Σάμο
Σάμο | |
---|---|
![]() Φερόμενη τοιχογραφία του Σάμο σε μοραβιανή ροτόντα | |
![]() | |
δεδομένα ( ) |
Ο Σάμο (~600 – ~658 ) ίδρυσε την πρώτη καταγεγραμμένη πολιτική ένωση σλαβικών φυλών, γνωστή ως Αυτοκρατορία του Σάμο («βασίλειο» ή «φυλετική ένωση»), στην οποία διακυβέρνησε από το 623 μέχρι το θάνατό του το 658.
Σύμφωνα με το Χρονικό του Φρέντεγκαρ, τη μόνη σύγχρονη πηγή του, ο Σάμο ήταν ένας Φράγκος έμπορος, ο οποίος ένωσε αρκετές σλαβικές φυλές ενάντια στις επιδρομές ληστών και τη βία Αβάρων, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί σε γειτονικούς οικισμούς, δείχνοντας τόση γενναιότητα και ικανότητες διοίκησης στη μάχη που εκλέχτηκε «Βασιλιάς των Σλάβων» ( λατινικά: Rex Sclavorum). Το 631, ο Σάμο υπερασπίστηκε με επιτυχία το βασίλειό του ενάντια στο Φραγκικό Βασίλειο στην τριήμερη Μάχη του Βογκάστισμπουργκ.
Βασίλειο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι ημερομηνίες για την κυριαρχία του Σάμο βασίζονται στο Χρονικό του Φρέντεγκαρ, ο οποίος αναφέρει ότι πήγε στους Σλάβους το τεσσαρακοστό έτος του Χλωτάριου Β' (δηλαδή 623 – 24) και βασίλεψε για τριάντα πέντε χρόνια[1]. Η ερμηνεία, η οποία τοποθετεί την αρχή της βασιλείας της Σάμο στο έτος άφιξης του Φρέντεγκαρ, έχει αμφισβητηθεί, με βάση το γεγονός ότι οι Ουένδοι πιθανότατα θα είχαν επαναστατήσει μετά την ήττα του Άβαρου χαγάνου κατά την Πρώτη Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 626[1].
Οι Άβαροι έφτασαν για πρώτη φορά στη λεκάνη της Παννονίας και υπέταξαν τους ντόπιους Σλάβους τη δεκαετία του 560. Ο Σάμο μπορεί να ήταν ένας από τους εμπόρους, οι οποίοι προμήθευαν όπλα τους Σλάβους για τις συχνές εξεγέρσεις τους. Είτε έγινε βασιλιάς κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης του 623 – 24 είτε κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης, η οποία αναπόφευκτα ακολούθησε την ήττα των Αβάρων το 626. Σίγουρα πάντως εκμεταλλεύτηκε την δεύτερη αναφερόμενη εξέγερση για να εδραιώσει τη θέση του[1]. Μια σειρά από νίκες επί των Αβάρων απέδειξε την utilitas (χρησιμότητά) του στους υπηκόους του και εξασφάλισε την εκλογή του ως ρεξ (βασιλιάς).
Ο Σάμο εξασφάλισε τον θρόνο του με γάμο με τις μεγάλες οικογένειες των Ουένδων: παντρεύτηκε τουλάχιστον δώδεκα γυναίκες και απέκτησε είκοσι δύο γιους και δεκαπέντε κόρες.
Κάθε χρόνο, οι [Ούνοι] Άβαροι έρχονταν στους Σλάβους για να περάσουν τον χειμώνα μαζί τους. Τότε έπαιρναν τις γυναίκες και τις κόρες των Σλάβων και κοιμόνταν μαζί τους. Και μεταξύ των άλλων κακομεταχειρίσεων [που ήδη αναφέρθηκαν] οι Σλάβοι αναγκάζονταν επίσης να πληρώνουν εισφορές στους Ούνους. Αλλά οι γιοι των Ούνων, οι οποίοι [τότε] ανατράφηκαν με τις γυναίκες και τις κόρες αυτών των Βένεδων [Σλάβων] δεν μπορούσαν τελικά να υπομείνουν άλλο αυτή την καταπίεση και αρνήθηκαν την υπακοή στους Ούνους και άρχισαν, όπως ήδη αναφέρθηκε, μια εξέγερση. Όταν τώρα ο στρατός των Βένεδων βάδισε εναντίον των Ούνων, ο [προαναφερθείς] έμπορος Σάμο τον συνόδευσε. Και έτσι η γενναιότητα του Σάμο αποδείχθηκε με θαυμαστό τρόπο και μια τεράστια μάζα Ούνων συνάντησαν τα σπαθί των Βένεδων.
