Πρώτη Τσεχοσλοβακική Δημοκρατία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πρώτη Τσεχοσλοβακική Δημοκρατία
19181938

Σημαία

Έμβλημα
ΠρωτεύουσαΠράγα
ΓλώσσεςΤσεχικά και Σλοβακικά
Πολίτευμακοινοβουλευτική δημοκρατία
Πληθυσμός14.800.000 (1938)
Γεωγραφικές συντεταγμένες50°5′0″N 14°28′0″E

Ως Πρώτη Τσεχοσλοβακική Δημοκρατία (τσεχικά: První československá republika‎‎, σλοβακικά: Prvá česko-slovenská republika‎‎, συχνά γνωστή ως "τσεχικά: První Republika‎‎ (Πρβνι ρεπούμπλικα, ελληνικά: πρώτη δημοκρατία) από τους Τσέχους-Σλοβάκους) είναι γνωστή η μεσοπολεμική Τσεχοσλοβακία (1918-1938). Στην καθομιλουμένη, η χώρα ήταν γνωστή ως Τσεχοσλοβακία (τσεχικά και σλοβακικά: Československo‎‎). Αποτελούνταν από τη Βοημία, τη Μοραβία, την Τσεχική Σιλεσία, τη Σλοβακία και την Υποκαρπάθια Ουκρανία.

Μετά το 1933, η Τσεχοσλοβακία ήταν η μόνη λειτουργική δημοκρατία στην Κεντρική Ευρώπη. Λόγω πίεσης από τη γερμανόφωνη μειονότητα των Σουδητών, οι οποίοι υποστηρίζονταν από τη Ναζιστική Γερμανία, η Τσεχοσλοβακία αναγκάστηκε να παραχωρήσει τη Σουδητία στη Γερμανία στις 1 Οκτωβρίου 1938 ως μέρος της Σμυφωνίας του Μονάχου. Επίσης αναγκάστηκε να παραχωρήσει μέρη της νότιας Σλοβακίας και τη Ρουθηνία των Καρπαθίων στην Ουγγαρία, ενώ η περιοχή του Ζαόλζιε παραχωρήθηκε στην Πολωνία. Αυτό το γεγονός ήταν το τέλος της πρώτης Δημοκρατίας. Αντικαταστάθηκε από τη Δεύτερη Τσεχοσλοβακική Δημοκρατία, η οποία διήρκεσε μέχρι τον Μάρτιο του 1939, όταν η Γερμανία κατέλαβε την υπόλοιπη Τσεχοσλοβακία, προσαρτώντας τη μισή Τσεχοσλοβακία στη Γερμανία ενώ το υπόλοιπο παραχωρήθηκε στην ανεξάρτητη Σλοβακία (δορυφόρο των Ναζί).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της μεσοπολεμικής Τσεχοσλοβακίας

Η ανεξαρτησία της Τσεχοσλοβακίας ανακηρύχθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1918 από το Τσεχοσλοβάκικο Εθνικό Συμβούλιο της Πράγας. Αρκετές εθνικές ομάδες και επικράτειες με διαφορετικές ιστορικές, πολιτικές και οικονομικές παραδόσεις πλέον ενσωματώθηκαν σε ένα νέο κράτος. Η προέλευση της Πρώτης Δημοκρατίας ανάγεται στο 10ο σημείο των δεκατεσσάρων σημείων του Γούντροου Γουίλσον: "Οι λαοί της Αυστροουγγαρίας, για τους οποίους θέλουμε να έχουν εξασφαλισμένη θέση ανάμεσα στα έθνη, πρέπει να έχουν την ελευθερότερη ευκαιρία για αυτόνομη ανάπτυξη."

Τα πλήρη σύνορα-οργάνωση της χώρας καθιερώθηκαν στο σύνταγμα του 1920. Οι σύμμαχοι του Α΄ ΠΠ αναγνώρισαν τον Τόμας Μάσαρυκ ως επικεφαλής της προσωρινής κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας, ενώ το 1920 εξελέγη πρόεδρος. Επανεξελέγη το 1925 και το 1929, υπηρετώντας ως πρόεδρος μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου 1935 όταν για λόγους υγείας αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο διάδοχος του ήταν ο Έντβαρντ Μπένες.

