Πληθυσμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κάθε απόπειρα υπολογισμού του πληθυσμού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε οποιαδήποτε ιστορική της φάση είναι επισφαλής λόγω έλλειψης ιστορικής τεκμηρίωσης. Επίσης είναι άγνωστες οι πολυάριθμες παράμετροι όπως, μέσος όρος ηλικίας, τα ποσοστά γεννήσεων και θανάτων, και οι πραγματικές συνέπειες λοιμών, σεισμών, λιμών μετά από καταστροφικές σοδειές ή κλιματικές επιδεινώσεις.[1][2] Ο καλύτερος τρόπος για να φτάσουμε σε βάσιμους υπολογισμούς είναι δια των φορολογικών κατάστιχων (πρακτικών), αλλά μόνο έναν πολύ μικρό αριθμό από αυτά τα έγγραφα έχουμε από την μεσοβυζαντινή περίοδο και αρκετά μεγαλύτερο από την Παλαιολόγεια περίοδο.[3]

Απόπειρες αριθμητικού υπολογισμού του πληθυσμού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έρνεστ Στάιν για τον 4ο αι. μιλάει για 24 εκατομμύρια ( 5 εκατομ. στη Χερσόνησο του Αίμου)[4] και 30 εκατομ. επί Ιουστινιανού, 20 εκατ. επί Κομνηνών και 5 εκατομ. επί Μιχαηλ Η΄. Άλλος ερευνητής ο Τζ, Ράσσελ μιλά για 24 εκατ. το 350, 21 εκατομ. το 600, 10 εκατομ. 800 και 13 εκατομ. το 1000 και 7 εκατομ. το 1200. Ο Ουέρρεν Τρέγκλουντ ,αναφέρει : για το 540 19 εκατομ. στις ανατολικές επαρχίες και 26 εκατομ. σε όλη την αυτοκρατορία,[5] επί Φωκά 17 εκατομ., το 780 7 εκατομ., στα 1025 12 εκατομ., το 1143 γύρω στα 10 εκατομ., το 1204 9 εκατομ., το 1281 5 εκατομ.[6]

Η εξέλιξη του πληθυσμού των οικισμών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Κωνσταντινούπολη: Οι αριθμοί που προτείνονται για την Κωνσταντινούπολη κυμαίνονται από τον 4ο έως τον 6ο αιώνα μεταξύ 192.000, 375.000, 400.000, 500.000 και 600.000. Περί το 400 ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλά για 100.000 Χριστιανούς και 50.000 πένητες στην πρωτεύουσα αλλά μάλλον είναι μια ποιητική παρέκβαση εκ μέρους του Χριστιανού αυτού ρήτορα.[7] Επί Ιουστινιανού οι αριθμοί κυμαίνονται σε 900.000 με 1.000.000.[4] Η επιδημία πανώλης του 541/2 προκάλεσε την απώλεια του 40% του πληθυσμού της[8] Το 746-747 ο πληθυσμός της πλήττεται από λιμό και ο Κωνσταντίνος Ε' μεταφέρει κατοίκους από την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου για να τον ενισχύσει.[9] Στα τέλη του 12ου αι. φτάνει τις 300-400.000 ψυχές.[10] Στο πρώτο μισό του 15ου αι. ο πληθυσμός της πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 40.000 και 50.000 κατοίκους.[11]
  • Αλεξάνδρεια:Για την Αλεξάνδρεια οι αριθμοί που προτείνονται κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο είναι: 500.000, 215.877, 200.000, και 121.948.[4]
  • Αντιόχεια: Ο πληθυσμός της Αντιόχειας κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο κυμαίνεται στις 200.000.[4]
  • Ρώμη: Για την Ρώμη, ο πληθυσμός εκτιμάται κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο σε 300.000-350.000 κατοίκους και σε 200.000 μετά την πολιορκία του Αλάριχου.[12]

Δημογραφικές τάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρωτοβυζαντινή περίοδος (324-642)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πληθυσμός του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους είναι μεγαλύτερος κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο από εκείνον του δυτικού επειδή ο δεύτερος μειώνεται λόγω της κρίσεως του 3ου αιώνα και των βαρβαρικών επιδρομών του 4ου και 5ου αιώνα.[4] Στην Χερσόννησο του Αίμου, τον 4ο αλλά κυρίως τον 5ο και 6ο μειώνεται ο πληθυσμός λόγω των επιδρομών και αυτό τεκμαίρεται από τα εποικιστικά μέτρα του Θεοδόσιου με την εγκατάσταση Γότθων στις ερημωμένες βορειοανατολικές περιοχές της Βαλκανικής. Επίσης μετά την κατάργηση του κεφαλικού φόρου (capitatio humana) από τον Θεοδόσιο Α', και την ειδική ρύθμιση της συνώνης από τον Αναστάσιο.[13] Δεν είχε μικρή επιρροή για την ίδια περίοδο η επιδημία πανώλης η οποία ενέσκηψε το 541/542 η οποία αποδείχθηκε ολέθρια: τα εσωτερικά της Μικράς Ασίας και της Βαλκανικής επλήγησαν λιγότερο σε σχέση με τα παράλια, αλλά και το εσωτερικό της Συρίας επίσης επλήγη θανάσιμα.[8][14]

