Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας
13861795

Σημαία

Έμβλημα
ΧώραΣτέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας
Διοικητική υπαγωγήΠολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία
ΠρωτεύουσαΚρακοβία και Βαρσοβία
ΓλώσσεςΠολωνικά
Πολίτευμακληρονομική μοναρχία, εκλεκτορική μοναρχία και συνταγματική μοναρχία

Το Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας (πολωνικά: Korona Królestwa Polskiego, λατινικά: Corona Regni Poloniae), γνωστό και ως Πολωνικό Στέμμα, είναι το κοινό όνομα για τις ιστορικές εδαφικές κτήσεις του Ύστερου Μεσαίωνα του Βασιλιά της Πολωνίας, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Βασιλείου της Πολωνίας. Το Πολωνικό Στέμμα ήταν στο τιμόνι της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας από το 1569 έως το 1795. 

Σημαντικά πολιτικά γεγονότα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λάβαρο του Βασιλείου της Πολωνίας μέχρι τον 15ο αιώνα

Το Βασίλειο της Πολωνίας χρονολογείται παραδοσιακά από περίπου το 966, όταν ο Μιέσκο Α΄ και το ειδωλολατρικό σλαβικό του βασίλειο προσχώρησαν στη Χριστιανική Ευρώπη (Βάπτισμα της Πολωνίας), ιδρύοντας το κράτος της Πολωνίας, μια διαδικασία που ξεκίνησε από τους προγόνους του από την πολανική δυναστεία των Πιαστ. Ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχός του, ο Πρίγκιπας Μπολέσλαφ Α΄ ο Γενναίος, δούκας της Πολωνίας, έγινε ο πρώτος εστεμμένος βασιλιάς της Πολωνίας το 1025.

Ένωση του Κρέβο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Ένωση του Κρέβο

Η Ένωση του Κρέβο (πολωνικά: Unia w Krewie, λιθουανικά: Krėvos sutartis) ήταν ένα σύνολο προγαμιαίων συμφωνιών που έγιναν στο Κάστρο της Κρέβα στις 13 Αυγούστου 1385. Μόλις ο Βλαδίσλαος Β΄ Γιαγκέλο επιβεβαίωσε τα προγαμιαία συμβόλαια στις 14 Αυγούστου 1385, η Πολωνία και η Λιθουανία σχημάτισαν μια προσωπική ένωση. Οι συμφωνίες περιελάμβαναν την υιοθέτηση του Χριστιανισμού, τον επαναπατρισμό των εδαφών που «έκλεψαν» από την Πολωνία οι γείτονές της και το Terras suas Lithuaniae et Russiae Coronae Regni Poloniae perpetuo applicare, τη ρήτρα που σχημάτισε την προσωπική ένωση. Αφού βαφτίστηκε στον Καθεδρικό Ναό Βάβελ στην Κρακοβία στις 15 Φεβρουαρίου 1386, ο Γιογκάιλα άρχισε να χρησιμοποιεί επίσημα το όνομα Βουαντίσουαφ. Τρεις ημέρες μετά τη βάπτισή του, έγινε ο γάμος μεταξύ της Γιαντβίγκα και του Βλαδίσλαου Β΄ Γιαγκέλο.

Ένωση του Λούμπλιν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Ένωση του Λούμπλιν

Η Ένωση του Λούμπλιν (πολωνικά: unia lubelska, λιθουανικά: Liublino unija) δημιούργησε το ενιαίο κράτος της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας την 1η Ιουλίου 1569 με μια πραγματική ένωση μεταξύ του Στέμματος και του Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας. Πριν από τότε, το Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας και το Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας είχαν μόνο προσωπική ένωση. Η Ένωση του Λούμπλιν έκανε επίσης το Στέμμα εκλογική μοναρχία. Αυτό τερμάτισε τη δυναστεία των Γιαγκελλόνων όταν ο Ερρίκος Γ΄ εκλέχτηκε στις 16 Μαΐου 1573 ως μονάρχης.

