Τα Σταφύλια της Οργής

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα σταφύλια της οργής
Εξώφυλλο της έκδοσης του 1939
ΣυγγραφέαςΤζον Στάινμπεκ[1]
ΤίτλοςThe Grapes of Wrath
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης14  Απριλίου 1939[2]
Πολιτιστικό κίνημαΡεαλισμός
Μορφήμυθιστόρημα
ιστορικό μυθιστόρημα
ΘέμαΜεγάλη Ύφεση στις Ηνωμένες Πολιτείες
ΤόποςΚαλιφόρνια[3]
Οκλαχόμα
Hooverville
Weedpatch Camp
ΒραβείαΤα 100 βιβλία του Αιώνα
Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του 20ου αιώνα: 100 αγγλόφωνα βιβλία μυθοπλασίας[4]
LC ClassOL23205W
LΤ ID8488
BL Class2986
ΠροηγούμενοΆνθρωποι και ποντίκια
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Τα σταφύλια της οργής (αγγλικός τίτλος: The Grapes of Wrath) είναι μυθιστόρημα του βραβευμένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας Αμερικανού συγγραφέα Τζον Στάινμπεκ που δημοσιεύθηκε το 1939. Ο συγγραφέας γι' αυτό το έργο τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ το 1940. [5]

Το μυθιστόρημα αποτυπώνει τις επιπτώσεις μιας διπλής οικονομικής και οικολογικής καταστροφής στη ζωή του αμερικανικού έθνους κατά τη δεκαετία του 1930: τη Μεγάλη Οικονομική Ύφεση [6]που ακολούθησε το κραχ του 1929 και την ξηρασία που έπληξε μεγάλα τμήματα της Οκλαχόμα (Νταστ Μπόουλ) στα μέσα της δεκαετίας.[7]

Αφηγείται τις περιπέτειες της αγροτικής οικογένειας των Τζόουντ, οι οποίοι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την Οκλαχόμα λόγω της ξηρασίας, της οικονομικής ύφεσης και των αλλαγών στη γεωργική παραγωγή και ταξιδεύουν στην Καλιφόρνια αναζητώντας γη, δουλειά και μέλλον. Αλλά αντί για την καλοπληρωμένη δουλειά που ήλπιζαν, εκεί τους περίμενε μόνο η εκμετάλλευση, η πείνα και η ξενοφοβία.[8]

Το μυθιστόρημα είναι το τρίτο κοινωνικό μυθιστόρημα του Αμερικανού συγγραφέα, μετά τα Σε αμφίβολη μάχη (1936) και Άνθρωποι και ποντίκια (1937), έργα που οι κριτικοί αποκαλούν «εργασιακή τριλογία» του Στάινμπεκ.

Εμφανίζεται στην 7η θέση στον κατάλογο με Τα 100 βιβλία του 20ού αιώνα της εφημερίδας Le Monde και στη 10η θέση στη λίστα των 100 καλύτερων αγγλόφωνων μυθιστορημάτων του 20ού αιώνα που επιλέχθηκαν από τον αμερικανικό εκδοτικό οίκο Modern Library το 1998.[9]

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μυθιστόρημα προέκυψε από μια σειρά δημοσιογραφικών άρθρων που δημοσιεύθηκαν το 1936 από τον Τζον Στάινμπεκ, για τις ανάγκες των οποίων ακολούθησε τους φτωχούς μετανάστες από την Οκλαχόμα στο ταξίδι τους προς τα δυτικά, μετά από το Νταστ Μπόουλ, μια περίοδο σφοδρών καταιγίδων σκόνης που κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό το οικοσύστημα και τις καλλιέργειες. Η ρεαλιστική απεικόνιση του οδοιπορικού, των καταυλισμών υποδοχής και των συνθηκών διαβίωσης των μεταναστών εργατών προσδίδει στο έργο μια υψηλή παραστατική αξία εκτός από τη λογοτεχνική του αξία. Ο δεδηλωμένος στόχος του Στάινμπεκ ήταν να χρησιμοποιήσει το «Τα Σταφύλια της Οργής» για να καταγγείλει τα κοινωνικά και πολιτικά δεινά που προκλήθηκαν από μια άδικη οικονομική τάξη και την καταστροφή του περιβάλλοντος.[10]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αγρότες στην Οκλαχόμα κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας σκόνης, όπως περιγράφεται από τον Στάινμπεκ στο πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος.

