Πολιορκία της Ρόδου (1444)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η πολιορκία της Ρόδου ήταν μία στρατιωτική εμπλοκή, που περιλάμβανε τους Ιωαννίτες Ιππότες και τον σουλτανάτο των Μαμελούκων. Ο στόλος των Μαμελούκων αποβιβάστηκε στο νησί της Ρόδου στις 10 Αυγούστου 1444, πολιορκώντας την ακρόπολή της. Συγκρούσεις σημειώθηκαν στα δυτικά τείχη της πόλης και στο λιμάνι Μανδράκι. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1444 οι Μαμελούκοι ήραν την πολιορκία και αναχώρησαν από το νησί.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Τάγμα των Ιπποτών του Αγ. Ιωάννη ή του Νοσοκομείου (Ordre Hospitallier) ιδρύθηκε στην Ιερουσαλήμ το 1070. Έγινε ένα από τα σημαντικότερα στρατιωτικά τάγματα. Το 1291 η Άλωση της Άκρας ανάγκασε το Τάγμα να μεταφέρει τη βάση του από τους Αγίους Τόπους στη Λεμεσό της Κύπρου. Η Κύπρος πρόσφερε περιορισμένες οικονομικές ευκαιρίες, καθιστώντας το Τάγμα εξαρτώμενο από δωρεές από τη Δυτική Ευρώπη και τους ενέπλεξε σε διαμάχες με τον βασιλιά Ερρίκο Β΄ της Κύπρου, ενώ η απώλεια της Άκρας και των Αγίων Τόπων οδήγησε σε εκτεταμένες αμφισβητήσεις για το σκοπό των μοναστικών ταγμάτων και σε προτάσεις να κατάσχουν τα υπάρχοντά τους. Ο Φουλκ ντε Βιλαρέ εξελέγη μέγας Μάγιστρος των Ιωαννιτών το 1305, ξεκινώντας αμέσως την προετοιμασία για την κατάκτηση της Ρόδου, η οποία θα του εξασφάλιζε μία ελευθερία δράσης, που δεν θα μπορούσε να έχει, όσο το Τάγμα παρέμενε στην Κύπρο και θα παρείχε μία νέα βάση για τον πόλεμο κατά των Τούρκων. [1] [2]

Αν και το νησί ήταν Βυζαντινή κτήση, η Αυτοκρατορία, έχοντας καταργήσει το ναυτικό της, φαινόταν να μην μπορεί να προστατεύσει πλήρως την εδαφική της ακεραιότητα. Ο Φουλκ ντε Βιλαρέ σύναψε συμβόλαιο με τον Γενουάτη μισθοφόρο Βινιόλο ντε' Βινιόλι, ο οποίος συμφώνησε να βοηθήσει τους Ιππότες με αντάλλαγμα προνόμια στο πρόσφατα κατακτημένο νησί. Στις 23 Ιουνίου, ο Βιλαρέ και ο Βινιόλο απέπλευσαν από τη Λεμεσό με δύο πολεμικές γαλέρες και τέσσερα άλλα σκάφη, που μετέφεραν δύναμη 35 Ιπποτών, έξι Λεβαντίνοους ιππείς και 500 πεζούς. Σε αυτά προστέθηκαν μερικά Γενουατικά πλοία. Μόλις η αρχική επίθεση στην πόλη της Ρόδου απέτυχε, οι Ιωαννίτες επικεντρώθηκαν στην ύπαιθρο του νησιού, την οποία κατάφεραν να κατακτήσουν μέσα σε ένα μήνα. Οι υπερασπιστές της ακρόπολης πρόσφεραν σθεναρή αντίσταση αποκρούοντας πολλές επιθέσεις, μέχρι την τελική πτώση της στις 15 Αυγούστου 1310 [3] [2]

Στη συνέχεια, οι Ιππότες μετέφεραν το μοναστήρι και το νοσοκομείο τους από την Κύπρο στη Ρόδο και εγκαταστάθηκαν στο νησί. Η κατοχή τους στο νησί εδραιώθηκε μέσω της επιβολής της παπικής απαγόρευσης του εμπορίου μεταξύ των Χριστιανικών κρατών και της Αιγύπτου των Μαμελούκων. Οι εμπορικές οδοί της Γένουας και της Βενετίας κόπηκαν, ενώ η Κάρπαθος και η Λέρος προστέθηκαν στην επικράτεια του Τάγματος. Οι Ιωαννίτες σημείωσαν νίκες εναντίον Μουσουλμάνων αντιπάλων στην Αμοργό και τη Χίο το 1312 και το 1319 αντίστοιχα. Το 1320, το ναυτικό του Τάγματος απέτρεψε μία Τουρκική εισβολή στο νησί, αναστέλλοντας την προέλαση ενός Τουρκικού στόλου 80 πλοίων. [2]

