Τηνιακή μαρμαροτεχνία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Τηνιακή Μαρμαροτεχνία)

Η τηνιακή μαρμαροτεχνία είναι η χρήση του μαρμάρου για δομικούς και διακοσμητικούς λόγους όπως αυτή αναπτύχθηκε και καλλιεργήθηκε σε ένα από τα κέντρα της μαρμαροτεχνίας στον ελλαδικό χώρο και ειδικότερα στις Κυκλάδες, στο νησί της Τήνου, από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή. Η τηνιακή μαρμαροτεχνία είναι το τρίτο στοιχείο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς που εγγράφει η Ελλάδα στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της UNESCO, κατά της 10η διάσκεψη στη Ναμίμπια.[1][2][3]

Αρχαίοι χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάσει των αρχαιολογικών ευρημάτων η μαρμαροτεχνία γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη στους ρωμαϊκούς χρόνους. Την περίοδο αυτή ο Σάτυρος Φιλείνος πλούτισε από το εμπόριο και του μαρμάρου του νησιού. [4]Ο γλύπτης Φειδίας, σύμφωνα με την παράδοση η οποία καλλιεργήθηκε στους νεώτερους χρόνους, είναι ο δάσκαλος της γλυπτικής στο νησί. Σίγουρο είναι πως τήνιοι μαρμαροτεχνίτες συνέβαλαν στην οικοδόμηση των ιερών της νήσου Δήλου. Tο ιερό του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης στα Κιόνια της Τήνου (4ος-2ος αι. π.Χ.) οικοδομήθηκε από ντόπιους τεχνίτες.[5] Θέσεις εξόρυξης μαρμάρου στην Τήνο έχουν εντοπιστεί στις θέσεις Λυχναφτιά, Αετοφωλιά και Καρδιανή. Επίσης στη θέση Βαθύ γινόταν εξόρυξη λευκού και γκρίζου μαρμάρου. Μάρμαρο τήνου χρησιμοποιήθηκε στο θέατρο της Δήλου, στα θεμέλια του ναού του Απόλλωνα στη Δήλο και στην κρήνη του ιερού του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης στην Τήνο.[6] Στους ελληνιστικούς χρόνους υπήρχε εξόρυξη πράσινου μαρμάρου, αλλά δεν έχουν εντοπιστεί τα σχετικά λατομεία. Αυτό κυρίως οφείλεται στην υπερεκμετάλλευση των σχετικών κοιτασμάτων. Η πιθανότερη θέση ήταν το Λαγκάδι της Μαχαίρας. Στη θέση Κόκκινα Πετράδια,πάνω από τον όρμο Μαλί, σώζεται λατομείο βαθυπράσινου μαρμάρου των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων.[7]

Βυζαντινοί χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υποβάθμιση της περίοπτης γλυπτικής και η γενική νησιωτική απομόνωση δεν ενθάρρυναν την καλλιέργεια της τέχνης, χωρίς όμως και να την εξαφανίσουν. Τα πρώτα δείγματα χριστιανικής γλυπτικής εντοπίζονται στους παλαιοχριστιανικούς χρόνους (5ος-6ος αιώνας) αλλά και μεταξύ 7ου και 9ου αιώνα.[8] Η όποια δυσκολία εντοπισμού δειγμάτων χριστιανικής μαρμαροτεχνίας οφείλεται στις ιστορικές περιπέτειες που γνώρισε το νησί ή σε συνεχείς ανακαινίσεις.[9] Μετά την εικονομαχία και κυρίως μεταξύ 10ου-12ου αιώνα αυξήθηκαν τα δείγματα της τέχνης αυτής και συνεχίστηκαν κατά το 13ο και το 14ο αιώνα. Τόποι εξόρυξης κατά τους βυζαντινούς χρόνους ήταν οι θέσεις Κουμάρος, Αγιά, Καλαμίσι και όπου αλλού εντοπίζεται το γκρίζο φιλιάρικο μάρμαρο.[8] Για την επαγγελματική οργάνωση των βυζαντινών μαραμαρίων συμπεραίνεται πως από την ανισομέρεια της ποιότητας των γλυπτών υπήρχαν οι μεμονωμένοι τεχνίτες αλλά και τα συγκροτημένα εργαστήρια. Η επανάληψη πιο παλιών προτύπων, ο εντοπισμός δειγμάτων άσκησης μαθητευόμενων σε μάρμαρο, οι επιγραφικές μαρτυρίες για ανάληψη παραγγελιών πιστοποιούν την ύπαρξη εργαστηρίων στο νησί την περίοδο αυτή.[10]

Λατινοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ναός του Αγίου Μάρκου για τη διακόσμηση του οποίου έγινε χρήση πράσινου Τηνιακού μαρμάρου

Στους χρόνους κατοχής του νησιού από τους Βενετούς, από το 1207 έως το 1715, η μαρμαροτεχνία γνώρισε νέα ανάπτυξη στο νησί. Οι συνθήκες ηρεμίας και ασφάλειας, η οικοδόμηση αρχοντικών και ναών, η θετική στάση της Καθολικής Εκκλησίας απέναντι στη γλυπτική, οι επικοινωνία με τη Βενετία και τη βενετοκρατούμενη Κρήτη και αυτή η ίδια η παρουσία της πρώτης ύλης συμβάλουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι χαρακτηριστικό πως για την ανοικοδόμηση και διακόσμηση της Βασιλική του Αγίου Μάρκου αλλά ακόμα και της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη.[8] Στο νησί την περίοδο αυτή διασώζονται οικόσημα και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη.[8]

