Ριπ βαν Ουίνκλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ριπ βαν Ουίνκλ
Η επιστροφή του Ριπ βαν Ουίνκλ, John Quidor (1829)
ΣυγγραφέαςΟυάσινγκτον Ίρβινγκ
ΤίτλοςRip Van Winkle
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1818
Μορφήδιήγημα
Εμπνευσμένο απόPeter Klaus
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ριπ βαν Ουίνκλ (πρωτότυπος τίτλος: Rip Van Winkle) είναι διήγημα του Αμερικανού συγγραφέα Ουάσινγκτον Ίρβινγκ που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1819 και περιλαμβάνεται στη συλλογή Το βιβλίο με τα σκιαγραφήματα. Παράλληλα με τον Μύθο της κοιμισμένης κοιλάδας της ίδιας συλλογής, θεωρείται από τα πρώτα διηγήματα στην αμερικανική λογοτεχνία και παραμένει ένα από τα πιο γνωστά μέχρι σήμερα.[1]

Βασισμένο σε γερμανικό θρύλο, αφηγείται την ευτράπελη ιστορία του Ολλανδο-Αμερικανού αγρότη Ριπ βαν Ουίνκλ, ο οποίος πέφτει σε έναν μαγεμένο ύπνο στα βουνά της Νέας Υόρκης κατά τη διάρκεια της αγγλικής αποικιοκρατίας και ξυπνάει είκοσι χρόνια αργότερα, σε έναν πολύ αλλαγμένο κόσμο, έχοντας χάσει την Αμερικανική Επανάσταση. [2]

Η ιδέα του μακροχρόνιου ύπνου είναι παλιά και απαντάται σε θρύλους, όπως του Χόνι Χαμάγκελ ή του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Βαρβαρόσσα.

Ο Ίρβινγκ έγραψε την ιστορία την εποχή που ζούσε προσωρινά στο Μπέρμιγχαμ. Η ιστορία διαδραματίζεται στα βουνά Κάτσκιλ της Νέας Υόρκης, κοντά στην περιοχή όπου κατοικούσε αργότερα ο συγγραφέας, ωστόσο παραδέχτηκε ότι: «Όταν έγραψα την ιστορία, δεν είχα πάει ποτέ στα Κάτσκιλς.»

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά από ένα αποτυχημένο επιχειρηματικό εγχείρημα με τα αδέρφια του, η εταιρεία πτώχευσε το 1818, ο Ίρβινγκ απογοητευμένος, στράφηκε στο γράψιμο για πιθανή ανόρθωση των οικονομικών του, αν και δυσκολευόταν να σκεφτεί ιστορίες. Στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας, όπου ο Αμερικανός κουνιάδος του είχε ανοίξει μια εμπορική εταιρεία, μετά από μια νοσταλγική συζήτηση μαζί του, ο Ίρβινγκ εμπνεύστηκε την ιστορία, κλείσθηκε στο δωμάτιό του και έγραφε ασταμάτητα όλη τη νύχτα τον Ριπ βαν Ουίλπ, μια από τις πρώτες ιστορίες της συλλογής Το βιβλίο με τα σκιαγραφήματα. Η συλλογή εκδόθηκε σε συνέχειες το 1819 - 1820 με το ψευδώνυμο Τζέφρι Κράιον, ένας Αμερικανός Τζέντλεμαν, το οποίο είχε χρησιμοποιήσει και στο προηγούμενο βιβλίο του, το χιουμοριστικό Ιστορία της Νέας Υόρκης που παρουσιάστηκε ως έργο του φανταστικού ιστορικού Ντίτριχ Νίκερμποκερ. [3]

Ο Ντίτριχ Νίκερμποκερ, του οποίου επίσης έργα υποτίθεται ότι είναι και ο Ριπ βαν Ουίνκλ αλλά και άλλα διηγήματα του Ίρβινγκ όπως Ο μύθος της κοιμισμένης κοιλάδας, ήταν μια δημοσιογραφική φάρσα του Ουάσινγκτον Ίρβινγκ: ο ιστορικός εξαφανίστηκε μια μέρα μυστηριωδώς από το πανδοχείο του και παρά τις αγγελίες στις εφημερίδες δεν εμφανίστηκε ποτέ. Έτσι, ο ιδιοκτήτης του πανδοχείου πούλησε τα κείμενα που βρέθηκαν στο δωμάτιό του για τη διευθέτηση των οφειλών του .[4]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ριπ βαν Ουίνκλ στο καπηλειό, John Quidor (1839)
Ο Ριπ βαν Ουίνκλ μεταφέρει το βαρελάκι

Μια εισαγωγή εξηγεί ότι αυτή η ιστορία βρέθηκε ανάμεσα στα χαρτιά ενός άνδρα ονόματι Ντίτριχ Νίκερμποκερ, ενός ιστορικού των Ολλανδών εποίκων της πολιτείας της Νέας Υόρκης.

