και έπειτα ξανά στο διαμέρισμα.[8]
Η παντρεμένη γυναίκα και ο σύζυγος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένα άνετο υπνοδωμάτιο. Δέκα και μισή το βράδυ. Η γυναίκα ξαπλώνει στο κρεβάτι και διαβάζει. Ο σύζυγος μόλις μπαίνει στο δωμάτιο με τη ρόμπα του.

Το ίδιο βράδυ, η νεαρή γυναίκα συναντά τον σύζυγό της Καρλ, ο οποίος, μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά, της περιγράφει τις δυσκολίες της ερωτικής ζωής πριν από τον γάμο. Υποκριτικά, ανησυχεί για τη μοίρα των κοριτσιών που γνωρίζουν τον έρωτα πριν τον γάμο: «Εσύ, της λέει, και άλλα κορίτσια από καλές οικογένειες, που μπορέσατε να περιμένετε ήσυχα μέσα στη φροντίδα των γονιών σας τον έντιμο άντρα που σας παντρεύτηκε, δεν γνωρίζετε σε τι δυστυχία οδηγεί τα περισσότερα από αυτά τα φτωχά πλάσματα η αγκαλιά της αμαρτίας». Μιλάει επίσης για την ανηθικότητα των μοιχαλίδων, η Έμμα προσπαθεί απαλά να υπερασπιστεί αυτές τις γυναίκες. Ο σύζυγος εξοργίζεται και περιγράφει την επιθυμία τους ως «επιφανειακή μέθη». Έπειτα, με επίγνωση της ηθικής του υπεροχής, αγκαλιάζει τη γυναίκα του. – Μετά τη συνουσία, επιστρέφουν οι αναμνήσεις της συζύγου από το μήνα του μέλιτος στη Βενετία. Υπονοεί ότι θα ήθελε να απολαμβάνει το πάθος του συζύγου της πιο συχνά. Κοιμάται.
Ο σύζυγος και το γλυκό κορίτσι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένας ιδιαίτερος χώρος, άνετος, με μέτρια κομψότητα. Η σόμπα καίει. Στο τραπέζι υπάρχουν τα υπολείμματα γεύματος: κρέμα, φρούτα, τυρί. Στα ποτήρια κρασιού ένα ουγγρικό λευκό κρασί. Ο σύζυγος στον καναπέ καπνίζει ένα πούρο Αβάνας. Η κοπέλα κάθεται δίπλα του στην πολυθρόνα και τρώει λαίμαργα κρέμα μαρέγκα.
Ο σύζυγος πλησίασε ένα «γλυκό κορίτσι»[9] στο δρόμο και πήγαν στο δωμάτιο ενός πανδοχείου, όπου της πρόσφερε δείπνο. Η κοπέλα απολαμβάνει την ασυνήθιστη πολυτέλεια. Και οι δύο λένε ψέματα, αυτός για τον τόπο διαμονής του και τον γάμο του, εκείνη για την αθωότητά της. Ο σύζυγος μεθάει από τα νιάτα της 19χρονης, το κρασί χρησιμεύει ως δικαιολογία, και ξαπλώνουν μαζί. – Ενώ το κορίτσι ακόμη ονειρεύεται χαρούμενα, ο σύζυγος έχει τύψεις και μάλιστα την υποπτεύεται για πορνεία. Το κορίτσι παραπονιέται για την αλλαγή στη συμπεριφορά του. Αυτός την κατηγορεί ότι τον παρέσυρε στην απιστία και όταν εκείνη μιλάει ελαφρά για τη μοιχεία αγανακτεί. Όλα αυτά δεν τον εμποδίζουν να σχεδιάσει μια μόνιμη σχέση μαζί της, αλλά την προτρέπει να ζει μια ηθική ζωή και θέτει έναν όρο: την απόλυτη πίστη.
Το γλυκό κορίτσι και ο γνωστός ποιητής
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένα μικρό δωμάτιο, επιπλωμένο με γούστο. Κόκκινες κουρτίνες που κάνουν το δωμάτιο μισοσκότεινο. Μεγάλο γραφείο με χαρτιά και βιβλία. Ένα πιάνο στον τοίχο. Απλώς μπαίνουν μαζί. Ο ποιητής κλείνει.
