Συμμετοχική παρατήρηση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η συμμετοχική παρατήρηση είναι ένας τύπος μεθόδου συλλογής δεδομένων από επαγγελματίες μελετητές που συνήθως  χρησιμοποιείται στην ποιοτική έρευνα και την Εθνογραφία. Αυτός ο τύπος μεθοδολογίας χρησιμοποιείται σε πολλά επιστημονικά πεδία- πολλούς επιστημονικούς κλάδους και ιδιαίτερα στην Ανθρωπολογία (πολιτισμική και κοινωνική ανθρωπολογία όπως και ευρωπαϊκή εθνολογία), Κοινωνιολογία (κοινωνιολογία του πολιτισμού και πολιτισμική εγκληματολογία), σπουδές επικοινωνίας, ανθρώπινη γεωγραφία και Κοινωνική ψυχολογία. Σκοπός της είναι να κερδίσει μια κοντινή και προσωπική οικειότητα με μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων (όπως είναι μια θρησκευτική , επαγγελματική , νεανική ομάδα ή μια συγκεκριμένη κοινότητα) και με τις πρακτικές τους μέσω μιας έντονης εμπλοκής με τους ανθρώπους εντός του πολιτισμικού τους περιβάλλοντος, συνήθως εντός ενός μεγάλου χρονικού διαστήματος.

Η μεθοδολογία αυτή προήλθε από την έρευνα πεδίου και συνδέθηκε με τα Ευρωπαϊκά και Αμερικανικά ρεύματα της επιστημονικής αναζήτησης (ή εξερεύνησης).Κατά την διάρκεια του 1800 ένας από τους προδρόμους της μεθόδου , ο Joseph Marie, baron de Gérando ήδη διαβεβαιώνει ότι  «Ο καλύτερος τρόπος να γνωρίσεις τους Ινδιάνους είναι να γίνεις ένας από αυτούς: και μαθαίνοντας την γλώσσα τους θα γίνουμε συμπολίτες τους»[1]. Αργότερα η μέθοδος θα διαδίδονταν από τον Bronisław Malinowski και τους μαθητές του στην Βρετανία , τους μαθητές του Franz Boas στις ΗΠΑ και στην μεταγενέστερη αστική έρευνα οι μαθητές του Chicago school of sociology.

Ιστορία και εξέλιξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συμμετοχική παρατήρηση είχε χρησιμοποιηθεί εκτεταμένα από τον Frank Hamilton Cushing στην μελέτη του για τους Ζούνι στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αυτή ακολουθήθηκε την αρχή του 20ου αιώνα από μελέτες των μη-δυτικών κοινωνιών από ανθρώπους όπως ο τον Bronisław Malinowski[2] (1929), E.E. Evans-Pritchard[3] (1940), and Margaret Mead[4] (1928).

Η πρακτική  της συμμετοχικής παρατήρησης αναδύθηκε σε κύρια προσέγγιση στην εθνογραφική έρευνα από τους ανθρωπολόγους και βασίστηκε στην δημιουργία προσωπικών σχέσεων με τους τοπικούς πληροφορητές ως ένας τρόπος να μάθουν έναν πολιτισμό, χρησιμοποιώντας και την παρατήρηση και την συμμετοχή στην κοινωνική ζωή της ομάδας. Οι ερευνητές, με το να ζουν με τις πολιτισμικές ομάδες που μελετούσαν , είχαν την δυνατότητα να σχηματίσουν  από πρώτο χέρι απόψεις για την ζωή τους και να αποκτήσουν νέες πληροφορίες. Η ίδια  μεθοδολογία έχει επίσης εφαρμοσθεί και σε Αμερικανό-ευρωπαϊκές κοινωνίες και είναι ιδιαίτερα πετυχημένη στην έρευνα των νεανικών πολιτισμών ή ομάδων που μοιράζονται δυνατή αίσθηση κοινής ταυτότητας, που μόνο παίρνοντας μέρος ο παρατηρητής θα έχει πραγματική πρόσβαση στις ζωές αυτών που μελετούνται. Η  δημοσίευση του έργου του  Grenville Goodwin ο οποίος για δεκαετίες εργάζονταν ως συμμετοχικός παρατηρητής με τους Western Apache [5] μετά τον θάνατο του τον καθιέρωσε ως  διακεκριμένη φιγούρα στο πεδίο της εθνολογίας.

