Στεγνό καθάρισμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στεγνό καθάρισμα είναι οποιαδήποτε διεργασία καθαρισμού για ένδυση και υφάσματα χρησιμοποιώντας έναν χημικό διαλύτη εκτός του νερού. Ο χρησιμοποιούμενος διαλύτης είναι τυπικά το τετραχλωροαιθένιο (υπερχλωροαιθυλένιο), που η βιομηχανία αποκαλεί "perc (περκ)" ή "PERC (ΠΕΡΚ)". Χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό ευαίσθητων ρούχων που δεν μπορούν να αντέξουν τη σκληρή επεξεργασία ενός πλυντηρίου ρούχων και ενός στεγνωτηρίου ρούχων· μπορεί επίσης να εξαλείψει το επίπονο πλύσιμο στο χέρι.

Πολλές εγκαταστάσεις στεγνού καθαρίσματος τοποθετούν τα ρούχα τα καθαριζόμενα ρούχα μέσα σε λεπτούς πλαστικούς σάκους ρούχων.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πομπηία - Καθαριστήριο του Veranius Hypsaeus. Εργαζόμενοι σε ένα καθαριστήριο και ένας πελάτης (l), με ρούχα που κρέμονται από πάνω τους

Οι αρχαίοι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν αμμωνία (που παραγόταν από τα ούρα) και γη γναφιά για να πλύνουν τους μάλλινούς τους τήβεννους. Τα καθαριστήρια ήταν πολύ πολύ σημαντικές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, με τουλάχιστον μία εγκατάσταση σε κάθε σημαντική πόλη και συχνά ήταν ο μεγαλύτερος εργοδότης σε μια περιοχή. Αυτά τα πλυντήρια παίρναν ούρα από αγροικίες ζώων, ή από ειδικά δοχεία εγκατεστημένα σε δημόσια αποχωρητήρια. Η βιομηχανία ήταν τόσο επικερδής που οι συντεχνίες των καθαριστών ήταν σημαντικοί εκλογείς και η κυβέρνηση φορολογούσε τη συλλογή ούρων.[1]

Το σύγχρονο στεγνό καθάρισμα χρησιμοποιεί διαλύτες που δεν έχουν ως βάση το νερό για να αφαιρεί ρύπους και κηλίδες από τα ρούχα. Η δυνατότητα χρήσης διαλυτών με βάση το πετρέλαιο όπως βενζίνη και κηροζίνη ανακαλύφθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Γάλλο ιδιοκτήτη βαφείων Jean Baptiste Jolly, που παρατήρησε ότι το τραπεζομάντιλό του έγινε πιο καθαρό αφού η υπηρέτριά του έχυσε κηροζίνη πάνω του. Στη συνέχεια, ανέπτυξε μια υπηρεσία καθαρισμού ρούχων με αυτόν τον τρόπο, που έγινε γνωστός ως "nettoyage à sec"—δηλαδή, στεγνό καθάρισμα.[2]

Ανησυχίες ευφλεκτικότητας οδήγησαν τον William Joseph Stoddard, έναν στεγνοκαθαριστή από την Ατλάντα, να αναπτύξει τον διαλύτη Stoddard ως έναν ελαφρώς λιγότερο εύφλεκτο εναλλακτικό σε διαλύτες με βάση τη βενζίνη. Η χρήση πολύ εύφλεκτων διαλυτών πετρελαίου προκάλεσε πολλές φωτιές και εκρήξεις, με αποτέλεσμα την έκδοση κανονισμού για τους στεγνοκαθαριστές. Μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, οι στεγνοκαθαριστές άρχισαν να χρησιμοποιούν χλωριωμένους διαλύτες. Αυτοί οι διαλύτες ήταν πολύ λιγότερο εύφλεκτοι από τους πετρελαϊκούς διαλύτες και είχαν βελτιωμένη καθαριστική ισχύ.

Μετάβαση στο τετραχλωροαιθένιο (τετραχλωροαιθυλένιο)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η βιομηχανία στεγνού καθαρισμού είχε υιοθετήσει το τετραχλωροαιθάνιο (υπερχλωροαιθυλένιο), ή "perc" εν συντομία, ως τον ιδανικό διαλύτη. Έχει εξαιρετική καθαριστική ικανότητα και είναι σταθερός, μη εύφλεκτος και απαλός στα περισσότερα ρούχα. Το τετραχλωροαιθένιο, όμως, απετέλεσε, συμπτωματικά, το πρώτο χημικό που χαρακτηρίστηκε ως καρκινογόνο από την επιτροπή ασφαλείας κατανωλωτικών προϊόντων (μια ταξινόμηση που αργότερα ανακλήθηκε). Το 1993, η California Air Resources Board υιοθέτησε κανονισμούς για να μειώσει τις εκπομπές του τετραχλωροαιθένιου από το στεγνό καθάρισμα· τον ίδιο χρόνο, η U.S. Environmental Protection Agency (EPA) ακολούθησε. Το EPA ενημέρωσε τον κανονισμό του το 2006 για να αντανακλά τη διαθεσιμότητα των βελτιωμένων ελέγχων εκπομπής.