Μετά την προσάρτηση της Αυστρίας τον Μάρτιο του 1938, ο επόμενος στόχος προσάρτησης της Ναζιστικής΄Γερμανίας και του Χίτλερ ήταν η Τσεχοσλοβακία. Η δικαιολογία του ήταν οι κακουχίες που υπέφεραν οι γερμανόφωνοι της Τσεχοσλοβακίας που ζούσαν στις βόρειες και δυτικές περιοχές της Τσεχοσλοβακίας, συλλογικά γνωστές ως Σουδητία. Η ενσωμάτωση της Σουδητίας στη διευρυνόμενη Γερμανία θα άφηνε τα απομεινάρια της Τσεχοσλοβακίας αδύναμα να αντισταθούν στην επερχόμενη κατοχή.[1]

Πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε μια μεγάλη έκταση, η τσεχοσλοβάκικη δημοκρατία συνδυαζόταν με τον πρόεδρο Τόμας Μάσαρυκ. Ως ο κύριος ιδρυτικός πατέρας της δημοκρατίας, ο Μάσαρυκ μπορούσε να θεωρηθεί ως ο "Τζορτζ Ουάσινγκτον της Τσεχοσλοβακίας". Ο καθολικός σεβασμός του Μάσαρυκ επέτρεψε τη λύση προβλημάτων που φαίνονταν άλυτα. Ο Μάσαρικ διατηρεί την υστεροφημία του ως σύμβολο της τσεχοσλοβάκικης δημοκρατίας.

Το σύνταγμα του 1920 ενέκρινε το προσωρινό σύνταγμα του 1918. Η Τσεχοσλοβακία ήταν κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η Εθνοσυνέλευση αποτελούνταν από τη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία εκλεγόταν με καθολική ψηφοφορία. Η Εθνοσυνέλευση είχε νομοθετικές εξουσίες. Η Εθνοσυνέλευση είχε εποπτικό έλεγχο στον εκτελεστικό και δικαστικό τομέα του κράτους. Επίσης, κάθε επτά χρόνια το κοινοβούλιο εξέλεγε τον πρόεδρο και επιβεβαίωνε το υπουργικό συμβούλιο που διοριζόταν από αυτόν. Η εκτελεστική εξουσία μοιραζόταν από τον πρόεδρο και το υπουργικό συμβούλιο, το οποίο ελεγχόταν από το κοινοβούλιο.

Σύμφωνα με το σύνταγμα του 1920, η κεντρική κυβέρνηση είχε μεγάλο βαθμό ελέγχου πάνω από την τοπική αυτοδιοίκηση. Από το 1928 έως το 1940 η Τσεχοσλοβακία διαιρούταν σε τέσσερις περιφέρειες (τσεχικά: "země"‎‎, σλοβακικά: "krajiny"‎‎): Βοημία, Μοραβία-Σιλεσία, Σλοβακία και Υποκαρπαθιανή Ρουθηνία. Ήδη από το 1927 υπήρχαν τοπικές συνελεύσεις (κοινοβούλια) για τη Βοημία, τη Σλοβακία και τη Ρουθηνία, αλλά η δικαιοδοσία τους περιοριζόταν στην προσαρμογή των νόμων και κανονισμών της τοπικής κυβέρνησης στις τοπικές ανάγκες. Η κεντρική κυβέρνηση διόριζε το ένα τρίτο των μελών αυτών των συνελεύσεων. Το σύνταγμα αναγνώριζε "τσεχοσλοβακικό έθνος" ως δημιουργό και κύρια συνιστώσα του τσεχοσλοβακικού κράτους, ορίζοντας την τσεχική και σλοβακική ως επίσημες γλώσσες.

Η ιδέα του τσεχοσλοβάκικου έθνους ήταν απαραίτητη για να δικαιολογηθεί η καθιέρωση της Τσεχοσλοβακίας στον κόσμο, ειδάλλως η στατιστική πλειοψηφία των Τσέχων απέναντι στους Γερμανούς θα ήταν αδύναμη, ενώ οι Γερμανοί θα ήταν περισσότεροι από τους Σλοβάκους[2]. Οι εθνικές μειονότητες απολάμβαναν ειδική προστασία: στις επαρχίες όπου αποτελούσαν τουλάχιστον το 20% του πληθυσμού, τα μέλη των μειονοτικών ομάδων μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις γλώσσες τους ελεύθερα στην καθημερινή τους ζωή, στα σχολεία, στην επικοινωνία με τις αρχές.

Ο Τόμας Μάσαρυκ, εθνοπατέρας και πρώτος πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας.

