Στέφανος Γ΄ ο Μέγας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Στέφανος ο Μέγας)
Στέφανος Γ΄ ο Μέγας
Πρίγκιπας της Μολδαβίας
Περίοδος14572 Ιουλίου 1504
ΠροκάτοχοςΠέτρος Γ' Αρόν
ΔιάδοχοςΜπογκντάν Γ΄ ο Μονόφθαλμος
Γέννηση1438/1439
Ονέστι, Ρουμανία
Θάνατος2 Ιουλίου 1504 (65-66 ετών)
Σουτσεάβα, Ρουμανία
ΣύζυγοςΕυδοκία του Κιέβου
Μαρία Ασανίνα Παλαιολογίνα
Μαρία Βοϊτσίτα
ΠατέραςΜπογκντάν Β' της Μολδαβίας
ΜητέραΜαρία Ολτέα
ΘρησκείαΟρθόδοξη Εκκλησία
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Στέφανος Γ΄ της Μολδαβίας (Ștefan cel Mare, 1438/1439 - 2 Ιουλίου 1504)[1], γνωστός και ως Στέφανος ο Μέγας, ήταν βοεβόδας (ή πρίγκιπας) της Μολδαβίας από το 1457 έως το 1504. Ήταν γιος και συνηγεμόνας του Μπογκντάν Β΄ της Μολδαβίας, που δολοφονήθηκε το 1451. Ο Στέφανος κατέφυγε στην Ουγγαρία και αργότερα στη Βλαχία, αλλά με την υποστήριξη του Βλαντ Γ΄ Τσέπες, Βοεβόδα της Βλαχίας, επέστρεψε στη Μολδαβία, αναγκάζοντας τον Πέτρο Αρόν να αναζητήσει καταφύγιο στην Πολωνία το καλοκαίρι του 1457. Ο Θεόκτιστος Α΄, Μητροπολίτης της Μολδαβίας, τον έχρισε πρίγκιπα. Εισέβαλε στην Πολωνία και εμπόδισε τον Καζίμιρ Δ΄ Γιάγκελον, Βασιλιά της Πολωνίας, να υποστηρίξει τον Πέτρο Αρόν, αλλά τελικά αναγνώρισε την επικυριαρχία του Καζίμιρ το 1459.

Ο Στέφανος αποφάσισε να ανακαταλάβει τη Κιλία (σημερινή Κίλιγια στην Ουκρανία), σημαντικό λιμάνι του Δούναβη, που τον έφερε σε σύγκρουση με την Ουγγαρία και τη Βλαχία. Πολιόρκησε την πόλη κατά την Οθωμανική εισβολή στη Βλαχία το 1462, αλλά τραυματίστηκε σοβαρά κατά την πολιορκία. Δύο χρόνια αργότερα κατέλαβε την πόλη. Υποσχέθηκε υποστήριξη προς τους ηγέτες των Τριών Εθνών της Τρανσυλβανίας ενάντια στο Ματθαίο Κορβίνο, Βασιλιά της Ουγγαρίας, το 1467. Ο Κορβίνος εισέβαλε στη Μολδαβία, αλλά ο Στέφανος τον νίκησε στη Μάχη της Μπάια. Ο Πέτρος Αρόν έσπασε στη Μολδαβία με υποστήριξη της Ουγγαρίας τον Δεκέμβριο του 1470, αλλά επίσης νικήθηκε από τον Στεφάνου και εκτελέστηκε, μαζί με τους βογιάρους που τον υποστήριζαν. Ο Στέφανος επισκεύασε τα παλιά φρούρια και ανέγειρε νέα, βελτιώνοντας το αμυντικό σύστημα της Μολδαβίας και ενισχύοντας την κεντρική διοίκηση.

Η οθωμανική επέκταση απειλούσε τα Μολδαβικά λιμάνια στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Το 1473 ο Στέφανος σταμάτησε να πληρώνει φόρο στον Οθωμανό σουλτάνο και πραγματοποίησε σειρά εκστρατειών ενάντια στη Βλαχία για να αντικαταστήσει τους ηγεμόνες της - που είχαν δεχθεί την οθωμανική κυριαρχία - με τους προστατευόμενούς του. Ωστόσο κάθε πρίγκιπας που καταλάμβανε το θρόνο με την υποστήριξη του Στεφάνου σύντομα αναγκαζόταν να είναι υποτελής στο σουλτάνο. Ο Στέφανος τελικά κατάφερε να νικήσει έναν μεγάλο Οθωμανικό στρατό στη Μάχη του Βασλούι το 1475. Τον επόμενο χρόνο ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ τον κατατρόπωσε στη Μάχη της Βάλεα Αλμπα, αλλά η έλλειψη εφοδίων και η εκδήλωση μιας πανούκλας τον ανάγκασαν να αποχωρήσει από τη Μολδαβία. Επωφελούμενοι μιας ανακωχής με το Ματθαίο Κορβίνο οι Οθωμανοί κατέλαβαν τη Κιλία και οι Τάταροι της Κριμαίας σύμμαχοί τους την Τσετάτεα Αλμπα (σήμερα Μπίλχοροντ-Νιστρόβσκι]] στην Ουκρανία) το 1483. Ο Κορβίνος παραχώρησε δύο κτήματα στην Τρανσυλβανία στο Στέφανο, για να τον αποζημιώσει για την απώλεια των δύο λιμανιών. Ο Στέφανος δήλωσε υποταγή στον Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας, που υποσχέθηκε να τον υποστηρίξει για να ανακτήσει τη Κιλία και την Τσετάτεα Αλμπα αλλά οι προσπάθειες του Στέφανου να καταλάβει τα δύο λιμάνια κατέληξαν σε αποτυχία. Από το 1486 ο Στέφανος πλήρωσε και πάλι ετήσιο φόρο στους Οθωμανούς. Κατά τα επόμενα χρόνια στη Μολδαβία χτίστηκαν δεκάδες πέτρινες εκκλησίες και μοναστήρια, που συνέβαλαν στην ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης Μολδαβικής αρχιτεκτονικής.

Ο διάδοχος του Καζίμιρ Δ΄, Ιωάννης Α΄ Αλβέρτος, ήθελε να παραχωρήσει τη Μολδαβία στον μικρότερο αδερφό του Σιγισμόνδο, αλλά η διπλωματία του Στέφανου τον εμπόδισε επί χρόνια να εισβάλει στη Μολδαβία. Ο Ιωάννης Αλβέρτος εισέβαλε στη Μολδαβία το 1497, αλλά ο Στέφανος και οι Ούγγροι και Οθωμανοί σύμμαχοί του νίκησαν τον πολωνικό στρατό στη Μάχη του Δάσους Κοσμίν. Ο Στέφανος προσπάθησε πάλι να ανακαταλάβει τη Κιλία και την Τσετάτεα Αλμπα, αλλά αναγκάστηκε να αναγνωρίσει την απώλεια των δύο λιμένων στους Οθωμανούς το 1503. Τα τελευταία του χρόνια ο γιος και συνηγεμόνας του, Μπογκντάν Γ΄, διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην κυβέρνηση. Η μακρά βασιλεία του Στεφάνου αντιπροσώπευσε μια περίοδο σταθερότητας στην ιστορία της Μολδαβίας. Από το 16ο αιώνα και μετά τόσο οι υπήκοοι του όσο και οι ξένοι τον θυμόντουσαν ως μεγάλο κυβερνήτη. Οι σύγχρονοι Ρουμάνοι τον θεωρούν ως έναν από τους μεγαλύτερους εθνικούς ήρωές τους. Μετά την αγιοποίησή του από τη Ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία τιμάται ως Στέφανος Μέγας και Άγιος (Ρουμανικά: Ștefan cel Mare și Sfânt).

Έμεινε στην ιστορία για τους μακρούς αγώνες του εναντίον των πολυάριθμων εχθρών της χώρας (Ούγγρων, Πολωνών, Οθωμανών, Τατάρων), που επιβουλεύονταν την ανεξαρτησία της. Ιδίως εναντίον των Οθωμανών Τούρκων κατήγαγε αποφασιστικές νίκες, όπως στη μάχη του Βασλούι, οι οποίες ανάσχεσαν την ορμή και εξάπλωση του Ισλάμ στα βόρεια Βαλκάνια, τη στιγμή που κανένας χριστιανικός συνασπισμός δεν φαινόταν ικανός να το πετύχει. Συνολικά έδωσε 36 μάχες εκ των οποίων κέρδισε τις 34.

Ήταν ιδιαίτερα ευσεβής, κάτι που φαίνεται και από τις πάμπολλες μονές και εκκλησίες που ανήγειρε σε όλη την έκταση της χώρας του. Επίσης εξόφλησε τα χρέη του Αγίου Όρους στην Υψηλή Πύλη, εξασφαλίζοντας την επιβίωση της μοναστικής κοινότητας.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A map depicting Moldavia bordered by the river Dniester, the Black Sea and the Carpathian Mountains
Το Πριγκιπάτο της Μολδαβίας το 1483

Ο Στέφανος ήταν γιος του Μπογκντάν, που ήταν γιος του Αλέξανδρου του Καλού, Πρίγκηπα της Μολδαβίας. Η μητέρα του Στέφανου, Μαρία-Όλτεα, πιθανότατα ήταν συγγενής με τους πρίγκιπες της Βλαχίας, σύμφωνα με τον ιστορικό Ράντου Φλορέσκου. Η ημερομηνία γέννησης του Στεφάνου είναι άγνωστη, αν και οι ιστορικοί εκτιμούν ότι γεννήθηκε μεταξύ 1433 και 1440.

