Σουλφασαλαζίνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σουλφασαλαζίνη
Ονομασία IUPAC
2-hydroxy-5-[(E)-2-{4-[(pyridin-2-yl)sulfamoyl]phenyl}diazen-1-yl]benzoic acid
Κλινικά δεδομένα
Εμπορικές ονομασίεςAzulfidine, Salazopyrin, Sulazine, άλλες
AHFS/Drugs.commonograph
MedlinePlusa682204
Δεδομένα άδειας
Κατηγορία ασφαλείας κύησης
  • AU: A [1]
  • US: B (Χωρίς κίνδυνο σε μελέτες σε μη-ανθρώπους) [1]
Οδοί
χορήγησης
Από το στόμα
Κυκλοφορία
Κυκλοφορία
Φαρμακοκινητική
Βιοδιαθεσιμότητα<15%
Βιολογικός χρόνος ημιζωής5-10 ώρες
Κωδικοί
Αριθμός CAS599-79-1 YesY
Κωδικός ATCA07EC01
PubChemCID 5339
DrugBankDB00795 YesY
ChemSpider10481900 YesY
UNII3XC8GUZ6CB YesY
KEGGD00448 YesY
ChEBICHEBI:9334
ChEMBLCHEMBL421 N
ΣυνώνυμαSulphasalazine
Χημικά στοιχεία
Χημικός τύποςC18H14N4O5S
Μοριακή μάζα398,39 g·mol−1
Φυσικά στοιχεία
Σημείο τήξης240 to 245 °C (464 to 473 °F) (dec.)
  (verify)

Η σουλφασαλαζίνη, που πωλείται με την εμπορική ονομασία Azulfidine μεταξύ άλλων, είναι φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της ελκώδους κολίτιδας και της νόσου του Crohn.[4] Θεωρείται από ορισμένους ως θεραπεία πρώτης γραμμής στη ρευματοειδή αρθρίτιδα.[5] Λαμβάνεται από το στόμα.

Σημαντικές παρενέργειες εμφανίζονται σε περίπου 25% των ανθρώπων. Συνήθως αυτά περιλαμβάνουν απώλεια όρεξης, ναυτία, πονοκέφαλο και εξάνθημα.[4] Σοβαρές παρενέργειες περιλαμβάνουν καταστολή του μυελού των οστών, ηπατικά προβλήματα, σύνδρομο Stevens-Johnson και νεφρικά προβλήματα.[6][7] Δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε άτομα αλλεργικά στην ασπιρίνη ή τη σουλφοναμίδη.[5] Η χρήση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης φαίνεται να είναι ασφαλής για το μωρό.

Η σουλφασαλαζίνη ανήκει στην οικογένεια των αντιρευματικών φαρμάκων που τροποποιούν τη νόσο (DMARDs).[4] Δεν είναι σαφές πώς λειτουργεί. Ένας προτεινόμενος μηχανισμός είναι η αναστολή των προσταγλανδινών, με αποτέλεσμα τοπική αντιφλεγμονώδη δράση στο παχύ έντερο.[7] Το φάρμακο αναλύεται από τα εντερικά βακτήρια σε σουλφαπυριδίνη και 5-αμινοσαλικυλικό οξύ. Αυτό που απορροφάται απεκκρίνεται από τα νεφρά και στη χολή.

Η σουλφασαλαζίνη εγκρίθηκε για ιατρική χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1950.[4] Συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο βασικών φαρμάκων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.[8] Η σουλφασαλαζίνη διατίθεται καί ως γενόσημο φάρμακο.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Sulfasalazine Use During Pregnancy». Drugs.com. 9 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2020. 
  2. «Sulfasalazine 250mg/5ml Oral Suspension - Summary of Product Characteristics (SmPC)». electronic medicines compendium (emc). 13 Σεπτεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2019. 
  3. «Salazopyrin Tablets - Summary of Product Characteristics». electronic medicines compendium (emc). Φεβρουαρίου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Απριλίου 2017. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 «Sulfasalazine». The American Society of Health-System Pharmacists. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 2016. 
  5. 5,0 5,1 WHO Model Formulary 2008. World Health Organization. 2009. σελίδες 41, 45. ISBN 9789241547659. 
  6. Hamilton, Richart (2015). Tarascon Pocket Pharmacopoeia 2015 Deluxe Lab-Coat Edition. Jones & Bartlett Learning. σελ. 464. ISBN 9781284057560. 
  7. 7,0 7,1 Vallerand, April Hazard (5 Ιουνίου 2014). Davis's drug guide for nurses. Sanoski, Cynthia A.,, Deglin, Judith Hopfer, 1950- (Fourteenth έκδοση). Philadelphia. ISBN 978-0-8036-4085-6. 
  8. World Health Organization model list of essential medicines: 21st list 2019. Geneva: World Health Organization. 2019. WHO/MVP/EMP/IAU/2019.06. License: CC BY-NC-SA 3.0 IGO.