Σφαγές στην Κωνσταντινούπολη (1821)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σφαγές των Χριστιανών
Ελληνική Επανάσταση του 1821
σκηνή θηριωδιών στην Κωνσταντινούπολη:
πυρπολήσεις, σφαγές και απαγχονισμοί στις πόρτες των σπιτιών
ΧρονολογίαΜάρτιος - Απρίλιος 1821
ΤόποςΘεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Αδριανούπολη, Φιλιππούπολη, Διδυμότειχο, Αίνος, Σαράντα Εκκλησιές, Μεσημβρία, Σωζόπολη, Αγχίαλος, Βάρνα, Ραιδεστός, Καλλίπολη, Σηλυβρία, Λάρισα, Σμύρνη, Κυδωνίες, Κως, Σαμοθράκη, Ρόδος, Κρήτη, Κύπρος και αλλού

Οι Σφαγές των Χριστιανών, και κυρίως Ελλήνων, στην Κωνσταντινούπολη από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο του 1821 ήταν αντίδραση των Τούρκων στην έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης και σε γεγονότα όπως η πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσό . Είχε ως αποτέλεσμα τη σφαγή, το βασανισμό ή τη φυγή χιλιάδων Ελλήνων, μεταξύ των οποίων του πατριάρχη και κορυφαίων ιερωμένων και Φαναριωτών. Από ιστορικούς έχει χαρακτηριστεί και ως "πογκρόμ".[1]

Εξέλιξη των γεγονότων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η είδηση για τη σφαγή και την εμπορεία Ελλήνων σκλάβων στην Κωνσταντινούπολη όπως δημοσιεύτηκε στην "Gazette de Lausanne" την 13 Νοεμβρίου 1821.[2]

Στην Κωνσταντινούπολη η καχυποψία κατά των χριστιανών είχε αρχίσει πριν από την έκρηξη της επανάστασης στη Βλαχία, καθώς από διάφορες πηγές έφταναν στην Πύλη ειδήσεις ότι κάποιες μυστικές εταιρείες ετοιμάζουν εξέγερση. Οι υποψίες εντάθηκαν τον Ιανουάριο του 1821 όταν σκοτώθηκε ο αγγελιαφόρος της Φιλ. Εταιρείας Ύπατρος και έπεσαν στα χέρια των Τούρκων μυστικές επιστολές του Αλ. Υψηλάντη προς τον Αλή Πασά. Την ίδια εποχή ο προδότης Ασημάκης Θεοδώρου έδωσε στους Τούρκους την πληροφορία ότι η ελληνική επανάσταση είχε σαν σχέδιο την πρόκληση ταραχών στην Κωνσταντινούπολη και την πυρπόληση του τουρκικού στόλου. Αμέσως κυκλοφόρησαν φήμες ότι στη συνωμοσία ενέχονταν οι Φαναριώτες, ότι σε ελληνικά σπίτια κρύβονταν όπλα, ότι σχεδιαζόταν δολοφονία του σουλτάνου κλπ. Στον μουσουλμανικό πληθυσμό προκλήθηκε αναβρασμός κατά των χριστιανών και άρχισαν προσβολές και απειλές κατά των Ελλήνων. Σ' αυτές συνέβαλαν και Εβραίοι της Κωνσταντινούπολης, μεταξύ των οποίων και ο τραπεζίτης του μεγάλου βεζύρη Χαλέτ-εφέντη, για λόγους εμπορικού ανταγωνισμού.[3]

Στο μεταξύ ο Υψηλάντης ετοίμαζε την εξέγερση στις Παραδουνάβιες χώρες. Με επιστολή του είχε απευθυνθεί στους Έλληνες της Μολδοβλαχίας και αλλού, υποσχόμενος ότι μια «ισχυρή δύναμη» που είναι πρόθυμη να βοηθήσει, για να τους εμψυχώσει να επαναστατήσουν. Η αγγελία αυτή καταθορύβησε όλες τις κυβερνήσεις, γιατί υπονοούσε ότι η Ρωσία υπέθαλπτε την Ελληνική Επανάσταση. Ο Τσάρος Αλέξανδρος αμέσως διέγραψε τον Υψηλάντη από τους καταλόγους του ρωσικού στρατού, διέταξε το στρατιωτικό του σώμα να διατηρήσει αυστηρή ουδετερότητα και διαβίβασε στην Υψηλή Πύλη ότι είναι άσχετος με τα γεγονότα αποδοκιμάζοντας την διαγωγή του Υψηλάντη.