Χάρις στον Αλέξανδρο τον Καλό (1400-1432) η χώρα είχε επεκτείνει τα σύνορά της και γνώρισε οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη και ευημερία.Ο θάνατος του Αλεξάνδρου του Καλού το 1432 οδήγησε σε κρίση διαδοχής, που διήρκεσε περισσότερο από δύο δεκαετίες. Οι βογιάροι ανταγωνίζονταν για το θρόνο, υποστηρίζοντας συνήθως κάποιο μέλος της βασιλικής οικογένειας. Επίσης οι γείτονες της Μολδαβίας αναμείχθηκαν ενεργά στις δυναστικές διαμάχες, αποσταθεροποιώντας ακόμη περισσότερο την ήδη εύθραυστη ισορροπία. Ως αποτέλεσμα της αστάθειας, ο θρόνος άλλαζε γρήγορα χέρια, πολλές φορές μάλιστα κάποιος από τους διεκδικητές κυβερνούσε δύο ή τρεις φορές πριν απομακρυνθεί οριστικά από την εξουσία. Ένας από αυτούς τους εφήμερους Πρίγκιπες ήταν και ο πατέρας του Στεφάνου Μπογκντάν Β' (1449-1451), ανηψιός του Αλεξάνδρου του Καλού, που κατέλαβε το θρόνο το 1449 αφού νίκησε έναν από τους συγγενείς του με την υποστήριξη του Ιωάννη Ουνιάδη, Αντιβασιλέα-Κυβερνήτη της Ουγγαρίας. Στην Αυλή του Μπογκντάν εκείνη την περίοδο είχε καταφύγει και ο ανιψιός του τελευταίου Πρίγκιπας της Βλαχίας Βλαντ Γ΄ Τσέπες, ο γνωστός κόμης Δράκουλας που είχε μόλις εκθρονιστεί (πιθανώς από τον Ιωάννη Ουνιάδη). Ο Στέφανος ονομαζόταν βοεβόδας στα έγγραφα του πατέρα του, πράγμα που δείχνει ότι είχε γίνει κληρονόμος και συγκυβερνήτης του. Ο Μπογκντάν αναγνώρισε την επικυριαρχία του Ουνιάδη το 1450. Τον Οκτώβριο του 1451, κατά τη διάρκεια ενός γάμου κάποιου βογιάρου του, ο Μολδαβός ηγεμόνας συνελήφθη αιφνιδιαστικά από τον Πέτρο Αρόν (Petru Aron), νόθο γιο του Αλεξάνδρου, και λίγο αργότερα αποκεφαλίστηκε.

Ο Στέφανος και ο Βλαντ μόλις και μετά βίας κατάφεραν να ξεφύγουν από την παγίδα. Εκμεταλλευόμενοι τη σύγκρουση που ξέσπασε μεταξύ του Πέτρου Αρόν και κάποιου συνονόματου ανηψιού του Αλεξάνδρου του Καλού, κατέφυγαν στην Τρανσυλβανία, ζητώντας προστασία από τον Ιωάννη Ουνυάδη. Ο Βλαντ Γ' Τσέπες (που είχε ζήσει στη Μολδαβία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μπογκντάν Β΄) εισέβαλε στη Βλαχία και κατέλαβε το θρόνο με την υποστήριξη του Ουνιάδη το 1456. Μετά την παλινόρθωση του Δράκουλα στον θρόνο της Βλαχίας (1456) ο Στέφανος κατέφυγε στην αυλή του ξαδέρφου του. Ο Ουνιάδης είτε συνόδευσε το Βλαντ στη Βλαχία κατά τη διάρκεια της εκστρατείας είτε προσχώρησε σ' αυτόν όταν ο Βλαντ έγινε ηγεμόνας της Βλαχίας. Με τη βοήθεια του Βλαντ ο Ουνιάδης εισέβαλε στη Μολδαβία επικεφαλής στρατού 6.000 ανδρών την άνοιξη του 1457. Με την ενεργό υποστήριξη του τελευταίου ο Στέφανος κατέλαβε το 1457 τον θρόνο της Μολδαβίας. Σύμφωνα με τα Μολδαβικά χρονικά, "άνδρες από την Κάτω Χώρα" (νότια περιοχή της Μολδαβίας) προσχώρησαν σ' αυτόν. Ο Γκριγκόρε Ουρέκε του 17ου αιώνα έγραψε: «Ο Στέφανος κατατρόπωσε τον Πέτρο Αρόν στο Ντολζέστι (Doljești) στις 12 Απριλίου, αλλά ο Πέτρος Αρόν έφυγε από τη Μολδαβία για την Πολωνία μόνο αφού ο Στέφανος του κατέφερε μια δεύτερη ήττα στο Ορμπίκ».

Βασιλεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εδραίωση της εξουσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A coat-of-arms depicting the head of an aurochs with a crescent and a star over it
Θυρεός της Μολδαβίας (Μοναστήρι Πούτνα])

Μια συνέλευση Βλάχων βογιάρων και κληρικών αναγνώρισε το Στέφανο ηγεμόνα της Μολδαβίας σε ένα λιβάδι κοντά στη Σουτσεάβα και ο Θεόκτιστος Α΄, Μητροπολίτης της Μολδαβίας, τον έχρισε πρίγκιπα. Για να υπογραμμίσει την ιερή φύση της εξουσίας του, ο Στέφανος ονόμασε τον εαυτό του «Ελέω Θεού, ... Στέφανο βοεβόδα, άρχοντα (ή οσποδάρο των Μολδαβικών εδαφών» στις 13 Σεπτεμβρίου 1457. Συνέχισε να πληρώνει τον ετήσιο φόρο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που είχε ξεκινήσει ο προκάτοχός του.

Ο Στέφανος εισέβαλε στην Πολωνία για να εμποδίσει τον Καζίμιρ Δ΄ να υποστηρίξει τον Πέτρο Αρον το 1458. Η πρώτη του εκστρατεία "καθιέρωσε τα διαπιστευτήριά του ως μεγάλο στρατιωτικός διοικητή", σύμφωνα με τον ιστορικό Τζόναθαν Ηγκλς. Ωστόσο ήθελε να αποφύγει την παρατεταμένη διένεξη με την Πολωνία, γιατί κύριος στόχος του ήταν η ανακατάληψη της Κίλα( στη σημερινή Ουκρανία). Η Κίλια ήταν σημαντικό λιμάνι στο Δούναβη, που ο Πέτρος Γ΄ της Μολδαβίας είχε παραχωρήσει στην Ουγγαρία το 1448. Υπέγραψε συνθήκη με την Πολωνία στον ποταμό Δνείστερο στις 4 Απριλίου 1459. Αναγνώρισε την επικυριαρχία του Καζίμιρ Δ΄ και υποσχέθηκε να υποστηρίξει την Πολωνία ενάντια στους Τάταρους επιδρομείς. Ο Καζίμιρ με τη σειρά του υποσχέθηκε να προστατεύσει το Στέφανο από τους εχθρούς του και να απαγορεύσει στον Πέτρο Αρον να επιστρέψει στη Μολδαβία. Ο Πέτρος Αρον έφυγε στη συνέχεια από την Πολωνία για την Ουγγαρία και εγκαταστάθηκε στη Χώρα των Σέκελι, στην Τρανσυλβανία. Ένα χρόνο αργότερα ο Στέφανος επανεπικύρωσε τα προνόμια των εμπόρων του Λβοφ (τώρα Λβιβ στην Ουκρανία).

Ο Στέφανος εισέβαλε στη Χώρα των Σέκελι περισσότερες από μία φορές το 1461. Ο Ματθαίος Κορβίνος, Βασιλιάς της Ουγγαρίας, αποφάσισε να υποστηρίξει τον Πέτρο Αρον, δίνοντάς του καταφύγιο στην πρωτεύουσά του Βούδα. Στη συνέχεια ο Στέφανος έκανε νέα συμφωνία με την Πολωνία στη Σουτσεάβα στις 2 Μαρτίου 1462, υποσχόμενος να ορκιστεί προσωπικά πίστη στον Καζίμιρ Δ΄ αν ο βασιλιάς το απαιτούσε. Η νέα συνθήκη ανέφερε ότι ο Καζίμιρ ήταν ο μοναδικός ηγέτης της Μολδαβίας, απαγορεύοντας στον Στέφανο  να απαλλοτριώσει τα εδάφη της Μολδαβίας χωρίς την εξουσιοδότησή του. Η συνθήκη υποχρέωνε επίσης το Στέφανο να ανακαταλάβει τα απωλεσθέντα Μολδαβικά εδάφη που είχαν χαθεί, προφανώς με αναφορά στην Κιλία.

Η περίοδος ηγεμονίας του Στεφάνου συνέπεσε με τις μεγάλες κατακτήσεις των Οθωμανών Τούρκων. Οι τελευταίοι μόλις είχαν εκπορθήσει την Κωνσταντινούπολη και προωθούνταν ακάθεκτοι στη Βαλκανική. Τα ισχυρότερα χριστιανικά κράτη που είχαν αναλάβει τον αγώνα κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν πλέον η Ουγγαρία και η Πολωνία. Τα μικρότερα Πριγκιπάτα, Βλαχία και Μολδαβία, προσπαθούσαν να ισορροπήσουν ανάμεσα στους ισχυρούς γείτονες με κύριο μέλημα την διατήρηση της ανεξαρτησίας τους. Ο Στέφανος, έχοντας προσεγγίσει την Πολωνία και προσπαθώντας να διατηρήσει φιλικές σχέσεις με τους Τούρκους, στους οποίους άλλωστε ήταν φόρου υποτελής, άρχισε να απομακρύνεται από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Βλάντ Δράκουλα που ακολουθούσε φιλο-ουγγρική και, από κάποια στιγμή κι έπειτα, σαφή αντιοθωμανική πολιτική. Μήλον της έριδος μεταξύ των δύο εξαδέλφων αποτέλεσε το παραλιακό οχυρό της Κιλία, σημαντικό λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας.

Γραπτές πηγές μαρτυρούν ότι η σχέση μεταξύ Στεφάνου και Βλαντ Δράκουλα έγινε τεταμένη στις αρχές του 1462. Στις 2 Απριλίου 1462 ο Γενοβέζος κυβερνήτης του Καφφά (σημερινή Θεοδοσία στην Κριμαία) πληροφόρησε τον Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας ότι ο Στέφανος είχε επιτεθεί στη Βλαχία ενώ ο Βλαντ Δράκουλας διεξήγε πόλεμο εναντίον των Οθωμανών. Ο Οθωμανός Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής εισέβαλε κατόπιν στη Βλαχία τον Ιούνιο του 1462. Ο γραμματέας του Μωάμεθ, Τουρσούν Μπεγκ, κατέγραψε ότι ο Βλαντ Δράκουλας ήταν αναγκασμένος να δεσμεύει 7.000 στρατιώτες στα σύνορα Βλαχίας-Μολδαβίας κατά τη διάρκεια της εισβολής του σουλτάνου για να «προστατεύσει τη χώρα του από τους Μολδαβούς εχθρούς». Επωφελούμενος από την παρουσία του Οθωμανικού στόλου στο Δέλτα του Δούναβη, ο Στέφανος πολιόρκησε την Κιλία στα τέλη Ιουνίου. Σύμφωνα με το Ντομένικο Μπάλμπι, Βενετό απεσταλμένο στην Κωνσταντινούπολη, ο Στέφανος και οι Οθωμανοί πολιόρκησαν το φρούριο για οκτώ ημέρες, αλλά δεν μπόρεσαν να το καταλάβουν, επειδή η "ουγγρική φρουρά και οι 7.000 άντρες του Δράκουλα" τους νίκησαν, σκοτώνοντας "πολλούς Τούρκους". Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ο Στέφανος τραυματίστηκε σοβαρά στην αριστερή του κνήμη, πληγή που δεν επουλώθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του.