17ος αιώνας, τα πρώτα επώνυμα εργαστήρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρις σε σωζόμενες επιγραφές από τον 16ο αι. κιόλας έχουμε την πληροφορία για την ύπαρξη εργαστηρίων οργανωμένων που ασκούν την τέχνη και του οικοδόμου παράλληλα με αυτήν του μαρμαροτεχνίτη και την κληρονομική διαδοχή στο επάγγελμα. Ένας τέτοιος είναι ο Ιωάννης Απέργης του Φραντζέσκου που διακόσμησε το καθολικό του Αγίου Νικολάου της Βάνης και την εκκλησία της Παναγίας στο Φαλατάδο (1675).[8] Στις αρχές του 18ου αιώνα έχουμε επίσης τον υπογραφόμενο μαρμαροτεχνίτη με τα αρχικά XC.[11]

Τουρκοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την αυτονόμηση του μαρμαροτεχνίτη από τον οικοδόμο και την έξοδό του από τα στενά όρια του νησιού του καθώς αυτό έχει ενταχθεί στα ευρύτερα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι νέες συνθήκες (κοινοτική αυτοδιοίκηση) συμβάλουν στην καλλιέργεια της τέχνης του μαρμάρου. Η εκκλησιαστική μαρμαρογλυπτική αποκτά έναν πιο ξυλογλυπτικό χαρακτήρα-συμβολή ενός εργαστηρίου από τον Πύργο, εργασία του οποίου έχει εντοπιστεί στην Άνδρο.[12] Την περίοδο αυτή έχουμε μαζική παραγωγή φεγγιτών, όχι άσχετης με την καλλιέργεια της σηροτροφίας που γίνεται στο νησί, όλο και πιο περίτεχνα διακοσμημένων.[13] Στην περίοδο αυτή έρχονται ωστόσο στην Τήνο να εργαστούν μαρμαροτεχνίτες και από άλλα νησιά, όπως από την Πάρο.[14]

18ος αιώνας έως το 1830[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη υπέρθυρου με επιχρύσωση στη λιτή του καθολικού της Μεγίστης Λαύρας, Άθως, 1814. Τηνιακό συνεργείο Μεγίστης Λαύρας.[15]

Στο δεύτερο μισό και κυρίως στα τέλη του 18ου αιώνα η τέχνη συστηματοποιείται ακόμα πιο πολύ και αυτό αποτυπώνεται στην καλύτερη οργάνωση των λατομείων, τη διεύρυνση της πελατείας, την αυξημένη παραγωγή, την αύξηση του αριθμού των μαστόρων, την εκπόνηση σχεδίων. Η διεύρυνση των επαφών με την Κωνσταντινούπολη και η παρουσία εκεί δραστήριας τηνιακής κοινότητας, τα μέλη της οποίας εργάζονται στα ντόπια εργαστήρια, συμβάλουν στην εισαγωγή του λεγόμενου οθωμανικού Μπαρόκ.[16] Η τέχνη των Τηνίων είναι περιζήτητη, κρίνοντας από τον εντοπισμό παραγγελιών που εκτέλεσαν στο Άγιο Όρος (Μονή Ζωγράφου), στη Νάξο (μητροπολιτικός ναός Ζωοδόχου Πηγής), στην Άνδρο (Φωτοδότης Μονή Παναχράντου, Άγιος Νικόλαος Σόρα.[17] Τα εργαστήρια που δρούσαν αυτήν την περίοδο ήταν οικογενειακά αλλά συνεργάζονταν με μεμονωμένους μαρμαράδες, συνεταιριστικά ή υπεργολαβικά ή ως κομπανίες. Στις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα εντοπίζονται έργα στη Μονή Ζωγράφου (1801), στη Μονή Ξηροποτάμου, στη Μονή Μεγίστης Λαύρας, στη Μονή Εσφιγμένου, στη Μονή Μεγίστης Λαύρας, Μονή Κουτλουμουσίου, Μονή Αγίου Παντελεήμονος, στη Μονή Ξενοφώντος[18], στη Μονή Αγίου Παύλου και στη Μονή Κωνσταμονίτου.[19] Την περίοδο αυτή εμφανίζονται επώνυμες δουλείες των Νικολάου Χατζησίμου, Δημήτριου Φιλιππότη, Ζαφείρη Χαλέπα, Αντώνη, τηνιακού μαρμαρά, Γιαννούλη Σκούτραλη ή Ντηνιακού, Νικόλαου Χατζησίμου, Ευστράτιου Καλονάρη.[20]

Η τέχνη του Μπαρόκ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα δείγματα της μπαρόκ τεχνοτροπίας είναι τα τέμπλα της Φανερωμένης στη Βαθή (1780) και της Λεμονήτρα στον Πάνορμο (1786). Στις αρχές του 19ου αιώνα το μπαρόκ διαδίδεται ακόμα πιο πολύ.[21]

