Σίλλυον

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 36°59′33″N 30°59′23″E / 36.99250°N 30.98972°E / 36.99250; 30.98972

Σίλλυον
Χάρτης
Είδοςοικισμός και αρχαιολογική θέση
Γεωγραφικές συντεταγμένες36°59′33″N 30°59′23″E
Διοικητική υπαγωγήΑττάλεια
ΧώραΤουρκία
Commons page Πολυμέσα

Το Σίλλυον ή Σύλλειον ή κατά τους Βυζαντινούς χρόνους Συλλαίον ή Σύλλαιον ήταν σημαντικό φρούριο και πόλη κοντά στην Αττάλεια στην Παμφυλία, στη νότια ακτή της σύγχρονης Τουρκίας. Η εγγενής ελληνοπαμφυλιακή μορφή ήταν Selywiys , πιθανώς προερχόμενη από το αρχικό Χεττιτικό Sallawassi. Οι σύγχρονες τουρκικές ονομασίες του είναι Γιανκιόι Χασάρι (Yanköy Hisarı) ή Ασάρ Κιόι (Asar Köy). [1][2]

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε όλη την αρχαιότητα, η πόλη ήταν σχετικά ασήμαντη. Σύμφωνα με έναν μύθο, η πόλη ιδρύθηκε ως αποικία από το Άργος, ενώ σύμφωνα με άλλη θεωρία υποστηρίζεται ότι ιδρύθηκε, μαζί με τη Σίδη και την Άσπενδο, από τους μάντες Μόψο, Κάλχα και Αμφίλοχο μετά τον Τρωικό πόλεμο. [3] Η πόλη αναφέρεται για πρώτη φορά περίπου το 500 π.Χ. από τον Ψευδο-Σκύλακα (polis Sylleion). Από το 469 π.Χ., η πόλη (ως Σίλλυον) έγινε μέρος της Δηλιακής Συμμαχίας υπό την ηγεσία των Αθηναίων. Αναφέρεται στους αθηναϊκούς καταλόγους αφιερωμάτων περ. το 450 π.Χ. και ξανά το 425 π.Χ., και στη συνέχεια εξαφανίζεται ξανά από τα ιστορικά αρχεία μέχρι το 333 π.Χ., όταν ο Μέγας Αλέξανδρος λέγεται ότι την πολιόρκησε ανεπιτυχώς. Σύμφωνα με τον Αρριανό (Ανάβασις Αλεξανδρή Ι. 26), η τοποθεσία (που καταγράφεται ως Σύλλυον) ήταν καλά οχυρωμένη και διέθετε ισχυρή φρουρά μισθοφόρων και «γηγενών βαρβάρων», έτσι ώστε ο Αλέξανδρος, πιεσμένος για το χρόνο, έπρεπε να εγκαταλείψει την πολιορκία μετά την ανεπιτυχή πρώτη απόπειρα κατάληψης της πόλης. [3]

Η πόλη ανοικοδομήθηκε εκτενώς επί Σελευκιδών, ιδιαίτερα το θέατρό της. Σε μεταγενέστερους χρόνους, όταν το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής Μικράς Ασίας περιήλθε στο Βασίλειο της Περγάμου, το Σίλλυον παρέμεινε ελεύθερη πόλη με απόφαση της Ρωμαϊκής Γερουσίας. [3]

Νομίσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πόλη έχει μια καταγεγραμμένη συνεχή παράδοση κοπής των δικών της νομισμάτων από τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. έως τη βασιλεία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αυρηλιανού τη δεκαετία του 270. [1] Ασημένια τετράδραχμα αλεξανδρινού και Λυσιμαχικού τύπου κόπηκαν μεταξύ 281 και 190 π.Χ., αλλά εκτός από αυτά, τα νομίσματα της πόλης είναι χάλκινα. Τα νομίσματα του 3ου αιώνα π.Χ. παρουσιάζουν ένα γενειοφόρο κεφάλι ή μια όρθια φιγούρα, πιθανώς αναγνωρίσιμη με τον Απόλλωνα, ή έναν κεραυνό και την επιγραφή ΣΕΛΥИΙΥΣ (το εγγενές όνομα της Παμφυλίας, όπου И=/w/ ). Τα νομίσματα επί ρωμαϊκής επικυριαρχίας παρουσίαζαν τα ίδια μοτίβα, αλλά με την επιγραφή εξελληνισμένη σε ϹΙΛΛΥΕΩΝ («των Σιλλυαίων»). [1]

Βυζαντινή περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λείψανα οικοδομήματος βυζαντινής εποχής στην ακρόπολη του Συλλαίου

Κάτω από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η πόλη αναδείχθηκε σχετικά. Αναφέρεται ως τόπος καταστροφής του αραβικού στόλου από καταιγίδα στα τέλη του 677 ή 678, μετά την αποτυχημένη αραβική πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. [4] Ως μια από τις σημαντικότερες οχυρωμένες τοποθεσίες της περιοχής, έγινε έδρα αυτοκρατορικού εκπροσώπου (εκ προσώπου), συμπληρώνοντας τον στρατηγό του ναυτικού θέματος των Κιβυρραιωτών. [4] Το Σύλλαιον βρισκόταν επίσης στην αρχή του μεγάλου δημόσιου δρόμου, που ένωνε τη νότια ακτή, μέσω του Αμορίου και της Νίκαιας, με τη Βιθυνία και την πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Σε αυτή τη θέση, άρχισε να επισκιάζει την παραδοσιακή τοπική μητρόπολη της Πέργης, και κάπου μεταξύ 787 και 815, η έδρα του τοπικού επισκόπου μεταφέρθηκε στο Σύλλαιο. [4] Μαζί με την ευρύτερη περιοχή της Παμφυλίας, η πόλη περιήλθε στα χέρια των Σελτζούκων το 1207.

Αξιόλογοι άνθρωποι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαιολογικά κατάλοιπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ερείπια του Σύλλαιου χρονολογούνται από την ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή και εν μέρει Σελτζουκική εποχή. Ανάμεσά τους είναι τα υπολείμματα πυλών της πόλης, ένα στάδιο, ένα αμφιθέατρο και ένα ωδείο (μερικά από τα οποία έχουν καταρρεύσει λόγω κατολίσθησης), ένας ναός, μια στέρνα και ένα γυμναστήριο. Μεγάλο μέρος των κτισμάτων απειλούνται από κατολίσθηση, καθώς η πόλη βρίσκεται στην κορυφή ενός βραχώδους οροπεδίου. [3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Gernot (2003), p. 439
  2. Παπαθανασίου, Μανώλης. «Βυζαντινές μάχες: Ναυμαχία στο Σύλλαιον». ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΝ ΧΡΟΝΙΚΟΝ. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2022. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Gernot (2003), p. 442
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Kazhdan (1991), p. 1980

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Kazhdan, Alexander, επιμ. (1991). Oxford Dictionary of Byzantium. Oxford University Press. σελ. 1980. ISBN 978-0-19-504652-6. 
  • Lang, Gernot (2003). Klassische antike Stätten Anatoliens, Band II: Larissa-Zeleia. Books on Demand GmbH. σελίδες 439–443. ISBN 978-3-8330-0068-3. 
  • Niewöhner, Philipp (2007). «Archäologie und die "Dunklen Jahrhunderte" im byzantinischen Anatolien». Στο: Henning, Joachim. Post-Roman Towns, Trade and Settlement in Europe and Byzantium, Vol. 2: Byzantium, Pliska, and the Balkans. Walter de Gruyter. σελίδες 130–131. ISBN 978-3-11-018358-0.