Σμιλόδων
Σμιλόδων |
---|
Συστηματική ταξινόμηση |
|
Ο Σμιλόδων (λατινικά: Smilodon) είναι γένος της εξαφανισμένης υποοικογένειας μαχαιροδόντων αιλουριδών. Έζησε στην ήπειρο της Αμερικής κατά την εποχή του Πλειστόκαινου (2,5 εκατομμύρια - 10.000 χρόνια πριν). Το γένος ονομάστηκε το 1842 βάσει απολιθωμάτων από τη Βραζιλία· η ονομασία που του δόθηκε συνδιάζει τις αρχαίες ελληνικές λέξεις «σμίλη» και «οδούς», δηλαδή δόντι. Τρία είδη αναγνωρίζονται σήμερα: οι S. gracilis, S. fatalis και S. populator. Τα δύο τελευταία είδη πιθανότατα κατάγονταν από τον S. gracilis, ο οποίος πιθανότατα εξελίχτηκε από το γένος Μεγαντερέων. Τα εκατοντάδες άτομα που ελήφθησαν από το Ράντσο Λα Μπρέα στο Λος Άντζελες αποτελούν τη μεγαλύτερη συλλογή απολιθωμάτων Σμιλοδόντων.
Σε γενικές γραμμές, ο Σμιλόδων ήταν δυνατότερος από οποιονδήποτε υφιστάμενο αίλουρο, με ιδιαιτέρως καλά ανεπτυγμένα μπροστινά άκρα και εξαιρετικά μακριούς άνω κυνόδοντες. Το σαγόνι του είχε μεγαλύτερο άνοιγμα από αυτό των σύγχρονων αίλουρων και οι άνω κυνόδοντές του ήταν λεπτοί και εύθραυστοι, προσαρμοσμένοι για θανάτωση ακριβείας. Ο S. gracilis ήταν το μικρότερο είδος με 55 έως 100 κιλά βάρος. Ο S. fatalis είχε βάρος από 160 έως 280 κιλά και ύψος 100 εκ. Και τα δύο αυτά είδη είναι κυρίως γνωστά από τη Βόρεια Αμερική, αλλά σε αυτά έχουν αποδοθεί και απολιθώματα από τη Νότια Αμερική. Ο S. populator από τη Νότια Αμερική ήταν το μεγαλύτερο είδος, με 220 έως 436 κιλά βάρος και εκατοστά ύψος, και ήταν μεταξύ των μεγαλύτερων γνωστών αιλουροειδών. Το σχέδιο του τριχώματος του Σμιλόδοντος είναι άγνωστο, αλλά έχει αποκατασταθεί καλλιτεχνικώς με απλά ή πιτσιλωτά σχέδια.
Στη Βόρεια Αμερική, ο Σμιλόδων κυνηγούσε μεγάλα φυτοφάγα ζώα, όπως βίσονες και καμήλωπες, και παρέμεινε επιτυχημένος ακόμα και όταν συνάντησε νέα είδη θηραμάτων στη Νότια Αμερική. Πιστεύεται ότι σκότωνε το θήραμά του κρατώντας το ακίνητο με τα μπροστινά του άκρα και δαγκώνοντάς το, αλλά δεν είναι σαφές με ποιον τρόπο επιτυγχανόταν το ίδιο το δάγκωμα. Οι επιστήμονες συζητούν αν ο Σμιλόδων είχε κοινωνικό ή μοναχικό τρόπο ζωής· η ανάλυση της συμπεριφοράς των σύγχρονων αρπακτικών καθώς και των απολιθωμάτων του Σμιλόδοντος θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως υποστήριξη κάθε άποψης. Ο Σμιλόδων πιθανότατα ζούσε σε κλειστούς οικοτόπους όπως δάση και θαμνότοπους, που παρείχαν κάλυψη για ενέδρες στο θήραμα. Ο Σμιλόδων πέθανε την ίδια στιγμή που εξαφανίστηκε η περισσότερη μεγαπανίδα της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, περίπου 10.000 χρόνια πριν. Η εξάρτησή του από μεγάλα ζώα έχει προταθεί ως αιτία της εξαφάνισής του, μαζί με την κλιματική αλλαγή και τον ανταγωνισμό με άλλα είδη, αλλά η ακριβής αιτία είναι άγνωστη.
Ταξινόμηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ανήκει στην οικογένεια των Μαχαιροδοντίδων (Machairodontidae), μια υποοικογένεια των αιλουροειδών.
Ταξινομική κατάταξη του Σμιλόδοντος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Βασίλειο: Animalia (Ζώα)
- Συνομοταξία: Chordata (Χορδωτά)
- Ομοταξία: Mammalia (Θηλαστικά)
- Τάξη: Carnivora (Σαρκοφάγα)
- Υποτάξη: Feliformia (Αιλουρόμορφα)
- Οικογένεια: Felidae (Αιλουρίδες)
- Υποοικογένεια: Machairodontinae (Μαχαιροδοντίδες)
- Γένος: Smilodon (Σμιλόδων)
Είδη του Σμιλόδοντος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπάρχουν τρία αναγνωρισμένα είδη του Σμιλόδοντος:
- Smilodon gracilis: Το πιο μικρόσωμο είδος, εμφανίστηκε περίπου πριν από 2,5 εκατομμύρια χρόνια.
- Smilodon fatalis: Το πιο διαδεδομένο είδος, ζούσε κυρίως στη Βόρεια και Νότια Αμερική πριν από 1,6 εκατομμύρια έως 10.000 χρόνια.
- Smilodon populator: Το μεγαλύτερο είδος, ζούσε κυρίως στη Νότια Αμερική, και ήταν το μεγαλύτερο σε μέγεθος από τα τρία είδη.
Χαρακτηριστικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Διαστάσεις: Τα είδη του Σμιλόδοντος ποικίλλουν σε μέγεθος, αλλά γενικά ήταν μεγάλοι αίλουροι με βάρος που κυμαινόταν από 55 έως 400 κιλά.
- Κυνόδοντες: Το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα του Σμιλόδοντος είναι οι μεγάλοι, αιχμηροί κυνόδοντες που έφταναν έως και 18-28 εκατοστά σε μήκος. Αυτοί οι κυνόδοντες τον βοηθούσαν να σκοτώνει τα θηράματά του με ταχεία, θανατηφόρα πλήγματα.
- Διατροφή: Ήταν σαρκοφάγο και κυνηγούσε μεγάλα φυτοφάγα θηλαστικά όπως μαμούθ και βίσονες.