Τα χωριά Χιράνο, Ναγκάικε και Γιαμανόκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η βραβευμένη με Νόμπελ Οικονομίας το 2009 Έλινορ Όστρομ, στο έργο της "Governing the Commons: the evolution of institutions for collective action", φέρνει στο επιστημονικό προσκήνιο τα κοινά ως θεσμούς διαχείρισης πόρων κοινής δεξαμενής.[1] Η 'Οστρομ μελετά πόρους κοινής δεξαμενής και ένα από τα παραδείγματα που παρουσιάζει είναι αυτό των χωριών Χιράνο, Ναγκάικε και Γιαμανόκα της Ιαπωνίας.

Πρόκειται για τη διαχείριση κοινών γαίων σε αυτά τα χωριά, που ρυθμίζονται από τοπικούς θεσμούς εδώ και αιώνες. Η μελέτη του παραδείγματος έγινε από τη Margaret McKean.[2]

Τα χωριά ήταν χτισμένα σε απόκρημνα βουνά και οι κοινές γαίες παρήγαγαν δασικά προϊόντα, ξυλεία, κάρβουνα, καλάμια και λίπασμα, ενώ στα ιδιόκτητα χωράφια καλλιεργούνταν ρύζι και λαχανικά.[3]

Παλαιότερα κάθε χωριό λάμβανε τις αποφάσεις του μέσω συνελεύσεων που απαρτίζονταν συνήθως από τους αρχηγούς των νοικοκυριών. Τα δικαιώματα διέφεραν από χωριό σε χωριό και αφορούσαν κυρίως περιουσιακά δικαιώματα που ρύθμιζαν ζητήματα ιδιοκτησίας, καλλιέργειας και φόρων.[4]

Το νοικοκυριό είναι η μικρότερη μονάδα αναφοράς, αλλά το kumi -που αποτελείται από διάφορα νοικοκυριά- χρησιμοποιείται ως μονάδα υπολογισμού και κατανομής της κοινής γης. Το κάθε χωριό είχε συγκεκριμένο αριθμό νοικοκυριών, ο οποίος ήταν καταγεγραμμένος και δεν μπορούσε να διαιρεθεί χωρίς σχετική άδεια του χωριού. Δικαίωμα πρόσβασης στα κοινά κτήματα είχαν μόνο οι μονάδες του νοικοκυριού και όχι τα άτομα, άρα νοικοκυριά με πολλά μέλη δεν είχαν κάποιο πλεονέκτημα.[4]

Υπήρχαν γραπτοί κανόνες οι οποίοι ρύθμιζαν τις υποχρεώσεις των νοικοκυριών για τη συντήρηση της γης. Μέσω συλλογικής εργασίας γινόταν κάθε χρόνο το ελεγχόμενο κάψιμο, το κόψιμο ξύλων, καλαμιών και η συγκομιδή αγαθών. Σε περίπτωση που κάποιο νοικοκυριό απουσίαζε αναίτια από τη διαδικασία, προβλέπονταν ποινές. Το κάθε νοικοκυριό μπορούσε να αντλήσει ορισμένη ποσότητα των προϊόντων. Υπήρχε η ανοιχτή και η κλειστή ζώνη. Η ανοιχτή ήταν ζώνη με ελεύθερη πρόσβαση, ενώ η κλειστή φυλάσσονταν από τον αρχηγό και εκείνος όριζε πότε θα ξεκινήσει η συγκομιδή των προϊόντων που βρίσκονταν σε αυτή. Για παράδειγμα, αν κάποιο φυτό έπρεπε να προστατευθεί κατά την περίοδο ωρίμανσής του, βρίσκονταν στην κλειστή ζώνη. Η McKean αναφέρει σχετικά με τους κανόνες συγκομιδής για την κατανομή της χειμερινής ζωοτροφής ενός χωριού από περιορισμένο απόθεμα: "...σε κάθε kumi αποδίδεται μια ζώνη ανάλογα με ένα ετήσιο περιστροφικό σχέδιο και κάθε νοικοκυριό πρέπει να στείλει έναν, μόνο έναν, ενήλικα. Την καθορισμένη ημέρα κάθε αντιπρόσωπος παρουσιάζεται στη ζώνη που αναλογεί στο kumi του, στο κοινό κτήμα χειμερινής ζωοτροφής, και περιμένει το σήμα της καμπάνας του ναού να ξεκινήσει να κόβει χορτάρι...Το χορτάρι αφηνόταν να στεγνώσει...και έπειτα δύο αντιπρόσωποι από κάθε νοικοκυριό έμπαιναν στο κοινό κτήμα ζωοτροφής για να δέσουν το χορτάρι σε ίσα δεμάτια. Το μερίδιο κάθε kumi συγκεντρωνόταν και μετά μοιραζόταν σε σωρούς ανά νοικοκυριό. Κάθε νοικοκυριό στη συνέχεια έπαιρνε το σωρό του με κλήρωση."[5]

Σε περιπτώσεις παραβάσεων, υπήρχαν γραπτοί κανόνες για την προστασία της κοινής γης, οι οποίοι επέφεραν και πρόστιμα ανάλογα της βαρύτητας και της προηγούμενης συμπεριφοράς του παραβάτη. Ανάλογα το χωριό μπορεί να υπήρχαν "ανιχνευτές" οι οποίοι περιφρουρούσαν την κλειστή ζώνη ή αν δε διέθετε ανιχνευτές υπήρχε η αστυνομία πολιτών, όπου ο κάθε πολίτης μπορούσε να καταγγείλει παραβάσεις. Τα πρόστιμα που επιβάλλονταν διέφεραν ανάλογα την παράβαση, μπορούσαν να είναι για παράδειγμα λίγα χρήματα στον ανιχνευτή (είχε αυτό το δικαίωμα), αφαίρεση αλόγων και εξοπλισμού ή και μόνιμος εξορισμός από το χωριό.[4]

Σύμφωνα με την McKean, υπήρχε μεγάλο ποσοστό συμμόρφωσης στους κανόνες, χωρίς βέβαια να λείπουν και περιστατικά παραβάσεων. Τα πιο συνηθισμένα ήταν η ανυπομονησία πριν το επίσημο άνοιγμα των κοινών γαίων με τις προσπάθειες συγκομιδής των προϊόντων την προηγούμενη περίοδο και οι διαφωνίες με τις αποφάσεις που μπορεί να έπαιρνε ο αρχηγός.[4]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. E.Ostrom, Η Διαχείριση των κοινών πόρων, εκδ. Καστανιώτη,2002, (τίτλος πρωτότυπου : E. Ostrom, Governing the Commons, Gambridge University Press,1990)
  2. McKean M.A. (1986). Management of traditional common lands (Iriaichi) in Japan, In Proceedings of the Conference on Common Property Resource Management, National Research Council, Washington, DC, National Academy Press: 533-589.
  3. http://socialpolicy.gr/2018/10/%CF%84%CE%B1-%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%B1-%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CE%BA%CF%81%CF%8D%CE%B2%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B1-%CF%83%CE%B5-%CE%BA.html#_ftn5
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Νασιώκα, Φωτεινή (2012). «Διαχείριση των κοινών πόρων: Μελέτη περίπτωσης του θεσμού των τσελιγκάτων» (PDF). Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2019. [νεκρός σύνδεσμος]
  5. E.Ostrom, Η Διαχείριση των κοινών πόρων, εκδ. Καστανιώτη,2002, (τίτλος πρωτότυπου : E. Ostrom, Governing the Commons, Gambridge University Press,1990), σελ.112