Τον χειμώνα του 1443 ο Μέγας Μάγιστρος Ζαν ντε Λαστίκ έστειλε μία επιστολή στον Αλφόνσο Ε΄ της Αραγονίας θρηνώντας για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε το Τάγμα και ζητούσε από τα μέλη του που κατοικούσαν στην επικράτεια εκείνου να επιστρέψουν στη Ρόδο, για να το προστατεύσουν. Ο Αλφόνσος Ε΄ ενεργούσε ως προστάτης του Τάγματος έχοντας συνεργαστεί στενά με τους δύο προηγούμενους Μαγίστρους, που ήταν και οι δύο Καταλανικής καταγωγής. Ο Φίλιππος Γ΄ ο Καλόςδούκας της Βουργυνδίας και ο πάπας Ευγένιος Δ΄ ήταν μεταξύ εκείνων, που παρείχαν στους Ιππότες βοηθητικά πλοία και προμήθειες κατά την επιστροφή τους στη Ρόδο. Στο μεταξύ, ένας στόλος των Μαμελούκων είχε ήδη αποπλεύσει προς τον ίδιο προορισμό. [4]

Πολιορκία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Αύγουστο του 1444 μία δύναμη των Μαμελούκων υπό τον Αινάλ Ζεκύτ αποβιβάστηκε στο νησί Καστελόριζο, που ελεγχόταν από τους Ιωαννίτες, γκρεμίζοντας το κάστρο του πριν αναχωρήσει για τη Ρόδο. Στις 10 Αυγούστου, ο στόλος των Μαμελούκων αποτελούμενος από 85 πλοία εμφανίστηκε στο στενο μεταξύ Ρόδου και Μ. Ασίας. Οι Μαμελούκοι αποβιβάστηκαν στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού, βόρεια του Τριάντα (=Ιαλυσσού). Μη αντιμετωπίζοντας αντίσταση, κατέλαβαν θέσεις δίπλα στην ακρόπολη της Ρόδου και άρχισαν να εκτοξεύουν βέλη στους υπερασπιστές της πόλης, που απάντησαν το ίδιο. Την επόμενη ημέρα, οι Μαμελούκοι επικέντρωσαν την προσοχή τους στη δυτική πλευρά του κάστρου, ιδιαίτερα στην κακώς προστατευμένη πύλη του Αγίου Αντωνίου, βομβαρδίζοντάς την με το πυροβολικό τους. Μία δεύτερη μοίρα Μαμελούκων εισέβαλε στο λιμάνι Μανδράκι στα ανατολικά του κάστρου, καταστρέφοντας πολλά πλοία και προκαλώντας μεγάλες απώλειες στα πληρώματά τους. Μόλις η πύλη ασφαλίστηκε, ο μέγας Μάγιστρος διέταξε μία επίθεση στο Μανδράκι. Γάλλοι και Καταλανοί, μέλη του τάγματος, έσπρωξαν τους Μαμελούκους έξω από το λιμάνι, σκοτώνοντας πολλούς και αναγκάζοντας άλλους να τραπούν σε φυγή. Οι εχθροπραξίες σταμάτησαν για κάποιο χρονικό διάστημα, καθώς οι δύο δυνάμεις αναδιοργανώθηκαν. Στις 10 Σεπτεμβρίου οι Ιωαννίτες επιτέθηκαν στο φυλάκιο της Σάντα Μαρία νοτιοδυτικά της πύλης του Αγίου Αντωνίου. Ακολούθησαν σφοδρές μάχες και οι Μαμελούκοι τελικά αποσύρθηκαν, παίρνοντας μαζί τους τούς νεκρούς και τούς τραυματίες τους. Στις 13 Σεπτεμβρίου οι Μαμελούκοι μάζεψαν τις σκηνές τους και ήραν την πολιορκία, αντίθετα με τις εντολές τού σουλτάνου τους, αναχωρώντας για την τοποθεσία της αρχικής τους απόβασης. Ο Ζαν ντε Λαστίκ πρότεινε τη διεξαγωγή επίθεσης στους Μαμελούκους, προκειμένου να διαταραχθεί η απόσυρσή τους, ωστόσο το στρατιωτικό του συμβούλιο απέρριψε το σχέδιο. Στις 18 Σεπτεμβρίου οι Μαμελούκοι τελείωσαν την επιβίβαση στα πλοία τους και κατευθύνθηκαν προς την κατεύθυνση της Μ. Ασίας. [4]

Συνέπεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρά την επιτυχία των Ιωαννιτών στην πολιορκία του νησιού το 1480, η Ρόδος απομονώθηκε όλο και περισσότερο από άλλα Χριστιανικά κράτη. Τελικά κατακτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1522, αναγκάζοντας το Τάγμα να μεταφέρει και πάλι την έδρα του, αυτή τη φορά στη Μάλτα. [5]

Υποσημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]