Από τη δεκαετία του 1980 , κάποιοι ανθρωπολόγοι και κοινωνικοί επιστήμονες έχουν αμφισβητήσει τον βαθμό που η συμμετοχική παρατήρηση μπορεί να δώσει αξιόπιστες πληροφορίες για τον τρόπο σκέψης  άλλων ανθρώπων[6][7]. Την ίδια στιγμή ένα πιο τυποποιημένο ποσοτικό ερευνητικό πρόγραμμα γνωστό ως θεμελιωμένη θεωρία, εισήχθηκε από Glaser and Strauss (1967)[8]. Ξεκίνησε να κερδίζει έδαφος εντος της Αμερικανικής κοινωνιολογίας και σχετικών πεδίων, όπως αυτό της δημόσιας υγείας. Κάποια εθνογράφοι, ως απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις, επαναπροσδιόρισαν τις μεθόδους τους είτε κάνοντας τες πιο δεκτικές σε επίσημες υποθετικές δοκιμές και στη δυνατότητα αναπαραγωγής ή διαμορφώνοντας τις ερμηνείες τους εντος μιας πιο προσεκτικά αναλογιζόμενης επιστημολογίας[9].

Η εξέλιξη της συμμετοχικής παρατήρησης ως ένα ερευνητικό εργαλείο,  δεν ήταν μια τυχαία διαδικασία, αλλά αντιθέτως έχει εξελιχθεί βάση ενός καλού ποσοστού αυτό-κριτικής και αξιολόγησης και ως αποτέλεσμα έχει ειδικευτεί. Η οπτική ανθρωπολογία μπορεί να ειδωθεί ως ένα υποσύνολο μεθόδων της συμμετοχικής παρατήρησης , μιας και οι κεντρικές ερωτήσεις αυτού του πεδίου έχουν να κάνουν με το πώς να πάρεις την κάμερα στο πεδίο, την ώρα που έχεις να διαχειριστείς ζητήματα όπως το φαινόμενο του παρατηρητή[10] .Τα ζητήματα που σχετίζονται με την είσοδο στο πεδίο ,έχουν εξελιχθεί σε ένα ξεχωριστό υπο-κλάδο. Η γνωστή εργασία του Clifford Geertz [6] για το πώς να προσεγγίσεις την πολυποίκιλη αρένα της ανθρώπινης από την πλευρά του παρατηρητή, στην Ερμηνεία των πολιτισμών χρησιμοποιεί το απλό παράδειγμα του ανθρώπινου κλεισίματος του ματιού, που  γίνεται αντιληπτό σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο μακριά από το σπίτι.

Μέθοδος και πρακτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια τέτοια έρευνα προϋποθέτει μια σειρά  προσδιορισμένων μεν, μεταβλητών δε μεθόδων : ανεπίσημες συνεντεύξεις, άμεση παρατήρηση, συμμετοχή στη ζωή της ομάδας, συλλογικές συζητήσεις, ανάλυση προσωπικών εγγράφων παραγόμενα εντός της ομάδας, ανάλυση του εαυτού,  αποτελέσματα από δραστηριότητες που πραγματοποιούνται εκτός η εντός δικτύου και ιστορίες ζωής. Παρόλο που η μέθοδος έχει γενικά χαρακτηριστεί ως ποιοτική έρευνα, μπορεί (και συχνά το κάνει) να περιλαμβάνει ποσοτικές διαστάσεις. Η παραδοσιακή συμμετοχική παρατήρηση συνήθως γίνεται εντός μιας εκτεταμένης χρονικής περιόδου, η οποία κυμαίνεται από μερικούς μήνες μέχρι και πολλά χρόνια ακόμα και γενιές. Η εκτεταμένη περίοδος έρευνας σημαίνει ότι ο ερευνητής έχει την δυνατότητα να αποκτήσει περισσότερες λεπτομέριες και ακριβής πληροφορίες για την υπο μελέτη κοινότητα. Το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της έρευνας σημαίνει πως παρατηρήσιμες λεπτομέρειες (όπως καθημερινή κατανομή ώρας) και περισσότερες κρυμμένες λεπτομέρειες (όπως η συμπεριφορά βάση ταμπού) εντοπίζονται και ερμηνεύονται με περισσότερη ευκολία.