Στις 30 Μαΐου 1574, δύο μήνες αφότου ο Ερρίκος Γ΄ στέφθηκε βασιλιάς της Πολωνίας και Μέγας Δούκας της Λιθουανίας στις 22 Φεβρουαρίου 1574, έγινε βασιλιάς της Γαλλίας και στέφθηκε βασιλιάς της Γαλλίας στις 13 Φεβρουαρίου 1575. Έφυγε από τον θρόνο του Στέμματος στις 12 Μαΐου 1575, δύο μήνες αφότου στέφθηκε βασιλιάς της Γαλλίας. Μετά από αυτόν εξελέγη η Άννα Γιαγκελλόνων.

Σύνταγμα του 1791[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτη σελίδα του αρχικού Συντάγματος

Το Σύνταγμα της 3ης Μαΐου 1791 είναι το δεύτερο παλαιότερο, κωδικοποιημένο εθνικό σύνταγμα στην ιστορία και το αρχαιότερο κωδικοποιημένο εθνικό σύνταγμα στην Ευρώπη. Το παλαιότερο είναι το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ονομάστηκε Κυβερνητικός Νόμος (Ustawa Rządowa) και η σύνταξη του ξεκίνησε στις 6 Οκτωβρίου 1788 και διήρκεσε 32 μήνες. Ο Στανίσουαφ Αύγουστος Πονιατόφσκι ήταν ο κύριος συντάκτης του Συντάγματος και ήθελε το Στέμμα να είναι μια συνταγματική μοναρχία, παρόμοια με αυτή στη Μεγάλη Βρετανία. Στις 3 Μαΐου 1791 συνήλθε το Μείζων Σέιμ, στο οποίο διάβασαν και υιοθέτησαν το νέο σύνταγμα. Παραχώρησε πολιτικά δικαιώματα στην αστική τάξη, χώρισε την κυβέρνηση σε τρεις κλάδους, κατάργησε το liberum veto και σταμάτησε τις καταχρήσεις του Σέιμ του Ρεπνίν.

Έκανε την Πολωνία συνταγματική μοναρχία με τον Βασιλιά ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας με το υπουργικό συμβούλιο του, που ονομάζονται Φύλακες των Νόμων. Το νομοθετικό σκέλος ήταν διμερές με εκλεγμένο Σέιμ και διορισμένη Γερουσία. Στον Βασιλιά δόθηκε η εξουσία να διακόψει τους δεσμούς στη Γερουσία και επικεφαλής του Σέιμ ήταν ο Διευθύνων του Σέιμ. Το Δικαστήριο του Στέμματος, το ανώτατο εφετείο στο Στέμμα, αναμορφώθηκε. Το Σέιμ θα εξέλεγε τους δικαστές του για το Δικαστήριο του Σέιμ (κοινοβουλευτικό δικαστήριο του Στέμματος) από τους βουλευτές τους (posłowie).

Ο Κυβερνητικός Νόμος εξόργισε την Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, η οποία πίστευε ότι η Πολωνία χρειαζόταν άδεια από τη Ρωσική Αυτοκρατορία για οποιαδήποτε πολιτική μεταρρύθμιση. Υποστήριξε ότι η Πολωνία είχε πέσει θύμα του ριζοσπαστικού ιακωβιτισμού που ήταν εξέχων στη Γαλλία εκείνη την εποχή. Η Ρωσία εισέβαλε στην Κοινοπολιτεία το 1792.[1][2] Το Σύνταγμα ίσχυε για λιγότερο από 19 μήνες και ακυρώθηκε από το Σέιμ του Γκρόντνο.[3] [4][5][6][7][8][9][10]

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας, 1635
Διοικητικός χάρτης υψηλού επιπέδου της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας και των φέουδων της το 1619 (υπερθέτεται στον σύγχρονο χάρτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης).
  Οι κτήσεις του Πολωνικού Στέμματος
  Δουκάτο της Πρωσίας (ημιανεξάρτητο πολωνικό φέουδο).