A fortress built of bricks, with two bastions and a tower
Το μεσαιωνικό φρούριο στην Τσετάτεα Αλμπα (σήμερα Μπίλχοροντ-Ντνιστρόβσκι) στην Ουκρανία
A church in a rose garden
Το Μοναστήρι Πούτνα, που ιδρύθηκε το 1469 από το Στέφανο σε ανάμνηση της κατάληψης της Κιλία στην Ουκρανία)

Ο Στέφανος πολιόρκησε πάλι την Κίλα στις 24 Ιανουαρίου 1465. Ο στρατός της Μολδαβίας βομβάρδισε το φρούριο για δύο ημέρες, αναγκάζοντας τη φρουρά να παραδοθεί στις 26 Ιανουαρίου. Ο υποτελής του σουλτάνου, Ράντου ο Ομορφος (μικρότερος αδελφός του Βλαντ Γ΄ Τσέπες), Βοεβόδας της Βλαχίας, είχε επίσης εγείρει αξιώσεις για την Κιλία, έτσι η κατοχή του λιμανιού προκαλούσε συγκρούσεις όχι μόνο με την Ουγγαρία, αλλά και με τη Βλαχία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το 1465 ο Στέφανος ανέκτησε ειρηνικά το φρούριο του Χοτίν στη σημερινή Ουκρανία) στο Δνείστερο από τους Πολωνούς. Για να τιμήσει την κατάληψη της Κιλία, ο Στέφανος διέταξε την κατασκευή της Εκκλησίας της Κοίμησης της Θεοτόκου σε ένα ξέφωτο στον ποταμό Πούτνα το 1466.

Με υπόδειξη του Ματθαίου Κορβίνου η Δίαιτα της Ουγγαρίας κατάργησε όλες τις προηγούμενες εξαιρέσεις σχετικά με το φόρο, το γνωστό ως έσοδο της αυλής. Οι ηγέτες των Τριών Εθνών της Τρανσυλβανίας, που θεωρούσαν τη μεταρρύθμιση αυτή ως παραβίαση των προνομίων τους, δήλωσαν στις 18 Αυγούστου 1467 ότι ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν για να υπερασπιστούν τις ελευθερίες τους. Ο Στέφανος υποσχέθηκε να τους υποστηρίξει, αλλά εκείνοι ενέδωσαν στον Κορβίνο χωρίς αντίσταση, όταν ο βασιλιάς βάδισε στην Τρανσυλβανία. Ο Κορβίνος εισέβαλε στη Μολδαβία και κατέλαβε τη Μπάια, το Μπακάου, το Ρόμαν και το Τίργκου Νεάμτς. Ο Στέφανος συγκέντρωσε το στρατό του και κατήγαγε συντριπτική νίκη επί των εισβολέων στη Μάχη της Μπάια στις 15 Δεκεμβρίου. Ο Κορβίνος, που τραυματίστηκε στη μάχη, κατάφερε να ξεφύγει από το πεδίο της μάχης με τη βοήθεια των Μολδαβών βογιάρων (ή ευγενών) που ήταν μαζί του. Μια ομάδα βογιάρων ξεσηκώθηκε πάλι κατά του Στεφάνου στην Κάτω Χώρα, αλλά εκείνος μέχρι το τέλος του χρόνου συνέλαβε και εκτέλεσε 20 βογιάρους και 40 άλλους γαιοκτήμονες.

Ο Στέφανος ορκίστηκε ξανά την πίστη στον Καζίμιρ Δ΄, όταν εμφανίσθηκε ο Πολωνός απεσταλμένος στη Σουτσεάβα στις 28 Ιουλίου 1468 και διεξήγαγε επιδρομές κατά της Τρανσυλβανίας μεταξύ 1468 και 1471. Όταν ο Καζίμιρ Δ΄ ήρθε στο Λβιβ το Φεβρουάριο του 1469 για να λάβει προσωπικά το φόρο υποτέλειας, ο Στέφανος δεν πήγε να τον συναντήσει. Την ίδια χρονιά εισέβαλαν στη Μολδαβία οι Τάταροι, αλλά ο Στέφανος τους κατατρόπωσε στη Μάχη του Λίπνικ, κοντά στο Δνείστερο. Για να ενισχύσει το αμυντικό σύστημα κατά μήκος του ποταμού ο Στέφανος αποφάσισε να κατασκευάσει νέα οχυρά στο Ορχέϊουλ Βέκι και στο Σορόκα περίπου την ίδια εποχή. Ένας στρατός της Βλαχίας πολιόρκησε την Κιλία, αλλά δεν κατάφερε να αναγκάσει τη Μολδαβική φρουρά να παραδοθεί.

Ο Ματθαίος Κορβίνος έστειλε ειρηνευτικές προτάσεις στο Στέφανο. Οι απεσταλμένοι του Στεφάνου ζήτησαν τη συμβουλή του Καζίμιρ Δ΄ σχετικά με τις προτάσεις του Κορβίνου στο Σεζμ (ή γενική συνέλευση) της Πολωνίας στο Πιοτρκόβ Τριμπουνάλσκι στα τέλη του 1469. Ο Στέφανος εισέβαλε στη Βλαχία και κατέστρεψε το Φεβρουάριο του 1470 τη Βραΐλα και το Ταργκούλ ντε Φλότσι (τα δυο σημαντικότερα κέντρα εμπορίου της Βλαχίας στο Δούναβη). Ο Πέτρος Αρόν εισέβαλε με μισθοφορικά στρατεύματα Σέκελι στη Μολδαβία το Δεκέμβριο του 1470, αλλά ο Στέφανος τον νίκησε κοντά στο Τίργκου Νεάμτς. Ο Πέτρος Αρόν αιχμαλωτίστηκε στο πεδίο της μάχης και ο ίδιος και οι υποστηρικτές του από τη Μολδαβία (μεταξύ των οποίων ο υπουργός και ο καγκελάριος του Στέφανου, Ησαϊας και και Αλέξας) εκτελέστηκαν με τη διαταγή του Στεφάνου. Ο Ράντου ο Ομορφος εισέβαλε στη Μολδαβία, αλλά ο Στέφανος τον νίκησε στο Σότσι στις 7 Μαρτίου 1471.

Η σχέση μεταξύ Καζίμιρ Δ΄ και Ματθαίου Κορβίνου χειροτέρεψς στις αρχές του 1471. Οταν ο Στέφανος δεν μπόρεσε να υποστηρίξει την Πολωνία ο Καζίμιρ Δ΄ απέστειλε πρεσβεία στη Μολδαβία ζητώντας από το Στέφανο να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του. Ο Στέφανος συναντήθηκε με τους Πολωνούς απεσταλμένους στο Βασλούι στις 13 Ιουλίου, υπενθυμίζοντας τους τις εχθρικές πράξεις Πολωνών ευγενών που διαπράχθηκαν κατά μήκος των συνόρων, και απαίτησε την έκδοση των Μολδαβών βογιάρων που είχαν καταφύγει στην Πολωνία . Ο Στέφανος έστειλε τους απεσταλμένους του στην Ουγγαρία για να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με τον Κορβίνο. Παραχώρησε εμπορικά προνόμια στους εμπόρους της Τρανσυλβανικής πόλης Μπρασόβ στις 3 Ιανουαρίου 1472.

Οι πόλεμοι με την Οθωμανική Αυτοκρατορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A woman with a crown on her head wearing a decorated heavy coat
Η δεύτερη (ή τρίτη) σύζυγος του Στέφανου, Μαρία Ασανίνα Παλαιολογίνα
Ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής επιχείρησε επανειλημμένως να προωθήσει και να εδραιώσει την εξουσία του βορείως του Δούναβη, αλλά συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των ρουμανικών Πριγκιπάτων.

Όλες αυτές οι ενέργειες και πρωτοβουλίες του Στεφάνου προκάλεσαν τους Τούρκου. Οι Οθωμανοί άσκησαν πίεση στο Στέφανο να εγκαταλείψει την Κιλία και την Τσετάτεα Άλμπα (Cetatea Albă, σήμερα Μπιλχορόντ-Ντνιστρόβσκι στην Ουκρανία) στις αρχές της δεκαετίας του 1470. Αντί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους, ο Στέφανος αρνήθηκε να στείλει τον ετήσιο φόρο στην Υψηλή Πύλη το 1473 και συντάχθηκε στον αντιοθωμανικό συνασπισμό της Ουγγαρία και της Βενετίας. Επωφελούμενος από τον πόλεμο του Μωάμεθ Β΄ κατά του Οζούν Χασάν στη Μικρά Ασία ο Στέφανος εισέβαλε στη Βλαχία για να αντικαταστήσει το Ράντου τον Ωραίο, εξισλαμισμένο και εγκατεστημένο από τους Οθωμανούς υποτελή τους, με τον προστατευόμενό του Βασάραβα Γ΄ Λαϊότα. Κατατρόπωσε το στρατό της Βλαχίας στο Ρίμνικου Σεράτ σε μάχη που διήρκεσε τρεις ημέρες από τις 18 έως τις 20 Νοεμβρίου. Τέσσερις ημέρες αργότερα ο στρατός της Μολδαβίας κατέλαβε αμαχητί το Βουκουρέστι, όπου ο Ραντού είχε αφήσει τη σύζυγο και την κόρη του (την οποία αργότερα ο Στέφανος νυμφεύφθηκε), και ο Στέφανος τοποθέτησε στο θρόνο το Βασάραβα. Ωστόσο ο Ράντου επανέκτησε τη Βλαχία με Οθωμανική υποστήριξη πριν από το τέλος του χρόνου. Ο Βασάραβα εξεδίωξε και πάλι το Ράντου από τη Βλαχία το 1475, αλλά οι Οθωμανοί τον βοήθησαν πάλι να επιστρέψει. Για να επαναφέρει το Βασάραβα ο Στέφανος ξεκίνησε νέα εκστρατεία στη Βλαχία τον Οκτώβριο, αναγκάζοντας το Ράντου να εγκαταλείψει το πριγκιπάτο.