Η βιομηχανία στεγνού καθαρίσματος είναι στη διαδικασία αντικατάστασης του τετραχλωροαιθένιου με άλλα χημικά και/ή μεθόδους. Μεταξύ 2006 και 2011, η βιομηχανία στεγνού καθαρίσματος έχει μια μέση αγορά $7,5 δισεκατομμυρίων, 22,000 εταιρείες και απασχολεί περίπου 150.000 εργαζόμενους.[3]

Παραδοσιακά, η διαδικασία καθαρισμού γινόταν σε κεντρικά εργοστάσια· Τα μαγαζιά καθαρισμού των κεντρικών δρόμων δέχονταν τα ρούχα από τους πελάτες, τα έστελναν στο εργοστάσιο και έπειτα τα επέστρεφαν στο κατάστημα, όπου τα παραλάμβανε ο πελάτης. Αυτό οφείλονταν κυρίως στον κίνδυνο φωτιάς ή επικίνδυνων ατμών που δημιουργούνται κατά τη διαδικασία καθαρισμού. Τότε, το στεγνό καθάρισμα γινόταν σε δυο διαφορετικά μηχανήματα - ένα για τη διαδικασία καθαρισμού αυτή καθεαυτή και το δεύτερο για την ξήρανση των ρούχων.

Τα μηχανήματα αυτής της εποχής περιγράφονταν ως αεριζόμενες· οι ατμοί τους και τα αποβαλλόμενα αέρια του καθαρισμού αποβάλλονταν στην ατμόσφαιρα, όπως τα σύγχρονα στεγνωτήρια. Αυτό συνέβαλε και στην περιβαλλοντική ρύπανση, αλλά επίσης πολύ δυνητικά επαναχρησιμοποιήσιμο τετραχλωροαιθένιο χανόταν στην ατμόσφαιρα. Πολλοί αυστηρότεροι έλεγχοι στις εκπομπές διαλυτών επιβεβαίωσαν ότι όλα τα μηχανήματα στεγνού καθαρισμού στον δυτικό κόσμο είναι τώρα πλήρως κλειστά και δεν εξάγονται ατμοί διαλυτών στην ατμόσφαιρα. [εκκρεμεί παραπομπή] Στα κλειστά μηχανήματα, ο διαλύτης ανακτάται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ξήρανσης επιστρέφεται συμπυκνωμένος και αποσταγμένος, έτσι μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για παραπέρα καθαρισμό ή ασφαλή διάθεση. Η πλειοψηφία των σύγχρονων κλειστών μηχανημάτων ενσωματώνει επίσης έναν αισθητήρα ξήρανσης που ελέγχεται από υπολογιστή και αισθάνεται αυτόματα πότε έχουν απομακρυνθεί όλα τα ίχνη του τετραχλωροαιθένιου. Αυτό το σύστημα εξασφαλίζει ότι μόνο ελάχιστη ποσότητα ατμών τετραχλωροαιθένιου θα απελευθερωθεί κατά το άνοιγμα της πόρτας στο τέλος του κύκλου.

Διαδικασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα σύγχρονο μηχάνημα στεγνοκαθαριστηρίου με οθόνη αφής και έλεγχο SPS, κατασκευαστής EazyClean, τύπος EC124, η φωτογραφία πάρθηκε πριν την εγκατάσταση
Σύγχρονο μηχάνημα στεγνοκαθαριστηρίου

Ένα μηχάνημα στεγνοκαθαριστηρίου είναι παρόμοια με έναν συνδυασμό οικιακού πλυντηρίου ρούχων και ξηραντήρα ρούχων. Τα ρούχα τοποθετούνται στον θάλαμο πλύσης ή εξαγωγής. (αναφέρεται ως "καλάθι" ή "κάδος" ή "τύμπανο"), που αποτελεί την καρδιά του μηχανήματος. Ο θάλαμος πλύσης περιέχει ένα οριζόντιο διάτρητο κάδο που περιστρέφεται μέσα σε ένα εξωτερικό κέλυφος. Το κέλυφος κρατά το διαλύτη, ενώ ο περιστρεφόμενος κάδος κρατά το φορτίο των ρούχων. Η χωρητικότητα του κάδου είναι μεταξύ περίπου 10 and 40 kg (20 to 80 lb).[εκκρεμεί παραπομπή]