Το θετικό της παρατήρησης και της αλληλεπίδρασης ερευνητή – συνομιλητών για εκτεταμένες χρονικές περιόδους είναι ότι οι ερευνητές μπορούν να ανακαλύψουν ασυνέχειες ανάμεσα σε αυτά που λένε οι συμμετέχοντες –και συχνά πιστεύουν- ότι έπρεπε να συμβαίνουν (το τυπικό σύστημα) και τι συμβαίνει στην πραγματικότητα, ή ανάμεσα σε διαφορετικές πτυχές του τυπικού συστήματος : σε αντίθεση, μια μιας φοράς έρευνα απαντήσεων των ανθρώπων σε ένα σύνολο ερωτήσεων μπορεί να είναι αρκετά συνεπής ,αλλά είναι λιγότερο πιθανό να δείξει συγκρούσεις ανάμεσα σε διαφορετικές πτυχές του κοινωνικού συστήματος ή ανάμεσα σε συνειδητές αναπαραστάσεις και συμπεριφορές.[9]

Φάσεις της συμμετοχικής παρατήρησης του Howell[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην συμμετοχική παρατήρηση , ο κλάδος στον οποίο ανήκει ένας ερευνητής επηρεάζει τα ενδιαφέροντα και τις υποχρεώσεις του διαμορφώνουν και κατά συνέπεια το ποια γεγονότα εκείνος ή εκείνη θεωρεί σημαντικά και σχετικά με την ερευνητική έρευνα[11]. Σύμφωνα με τον Howell (1972), τα τέσσερα στάδια που καθορίζουν τις περισσότερες έρευνες συμμετοχικής παρατήρησης το να δένεσαι ή να γνωρίζεις τους ανθρώπους, το να βυθίζεσαι στο πεδίο, να καταγράφεις στοιχεία και παρατηρήσεις και η κατοχύρωση των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν[12].

Οι φάσεις είναι οι παρακάτω[12]:

  • Δημιουργία σχέσης: Να γνωρίσεις τα μέλη, να επισκεφθείς τον τόπο πρίν από τη μελέτη . Ο Howell[12] δηλώνει ότι είναι σημαντικό να γίνεις φίλος ή τουλάχιστον να γίνεις αποδεκτός από την κοινότητα, ώστε να συλλέξεις σημαντικά στοιχεία.
  • το πεδίο(κάντο όπως οι ντόπιοι) : Είναι σημαντικό για τον ερευνητή να συνδεθεί ή να δείξει κάποια σύνδεση με τον πληθυσμό ώστε να γίνει αποδεκτός από την κοινότητα.  DeWalt & DeWalt (2011)[12][13] το αποκαλούν μορφή της δημιουργίας σχέσης όπως «μιλώντας τη συζήτηση» και «περπατώντας με τα πόδια». Επίσης αναφέρεται από τον Howell ότι DeWalt & DeWalt δηλώνουν ότι ο ερευνητής πρέπει να κοπιάσει για να ταιριάξει με τον υπο μελέτη πληθυσμό μέσα από την εποπτεία της γλώσσας και συμμετοχής[9]. Αυτό θέτει το στάδιο για το πόσο καλά ο ερευνητής αναμειγνύεται με το πεδίο και την ποιότητα των παρατηρούμενων γεγονότων που αυτός ή αυτή βιώνει.
  • Καταγραφή παρατηρήσεων και δεδομένων : Μαζί με σημειώσεις πεδίου και συνεντεύξεις, οι ερευνητές ενθαρρύνονται να καταγράφουν τις προσωπικές τους σκέψεις και συναισθήματα για το θέμα της μελέτης σε περιοδικά σχετικά με τον αναστοχασμό. Οι ερευνητές ενθαρρύνονται να σκεφτούν πως οι εμπειρίες τους, η εθνικότητα ,φυλή, κοινωνικό φύλο, βιολογικό φύλο, σεξουαλικός προσανατολισμός  και άλλοι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν την έρευνα τους, σε αυτή την περίπτωση τι αποφασίζει ο ερευνητής να καταγράψει και να παρατηρήσει [14]. Οι ερευνητές πρέπει να είναι προσεκτικοί με αυτές τις μεροληψίες και να μπαίνουν στην έρευνα χωρίς να μεταφέρουν τις υποκειμενικές τους απόψεις ώστε να μην επηρεάσει η προσωπική τους τοποθέτηση την διαδικασία συλλογής δεδομένων[15].[9][14]
  • Ανάλυση δεδομένων: 