Η ιστορία αρχίζει κατά την αγγλική αποικιακή εποχή στη σημερινή πολιτεία της Νέας Υόρκης. Σε ένα ειδυλλιακό χωριό Ολλανδών αποίκων ανάμεσα στον ποταμό Χάντσον και τα βουνά Κάτσκιλ, ο αγρότης Ριπ βαν Ουίνκλ ζει μια ήσυχη ζωή, είναι ένας απλός και καλόβολος άνθρωπος, με κάποια ελαττώματα. Έχοντας μια «ανυπέρβλητη απέχθεια για κάθε είδους δουλειά» συχνάζει στο καπηλειό με φίλους του και συχνά, για να ξεφύγει από την οργή και τη γκρίνια της γυναίκας του, τριγυρίζει στο δάσος με τον σκύλο του ή πάει για ψάρεμα και κυνήγι. Σε μια από αυτές τις αποδράσεις του στο βουνό, στη μέση του δάσους, ξαφνικά ακούει το όνομά του και βλέπει κάποιον ντυμένο με παλιομοδίτικα ολλανδικά ρούχα να κρατά ένα βαρελάκι με ποτό στον ώμο του. Ο Ριπ βοηθά τον άντρα να μεταφέρει το βαρελάκι και φθάνουν σε μια σπηλιά από όπου ακούγονται δυνατός θόρυβος. Προς μεγάλη του έκπληξη, βλέπει μια ομάδα εξίσου παράξενα ντυμένων ανδρών που παίζουν μπόουλινγκ. Χωρίς να ρωτήσει ποιοι είναι ή πώς ξέρουν το όνομά του, ο Ριπ πίνει μαζί τους και σύντομα μεθάει τόσο πολύ που τον παίρνει ο ύπνος.[5]

Ο Ριπ ξυπνά ένα ηλιόλουστο πρωί και διαπιστώνει ότι έχουν συμβεί πολλές αλλαγές. Η γενειάδα του έχει μεγαλώσει υπερβολικά και έχει γίνει γκρίζα μέσα σε μια νύχτα, το μουσκέτο του έχει σαπίσει και ο σκύλος του έχει εξαφανιστεί. Επιστρέφοντας στο χωριό του, μετά βίας το αναγνωρίζει - παντού έχουν χτιστεί νέα σπίτια, και είναι γεμάτο ανθρώπους με άγνωστα ρούχα, κανένας από τους οποίους δεν τον αναγνωρίζει και τον αντιμετωπίζουν με καχυποψία. Κάποιος αγορεύει και βροντοφωνάζει λέξεις όπως εκλογές, πολίτες, συνέδριο, ήρωες του '76 και παρόμοια πράγματα που για τον Ριπ είναι εντελώς ακατανόητα. Όταν τον ρωτάνε τι ψήφισε στις εκλογές που μόλις έγιναν, δηλώνει ότι είναι ένας «φτωχός, ήσυχος άνθρωπος, κάτοικος του χωριού και πιστός υπήκοος του βασιλιά Γεωργίου Γ'», αγνοώντας ότι έγινε η Αμερικανική Επανάσταση, και τον κατηγορούν για προδότη και κατάσκοπο.[6]

Μαθαίνει ότι πολλοί από τους παλιούς του φίλους είτε σκοτώθηκαν στον πόλεμο είτε έχουν εγκαταλείψει το χωριό και αναστατώνεται όταν βλέπει έναν νεαρό που έχει το όνομά του, τους τρόπους και τη νεότερη εμφάνισή του. Μια νεαρή γυναίκα δηλώνει ότι ο πατέρας της είναι ο Ριπ βαν Ουίνκλ, ο οποίος αγνοείται εδώ και 20 χρόνια και μια ηλικιωμένη γυναίκα τον αναγνωρίζει ως Ριπ. Η νεαρή γυναίκα και ο νεαρός Ριπ είναι τα παιδιά του και ο πρώτος έχει δώσει το όνομά του στον γιο της.

Η επιστροφή του Ριπ βαν Ουίνκλ, Albertis del Orient Browere (1833)

Ο Ριπ μαθαίνει ότι η γυναίκα του έχει πεθάνει εδώ και αρκετό καιρό, αλλά δεν στεναχωριέται με τα νέα. Μαθαίνει επίσης, ότι οι άντρες που συνάντησε στα βουνά πρέπει να ήταν τα φαντάσματα του Άγγλου θαλασσοπόρου εξερευνητή Χένρυ Χάντσον και του πληρώματος του πλοίου του, γιατί κάθε είκοσι χρόνια ο Χάντσον εμφανίζεται στα βουνά για να δει την πρόοδο της κοιλάδας που φέρει το όνομά του και όποιος πίνει μαζί τους αποκοιμιέται μέχρι την ημέρα της νέας τους εμφάνισης.