Η είδηση για την επανάσταση στη Βλαχία έφτασε στην Κωνσταντινούπολη τη 1η Μαρτίου στον Ρώσο πρέσβη Στρογγανώφ, ο οποίος ενημέρωσε τον σουλτάνο και αρνήθηκε ότι η Ρωσία έχει οποιαδήποτε σχέση με τα γεγονότα. Η Υψηλή Πύλη δεν πείστηκε ότι η Ρωσία είναι αμέτοχη και θεώρησε ότι απειλείται το Ισλάμ. Προχώρησε σε αντίποινα κατά των Χριστιανών, αρχίζοντας από την Κωνσταντινούπολη και τους επιφανέστερους Έλληνες τις πρώτες μέρες του Μαρτίου. Κηρύχθηκε ιερός πόλεμος και ουλεμάδες (μαθητές ισλαμικών σχολών) περιέτρεχαν τις μουσουλμανικές συνοικίες εξεγείροντας τους μουσουλμάνους. Τουρκικός όχλος άρχισε βιαιοπραγίες κατά των Ελλήνων με καταστροφές καταστημάτων, ληστείες και φόνους. Οι Έλληνες κλείστηκαν στα σπίτια τους ενώ όσοι μπορούσαν αναχωρούσαν για την Οδησσό. Την 8η Μαρτίου αναγνώστηκε σε όλα τα τζαμιά φιρμάνι που καλούσε τους πιστούς να οπλιστούν και να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Στον Οικουμενικό Πατριάρχη δόθηκε εντολή να αφορίσει την επανάσταση και ταυτόχρονα κορυφαίοι ιερείς κλήθηκαν στο παλάτι όπου κρατήθηκαν ως όμηροι. Ο σουλτάνος κάλεσε επίσης τον σεϊχουλισλάμ (τον ανώτατο ιερωμένο των μουσουλμάνων) και του ζήτησε να κηρύξει φετφά (απόφαση) για την κήρυξη ιερού πολέμου και γενική σφαγή των χριστιανών. Ο σεϊχουλισλάμ ζήτησε κάποιο χρόνο για να το σκεφτεί. Στο διάστημα αυτό ενημέρωσε τον Πατριάρχη για τον επερχόμενο κίνδυνο τον οποίο θα μπορούσε να αποτρέψει αν λάμβανε διαβεβαιώσεις ότι η εξέγερση δεν ήταν γενική. Προ αυτής της κατάστασης ο Πατριάρχης εξέδοσε επιτίμια (αφορισμούς) κατά του Υψηλάντη, του Σούτσου και των επαναστατών της Βλαχίας. Η γενική σφαγή απετράπη αλλά οι εκτός ελέγχου γενίτσαροι και ο όχλος συνέχισε τις σφαγές εις βάρος των χριστιανών.[4]

Ο Σουλτάνος ζήτησε για εγγύηση επτά αρχιερείς. Οι τουρκικές αρχές τότε συνέλαβαν και φυλάκισαν στην Κωνσταντινούπολη στις φυλακές του Μποσταντζή τους Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Αδριανουπόλεως Δωρόθεο, Νικομηδείας Αθανάσιο, Αγχιάλου Ευγένιο, Εφέσου Διονύσιο, Δέρκων Γρηγόριο και Τυρνόβου Ιωαννίκιο.[5]

Στις 10 Απριλίου απαγχονίστηκε ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ μπροστά στην πόρτα του Πατριαρχείου και ο νεκρός του υπέστη τις ασχημότερες πράξεις. Το σκήνωμά του διαπομπεύτηκε στους δρόμους της Πόλης και μετά από τρεις ημέρες ρίφθηκε στη θάλασσα. Οι πρόκριτοι και πολλοί άλλοι ιεράρχες θανατώθηκαν αλληλοδιαδόχως: την ίδια ημέρα έλαβε χώρα ο απαγχονισμός των αρχιερέων Αθανασίου Νικομηδείας, Ευγενίου Αγχιάλου και Διονυσίου Εφέσου. Ο τραπεζίτης Δημήτριος Παπαρρηγόπουλος απαγχονίστηκε. Όλοι οι Φαναριώτες, όσοι δεν πρόλαβαν να γλυτώσουν, ή φονεύθηκαν ή εξορίστηκαν στη Μικρά Ασία, για να φονευτούν οι περισσότεροι και εκεί. Ενώ οι ποινές συνεχίζονταν από τις επίσημες αρχές, ο όχλος ερεθιζόμενος από την κυβέρνηση και αυτός έκανε τις χειρότερες επιδρομές και επί διάστημα πολλών εβδομάδων στίφη καθοδηγούμενα από γενιτσάρους και ουλεμάδες διέτρεχαν την πόλη και τα περίχωρα του Βοσπόρου καταληστεύοντας και σφάζοντας τους Έλληνες. Στις 3 Ιουνίου 1821, έλαβαν χώρα στην Κωνσταντινούπολη οι απαγχονισμοί των υπόλοιπων φυλακισμένων μητροπολιτών σε διαφορετικό σημεία της Κωνσταντινούπολης: του μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Δωροθέου στο Μέγα Ρεύμα, του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωσήφ στο Νεοχώρι, του μητροπολίτη Τυρνόβου Ιωαννικίου στο Αρναούτκιοϊ, και τέλος του μητροπολίτη Δέρκων Γρηγορίου στα Θεραπειά.[6][7][8][9]