Από το 1830 και ο Νεοκλασικισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τέχνη αποκτά πιο εργαστηριακό χαρακτήρα ενώ η εντατικοποιείται η λατόμευση του μαρμάρου στο νησί. Δύο είναι οι βασικοί άξονες άσκησης της τέχνης: η εμπειρική-πρακτική ή εφαρμοζόμενη και η καλλιτεχνική με αισθητικές και πιο δημιουργικές αναζητήσεις. Συνυπάρχουν ο πρακτικός με τον σπουδαγμένο ενώ αρχίζει να κυριαρχεί ο Νεοκλασικισμός με διατηρούμενα κάποια στοιχεία μπαρόκ. Η νέα πρώτευσα του Ελληνικού κράτους, η Αθήνα, έγινε το νέο κέντρο δράσης των Τηνίων μαρμαροτεχνιτών[22]. Τα λατομεία της Πεντέλης και η κατασκευή των ανακτόρων-με χρήση και τηνιακού μαρμάρου[23] είναι τα νέα πεδία δράσης και δημιουργίας τους. Δημιουργούνται εργαστήρια από τους αδελφούς Μαλακατέ, Γιαννούλη Βιδάλη ή Φυταλή, Κοσμά Απέργη. Αγωγοί επαφής τους με την κλασικισμό και την ακαδημαϊκή τέχνη είναι οι Γερμανοί αρχιτέκτονες και οι Ιταλοί τεχνίτες και η φοίτηση αρκετών Τηνίων, στο Βασιλικό Σχολείο των Τεχνών και το Πολυτεχνικό Σχολείο.[24] Δραστηριοποιούνται στις αναστηλώσεις στην Ακρόπολη, στον Παρθενώνα, στον Κεραμεικό.[25] Τηνιακό μάρμαρο χρησιμοποιείται επίσης για την ανέγερση του ναού Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη στην Αθήνα.[26]ενώ ο αρχιτέκτονας και πολεοδόμος Σταμάτης Κλεάνθης σε έκθεση στο Λονδίνο παρουσιάζει το πράσινο Τηνιακό μάρμαρο προξενώντας μεγάλη εντύπωση.[27]

Εικοστός αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τα τέλη του 19ου αιώνα και κυρίως σε όλη τη διάρκεια του 20ου, Τήνιοι μαρμαροτεχνίτες δραστηριοποιούνται εκτός νησιού σε άλλες πόλεις της Ελλάδας με τη δημιουργία μαρμαρογλυφείων ή μαρμαροβιομηχανικές μονάδες. Στην Τήνο σημαντικά εργαστήρια έως τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο υπήρξαν στον Πύργο και στην Παραλία Πανόρμου των Γεωργίου Καπαριά[28], Γιάννη Καπαριά, Κώστα Καπαριά, Μιχαλάκη Λυριτη, Δημήτρη Λυρίτη, Ιωάννη Λυρίτη ή Καραΐσκου, Νικόλα Περάκη, Γιάννη Χαλκίοπουλου, Μιχάλη Κουσκουρή, Γιάννη Φιλιππότη, ενώ στα Υστέρνια των Νικολάου Ρήγου-Σιλβάνη, Γιάννη Ονούφριου Βιδάλη, Γιακουμή Βιδάλη ή Μαυράκη, Φίλιππα Παλαμάρη ή Σκούγιου. Από τον μεσοπόλεμο και ειδικά τη δεκαετία του 1930 σημειώνεται μια τεχνοτροπική στροφή στο νεοβυζαντινισμό με εισηγητές τους Λάζαρο και Θεόδωρο Λυρίτη.[29] Μεταπολεμικά η εσωτερική μετανάστευση έπληξε δημογραφικά το νησί καθώς αρκετοί Τήνιοι έρχονται στην Αθήνα. Παρέμειναν στο νησί οι Μιχάλης Κουσκουρής, Γιάννης Καπαριάς, Γιάννης Φιλιππότης, Γιακουμής Βιδάλης.[30]

Η κοινωνική θέση του Τήνιου μαρμαροτεχνίτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κοινωνική θέση του μαρμαροτεχνίτη προσδιορίζεται από την επιφάνεια του εργαστηρίου του. Ανήκει στην άρχουσα τάξη του νησιού, ενώ το επάγγελμά του είναι κοινωνικό και επαγγελματικό πρότυπο για τις νέες γενιές. Οι γεωργικές ασχολίες μεταβιβάζονται στις γυναίκες του νησιού. Αυτό αποτυπώνεται στο δημοτικό τραγούδι: Εμένα του πουλάκι μου δεν σπέρνει, δε θερίζει, /μόνο το μαντρακά κρατεί και μάρμαρα σκαλίζει/Αμπέρι μου των αμπερίω,/ στολίδι των παλικαριώ[31] Όσοι επίσης εργάζονται εκτός Τήνου, είτε στην Αθήνα, είτε στη Σμύρνη εγκαταλείπουν τον προσδιορισμό τους ως λιθοξόων ή εργολάβων αποδεσμευμένοι από το συντηρητικό πνεύμα των μικρών κλειστών κοινοτήτων της γενέτειράς τους και λόγω των ικανοτήτων ή του κύρους τους ή και των σπουδών τους και ονομάζονται γλύπτες.[32]