Ο Μωάμεθ Β΄ διέταξε το Χαντίμ Σουλεϊμάν Πασά, Μπεηλέρμπεη (ή κυβερνήτη) της Ρούμελης, να εισβάλει στη Μολδαβία - ένας Οθωμανικός στρατός περίπου 120.000 ισχυρών εισέβαλε στη Μολδαβία στα τέλη του 1474. Στους Οθωμανούς εντάχθηκαν επίσης στρατεύματα της Βλαχίας, ενώ ο Στέφανος έλαβε υποστήριξη από την Πολωνία και την Ουγγαρία. Με δύναμη το εν τρίτο εκείνης των εισβολέων ο Στέφανος αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Εδωσε μάχη με το Χαντίμ Σουλεϊμάν Πασά στο Ποντούλ Ιλνάτ (ή την Υψηλή Γέφυρα) κοντά στο Βασλούι στις 10 Ιανουαρίου 1475. Πριν από τη μάχη είχε στείλει τους σαλπιγγτές του να κρυφτούν πίσω από τ εχθρικό μέτωπο. Όταν ήχησαν ξαφνικά τις σάλπιγγές τους, προκάλεσαν τέτοιο πανικό στους εισβολείς που έφυγαν από το πεδίο της μάχης. Τις επόμενες τρεις ημέρες, εκατοντάδες Οθωμανοί στρατιώτες σφαγιάστηκαν και οι επιζώντες αποχώρησαν από τη Μολδαβία.

Η νίκη του Στεφάνου στη Μάχη του Βασλούι ήταν "αναμφισβήτητα μία από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές νίκες επί των Οθωμανών", σύμφωνα με τον ιστορικό Αλεξάντερ Μικαμπερίτζε. Η Μάρα Μπράνκοβιτς, μητριά του Μωάμεθ Β΄, δήλωσε ότι οι Οθωμανοί "δεν είχαν υποστεί ποτέ μεγαλύτερη ήττα". Κάλεσε τους Βενετούς να εκμεταλλευτούν την κατάσταση και να προσπαθήσουν να πείσουν τους Οθωμανούς να υπογράψουν μια ειρηνευτική συνθήκη, αλλά οι Οθωμανοί δεν θέλησαν να προσφέρουν ευνοϊκούς όρους. Ο Στέφανος έστειλε επιστολές στους Ευρωπαίους ηγέτες για να ζητήσει την υποστήριξή τους κατά των Οθωμανών, υπενθυμίζοντάς τους ότι η Μολδαβία ήταν «η Πύλη του Χριστιανισμού» και «ο προμαχώνας της Ουγγαρίας και της Πολωνίας και φύλακας αυτών των βασιλείων». Ο Πάπας Σίξτος Δ΄ τον επαίνεσε ως Verus christiane fidei athleta ("Αληθινός αθλητή της χριστιανικής πίστης"). Ωστόσο, ούτε ο Πάπας ούτε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή δύναμη έστειλε υλική υποστήριξη στη Μολδαβία.

Ο κουνιάδος του Στεφάνου Αλέξανδρος κατέλαβε το Πριγκιπάτο της Θεοδωρούς στην Κριμαία, επικεφαλής Μολδαβικού στρατού. Ο Στέφανος αποφάσισε επίσης να απποπέμψει τον πρώην προστατευόμενό του, Βασάραβα Λαϊότα, από τη Βλαχία γιατίείχαε υποστηρίξει τους Οθωμανούς κατά τη διάρκεια της εισβολής τους στη Μολδαβίας. Συνήψε συμμαχία με το Ματθαίο Κορβίνο τον Ιούλιο, πείθοντας τον να απελευθερώσει τον αντίπαλο του Βασάραβα, Βλαντ Δράκουλα, που είχε φυλακιστεί στην Ουγγαρία το 1462. Ο Στέφανος και ο Βλαντ έκαναν συμφωνία για τον τερματισμό των συγκρούσεων μεταξύ της Μολδαβίας και της Βλαχίας, αλλά ο Κορβίνος δεν τους υποστήριξε να εισβάλουν στη Βλαχία. Οι Οθωμανοί κατέλαβαν το Πριγκιπάτο της Θεοδωρούς και τις αποικίες της Γένουας στην Κριμαία πριν από το τέλος του 1475. Ο Στέφανος διέταξε την εκτέλεση των Οθωμανών κρατουμένων στη Μολδαβία για να πάρει εκδίκηση για τη σφαγή του Αλέξανδρου της Θεοδωρούς και των ακολούθων του. Στη συνέχεια οι Ενετοί, που ήταν σε πόλεμο εναντίον των Οθωμανών από το 1463, θεώρησαν το Στέφανο ως κύριο σύμμαχό τους. Με την υποστήριξη τους, απεσταλμένοι του Στεφάνου προσπάθησαν να πείσουν την Αγία Έδρα να χρηματοδοτήσει άμεσα τον πόλεμο του Στέφανου, αντί να στείλει τα χρήματα στο Ματθαίο Κορβίνο. Η Σινιορία (κυβέρνηση) της Βενετίας τόνισε «Κανείς δεν πρέπει να αγνοείτο βαθμό στον οποίο ο Στέφανος θα μπορούσε να επηρεάσει την εξέλιξη των γεγονότων, με ένα ή τον άλλο τρόπο», αναφερόμενη στον εξέχοντα ρόλο του στο αντιοθωμανική συμμαχία.

Ο Στέφανος προσπάθησε να κινητοποιήσει τις δυτικοευρωπαϊκές δυνάμεις απευθυνόμενος στον πάπα και τη Βενετία, ωστόσο ούτε και πάλι έλαβε ουσιαστική βοήθεια. Έτσι την επόμενη χρονιά βρέθηκε πάλι μόνος απέναντι στη νέα τουρκική εισβολή. Αυτή τη φορά όμως ο εξοργισμένος σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής προετοίμασε καλύτερα την εκστρατεία. Τέθηκε προσωπικά επικεφαλής του στρατού του (άνω των 100.000), έλαβε ένα σώμα στρατού από τον υποτελή βοεβόδα της Βλαχίας και προσέγγισε τους Τατάρους της Κριμαίας τούς οποίους έπεισε να εισβάλουν στη Μολδαβία από το βορρά, αλλά ο Στέφανος τους απέκρουσε. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα ένα μέρος του μολδαβικού στρατού να εγκαταλείψει τον ηγεμόνα του για να υπερασπιστεί τις περιοχές που ερημώνονταν από τους Τατάρους. Ο Σουλτάνος εισέβαλε στη Μολδαβία στα τέλη Ιουνίου του 1476. Οι Βλάχοι υποστήριξαν και πάλι τους Οθωμανούς, ενώ ο Ματθαίος Κορβινός έστειλε στρατό για να βοηθήσει τον Στέφανο. Ο Στέφανος υιοθέτησε μια πολιτική καμένης γης, αλλά δεν κατάφερε να αποφύγει τη μάχη. Στις 26 Ιουλίου του 1476 με περιορισμένες δυνάμεις, όχι περισσότερες από 20.000, αντιμετώπισε το σουλτανικό στρατό στο δάσος του Ραζμποϊένι, στη Μάχη της Βάλεα Άλμπα. Η πολύωρη και λυσσαλέα μάχη έληξε με ολοκληρωτική νίκη των Οθωμανών και πολύ μεγάλες απώλειες και για τους δύο αντιπάλους. Ο μολδαβικός στρατός διαλύθηκε και ο Στέφανος με ελάχιστους συντρόφους διέφυγε στα βόρεια της χώρας, ίσως και στην Πολωνία,όπου άρχισε να συγκεντρώνει νέο στρατό. Οι Οθωμανοί πάντως δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τα φρούρια της Σουτσεάβα και της Νέαμτς. Ο Μωάμεθ προήλασε προς το εσωτερικό της χώρας και πολιόρκησε ανεπιτυχώς διάφορα οχυρά. Σύντομα ήρθε σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση, λόγω έλλειψης εφοδίων και χολέρας που ενέσκηψε στο τουρκικό στράτευμα. Η συνεχής παρενόχληση από πλευράς του Στεφάνου και η συγκέντωση στρατευμάτων στην Τρανσυλβανία υπό τον Ούγγρο Πρίγκιπα της περιοχής, έπεισαν τον σουλτάνο να εγκαταλείψει τη Μολδαβία. Ο βυζαντινός ιστορικός Γεώργιος Σφραντζής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Μωάμεθ Β΄ "είχε υποστεί περισσότερες ήττες από τις νίκες" κατά την εισβολή στη Μολδαβία.

Με την υποστήριξη της Ουγγαρίας, ο Στέφανος και ο Βλαντ Δράκουλας εισέβαλαν στη Βλαχία, αναγκάζοντας το Βασάραβα Λαϊότα να φύγει το Νοέμβριο του 1476. Ο Στέφανος επέστρεψε στη Μολδαβία, αφήνοντας τα μολδαβικά στρατεύματα πίσω για την προστασία του Βλαντ. Οι Οθωμανοί εισέβαλαν στη Βλαχία για να επαναφέρουν το Βασάραβα Λαϊότα. Ο Δράκουλας και οι Μολδαβοί ακόλουθοί του εσφάγησαν πριν από τις 10 Ιανουαρίου 1477. Ο Στέφανος εισέβαλε και πάλι στη Βλαχία και αντικατέστησε το Βασάραβα Λαϊότα με το Βασάραβα Δ΄ το Νεότερο.

