Σταθμός αερολιμένα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Σταθμός αερολιμένα, ή αεροδρομίου, ή "Αεροσταθμός" (Air Terminal), ονομάζεται το κτιριακό συγκρότημα εξυπηρέτησης των διακινουμένων από ένα αεροδρόμιο επιβατών και εμπορευμάτων.

Κατηγορίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αεροσταθμοί διακρίνονται ανάλογα του τύπου του αεροδρομίου σε: επιβατικούς, εμπορευματικούς, ή σύνθετους και σε στρατιωτικούς. Επιμέρους οι επιβατικοί ή εμπορικοί διακρίνονται ανάλογα του προορισμού των διακινουμένων απ΄ αυτούς σε εσωτερικούς και διεθνείς. Οι αεροσταθμοί αποτελούν τους τερματικούς χώρους των απολήξεων των επίγειων συγκοινωνιακών δικτύων (οδικών και σιδηροδρομικών) που συνδέονται με τα αεροδρόμια όπου συνηθέστερα διατάσσονται πλευρικά και περί το μέσον περίπου της έκτασης αυτών. Το μέγεθος της εγκατάστασής των εξαρτάται από τον αριθμό των διακινουμένων απ΄ αυτό ατόμων, που μπορεί να είναι ένα μικρό κτίριο, όπως π.χ. ενός επαρχιακού αεροδρομίου εσωτερικού, μέχρι μεγάλο κτιριακό συγκρότημα των διεθνών αερολιμένων μεγαλουπόλεων. Γενικά οι αεροσταθμοί μαζί με τους πύργους ελέγχου αποτελούν τις κυρίαρχες κτιριακές εγκαταστάσεις του κάθε αεροδρομίου, όπου στα μικρά αεροδρόμια αποτελούν ενιαίο κτίριο.

Επιβατηγός αεροσταθμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κάθε αεροσταθμός εσωτερικού (εσωτερικών αεροπορικών ανταποκρίσεων) διαθέτει ανάλογη αίθουσα αναμονής επιβατών η χώρο εμπορευμάτων, χώρους έκδοσης και ελέγχου εισιτηρίων και διάφορους άλλους βοηθητικούς χώρους, όπως παραλαβής και μεταφοράς αποσκευών, εμπορευμάτων, κυλικεία κ.λπ. Στους αεροσταθμούς αυτούς λεγόμενοι και «αποκεντρωμένης λειτουργίας» οι προς διακίνηση επιβάτες παραδίδουν τις αποσκευές τους. Στη συνέχεια διακινούνται ελεύθερα εντός του χώρου καταλήγοντας στην αίθουσα αναμονής για την τελική διακίνησή τους στο αεροπλάνο. Γενικά οι σχετικοί έλεγχοι στους σταθμούς αυτούς γίνονται λίγο πριν την αναχώρηση σε μικρότερη αίθουσα ή χώρο που εξυπηρετεί μία μόνο πτήση. Η δε εξυπηρέτηση των αφικνούμενων γίνεται από τους ίδιους χώρους.

Αντίθετα οι αεροσταθμοί των διεθνών αερολιμένων, καλούμενοι «κεντρικής λειτουργίας» είναι μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα σύνθετης μορφής που διαθέτουν επιπρόσθετα αίθουσες αναμονής διερχομένων επιβατών τράνζιτ, αίθουσες VIP, ξεχωριστούς χώρους εξυπηρέτησης αφίξεων, εκδοτήρια εισιτηρίων διαφόρων αεροπορικών εταιρειών, αναψυκτήρια, εστιατόρια, καταστήματα εφημερίδων, τουριστικών ειδών και αφορολογήτων (tax-free), πολλά των οποίων αποτελούν στη κυριολεξία εμπορικά κέντρα, ιατρεία έκτακτης ανάγκης, όπως και πρόσθετους χώρους ελέγχου πολλαπλών πτήσεων π.χ. διαβατηρίων, τελωνειακού, και υγειονομικού (για τους αφικνούμενους) κ.ά. Επίσης οι εγκαταστάσεις παραλαβής και μεταφοράς αποσκευών και εμπορευμάτων περιλαμβάνουν κυλιόμενες ταινίες ή μεταλλικούς διαδρόμους κύλισης συσκευασμένων εμπορευμάτων σε παλέτες που επιτρέπουν έτσι την εξοικονόμηση χρόνου διεκπεραίωσης.

