Ρεδόνοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάρτης των γαλατικών λαών της σημερινής Βρετάνης : Οσίσμιοι, Βενετοί, Κοριοσολίτες, Ρεδόνοι, Ναμνήτες

Οι Ρεδόνοι ή Ρεδόνες (λατινικά:Riedones, Redones, Rhedones) ήταν ένας κελτικός λαός της βορειοδυτικής Γαλατίας. Η επικράτειά τους βρίσκονταν στο σημερινό νομό Ιλ-ε-Βιλαίν, τον οποίο μοιράζονταν με τους Κοριοσολίτες, οι οποίοι κατείχαν το δυτικό τμήμα του νομού. Κατά τη διάρκεια της Γαλατο-Ρωμαϊκής εποχής, πρωτεύουσά τους ήταν η Condate Riedonum, η σημερινή πόλη Ρεν, στην οποία έδωσαν το όνομά τους.

Οι Ρεδόνοι ήταν μέλη της Αρμορικανής Συνομοσπονδίας.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα Ρεδόνοι προέρχεται από την κελτική ρίζα red- που σημαίνει «πάει με άλογο» και κατ 'επέκταση «πάει με άρμα»[1] . Οι Ρεδόνοι ήταν επομένως οι «ιππείς» ή οι «οδηγοί των αμαξών», ένας τίτλος που ανήκε στο λεξιλόγιο πολεμιστή, όπως συνέβαινε συχνά με τους λαούς της Γαλατίας.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης των γαλατικών λαών

Ο Ιούλιος Καίσαρας τους αναφέρει δύο φορές στα Απομνημονεύματα περί του γαλατικού πολέμου.

Πρώτη φορά το 57 π.Χ., το δεύτερο έτος των Γαλατικών πολέμων, όταν ο Καίσαρ έστειλε τον Πόπλιο Κράσο με μια λεγεώνα να υποτάξει τους λαούς στην Αρμορική, δηλαδή την περιοχή μεταξύ του Σηκουάνα και του Λίγηρα. Ο Καίσαρ εδώ απαριθμεί τους Ρεδόνες μεταξύ των παράκτιων λαών, των οποίων η επικράτεια εκτείνονταν στον Ατλαντικό Ωκεανό.

«Ταυτόχρονα, ο Καίσαρ πληροφορήθηκε από τον Π. Κράσσο, τον οποίο είχε στείλει με μία λεγεώνα για να επιτεθεί στους Βενετούς, στους Ουνέλες, στους Οσίσμιους, τους Κοριοσολίτες, στους Εσούβιους, στους Ωλέρκους, στους Ρεδόνες, ναυτικούς λαούς που κατοικούσαν στις ακτές του Ατλαντικού ωκεανού, ότι όλοι υποτάχθηκαν στη Ρωμαϊκή δύναμη.»

- Ιούλιος Καίσαρας, Απομνημονεύματα περί του γαλατικού πολέμου, Βιβλίο Β', 34.

Και δεύτερη φορά το 52 π.Χ. όταν οι Ρεδόνες και οι γείτονές τους έστειλαν ένα στρατιωτικό σώμα για να επιτεθούν στον Καίσαρα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αλεσίας. Σε αυτό το απόσπασμα επίσης οι Ρεδόνες απαριθμούνται μεταξύ των λαών που συνορεύουν με τον ωκεανό, οι οποίοι στην κελτική γλώσσα ονομάζονταν κάτοικοι της Αρμορικής.

«Ενώ αυτά τα πράγματα συνέβαιναν μπροστά στην Αλεσία, οι αρχηγοί της Γαλατίας συγκεντρώθηκαν σε συνέλευση και αποφάσισαν να μην καλέσουν σε βοήθεια όσους ήταν σε θέση να τους την προσφέρουν, όπως ήθελε ο Βερκιγγετόριξ, αλλά να ζητήσουν από κάθε λαό έναν αριθμό ανδρών [...] είκοσι χιλιάδες από το σύνολο των λαών που κατοικούν κατά μήκος του Ωκεανού και που οι Γαλάτες συνήθως αποκαλούν Αρμορικανούς, ανάμεσα στους οποίους είναι οι Κοριοσολίτες, οι Ρέδονες, οι Αμπιμπάριοι, οι Καλέτες, οι Οσίσμιοι, οι Λεμοβίκοι, οι Ουνέλες.»

- Ιούλιος Καίσαρας, Απομνημονεύματα περί του γαλατικού πολέμου, Βιβλίο Ζ', 75.

Επίσης αναφέρονται από τον Πτολεμαίο στο έργο του Celtogalatia Lugdunensis (ii. 8. § 12) και από τον Πλίνιο ο οποίος τους αναφέρει ανάμεσα στους λαούς της Λουγδουνικής Γαλατίας.

Νόμισμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στατήρας των Ρεδόνων 80-50 π.Χ.

Μέχρι το 121 π.Χ. και την ήττα τους από τους Ρωμαίους, οι Αρβέρνοι είχαν ηγεμονική θέση στη Γαλατία και σχεδόν το μονοπώλιο στην κοπή νομίσματος. Επομένως, τα νομίσματα των Ρεδόνων εμφανίστηκαν αργότερα. Πριν δημιουργήσουν δικά τους συνήθιζαν να βάζουν δική τους σφραγίδα[2] στους υπάρχοντες στατήρες. Ακριβώς όπως και αυτά των Βενετών, τα νομίσματα ήταν φτιαγμένα από χρυσό και στη συνέχεια από κράμα αργύρου με χαλκό (και σταδιακά όλο και λιγότερο άργυρο).[3]

Ένας χρυσός στατήρας Ρεδόνων βρέθηκε στην περιοχή του Κέιμπριτζ στο Ηνωμένο Βασίλειο.[4]

Παραπομπές-Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Xavier Delamarre, Dictionnaire de la Langue gauloise (approche linguistique du vieux celtique continental), page 254, éditions Errance, Paris, 2003,
  2. Σφραγίδα σε νόμισμα είτε για να τροποποιήσει την αξία του είτε για να του δώσει νόμισμα σε χώρα διαφορετική από εκείνη στην οποία εκδόθηκε.
  3. Louis Pape, Le monnayage des armoricains, in Giot, Briard et Pape 1995, p. 370 à 378.
  4. Pierre-Roland Giot, Le trafic armoricano-britannique, in Giot, Briard et Pape 1995, p. 355.