Η Σχολή Καλών Τεχνών Πανόρμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Πύργο της Τήνου πρωτοτέθηκε το αίτημα δημιουργίας σχολής μαρμαροτεχνίας. Πρόδρομες άτυπες μορφές σχολών ήταν από τα μέσα του 19ου αιώνα τα εργαστήρια των αδελφών Μαλακατέ και των αδελφών Φυτάλη στην Αθήνα. Στον 20ο αιώνα έχουμε τα εργαστήρια του Ιωάννη Καρπάκη (γνωστό και ως Καρπάκειο Πολυτεχνείο), του Νικόλα Περάκη στον Πύργο και του Γιαννούλη Κουλούρη στην Αθήνα. [33] Στον 20ο αιώνα τη δεκαετία του 1930 ο αρχιτέκτονας Σωκράτης Λυρίτης εκπαιδεύει μαθητές στην επεξεργασία του μαρμάρου στα πλαίσια της επιχείρησης Καραγεώργη στη Βαθή Τήνου, ενώ ο Αλκιβιάδης Λαμπαδίτης στον Πύργο έχει μια αντίστοιχη πρακτική καλλιτεχνική σχολή Το 1943 στην Αθήνα στο εργαστήριο του Γιαννούλη Κουλούρη συγκροτείται μετά και από εισήγηση του Λούβαρη το πρώτο καταστατικό Σχολής μαρμαροτεχνίας. Το 1955 ιδρύεται τελικά το Προπαρασκευαστικόν και Επαγγελματικόν Σχολείον Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου μετά από εισήγηση στη Βουλή του τηνιακού βουλευτή Παύλου Λιαρούτσου Η φοίτηση στη σχολή ήταν τριετής ενώ οι δύο πρωτεύοντες απόφοιτοι είχαν τη δυνατότητα εγγραφής χωρίς εξετάσεις στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα, ενώ μπορούσαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους με υποτροφία του Πανελλήνιου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.[34]