Η ιστορία ξεκινά όταν ο Τομ Τζόουντ αποφυλακίζεται μετά από καταδίκη για ανθρωποκτονία σε αυτοάμυνα. Καθώς επιστρέφει σπίτι, συναντά έναν πρώην πάστορα, τον Τζιμ Κέισι, και ταξιδεύουν μαζί. Φθάνοντας στο οικογενειακό αγρόκτημα, το βρίσκουν έρημο. Ανήσυχοι, πηγαίνουν στον θείο του Τομ όπου βρίσκουν τα άλλα μέλη της οικογένειας Τζόουντ που φορτώνουν ένα φορτηγό με ό,τι έχει απομείνει από τα υπάρχοντά τους. Οι καλλιέργειες εξαφανίστηκαν από την καταιγίδα σκόνης του Νταστ Μπόουλ και έτσι η οικογένεια δεν ήταν σε θέση να πληρώσει τα χρέη της. Διωγμένοι από τα σπίτια τους, ελπίζουν ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί στην Καλιφόρνια καθώς φυλλάδια που τους προσφέρουν αγροτική εργασία διανέμονται σχεδόν παντού στην Πολιτεία τους: ελπίζουν ότι εκεί, θα κερδίσουν αρκετά για να ζήσουν. Ο Τομ αποφασίζει να φύγει με την οικογένειά του παραβιάζοντας την υπό όρους αποφυλάκισή του. Μαζί τους ταξιδεύει και ο Τζιμ Κέισι.[11]

Οι Τζόουντ παίρνουν τη διαδρομή 66 προς τα δυτικά. Ο παππούς της οικογένειας πεθαίνει λίγο μετά την αναχώρηση. Σύντομα ανακαλύπτουν ότι ο δρόμος είναι γεμάτος με πολλές οικογένειες που φεύγουν για την Καλιφόρνια. Σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς που έχουν στηθεί στην άκρη του δρόμου, ακούν ανησυχητικές ιστορίες οικογενειών που επιστρέφουν από την Καλιφόρνια. Η οικογένεια Τζόουντ δεν θέλει να παραδεχτεί ότι οι υποσχέσεις στις οποίες πιστεύουν δεν θα τηρηθούν. Λίγο πριν φθάσουν, ο Νόα (ο μεγαλύτερος γιος) αφήνει την οικογένεια για να ζήσει στο Κολοράντο και η γιαγιά τους πεθαίνει καθώς διέσχιζαν την έρημο. Φθάνοντας στην Καλιφόρνια, ο Κόνι (ο σύζυγος της Ρόουζ, της κόρης, που είναι έγκυος) τους εγκαταλείπει. Η υπόλοιπη οικογένεια δεν έχει άλλη επιλογή από το να προχωρήσει.[12]

Στην Καλιφόρνια, αντί για την καλοπληρωμένη εργασία που ήλπιζαν, βρίσκουν οικονομική εκμετάλλευση, πείνα και εχθρότητα από τον τοπικό πληθυσμό. Οι μικροί ιδιοκτήτες γης έχουν χρεοκοπήσει και οι μεγάλοι ιδιοκτήτες δεν τους σέβονται: εκμεταλλεύονται τον μεγάλο αριθμό μεταναστών για να μειώσουν τους μισθούς και οι οικογένειες μεταναστών ζουν σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς σε συνθήκες απόλυτης ανέχειας.[13]

Καθώς οι εργαζόμενοι υφίστανται την εκμετάλλευση, κάποιοι, μεταξύ των οποίων και ο Τζιμ Κέισι προσπαθούν να τους κάνουν να ενταχθούν σε συνδικάτα. Γίνεται απεργία, σε μια διαδήλωση ο Τζιμ σκοτώνεται από έναν αστυνομικό και ο Τομ σκοτώνει τον δολοφόνο του φίλου του. Κρύβεται για λίγο αλλά αναγκάζεται να φύγει, αποχαιρετά τη μητέρα του και υπόσχεται να υπερασπίζεται τους καταπιεσμένους όπου κι αν βρίσκεται. Η εποχή του βαμβακιού τελείωσε, και η βροχή αρχίζει να πέφτει, οι Τζόουντ έχουν μια παράγκα στεγνή, αλλά οι περισσότεροι μετανάστες δεν είναι τόσο τυχεροί και βρίσκουν καταφύγιο σε αχυρώνες και αυτοσχέδια καταφύγια, όπου πολλοί πεθαίνουν. Το νερό εισβάλλει σταδιακά στο καταφύγιό τους, ενώ η Ρόουζ γεννά ένα νεκρό μωρό. Το νερό φθάνει παντού. Η οικογένεια καταφεύγει σε έναν αχυρώνα, όπου βρίσκουν ένα μικρό αγόρι και τον πατέρα του, ο οποίος είναι εξαιρετικά αδύναμος. Στην τελευταία σκηνή, η Ρόουζ ταΐζει τον άντρα που πεθαίνει από την πείνα με το γάλα της.[14]