Η δημιουργία του Στέμματος του Βασιλείου της Πολωνίας ήταν ένα ορόσημο στην εξέλιξη του πολωνικού κράτους και της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Αντιπροσώπευε την έννοια του πολωνικού βασιλείου (έθνους) ως σαφώς ξεχωριστό από το πρόσωπο του μονάρχη.[11] Η εισαγωγή της έννοιας σηματοδότησε τη μετατροπή της πολωνικής κυβέρνησης από μια πατρογονική μοναρχία (μια κληρονομική μοναρχία) σε μια «οιονεί συνταγματική μοναρχία» (monarchia stanowa),[11] στην οποία η εξουσία βρισκόταν στους ευγενείς, τον κλήρο και (σε ορισμένη έκταση) στην εργατική τάξη, που αναφέρεται επίσης ως εκλεκτορική μοναρχία.

Μια σχετική έννοια που εξελίχθηκε αμέσως μετά ήταν αυτή της Rzeczpospolita («Κοινοπολιτεία»), η οποία ήταν εναλλακτική του Στέμματος ως όνομα για το πολωνικό κράτος μετά τη Συνθήκη του Λούμπλιν το 1569.[11] Το Στέμμα του Βασιλείου της Πολωνίας σχετιζόταν επίσης με άλλα σύμβολα της Πολωνίας, όπως η πρωτεύουσα (Κρακοβία), το εθνόσημο της Πολωνίας και η σημαία της Πολωνίας.[11]

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έννοια του Στέμματος είχε επίσης γεωγραφικές πτυχές, ιδιαίτερα σχετιζόμενες με το αδιαίρετο της επικράτειας του Πολωνικού Στέμματος.[11] Μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως μονάδα διοικητικής διαίρεσης, με τα εδάφη υπό άμεση διοίκηση του πολωνικού κράτους από τον Μεσαίωνα έως τα τέλη του 18ου αιώνα (σήμερα μέρος της Πολωνίας, της Ουκρανίας και ορισμένων συνοριακών κομητειών της Ρωσίας, της Λευκορωσίας, της Μολδαβίας, της Σλοβακίας, και της Ρουμανίας, μεταξύ άλλων). Μέρη αποτελούσαν μέρος στο πρώιμο Βασίλειο της Πολωνίας και στη συνέχεια στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία μέχρι την τελική της κατάρρευση το 1795.

Ταυτόχρονα, το Στέμμα αναφέρθηκε επίσης σε όλα τα εδάφη που το πολωνικό κράτος (όχι ο μονάρχης) μπορούσε να ισχυριστεί ότι είχε το δικαίωμα να κυβερνά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν βρίσκονταν εντός των πολωνικών συνόρων.[11]

Ο όρος διακρίνει εκείνες τις περιοχές που είναι ομόσπονδες με το Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας (     ) από διάφορα εδάφη φέουδων (τα οποία απολάμβαναν διαφορετικούς βαθμούς αυτονομίας ή μισής ανεξαρτησίας από τον Βασιλιά), όπως το Δουκάτο της Πρωσίας (     ) και το Δουκάτο της Κουρλάνδης (     ).

Πριν από την Ένωση του Λούμπλιν του 1569, ως εδάφη του Στέμματος μπορεί να νοούνται εκείνα του Βασιλείου της Πολωνίας, που κατοικούνται από Πολωνούς ή άλλες περιοχές υπό την κυριαρχία του Πολωνού βασιλιά (όπως η Βασιλική Πρωσία) ή η σλάχτα. Με την Ένωση του Λούμπλιν, ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής Ουκρανίας (η οποία είχε αμελητέο πολωνικό πληθυσμό και μέχρι τότε κυβερνούνταν από τη Λιθουανία), πέρασε στην πολωνική διοίκηση, μετατρέποντας έτσι στην επικράτεια του Στέμματος.

Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, ένας όρος για έναν Πολωνό από την επικράτεια του Στέμματος ήταν koroniarzκορόνιας», πληθυντικός: koroniarze), που προέρχεται από το Korona - Στέμμα.

Ανάλογα με το πλαίσιο, το Πολωνικό «Στέμμα» μπορεί επίσης να αναφέρεται στο «Στέμμα», έναν όρο που χρησιμοποιείται για να διακρίνει την προσωπική επιρροή και τα ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία του σημερινού μονάρχη της Κοινοπολιτείας από την κυβερνητική εξουσία και περιουσία. Συχνά σήμαινε μια διάκριση μεταξύ προσώπων πιστών στον εκλεγμένο βασιλιά (βασιλικοί) και προσώπων πιστών σε Πολωνούς άρχοντες (συνομοσπονδιακούς).