Τηνιακά εργαστήρια της διασποράς (19ος-20ος αι)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Στην Αθήνα έχουμε τους: Πέτρο Μαλακατέ και τους γιους του Ιάκωβο και Φραγκίσκο, Γιαννούλη Βιδάλη (Φυτάλη) και τον γιο του Ιωάννη. Τους αδελφούς Γεώργιο (ο οποίος φιλοτέχνησε τον ανδριάντα του Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ στα προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας[35]), Λάζαρος (μαζί με το προηγούμενο αδελφό του φιλοτεχνούν το μνημείο του Ανδρέα Μετεξά στο Α΄Νεκροταφείο Αθηνών[36] και Μάρκο Φυτάλη, Κοσμά Απέργη, Ιωάννη Χαλεπά, Δημήτριο Φιλιππότη, Γαβριήλ Ρενιέρη, Εμμανουήλ Βούλγαρη, Νικόλαο Περάκη, Ιωάννη Λαμπαδίτη, Ιωάννη Βούλγαρη, τους αδελφούς Λάζαρο και Θεόδωρο Λυρίτη (γλυπτά Αγίου Ιωάννου Μαρκοπούλου)[37], Ιωάννη Καρπάκη, Γιαννούλη Κουλούρη,Μανώλη Βούλγαρη, Μανώλη Βούλγαρη ή Μπάρμπα-Μανώλη, Ιωάννη Λαμέρα, Νικόλαο Περάκη, τους αδελφούς Πέτρο και Νίκο Περάκη, Κώστα Περάκη, Χαράλαμπο Τζαβελόπουλο, Αργύριο Φόρτωμα και τους αδελφούς Τζώρτζη και Μιχάλη Γαΐτη.
Ο ανδριάντας του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στα προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Φιλοτεχνήθηκε από τον Γεώργιο Φυτάλη το 1872[38]
  • στον Πειραιά τους: Ιωάννη Χαλεπά, Φίλιππο Ρήγο ή Σαπέρα, Ονούφριο Κουβαρά, Νικόλαος Κουβαρά, Νικόλαο Σπανό, Γεώργιο Σώχο, Τζώρτζη Σκάρη,Αργύριο Μαραβέλλια.
  • στην Πάτρα: τους Λάζαρα Σώχο, Ιωαννη Καθρέπτη, Μαιχαήλ Καθρέπτα.
  • στην Τρίπολη τους: Ιωάννη Θεοτίκος, Γεώργιος Γαβαλάς, Νικόλαος Ρήγος, Ιωάννη Μηνά Χαλκίοπουλο, Χαράλαμπο Τζαβελόπουλο, Ιωάννη Καλούμενο και τους γιους του Γιώργο και Αλέκο και Αντώνιο Σπόρο
  • στον Πύργο Ηλείας: τους Μάρκο Τάρταρη και Ευάγγελο Αρμακόλλα
  • στην Καλαμάτα τον Ευάγγελο Λαμέρα
  • στη Χαλκίδα: τον Ιωάννη Πρίντεζη
  • στο Αγρίνιο τον Δημήτριο Κελεμένη
  • στο Μεσολόγγι τον Προφήτη
  • στη Χίο: τον Κοντογεώργη (;)
  • στην Πάρο τον Σίμο και Γεώργιο Ζικάκη[39]
  • στη Νάξο:ο Γιαννούλης Σκούτραλης (φιλοτεχνεί τέμπλα σε Φιλώτι και Απεράθου)[40]
  • στη Λάρισα τους Σκούταρη και το γιο του Ευάγγελο και τον Ιωάννη Παλαμάρα
  • στην Καβάλα τους Μάρκο Σαμούχο, Νικηφόρο Σκαρή
  • στη Σάμο: ο Νικόλαος Περράκης (φιλοτέχνησε το τέμπλο του Αγίου Νικολάου Σάμου, τον άμβωνα και τον δεσποτικό θρόνο του Αγίου Νικολάου στο Μεσαίο Καρλόβασι, το τέμπλο και δύο εικονοστάσια του ναού Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου στο Καρλόβασι, το τέμπλο του Αγίου Νιολάου Κοκκαρίου, τις σκάλες του κεντρικού κλίτους της Κοιμήσεως Θεοτόκου στο Καρλόβασι, τον άμβωνα του της Μεταμορφώσεως Πυθαγορείου, το καμπαναριό και το τέμπλο του ναού του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου στη Λέκα, το τέμπλο της Αγίας Τριάδας στην Παγώνδα και της Παναγίας στα Κοντακέικα της Σάμου), ο Ιωάννης Φιλιππότης (σχεδίασε τέμπλα πλαγίων κλιτών Αγίου Νικολάου Κοκκαρίου και Παναγίας και Αγίου Νικολάου Καρλοβασίου), ο Ιωάννης Κυραρίνης (κατασκεύασε τέμπλο Αγίου Γεωργίου Μαυρατζαίων και άμβωνα Αγίου Νικολάου Κοκκαρίων).[41]