Μετά από μια βόλτα, ο επιτυχημένος ποιητής Ρόμπερτ πήρε το «γλυκό κορίτσι» στο σπίτι του. Οι πνευματικοί τους κόσμοι είναι θεμελιωδώς διαφορετικοί: ο δικός του είναι ο κόσμος της ποίησης, ο δικός της είναι η βέβηλη καθημερινότητα. Απολαμβάνει την αφέλειά της και εμπνευσμένος από την παρουσία της, αρχίζει να γράφει ποίηση. Αφού της έπαιξε πιάνο, ο ποιητής ο ποιητής φαντασιώνεται ότι βρίσκονται σε ένα ινδικό κάστρο. Το κορίτσι δεν καταλαβαίνει λέξη. Καθώς βγάζει τον κορσέ της, του ζητά να μην είναι «κακός». Μετά τη φιλάει με πάθος. – Στην έξαρση της σεξουαλικής ευδαιμονίας μετά τη συνουσία, ο ποιητής της αποκαλύπτει το διάσημο όνομά του. Όμως εκείνη δεν το έχει ακούσει ποτέ και εκείνος φιλοσοφεί για τη φήμη και της υπόσχεται να της δώσει εισιτήριο για ένα έργο του στο Μπούργκτεατερ λέγοντας: «Θα σε γνωρίσω καλύτερα μόνο όταν μάθω τι ένιωσες κατά τη διάρκεια της παράστασης».
Ο γνωστός ποιητής και η ηθοποιός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ένα δωμάτιο σε ένα εξοχικό πανδοχείο. Είναι ανοιξιάτικο απόγευμα, το φεγγάρι απλώνεται στα λιβάδια και τους λόφους, τα παράθυρα είναι ανοιχτά. Ο ποιητής και η ηθοποιός μπαίνουν.
Ο ποιητής και η ηθοποιός έχουν νοικιάσει ένα δωμάτιο σε εξοχικό πανδοχείο για το Σαββατοκύριακο για να αρχίσουν τη σχέση τους. Η πετυχημένη ντίβα είναι γεμάτη χάρες και ιδιοτροπίες και βασανίζει τον ποιητή, στα έργα του οποίου παίζει, με εναλλασσόμενη συμπεριφορά, κάνοντάς τον να νιώσει άλλοτε απόρριψη και άλλοτε γλυκιά υπόσχεση. Τώρα τον πειράζει με ανόητα παρατσούκλια, τον κάνει να ζηλέψει και τον στέλνει έξω από το δωμάτιο για να γδυθεί με την ησυχία της. Αφού εξάντλησε όλα της τα κόλπα, τελικά τον αφήνει να έρθει κοντά της. – Αφού συνοψίσει «Αυτό ήταν πιο ωραίο από το να παίζω σε ηλίθια έργα», η ηθοποιός συνεχίζει τις κοροϊδίες και τα εξευτελιστικά παρατσούκλια ακόμη και μετά τη συνουσία, ενώ σε αντάλλαγμα ο ποιητής επιτίθεται στη ματαιοδοξία της αποκαλύπτοντάς της ότι δεν παρακολούθησε την παράστασή της την προηγούμενη μέρα.
Η ηθοποιός και ο κόμης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το υπνοδωμάτιο της ηθοποιού, πολύ πλούσια επιπλωμένο. Είναι δώδεκα το μεσημέρι, τα στόρια είναι ακόμα κατεβασμένα, ένα κερί καίει στο κομοδίνο, η ηθοποιός είναι ακόμα ξαπλωμένη και διαβάζει εφημερίδες. Μπαίνει ο κόμης.
Δώδεκα το μεσημέρι. Η ηθοποιός είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Ο κόμης την επισκέπτεται και τη συγχαίρει για την υπέροχη ερμηνεία της το προηγούμενο βράδυ. Συζητούν λίγο για τα χρόνια της υπηρεσίας του σαν αξιωματικός στην Ουγγαρία. Στη συνέχεια συζητούν για τον έρωτα και την ευτυχία. Ο κόμης δεν πιστεύει σε τίποτε: ηδονή και μέθη, φευγαλέες αισθήσεις, ναι, αλλά αγάπη; Τότε η ηθοποιός αλλάζει τακτική, του κάνει κομπλιμέντα και ισχυρίζεται ότι έπαιξε μόνο για εκείνον το προηγούμενο βράδυ. Ο κόμης της φιλάει το χέρι και της υπόσχεται να επιστρέψει το βράδυ. Εκείνη όμως δεν το δέχεται και τον τραβάει κοντά της αμέσως. – Μετά τη σεξουαλική πράξη, ο κόμης προσπαθεί να κρατήσει αποστάσεις. Αρνείται άλλο ραντεβού το βράδυ μετά τη θεατρική παράσταση. Τον κοροϊδεύει, υποπτευόμενη ότι έχει μειωθεί η αρρενωπότητά του - μέχρι που τελικά αυτός συμφωνεί για μια συνάντηση για δεύτερη φορά εκείνη την ημέρα μετά το θέατρο.
Ο κόμης και η πόρνη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την επομένη, γύρω στις έξι. Ένα φτωχό δωμάτιο με φθαρμένες πρασινωπές κουρτίνες. Στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι βρίσκονται πεταμένα ακατάστατα γυναικεία ρούχα. Η πόρνη κοιμάται στο κρεβάτι αναπνέοντας ήρεμα. – Στον καναπέ είναι ξαπλωμένος ο κόμης, ντυμένος με το πανωφόρι του.