Ο Στέφανος έστειλε τους απεσταλμένους του στη Ρώμη και τη Βενετία για να πείσει τις Χριστιανικές δυνάμεις να συνεχίσουν τον πόλεμο εναντίον των Οθωμανών. Αυτός και η Βενετία θέλησαν επίσης να εμπλέξουν τη Μεγάλη Ορδή στον αντιοθωμανικό συνασπισμό, αλλά οι Πολωνοί δεν θέλησαν να επιτρέψουν στους Τάταρους να διασχίσουν τα εδάφη τους. Για να ενισχύσει τη θέση του στο εξωτερικό, ο Στέφανος υπέγραψε νέα συνθήκη με την Πολωνία στις 22 Ιανουαρίου 1479, υποσχόμενος να ορκιστεί προσωπικά στον Καζίμιρ Δ΄ στην Κολομέα (σήμερα Κολομία στην Ουκρανία), αν το ζητούσε ειδικά ο βασιλιάς. Η Βενετία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία έκαναν ειρήνη τον ίδιο μήνα, η Ουγγαρία και τη Πολωνία τον Απρίλιο. Αφού ο Βασάραβα ο Νεότερος πλήρωνε φόρο υποτέλειας στο σουλτάνο, ο Στέφανος έπρεπε να επιδιώξει συμφιλίωση με τους Οθωμανούς. Το Μάιο του 1480 υποσχέθηκε να ανανεώσει τον ετήσιο φόρο, που είχε σταματήσει να πληρώνει το 1473. Αξιοποιώντας την ειρήνη, ο Στέφανος προετοίμασε μια νέα σύγκρουση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εισέβαλε και πάλι στη Βλαχία και αντικατέστησε το Βασάραβα το Νεότερο με κάποιο Μιρτσέα, αλλά ο Βασάραβα ανέκτησε τη Βλαχία με Οθωμανική υποστήριξη. Οι Βλάχοι και οι Οθωμανοί τους σύμμαχοι εισέβαλαν στη Μολδαβία την άνοιξη του 1481.

A corpulent woman wearing a crown
Η τρίτη (ή τέτσρτη) σύζυγος του Στέφανου Μαρία Βοϊτσίτα

Ο Μωάμεθ Β΄ πέθανε το 1481. Η σύγκρουση μεταξύ των δύο γιων του, Βαγιαζίτ Β΄και Τζεμ, επέτρεψε στο Στέφανο να διεισδύσει στη Βλαχία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία τον Ιούνιο. Ο ίδιος κατατρόπωσε το Βασάραβα το Νεότερο στο Ρίμνικου Βίλτσεα και τοποθέτησε στο θρόνο τον ετεροθαλή αδελφό του Βλαντ Δράκουλα, Βλαντ το Μοναχό. Μετά την επάνοδο του Βασάραβα του Νεότερου με Οθωμανική υποστήριξη, ο Στέφανος έκανε μια τελευταία προσπάθεια να εξασφαλίσει την επιρροή του στη Βλαχία. Οδήγησε και πάλι το στρατό του στη Βλαχία και νίκησε το Βασάραβα το Νεότερο, που πέθανε στη μάχη. Παρόλο που ο Βλάντ ο Μοναχός αποκαταστάθηκε, σύντομα αναγκάστηκε να δεχτεί την επικυριαρχία του σουλτάνου.

... από τότε που [ο Στέφανος ο Μέγας] κυβέρνησε τη Μολδαβία δεν του άρεσε κανένας κυβερνήτης της Βλαχίας. Δεν ήθελε να ζήσει ούτε με το Ράντου τον Ωραίο, ούτε με το Βασάραβα Λαϊότα, ούτε μαζί μου. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να ζήσει μαζί του. - επιστολή του 1481 του Βασάραβα του Νεότερου προς τους συμβούλους του Σιμπίου

Ο Ματθαίος Κορβίνος υπέγραψε πενταετή ανακωχή με το Βαγιαζίτ Β΄ τον Οκτώβριο του 1483. Η εκεχειρία εφαρμόστηκε σε όλη τη Μολδαβία, με εξαίρεση τα λιμάνια. Ο Βαγιαζίτ εισέβαλε στη Μολδαβία και κατέλαβε την Κίλια στις 14 Ιουλίου 1484. Ο υποτελής του, Μένλι Α΄ Τζιράι, χαν του Χανάτου της Κριμαίας εισέβαλε επίσης στη Μολδαβία και κατέλαβε την Τσετάτεα Αλμπα στις 3 Αυγούστου. Η κατάληψη των δύο λιμανιών εξασφάλισε τον έλεγχο των Οθωμανών στη Μαύρη Θάλασσα. Ο Βαγιαζίτ εγκατέλειψε τη Μολδαβία μόνο όταν ο Στέφανος πήγε προσωπικά να του αποδώσει φόρο υποτέλειας. Η απώλεια της Κιλία και της Τσετάτεα Αλμπα τερμάτισε τον έλεγχο της Μολδαβίας σε σημαντικές εμπορικές οδούς. Για να αποζημιώσει το Στέφανο, ο Κορβίνος του παραχώρησε τις κτήσεις Τσιτσέου και Τσετατέα ντι Μπάλτι στην Τρανσυλβανία, αλλά δεν θέλησε να παρβιάσει την εκεχειρία του με τους Οθωμανούς.

Για να εξασφαλίσει την υποστήριξη του Καζίμιρ Δ΄ ο Στέφανος πήγε στην Κολομέα και του ορκίστηκε πίστη στις 12 Σεπτεμβρίου 1485. Η τελετή πραγματοποιήθηκε σε μια σκηνή, αλλά το παραπέτασμά της τραβήχθηκε τη στιγμή που ο Στέφανος είχε γονατίσει μπροστά στον Καζίμιρ. Τρεις μέρες αργότερα, ο Καζίμιρ Δ΄ δεσμεύτηκε ότι δεν θα αναγνώριζε την κατάληψη της Κιλία και της Τσετάτεα Αλμπα από τους Οθωμανούς χωρίς τη συγκατάθεση του Στεφάνου. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Στεφάνου στην Πολωνία, οι Οθωμανοί εισέβαλαν στη Μολδαβία και λεηλάτησαν τη Σουτσεάβα. Προσπάθησαν επίσης να τοποθετήσουν στο θρόνο ένα διεκδικητή του, τον Πέτρο Χρονόντα. Ο Στέφανος επέστρεψε από την Πολωνία και νίκησε τους εισβολείς με πολωνική βοήθεια το Νοέμβριο. Πάλι νίκησε τους Οθωμανούς στη Σκέια το Μάρτιο του 1486, αλλά δεν μπόρεσε να ανακαταλάβει την Κίλια και την Τσετάτεα Αλμπα. Το 1486 υπέγραψε τριετή εκεχειρία με τους Οθωμανούς, υποσχόμενος να πληρώνει τον ετήσιο φόρο στο σουλτάνο.

Συγκρούσεις με την Πολωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πολωνία συνήψε συνθήκη ειρήνης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1489, αναγνωρίζοντας την απώλεια της Κιλία και της Τσετάτεα Αλμπα, χωρίς τη συγκατάθεση του Στέφανου. Παρόλο που η συνθήκη επιβεβαίωσε τα σύνορα της Μολδαβίας, ο Στέφανος το θεώρησε ως παραβίαση της συμφωνίας του 1485 με τον Καζίμιρ Δ΄. Αντί να αποδεχθεί τη συνθήκη, αναγνώρισε την επικυριαρχία του Ματθαίου Κορβίνου. Ωστόσο ο Κορβίνος πέθανε απροσδόκητα στις 6 Απριλίου 1490. Τέσσερις υποψήφιοι διεκδίκησαν την Ουγγαρία, συμπεριλαμβανομένων του Μαξιμιλιανού των Αψβούργων και δύο γιων του Καζίμιρ Δ΄, του Βλαδίσλαου και του Ιωάννη Αλβέρτου.

An elderly man wearing a crown, with a crowned woman on his left, surrounded by two young men and two young women
Ο Καζίμιρ Δ΄ ο Γιάγκελον και η οικογένειά του

Ο Στέφανος υποστήριξε τον Μαξιμιλιανό των Αψβούργων, που παρότρυνε τα Τρία Εθνά της Τρανσυλβανίας να συνεργαστούν με το Στέφανο εναντίον των αντιπάλων του. Ωστόσο οι περισσότεροι Ούγγροι άρχοντες και αρχιερείς υποστήριξαν το Βλαδίσλαο, που στέφθηκε βασιλιάς στις 21 Σεπτεμβρίου, αναγκάζοντας το Μαξιμιλιανό να αποχωρήσει από την Ουγγαρία το Νοέμβριο. Επειδή ο Ιωάννης Αλβέρτος (που ήταν ο κληρονόμος του πατέρα του στην Πολωνία) δεν εγκατέλειψε τις αξιώσεις του ο Στέφανος αποφάσισε να υποστηρίξει το Βλαδίσλαο για να αποτρέψει μια προσωπική ένωση μεταξύ Ουγγαρίας και Πολωνίας. Εισέβαλε στην Πολωνία και κατέλαβε την Ποκούτια(στη σημερινή Ουκρανία). Ο Στέφανος υποστήριξε επίσης το Βλαδίσλαο ενάντια στους Οθωμανούς που εισέβαλαν στην Ουγγαρία αρκετές φορές μετά το θάνατο του Κορβίνου. Σε αντάλλαγμα ο Βλαδίσλαος επιβεβαίωσε τις αξιώσεις του Στεφάνου για το Τσιτσέου και την Τσετάτεα ντε Μπάλτα στην Τρανσυλβανία. Ο Ιωάννης Αλβέρτος με τη σειρά του αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τον αδελφό του ως νόμιμο βασιλιά στα τέλη του 1491.

Ο Κάζιμιρ Δ΄ πέθανε στις 7 Ιουνίου 1492. Ένας από τους νεότερους γιους του, ο Αλέξανδρος, τον διαδέχθηκε στη Λιθουανία και ο Ιωάννης Αλβέρτος εξελέγη βασιλιάς της Πολωνίας στα τέλη Αυγούστου. Ο Ιβάν Γ΄ της Ρωσίας, Μεγάλος Πρίγκιπας της Μόσχας, εισέβαλε στη Λιθουανία για να διευρύνει την εξουσία του στα παραμεθόρια πριγκιπάτα. Τα επόμενα χρόνια ο Ιβάν και ο Στέφανος συντόνισαν τη διπλωματία τους, πράγμα που επέτρεψε στον Ιβάν να πείσει τον Αλέξανδρο να αναγνωρίσει την απώλεια σημαντικών εδαφών υπέρ της Μόσχας το Φεβρουάριο του 1494.

