Σαφί της Περσίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σαφί της Περσίας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1611[1]
Ισφαχάν
Θάνατος11  Μαΐου 1642
Κασάν
Αιτία θανάτουυπερβολική δόση ναρκωτικών
Τόπος ταφήςFatima Masumeh Shrine
Χώρα πολιτογράφησηςΑυτοκρατορία των Σαφαβιδών
ΘρησκείαΙσλάμ
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΣάχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςPrincess Tinatin of Kakheti (από 1634)
Άννα Χανούμ
ΤέκναΑμπάς Β΄ της Περσίας[2]
ΓονείςΜοχαμάντ Μπακέρ Μιρζά και Ντιλαράμ Χανούμ
ΟικογένειαΣαφαβίδες
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςOttoman–Safavid War
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΣάχης (1629–1642)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Σαμ Μιρζά (περσικά: سام میرزا‎‎) (1611 – 12 Μαΐου 1642), περισσότερο γνωστός με το δυναστικό του όνομα Σαχ Σαφί (περσικά: شاه صفی‎‎), ήταν ο 6ος Σαφαβίδης σάχης (βασιλιάς) του Ιράν, που κυβέρνησε από το 1629 έως το 1642.

Πρώιμη ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έλαβε το όνομα Σαμ Μιρζά όταν γεννήθηκε. Ήταν γιος του Μοχάμαντ Μπακέρ Μιρζά, τού μεγαλύτερου γιου τού σάχη Αμπάς Α΄, και της Ντιλαράμ Χανούμ, μίας Γεωργιανής συζύγου. [3] Το 1615 ο Αμπάς Α΄σκότωσε τον Μοχάμεντ Μπακέρ, φοβούμενος ότι συνωμοτούσε εναντίον της ζωής του. Τα επόμενα χρόνια, ο καχύποπτος Aμπάς Α΄ σκότωσε ή τύφλωσε τους άλλους γιους του, αφήνοντας τον εγγονό του Σαφί ως διάδοχο στον θρόνο.

Η βασιλεία του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ροστόμ (γνωστός και ως Ρουστάμ Χαν), αντιβασιλιάς τού Κάρτλι, στην ανατολική Γεωργία, από το 1633 έως το 1658.

Ο Σάφι στέφθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1629 σε ηλικία δεκαοκτώ ετών.  Εξάλειψε ανελέητα όποιον θεωρούσε απειλή για την εξουσία του, εκτελώντας σχεδόν όλους τους βασιλικούς πρίγκιπες των Σαφαβιδών, καθώς και κορυφαίους αυλικούς και στρατηγούς. Έδινε ελάχιστη προσοχή στις δουλειές της κυβέρνησης και δεν είχε πολιτιστικά ή πνευματικά ενδιαφέροντα (δεν είχε μάθει ποτέ να διαβάζει ή να γράφει σωστά), προτιμώντας να περνάει τον χρόνο του πίνοντας κρασί ή επιδιδόμενος στον εθισμό του στο όπιο. Υποτίθεται, ωστόσο, ότι αποστρεφόταν τον καπνό τού τσιγάρου όσο και ο παππούς του, φτάνοντας στο σημείο να σκοτώνονται όσοι συλλαμβάνονταν να καπνίζουν δημόσια, ρίχνοντας λιωμένο μόλυβδο στο στόμα τους. 

Η κυρίαρχη πολιτική μορφή της βασιλείας τού Σάφι ήταν ο Σαρού Τακί, που διορίστηκε μεγάλος βεζίρης το 1634. Ο Σαρού Τακί ήταν αδιάφθορος και εξαιρετικά αποτελεσματικός στην αύξηση των εσόδων για το κράτος, αλλά μπορούσε επίσης να είναι αυταρχικός και αλαζονικός.

Οι ξένοι εχθροί του Ιράν βρήκαν την ευκαιρία για να εκμεταλλευτούν την αντιληπτή αδυναμία τού Σαφί. Παρά τις σταθερές αρχικές επιτυχίες των Σαφαβιδών και τις ταπεινωτικές ήττες στον Οθωμανο-Σαφαβιδικό Πόλεμο (1623–1639) από τον παππού τού Σαφί και τον προκάτοχό του σάχη Αμπάς Α΄ τον Μέγα, οι Οθωμανοί, αφού είχαν σταθεροποιήσει και αναδιοργανώσει την οικονομία και τον στρατό τους υπό τον σουλτάνο Μουράτ Δ΄, πραγματοποίησαν επιδρομές στη Δύση, σε ένα χρόνο μετά την άνοδο τού Σαφί στο θρόνο. Το 1634 κατέλαβαν για λίγο το Ερεβάν και την Ταμπρίζ και το 1638 κατάφεραν τελικά να ανακαταλάβουν τη Βαγδάτη (Ανακατάκτηση της Βαγδάτης του 1638) και άλλα μέρη της Μεσοποταμίας (Ιράκ), τα οποία, παρόλο που καταλήφθηκαν ξανά αρκετές φορές αργότερα στην ιστορία από τους Πέρσες και κυρίως από τον Nαντέρ σαχ, τελικα θα παρέμεναν στα χέρια τους μέχρι τον απόηχο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο η συνθήκη τού Ζουχάμπ που ακολούθησε το 1639, έβαλε τέλος σε όλους τους περαιτέρω πολέμους μεταξύ των Σαφαβιδών και των Οθωμανών. Εκτός από τους Οθωμανικούς πολέμους, το Ιράν ταλαιπωρήθηκε από τους Ουζμπέκους και τους Τουρκμένους στα ανατολικά και έχασε για λίγο την Κανταχάρ στα ανατολικότερα εδάφη του από τους Μογγάλους το 1638. Για το τελευταίο αιτία ήταν κάτι, που φαίνεται ως πράξη εκδίκησης από τον δικό τους κυβερνήτη της περιοχής, Αλί Μαρντάν Χαν, όταν απολύθηκε από το αξίωμά του. [4]