Η κόρη του τον παίρνει στο σπίτι της, και απαλλαγμένος από τον «ζυγό του γάμου», περνά ευχάριστα γηρατειά. Αφηγείται την ιστορία του σε όλα τα παιδιά και τους ταξιδιώτες που επισκέπτονται το χωριό μέχρι που γίνεται γνωστή σε όλη τη χώρα και παρόλο που, σύμφωνα με τον αφηγητή κάποιες κακόβουλες φωνές ισχυρίζονται ότι δεν ήταν και πολύ στα λογικά του, ο φανταστικός ιστορικός Ντίτριχ Νίκερμποκερ βεβαιώνει ότι τουλάχιστον οι Ολλανδοί άποικοι δεν αμφέβαλαν ποτέ για την αλήθεια της ιστορίας του.

Η «αλήθεια» της ιστορίας υπογραμμίζεται ξανά στο υστερόγραφο, στο οποίο παρατίθεται συνοδευτική παρατήρηση του Νίκερμποκερ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι όχι μόνο είχε γνωρίσει προσωπικά τον Ριπ βαν Ουίνκλ, αλλά «είχε δει ακόμη και ένα έγγραφο για το περιστατικό υπογεγραμμένο με ένα σταυρό από το χέρι του ίδιου του δικαστή». Έτσι, καταλήγει, «η ιστορία είναι πέρα ​​από κάθε αμφιβολία αληθινή».[7]

Θέμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αναγνώριση του Ριπ βαν Ουίνκλ

Το θέμα δεν είναι καινούργιο: υπάρχουν πολλοί θρύλοι για ανθρώπους που κοιμήθηκαν για χρόνια, ακόμη και αιώνες, και αναφορές για άλλους που κοιμήθηκαν για να γλιτώσουν από διώξεις. Ο ιστοριογράφος Διογένης Λαέρτιος αφηγείται την ιστορία του σοφού Επιμενίδη, ο οποίος κοιμήθηκε για 57 χρόνια. Ο εβραϊκός θρύλος για τον Χόνι Χαμάγκελ αναφέρει ότι βλέποντας κάποιον να φυτεύει μια χαρουπιά, ένα δέντρο που υποτίθεται ότι χρειαζόταν 70 χρόνια για να δώσει καρπό, αποκοιμήθηκε και όταν ξύπνησε, το δέντρο ήταν γεμάτο καρπούς. Το ίδιο ισχύει και για τον ιαπωνικό θρύλο του Urashima Tarō, όπου ένας ψαράς που πιστεύει ότι έχει περάσει μόνο λίγες μέρες σε ένα υποθαλάσσιο παλάτι, στην πραγματικότητα, πίσω στο χωριό του, έχουν περάσει 300 χρόνια. Το γερμανικό παραμύθι Πέτερ Κλάους ο αιγοβοσκός, λέει σχεδόν την ίδια ιστορία με τον Ριπ βαν Ουίλνκλ, αλλά είναι μικρότερο και διαδραματίζεται σε ένα γερμανικό χωριό.[8]

Και ο ίδιος ο αφηγητής, στο τέλος της ιστορίας, υποδεικνύει ότι η ιστορία θα μπορούσε να είναι εμπνευσμένη από τον θρύλο του αυτοκράτορα Φρειδερίκου Βαρβαρόσσα που δεν πέθανε αλλά κοιμάται με τους ιππότες του στα βουνά της Θουρριγγίας, μια κατηγορία που ο υποτιθέμενος συγγραφές του διηγήματος φανταστικός ιστορικός Ντίτριχ Νίκερμποκερ, απέρριπτε.

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα του Ριπ βαν Ουίλπ στο Ίρβινγκτον της Νέας Υόρκης, πόλη που έλαβε το όνομά της προς τιμήν του Ουάσινγκτον Ίρβινγκ.

Το διήγημα έχει διασκευαστεί για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, θεατρικές παραστάσεις, όπερα, μιούζικαλ και άλλα μέσα. όπως έργα επιστημονικής φαντασίας, κινούμενα σχέδια, κόμικς, βιντεοπαιχνίδια, διάφορες παρωδίες και έχει εμπνεύσει πολλούς πίνακες ζωγραφικής.

Το θέμα, εκσυγχρονισμένο, συχνά αντιστοιχεί σε αυτό ενός «κρυογενοποιημένου» ατόμου που επιστρέφει στη ζωή μετά από χρόνια θανάτου ή ύπνωσης: Ο Υπναράς με τον Γούντι Άλλεν (1973) ή Hibernatus (1969) του Εντουάρ Μολιναρό με τον Λουί ντε Φυνές (1969).[9]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έργο έχει μεταφραστεί σε συλλογές διηγημάτων του Ουάσινγκτον Ίρβινγκ, μερικές μεταφράσεις:

  • Ριπ βαν Ουίλπ, μετάφραση: Θάνος Σακκέτας, εκδόσεις Στοχαστής, 1982[10]
  • Ριπ βαν Ουίλπ, μετάφραση: Μαίρη Κατωπόδη, εκδόσεις Παπαδόπουλος, 1998

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]