Θεματική ανάλυση: οργάνωση δεδομένων σύμφωνα με επαναλαμβανόμενα θέματα που βρέθηκαν σε συνεντεύξεις ή σε άλλου τύπου ποιοτική συλλογή δεδομένων  και

Αφηγηματική ανάλυση: κατηγοριοποίηση πληροφοριών που μαζεύτηκαν μέσα από συνεντεύξεις, εύρεση κοινών θεμάτων και δημιουργία μιας συνεκτικής ιστορίας από τα δεδομένα.

Τύποι συμμετοχικής παρατήρησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συμμετοχική παρατήρηση δεν είναι απλά το να εμφανίζεσαι σε ένα μέρος και να καταγράφεις πράγματα. Αντιθέτως η συμμετοχική παρατήρηση είναι μια περίπλοκη μέθοδος με πολλά συστατικά. Ένα από τα πρώτα πράγματα που ένας ερευνητής η άνθρωπος πρέπει να κάνει αφού αποφασίσει να διενεργήσει συμμετοχικές παρατηρήσεις για να συλλέξει δεδομένα είναι να αποφασίσει τι είδους συμμετοχικός παρατηρητής αυτός ή αυτή θα είναι. Ο Spradley (1980)[16] μας παρέχει πέντε διαφορετικούς τύπους συμμετοχικών παρατηρήσεων που συνοψίζονται παρακάτω:

Τύποι συμμετοχικής παρατήρησης
Τύπος Βαθμός εμπλοκής        Περιορισμοί
Μη συμμετοχή Καμία επαφή με τον πληθυσμό ή το πεδιο Αδύνατον να δημιουργήσει σχέση ή να κάνει ερωτήσεις καθώς  εμφανίζονται νέες πληροφορίες[9][17]
Παθητική συμμετοχή Ο ερευνητής έχει μόνο τον ρόλο του παρευρισκόμενου Περιορισμένη δυνατότητα δημιουργίας σχέσης και εμβάθυνσης στο πεδίο[9][16][17]
Μέτρια συμμετοχή Ο ερευνητής διατηρεί μια ισορροπία ανάμεσα στο ρόλου του μυημένου και του εκτός ομάδας Αυτό επιτρέπει έναν καλό συνδυασμό εμπλοκής και αναγκαίας ουδετερότητας για να παραμείνει αντικειμενικός[9][17]
Ενεργή συμμετοχή Ο ερευνητής γίνεται μέλος της ομάδας με το να αποδέχεται πλήρως δεξιότητες και έθιμα για χάρη της πλήρους κατανόησης Αυτή η μέθοδος επιτρέπει στον ερευνητή να αναμειχθεί πιο πολύ με τον πληθυσμό. Υπάρχει το ρίσκο του να γίνει «ντόπιος» καθώς ο ερευνητής προσπαθεί για μια εις βάθος κατανόηση του πληθυσμού που μελετά[9][16][17]
Ολοκληρωτική συμμετοχή Ο ερευνητής εξ αρχής είναι πλήρως ενσωματωμένος στον υπο μελέτη πληθυσμό (είναι ήδη μέλος συγκεκριμένου πληθυσμού που μελετήθηκε) Υπάρχει το ρίσκο να χαθεί κάθε βαθμός αντικειμενικότητας και έτσι ρισκάρει αυτό που  αναλύεται και παρουσιάζεται  δημόσια[9][16][17]