Η λειτουργία της νέας τσεχοσλοβάκικης κυβέρνησης διακρινόταν για τη σταθερότητα. Αυτό εξασφαλιζόταν σε μεγάλο βαθμό χάρη στα καλοοργανωμένα πολιτικά κόμματα που αναδείχθηκαν σε πραγματικά κέντρα εξουσίας. Εκτός από την περίοδο Μαρτίου 1926-Νοεμβρίου 1929 όπου ο συνασπισμός δεν λειτούργησε, ο συνασπισμός πέντε τσεχοσλοβάκικων κομμάτων έγιναν το στήριγμα της κυβέρνησης: ονομαστικά, ήταν τα κόμματα Ρεπουμπλικανό Κόμμα Γεωργών και Κατόχων Μικρών Περιουσιών, Τσεχοσλοβάκικο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, Τσεχικό Εθνικό Κοινωνικό Κόμμα, Τσεχοσλοβάκικο Λαϊκό Κόμμα και Τσεχοσλοβάκικο Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα. Οι επικεφαλείς των κομμάτων έγιναν γνωστοί ως Πιέτκα (οι Πέντε). Επικεφαλής του συνασπισμού Πιέτκα ήταν ο Αντόνιν Σβέχλα, πρωθυπουργός για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1920. Επίσης, ο Σβέχλα σχεδίασε ένα μοντέλο πολιτικής συνασπισμού το οποίο επιβίωσε μέχρι το 1938. Η πολιτική του συνασπισμού εκφραζόταν με το σύνθημα "Έχουμε συμφωνήσει ότι θα συμφωνήσουμε." Από τις αρχές του 1926 συμμετείχαν και γερμανικά κόμματα, ενώ τα ουγγρικά κόμματα, επηρεασμένα από την Ουγγρική αλυτρωτική προπαγάνδα, δεν συμμετείχαν στην κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας αλλά δεν αντιτίθονταν ανοιχτά σε αυτή.

Μια συνοπτική περιγραφή των κύριων κομμάτων του συνασπισμού:

  • Το Ρεπουμπλικανό Κόμμα Γεωργών και Κατόχων Μικρών Περιουσιών ιδρύθηκε το 1922 από συγχώνευση του Τσεχικού και Σλοβάκικου Αγροτικού Κόμματος. Με επικεφαλής τον Σβέχλα, το νέο κόμμα έγινε η φωνή για τον αγροτικό πληθυσμό, εκπροσωπώντας κυρίως τους αγρότες με φάρμες μικρού και μεσαίου μεγέθους. Ο Σβέχλα συνδύαζε την υποστήριξη σε προοδευτικά νομοσχέδια με μια δημοκρατική αντίληψη. Το κόμμα του ήταν ο πυρήνας των κυβερνητικών συνασπισμών του 1922-1938.
  • Το Τσεχοσλοβάκικο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έχασε αρκετές από τις δυνάμεις του το 1921, όταν οι κομμουνιστές συγκρότησαν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Τσεχοσλοβακίας. Από το 1929 άρχισε να ανακτά τις δυνάμεις του. Το 1930 ενέκρινε την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Ο Αντόνιν Χαμπλ ήταν επικεφαλής του κόμματος, ενώ ο Ιβάν Ντέρερ ήταν επικεφαλής του παραρτήματος του κόμματος στη Σλοβακία.
  • Το Τσεχοσλοβακικό Εθνικό Κοινωνικό Κόμμα (γνωστό ως Τσεχικό Σοσιαλιστικό Κόμμα μέχρι το 1926) δημιουργήθηκε πριν τον Α΄ ΠΠ όταν οι Σοσιαλιστές αποχώρησαν από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Απέρριπτε τη ταξική πάλη και ήταν υπέρ του εθνικισμού. Επικεφαλής του ήταν ο Βάτσλαβ Κλοφάτς, ενώ οι ψηφοφόροι του ήταν κυρίως μέλη της κατώτερης μέσης τάξης, δημόσιοι υπάλληλοι και διανοούμενοι, η λεγόμενη ιντελιγκέντσια, συμπεριλαμβανομένου του Μπένες.
  • Το Τσεχοσλοβακικό Λαϊκό Κόμμα ήταν μείγμα καθολικών κομμάτων, ομάδων και συνδικάτων - οι οποίες αναπτύχθηκαν ξεχωριστά στη Βοημία το 1918 και στην Καθολική Μοραβία το 1919. Το 1922 δημιουργήθηκε κοινή εκτελεστική επιτροπή με επικεφαλή τον Γιαν Σράμεκ.
  • Το Τσεχοσλοβακικό Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα αναπτύχθηκε από μια μεταπολεμική συγχώνευση του Κόμματος Νέων Τσέχων με ακροδεξιά και κεντρώα κόμματα. Ιδεολογικά χαρακτηριζόταν από οικονομικό φιλελευθερισμό και εθνικό ριζοσπαστισμό. Επικεφαλείς ήταν οι Κράμαρ και Άλοις Ρασίν, ενώ εκπροσωπούσε τις μεγάλες επιχειρήσεις, τον τραπεζικό τομέα και τη βιομηχανία. Ωστόσο από το 1920 και έπειτα έχανε σταδιακά την επιρροή του.