Κατά τη διάρκεια του κύκλου πλύσης, ο θάλαμος γεμίζεται κατά το ένα τρίτο περίπου με διαλύτη και ξεκινά να περιστρέφεται, ανακατεύοντας τα ρούχα. Η θερμοκρασία του διαλύτη παραμένει σταθερή στους 30 βαθμούς Κελσίου (86 βαθμούς Φαρενάιτ), επειδή μια υψηλότερη θερμοκρασία μπορεί να τον βλάψει. Κατά τη διάρκεια του κύκλου πλύσης, ο διαλύτης στον θάλαμο (γνωστός συνήθως ως "κλουβί") περνάει μέσα από τον θάλαμο διήθησης και έπειτα ανατροφοδοτείται στο "κλουβί". Αυτό είναι γνωστό ως ο κύκλος και συνεχίζεται κατά τη διάρκεια της πλύσης. Ο διαλύτης έπειτα αφαιρείται και στέλνεται σε μια μονάδα απόσταξης που αποτελείται από έναν λέβητα και έναν συμπυκνωτή. Ο συμπυκνωμένος διαλύτης τροφοδοτείται σε μια μονάδα διαχωρισμού, όπου οποιοδήποτε παραμένον νερό ξεχωρίζεται από τον διαλύτη και έπειτα τροφοδοτείται στη δεξαμενή "καθαρού διαλύτη". Ο ιδανικός ρυθμός ροής είναι χοντρικά 8 λίτρα διαλύτη ανά κιλό ρούχων το λεπτό, ανάλογα με το μέγεθος του μηχανήματος.

Τα ρούχα ελέγχονται επίσης για ξένα αντικείμενα. Αντικείμενα όπως πλαστικοί στυλοί θα διαλυθούν στο λουτρό του διαλύτη και μπορεί να βλάψουν τα υφάσματα ώστε να τα αχρηστεύσουν. Κάποια χρώματα υφασμάτων είναι "χαλαρά" (το κόκκινο είναι ο κύριος υπαίτιος) και θα αφήσει χρώμα κατά τη διάρκεια της εμβάπτισης στο διαλύτη. Αυτά δεν πρέπει να συμπεριληφθούν σε ένα φορτίο μαζί με υφάσματα πιο ανοικτού χρώματος προς αποφυγή μεταφοράς χρώματος. Ο χρησιμοποιούμενος διαλύτης πρέπει να αποσταχθεί για να αφαιρεθούν οι ακαθαρσίες που μπορεί να μεταφερθούν στα ρούχα. Τα ρούχα ελέγχονται για συμβατότητα με το στεγνό καθάρισμα, συμπεριλαμβάνοντας όλα τα πρόσθετα (φερμουάρ, αγκράφες κλπ.). Πολλά διακοσμητικά πρόσθετα ή δεν αντέχουν τον διαλύτη ή δεν αντέχουν την μηχανική καταπόνηση του καθαρισμού. Αυτά πρέπει να αφαιρεθούν και να επανατοποθετηθούν μετά τον καθαρισμό, ή να προστατευθούν. Ευπαθή αντικείμενα, όπως καλύμματα κρεβατιού με φτερά ή κουβέρτες με φούντες ή κουρτίνες, μπορεί να κλειστούν σε μια χαλαρή δικτυωτή σακούλα. Η πυκνότητα του τετραχλωροαιθενίου είναι περίπου 1,7 g/cm3 σε θερμοκρασία δωματίου (70% βαρύτερο από το νερό) και το βάρος του απορροφούμενου διαλύτη μπορεί να προκαλέσει ζημιά στο ύφασμα κάτω από κανονική δύναμη κατά τη διάρκεια του κύκλου εξαγωγής εκτός και η δικτυωτή σακούλα παρέχει μηχανική υποστήριξη.

Δεν μπορούν να αφαιρεθούν όλες οι κηλίδες με στεγνό καθάρισμα. Κάποιες κηλίδες πρέπει να κατεργαστούν με διαλύτες κηλίδων —κάποιες φορές με πίδακα ατμού ή με εμβάπτιση σε ειδικά υγρά αφαίρεσης κηλίδων— πριν να πλυθούν τα υφάσματα ή να στεγνοκαθαριστούν. Επίσης, υφάσματα αποθηκευμένα σε λερωμένη κατάσταση για πολύν χρόνο είναι δύσκολο να επανέλθουν στο αρχικό τους χρώμα και υφή. Φυσικές ίνες όπως μαλλί, βαμβάκι και μετάξι ανοικτών χρωμάτων δεν πρέπει να αφεθούν σε βρόμικη κατάσταση για πολύ χρόνο, επειδή απορροφούν ρύπους στην υφή τους και είναι απίθανο να επανέλθουν στο αρχικό τους χρώμα και κατάσταση.