Προτεκτοράτα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καφφάς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Θεοδοσία (πόλη)

Το 1462, κατά τη διάρκεια της επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Τάταρων της Κριμαίας, ο Καφφάς τέθηκε υπό την προστασία του βασιλιά Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας. Η πρόταση προστασίας έγινε αποδεκτή από τον Πολωνό βασιλιά, αλλά όταν ήρθε ο πραγματικός κίνδυνος, η βοήθεια για τον Καφφά δεν έφτασε ποτέ.[12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Henry Smith Williams (1904). The Historians' History of the World: Poland, The Balkans, Turkey, Minor eastern states, China, Japan. Outlook Company. σελίδες 88–91. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  2. Jerzy Lukowski· W. H. Zawadzki (2001). A Concise History of Poland: Jerzy Lukowski and Hubert Zawadzki. Cambridge University Press. σελίδες 101–103. ISBN 978-0-521-55917-1. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  3. Bill Moyers (5 Μαΐου 2009). Moyers on Democracy. Random House Digital, Inc. σελ. 68. ISBN 978-0-307-38773-8. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  4. Sandra Lapointe· Jan Wolenski (2009). The Golden Age of Polish Philosophy: Kazimierz Twardowski's Philosophical Legacy. Springer. σελ. 4. ISBN 978-90-481-2400-8. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  5. Norman Davies (1996). Europe: A History. Oxford University Press. σελ. 699. ISBN 0-19-820171-0. 
  6. Dorothy Carrington (July 1973). «The Corsican constitution of Pasquale Paoli (1755–1769)». The English Historical Review 88 (348): 481–503. doi:10.1093/ehr/lxxxviii.cccxlviii.481. https://archive.org/details/sim_english-historical-review_1973-07_88_348/page/481. 
  7. Γιάτσεκ Γιέντρουχ (1998). Constitutions, elections, and legislatures of Poland, 1493–1977: a guide to their history. EJJ Books. σελ. 175. ISBN 978-0-7818-0637-4. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  8. Jerzy Lukowski (3 Αυγούστου 2010). Disorderly liberty: the political culture of the Polish–Lithuanian Commonwealth in the eighteenth century. Continuum International Publishing Group. σελίδες 227–228. ISBN 978-1-4411-4812-4. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  9. Jacek Jędruch (1998). Constitutions, elections, and legislatures of Poland, 1493–1977: a guide to their history. EJJ Books. σελίδες 181–182. ISBN 978-0-7818-0637-4. Ανακτήθηκε στις 19 Νοεμβρίου 2017. 
  10. Joseph Kasparek-Obst (1 Ιουνίου 1980). The constitutions of Poland and of the United States: kinships and genealogy. American Institute of Polish Culture. σελ. 51. ISBN 978-1-881284-09-3. 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 11,5 Γιούλιους Μπάρνταχ, Μπογκούσουαφ Λεσνοντόρσκι και Μίχαου Πιέτσακ, Historia panstwa i prawa polskiego (Βαρσοβία: Κρατικοί Επιστημονικοί Εκδότες, 1987, σελ. 85-86
  12. Historia Polski Średniowiecze, Στανίσουαφ Στσουρ, Κρακοβία 2002, σελ. 537.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Χένρικ Λίτβιν, Κεντρική Ευρώπη Υπερδύναμη, Περιοδικό BUM, Οκτώβριος 2016.
  • Γιαν Χέρμπουρτ, Statuta Regni Poloniae : in ordinem alphabeti digesta, Cracoviae (Κρακοβία) 1563.
  • Γιαν Ντομπρόφσκι, Korona Królestwa Polskiego w XIV wieku:studium z dziejów rozwoju polskiej monarchii stanowej, Zakład im. Ossolińskich, 1956.
  • Στανίσουαφ Στσουρ, Historia Polski Średniowiecze (Ιστορία της Πολωνίας - Μεσαίωνας), Wydawnictwo Literackie 2002, (ISBN 83-08-03272-9)