Περιορισμοί σε κάθε συμμετοχική παρατήρηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Οι ηχογραφημένες παρατηρήσεις για κάποια ομάδα ανθρώπων ή γεγονός δεν πρόκειται ποτέ να είναι η πλήρης περιγραφή.[17][18][19]
  • Όπως αναφέρθηκε και πρίν αυτό οφείλεται στην επιλεκτική φύση οποιουδήποτε τύπου διαδικασίας εγγράψιμων δεδομένων : είναι αναπόφευκτα επηρεασμένο από τις προσωπικές απόψεις του ερευνητή σχετικά με το τι είναι σχετικό και σημαντικό.[17][18][19]
  • Αυτό επίσης παίζει ρόλο στην ανάλυση συλλογής δεδομένων: η κοσμοθεωρία του ερευνητή επηρεάζει πάντα τον τρόπο που αυτός ή αυτή ερμηνεύει και αξιολογεί τα δεδομένα.[9][16][18][19]
  • Ο ερευνητής μπορεί να μην καταγράψει με ακρίβεια αυτό που λέει ο συμμετέχων ή να παρεξηγήσει τη σημασία των λόγων του συμμετέχοντα και έτσι να σχηματίσει μη ακριβείς γενικεύσεις για τις αντιλήψεις του συμμετέχοντα.[20]

Ο αντίκτυπος της ανάμειξης του ερευνητή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παρουσία του ερευνητή στο πεδίο μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά του συμμετέχοντος, κάνοντας τους συμμετέχοντες να φερθούν διαφορετικά από ότι θα φερόντουσαν χωρίς την παρουσία του παρατηρητή (βλέπε: φαινόμενο της προσδοκίας του παρατηρητή).[20][21]

Οι ερευνητές που ασχολούνται με αυτό τον τύπο ποιοτικής ερευνητικής μεθόδου πρέπει να γνωρίζουν ότι οι συμμετέχοντες μπορεί να συμπεριφέρονται διαφορετικά ή να χτίζουν προσωπείο που να είναι σύμφωνο με αυτό που πιστεύουν ότι ο ερευνητής μελετά.[21] Για αυτό είναι σημαντικό κάθε τύπος ποιοτικής ερευνητικής μελέτης να εφαρμόζεται με αυστηρότητα. Μια μέθοδος αυστηρότητας  που μπορεί να εφαρμοστεί είναι ο έλεγχος μελών ή ο επονομαζόμενος τριγωνισμός.[22][23]

Σύμφωνα με τον Richard Fenno, ένα πρόβλημα στην συμμετοχική παρατήρηση είναι το ρίσκο «να γίνεις ντόπιος». Με αυτό εννοεί ότι ο ερευνητής βυθίζεται τόσο πολύ στον κόσμο του συμμετέχοντα που χάνει την ακαδημαϊκή αντικειμενικότητα.[20] Ο Fenno επίσης προειδοποιεί ότι ο ερευνητής μπορεί να χάσει τη δυνατότητα και την επιθυμία να κρίνει τον συνομιλητή του ώστε να διατηρήσει δεσμούς με αυτόν.[20]

Ενώ συλλέγονται δεδομένα μέσω της συμμετοχικής παρατήρησης, ο τριγωνισμός του ερευνητή θα μπορούσε να είναι ένας τρόπος να εξασφαλίσουμε ότι ο ερευνητής δεν θα αφήσει τις προκαταλήψεις του ή προσωπικές του εμπειρίες να εμπλακούν στον τρόπο παρατήρησης και καταγραφής σημαντικών δεδομένων.[23] Σύμφωνα με το όνομα, ο τριγωνισμός του ερευνητή προϋποθέτει μια ερευνητική ομάδα πολλαπλών μελών που συλλέγουν δεδομένα για το ίδιο γεγονός, αυτή η μέθοδος, διασφαλίζει μια ποικιλία καταγεγραμμένων παρατηρήσεων σύμφωνα με τις ποίκιλες θεωρητικές οπτικές του κάθε μέλους της ερευνητικής ομάδας.[23] Με άλλα λόγια ο τριγωνισμός, είτε πρόκειται για δεδομένα, ερευνητές, θεωρία ή μεθοδολογικά εργαλεία, είναι μια μορφή διασταύρωσης πληροφοριών .[22][23]