Ένας τυπικός κύκλος καθαρισμού κρατάει 8–15 λεπτά ανάλογα με τον τύπο των ρούχων και τον βαθμό ρύπανσης. Κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων λεπτών, ρύποι διαλυτοί σε διαλύτη διαλύονται στο τετραχλωροαιθένιο και ξεκολλά χαλαρή, αδιάλυτη βρώμα. Παίρνει 10–12 λεπτά μετά το ξεκόλλημα της χαλαρής βρωμιάς να αφαιρεθούν οι αδιάλυτοι ρύποι από τα ρούχα. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούν διαλύτες υδρογονανθράκων απαιτούν έναν κύκλο πλύσης τουλάχιστον 25 λεπτών επειδή ο ρυθμός διάλυσης των διαλυτών σε διαλύτη ρύπων είναι πολύ πιο αργός. Μπορεί επίσης να προστεθεί ένα επιφανειοδραστικό "σαπούνι".

Στο τέλος του κύκλου πλύσης, το μηχάνημα αρχίζει έναν κύκλο ξεβγάλματος όπου το φορτίο του υφάσματος ξεπλένεται με φρέσκο αποσταγμένο διαλύτη από τη δεξαμενή καθαρού διαλύτη. Αυτό το ξέβγαλμα με καθαρό διαλύτη αποτρέπει τον αποχρωματισμό που προκαλείται από σωματίδια ρύπων που επαναπορροφώνται στην επιφάνεια των υφασμάτων από τον "βρόμικο" διαλύτη επεξεργασίας.

Μετά τον κύκλο του ξεβγάλματος, το μηχάνημα ξεκινά τη διαδικασία εξαγωγής, που ανακτά τον διαλύτη για επαναχρησιμοποίηση. Τα σύγχρονα μηχανήματα ανακτούν περίπου το 99,99% του χρησιμοποιούμενου διαλύτη. Ο κύκλος εξαγωγής ξεκινά με αποχέτευση του διαλύτη από τον θάλαμο πλύσης και επιταχύνοντας το καλάθι στις 350-450 rpm, προκαλώντας την απομάκρυνση του περισσότερου διαλύτη από τα ρούχα. Μέχρι εδώ, ο καθαρισμός γίνεται σε κανονική θερμοκρασία, επειδή ο διαλύτης δεν θερμαίνεται ποτέ κατά τη διαδικασία του στεγνού καθαρισμού. Όταν δεν μπορεί πια να απομακρυνθεί άλλος διαλύτης, το μηχάνημα αρχίζει τον κύκλο στεγνώματος.

Κατά τη διάρκεια του ξηρού κύκλου, τα ρούχα τοποθετούνται σε ένα ρεύμα θερμού αέρα (60-63 °C/140-145 °F) που κυκλοφορεί μέσα από το καλάθι, εξατμίζοντας κάθε ήχος διαλύτη που παρέμεινε μετά τον κύκλο περιστροφής. Η θερμοκρασία του αέρα ελέγχεται για να αποτραπεί θερμική ζημιά στα ρούχα. Ο αποβαλλόμενος θερμός αέρας από το μηχάνημα περνάει στη συνέχεια από μια μονάδα ψύξης όπου οι ατμοί του διαλύτη συμπυκνώνονται και επιστρέφονται στη δεξαμενή του απεσταγμένου διαλύτη. Τα σύγχρονα μηχανήματα στεγνού καθαρισμού χρησιμοποιούν ένα σύστημα κλειστού βρόχου στο οποίο ο κρύος αέρας επαναθερμαίνεται και επανακυκλοφορεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα υψηλούς ρυθμούς ανάκτησης του διαλύτη και μείωση της ρύπανσης του αέρα. Στις πρώιμες ημέρες του στεγνού καθαρισμού, μεγάλες ποσότητες τετραχλωροαιθενίου πήγαιναν στην ατμόσφαιρα, επειδή εθεωρείτο φτηνό και αβλαβές.

Μετά την ολοκλήρωση του ξηρού κύκλου, ένας αποσμητικός κύκλος (αερισμού) ψύχει τα ρούχα και αφαιρεί τα τελευταία ίχνη διαλύτη, κυκλοφορώντας δροσερό εξωτερικό αέρα στα ρούχα και έπειτα μέσα από ένα φίλτρο ανάκτησης ατμού φτιαγμένο από ενεργό άνθρακα και ρητίνες πολυμερών. Μετά τον κύκλο αερισμού, τα ρούχα είναι καθαρά και έτοιμα για σιδέρωμα.

Επεξεργασία διαλύτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο διαλύτης εργασίας από τον θάλαμο πλύσης περνάει μέσα από αρκετά βήματα διήθησης πριν επιστρέψει στον θάλαμο πλύσης. Το πρώτο βήμα είναι η παγίδευση μικροαντικειμένων που αποτρέπει μικρά αντικείμενα όπως στουπιά, πόρπες, κουμπιά και νομίσματα να μπουν στην αντλία του διαλύτη.