Η Οθωμανική πίεση επέφερε μια επαναπροσέγγιση μεταξύ Ουγγαρίας και Πολωνίας. Ο Βλαδίσλαος συναντήθηκε με τους τέσσερις αδελφούς του (συμπεριλαμβανομένου του Ιωάννη Αλβέρτου και του Σιγισμούνδου) στο Λέκσε (σημερινό Λέβοτσα στη Σλοβακία) τον Απρίλιο του 1494 και σχεδίασαν μια σταυροφορία κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ωστόσο ο Ιωάννης Αλβέρτος ήθελε να ενισχύσει την πολωνική κυριαρχία στη Μολδαβία και να εκθρονίσει το Στέφανο υπέρ του Σιγισμούνδου, πράγμα που δημιούργησε νέες εντάσεις μεταξύ Πολωνίας και Ουγγαρίας. Λίγο μετά τη διάσκεψη ο Ιωάννης Αλβέρτος αποφάσισε να ξεκινήσει μια εκστρατεία κατά των Οθωμανών για να ανακαταλάβει την Κιλία και την Τσετάτεα Αλμπα. Φοβούμενος ότι η υποταγή της Μολδαβίας ήταν ο πραγματικός σκοπός του Ιωάννη Αλβέρτου, ο Στέφανος έκανε αρκετές προσπάθειες να αποτρέψει την εκστρατεία του. Με την υποστήριξη του Ιβάν Γ΄ έπεισε τον Αλέξανδρο της Λιθουανίας να μην συνεργαστεί με τον Ιωάννη Αλβέρτο. Ο σουλτάνος ​​έστειλε 600 γενίτσαρους στη Μολδαβία κατόπιν αιτήματος του Στεφάνου.

Ο πολωνικός στρατός περνώντας το Δνείστερο μπήκε στο Μολδαβία στις 7 Αυγούστου 1497. Ο Στέφανος έστειλε τον καγκελάριό του Ισαάκ στον Ιωάννη Αλβέρτο, ζητώντας την απόσυρση των πολωνικών δυνάμεων από τη Μολδαβία, αλλά ο Ιωάννης Αλβέρτος φυλάκισε τον Ισαάκ. Οι Πολωνοί τότε πολιόρκησαν τη Σουτσεάβα στις 24 Σεπτεμβρίου. Μετά από λίγο, ξέσπασε πανώλης στο πολωνικό στρατόπεδο , ενώ ο Βλαδίσλαος της Ουγγαρίας έστειλε έναν στρατό 12.000 ανδρών στη Μολδαβία, αναγκάζοντας τον Ιωάννη Αλβέρτο να άρει την πολιορκία στις 19 Οκτωβρίου. Οι Πολωνοί άρχισαν να βαδίζουν προς την Πολωνία, αλλά ο Στέφανος τους προσέβαλε και τους κατατρόπωσε σε ένα φαράγγι στη Βουκοβίνα στις 25 και 26 Οκτωβρίου. Για να διευρύνει τη νίκη του ο Στέφανος έκανε αρκετές επιδρομές στην Πολωνία τους επόμενους μήνες. Έκανε ειρήνη με τον Ιωάννη Αλβέρτο μόνο αφού η Πολωνία και η Ουγγαρία συνήψαν μια νέα συμμαχία κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του στέφανου του Μέγα και της συζύγου του Μαρίας Βοϊτσίτα στο Μοναστήρι Πούτνα.

Η υγεία του Στέφανου εξασθένησε κατά τα τελευταία χρόνια του. Ο Δόγης της Βενετίας έστειλε έναν γιατρό, το Ματέο Μουριάνο, στη Μολδαβία για να τον θεραπεύσει. Ο γιος και συνηγεμόνας του Στέφανου, Μπογκντάν, διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις με την Πολωνία για μια συνθήκη ειρήνης. Η συνθήκη, που ο Στέφανος επικύρωσε στο Χιρλάου το 1499, έβαλε τέλος στην πολωνική κυριαρχία στη Μολδαβία.

Ο Στέφανος σταμάτησε και πάλι να πληρώνει φόρο τους Οθωμανούς το 1500. Εισέβαλε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά δεν μπόρεσε να ανακαταλάβει την Κιλία ή την Τσετάτεα Αλμπα. Οι Τάταροι της Μεγάλης Ορδής εισέβαλαν στη νότια Μολδαβία, αλλά ο Στέφανος τους νίκησε με την υποστήριξη των Τάταρων της Κριμαίας το 1502. Έστειλε επίσης ενισχύσεις στην Ουγγαρία για να πολεμήσουν κατά των Οθωμανών. Η Ουγγαρία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία συνήψαν μια νέα ειρηνευτική συνθήκη στις 22 Φεβρουαρίου 1503, που περιελάμβανε και τη Μολδαβία. Από τότε στο εξής ο Στέφανος πλήρωνε και πάλι ετήσιο φόρο στους Οθωμανούς.

Όταν ο Στέφανος ήταν ετοικοθάνατος οι βογιάροι που αντιτάχθηκαν στον Μπογκντάν, επαναστάτησαν, αλλά κατεστάλησαν. Στην επιθανάτια κλίνη του προέτρεψε το Μπογκντάν να συνεχίσει να αποδίδει το φόρο στο σουλτάνο. Πέθανε στις 2 Ιουλίου και ετάφη στο Μοναστήρι Πούτνα.

Εσωτερική Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον εσωτερικό τομέα, ο Στέφανος ο Μέγας ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα σε πολλούς τομείς, σε μια προσπάθεια αναδόμησης και ανασυγκρότησης της χώρας. Έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το εμπόριο και στο πλαίσιο αυτό κατέλαβε το λιμάνι της Κιλία , ώστε η χώρα του να διαθέτει και δεύτερη διέξοδο στη θάλασσα πέραν της Τσετάτεα Άλμπα. Η προώθηση της βιοτεχνίας συνέβαλε στην περαιτέρω οικονομική αναζωογόνηση της χώρας.

Λόγω των πολυετών εμφυλίων πολέμων πριν την άνοδο του Στεφάνου στο θρόνο, ο στρατός είχε αποδιοργανωθεί σε μεγάλο βαθμό με συνέπεια οι βογιάροι να είναι υπέρμετρα ισχυροποιημένοι έναντι της κεντρικής εξουσίας. Επίσης οι ελεύθεροι μικρογαιοκτήμονες βρίσκονταν σε δεινή θέση, καθώς οι περιουσίες τους αλλά και η ελευθερία τους καταπατούνταν συχνά από τους ισχυρούς γαιοκτήμονες. Παρόλο που δεν έλαβε άμεσα μέτρα κατά της αυξανόμενης ισχύος των ευγενών, ο Μολδαβός βοεβόδας προχώρησε σε σημαντικές και καίριες αλλαγές στον στρατιωτικό και αγροτικό τομέα. Χορήγησε γαίες και υιοθέτησε οικονομικές ευκολίες για κατώτερους ευγενείς και ελεύθερους χωρικούς με αντάλλαγμα τις στρατιωτικές υπηρεσίες τους. Οι στρατιώτες αυτοί, των οποίων η ελευθερία εξαρτάτο άμεσα από τη στρατιωτική τους θητεία,[2] ήταν εξοπλισμένοι όπως και οι αντίστοιχοι υποτακτικοί των ισχυρών βογιάρων, αλλά διοικούντο από αξιωματικούς διορισμένους απ’ ευθείας από το στέμμα. Ακόμη δόθηκε ιδιαίτερη φροντίδα στην ενίσχυση και βελτίωση του ρόλου του πυροβολικού. Μία ακόμη σημαντική αλλαγή ήταν η ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση του λεγομένου Μικρού Στρατού (Oastea Mică). Ο στρατός αυτός αποτελούσε το πιο αξιόπιστο τμήμα του μολδαβικού στρατού, συγκροτείτο δε αποκλειστικά με έξοδα και φροντίδα του εκάστοτε Πρίγκιπα της Μολδαβίας, στον οποίο ήταν αποκλειστικά πιστός. Ο Στέφανος αύξησε το δυναμικό τού Oastea Mica από 10.000 σε 15.000 άνδρες, εντάσσοντας παράλληλα και ένα σώμα πεζικού στρατιωτών-χωρικών, στρατευμένων με το σύστημα των κτηματικών χορηγιών που περιγράφηκε παραπάνω.

Πλούσια δραστηριότητα ανέπτυξε και στον οικοδομικό τομέα. Έκτισε πάμπολλες μονές και εκκλησίες σε όλη χώρα πολλές εκ των οποίων σώζονται ακόμη. Μάλιστα εκείνη την εποχή άρχισε να διαμορφώνεται το ιδιαίτερο ύφος της ρουμανικής εκκλησιαστικής τέχνης (αρχιτεκτονικής, αγιογραφίας).[3] Συνολικά ανήγειρε 34 μονές, μία μετά από κάθε νίκη, μεταξύ αυτών τη φημισμένη μονή της Πούτνα (1566-1570, ένεκεν της κατάληψης της Κιλία) και το καθολικό της μονής του Νεάμτς (ένεκεν της νίκης επί του Ιωάννη Αλβέρτου).

Άγαλμα του Στεφάνου του Μεγάλου στην πρωτεύουσα της Μολδαβίας Κισινάου.

Θάνατος και Υστεροφημία του Στεφάνου του Μεγάλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στέφανος πέθανε στις 2 Ιουλίου του 1504 στην Σουτσεάβα και ετάφη στο μοναστήρι της Πούτνα, κατά την επιθυμία του. Πριν το θάνατό του συμβούλεψε το γιο και διάδοχό του, Μπογκντάν Γ' το Μονόφθαλμο, να ακολουθήσει ήπια πολιτική έναντι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, μέχρι να φανούν σημάδια παρακμής.[4] Ωστόσο, σύντομα μετά τον θάνατό του η Μολδαβία έχασε την ανεξαρτησία της, καταφέρνοντας πάντως να διατηρήσει ένα καθεστώς αρκετά διευρυμένης αυτονομίας.