Μεσοβυζαντινή περίοδος (642-1071)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ 800 και 1000 η αύξηση του πληθυσμού πρέπει να αποδοθεί στην αύξηση των εδαφών παρά στην μακροπρόθεσμη άνοδο του πληθυσμού.[15] Από το 800 μ.Χ έως τον 11ο αι. υπολογίζεται μια αύξηση της τάξεως του 88% στον πληθυσμό της Αυτοκρατορίας και παρατηρείται μια σταθεροποίηση στη δημογραφική της εξέλιξη.[9]

Υστεροβυζαντινή περίοδος (1071-1453)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα τέλη του 11 ου και κατά τον 12 ο αι. η αυτοκρατορία υπέστη σημαντική απώλεια εδαφών στη Μικρά Ασία: ο J .C. Russell, ισχυρίζεται ό,τι μειώθηκε σε 6.000.000 ο πληθυσμός της Μικράς Ασίας στις αρχές του 13ου αι.[16]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Koder, σελ. 202.
  2. Μεταξύ των παραγόντων που επέδρασαν στην κατά καιρούς μείωση του πληθυσμού ο καθηγητής Ανδρεάδης προσθέτει και την "αγαμία" λόγω της αυξημένης έλξης που ασκούσε το μοναστικό ιδεώδες σε όλες τις κοινωνικές τάξεις στο Βυζαντινό κράτος. Andreades, σελ. 105.
  3. Koder, σελ. 203.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 Σβορώνος (1978), σελ. 282.
  5. Η τεράστια απόκλιση στην τελευταία τιμή πρέπει να αποδοθεί στις διακυμάνσεις της εξάπλωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας επί Ιουστινιανού Α’. Koder, σελ. 207.
  6. Λαΐου, σελίδες 113–114.
  7. Dagron, σελ. 591.
  8. 8,0 8,1 Λαΐου, σελ. 116.
  9. 9,0 9,1 Σβορώνος (1979), σελ. 184.
  10. Λαΐου, σελ. 119.
  11. Koder, σελ. 162.
  12. Dragron, σελ. 598.
  13. Σβορώνος (1978), σελ. 283.
  14. Για την πανώλη του 542, δείτε Evans, σελίδες 281–290.
  15. Λαΐου, σελ. 115.
  16. Βρυώνης, σελ. 29.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Andreades, Andreas (1983). «Η οικονομική ζωή του Βυζαντινού κράτους-Ι΄ Πληθυσμός». Στο: N.H.Baynes· H.St.L.B. Moss. Βυζάντιο. Εισαγωγή στο Βυζαντινό πολιτισμό. μτφρ. Δημήτριος Σακκάς. Παπαδήμας. σελίδες 103–108. ISBN 978-960-206-000-1.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια); Unknown parameter |author-separator= ignored (βοήθεια)
  • Βρυώνης, Σπύρος (2000). Η παρακμή του Μεσαιωνικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία και η διαδικασία εξισλαμισμού (11ος-15ος αιώνας). μτφρ. Κάτια Γαλαταριώτου. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. ISBN 978-960-250-117-7.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Dagron, Gilbert (2000). Η γέννηση μιας πρωτεύουσας. Η Κωνσταντινούπολη και οι θεσμοί της από το 330 ως το 451. μτφρ. Μαρίνα Λουκάκη. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. σελίδες 590–613. ISBN 978-960-250-190-0.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Evans, J.A.S. (1999). Η εποχή του Ιουστινιανού. μτφρ. Βασίλης Κουρής. Οδυσσέας. ISBN 978-960-210-342-5.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Koder, Johannes (2005). Το Βυζάντιο ως χώρος. Εισαγωγή στην Ιστορική Γεωγραφία της Ανατολικής Μεσογείου στη Βυζαντινή Εποχή. μτφρ. Διονύσιος Σταθακόπουλος. Βάνιας. σελίδες 157–174, 202–208. ISBN 960-288-124-0.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Λαΐου, Αγγελική (2006). «Το έμψυχο δυναμικό». Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα. τ.Αʹ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. σελίδες 113–124. ISBN 978-960-250-355-3.  Unknown parameter |τόπος= ignored (βοήθεια)
  • Σβορώνος, Νίκος (1978). «Οικονομία-κοινωνία». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. τ.7. Εκδοτική Αθηνών, σελίδες 278–305. 
  • Σβορώνος, Νίκος (1979). «Η δημογραφική κρίση». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. τ.8. Εκδοτική Αθηνών, σελίδες 182–184. 

Επιπλέον βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Η δημογραφική κατάσταση αστικών κέντρων των Κεντρικών Βαλκανίων (15ος-16ος αι.)», Βυζαντιακά, τομ.18 (1998), σελ.33-54