Με την πάροδο του χρόνου, μια λεπτή στρώση από συσσωμάτωμα φίλτρου (που λέγεται "λάσπη") συσσωρεύεται στο φίλτρο λινάρι. Η λάσπη αφαιρείται τακτικά (συνήθως μια φορά την ημέρα) και έπειτα επεξεργάζεται για την ανάκτηση του δεσμευμένου διαλύτη στη λάσπη. Πολλά μηχανήματα χρησιμοποιούν "περιστρεφόμενα φίλτρα δίσκου", που αφαιρούν τη λάσπη από το φίλτρο με κεντρομόλο δύναμη ενώ ξαναπλένεται με διαλύτη.

Μετά το φίλτρο λινού, ο διαλύτης περνά μέσα από ένα προσροφητικό φυσίγγιο φίλτρου . Αυτό το φίλτρο γίνεται από ενεργό πηλό και άνθρακα και αφαιρεί λεπτούς αδιάλυτους ρύπους και μη πτητικά υπολείμματα, μαζί με χρώματα από τον διαλύτη. Τελικά, ο διαλύτης περνάει μέσα από ένα φίλτρο εξευγενισμού, που αφαιρεί οποιονδήποτε ρύπο δεν έχει αφαιρεθεί προηγουμένως. Ο καθαρός διαλύτης επιστρέφεται έπειτα στη δεξαμενή του διαλύτη εργασίας.

Για να βελτιωθεί η καθαριστική ισχύ, προστίθενται μικρές ποσότητες απορρυπαντικού (0,5%-1,5%) στον διαλύτη κατεργασίας και είναι βασικές για τη λειτουργικότητά του. Αυτά τα απορρυπαντικά γαλακτοματοποιούν υδροφοβικούς ρύπους και κρατάνε τους ρύπους από επαναπόθεση στα ρούχα. Ανάλογα με τον σχεδιασμό του μηχανήματος, χρησιμοποιείται ανιονικό ή κατιονικό απορρυπαντικό.

Επειδή η ανάκτηση του διαλύτη είναι μικρότερη από 100% και επειδή ο στεγνός καθαρισμός δεν αφαιρεί καλά τις κηλίδες με βάση το νερό, οι επιχειρηματίες έχουν αναπτύξει την διαδικασία υγρού καθαρισμού, στην οποία, βασικά, κρύο νερό πλένει και ξηραίνει τον αέρα, χρησιμοποιώντας ένα πλυντήριο και ένα στεγνωτήριο που ελέγχονται από υπολογιστή. Γενικά, ο υγρός καθαρισμός θεωρείται ότι βρίσκεται στα σπάργανα, αν και εκδόσεις χαμηλής τεχνολογίας από αυτόν χρησιμοποιούνται για αιώνες.

Σύμβολα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το διεθνές σύμβολο πλύσης για στεγνό καθάρισμα είναι ένας κύκλος. Μπορεί να έχει το γράμμα P μέσα του για να δείξει διαλύτη τετραχλωροαιθενίου, ή το γράμμα F για να δείξει έναν εύφλεκτο διαλύτη. Μια γραμμή κάτω από τον κύκλο δείχνει ότι μόνο ήπιες διαδικασίες καθαρισμού πρέπει να χρησιμοποιηθούν. Ένας διαγραμμένος κενός κύκλος δείχνει ότι δεν επιτρέπεται στεγνό καθάρισμα[4]

Απόβλητα στεγνού καθαρίσματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επεξεργασμένες ακαθαρσίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπόλειμμα επεξεργασμένης σκόνης είναι το όνομα για τα απόβλητα που δημιουργούνται από συμπύκνωση ή απόσταξη ακαθαρσιών. Είναι ένα επικίνδυνο απόβλητο και περιέχει διαλύτη, υλικό κονιοποιημένου φίλτρου (διάτομα), άνθρακα, μη πτητικό υπόλειμμα, λινό, χρώματα, γράσο, λάδια και νερό. Αυτό το υλικό πρέπει να διατίθεται σύμφωνα με τους τοπικούς νόμους.

Λάσπη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το στερεό υπόλειμμα από τον αποστακτήρα περιέχει διαλύτη, νερό, βρομιές, άνθρακα και άλλα μη πτητικά υπολείμματα. Τα υπολείμματα του αποστακτήρα από τις επεξεργασίες του στεγνού καθαρισμού του χλωριωμένου διαλύτη είναι επικίνδυνα απόβλητα. Τα υπολείμματα του αποστακτήρα από μηχανήματα που χρησιμοποιούν άλλους διαλύτες μπορεί επίσης να είναι επικίνδυνα λόγω των τοξικών συστατικών στα χρώματα των ρούχων.

Φίλτρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα φίλτρα που χρησιμοποιούνται σε μηχανήματα με βάση το τετραχλωροαιθάνιο είναι επίσης ελεγχόμενα επικίνδυνα απόβλητα στις ΗΠΑ.