— Χρονικό του Φρέντεγκαρ, Βιβλίο Δ', κεφ. 48, ημερομηνία συγγραφής ~642
Το πιο καλά τεκμηριωμένο γεγονός της σταδιοδρομίας του Σάμο ήταν η νίκη του επί του φράγκικου βασιλικού στρατού υπό τον Δαγοβέρτο Α' το 631 ή το 632. Προκαλούμενος σε δράση από μια «βίαιη διαμάχη στο παννονικό βασίλειο των Αβάρων ή Ούννων» κατά τη διάρκεια του ένατου έτους του (631 – 32), ο Δαγοβέρτος οδήγησε τρεις στρατούς εναντίον των Ουένδων, με τον μεγαλύτερο να είναι ο δικός του αυστριακός στρατός. Οι Φράγκοι καταστράφηκαν κοντά στο Βογκάστισμπουργκ (λατινικά: castrum Vogastisburg), μια άγνωστη τοποθεσία, η οποία σημαίνει «φρούριο/κάστρο του Βόγκαστ». Η πλειονότητα των πολιορκητών σφαγιάστηκε, ενώ τα υπόλοιπα στρατεύματα τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας όπλα και άλλο εξοπλισμό καταγής. Στον απόηχο της νίκης των Ουένδων, ο Σάμο εισέβαλε αρκετές φορές στη Φραγκική Θουριγγία και ανέλαβε εκεί λεηλαστικές επιδρομές. Ο Σορβιανός πρίγκιπας Δερβανός εγκατέλειψε τους Φράγκους και «έθεσε τον εαυτό του και τον λαό του υπό το βασίλειο του Σάμο».
Το 641, ο επαναστάτης δούκας της Θουριγγίας Ραδούλφος επιδίωξε μια συμμαχία με τον Σάμο ενάντια στον κυρίαρχό του, Σιγιβέρτο Γ'. Ο Σάμο διατήρησε επίσης εξ αποστάσεως εμπορικές σχέσεις. Με τον θάνατό του, ωστόσο, ο τίτλος του δεν κληρονομήθηκε από τους γιους του. Τελικά, στον Σάμο μπορεί να αναγνωριστεί ότι δημιούργησε μια ουενδική ταυτότητα μιλώντας εκ μέρους της κοινότητας, που αναγνώρισε την εξουσία του.
Κύριες πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η κύρια πηγή γραπτών πληροφοριών για τον Σάμο και την αυτοκρατορία του είναι το Χρονικό του Φρέντεγκαρ, ένα φράγκικο χρονικό που γράφτηκε στα μέσα του 7ου αιώνα (~660). Αν και κάποτε αφθονούσαν οι θεωρίες της πολλαπλής συγγραφής, η ιδέα ενός μόνο Φρέντεγκαρ είναι πλέον η κοινή επιστημονική αφήγηση. Ο τελευταίος ή ο μοναδικός Φρέντεγκαρ ήταν ο συγγραφέας μιας σύντομης αναφοράς για τους Βένεδους, που περιελάμβανε τις καλύτερες και μοναδικές σύγχρονες πληροφορίες για τον Σάμο. Σύμφωνα με τον Φρέντεγκαρ, «ο Σάμο [ήταν] ένας Φράγκος εκ γενετής [ή εθνότητας] από το Πάγκο Σενονάγκο», που θα μπορούσε να είναι το σημερινό Σουανί στο Βέλγιο ή το σημερινό Σανς στη Γαλλία. Αν και ήταν φράγκικης καταγωγής, ο Σάμο απαίτησε από έναν πρεσβευτή (Σιχάριο) του Δαγοβέρτου Α', Βασιλιά των Φράγκων, να φορέσει σλαβικά ρούχα, πριν μπει στο κάστρο του.