Τίτλος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τίτλος του μυθιστορήματος πρότεινε η σύζυγος του συγγραφέα, Κάρολ Στάινμπεκ και είναι μια αναφορά στον Ύμνο της μάχης της Δημοκρατίας που έγραψε η Τζούλια Γουάρντ Χάου κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο:

« Τα μάτια μου είδαν τη δόξα της έλευσης του Κυρίου: καταπατά τον τρύγο όπου φυλάσσονται τα σταφύλια της οργής. Έχασε τη μοιραία αστραπή του τρομερού γρήγορου σπαθιού Του: Η αλήθεια του προχωρά.  »[15]

Αναφέρεται επίσης στο βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννη στα εδάφια 14:19-20 μια αποκαλυπτική έκκληση στη θεία δικαιοσύνη και την απελευθέρωση από την καταπίεση την Ημέρα της κρίσης.

«  Και ο άγγελος πέταξε το δρεπάνι του στη γη, θέρισε το αμπέλι της γης και έριξε τα σταφύλια στο μεγάλο πατητήρι της οργής του Θεού. Και το πατητήρι πατήθηκε έξω από την πόλη, και αίμα βγήκε από το πατητήρι, μέχρι τα χαλινάρια των αλόγων, σε απόσταση χιλίων εξακοσίων μέτρων.  » [16]

Η φράση εμφανίζεται στο τέλος του μυθιστορήματος:

«  ...και στα μάτια των πεινασμένων υπάρχει μια αυξανόμενη οργή. Στις ψυχές των ανθρώπων τα σταφύλια της οργής γεμίζουν και βαραίνουν, βαραίνουν για τον τρύγο.  »

Η εικόνα που επικαλείται ο τίτλος χρησιμεύει ως σύμβολο στην εξέλιξη τόσο της πλοκής όσο και των μεγαλύτερων θεματικών ανησυχιών του μυθιστορήματος: από το τρομερό πατητήρι του Νταστ Μπόουλ η καταπίεση θα προκαλέσει τρομερή οργή αλλά και την απελευθέρωση των εργατών μέσω της συνεργασίας τους. Αυτό προτείνεται αλλά δεν υλοποιείται μέσα στο μυθιστόρημα.[10]

Αντιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επιχειρηματίες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι λόγω του σοσιαλιστικού ύφους του έργου το κατήγγειλαν ως «κομμουνιστική προπαγάνδα». Ορισμένες περιοχές, όπως η κομητεία Κερν της Καλιφόρνια, όπου εγκαθίσταται η οικογένεια Τζόουντ, χαρακτήρισαν το βιβλίο συκοφαντικό και μάλιστα έκαψαν αντίγραφά του και το απαγόρευσαν σε βιβλιοθήκες και σχολεία. Ωστόσο, ήταν το μυθιστόρημα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις του 1939 και κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1940.[11]

Οι κινηματογραφικοί παραγωγοί αρχικά δίστασαν να χρηματοδοτήσουν τη διασκευή του βιβλίου στον κινηματογράφο, πιστεύοντας ότι ο Τζον Στάινμπεκ υπερέβαλλε την κατάσταση των μεταναστών στην Οκλαχόμα. Έστειλαν ερευνητές, οι οποίοι τους επιβεβαίωσαν ότι η κατάσταση ήταν στην πραγματικότητα πολύ χειρότερη από ότι την είχε παρουσιάσει ο μυθιστοριογράφος.

Διασκευή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια κινηματογραφική μεταφορά Τα σταφύλια της οργής έγινε το 1940 από τον Τζον Φορντ, με πρωταγωνιστή τον Χένρι Φόντα (το τέλος της ταινίας είναι διαφορετικό από αυτό του μυθιστορήματος).[17]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τα σταφύλια της οργής, μτφ. Κοσμάς Πολίτης εκδόσεις Ζαχαρόπουλος και εκδόσεις Γράμματα, α' έκδ. 1982, επανέκδοση 2006. [18]
  • Τα σταφύλια της οργής, μτφ. Μιχάλης Μακρόπουλος, εκδόσεις Παπαδόπουλος, 2014. [19]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]