Νερό διαχωριστή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το νερό θα διαχωριστεί από τον διαλύτη στεγνού καθαρίσματος και πρέπει να αφαιρεθεί. Αυτό το απόβλητο νερού, από μηχανήματα που χρησιμοποιούν τετραχλωροαιθένιο, είναι ένα ελεγχόμενο επικίνδυνο απόβλητο στις ΗΠΑ.

Τοξικότητα και περιβαλλοντικές επιπτώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τετραχλωροαιθένιο ταξινομείται ως καρκινογόνο στους ανθρώπους από το Γραφείο προστασίας περιβάλλοντος των ΗΠΑ[5] και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επικίνδυνο απόβλητο. Για να αποτραπεί η είσοδος του στο πόσιμο νερό, οι στεγνοκαθαριστές που χρησιμοποιούν τετραχλωροαιθένιο πρέπει να παίρνουν ειδικές προφυλάξεις.

Όταν απελευθερώνεται στον αέρα, το τετραχλωροαιθένιο μπορεί να συμβάλλει στην αιθαλομίχλη, όταν αντιδρά με άλλες πτητικές ουσίες οργανικού άνθρακα.[6] California declared perchloroethylene a toxic chemical in 1991, and its use will become illegal in that state in 2023.[7] Μια πρόσφατη μελέτη που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο Georgetown δείχνει ότι το τετραχλωροαιθένιο παρακρατείται στα ρούχα που έχουν υποστεί στεγνό καθαρισμό και τα επίπεδά του του αυξάνονται με τους επαναλαμβανόμενους καθαρισμούς.[8]

Μερικές εναλλακτικές λύσεις όπως το CO2 προσφέρουν μια λύση στο τετραχλωροαιθένιο, όμως το CO2 είναι κατώτερο στην απομάκρυνση μερικών μορφών βρομιάς.[9]