Όλες οι άλλες πηγές για τον Σάμο προέρχονται από τον Φρέντεγκαρ και είναι πολύ πιο πρόσφατες. Η Gesta Dagoberti I regis Francorum («Πράξεις του βασιλιά Δαγοβέρτου Α' των Φράγκων») γράφτηκε το πρώτο τρίτο του 9ου αιώνα. Το Conversio Bagoariorum et Carantanorum («Μεταστροφή των Βαυαρών και των Καραντανίων») από το Σάλτσμπουργκ (το βαυαρικό εκκλησιαστικό κέντρο), που γράφτηκε το 871 – 72, είναι μια πολύ μεροληπτική πηγή, όπως υποδηλώνει το όνομά της. Σύμφωνα κυρίως με το Conversio, ο Σάμο ήταν Καραντανός έμπορος.
Οι πηγές που χρησιμοποίησε ο Φρέντεγκαρ για να συντάξει την αφήγησή του περί Ουένδων είναι άγνωστες. Μερικοί μελετητές έχουν κατηγορήσει ολόκληρη την αφήγηση ότι είναι πλασματική, αλλά ο Φρέντεγκαρ επιδεικνύει κριτική στάση και γνώση λεπτομέρειας, που υποδηλώνουν το αντίθετο. Είναι πιθανό να είχε αυτόπτη μάρτυρα στο πρόσωπο του Σιχάριου, του πρεσβευτή του Δαγοβέρτου Α' στους Σλάβους. Σύμφωνα με τον Φρέντεγκαρ, οι «Ουένδοι» ήταν για πολύ καιρό υποκείμενα και befulci των Αβάρων. Το Befulci είναι ένας όρος, συγγενής με τη λέξη φέουδο, που βρίσκεται στο Διάταγμα του Ροθάριου, που σημαίνει «ανατέθηκε [να φρουρεί]» (από την παλαιο-γερμανική ρίζα felhan, falh, fulgum και το μεσογερμανικό bevelhen)[2]. Ο Φρέντεγκαρ φαίνεται να είχε οραματιστεί τους Ουένδους ως στρατιωτική μονάδα του στρατού των Αβάρων. Πιθανότατα στήριξε την αφήγησή του σε «εγγενείς» αφηγήσεις των Ουένδων[2]. Ο Φρέντεγκαρ καταγράφει την ιστορία του origo gentis (προέλευση του λαού) των Ουένδων. Οι Ουένδοι ήταν Σλάβοι, αλλά ο Σάμο ήταν ο μόνος βασιλιάς των Ουένδων, τουλάχιστον σύμφωνα με τον Φρέντεγκαρ[2].
Έχει επίσης προταθεί ότι οι πηγές του Φρέντεγκαρ μπορεί να ήταν οι αναφορές χριστιανών ιεραπόστολων, ιδιαίτερα μαθητών του Κολουμβάνου και του Αββαείου του Λουξέιγ. Αν αυτό είναι σωστό, μπορεί να εξηγήσει γιατί είναι αξιοσημείωτα απαλλαγμένος από τυπικά στερεότυπα περί ειδωλολατρών Σλάβων και γιατί ήταν εξοικειωμένος με τους Ουένδους ως ένα ειδικά παγανιστικό έθνος[2].
Δημοφιλή έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγα γραπτά έργα έχουν την υπόθεσή τους να λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας του Σάμο. Ένα από αυτά είναι το βιβλίο του 2018 Fire Worshipers, του Βλαντιμίρ Ολέι[3]. Είναι ένας σημαντικός χαρακτήρας (στα πρώτα επεισόδια ως ξένος με αμνησία που χρησιμοποιεί το όνομα "Βλαντ") σε μια σειρά με τίτλο Οι Σλάβοι, που χρηματοδοτείται από την Ουκρανία, η οποία ήταν διαθέσιμη από τον Σεπτέμβριο του 2024 στο Amazon Video.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πρωτοσλάβοι
- Ιστορία των Σορβών
- Ιστορία της Σλοβενίας
- Ιστορία των τσεχικών εδαφών
- Ιστορία της Σλοβακίας
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Curta, 109.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Curta, Florin (12 Ιουλίου 2001). The Making of the Slavs: History and Archaeology of the Lower Danube Region, c.500–700. Cambridge University Press. σελ. 60. ISBN 978-1-139-42888-0.
- ↑ Olej, Vladimír: Fire Worshipers, 2018, (ISBN 9788097235512)
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Curta, Florin (2001). The Making of the Slavs: History and Archaeology of the Lower Danube Region, c. 500–700. Cambridge: Cambridge University Press. ISBN 9781139428880.
- Marsina, Richard (1997). Ethnogenesis of Slovaks, Human Affairs, 7, 1997, 1. Trnava, Slovakia: Faculty of Humanities, University of Trnava.