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έντβαρντ Μπένες, Τσεχοσλοβάκος υπουργός εξωτερικών από το 1918 έως το 1935, δημιούργησε τις συμμαχίες που όρισαν τη διεθνή θέση της χώρας μέχρι το 1938. Ήταν δημοκράτης πολιτικός, ενώ εξαρτόταν σε μεγάλο βαθμό από την Κοινωνία των Εθνών ως εγγυητή του μεταπολεμικού στάτους κβο και της ασφάλειας των νέων κρατών. Διαπραγματεύτηκε τη Μικρή Αντάντ (Μικρή Συννενόηση, συμμαχία με Γιουγκοσλαβία και Ρουμανία) το 1921, ως αντίβαρο στον ουγγρικό ρεβανσισμό και την αποκατάσταση της εξουσίας των Αψβούργων. Διαπραγματεύτηκε συμμαχία με τη Γαλλία. Η φιλοδυτική πολιτική του Μπένες δέχτηκε το πρώτο της σοβαρό "χαστούκι" το 1925. Το σύμφωνο του Λοκάρνο, το οποίο επέτρεπε την ένταξη της Γερμανίας στην Κοινωνία των Εθνών, εγγυόταν το δυτικό σύνορο της Γερμανίας. Τα γαλλικά στρατεύματα ακινητοποιήθηκαν στον Ρήνο κάνοντας δύσκολη την παροχή γαλλικής στρατιωτικής βοήθειας στην Τσεχοσλοβακία. Επίσης, το σύμφωνο δήλωνε ότι το ανατολικό γερμανικό σύνορο ήταν αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Όταν ο Αδόλφος Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία το 1933, η ανατολική Κεντρική Ευρώπη άρχισε να φοβάται την αυξανόμενη γερμανική επιθετικότητα. Ο Μπένες ωστόσο, αγνόησε την πιθανότητα μιας ισχυρότερης συμμαχίας των χωρών της Κεντρικής Ευρώπης. Ωστόσο, ζητούσε τη συμμετοχή της Σοβιετικής Ένωσης σε μια συμμαχία με τη Γαλλία. Το 1935, η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε συμφωνίες με τη Γαλλία και τη Τσεχοσλοβακία. Οι συμφωνίες έγραφαν ότι η Σοβιετική Ένωση θα παρείχε βοήθεια στην Τσεχοσλοβακία μόνο αν η Γαλλία προσφέρει πρώτα αυτή τη βοήθειά της.

Το 1935, όταν ο Μπένες διαδέχθηκε τον Μάσαρυκ στην προεδρία της χώρας, νέος υπουργός εξωτερικών έγινε ο Μίλαν Χότζα. Οι προσπάθειες του Χότζα για την ενίσχυση των συμμαχιών στην Κεντρική Ευρώπη ήταν πλέον πολύ αργά για να γίνουν. Τον Φεβρουάριο του 1936, το υπουργείο εξωτερικών περιήλθε υπό τη διεύθυνση του Καμίλ Κρόφτα, οπαδού της γραμμής του Μπένες.

Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φυσικός χάρτης της Τσεχοσλοβακίας του 1920-1938

Το νέο έθνος ξεπερνούσε τα 13.5 εκατομμύρια κατοίκων. Το νέο κράτος συμπεριέλαβε στα εδάφη του το 70 με 80% των βιομηχανιών της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων των βιομηχανιών ζάχαρης και πορσελάνης. Επίσης τα εδάφη της Τσεχοσλοβακίας περιελάμβαναν πάνω από το 40% των αποστακτηρίων και ζυθοποιίων της πρώην αυτοκρατορίας. Ακόμη κατείχε τη Škoda Works του Πίλσεν (Πλζεν), η οποία παρήγαγε οπλικά συστήματα, τρένα, αυτοκίνητα και μηχανές. Επίσης κατέλαβε τη χημική βιομηχανία της βόρειας Βοημίας. Τέλος, το 17% της συνολικής ουγγρικής βιομηχανίας στο τέλος του 19ου αιώνα προερχόταν από τη Σλοβακία, η οποία μετά τον Α΄ ΠΠ πέρασε στη Τσεχοσλοβακία. Έτσι η Τσεχοσλοβακία ήταν ένα από τα πιο εκβιομηχανισμένα κράτη του κόσμου.