Ένας σύγχρονος επιβατικός αεροσταθμός χαρακτηρίζεται ικανοποιητικής εξυπηρέτησης όταν η συνολική απόσταση που πρέπει να καλύψει πεζός ο επιβάτης από την είσοδό του σ΄ αυτό μέχρι την επιβίβασή του στο αεροπλάνο (ή αντίστροφα) δεν υπερβαίνει τα 300 μέτρα. Στις περιπτώσεις που αυτό δεν είναι εφικτό λόγω της μεγάλης ανάπτυξης του αεροσταθμού η διακίνηση των επιβατών υποβοηθείται με ταινιοδρόμους και κυλιόμενες σκάλες. Παράλληλα χαρακτηρίζεται ικανοποιητικός όταν ο χρόνος διατυπώσεων και ελέγχων περιορίζεται στο ελάχιστο, ομοίως και ο χρόνος παράδοσης και παραλαβής αποσκευών, καθώς και από τις παρεχόμενες δυνατότητες μιας ευχάριστης γενικά παραμονής των επιβατών.

Εμπορευματικός αεροσταθμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταχεία ανάπτυξη των αερομεταφερομένων εμπορευμάτων, παρά το μειονέκτημα του υψηλού κόστους έναντι του σημαντικότερου πλεονεκτήματος, του μεγάλου κέρδους χρόνου αλλά και της απλουστευμένης συσκευασίας, επέβαλε την ανάπτυξη ξεχωριστών αεροσταθμών από εκείνων των επιβατικών. Σήμερα πολλές διεθνείς εταιρείες μεταφορών είτε έχουν δημιουργήσει ιδιαίτερους αεροσταθμούς εμπορευμάτων με δικές τους εγκαταστάσεις νοικιάζοντας κάποιους χώρους των υφιστάμενων αερολιμένων, είτε προχωρούν στη κατασκευή ιδιόκτητων αεροδρομίων καθαρά εμπορευματικών επενδύοντας μεγάλα χρηματικά ποσά σε εξελιγμένους εξοπλισμούς αυτοματοποίησης. Χαρακτηριστικοί τέτοιοι εμπορευματικοί αεροσταθμοί είναι το “Cargo City” Λος Άντζελες, εξ ολοκλήρου εμπορευματκός, καθώς και της Γενεύης και του Χήθροου του Λονδίνου.

Σ΄ ένα αερολιμένα μπορεί να υφίστανται περισσότεροι του ενός εμπορευματικοί αεροσταθμοί, είτε μικτοί εισαγωγών – εξαγωγών είτε και χωριστοί. Γενικά κάθε μικτός εμπορευματικός σταθμός θα πρέπει να διαθέτει, όπως και στους λιμένες διαφορετικούς χώρους εναπόθεσης και διεκπεραίωσης φορτίων εισαγωγής, εξαγωγής ή ανταπόκρισης (τράνζιτ). Τα δε αερομεταφερόμενα σήμερα εμπορεύματα διακινούνται σε εμπορευματοκιβώτια με διεθνείς προδιαγραφές μεγεθών έτσι ώστε παράλληλα με την αυτοματοποίηση των φορτοεκφορτώσεων να παρέχεται και περισσότερη ασφάλεια των διακινουμένων μ΄ αυτά. αγαθών. Στον εξοπλισμό των εμπορευματικών αεροσταθμών περιλαμβάνονται εκτός από τις εγκαταστάσεις φύλαξης, αυτοματισμών και τηλεχειρισμών, (μεγάλες αποθήκες, ψυγεία, κυλιόμενες εγκαταστάσεις – κυλίστρες, ταινιόδρομοι κ.λπ.), σημαντικός αριθμός βοηθητικών μέσων μεταφορών και στοιβασίας όπως π.χ. περονοφόρα οχήματα (κλαρκ), ειδικά ανυψούμενα δάπεδα κ.λπ.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα" τομ.3ος, σελ.22.