Τάκης Καρναβάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Τάκης Καρναβάς (3 Απριλίου 1936 - 20 Ιουλίου 1999) ήταν Έλληνας δημοτικός τραγουδιστής, εκ των σπουδαιότερων του είδους.

Βιογραφικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στις 3 Απριλίου του 1936 στην Κανδήλα της περιοχής Ξηρομέρου στην Αιτωλοακαρνανία. Ήταν το μεγαλύτερο από τα τεσσάρα παιδιά του Γιώργου και της Βασιλικής Καρναβά και είχε τρεις αδερφές.

Ως παιδί έζησε σε μια δυσκολη εποχή με σκληρές συνθήκες διαβίωσης. Από μικρός βοηθούσε την οικογένεια του σε διάφορες αγροτικές εργασίες, ενώ άξιο αναφοράς είναι πως συνδέθηκε με τη μουσική από μικρή ηλικία αφού ο πατέρας του έπαιζε λαούτο.

Στην ηλικία των 15-16 ετών ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στο τραγούδι. Γρήγορα άρχισε να γίνεται δημοφιλής με κύριο χώρο «δράσης» του τις περιοχές του Ξηρόμερου και η Βόνιτσας.

Σύντομα άρχισε να τραγουδά σε πανηγύρια και στην υπόλοιπη Αιτωλοακαρνανία (π.χ. Αγρίνιο, Ναύπακτος, Μεσολόγγι), στην Ήπειρο όπως την Πρέβεζα, την Άρτα και τα Γιάννενα, καθώς και στη Λευκάδα.

Το 1954, στα 18 του έτη απέκτησε και το πρώτο του μουσικό όργανο, μια κιθάρα. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Αγγέλω Κοντογιώργη. Με τη γυναίκα του απέκτησαν τρία παιδιά, τον Γιάννη, τον Παρασκευά και την Πολυξένη.

Το 1961 μετέβη στην Αθήνα έπειτα από πρόσκληση του Βασίλη Σούκα και το 1963 μπαίνει και στον χώρο της δισκογραφίας με τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφεί με τη φωνή του να είναι τα «Τι έχουν της Μάνης τα βουνά» και «Βασίλω Καλαματιανή» (ή τα «Αδέλφια μη μαλώνετε» και «Ξελογιάστρα»). Τραγουδά σε αρκετά νυχτερινά κέντρα στην πρωτεύουσα και μαζί με τα πανηγύρια η φήμη του έχει πλέον γιγαντωθεί. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 ξεκινά και τις περιοδείες του στο εξωτερικό, στη Γερμανία και στο Βέλγιο όπου υπήρχαν πολλοί Έλληνες μετανάστες. Ακόμη, περιόδευσε και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και την Αμερική, καθώς και στην Αυστραλία.

Συνεργάστηκε με πολλούς καταξιωμένους μουσικούς, όπως τον βιολιτζή Γιώργο Κόρο και κλαριτζήδες όπως τους Βασίλη Σούκα, Γιάννη Βασιλόπουλο, Μάκη Βασιλειάδη, Βαγγέλη Κοκκώνη, Βασίλη Σαλέα και άλλους.

Τελευταία εμφάνηση του αποτέλεσε αυτή στο Αίγιο το 1995, έπειτα αποσύρεται από το πάλκο, αφού τότε είναι κλονίστηκε η υγεία του από εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη. Τον Μάιο του 1999 διαγνώστηκε με καρκίνο και στις 20 Ιουλίου εκείνου του έτους απεβίωσε, σε ηλικία 63 ετών.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μουσική από την Ήπειρο, Γιώργος Κοκκώνης, Εκδοτικό Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων.
  • Η ρυθμολογική συγκρότηση του νεοδημοτικού: Η περίπτωση των ηχογραφήσεων του Τάκη Καρναβά, πτυχιακή εργασία Μιχάλη Σκόρδου, Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής, ΤΕΙ Ηπείρου.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]