Οι Τσέχικες γαίες ήταν πολύ πιο βιομηχανοποιημένες σε σχέση με τη Σλοβακία. Στη Βοημία, τη Μοραβία και τη Σιλεσία το 39% του πληθυσμού εργαζόταν στη βιομηχανία και το 31% ασχολούταν στη γεωργία και τη δασοκομία. Οι περισσότερες ελαφριές και βαριές βιομηχανίες της χώρας βρίσκονταν στη Σουδητία, ενώ οι ιδιοκτήτες τους ήταν Γερμανοί και γερμανικές τράπεζες. Οι Τσέχοι ήλεγχαν το 20-30% της βιομηχανίας της Τσεχίας. Στη Σλοβακία, το 17.1% εργαζόταν στη βιομηχανία και το 60.4% εργαζόταν στη γεωργία-δασοκομία. Εδώ μόνο το 5% των βιομηχανιών ανήκαν σε Σλοβάκους. Η Καρπαθιανή Ρουθηνία ήταν μια περιοχή χωρίς σχεδόν καθόλου βιομηχανία.

Εθνικές ομάδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εθνική απογραφή του 1921[3]
Περιφέρειες "Τσεχοσλοβάκοι"
(Τσέχοι και Σλοβάκοι)
Γερμανοί Ούγγροι Ρουθηνοί - Ουκρανοί Εβραίοι Άλλες εθνότητες Σύνολο
Βοημία 4.382.788 2.173.239 5.476 2.007 11.251 93.757 6.668.518
Μοραβία 2.048.426 547.604 534 976 15.335 46.448 2.649.323
Σιλεσία[4] 296.194 252.365 94 338 3.681 49.530 602.202
Σλοβακία 2.013.792 139.900 637.183 85.644 70.529 42.313 2.989.361
Καρπαθιανή Ρουθηνία 19.737 10.460 102.144 372.884 80.059 6.760 592.044
Τσεχοσλοβάκικη Δημοκρατία 8.760.937 3.123.568 745.431 461.849 180.855 238.080 13.410.750

Διοικητικές διαιρέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1918–1923: Διαφορετικά συστήματα στην πρώην αυστριακή επικράτεια (Βοημία, Μοραβία και ένα μικρό τμήμα της Σιλεσίας) και στην πρώην ουγγρική επικράτεια (Σλοβακία, Ρουθηνία): τρεις περιφέρειες (země, ζέμιε) (επίσης γνωστές ως επαρχιακές μονάδες (kraje)) και 21 κομητείες (župy) στη Σλοβακία και τη Ρουθηνία. Οι περιφέρειες και κομητείες διαιρούνταν σε επαρχίες, γνωστές ως οκρέσι.
  • 1923–1927: Η Βοημία, η Μοραβία και η Σιλεσία παρέμειναν ως είχαν. Αλλαγές όμως συνέβησαν στη Σλοβακία και τη Ρουθηνία: οι 21 κομητείες συγχωνεύθηκαν σε έξι μεγαλύτερες ((veľ)župy) στη Σλοβακία και η Ρουθηνία ενώθηκε σε μια μεγάλη κομητεία, ενώ αναδιοργανώθηκαν τα σύνορα και ο αριθμός των οκρέσι στις δύο επικράτειες.
  • 1928–1938: Τέσσερις περιφέρειες (τσέχικα: země, σλοβάκικα: krajiny): Βοημία, Μοραβία-Σιλεσία, Σλοβακία και υποκαρπαθιανή Ρουθηνία. Διαιρούνται σε επαρχίες, γνωστές ως οκρέσι (okresy).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Spencer Tucker, Priscilla Mary Roberts (2005). World War II: A Political, Social, and Military History. ABC-CLIO. ISBN 1-57607-999-6. 
  2. Mikulas Teich (1998). Bohemia in History. Cambridge University Press. σελ. 375. 
  3. Slovenský náučný slovník, I. zväzok, Bratislava-Český Těšín, 1932.
  4. The 1921 and 1930 census numbers are not accurate since nationality depended on self-declaration and many Poles declared Czech nationality mainly as a result of fear of the new authorities and as compensation for some benefits. Cf. Zahradnik, Stanisław· Marek Ryczkowski (1992). Korzenie Zaolzia. Warszawa - Praga - Trzyniec: PAI-press. OCLC 177389723. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]