Το 1636 δέχθηκε μία εμπορική αντιπροσωπεία από τον Φρειδερίκο Γ΄ δούκα του Χόλσταϊν-Γκότορπ, στην οποία περιλαμβανόταν ο Αδάμ Ολεάριος. Ο Oλεάριος έγραψε ένα βιβλίο γι' αυτήν την επίσκεψη το 1647, το οποίο δημοσιεύτηκε ευρέως στην Ευρώπη. Το 1639, ο Σαφί έστειλε μία αντιπροσωπεία επιστροφής στο Χόλσταϊν-Γκόττορπ, χαρίζοντας δώρα στον δούκα. [5] Ωστόσο, ο δούκας δεν επέτυχε τον τελικό του στόχο: να ξεκινήσει μία τακτική εμπορική σχέση με το Ιράν (και τη Ρωσία) και να κάνει τη νεοϊδρυθείσα πόλη του δούκα Φρήντριχστατ ευρωπαϊκό εμπορικό κέντρο.

Ο Σαφί απεβίωσε στις 12 Μαΐου 1642 και θάφτηκε στο Κομ. Τον διαδέχθηκε ο γιος του Αμπάς Β΄ . Ο τέλος του σχετιζόταν με βαριά μέθη. Σύμφωνα με μία αναφορά, που βρίσκεται στο βιβλίο Η σχέση της Κολχίδας ή Μενγκρελίας (1654) τού Αρκάντζελο Λαμπέρτι, ο Σαφί απεβίωσε σε έναν διαγωνισμό αλκοόλ με κάποιον Σεντάν Κιλάζντε (ή Τσιλάντζε), έναν διάσημο Γεωργιανό πρωταθλητή στο ποτό, καλεσμένο στο Ισφαχάν από τη Mινγκρελία. [6]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύζυγοι

Ο Σαφί είχε τρεις συζύγους:

Γιοί

Ο Σαφί είχε πέντε γιους:[11]

  • Μοχάμεντ Μιρζά, τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς Αμπάς Β΄.
  • Tαχμάσπ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
  • Μπαχράμ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642).
  • Σουλτάν Χαϊντάρ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
  • Iσμαήλ Χαϊντάρ Μιρζά (τυφλώθηκε το 1642)·
Κόρες

Η Σαφί είχε δύο κόρες:

  • Μαρυάμ Μπεγκούμ, [12] παντρεύτηκε τον Σαντρ, εγγονό της Kαλιφέ Σολτάν. [13]
  • Παρί Ρουχσάρ Χανούμ, παντρεύτηκε τον αδελφό τού συζύγου της αδελφής της, τού Σαντρ. [11]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 (Πολωνικά) MAK. 9810649701605606.
  2. «Аббасъ I» (Ρωσικά)
  3. Sussan Babaie and others: Slaves of the Shah (I.B. Tauris, 2003) p.104
  4. Kohn 2007, p. 338
  5. Granlund 2004, σελ. 58.
  6. Matthee 2005, σελ. 43.
  7. Babayan, K. (1993). The Waning of the Qizilbash: The Spiritual and the Temporal in Seventeenth Century Iran. Princeton University. σελίδες 119, 123. 
  8. Melville, C. (2021). Safavid Persia in the Age of Empires: The Idea of Iran Vol. 10. The Idea of Iran. Bloomsbury Publishing. σελ. 361. ISBN 978-0-7556-3380-7. 
  9. Anchabadze, Z. (2014). European Georgia: (ethnogeopolitics in Caucasus and Ethnogenetical History of Europe). publisher not indicated. σελ. 63. ISBN 978-9941-0-6322-0. 
  10. Sale (1759). An Universal history, from the earliest account of time. 26. Printed for T. Osborne, σελ. 475. https://books.google.com/books?id=JMJixNfuhXsC&pg=PA475. 
  11. 11,0 11,1 Foundation, Encyclopaedia Iranica (17 Μαΐου 2021). «ʿABBĀS II». Encyclopædia Iranica. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2021. 
  12. Nashat, G.· Beck, L. (2003). Women in Iran from the Rise of Islam to 1800. University of Illinois Press. σελ. 169. ISBN 978-0-252-07121-8. 
  13. Newman, A.J. (2012). Safavid Iran: Rebirth of a Persian Empire. Bloomsbury Publishing. σελ. 105, 108. ISBN 978-0-85773-366-5. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Quinn, Sholeh A. (2019). «In the Shadow of Shah ʿAbbas: The Succession of Shah Safi (r. 1629–1642)». Στο: Khafipour, Hani. The Empires of the Near East and India: Source Studies of the Safavid, Ottoman, and Mughal Literate Communities. Columbia University Press. σελίδες 221–227.