  • στη Θεσσαλονίκη το Νικηφόρο Σκαρή
  • στη Σύρο τους Γεώργιο Βιτάλη (τέμπλο Αγίου Νικολάου Ερμούπολη, τέμπλο Αγίου Ιωάννη στη Δελλαγράτσια)[42], Ιωάννη Χαλεπά, Φραγκίσκο Βουτσίνο, Νικόλαο Ιερώνυμο, Ματθαίο Ιερώνυμο
  • στα Ιόνια νησιά: οι παράγοντες οι οποίοι συνέβαλαν στην επιβολή των τηνιακών δημιουργών στα Ιόνια νησιά ήταν η Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, το κενό που δημιουργήθηκε λόγω έλλειψης διαδοχής των επτανησίων καλλιτεχνών στις αρχές του 19ου. αι. και οι μεγάλες ανάγκες σε τιμητικές προτομές και ανδριάντες σε δημόσιους χώρους και για επιτύμβια γλυπτά μετά τη δημιουργία οργανωμένων κοιμητηρίων από τα μέσα του 19ου αι.. κ.εξ.[43] Δραστηριοποιούνται οι Ιάκωβος Μαλακατές (επιτύμβια τάφων σε Ζάκυνθο, Λευκάδα, Κεφαλονιά)[44] αδελφοί Φυτάλη (νεκροταφείο Κέρκυρας)[45] ο Δημήτριος Φιλιππότης (νεκροταφείο Δράπανου στο Αργοστόλι)[46]ο Κοσμάς Απέργης[47] ο Νικόλαος Βιτάλης (νεκροταφείο Κέρκυρας)[48] ο Στέφανος Βαρούτης (νεκροταφείο Αγίου Σπυρίδωνα Κέρκυρας)[49] ο Βερνάρδος Σκαλκώτος (νεκροταφείο Δραπάνου Κεφαλλονιάς)[50] ο Γαβριήλ Ρενιέρης (νεκροταφείο Λευκάδας).[51] Επίσης οι αδελφοί Βούλγαροι σε νεκροταφεία Αγίου Σπυρίδωνα Κέρκυρας, Λευκάδας, Ληξουρίου, Δημοτικό Κέρκυρας) και Λάζαρος Σώχος (νεκροταφείο Ληξουρίου).[52] Τέλος οι Ιωάννης Καρπάκης, Ευριβιάδης Λαμπαδίτης και Γιαννούλης Κουλουρής ολοκληρώνουν τους Τηνίους δημιουργούς έργων ταφικών στα ιόνια νησιά.[53]
  • στην Αίγυπτο (Αλεξάνδρεια) τους: Αντώνιος Φιλιππότης, Χαρίλαος Μπας, αδελφοί Ιάκωβος και Δημήτριος Βαρούτης, Ν. Γιούργος, Εμμναούλη Σαμοθράκης, Βασίλειος Μπας και Νικόλαος Β. Μπας, Γεώργιος Βιτάλης, Ηλίας Μαυράκης, Δημήτριος Κασσάρχης, Ιωάννης Ρήγος, Αλέξανδρος Σκούταρης, Νικόλαος Ρήγος, Δ. Καραγεώργης, Θεόδωρος Ζέρβας, Α(μβρόσιος) Κασσάρχης
  • στη Νότια Ρωσία: Γεώργιος Μαυράκης, Ιάκωβος Περαντάκος, Φίλιππος Παλαμάρης ή Σκούγιος, Ονούφριος Μορισαίος
  • στη Σμύρνη τους: Ευστράτιο Καλονάρο, Βιδάλες Γιαννούλη, Πέτρο Σαβέρα,[54] Ιωάννη Χαλεπά,[55] Ιάκωβο Ρήγο,[56] αδελφοί Σταμ. Ευπατρίδου,[57] Π.Καλούμενος, Πέτρος Μαυρομάρας, Γιαννούλη Κόπελο, Κ. Κόπελο, Νικ. και Δημ. Μαΐνα, Πέτρο Καραγεώργη, Ιάκωβο Πατό, Νικόλαου Περάκη,[58] Γιαννακό Λαλούδη[59] Στ.Κολλάρο, Γεώργιο Σκαρή.[60] Γενικά οι Τήνιοι μαρμαράδες οι οποίοι δραστηριοποιούνται στη Σμύρνη διακρίνονται σε μόνιμα εγκατεστημένους και σε ευκαιριακώς ή περιοδικώς δραστηριοποιούμενους στην περιοχή.[61]
  • στο Βουκουρέστι: Μέλη γνωστών Τηνιακών μαρμαράδων ήταν οι Βασιλέ, Βιδάλη, Γαΐτη, Γάσπαρη, Κελεμένη, Κολάρου, Κολιού, Κουβαρά, Κουσκουρή, Λαμέρα, Λαμπαδίτη, Λυρήτη, Μιχελή, Ξυπολιτίδη, Ξυναργιανού,Πειπέρη, Προφώτη, Φορτόμου, Φώσκολου, Χαλεπά, Χρυσού.[62]Οι Τήνιοι μαρμαράδες είχαν συγκροτήσει Συντεχνία προστάτης άγιος της οποίας ήταν ο Άγιος Χαράλαμπος.[63]