Χρησιμοποιούμενοι διαλύτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύγχρονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Οι αιθέρες της 1,2-αιθανοδιόλης (τριτοταγής βουτυλαιθέρας της διπροπυλενογλυκόλης) (Rynex, Solvair, Caled Impress, Caled GenX) είναι σε πολλές περιπτώσεις πιο αποτελεσματικοί από το τετραχλωροαιθένιο και σε όλες τις περιπτώσεις πιο φιλικοί στο περιβάλλον. Ο τριτοταγής βουτυλαιθέρας της διπροπυλενογλυκόλης (DPTB) έχει σημείο ανάφλεξης πολύ πάνω από τα τρέχοντα βιομηχανικά πρότυπα, αν και ταυτόχρονα έχει βαθμό διαλυτότητας για υδατοδιαλυτές κηλίδες τουλάχιστον ίσο και στις περισσότερες περιπτώσεις καλύτερο από το τετραχλωροαιθένιο και τους άλλους διαλύτες στεγνού καθαρισμού από αιθέρες της γλυκόλης που είναι παρόντες σε εμπορική χρήση. Ένα ιδιαίτερο πλεονέκτημα των διαλυμάτων DPTB-νερού του προϊόντος Rynex στον στεγνό καθαρισμό είναι ότι δεν συμπεριφέρονται ως ένα τυπικό μείγμα, αλλά, μάλλον, ως μια ουσία. Αυτό επιτρέπει έναν καλύτερο διαχωρισμό στην αζεοτροπική απόσταξη σε χαμηλότερο σημείο βρασμού, διευκολύνει την ανάκτηση πιο αποτελεσματικά (σε ένα επίπεδο του 99% ή μεγαλύτερο) και επίσης βελτιώνει τον καθαρισμό χρησιμοποιώντας συμβατικές τεχνικές απόσταξης.[10]
  • Οι υδρογονάνθρακες είναι τα πιο τυπικά στεγνά καθαριστικά, αλλά οι διεργασίες χρησιμοποιούν διαλύτες υδρογονανθράκων όπως DF-2000 της Exxon-Mobil ή EcoSolv της Chevron Phillips. Αυτοί οι διαλύτες με βάση το πετρέλαιο είναι λιγότερο επιθετικοί από το τετραχλωροαιθένιο και χρειάζονται έναν μεγαλύτερο κύκλο καθαρισμού. Αν και εύφλεκτοι, αυτοί οι διαλύτες δεν παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο φωτιάς ή έκρηξης όταν χρησιμοποιηθούν κατάλληλα. Οι υδρογονάνθρακες περιέχουν επίσης πτητικές οργανικές ενώσεις (VOCs) που συμβάλλουν στην αιθαλομίχλη.[11]
  • Η Υγρή σιλικόνη (δεκαμεθυλοκυκλοπεντασιλοξάνιο ή D5) είναι ηπιότερη στα ρούχα από το τετραχλωροαιθένιο και δεν προκαλεί απώλεια χρώματος. Απαιτεί άδεια για να χρησιμοποιηθεί η ιδιότητα του GreenEarth Cleaning. Αν και σημαντικά πιο φιλική στο περιβάλλον, η τιμή της είναι υπερδιπλάσια από το τετραχλωροαιθένιο και το GreenEarth επιβαρύνει με μια ετήσια συνδρομή συνεργασίας.[12] Αποικοδομείται σε μερικές μέρες στο περιβάλλον σε διοξείδιο του πυριτίου και σε ίχνη νερού και CO2. Παράγει μη τοξικά, μη επικίνδυνα απόβλητα. Οι δοκιμές τοξικότητας από την Dow Corning δείχνουν αύξηση της συχνότητας όγκων σε θηλυκά ποντίκια (δεν παρατηρήθηκε επίπτωση σε αρσενικά ποντίκια), αλλά παραπέρα έρευνα κατέληξε ότι οι επιπτώσεις που παρατηρήθηκαν στα ποντίκια δεν σχετίζονται με τους ανθρώπους λόγω του βιολογικού δρόμου που καταλήγει στον σχηματισμό όγκων που είναι μόνο για τα ποντίκια.[13] (170.6 °F/77 °C flash point).
  • Τροποποιημένα μείγματα υδρογονανθράκων (Καθαρά ξηρά)
  • Βρωμιούχοι διαλύτες n-προπυλοβρωμίδιο (Fabrisolv, DrySolv) είναι ένας διαλύτης με μια υψηλότερη τιμή ΚΒ από το τριχλωροαιθένιο. Αυτό επιτρέπει τον πιο γρήγορο καθαρισμό, αλλά μπορεί να βλάψει συνθετικές χάντρες και πούλιες, αν δεν χρησιμοποιηθεί σωστά. Από πλευράς υγείας, υπάρχουν κίνδυνοι σχετιζόμενοι με το nPB όπως μούδιασμα των νεύρων.[14] Η έκθεση στους διαλύτες σε έναν τυπικό στεγνοκαθαριστή θεωρείται πολύ κάτω από τα επίπεδα που απαιτούνται για την πρόκληση κινδύνου.[15] Περιβαλλοντικά, έχει εγκριθεί από την EPA ως σημαντική νέα εναλλακτική λύση σε επικίνδυνους διαλύτες που χρησιμοποιήθηκαν στο παρελθόν. Είναι μεταξύ των πιο ακριβών διαλυτών, αλλά λόγω του πιο γρήγορου καθαρισμού, χαμηλότερων θερμοκρασιών και γρήγορων χρόνων ξήρανσης, θεωρείται ότι έχει τα ίδια ή χαμηλότερο κόστος γενικά για τη συνολική διαδικασία.
  • Το τεραχλωροαιθένιο χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1940 και είναι ο πιο συνηθισμένος διαλύτης, ο πιο "τυπικός" για εκτέλεση καθαρισμού και πιο αποτελεσματικό καθαριστικό. Μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία/απώλεια χρώματος, ειδικά σε υψηλότερες θερμοκρασίες και μπορεί να καταστρέψει ειδικές διακοσμήσεις, κουμπιά και χάντρες σε κάποια ρούχα. Καλύτερο για κηλίδες από λάδι (που αντιστοιχεί στο 10% περίπου των κηλίδων) παρά για τις περισσότερες συνηθισμένες υδατοδιαλυτές κηλίδες (καφές, κρασί, αίμα, κλπ.). Είναι γνωστό ότι αφήνει μια χαρακτηριστική χημική μυρουδιά στα ρούχα και δεν είναι αναφλέξιμο. Μια πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Georgetown δείχνει ότι το τετραχλωροαιθένιο, έχει ταξινομηθεί ως καρκινογόνο στους ανθρώπους από το EPA, παρακρατείται από τα στεγνοκαθαρισμένα ρούχα και τα επίπεδά του αυξάνονται με διαδοχικούς στεγνούς καθαρισμούς.[8]
  • Το Υγρό CO2 - Το Consumer Reports αξιολόγησε αυτήν τη μέθοδο ως ανώτερη από τις συμβατικές μεθόδους, αλλά το ίδρυμα στεγνού καθαρισμού και πλύσης σχολίασε την "μέτρια χαμηλή ικανότητα καθαρισμού" σε μια έκθεση του 2007.[16] Μια άλλη ομάδα βιομηχανικής πιστοποίησης, η America's Best Cleaners, θεωρεί τους καθαριστές CO2 μεταξύ των μελών της. Τα μηχανήματα είναι δαπανηρά—μέχρι $90.000 περισσότερο από ένα μηχάνημα τετραχλωροαιθενίου, με συνέπεια να είναι δύσκολα προσιτό για μικρές επιχειρήσεις. Κάποιοι καθαριστές με τέτοια μηχανήματα κρατούν τα παραδοσιακά μηχανήματα επί τόπου για τα έντονα λερωμένα ρούχα, αλλά άλλοι βρίσκουν ότι τα φυτικά ένζυμα είναι εξίσου αποτελεσματικά και περιβαλλοντικά πιο διατηρήσιμα. Τα καθαρισμένα με CO2 ρούχα δεν εκπέμπουν πτητικές ενώσεις. Ο καθαρισμός με CO2 χρησιμοποιείται επίσης για επαναφορά από βλάβη λόγω νερού ή φωτιάς λόγω της αποτελεσματικότητάς του στην αφαίρεση τοξικών υπολειμμάτων, αιθάλης και σχετικών οσμών της φωτιάς. Η περιβαλλοντική επίπτωση είναι πολύ χαμηλή. Το διοξείδιο του άνθρακα είναι σχεδόν ολότελα μη τοξικό, δεν παραμένει στα ρούχα ή στο περιβάλλον και η επίπτωσή του ως αέριο του θερμοκηπίου είναι χαμηλότερη από αυτή των περισσότερων οργανικών διαλυτών.
  • Το επαγγελματικό υγρό καθάρισμα είναι ένα σύστημα που χρησιμοποιεί νερό και βιοδιασπάσιμο σαπούνι. Στεγνωτήρια ελεγχόμενης υγρασίας και μηχανήματα εφελκυσμού εξασφαλίζουν ότι τα ρούχα κρατούν το φυσικό τους σχήμα και μέγεθος. Το επαγγελματικό υγρό καθάρισμα έχει καθαρίσει την πλειοψηφία των ρούχων "μόνο για στεγνό καθαρισμό" με ασφάλεια, συμπεριλαμβάνοντας δέρμα, καστόρι, τα περισσότερα ραμμένα μάλλινα, μετάξι, και ρεγιόν. Οι περισσότεροι καθαριστές χρησιμοποιούν υγρό καθαρισμό σε κάποια ρούχα. Στην Καλιφόρνια μόνο, υπάρχουν πάνω από 100 επαγγελματίες υγρού καθαρισμού και περισσότερες από 200 σε όλες τις ΗΠΑ.

Ιστορικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικιακό στεγνό καθάρισμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διάφορα προϊόντα καταναλωτών στο εμπόριο σήμερα, όπως το Dryelτης Procter & Gamble, επιτρέπουν τμήματα της διαδικασίας στεγνού καθαρισμού να εκτελούνται στο σπίτι, χρησιμοποιώντας οικιακές μηχανές πλυσίματος. Αν και η χρήση αυτών των προϊόντων δεν ακολουθεί όλα τα βήματα της εμπορικής επεξεργασίας, τέτοια χρήση δεν αποδίδει για συγκεκριμένους τύπους ρούχων.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Hygiene in Ancient Rome». Ancienthistory.about.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2013. 
  2. «How Dry Cleaning Works». Science.howstuffworks.com. Ανακτήθηκε στις 30 Μαρτίου 2006. 
  3. «Drycleaning & Laundry Services Industry Analysis». PellResearch.com. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2013. 
  4. «Professional textile care symbols». GINETEX - Swiss Association for Textile Labelling. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουλίου 2013. 
  5. EPA Releases Final Health Assessment for TCE [1] September 2011. Accessed 2011-09-28.
  6. U.S. Environmental Protection Agency, Office of Pollution Prevention and Toxics. “Chemicals in the Environment: Perchloroethylene.” 1994-08. Retrieved on 2007-08-15.
  7. «California bans dry cleaning chemical». msnbc.com. 25 Ιανουαρίου 2007. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2014. 
  8. 8,0 8,1 «High Levels of Carcinogens in Dry-Cleaning, Study Shows - Georgetown University». Georgetown.edu. 30 Αυγούστου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2013. 
  9. «Dry-cleaning with CO2 wins award [Science] Resource». Resource.wur.nl. 12 Οκτωβρίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2013. 
  10. «United States Patent: 7008458». Patft.uspto.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2013. 
  11. Immediato, Linda. "Wet is the New Dry." Αρχειοθετήθηκε 2007-09-30 στο Wayback Machine. LA Weekly: La Vida. 2007-01-17. Retrieved on 2007-08-15.
  12. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Φεβρουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2014. 
  13. Silicones Environmental, Health and Safety Council. “Fact Sheet: D5 in wetCleaning.”[νεκρός σύνδεσμος] December 2004. Accessed 2007-07-30, unavailable 5 July 2013.
  14. "HAZARD EVALUATION 1-Bromopropane" Αρχειοθετήθηκε 2013-11-06 στο Wayback Machine. July 2003. Accessed 2014-Jan-22
  15. "Occupational exposure to perchloroethylene in dry-cleaning shops in Tehran, Iran." April 2009. Accessed 2014-Jan-22
  16. Drycleaning and Laundry Institute. "The DLI White Paper: Key Information on Industry Solvents." The Western Cleaner & Launderer, August 2007.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]