Η μέθοδος ελέγχου μελών είναι όταν ο ερευνητής ζητά από τον συμμετέχοντα  ανατροφοδότηση στις δικές του ή δικές της καταγεγραμμένες παρατηρήσεις  για να διασφαλιστεί ότι ο ερευνητής αποτυπώνει ακριβώς τις εμπειρίες του συμμετέχοντα και την ακρίβεια των συμπερασμάτων που αντλούνται από τα δεδομένα.[23] Αυτή η μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μελέτες συμμετοχικής παρατήρησης ή όταν διενεργούνται συνεντεύξεις .[23] Ο έλεγχος μέλους και ο τριγωνισμός είναι καλές μέθοδοι για να χρησιμοποιηθούν όταν διενεργούνται συμμετοχικές παρατηρήσεις ή όποιο άλλο είδος ποιοτικής έρευνας, επειδή αυξάνουν την αξιοπιστία και τη δυνατότητα μεταφοράς δεδομένων και συμπερασμάτων έρευνας. Στην ποιοτική έρευνα η αξιοπιστία παρομοιάζεται με εσωτερική ισχύ ή την γνώση ότι τα ευρήματα μας είναι αντιπροσωπευτικά της πραγματικότητας και η δυνατότητα μεταφοράς είναι παρόμοια με την εξωτερική ισχύ ή[23][24] τον βαθμό που τα ευρήματα μπορούν να γενικευθούν σε διαφορετικούς πολιτισμούς μεθόδους και πεδία.[23][24]

Μια παραλλαγή της συμμετοχικής παρατήρησης είναι η παρατήρηση συμμετεχόντων. Εισηγήθηκε από τον  Marek M. Kaminski, που ερεύνησε το υποπολιτισμό της φυλακής ως πολιτικός κρατούμενος στην κουμμουνιστική Πολωνία το 1985 .[25] Η «παρατηρητική» ή «η παρατηρούμενη» συμμετοχή έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν το πεδίο σε υποκουλτούρες σεξουαλικής μειονότητας από ανθρωπολόγους ή κοινωνιολόγους που είναι και οι ίδιοι λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλοι, διεμφυλικοί ,[26] καθώς και πολιτικοί ακτιβιστές σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας.[27] Η διαφορετική διατύπωση χρησιμοποιείται για να τονίσει τον τρόπο με τον οποίο η μερική ή πλήρης ιδιότητα μέλους στην ομάδα στην οποία κάνουν μελέτη επιτρέπει ένα διαφορετικό είδος πρόσβασης στην κοινότητα και επίσης διαμορφώνει τις αντιλήψεις τους με διαφορετικούς τρόπους από έναν πλήρως ξένο. Αυτή η προσέγγιση βρίσκεται κοντά σε αυτό που ανθρωπολόγοι, όπως η Lila Abu-Lughod αποκαλούν «μισή ανθρωπολόγος» ή στην επιτόπια έρευνα από πολιτισμικούς ανθρωπολόγους σε έναν πολιτισμό που ανήκουν μερικώς.[28]