Στην Αδριανούπολη απαγχονίστηκε ο πρώην Πατριάρχης Κύριλλος και πολλοί προεστοί. Στη Θεσσαλονίκη ο τοποτηρητής του μητροπολίτη επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος και οι επισημότεροι κάτοικοι απαγχονίστηκαν, ενώ ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης απαγχονίστηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου είχε μεταβεί για τη συμμετοχή του στην Σύνοδο του Πατριαρχείου. Σφαγές Χριστιανών έλαβαν χώρα και στη Λάρισα, τη Σμύρνη, τις Κυδωνίες, την Κω, τη Ρόδο, την Κρήτη και την Κύπρο.

Η είδηση για τις σφαγές και διώξεις Ελλήνων και Δυτικών στην Κωνσταντινούπολη, δημοσιευμένες στο περιοδικό Gentleman's Magazine του Λονδίνου το 1821.[10]

Τον Μάιο θανατώθηκαν με πνιγμό στη θάλασσα 500 Πελοποννήσιοι. Τις πρώτες μέρες του Ιουνίου, μετά από την πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στην Ερεσσό, οι Τούρκοι στράφηκαν κατά των νησιωτών Ελλήνων που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη. Πολλοί συνελήφθησαν, επιβιβάστηκαν με τη βία σε πλοία και πνίγηκαν στη θάλασσα. Άλλοι αποκεφαλίστηκαν στους δρόμους.

Η ίδια εκδικητική μανία εκδηλώθηκε όταν μαθεύτηκε η επανάσταση στη Δυτική Ελλάδα. Πολλοί Ηπειρώτες και Βούλγαροι πνίγηκαν στη θάλασσα, ενώ Φαναριώτες εξορίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Από τους εξόριστους δημευόταν η περιουσία, έτσι ώστε στην εξορία συνέβαινε και η φυσική τους εξόντωση. Μερικοί Φαναριώτες αποκεφαλίστηκαν όπως οι Ιωάννης και Σκαρλάτος Καλλιμάχης.[11]

Απήχηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, πίνακας του φον Ες

Μετά τις βιαιοπραγίες η Ρωσία διαμαρτυρήθηκε έγγραπτα, λέγοντας ότι αν η Τουρκία δεν σταματήσει, τότε η Ρωσία χωρίς να πάρει εκ νέου θέση θα θεωρεί ότι η Τουρκία διεξάγει πόλεμο εναντίον της Χριστιανοσύνης. Η σύληση του σκηνώματος του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ αποτυπώθηκε από πολλούς καλλιτέχνες, μεταξύ των άλλων σε έργα του φον Ες, Ροϊλού και Λύτρα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Γερολυμάτος Ανδρέας, 2008, και H. Şükrü ILICAK, 2010. Αναφέρεται στο Πλουμίδης Γ. Σπυρίδων, "Η έννοια του "θανάτου" στην ελληνική επανάσταση του 1821. Ιδεολογικές προσλήψεις και πολιτική πρακτική". Μνήμων, 32 (2011-2012), σ. 64.
  2. Gazette de Lausanne, ψηφιοποιημένο αρχείο online[νεκρός σύνδεσμος]
  3. Κόκκινος Διονύσιος, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως. Εκδ. "Μέλισσα", 6η έκδοση, τομ. 1, σελ. 244-245.
  4. Κόκκινος Δ., τ. 1, σελ. 245-261
  5. Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος, Άγριοι διωγμοί, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τομ.ΙΒ , Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1975, σελ. 35
  6. Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης
  7. Τασος Γριτσόπουλος, όπ.π., σελ. 491-492.
  8. Αλέξανδρος Δ.εσποτόπουλος, Διωγμοί στην Κωνσταντινούπολη από τον Ιούνιο ώς τον Δεκέμβριο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τομ. ΙΒ΄, Αθήνα, 1975, σελ. 200.
  9. Στέφανος Θωμόπουλος, «Ο μέγας Δέρκων Γρηγόριος (1801-1821)», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ. 1 (1928), σελ. 98.
  10. The Gentleman's Magazine, London, Ιούν. 1821, τομ. XCI (91), σελ. 554, 555.
  11. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ', σ. 200.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]