Ιδιαίτερα ευλαβής και πιστός, δίκαιος και ελεήμων[5] αγαπήθηκε από το λαό του και αποκαλείτο «άγιος» ενόσω ζούσε ακόμη. Επίσης, με τις εντυπωσιακές νίκες του εναντίον των Τούρκων, η φήμη του απλώθηκε στη δυτική Ευρώπη και μετά το θάνατό του η μορφή του έγινε σύμβολο του αντιοθωμανικού αγώνα. Ακόμη μαζί με τον Βλάντ Γ’ Δράκουλα της Βλαχίας, θεωρείται εθνικός ήρωας των Ρουμάνων, ενώ στη Μολδαβία η μνήμη του Στεφάνου του Μεγάλου τιμάται με ποικίλους τρόπους (ανδριάντας και ονοματοδοσία κεντρικού δρόμου της πρωτεύουσας Κισινάου προς τιμήν του, αποτύπωση της μορφής του στα χαρτονομίσματα κ.λπ.).

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A bearded man who wears a crown offers a church to Christ who sits on a throne; the man is surrounded by a crowned woman and man and a child
Ο Στέφανος, η Μαρία Βοϊτσίτα, ο Αλέξανδρος και ο Μπογκντάν

Μια γυναίκα ονόματι Μαρούσκα (ή Μαρίτσα) πιθανότατα γέννησε τον πρώτο γιο του Στεφάνου, Αλέξανδρο, σύμφωνα με τον ιστορικό Τζόναθαν Ηγκλς. Ο ιστορικός Ιοάν-Αουρέλ Ποπ γράφει ότι η Μαρούσκα ήταν η πρώτη σύζυγος του Στέφανου αλλά ο Ηγκλς λέει ότι η νομιμότητα του γάμου του Στέφανου και της Μαρούσκα είναι αβέβαιη]. Ο Αλέξανδρος είτε πέθανε σε παιδική ηλικία είτε επιβίωσε και έγινε συνηγεμόνας του πατέρα του.

Αν ο Στέφανος απέκτησε δύο γιους με το όνομα Αλέξανδρος, αυτός που έγινε συνηγεμόνας του γεννήθηκε από την Ευδοκία του Κιέβου, που ο Στέφανος παντρεύτηκε το 1463. Ήταν στενή συγγενής τόσο του Ιβάν Γ΄, Μεγάλου Πρίγκιπα της Μόσχας όσο και του Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας και της Λιθουανίας. Το έγγραφο χορηγίας του Στεφάνου προς τη Μονή Χιλανδαρίου στο Άγιο Όρος αναφέρεται σε δύο παιδιά του Στεφάνου και της Ευδοκίας, του Αλέξανδρο και την Ελένη. Η Ελένη ήταν η σύζυγος του Ιβάν, μεγαλύτερου γιου του Ιβάν Γ΄ της Μόσχας. Σύμφωνα με τον Ηγκλς η Ευδοκία ήταν κατά πάσα πιθανότητα και η μητέρα των δύο γιων του Στέφανου, Μπογκντάν και Πέτρου, που έχασαν τη ζωή τους το 1479 και 1480 αντίστοιχα.

Η δεύτερη (ή τρίτη) σύζυγος του Στεφάνου, η Μαρία Ασανίνα Παλαιολογίνα, ήταν από την οικογένεια των πριγκίπων της Θεοδωρούς. Ο γάμος έγινε το 1472 και αυτή πέθανε το 1477. Η τρίτη (ή τέταρτη) σύζυγος της Στέφανου, η Μαρία Βοϊτσίτα, ήταν κόρη του Ράντου του Ωραίου, Βοεβόδα της Βλαχίας. Ήταν μητέρα του διαδόχου του Στέφανου, Μπογκντάν, και μιας κόρη που ονόματι Μαρία Τσνεάινα. Ο Στέφαν απέκτησε επίσης ένα εκτός νόμου γιο, τον Πέτρο Ράρες, που έγινε βασιλιάς της Μολδαβίας το 1527.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σταθερότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A helmet with an auroch on a coat-of-arms depicting crosses, flowers and other symbols
ΟΤο οικόσημο του Στέφανου

Ο Στέφανος βασίλεψε για περισσότερο από 47 χρόνια, πράγμα που ήταν "και μόνο αυτό ένα εξαιρετικό επίτευγμα στο πλαίσιο του πολιτικά και εδαφικά εύθραυστου των ρουμανικών πριγκιπάτων". Η διπλωματία του απέδειξε ότι ήταν ένας από τους "πιο έξυπνους πολιτικούς" της Ευρώπης το 15ο αιώνα. Αυτή η ικανότητα του επέτρεψε να στρέφει την Οθωμανική Αυτοκρατορία, την Πολωνία και την Ουγγαρία τη μία εναντίον της άλλης. Σύμφωνα με τον ιστορικό Κηθ Χίτσινς, ο Στέφανος "πήρωνε φόρο στους Οθωμανούς, αλλά μόνο όταν τον συνέφερε ..., ήταν υποτελής στο βασιλιά Καζίμιρ της Πολωνίας ως επικυρίαρχό του, όταν αυτό του φαινόταν σοφό ... και κατέφευγε στα όπλα όταν όλα τα άλλα μέσα αποτύγχαναν.

Ο Στέφανος κατέστειλε τους επαναστατημένους βογιάρους και ενδυνάμωσε την κεντρική κυβέρνηση, εφαρμόζοντας συχνά σκληρές τιμωρίες, συμπεριλαμβανομένου του ανασκολοπισμού. Ο Μίρον Κοστίν, Μολδαβός ιστορικός του 17ο αιώνα, τονίζει ότι ο Στέφανος ήταν «οξύθυμος, σκληρός, επιρρεπής στο να χύνει αθώο αίμα· υχνά στα γεύματα διέταζε να θανατωθούν άνθρωποι χωρίς νομική καταδίκη». Ανέκτησε τα εδάφη του Στέμματος που είχαν χαθεί κατά τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε τη βασιλεία του Αλεξάνδρου του Καλού, είτε με αγορά είτε με κατάσχεση. Αφ' ετέρου χορήγησε πολλά κτήματα στην Εκκλησία και στους κατώτερους ευγενείς που ήταν οι κύριοι υποστηρικτές της κεντρικής κυβέρνησης. Ο περιηγητικός τρόπος ζωής του επέτρεψε να διατηρεί προσωπικές αυλές σε ολόκληρη τη Μολδαβία, γεγονός που συνέβαλε στην ανάπτυξη της εξουσίας του.

Όταν μίλησε με το Ματέο Μουριάνο το 1502, ο Στέφανος ανέφερε ότι είχε δώσει 36 μάχες, χάνοντας μόνο δύο από αυτές. Όταν οι δυνάμεις του εχθρού ήταν πολλαπλάσιες από το στρατό του, ο Στέφανο υιοθετούσε την τακτική του "ασύμμετρου πολέμου". Εφάρμοζε ανταρτοπόλεμο εναντίον των εισβολέων, αποφεύγοντας να τους προκαλέσει σε μάχη πριν αποδυναμωθούν εξαιτίας έλλειψης εφοδιών ή ασθενειών. Κατά τις εισβολές του, ωστόσο, εκινείτο γρήγορα και ανάγκαζε τους εχθρούς του να πολεμήσουν. Για να ενισχύσει την άμυνα της χώρας του, επισκεύασε τα φρούρια που οικοδομήθηκαν κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του Αλέξανδρου του Καλού σε Χοτίν, Κιλία, Τσετάτεα Αλμπα, Σουτσεάβα και Τίργκου Νέαμτς. Ανήγειρε επίσης κάστρα, όπως στο Ρομάν και στην Τίγκινα. Οι pârcălabi (ή διοικητές) των φρουρίων εξοπλίστηκαν με διοικητικές και δικαστικές αρμοδιότητες και έγιναν σημαντικοί πυλώνες της βασιλικής διοίκησης.

Ο Στέφανος προσέλαβε μισθοφόρους για να επανδρώσει τα φρούριά του, πράγμα που μείωσε τον στρατιωτικό ρόλο των ακολούθων των βογιάρων. Ιδρυσε επίσης μια προσωπική φρουρά 3.000 ανδρών. Για να ενισχύσει την άμυνα της Μολδαβίας, υποχρέωσε τους αγρότες να φέρουν όπλα. Μολδαβικά χρονικά κατέγραψαν ότι αν «έβρισκε έναν αγρότη χωρίς βέλη, τόξο ή σπαθί ή ερχόταν στον στρατό χωρίς σπιρούνια για το άλογο, τον θανάτωνε χωρίς έλεος. Οι στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις αύξησαν το στρατιωτικό δυναμικό της Μολδαβίας επιτρέποντας στο Στέφανο να συγκεντρώσει έναν στρατό μεγαλύτερο των 40.000 ανδρών.

Πολιτιστική ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

A building with a tower
Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στο Χιρλάου

Τα χρόνια που ακολούθησαν τους πολέμους του Στεφάνου ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία χαρακτηρίστηκαν ως "περίοδος μεγάλης αρχιτεκτονικής "ανθησης". Πάνω από δώδεκα πέτρινες εκκλησίες ανεγέρθηκαν με πρωτοβουλία του Στεφάνου μετά το 1487. Οι πλουσιότεροι βογιάροι τον ακολουθούσαν και ο Στέφανος υποστήριξε επίσης την ανάπτυξη των μοναστικών κοινοτήτων. Για παράδειγμα το 1488 χτίστηκε η Μονή Βορονέτς και το 1496 - 1497 το μοναστήρι στο Ταζλάου.

Η αρχιτεκτονική των νέων εκκλησιών μαρτυρί ότι αναπτύχθηκε μια "γνήσια σχολή ντόπιων αρχιτεκτόνων" κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Στεφάνου. Δανείστηκαν συστατικά της Βυζαντινής και της Γοτθικής αρχιτεκτονικής και τα ανέμειξαν με στοιχεία της τοπικής παράδοσης. Ζωγραφισμένοι τοίχοι και πύργοι με βάση που σχηματίζει ένα αστέρι ήταν τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία των εκκλησιών του Στεφάνου. Ο Στέφανος χρηματοδότησε επίσης την ανέγερση εκκλησιών στην Τρανσυλβανία και τη Βλαχία, γεγονός που συνέβαλε στη διάδοση της αρχιτεκτονικής της Μολδαβίας πέρα ​​από τα όρια του πριγκιπάτου.