Ηθικές ανησυχίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως και με κάθε μορφή έρευνας που το αντικείμενο της είναι ο άνθρωπος, ο ερευνητής πρέπει να διασφαλίσει ότι τα ηθικά όρια δεν θα ξεπεραστούν από αυτούς που διενεργούν την έρευνα. Ο ερευνητής πρέπει να έχει θέσει ξεκάθαρα όρια πριν να αρχίσει την έρευνα και να έχει θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές, αν τυχόν προκύψουν ζητήματα που ξεπερνούν το ηθικό όριο συμπεριφοράς. Ένα από τα πιθανά προβλήματα θα ήταν αν ο ανθρωπολόγος μελετά έναν πολιτισμό που ίσως λαμβάνουν χώρο παράνομες ενέργειες ή όταν ερευνητές δουλεύουν με ανήλικα παιδιά[9]. Στην συμμετοχική παρατήρηση η ηθική ανησυχία σχετικά με την συναίνεση της συμμετοχής μετά από ενημέρωση ή της εθελοντικής συμμετοχής είναι ιδιαίτερα έντονη[9]. Υπάρχει το ζήτημα της απόφασης του αν θα λάβει συναίνεση της συμμετοχής μετά από ενημέρωση από κάθε άτομο της ομάδας μελέτης, να λάβεις την συναίνεση έπειτα από ενημέρωση από το πρόσωπο που ηγείται της ομάδας, ή να μην ενημερώσεις κανέναν για τον πραγματικό σκοπό έρευνας από φόβο μήπως επηρεαστεί η συμπεριφορά των μελών, και έτσι να παραποιηθούν οι παρατηρήσεις που καταγράφονται.[9][17]

Η απόφαση βασίζεται στη φύση της έρευνας και την προσωπική άποψη του ερευνητή σχετικά με την σχέση κόστους και οφέλους της κατάστασης. Η συμμετοχική παρατήρηση επίσης φέρνει το θέμα της εθελοντικής συμμετοχής σε γεγονότα που ο ερευνητής παρατηρεί και καταγράφει[17]. Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα μέλη δεν θέλουν να συμμετέχουν στη μελέτη και ζητούν όλα τα δεδομένα που συλλέχθηκαν σχετικά με αυτά να διαγραφούν. Σε αυτή την περίπτωση , ο ερευνητής είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει δεδομένα που μπορεί να αναγνωρίζονται τα μέλη με όποιο τρόπο. Πάνω από όλα είναι υποχρέωση του ερευνητή ότι οι συμμετέχοντες της έρευνας δεν επωμίζονται κακές συνέπειες από την μελέτη άμεσα ή έμμεσα, οι συμμετέχοντες είναι ενημερωμένοι για τα δικαιώματα τους ώς αντικείμενα έρευνας και ότι η ομάδα επιλέχθηκε δίκαια για τη μελέτη.[29]