Μουσείο Μαρμαροτεχνίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας λειτουργεί στον Πύργο της Τήνου και δημιουργήθηκε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς[64]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 
  2. «Τηνιακή Μαρμαροτεχνία: Εκδήλωση για την ένταξη στον κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco». Ναυτεμπορική. 15 Απριλίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουλίου 2016. 
  3. «Η Τηνιακή Μαρμαροτεχνία στον κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς». Ανακτήθηκε στις 30 Ιουλίου 2016. 
  4. Σωτήριος Ραπτόπουλος, Κυκλάδες νήσοι. Συμβολή στην οικονομική του ιστορία κατά την Ελληνιστική και Αυτοκρατορική εποχή. Εμπορικοί δρόμοι,οικονομικά συστήματα, τοπική παραγωγή, εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο, αμφορείς εμπορικού τύπου, Διδακτορική διατριβή τμήμα Ιστορίας της τέχνης και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δελφοί-Θεσσαλονίκη 2010, Τρίπολις 2014, σελ.137-138
  5. Φλωράκης (2008), σελ. 14.
  6. Αναστάσιος Ορλάνδος, Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων και οι τρόποι εφαρμογής αυτών κατά τους συγγραφείς,τας επιγραφάς και τα μνημεία,εκδ. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήναι, 1994, σελ. 78, υποσ.7
  7. Φλωράκης (2008), σελ. 15.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Φλωράκης (2008), σελ. 16.
  9. Φλωράκης (2005), σελ. 96.
  10. Φλωράκης (2005), σελ. 98.
  11. Φλωράκης (2008), σελ. 18.
  12. Φλωράκης (2008), σελίδες 18–19.
  13. Φλωράκης (2008), σελ. 19.
  14. Αλέκος Φλωράκης, «Ένας Παριανός μαρμαράς στην Τήνο», Παριανά, τχ.83 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2001), σελ.281-297
  15. Φλωράκης (2008), σελ. 29.
  16. Φλωράκης (2008), σελίδες 19–20.
  17. Φλωράκης (2008), σελίδες 20, 23.
  18. Δ.Ζ.Σοφιανός, «Χατζή-Αντώνης Λύτρας ο Τήνιος και τα μαρμαρόγλυπτά του στη Μονή Ξεκοφώντος του Αγίου Όρους», Τηνιακά, τομ.3 (2005), σελ.117-141
  19. Φλωράκης (2008), σελ. 24.
  20. Φλωράκης (2008), σελίδες 24, 27, 29.
  21. Φλωράκης (2008), σελίδες 23, 24.
  22. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτηρά, «Τηνιακοί μαρμαράδες στην Αθήνα του Όθωνα», Τηνιακά, τομ.1 (1996), σελ.261 κ.εξ
  23. Αικατερίνη Δεμενεγή-Βιριράκη, Παλαιά Ανάκτορα Αθηνών 1836-1986, εκδ. Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, 1994, σελ.169, υποσ.74
  24. Φλωράκης (2008), σελ. 32.
  25. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτηρά, «Τηνιακοί μαρμαράδες στην Αθήνα του Όθωνα», Τηνιακά, τομ.1 (1996), σελ.261
  26. Ευγένιος Δαλέζιος, Ο εν Αθήναις καθεδρικός ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (1865-1965). Μετά συντόμου ιστορίας των καθολικών ενοριών της ηπειρωτικής Ελλάδος (1830-1965), Αθήναι, 1965, σελ.70-71
  27. Όλγα Μπαδήμα-Φουντουλάκη, «Ιστορικά στοιχεία για τα λατομεία μαρμάρου της Πάρου και της Τήνου γύρω στα 1850»,Παριανά, τχ.71 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1998), σελ.326
  28. Αλέξης Δημοσθ.Αλεξίου, «Δύο μαρμαρόγλυπτα τέμπλα του Γ.Καπαριά στις Β. Σποράδες», στο:Δώρον-Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Νίκο Νικονάνο, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ.237-247
  29. Φλωράκης (2008), σελίδες 36–37.
  30. Φλωράκης (2008), σελ. 37.
  31. Φλωράκης (2008), σελ. 90.
  32. Φλωράκης (1998), σελ. 268.
  33. Φλωράκης (2008), σελ. 40.
  34. Φλωράκης (2008), σελ. 42.
  35. Ηλίας Μυκονιάτης, «Οι Ανδριάντες του Ρήγα και του Γρηγορίου Ε' στα προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας και το πρώτο κοινό τους», Ελληνικά, τομ.35 (1984)σελ.355-370
  36. Θεοδώρα Μαρκάτου, «Το νεκροταφείο του Δραπάνου στο Αργοστόλι,τόπος τέχνης και ιστορίας», Κεφαληνιακά χρονικά, τομ6 (1994),σελ.529
  37. Αλέκος Φλωράκης, «Τα γλυπτά έργα του Αγίου Ιωάννη Μαρκοπούλου και οι Τήνιοι αδελφοί Λυρίτη», στο: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Μαρκοπούλου, Αφιέρωμα στα 100 χρόνια του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου Μαρκοπούλου, Πρακτικά διημερίδας (Μαρκόπουλο 15-16 Μαΐου 2004), Αρχειακή έρευνα,αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, Μαρκόπουλο, 2008, σελ.173-200
  38. Ηλίας Μυκονιάτης, «Οι Ανδριάντες του Ρήγα και του Γρηγορίου Ε' στα προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας και το πρώτο κοινό τους», Ελληνικά, τομ.35 (1984)σελ.366
  39. Αλέκος Φλωράκης, «Σίμος Ζικάκης και οι μάστοροι της Αγίας Τριάδας Λευκών»,Παριανά, τχ.67, (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1997), σελ.342-343
  40. Αλέκος Φλωράκης, «Δρόμοι και επιδράσεις στη Ναξιακή μαρμαρογλυπτική», στο:Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Πρακτικά του Δ' Πανελληνίου Συνεδρίου με θέμα: Η Νάξος διά μέσου των αιώνων(Κωμιακή 4-7 Σεπτεμβρίου 2008) Αθήνα, 2013,σελ.207-208
  41. Μανώλης Βαρβούνης, «Κυκλαδίτες μάστοροι στη Σάμο», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ.274-275
  42. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Γεώργιος Καραδέδος, «Μαρμάρινα εκκλησιαστικά γλυπτά των Βιτάληδων στη Σύρο», Όριον, Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Δ.Α. Φατούρο, τχ.Α', Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τομ.ΙΕ(1998), σελ.175 κεξ.,179,
  43. Χρήστου, σελ. 145.
  44. Χρήστου, σελίδες 152–167.
  45. Χρήστου, σελίδες 167–170.
  46. Χρήστου, σελίδες 172–173· Θεοδώρα Μαρκάτου, «Το νεκροταφείο του Δραπάνου στο Αργοστόλι,τόπος τέχνης και ιστορίας», Κεφαληνιακά χρονικά, τομ6 (1994), σελ.521
  47. Χρήστου, σελ. 176.
  48. Χρήστου, σελ. 181.
  49. Χρήστου, σελίδες 182–183.
  50. Χρήστου, σελ. 183.
  51. Χρήστου, σελίδες 185–186.
  52. Χρήστου, σελίδες 186–187.
  53. Χρήστου, σελίδες 189–192.
  54. Φλωράκης (1998), σελίδες 268, 270, 272.