Ο Στέφανος ανέθεσε την κατασκευή αναθηματικών πινάκων και σκαλιστών πέτρινων επιτύμβιων για πολλούς τάφους των προγόνων του και άλλων συγγενών του. Η ταφική αίθουσα της Μονής Πούτνα χτίστηκε για να είναι η βασιλική νεκρόπολη της οικογένειας του Στεφάνου. Η επιτύμβια πλάκα του ίδιου Στεφάνου ήταν διακοσμημένη με φύλλα ακάνθου (μοτίβο που υιοθετήθηκε από τη βυζαντινή τέχνη) που έγινε το χαρακτηριστικό διακοσμητικό στοιχείο της μολδαβικής τέχνης κατά τον επόμενο αιώνα. Οι επιτύμβιες πλάκες των δύο γιων του Στεφάνου που πέθαναν ενόσω ζούσε, Μπογκντάν και Πέτρου, παρουσιάζουν το οικόσημο του Οίκου του Μουσάτ.

Ο Στέφανος συνέβαλε επίσης στην ανάπτυξη της ιστοριογραφίας στη Μολδαβία. Ο ίδιος διέταξε τη συλλογή των ετήσιων χρονικών του πριγκιπάτου και επιδίωξε την ολοκλήρωση τουλάχιστον τριών χρονικών. Το Χρονικό της Μπίστριτσα, που φέρεται να είναι το παλαιότερο χρονικό, διηγείται την ιστορία της Μολδαβίας από το 1359 έως το 1506. Οι δύο εκδόσεις του Χρονικού της Πούτνα καλύπτουν την περίοδο από το 1359 έως το 1526, αλλά καταγράφουν επίσης την ιστορία της ομώνυμης μονής.

Εθνικός ήρωας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στέφανος έλαβε το προσωνύμιο "Μεγάλος" μετά το θάνατό του. Ο Σιγισμούνδος Α΄ της Πολωνίας και της Λιθουανίας αναφέρθηκε σε αυτόν ως «αυτός ο σπουδαίος Στέφανος» το 1534. Ο Πολωνός ιστορικός Mάρτιν Κρόμερ (1512 –1589) τον ανέφερε ως το «μεγάλο πρίγκιπα των Μολδαβών». Στα μέσα του 17ου αιώνα ο Γκριγκόρε Ουρέκε τον περιέγραψε ως «ευεργέτη και ηγέτη» όταν έγραφε επικήδειό του. Η τοπική λαογραφία τον θεωρούσε προστάτη της αγροτιάς εναντίον των ευγενών και των ξένων εισβολέων. Για αιώνες οι ελεύθεροι χωρικοί ισχυρίστηκαν ότι κληρονόμησαν την εκμισθωμένη ιδιοκτησία τους από τους προγόνους τους, στους οποίους είχε χορηγηθεί από το Στέφανο για την ανδρεία τους στις μάχες.

Ο Βλάχος μελετητής του 19ου αιώνα, Νικολάε Μπαλτσέσκου, ήταν ο πρώτος Ρουμάνος ιστορικός που χαρακτήριζε το Στέφανο ως εθνικό ήρωα, που η βασιλεία του ήταν σημαντικό βήμα προς την ενοποίηση των εδαφών που κατοικούν οι Ρουμάνοι. Το 1881 ο Μιχαήλ Εμινέσκου αφιέρωσε στο Στεφάνιο μια doina (ποίημα γραμμένο με το ύφος του παραδοσιακού ρουμανικού τραγουδιού), καλώντας τον να αφήσει τον τάφο του για να ηγηθεί και πάλι του λαού του. Ανδριάντας του στήθηκε στο Ιάσιο τη δεκαετία του 1880.

Ο Στέφανος Γ΄ σε χαρτονόμισμα του 1 Μολδαβικού Λέου

Οι επ'ετειοι των σημαντικότερων γεγονότων της ζωής του Στεφάνου εορτάζονται επίσημα από τη δεκαετία του 1870. Την 400η επέτειο από το θάνατό του το 1904 ο Νικολάε Γιόργκα δημοσίευσε τη βιογραφία του Στέφανου. Ο Γιόργκα υπογράμμισε ότι οι νίκες του Στεφάνου έπρεπε να αποδοθούν στην «αληθινή ενότητα ολόκληρου του λαού» κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Το βιβλίο του έχει αναδημοσιευτεί αρκετές φορές, μεταξύ άλλων για την 500η επέτειο του θανάτου του Στεφάνου (2004). Σην ίδια επέτειο ο Στέφανος παρουσιάστηκε ως σύμβολο της «εθνικής ταυτότητας, ανεξαρτησίας και διεθνοτικής αρμονίας» στη Δημοκρατία της Μολδαβίας.

Ο ιστορικός Τζόναθαν Ηγκλς σημειώνει ότι «ο Stephen είναι μια εσαεί παρούσα μορφή» τόσο στη Ρουμανία όσο και στη Μολδαβία: «τα αγάλματα της μορφής του αφθονούν, οι πολιτικοί τον αναφέρουν ως παράδειγμα, σχολεία και ένα πανεπιστήμιο φέρουν το όνομά του, όπως και χωριά και κύριοι δρόμοι πόλεων και χωριών και σταθμός του μετρό στο κεντρικό Βουκουρέστι και το εστεμμένο του κεφάλι κοσμεί κάθε χαρτονόμισμα της μετασοβιετικής δημοκρατίας της Μολδαβίας». Σύμφωνα με δημοσκόπηση του 1999, περισσότερο από το 13% των ερωτηθέντων θεωρούσε τον Στέφαν Μείζορη ως τη σημαντικότερη προσωπικότητα που έχει «επηρεάσει το πεπρωμένο των Ρουμάνων προς το καλύτερο». Επτά χρόνια αργότερα, σε ένα πρόγραμμα της Ρουμανικής Τηλεόρασης, ψηφίστηκε "ο μεγαλύτερος Ρουμάνος όλων των εποχών".

Αγιος ηγεμόνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ουρέκε ανέφερε ότι ο Στέφανος θεωρήθηκε άγιος λίγο μετά την κηδεία του, αν και «όχι λόγω της ψυχής του ... επειδή ήταν άνθρωπος με αμαρτίες ... αλλά λόγω των σπουδαίων έργων του». Η αναφορά του Ουρέκε επαναλήφθηκε από το Μίρον Κοστίν. Ο ηγούμενος της Μονής Πούτνα, Αρτιμον Μπόρτνικ, ξεκίνησε τη διερεύνηση της ταφικής αίθουσας της μονής το 1851, προσφεύγοντας σε σημαντικά ιερά στη Ρωσία και τη Μολδαβία. Το 1857 (ένα χρόνο μετά το άνοιγμα του τάφου του Στεφάνου), ο ιερέας και δημοσιογράφος Ηρακλής Πορουμπέσκου έγραψε ήδη για τα "ιερά οστά της Πούτνα". Ωστόσο ο Στέφανος ο Μέγας αγνοήθηκε όταν η Ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία ανακήρυξε τους πρώτους Ρουμάνους αγίους τη δεκαετία του 1950.

Ο Θεόκτιστος, Πατριάρχης πάσης Ρουμανίας, ανακήρυξε το Στέφανο μαζί με άλλους 12 αγίους στον καθεδρικό ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Βουκουρέστι στις 21 Ιουνίου 1992. Με την ευκαιρία αυτή ο πατριάρχης τόνισε ότι ο Στέφανος υπήρξε υπερασπιστής του Χριστιανισμού και προστάτης του λαού του. Υπογράμμισε επίσης ότι ο Στέφανος είχε χτίσει εκκλησίες κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Η γιορτή του Στεφάνου είναι η 2 Ιουλίου (η ημέρα του θανάτου του) στο ημερολόγιο της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην πρώτη του γιορτή μετά την αγιοποίησή του, πραγματοποιήθηκε μια νέα τελετή για τον εορτασμό του Μεγάλου και Αγίου Στεφάνου στην Πούτνα, την οποία παρακολούθησαν 15.000 άνθρωποι (συμπεριλαμβανομένου του τότε Προέδρου της Ρουμανίας, Ιόν Ιλιέσκου και δύο υπουργών). Ο Πατριάρχης Θεόκτιστος σημείωσε ότι "ο Θεός μας έχει φέρει μαζί κάτω από τον ίδιο ουρανό, ακριβώς όπως ο Στέφανος μας συγκάλεσε κάτω από την ίδια σημαία στο παρελθόν".

Σημειώσεις – Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αλλού και ως Στέφανος Δ', βλ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τόμος ΚΒ’ και Peter F. Sugar, Η νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από την οθωμανική κυριαρχία (1354-1804), τόμος Β', εκδόσεις Σμίλη.
  2. Peter F. Sugar "Η νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από την οθωμανική κυριαρχία (1354-1804), Τόμος Β', σελ. 10-11, εκδόσεις Σμίλη 1994
  3. «Η τέχνη της νωπογραφίας: οι ρουμανικές αγιογραφημένες εκκλησίες (στα αγγλικά)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουνίου 2001. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουνίου 2001. 
  4. Περιοδικό Ιστορικές Σελίδες τχ 9, σελ. 51
  5. Ο Στέφανος ο Μέγας στα μάτια συγχρόνων του, περιοδικό Welcome (αγγλικά)

Βασικές Πηγές και Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κωνσταντίνου Πολίτη "«Αθλητής του Χριστού», Ο Στέφανος ο Μεγάλος διατηρεί χριστιανικά τα βόρεια Βαλκάνια", περιοδικό Ιστορικές Σελίδες, τχ 9, Νοέμβριος 2006
  • Νίκου Γιαννόπουλου "Δράκουλας, ο «καταραμένος» Πρίγκηπας", εκδόσεις Περισκόπιο 2006
  • Λήμμα "Στέφανος Δ' ο Μέγας" στην ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ, εκδόσεων Φοίνιξ Ε.Π.Ε. 1957, ΤΌΜΟΣ ΚΒ' σελ. 371
  • Peter F. Sugar "Η νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από την οθωμανική κυριαρχία (1354-1804)", Τόμος Β', εκδόσεις Σμίλη 1994

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]