Το δαχτυλίδι της μάνας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το δαχτυλίδι της μάνας
Ημερομηνία δημοσίευσης1917
Μορφήόπερα

Το δαχτυλίδι της μάνας είναι τίτλος ελληνικής όπερας του Μανώλη Καλομοίρη, η οποία συντέθηκε το 1917 και υπέστη νέα επεξεργασία το 1939.

Ο συνθέτης την ονομάζει «μουσικόδραμα σε τρία μέρη» και είναι εμπνευσμένη από το ομώνυμο δράμα του Γιάννη Καμπύση, το οποίο γράφτηκε το 1898 και, με τη σειρά του, είναι εμπνευσμένο από τη ζωή του Κώστα Κρυστάλλη. Το λιμπρέτο έγραψε ο ποιητής Γιώργος Στεφόπουλος, που υπογράφει ως «Άγνης Ορφικός». Η μουσική του έργου εκδόθηκε το 1937 από τον εκδοτικό οίκο Γαϊτάνου και συνοδεύεται από εισαγωγικό σημείωμα του συνθέτη σχετικά με την ιστορία της δημιουργίας και την υπόθεση του έργου, η οποία παρατίθεται όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην ιταλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα.

Από την όπερα αυτή προέρχεται και η ομώνυμη σουίτα του συνθέτη για ορχήστρα, επίσης σε τρία μέρη: Πρελούδιο – Η είσοδος της Κυράς – Ξημέρωμα των Χριστουγέννων.

Η υπόθεση του έργου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο αρχίζει μία παραμονή Χριστουγέννων κάπου στη Θεσσαλία. Ο Γιαννάκης ο αρχιτραγουδιστής, έχοντας φύγει από τα ψηλά βουνά της πατρίδας του, σιγοσβήνει από το μαράζι. Η μάνα του προσπαθεί να τον παρηγορήσει. Ο Γιαννάκης, ξέροντας πως θα πεθάνει, ξεχύνει τον καημό του σε ένα λυρικό παραλήρημα. Στη συνέχεια ένας χωρικός, πατέρας της Ερωφίλης, την οποία ο Γιαννάκης λατρεύει απελπισμένα, έρχεται να αναγγείλει στη μάνα του ότι βρέθηκε αγοραστής για το θαυματουργό προγονικό δαχτυλίδι, και έτσι θα μπορέσει να γιατρέψει το παιδί της. Η μάνα, παρότι γνωρίζει την πατρογονική κατάρα να μην πουλήσει το δαχτυλίδι, δέχεται την πρόταση με πόνο. Ο Γιαννάκης παραδέρνει σε μία ονειροφαντασία με νεράιδες του βουνού και του κάμπου. Επιχειρεί τρικλίζοντας να πάει προς την εκκλησιά. Η μάνα του και η Ερωφίλη τρέχουν να τον συναντήσουν. Ημιλυπόθυμος, πέφτει στα σκαλιά της εκκλησιάς. Σωριάζεται στα πόδια της Ερωφίλης, πεθαίνοντας αφού πρώτα τραγουδήσει το στερνό του τραγούδι.

Ιστορία παραστάσεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας έγινε στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στις 8 Δεκεμβρίου 1917, από τον θίασο της Έλλης Αφεντάκη. Η μουσική διεύθυνση ήταν του συνθέτη, η διδασκαλία της χορωδίας του Α. Πρίφτη, τα σκηνικά του Ι. Αμπελά και οι χορογραφίες της Ελβίρας Βάιλ. Μεταγενέστερα, το έργο παρουσιάσθηκε άλλες έξι φορές μέχρι το 1960:

  1. 1928, «Θέατρο Ωδείου»: Σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη (η πρώτη σκηνοθεσία του), μουσ. διεύθυνση Μπούτνικοφ, σύμπραξη Νίνας Φωκά και Μαρίας Καλφοπούλου.
  2. 1931: Μουσ. διεύθυνση Δημ. Μητρόπουλου. Πρωταγωνιστές: Καίτη Ανδρεάδου, Πέτρος Επιτροπάκης, Μαρία Καλφοπούλου.
  3. 1933: Πρωταγωνιστές: Ελένη Νικολαΐδου, Γιάννης Αγγελόπουλος, Φανή Παπαναστασίου, Νίκος Μοσχονάς.
  4. 1940, Volksopera Βερολίνου
  5. 1949, Εθνική Λυρική Σκηνή: Μουσ. διεύθυνση Λεωνίδα Ζώρα, διδασκαλία χορωδίας Μιχ. Βούρτση, χορογραφίες Τατιάνας Βαρούτη, σκηνογραφία Ν. Ζωγράφου. Πρωταγωνιστές: Άννα Ρεμούνδου, Μιχάλης Κορώνης, Δημ. Ευστρατίου.
  6. 1958, Εθνική Λυρική Σκηνή: Σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, μουσ. διεύθυνση Λεωνίδα Ζώρα, διδασκαλία χορωδίας Μιχ. Βούρτση, χορογραφίες Λουκίας, σκηνογραφία Κλώνη, ενδυμασίες Γ. Τσαρούχη. Πρωταγωνιστές: Κική Μορφονιού, Μιχάλης Χελιώτης, Κώστας Πασχάλης.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ιφιγένεια Ευθυμιάτου-Σπύρου: Το αντίστοιχο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια (Χάρη Πάτση), τόμος 10, σελ. 535

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]