  55. Φλωράκης (1998), σελίδες 272–278.
  56. Φλωράκης (1998), σελίδες 278–285.
  57. Φλωράκης (1998), σελίδες 291–292.
  58. Φλωράκης (1998), σελίδες 285–291.
  59. Φλωράκης (1998), σελ. 291.
  60. Φλωράκης (1998), σελ. 295.
  61. Φλωράκης (1998), σελ. 267.
  62. Ευαγγελία Γεωργιτσογιάννη, «Στοιχεία σχετικά με τους Τηνιακούς μαρμαράδες του Βουκουρεστίου κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ227
  63. Ευαγγελία Γεωργιτσογιάννη, «Στοιχεία σχετικά με τους Τηνιακούς μαρμαράδες του Βουκουρεστίου κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ224
  64. Φλωράκης (2008), σελ. 106.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Φλωράκης, Αλέκος (1998). «Τηνιακοί μαρμαρογλύπτες στη Σμύρνη». Μικρασιατικά Χρονικά 20: 261–310. 
  • ——— (2005). Παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά γλυπτά της Τήνου. Οι καταβολές της τοπικής μαρμαρογλυπτικής. Αθήνα. 
  • ——— (2008). Η Τηνιακή μαρμαροτεχνία. Ιστορία και τεχνική. Αθήνα: Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς. ISBN 978-960-244-112-1. 
  • Χρήστου, Αθανάσιος (2005). «Γλυπτά Τήνιων δημιουργών στα Ιόνια νησιά». Τηνιακά 3: 143–220. 
  • Μανώλης Βαρβούνης, «Κυκλαδίτες μάστοροι στη Σάμο», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ.271-276
  • Ευαγγελία Γεωργιτσογιάννη, «Στοιχεία σχετικά με τους Τηνιακούς μαρμαράδες του Βουκουρεστίου κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ.221-270
  • Δ.Ζ.Σοφιανός, «Χατζή-Αντώνης Λύτρας ο Τήνιος και τα μαρμαρόγλυπτά του στη Μονή Ξενοφώντος του Αγίου Όρους», Τηνιακά, τομ.3 (2005),σελ.117-141
  • Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτηρά, «Τηνιακοί μαρμαράδες στην Αθήνα του Όθωνα», Τηνιακά, τομ.1 (1996), σελ.261-281
  • Μαρία Σάλτα, «Άγνωστα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά και άλλων Τήνιων καλλιτεχνών. Το νεοκλασικό νεκροταφείο των Αγίων Πάντων στο Λεωνίδιο», Τηνιακά, τομ.1 (1996), σελ.283-320
  • Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτηρά, «Οικογένειες Τηνιακών μαρμαράδων», Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τομ.ΙΑ (1988), σελ.329-335
  • Αλέκος Φλωράκης,«Οι προδιαγραφές στη μαρμαρογλυπτική.Ο Γεώργιος Καπαριάς και το τέμπλο του Αγίου Χαραλάμπους Θήρας», Τηνιακά, τομ.1 (1996), σελ.321-404
  • Αλέκος Φλωράκης, «Τα γλυπτά έργα του Αγίου Ιωάννη Μαρκοπούλου και οι Τήνιοι αδελφοί Λυρίτη», στο: Πνευματικό Κέντρο Δήμου Μαρκοπούλου, Αφιέρωμα στα 100 χρόνια του Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου Μαρκοπούλου, Πρακτικά διημερίδας (Μαρκόπουλο 15-16 Μαΐου 2004), Αρχειακή έρευνα,αρχιτεκτονική, γλυπτική, ζωγραφική, Μαρκόπουλο, 2008, σελ.173-200
  • Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, «Βιβλιοκρισία: Αλέκου Ε. Φλωράκη, "Μαρμάρινα λαϊκά τέμπλα της Τήνου" Αθήνα, εκδόσεις Τήνος 1996 (στην πραγματικότητα 1998)», Αρχαιολογία : τριμηνιαίο περιοδικό Τ. 18, τεύχ. 72 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1999), σελ 90-91
  • Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Γεώργιος Καραδέδος, «Μαρμάρινα εκκλησιαστικά γλυπτά των Βιτάληδων στη Σύρο», Όριον, Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Δ.Α.Φατούρο, τχ.Α', Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, τομ.ΙΕ (1998), σελ.171-192
  • Σωτήριος Ραπτόπουλος, Κυκλάδες νήσοι. Συμβολή στην οικονομική του ιστορία κατά την Ελληνιστική και Αυτοκρατορική εποχή. Εμπορικοί δρόμοι,οικονομικά συστήματα, τοπική παραγωγή, εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο, αμφορείς εμπορικού τύπου, Διδακτορική διατριβή τμήμα Ιστορίας της τέχνης και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δελφοί-Θεσσαλονίκη 2010, Τρίπολις 2014
  • Αναστάσιος Ορλάνδος, Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων και οι τρόποι εφαρμογής αυτών κατά τους συγγραφείς, τας επιγραφάς και τα μνημεία, εκδ. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήναι, 1994
  • Ευγένιος Δαλέζιος, Ο εν Αθήναις καθεδρικός ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (1865-1965). Μετά συντόμου ιστορίας των καθολικών ενοριών της ηπειρωτικής Ελλάδος (1830-1965), Αθήναι, 1965
  • Ηλίας Μυκονιάτης, «Οι Ανδριάντες του Ρήγα και του Γρηγορίου Ε' στα προπύλαια του Πανεπιστημίου της Αθήνας και το πρώτο κοινό τους», Ελληνικά, τομ.35 (1984) σελ.355-370
  • Αλέξης Δημοσθ.Αλεξίου, «Δύο μαρμαρόγλυπτα τέμπλα του Γ.Καπαριά στις Β. Σποράδες», στο:Δώρον-Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Νίκο Νικονάνο, Θεσσαλονίκη, 2006, σελ.237-247
  • Θεοδώρα Μαρκάτου, «Το νεκροταφείο του Δραπάνου στο Αργοστόλι,τόπος τέχνης και ιστορίας», Κεφαληνιακά χρονικά, τομ6 (1994), σελ.511-549
  • Αλέκος Φλωράκης, «Ένας Παριανός μαρμαράς στην Τήνο»,Παριανά, τχ.83 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2001),σελ.281-297
  • Όλγα Μπαδήμα-Φουντουλάκη, «Ιστορικά στοιχεία για τα λατομεία μαρμάρου της Πάρου και της Τήνου γύρω στα 1850»,Παριανά, τχ.71 (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1998),σελ.321-327
  • Αικατερίνη Δεμενεγή-Βιριράκη, Παλαιά Ανάκτορα Αθηνών 1836-1986, εκδ. Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας,1994
  • Αλέκος Φλωράκης, «Δρόμοι και επιδράσεις στη Ναξιακή μαρμαρογλυπτική», στο:Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, Πρακτικά του Δ' Πανελληνίου Συνεδρίου με θέμα: Η Νάξος διά μέσου των αιώνων(Κωμιακή 4-7 Σεπτεμβρίου 2008) Αθήνα, 2013, σελ.201-223

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ηλίας Γ. Νομπιλάκης, Τήνιοι γλύπτες στην Αίγυπτο: Κάιρο - Αλεξάνδρεια : 19ος-20ος αι.,Cultural Foundation of Tinos, 2010

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Υπουργείο Πολιτισμού Προπαρασκευαστικό και Επαγγελματικό Σχολείο Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου [1]