Ο κόμης ξυπνά σε έναν καναπέ σε ένα φτωχό, βρώμικο δωμάτιο. Η νεαρή πόρνη Λεοκάντια κοιμάται στο κρεβάτι. Κοιτάζει γύρω του έκπληκτος. Δεν μπορεί να θυμηθεί πώς και πότε κατέληξε εδώ. Το μόνο που ξέρει είναι ότι πρέπει να ήταν αρκετά μεθυσμένος. Υποθέτει ότι δεν κοιμήθηκε με την κοπέλα. Όταν η Λεοκάντια ξυπνά, του λέει για τη ζωή της: είναι είκοσι ετών, σκοπεύει να μετακομίσει στο κέντρο της πόλης και είναι στο επάγγελμα εδώ και ένα χρόνο. Αλλά καταστρέφει τη ρομαντική του ψευδαίσθηση ότι δεν είχε συμβεί τίποτε μεταξύ τους και αυτός λυπάται βαθιά για την παρακμή του. Καθώς φεύγει, η καθαρίστρια έξω μόλις αρχίζει τη δουλειά της και ο κόμης της δίνει φιλοδώρημα και της εύχεται απερίσκεπτα καληνύχτα. Του εύχεται «καλημέρα».[10]
Διασκευές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μερικές από τις διασκευές σε ταινία:
- 1920 : Der Reigen, σε σκηνοθεσία Ρίτσαρντ Όσβαλντ, με πρωταγωνιστές την Άστα Νίλσεν και τον Κόνραντ Φάιτ.
- 1945 : Farandole, σε σκηνοθεσία André Swobada
- 1950 : La Ronde, σε σκηνοθεσία Μαξ Οφίλς, με τους Ζεράρ Φιλίπ, Σιμόν Σινιορέ, Ζαν Λουί Μπαρό, Ντανιέλ Νταριέ
- 1964 : La Ronde, σε σκηνοθεσία Ροζέ Βαντίμ, με τους Τζέιν Φόντα, Μορίς Ρονέ, Ζαν Σορέλ , Ζαν-Κλοντ Μπριαλί
- 1973 : La Ronde (Reigen), σε σκηνοθεσία Ότο Σενκ
- 1982 : La Ronde, σε σκηνοθεσία Κένεθ Όβς
- 1988 : Rinbu, σε σκηνοθεσία του Ιάπωνα Μασάρου Κονούμα
- 1998 : Karrusel, τηλεοπτική σειρά σε σκηνοθεσία Claus Bjerre
- 2012 : 360, σε σκηνοθεσία Φερνάντο Μεϊρέγιες
Όπερα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- 1993: Reigen του Βέλγου συνθέτη Philippe Boesmans.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Γαϊτανάκι του Άρτουρ Σνίτσλερ, σε μετάφραση Πέτρου Μάρκαρη από θεατρική παράσταση σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν.
Μεταφράσεις στα ελληνικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Έρωτες, μτφ. Γιώργος Δεπάστας, εκδ. Νεφέλη, 2004
- Το ερωτικό γαϊτανάκι, μτφ. Νότης Παρασκευόπουλος, εκδ. Βακχικόν, 2016
- Ο κύκλος του έρωτα, μτφ. Κοραλία Σωτηριάδου, εκδ. Κάπα Εκδοτική, 2019 [11]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 11962710t. Ανακτήθηκε στις 24 Μαΐου 2017.
- ↑ . «ekdoseis.vakxikon.gr/shop/ekdoseis/vakxikon-Ο κύκλος του έρωτα».
- ↑ . «clickatlife.gr/theatro/Το ερωτικό «Γαϊτανάκι» του Άρθουρ Σνίτσλερ».
- ↑ . «getabstract.com/de/zusammenfassung/reigen».
- ↑ . «liwi-verlag.de/arthur-schnitzler-reigen/».
- ↑ . «studysmarter.de/schule/deutsch/drama/reigen/».
- ↑ . «gutenberg.org/The Project Gutenberg eBook of Reigen: Zehn Dialoge».
- ↑ . «inhaltsangabe.de/schnitzler/reigen/».
- ↑ Ο όρος «γλυκό κορίτσι» ήταν δημοφιλής στη Βιέννη γύρω στο 1895 και αναφερόταν σε μια σεξουαλικά διαθέσιμη γοητευτική νεαρή κοπέλα από ταπεινό υπόβαθρο στα βιεννέζικα προάστια. Ήταν ερωμένη νεαρών ανδρών ανώτερης κοινωνικής τάξης πριν παντρευτούν κάποια της δικής τους τάξης ή ηλικιωμένων ανδρών της ίδιας κοινωνικής τάξης που είχαν βαρεθεί τον γάμο τους.
- ↑ . «lektuerehilfe.de/arthur-schnitzler/reigen/zusammenfassung».
- ↑ . «protoporia.gr/snitsler-arthour-o-kuklos-tou-erota».