Ο Αμερικανικός Ανθρωπολογικός Σύλλογος (ΑΑΣ), Ο Αμερικανικός Κοινωνιολογικός Σύλλογος(ΑΚΣ) έχουν και οι δύο αναλυτικές δηλώσεις για τον κώδικα συμπεριφοράς της έρευνας. Ο ΑΑΣ έχει θεσπίσει έναν κώδικα δεοντολογίας για να καθοδηγήσει αυτή την πρακτική.[30]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Degérando, Joseph-Marie (1800). Considérations sur les diverses méthodes à suivre dans l'observation des peuples sauvages. France: Department of Philosophy, History, Human Sciences. 
  2. Malinowski, Bronisław (1929). The Sexual Life of Savages in North-Western Melanesia. New York: Halcyon House. 
  3. Evans-Pritchard, Sir Edward Evan (1940). The Nuer: A Description of the Modes of Livelihood and Political Institutions of a Nilotic People. Oxford: Clarendon Press. 
  4. Mead, Margaret (1928). Coming of age in Samoa: A Psychological Study of Primitive Youth for Western Civilisation. New York: William Morrow & Co. 
  5. Spicer, Edward H. (1961). Grenville Goodwin. Arizona and the West. 
  6. 6,0 6,1 Geertz, Clifford (1984). Shweder, R. A., επιμ. Culture Theory: Essays on Mind, Self, and Emotion. New York: Cambridge University Press. σελ. 123–36. ISBN 9780521318310. 
  7. Rosaldo, Renato. (1986). Clifford, J., επιμ. From the Door of His Tent: The Fieldworker and the Inquisitor." Writing Culture: The Poetics and Politics of Ethnography. California: University of California Press. 
  8. Glaser, Barney G.· Strauss, Anselm L. (1967). The Discovery of Grounded Theory: Strategies for Qualitative Research. Chicago: Aldine Press. 
  9. 9,00 9,01 9,02 9,03 9,04 9,05 9,06 9,07 9,08 9,09 9,10 9,11 9,12 DeWalt, K. M (1998). «Participant Observation». Στο: Bernard, H. R. Handbook of Methods in Cultural Anthropology. Calif.: AltaMira Press. σελ. 259–99. 
  10. Collier, John· Collier, Malcolm (1986). Visual Anthropology: Photography as a Research Method. 
  11. Emerson, R. M· Fretz, R. I (2001). Atkinson, Paul, επιμ. Handbook of Ethnography. CA: Sage Publications. σελ. 356-357. 
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Howell, Joseph T. (1972). Hard Living on Clay Street: Portraits of Blue Collar Families. Prospect Heights, IL: Waveland Press, Inc. ISBN 0881335266. 
  13. DeWalt & DeWalt, K.M, B.R. (2011). Participant Observation. Walnut Creek, CA: AltaMira Press. σελ. 47–61. 
  14. 14,0 14,1 Ambert, A.; Adler, P. A (1995). «"Understanding and evaluating qualitative research"». Journal of Marriage and the Family (57): 879–93. 
  15. Richardson, L. (2000). Denzin, N., επιμ. "Writing: A Method of Inquiry." Handbook of Qualitative Research (2nd ed.). Thousand Oaks: Sage Publications. 
  16. 16,0 16,1 16,2 16,3 16,4 Spradley, James P. (1980). Participant Observation. Orlando, Florida: Harcourt College Publishers. σελ. 58–62. ISBN 0-03-044501-9. 
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 17,4 17,5 17,6 17,7 17,8 Schwartz, M. S; Green, C. Schwartz. «"Problems in participant observation"». American Journal of Sociology (60). https://doi.org/10.1086%2F221566. Ανακτήθηκε στις 1955. 
  18. 18,0 18,1 18,2 Peshkin, A. (https://doi.org/10.3102%2F0013189x022002023).+«"The goodness of qualitative research"». Educational Researcher (22): 23–9. 
  19. 19,0 19,1 19,2 Atkinson, Paul (1994). «"Ethnography and participant observation"». Στο: Hammersley, Martyn. Handbook of Qualitative Research. σελίδες 248–61. 
  20. 20,0 20,1 20,2 20,3 Fenno, Richard F. (1978). Home Style: House Members in Their Districts. Little, Brown & Co. σελίδες 274–5, 277, 286. 
  21. 21,0 21,1 Douglas, Jack D., επιμ. (1977). Existential Sociology. New York: Cambridge University Press. ISBN 9780521215152. 
  22. 22,0 22,1 Douglas, Jack D. (1976). Investigative Social Research. Beverly Hills, Calif.: SAGE publications. 
  23. 23,0 23,1 23,2 23,3 23,4 23,5 23,6 23,7 Lincoln, Yvonne S.· Guba, Egon G. (1985). Naturalistic Inquiry. Beverly Hills, Calif: SAGE Publications. 
  24. 24,0 24,1 Banister, Peter· Bunn, Geoff (2011). Qualitative Methods In Psychology: A Research Guide. Philadelphia: Open University Press. σελίδες 1–16. 
  25. Kaminski, Marek M. (2004). Games Prisoners Play. Princeton, NJ: Princeton University Press. ISBN 0-691-11721-7. 
  26. Bolton, Ralph (1995). «"Tricks, Friends and Lovers: Erotic Encounters in the Field."». Στο: Kulick, D. Taboo. London: Routledge. 
  27. Sullivan, S. (2004). "We are heartbroken and furious! (#2) Violence and the (anti-)globalisation movement(s). Centre for the Study of Globalisation and Regionalisation: University of Warwick. 
  28. Abu‐Lughod, Lila (1988). Altorki, S., επιμ. "Fieldwork of a Dutiful Daughter." Arab Women in the Field: Studying Your Own Society. Syracuse, NY: Syracuse University Press. 
  29. "The Belmont Report. U.S. Department of Health and Human Services. 2016.  |first1= missing |last1= in Authors list (βοήθεια)
  30. «https://en.wikipedia.org/wiki/American_Anthropological_Association». Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2019.  Εξωτερικός σύνδεσμος στο |title= (βοήθεια)