Τζον Γιανγκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζον Γιανγκ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
John Young, 1. Baron Lisgar (Αγγλικά)
Γέννηση31  Αυγούστου 1807[1][2][3]
Μουμπάι
Θάνατος6  Οκτωβρίου 1876[1][2][3]
Bailieborough
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά
ΣπουδέςΚολέγιο Ήτον[4]
Κολέγιο Κόρπους Κρίστι
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός[5]
ιδιοκτήτης φυτείας[6]
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΣυντηρητικό Κόμμα
Οικογένεια
ΣύζυγοςAdelaide Annabella Dalton (από 1835)[7]
ΓονείςSir William Young, 1st Baronet, of Bailieborough Castle[8] και Lucy Frederick[8]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΚυβερνήτης της Νέας Νότιας Ουαλίας (1861–1867)[9]
μέλος του Ιδιωτικού Συμβουλίου της Ιρλανδίας
μέλος του Συμβουλίου Επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου
Lord High Commissioner of the Ionian Islands (1855–1859)
μέλος της 16ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1852–1855, Cavan)[10][4]
μέλος της 15ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1847–1852, Cavan)[11][4]
μέλος της 14ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1841–1847, Cavan)[11][4]
μέλος της 13ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1837–1841, Cavan)[11][4]
μέλος της 12ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1835–1837, Cavan)[11][4]
μέλος της 11ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1832–1834, Cavan)[11][4]
μέλος της 10ης βουλευτικής περιόδου του Ηνωμένου Βασιλείου (1831–1832, Cavan)[4]
ΒραβεύσειςΜεγαλόσταυρος Ιππότης του Τάγματος του Λουτρού
Μεγαλόσταυρος του Ιππότη του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζον Γιανγκ (αγγλικά: John Young, 31 Αυγούστου 1807 - 6 Οκτωβρίου 1876) ήταν ο 8ος κατά σειρά λόρδος αρμοστής στα Ιόνια Νησιά (1855 – 1858) κατά τη διάρκεια των πενήντα χρόνων αγγλικής κυριαρχίας των Επτανήσων (1814 – 1864).

Δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γιανγκ ανέλαβε την αρμοστεία το 1855, σε μια περίοδο άθλιας κατάστασης των Ιονίων Νήσων όπου η φτώχεια και η χολέρα μάστιζε τον τόπο. Ήδη, εξαιτίας του Κριμαϊκού Πολέμου (1853 – 1856), ο εφοδιασμός σιτηρών στα Ιόνια Νησιά ήταν ανεπαρκής ενώ το 1852 είχε προκληθεί τεράστια καταστροφή στο σταφιδόκαρπο. Έτσι το 1856,με το ξέσπασμα χολέρας στη Ζάκυνθο, το μικρόβιο φτάνει και στην Κέρκυρα με τα πρώτα κρούσματα να εμφανίζονται στη συνοικία Μαντούκι. Αμέσως επικρατεί τρόμος και πανικός, δεν δέχονται οι κάτοικοι την απομόνωση του προαστίου και η επιδημία μεταδίδεται και στην πόλη της Κέρκυρας ταλαιπωρώντας τον κόσμο επί τρεις χαώδεις μήνες.

Ο Γιανγκ, όμως, εκτός από τη δεινή αυτή κατάσταση του λαού είχε να αντιμετωπίσει και τις αντιπαραθέσεις των δύο αντίθετων πολιτικών ρευμάτων που είχαν ήδη δημιουργηθεί. Όπως ήταν φυσικό, η αγγλική επέμβαση στα πράγματα της Ιονίου Κοινοπολιτείας είχε δημιουργήσει δυο αντίπαλες παρατάξεις. Από τη μία υπήρχαν οι αριστοκράτες αγγλόφιλοι τους οποίους η αντιπολίτευση έδωσε το χαρακτηριστικό όνομα ‘οι Καταχθόνιοι’ και από την άλλη οι άνθρωποι που θεωρούσε τους Άγγλους καταπιεστές και ονομαζόταν κόμμα των Ριζοσπαστών με κύριο σκοπό την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Γιανγκ προσπάθησε να κυβερνήσει με μετριοπάθεια υποσχόμενος μελλοντικές μεταρρυθμίσεις. Μία από αυτές ήταν και η πρότασή του να παραχωρηθούν πέντε νησιά του Ιονίου στην Ελλάδα και να διατηρήσει η Αγγλία την Κέρκυρα και τους Παξούς ως αποικιακή κτήση, ισχυριζόμενος ότι οι ίδιοι οι κάτοικοι δεν επιθυμούσαν να χωριστούν από την Αγγλία. Όταν το έγγραφο αυτό έγινε γνωστό ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Η βουλή μάλιστα εξέδωσε πρακτικό διακηρύτοντας ότι η μόνη θέλησή τους ήταν να σταματήσει η αγγλική προστασία και να ενωθεί η Επτάνησος με την ελεύθερη Ελλάδα καθώς επίσης ο κάθε αντιπρόσωπος της βουλής είναι έτοιμος να το υπογράψει ‘όχι απλώς διά της μελάνης αλλά δι’ αυτού του αίματός του’.

Συνέπεια των γεγονότων αυτών ο λόρδος αρμοστής Γιανγκ παραιτήθηκε το 1858.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αγιούς Ι. Αντωνίου, ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΕΨΙΛΟΝ, ΚΕΡΚΥΡΑ 2001 σελ.120 -121
  • Σπύρος Κατσαρός, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ,ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ, ΚΕΡΚΥΡΑ 2003, σελ 328 -329